Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

Επ” Ελπίδι Αναστάσεως (Αληθινή Ιστορία) ή Α­πό­δει­πνο στο νε­κρο­τα­φεί­ο.


Επ” Ελπίδι Αναστάσεως (Αληθινή Ιστορία) ή Α­πό­δει­πνο στο νε­κρο­τα­φεί­ο.

 


Α­πό­δει­πνο στο νε­κρο­τα­φεί­ο. Ο ή­λιος ε­τοι­μά­ζε­ται για βου­τιά πί­σω α­π’ το βου­νό κι εί­ναι τό­σο θελ­κτι­κό το φως του την ώ­ρα τού­τη που με προ­κα­λεί να κοι­τά­ξω α­πό το πλα­ϊ­νό μι­σο­γερ­μέ­νο πορ­τά­κι της εκ­κλη­σιάς. Φως ι­λα­ρόν πλημ­μυ­ρί­ζει τα μά­τια μου, δε­ή­σεις για τους α­δερ­φούς μου χα­ϊ­δεύ­ουν τ’ αυ­τιά μου. «Υ­πέρ των εν α­σθε­νεί­ας κα­τα­κει­μέ­νων…», η θύ­μη­ση στον πα­τέ­ρα μου και τους πο­λυ­ά­ριθ­μους κα­τοί­κους των νο­σο­κο­μεί­ων. Δά­κρυ­α στην ψυ­χή μου. «Δι’ ευ­χών» κι ό­σο να κοι­τά­ξω λί­γο ψη­λό­τε­ρα στα σύν­νε­φα χά­νε­ται κι η τε­λευ­ταί­α κου­κί­δα του η­λι­ά­το­ρα. Μέ­ρα α­κό­μα και οι λι­γο­στοί πι­στοί σκορ­πί­ζουν γρή­γο­ρα. Μό­νο η κυ­ρά Α­λε­ξάν­δρα, παίρ­νει τον κά­τω δρό­μο.
Που πας για­γιά; την ρω­τά­ω.
Ε­μέ­να μ’ α­ρέ­σει α­πό ‘δω, μου α­παν­τά­ει. Να περ­νά­ω α­πό τον άν­τρα μου.
Κι ε­μέ­να μ’ α­ρέ­σει α­πό ‘δω, συμ­φω­νώ μα­ζί της. Να θυ­μά­μαι πως θα πε­θά­νω κι ε­γώ μί­α μέ­ρα.

Κα­τη­φο­ρί­ζει στο κοι­μη­τή­ριο πί­σω α­πό το να­ό, φτά­νει στο μνή­μα. Το βή­μα της στα­θε­ρό, τα μά­τια της γε­μά­τα γλύ­κα κι η­ρε­μί­α. Ού­τε έ­να δά­κρυ. Το πα­ρα­μι­κρό τρε­μό­παιγ­μα στη φω­νή της. Μό­νο χα­ϊ­δεύ­ει και φι­λά­ει την φω­το­γρα­φί­α του α­γα­πη­μέ­νου της στο μαρ­μά­ρι­νο σταυ­ρό. «Να προ­σέ­χεις τα παι­διά», τού λέ­ει κι εί­ν’ η φω­νή της σί­γου­ρη πως ο άν­τρας της εί­ναι κον­τά στο Θε­ό και πρε­σβεύ­ει γι’ αυ­τούς με­τά των α­γί­ων. Ά­γιος άν­θρω­πος ο παπ­πούς, ξε­χω­ρι­στός. Πολλοί μι­λά­νε α­κό­μα γι’ αυ­τόν, χω­ρίς να βρί­σκουν α­κρι­βώς λό­για για να πε­ρι­γρά­ψουν τις α­ρε­τές του.

Ύ­στε­ρα την ρω­τά­ω για την Βαγ­γε­λι­ώ που έ­φυ­γε λί­γες μέ­ρες τώ­ρα κι ό­σοι την α­γά­πα­γαν μνη­μο­νεύ­ουν τα χω­ρα­τά και την κα­λή της την καρ­διά. Μου δεί­χνει το φρέ­σκο μνή­μα κι ό­πως κά­νου­με να φύ­γου­με με μπά­ζει στην κά­μα­ρα με τα λεί­ψα­να ό­λων των κε­κοι­μη­μέ­νων.
Ε­σύ ποι­ούς έ­χεις ε­δώ για­γιά;
Ε­δώ εί­ν’ ο πα­τέ­ρας μου κι η μά­να μου μα­ζί. Ε­δώ ο γιος μου, ο Στέ­λιος μου. Ε­δώ ο α­δερ­φός μου. Ε­δώ εί­ναι η τε­λευ­ταί­α κα­τοι­κί­α, ο Θε­ός να μας σχωρ­νά­ει, ο­λο­νών μας. Ε­δώ θ’ α­να­παυ­τεί η ψυ­χού­λα μας.

