Τρίτη 28 Μαΐου 2013

Η Ίδρυση της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας


Η Ίδρυση της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας.
Υπό Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αντινόης κ.κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

Τις πρώτες ειδήσεις της ιστορίας της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας πρέπει να τις αναζητήσουμε σ’ αυτό το Ιερό Ευαγγέλιο, όπου μνημονεύεται ο Ευαγγελιστής Μάρκος, που ονομάζεται και Ιωάννης1. Πρώτος εκκλησιαστικός συγγραφεύς που μνημονεύει τον Μάρκο είναι ο Ευαγγελιστής Λουκάς στο βιβλίο των Πράξεων2.  Σύμφωνα με τα όσα μας πληροφορεί το  βιβλίο  των  Πράξεων των Αποστόλων πολλοί «Ιουδαίοι,  άνδρες ευλαβείς»3  από την «Αίγυπτον και τα μέρη της Λιβύης της κατά Κυρήνην»4  υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες του μεγάλου θαύματος της Πεντηκοστής5.  Αυτοί, αφού επανήλθαν από  τα Ιεροσόλημα  στην  Αίγυπτο,  όπου  ήσαν  διασκορπισμένοι  χάρι του  εμπορίου, πρώτοι έφεραν  το  χαρμόσυνο  μήνυμα της  διδασκαλίας  του  Ιησού  Χριστού,  και  ως αυτόπτες μάρτυρες της καθόδου του Παναγίου Πνεύματος, προετοίμασαν τό έδαφος για την αποδοχή του Χριστιανισμού6.


Ο Δημιτσάς υποστηρίζει, ότι στην αποδοχή του Χριστιανισμού από τους Αιγυπτίους και τους Έλληνες της Αιγύπτου συντέλεσαν δύο περιστατικά:  Ο κλονισμός της πίστεως των Αιγυπτίων προς τα ιερά ζώα και θηρία, που χλευαζόταν από  τους Έλληνες, και η εξασθένηση της πίστεως των Ελλήνων στους Ολυμπίους θεούς, που συζούσαν με τους ανθρώπους7.   «Εντεύθεν δε αμφότεροι Έλληνες τε και Αιγύπτιοι αηδιάσαντες εκ της λατρείας των χειροποιήτων αγαλμάτων και δυσηρεστημένοι εκ της αλληγορικής θεολατρείας, έδειξαν προθυμίαν εις την αποδοχήν της νέας θρησκείας»8.

Ο  Απόστολος  και  Ευαγγελιστής  Μάρκος,  μαθητής  και  «ερμηνευτής»9    του Αποστόλου Πέτρου10  και ανεψιός του Αποστόλου Βαρνάβα11, υπήρξε ο εισηγητής12  -ιδρυτής13 και ο πρώτος Επίσκοπος της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας14  (41 μ.Χ)15.  Ο Μάρκος σύμφωνα με μία ομάδα ερευνητών καταγώταν από την Κυρήνη της Πεντάπολης και ήτο γιός του Αριστοβούλου, γεωργού στο επάγγελμα, και της Μαρίας, Ιουδαίων της διασποράς16. Μία άλλη ομάδα ερευνητών υποστηρίζει ότι ήτο Αλεξανδρεύς, που κατοικούσε στα Ιεροσόλημα, όπου είχε και ιδιόκτητο σπίτι17.   «Συνιδών τε (ο Πέτρος) ήλθεν επί την οικίαν Μαρίας της μητρός Ιωάννου, του επικαλουμένου Μάρκου, ου ήσαν ικανοί σθνηθροισμένοι και προσευχόμενοι»18.

Ο  Μάρκος,  σύμφωνα  με  τις  διηγήσεις  των  Πράξεων,  είχε  δύο  ονόματα,  το «Ιωάννης» ήτο το Ιουδαϊκό, και το «Μάρκος» ήτο το Ρωμαϊκό19.   «Βαρνάβας δε και
Σαύλος υπέστρεψαν εξ Ιερουσαλήμ πληρώσαντες την διακονίαν, συμπαραλαβόντες και Ιωάννην, τον επικληθέντα Μάρκον»20.   Μερικοί υποστήριξαν την γνώμη, ότι υπήρξαν δύο ή και τρεις Μάρκοι21, αλλ’ η γνώμη αυτή αποδείχθηκε από τις διάφορες μελέτες ως αβάσιμος22.  Ο ιερός Χρυσόστομος σημειώνει ότι μερικές φορές χρησιμοποιεί μόνον το όνομα «Μάρκος»23. Υπάρχει η γνώμη, καθ’ ην ο Μάρκος είνε ο νεανίσκος εκείνος, όστις περιβεβλημέ-νος σινδόνα επί γυμνού ηκολούθησε τω Ιησού κατά την εσπέραν της συλλήψεως αυτού, και καταλιπών την σινδόνα γυμνός έφυγε24, επίσης ότι εν τη οικία της μητρός του Ιωάννου Μάρκου ετελέσθη υπό του Κυρίου το μυστήριον της Ευχαριστίας25, αλλ’ ουδαμόθεν ταύτα δύνανται ν’ αποδειχθώσι26.  Ο Επιφάνιος Κύπρου σημειώνει την εξής λεπτομέρειαν, «ετύγχανε είς των εβδομήκοντα δύο, των διασκορπισθέντων επί τω ρήματι ω είπεν ο Κύριος, εάν μη τις φάγη μου την σάρκα και πίη μου το αίμα ουκ έστι μου άξιος … όμως διά Πέτρου ανακάμψας ευαγγελίζεσθαι καταξιούται Πνεύματος αγίου εμφορούμενος»27.

