Η δόμηση της απάτης στη βίωση της αμαρτίας
(Ιωάννη Κορναράκη)
…η ψυχολογία του Βάθους…
Η υπογράμμιση της σημασίας της λειτουργίας ασυνείδητων ψυχικών «μηχανισμών», στο βάθος της ανθρώπινης προσωπικότητος, από την ψυχολογία αυτή, μας βοηθά να καταλάβουμε πώς συμβαίνει, πολλές φορές, να ενεργούμε παρά τη θέλησή μας, να οδηγούμεθα σε πλάνες, σε παραισθήσεις και φαντασιώσεις ή ψευδαισθήσεις. Δηλ. σε καταστάσεις που μπορούν να χαρακτηρισθούν απατηλές, επειδή ακριβώς μας οδηγούν σε εσφαλμένες εκτιμήσεις της πραγματικότητας που βιώνουμε.
Σε πολλές περιπτώσεις, καθώς εκφέρουμε μια γνώμη ή διατυπώνουμε μια σκέψη, είμαστε βέβαιοι, ότι αυτό που αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή λέμε είναι «δικό μας», με την έννοια ότι είναι ειλικρινές και αποτελεί έκφραση της προσωπικής μας συνειδήσεως. Εν τούτοις, σύμφωνα με τις βασικές αρχές της ψυχολογίας του Βάθους, η συνεργία ασυνείδητων ψυχικών «μηχανισμών» στη διατύπωση μιας σκέψεως ή την παραγωγή ενός συλλογισμού, θέτει σε αμφιβολία τον απόλυτο βαθμό της προσωπικής μας συνειδητότητας. Έτσι η ψυχολογία του Βάθους θέτει «επί τάπητος» το πρόβλημα του βαθμού και της ποιότητος της αυταπάτης μας μέσα στο στενό ή ευρύ χώρο της υπάρξεως.
Αλλά την αίσθηση της αυταπάτης αυτής συμβαίνει να αντιλαμβάνεται κάθε άνθρωπος που, ορισμένες φορές, αιφνιδιάζεται από κάποια έκπληξη που σχετίζεται με τη συμπεριφορά του και με τα «έργα του».
-«Πώς μου ήλθε τέτοια σκέψη στο μυαλό»;
-«Πώς το έκανα αυτό, αφού δεν ήταν στην πρόθεσή μου»;
-«Πώς δεν αντιλήφθηκα τί έπρεπε να κάνω σε μια τόσο απλή περίπτωση»;
-«Πώς με έπεισε τόσο εύκολα»;
Τέτοιες και άλλες σχετικές ερωτήσεις θέτει κανείς στον «εαυτό» του, όταν κάποια έκπληξη τον αφυπνίσει και καταφέρει να βεβαιωθεί ότι «απατήθηκε»!
Το γεγονός αυτό, ότι δηλ. η ψυχολογία (ως επιστημονική μεθόδευση της ανιχνεύσεως του βαθύτερου προβληματισμού της αυτοσυνειδησίας του ανθρώπου) αλλά και η άμεση εμπειρία, μάς αποκαλύπτουν την απατηλή φύση της λειτουργίας της συνειδήσεώς μας, δείχνει ότι ο άνθρωπος βρίσκεται συνήθως υπό το κράτος μιας ευρύτερης και βαθύτερης αυταπάτης απ’ ό,τι νομίζει! Μ’ άλλα λόγια απατάται, εάν νομίζει ότι μόνο τις φορές που συνειδητοποίησε μια αυταπάτη αυταπατήθηκε. Φαίνεται ότι η αυταπάτη συμβαίνει και σε
πολλές άλλες περιπτώσεις που δεν έχουμε τη δυνατότητα να την αντιληφθούμε. Έτσι, εάν δεν θέλουμε να αυταπατώμεθα μ’ ένα ασυνείδητο τρόπο, πρέπει πράγματι να δεχθούμε ότι η αυταπάτη είναι ψυχοδυναμική λειτουργία της ανθρωπινής προσωπικότητος!
Στο συμπέρασμα αυτό φθάνει κανείς πιό άνετα, εάν παρακολουθήσει τη δόμηση της άπατης στη βίωση της αμαρτίας, σύμφωνα με τη σχετική διήγηση της Π.Δ. Όντως η βίωση της αμαρτίας στην αρχική της εικόνα, την «παραδεισιακή», προβάλλει τη λειτουργία της άπατης σαν ένα ψυχοδυναμικό στοιχείο πρωταρχικής σημασίας για την ανθρώπινη συμπεριφορά. Ας δούμε, αλήθεια, τη λειτουργική έκφραση αυτού του στοιχείου ξεκινώντας από τον επίλογο της αμαρτίας.