Τό­σο φυ­σι­κά μου τα λέ­ει ό­λα. Κι ό­μως μι­λά­ει για το φο­βε­ρό­τε­ρο γε­γο­νός, την ση­μαν­τι­κό­τε­ρη στιγ­μή της ζω­ής της, την πιο α­κα­τα­νό­η­τη και πα­ρά­λο­γη, που δεν εί­ναι άλ­λη α­πό το ξαφ­νι­κό πέ­ρα­σμα α­πό το κα­τώ­φλι του θα­νά­του και της ζω­ής. «Έ­σχα­τος ε­χθρός κα­ταρ­γεί­ται ο θά­να­τος…» Σί­γα­σε μέ­σα της ο πό­νος της χα­ρο­κα­μέ­νης μι­κρο­μά­νας τό­σα χρό­νια τώ­ρα, στέ­ρε­ψαν τα δά­κρυ­α α­π’ τα σκαμ­μέ­να της μά­γου­λα, μέ­ρε­ψε κι ο πό­νος του χα­μού των γο­νι­ών της. Κι η α­βά­στα­χτη θλί­ψη για την α­πώ­λεια του α­γα­πη­μέ­νου της συν­τρό­φου έ­γι­νε πα­ρη­γο­ριά κι ελ­πί­δα α­να­στά­σι­μη και για το δι­κό της τέ­λος που πλη­σιά­ζει.

«Χρι­στός α­νέ­στη εκ νε­κρών θα­νά­τω θά­να­τον πα­τή­σας και τοις εν τοις μνή­μα­σι ζω­ήν χα­ρι­σά­με­νος», θα ψελ­λί­σου­με σε λί­γες μέ­ρες. Πό­σο πε­ρισ­σό­τε­ρο θα το πι­στέ­ψου­με αυ­τή τη φο­ρά; Χρό­νο με το χρό­νο που ο Ά­δης μας θυ­μά­ται πιο συ­χνά κα­τα­λα­βαί­νω πιο κα­λά τι πά­ει να πει «τοις εν τοις μνή­μα­σι». Εί­ναι μου φαί­νε­ται οι μυ­ριά­δες στρα­τι­ές α­πο­λύ­τως μο­να­δι­κών και α­νε­πα­νά­λη­πτων προ­σω­πι­κο­τή­των στην αγ­κα­λιά του Θε­ού, πλά­ι στους αγ­γέ­λους. Κι ό­σο κα­τα­λα­βαί­νω το «τοις εν τοις μνή­μα­σι», άλ­λο τό­σο με­γα­λώ­νει η ελ­πί­δα μου για την α­πέ­ραν­τη α­γά­πη του ου­ρά­νιου πα­τέ­ρα μας που πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό τον κα­θέ­να μας α­γα­πά­ει και πο­νά­ει το κά­θε πλά­σμα του ξε­χω­ρι­στά. Άλ­λο τό­σο με­γα­λώ­νει η ελ­πί­δα μου για το υ­πέρλογο γε­γο­νός της Α­να­στά­σε­ως.

«Άν­τε παι­δί μου, την ευ­χή μου, την ευ­χή του Χρι­στού και της Πα­να­γί­ας»

Γεια σου κυ­ρά-Α­λε­ξάν­δρα! Μαυ­ρο­φο­ρε­μέ­νη ό­πως μα­κραί­νεις, με τη με­γά­λη σου καρ­διά που την λεί­α­νε ο πό­νος, βάλ­σα­μο έ­γι­νες στη ρου­τί­να της κα­θη­με­ρι­νό­τη­τάς μου. Γεύ­ση αι­ω­νι­ό­τη­τας η μορ­φή σου σή­με­ρα. Άγ­γε­λος Κυ­ρί­ου το πέ­ρα­σμά σου απ το διά­βα μου. Άμ­πο­τε ν’ αν­τα­μω­θού­με με το κα­λό μί­α μέ­ρα και στον Πα­ρά­δει­σο… Α­μήν!

 



Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
!-

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

 

FACEBOOK

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ


Histats

ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΩΝ

extreme

eXTReMe Tracker

pateriki


web stats by Statsie

ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΤΟ FACEBOOK

 PATERIKI


CoolSocial

CoolSocial.net paterikiorthodoxia.com CoolSocial.net Badge

Τελευταία Σχόλια

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ TRANSLATE

+grab this

ON LINE

WEBTREND

Κατάλογος ελληνικών σελίδων
greek-sites.gr - Κατάλογος Ελληνικών Ιστοσελίδων

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

MYBLOGS

myblogs.gr

ΓΙΝΕΤΕ ΜΕΛΟΣ - JOIN US

Καταθέστε τα σχόλια σας με ευπρέπεια ,ανώνυμα, παραπλανητικά,σχόλια δεν γίνονται δεκτά:
Η συμμετοχή σας προυποθέτει τούς Όρους Χρήσης

Please place your comments with propriety, anonymous, misleading, derogatory comments are not acceptable:
Your participation implies in the Terms of Use


| ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ © 2012. All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos | Γιά Εμάς About | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |