Η ΚΡΑΥΓΗ ΤΗΣ ΣΑΛΗΣ: «ΒΓΑΛΤΕ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΕΤΡΕΣ!»
Συχνά, με όλη την δύναμη της ασθενικής της φωνής, έλεγε: «Τρύπα, αδελφοί μου!!... Ανοίξτε τρύπα, αδελφοί μου!!... Είναι ψυχές, από κάτω!!... Πολλές ψυχές!!... Από ’δω, μέχρι εκεί κάτω!!... (και έδειχνε ίσαμε κάτω την θάλασσα). Πλήθος!!... Οι πεθαμένοι, είναι απ’ όλα!!... Απ’ όλα, είναι!!... («Απ’ όλα»: δηλαδή, απ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα αυτού του παροδικού κόσμου). Στα έγκατα του άδη, είναι!!... Δεν έχουν καλή στάση και πρέπει να τους βοηθήσουμε!!... Απ’ όλα, είναι: βουλευτές, γουναράδες, τσαγκάρηδες, έμποροι!!… Μη γελάτε!!... Οι ψυχές τους, ζητούν ν’ αναπνεύσουν, ν’ αναπαυθούν!!...».
Μ’ αυτόν τον έντονο και παραστατικό τρόπο, προέτρεπε να προσευχόμαστε για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Πολλοί, μάλιστα, επισκέπτες της είχαν ακούσει
τη στεντόρεια προτροπή της: «Να!!... Εδώ!!... Κάτω από το χώμα σκάψτε!!... Είναι ψυχές και φωνάζουν!!... Βγάλτε αυτές τις μεγάλες πέτρες!!... Εδώ, σκάψτε!!... Είναι ψυχές και φωνάζουν!!... Βγάλτε αυτές τις μεγάλες πέτρες!!... Εδώ, σκάψτε!!... Ανοίξτε χώρο, οι ψυχές υποφέρουν!!... Θα σκάσουν αν δεν κάνουμε έστω μια τρυπούλα να παίρνουν αέρα!!... Θα με βοηθήσεις, αδελφούλη μου;!...».
Η αγάπη, η μέριμνα, η αγία και καλή αγωνία της Ταρσώς για τους κεκοιμημένους και τα αθέατα βάσανά τους, ήταν συγχρόνως και ένας τρόπος να συντηρεί την επαφή της με τη χώρα των αθέατων νεκρών και να συμβιώνει μαζί τους τις εμπειρίες του άδη. Κρατούσε –όπως και ο Άγιος Σιλουανός– το νου της στο βασίλειο του άδη, προσπαθώντας να «δει» από ’κει μέσα και τον εαυτό της. Με τον τρόπο αυτό, βίωνε την σωτήρια «νέκρωση» σε δύο επίπεδα: (1) στο χώρο των κεκοιμημένων αδελφών της και (2) στον καθημερινό χώρο των ζωντανών, στη ζωή της δικής της σαλότητας. Δύσκολα και ακατανόητα κεφάλαια για τον γλοιώδη και τρυφηλό προτεσταντικό χριστιανισμό που κυριαρχεί σήμερα, παντού!