Όπως είναι γνωστό, η Εύα, απολογούμενη για την πράξη της παραβάσεως της εντολής του Θεού, ισχυρίσθηκε ότι· «ο όφις ηπάτησέ με και έφαγον». Δηλώνει με τον τρόπο αυτό ότι έπεσε θύμα απάτης. Η βρώση του απαγορευμένου καρπού ήταν, λοιπόν, καρπός απάτης!
Πράγματι ο όφις δεν είναι ειλικρινής στο διάλογο που κάνει με την Εύα. Ψεύδεται «ασύστολα» για να δομήσει μεθοδικά («σατανικά») μιαν άπατη, που θα έφερνε πιό γρήγορα το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα· την παράβαση του θελήματος του Θεού. Τα δομικά στοιχεία της σατανικής απάτης στην αρχική εικόνα της βιώσεως της αμαρτίας είναι τα ακόλουθα:
1. Το ψεύδος. Η εντολή του Θεού ήταν: «Από παντός ξύλου του εν τω παραδείσω βρώσει φαγή, από δε του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ου φάγεσθε απ’ αυτού» (Γεν. 2, 16-17). Ενώ η διατύπωση της εντολής κατά τον όφι είναι· «Τί ότι είπεν ο Θεός, ου μη φάγητε από παντός ξύλου του παραδείσου»; (Γεν, 3, I). Ήδη η Εύα ευρίσκεται μεταξύ αλήθειας και ψεύδους. Επειδή δε γνωρίζει αμφότερα, αποκαθιστά την αλήθεια νοθευμένη όμως με «λίγο ψεύδος»·… από δε του καρπού του ξύλου, ο έστιν εν μέσω του παραδείσου, είπεν ο Θεός, ου φά¬γεσθε απ’ αυτού, το δε μη άψησθε αυτού, ίνα μη αποθάνητε» (Γεν. 3, 3). Η υπογραμμισμένη φράση εκφράζει ασφαλώς την επήρεια του ψεύδους του όφεως στο συνειδησιακό χώρο της Εύας. Η αλήθεια λέγεται, αλλά μ’ ένα ποσοστό νοθείας, που δηλώνει τον απατηλό τρόπο με τον οποίο η ανθρώπινη συνείδηση την αναγνωρίζει. Αυτό είναι ασφαλώς το πιό κρίσιμο σημείο της δομήσεως της άπατης στην όλη διαδικασία της βιώσεως της αμαρτίας.
2. Η υποβολή. Ο όφις, αφού πλέον η Εύα βλέπει την αλήθεια με το θαμπό πρίσμα του ψεύδους, εκφράζεται με τρόπο απόλυτο. «Ου θανάτω αποθανείσθε» (Γεν. 3, 4). Ο τρόπος αυτός ευρίσκει απήχηση στη νοθευμένη συνείδηση της Εύας και γι’ αυτό «υποβάλλεται». Γίνεται επιδεκτική μιας ουσιαστικώτερης επιδράσεως…!
3. Η μετατίμηση του ψεύδους σε αλήθεια.Η απατηλή πειθώ ολοκληρώνεται με τη μετατίμηση του ψεύδους σε αλήθεια. «Ήδει γαρ ο Θεός, ότι η αν ημέρα φάγητε απ’ αυτού, διανοιχθήσονται υμών οι οφθαλμοί και έσεσθε ως Θεοί, γινώσκοντες καλόν και πονηρόν». Η Εύα με τα απατηλά αυτά λόγια του όφεως πείθεται για τη θετική αξία του απαγορευμένου καρπού. Τον κατανοεί ως βιωματική αλήθεια, που πρόκειται να καταξιώσει τον ανθρώπινο προορισμό της,
4. Η άμεση (νοθευμένη) εμπειρία ως επικάλυμμα της πραγματικότητος. Η εντολή του Θεού, που αφορούσε την απαγόρευση της βρώσεως του καρπού του ξύλου του «γινώσκειν κα¬λόν και πονηρόν», συνιστούσε το χώρο της πραγματικότητος μέσα στον οποίον έπρεπε να πλανηθεί το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος. Για το ζεύγος αυτό άμεση πραγματικότης ήταν η ρητή (εκ μέρους του Θεού) αρνητική «αξία» του απαγορευμένου καρπού. Αλλά η πραγματικότης αυτή καλύπτεται υπό το απατηλό πρίσμα που κατασκεύασε με τον έντεχνο διάλογό του ο όφις. Έτσι η Εύα βλέπει τον καρπό αυτό προικισμένο με θετικές ιδιότητες («αξίες»). «Και είδεν η γυνή, ότι καλόν το ξύλον εις βρώσιν και ότι αρεστόν τοις οφθαλμοίς ιδείν και ωραίον έστι του κατανοήσαι…» (Γεν. 3, 6). Ο ανθρώπινος νους γίνεται πλέον ρεαλιστής. Η άμεση πραγματικότης είναι γι’ αυτόν η … πραγματικότης. Χάνει, λοιπόν, την ενορατική του αίσθηση και περιορίζεται σε ό,τι οι σωματικοί του οφθαλμοί βλέπουν και θεωρούν. Κι επειδή ακριβώς, με τον τρόπο αυτό της θεωρήσεως των πραγμάτων, δεν μπορεί να ιδεί πιό πέρα από τη… μύτη του, ολοκληρώνει την κατάφαση της απατηλής πραγματικότητος με την αισθησιακή απόλαυση του καρπού που εκπροσωπεί την πραγματικότητα αυτή. Η Εύα, ύστερα από τη θετική εκτίμηση του απαγορευμένου δένδρου, «λαβούσα από του καρπού αυτού έφαγε· και έδωκε και τω ανδρί αυτής μετ’ αυτής, και έφαγον» (Γεν. 3, 6).
Με τη βρώση αυτή ολοκληρώνεται η βίωση της άπατης και φθάνει ο αδαμικός άνθρωπος σε μια γνώση, που ενώ αποτελεί επικύρωση της απάτης αυτής συγχρόνως περιέχει το σπέρμα της αφυπνίσεως από την άπατη. Έτσι μπόρεσε η Εύα να διατυπώσει την προσωπική της κρίση για την όλη διαδικασία της βιώσεως της αμαρτίας- «Ο όφις ηπάτησέ με, και έφα¬γον». Είναι ευτύχημα για την ανθρώπινη συνείδηση το γεγονός ότι, έστω και μετά την πτώση, είχε χώρο να φιλοξενήσει την αυτοσυνειδησία της άπατης! Την επίγνωση της αυταπάτης!
Η σύγχρονη ψυχολογία, καθώς ερευνά επίμονα την περιοχή του ασυνειδήτου, μας δίνει τη δυνατότητα να μελετήσουμε σ’ ένα μεγαλύτερο βάθος το πρόβλημα της αυταπάτης, Γι’ αυτό το λόγο η ψυχολογία αυτή αποβαίνει, σε πολλές περιπτώσεις, χρήσιμη στην προσπάθεια της κατανοήσεως της ποιότητος της πνευματικής ζωής, που ισχυριζόμαστε ότι ζούμε. Η νοθεία της πνευματικής ζωής που διενεργείται υπό την πίεση μη συνειδητών ψυχικών «μηχανισμών», συνιστά την πιό βαθειά και την πιό επικίνδυνη κρίση της ανθρώπινης προσωπικότητος. Αυτό σημαίνει ότι τα «εσωτερικά» προβλήματα του ανθρώπου αποτελούν πάντοτε την αφετηρία οποιουδήποτε άλλου «εξωτερικού» του προβληματισμού. Γι’ αυτό κάθε άνθρωπος, δηλ. και ο θρησκευτικός και ο μη θρησκευτικός, βιώνουν στο ίδιο βάθος και στην ίδια ποιότητα τον ανθρώπινο προβληματισμό. Η συνέπεια της διαπιστώσεως αυτής είναι το γεγονός ότι κι ο θρησκευτικός και ο μη θρησκευτικός άνθρωπος πρέπει να κατανοήσουν το ρόλο της αμαρτίας και του ασυνειδήτου στη δόμηση της άπατης που νοθεύει την αυτοσυνειδησία τους. Ο Jung έχει δίκιο όταν γράφει· «Σήμερα οι άνθρωποι περιφρονούν τη θρησκεία και το αντικείμενό της, τη στοιχειώδη αμαρτωλότητα, γι’ αυτό έχουν χαθεί κατά μέγα μέρος στο ασυνείδητο και δεν πιστεύουν ούτε το ένα ούτε το άλλο» .
Η νήψη, λοιπόν, δεν είναι πρόβλημα του θρησκευτικού μόνο ανθρώπου, αλλά και εκείνου που, αυταπατώμένος, νομίζει πως δεν είναι θρησκευτικός άνθρωπος.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.