Η οσία Σαλή του Χριστού Ταρσώ μ’ αυτό το σπαραξικάρδιο και δραματικό τρόπο, προσπαθούσε να γίνει όσο το δυνατόν πιο εύηχη και πιο αντιληπτή στον υπναλέο κόσμο μας. Στον κόσμο, που υφαίνει η δική μας αναισθησία και αδιαφορία. Η ασίγαστη σάλπιγγα του φιλάνθρωπου λόγου της, είχε σαν σκοπό να καταρρίψει τα μεγάλα και αγέρωχα τείχη της Ιεριχούς: την υπερηφάνεια, την αναλγησία, την αναισθησία και την έπαρση της σύγχρονης ασυναίσθητης ζωής μας. Ο λόγος της, λειτουργεί αφυπνιστικά και εγερτικά. Μας εισάγει κατευθείαν μέσα στο Μυστήριο του Θανάτου και της Ζωής. Μας δείχνει ξεκάθαρα εκείνο τον συγκεκριμένο τρόπο της Χάριτος που, προφανώς εκλείπει από πολλούς σήμερα, φιλοτιμώντάς μας να γίνουμε άνθρωποι της αγάπης. Της αγάπης, που έχει και είναι μνήμη. Μνήμη, όχι εγωική, φίλαυτη, κενόδοξη, επιδερμική, υποκειμενική, φανταστική, στοχαστική και φιλοσοφική. Αλλά, μνήμη ουσιαστική, εσωτερική, πνευματική, προσευχητική, έμπρακτη. Μνήμη που, «ἐν τῶ Χριστῷ», σπάει το θλιβερό φράγμα του θανάτου. Διανέμει ζωή, φωτίζοντας κάθε ερεβώδη γωνιά του άδη· αυτής της κρυψώνας του νικημένου θανάτου. Μνήμη, που ταπεινή ρίζα και δοξασμένη κορφή της έχει την Θεία Ευχαριστία. Μνήμη, που βλασταίνει και πληροφορεί την καρδιά μέσα στην «ευχόμενη εκκλησία», μέσα στην Θεία Λειτουργία. Μόνο μέσα στη λειτουργική κιβωτό, όλα τα αγαπημένα μας πρόσωπα –είτε ζώντα είτε κεκοιμημένα είναι αυτά– καθώς και οι σχέσεις μας με αυτά, αποκτούν παλμό, ζωή, νόημα, ουσία, έννοια, προοπτική, ανάπλαση και αποκατάσταση.
Εγγίζουμε με λυτρωτική αίσθηση το επέκεινα (προς–)κομίζοντας με κάθε νοσταλγική και πεφιλημένη εγκαρδίωση το όνομά τους στην Αγία Πρόθεση, πριν την Θεία Λειτουργία. Ώστε να προσκομιστούν οι ψυχές τους, μία–μία, ονομαστικά, μέσα στο Άγιο Ποτήριο. Για να ενωθούν με τον Χριστό, τον Νικητή του Θανάτου και τον Αρχηγό της Ζωής. Γιατί, μόνο «διὰ τοῦ Χριστοῦ», «ἐν τῷ Χριστῷ» και «ἐκ τοῦ Χριστοῦ», θα δοθεί και θα παρασχεθεί το έλεος, η άνεση, η ανάπαυση, η απολύτρωση, η σωτηρία σε όλους αυτούς, που εμείς σκεφτόμαστε, αναπολούμε, θυμόμαστε, τιμούμε και σεβόμαστε. Και ενίοτε, καλώς ή κακώς, δικαιολογημένα ή όχι, απωθούμε, αρνούμαστε και εχθρευόμαστε.
Μόνο, λοιπόν, με την Αγάπη, τη Χάρη και το έλεος του Χριστού, αυτές οι τύμβιες παγερές «πέτρες» που βρίσκονται επάνω από τους προσφιλείς κεκοιμημένους μας, αίρονται, σηκώνονται, φυγαδεύονται, ελαφρύνονται, εξαϋλώνονται, εκμηδενίζονται. Μόνο με το αγαπητικό, το φιλάδελφο και φιλάνθρωπο «σκάψιμο» που παρέχει η ιερή μνήμη της Θείας Λειτουργίας και της δικής μας εγκάρδιας προσευχής, ανοίγονται όλες οι καταχθόνιες «τρύπες» και οι νεκροί μας μπορούν πια να «αναπνέουν», όπως έλεγε και η μακαρία Σαλή Ταρσώ. Και έτσι, αναπαύονται αιώνια. Και, μαζί τους, χαιρόμαστε αιώνια κι εμείς. Και κανείς δε λείπει σε κανέναν. Και όλοι συναντάνε όλους. Γιατί όλοι «ἐν Χριστῷ», είναι παρόντες, εκκλησιαζόμενοι και ενωμένοι, ζώντες και αθάνατοι, συγχωρεμένοι, άλυποι, χαρούμενοι, χαριτωμένοι και φωτοφόροι!...
[Ιωάννου Κ. Κορναράκη:
«Ταρσώ, η δια Χριστόν Σαλή»,
κεφ. στ΄, σελ. 129–131,
έκδοση Ιερού Κελλίου Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη,
Άγιον Όρος, 20031.]
ΠΗΓΗ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.