Ακολούθησε τον Παύλο και τον συγγενή του Βαρνάβα στην πρώτη Αποστολική περιοδεία, από Αντιόχεια μέχρι της Πέργης της Παμφυλίας, απ’ όπου, αφού λιποψύχησε εξ αιτίας των κινδύνων, εγκατέλειψε28 «εκ μικροψυχίας», κατά την έκφραση του Χρυσοστόμου29, τους αγώνας της αποστολικής διακονίας, επιστρέψας στα Ιεροσόλυμα. Ο δε Παύλος, όταν το 51 μ.Χ. άρχισε την δευτέρα Αποστολική του περιοδεία «ηξίου τον αποστάντα απ’ αυτών από Παμφυλίας και μη συνελθόντα αυτοίς εις το έργον μη συμπαραλαβείν τούτον»30.   Αποτέλεσμα της στάσης αυτής του Παύλου ήτο να επέλθη παροξυσμός μεταξύ του ιδίου και του Βαρνάβα.  

Ο Χρυσόστομος παρατηρεί, «Πάνυ δε ωφέλει τον Μάρκον η μάχη αύτη’ το μεν γαρ Παύλου φοβερόν απέτρεψεν αυτόν, το δε Βαρνάβα χρηστόν εποίει μηκέτι απολειφθήναι, ώστε μάχονται μεν προς έν δε τέλος απαντά το κέρδος’  και γαρ Παύλον ορών αιρούμενον αποστήναι, πάνυ αν εφοβήθη και κατέγνω εαυτού, και πάλιν Βαρνάβαν ορών ούτως αυτού αντεχόμενον, πάνυ αν αυτόν εφίλησεν’ και διωρθούτο   ο   μαθητής   διά   της   μάχης   των   διδασκάλων’   τοσούτον   απείχε   του σκανδαλισθήναι.  Ει μεν γαρ διά την εις εαυτούς τιμήν τούτο έπραττον, εικότως’ ει δε διά την αυτού σωτηρίαν, και δι’ έν φιλονεικούσιν, ώστε δείξαι τον τιμήσαντα αυτόν καλώς βεβουλευμένον, τι άτοπον;» 31. Έκτοτε συνώδευσε τον θείο του Βαρνάβα στην Κύπρο και σ’ άλλες χώρες κηρύττοντας τον Χριστιανισμό, έως ότου έγινε «συνέκδημος» του Αποστόλου Πέτρου και συνέταξε το Ευαγγέλιό του βάση της προφορικής διδασκαλίας του  Πέτρου32.  

Ο  Παπαδόπουλος  είναι  της  γνώμης,  ότι  «η  σύνταξις  αυτού  συνέβη πιθανώτατα καθ’ ον χρόνον ο Πέτρος ευρισκόμενος εν Μικρά Ασία μετά την εξ Ιεροσολύμων και Αντιοχείας (Πράξ. ΙΕ΄και Γαλ. Β΄,11) αναχώρησίν του»33.  

Ο Sidarous είναι της αντίθετης γνώμης και υποστηρίζει, ότι ο Μάρκος ακολούθησε τον Πέτρο στην Ρώμη όπου έγραψε το Ευαγγέλιό του34.   

O Δημιτσάς υποστηρίζει, ότι μετά σύντομη παραμονή του Μάρκου στην Αλεξάνδρεια αναγκάσθηκε, κατά το ενδέκατο χρόνο της βασιλείας του Νέρωνα, να μεταβεί στην Ρώμη όπου μετά από  παράκληση των εκεί πιστών  συνέγραψε  το  Ευαγγέλιο,  που  φέρει  το  όνομά  του35.    

Ο  Ευσέβιος  γράφει, «Τοσούτον δ’ επέλαμψεν ταις των ακροατών του Πέτρου διανοίαις ευσεβείας φέγγος, ως μη  τη  εισάπαξ ικανώς έχειν αρκείσθαι  ακοή,  μηδέ  τη  αγράφω του  θείου  κηρύγματος διδασκαλία, παρακλήσεσι δε παντοίαις Μάρκου, ου το Ευαγγέλιον φέρεται, ακόλουθον όντα Πέτρου λιπαρήσαι, ως αν και διά γραφής υπόμνημα της διά λόγου παραδοθείσης αυτοίς καταλείψοι διδασκαλίας, μη πρότερον τε ανείναι, ή κατεργάσασθαι τον άνδρα, και ταύτη αιτίους γενέσθαι της του λεγομένου κατά Μάρκον Ευαγγελίου γραφής»36.

Ο Μάρκος  μετά την  αναχώρησή του  από  την  Μικρά Ασία επισκέφθηκε  την Αίγυπτο αποβιβασθείς στην Κυρήνη της Πεντάπολης, απ’ όπου, σύμφωνα με διάφορες μαρτυρίες37, καταγόταν και όπου κήρυξε το Χριστό, συνοδεύσας το κήρυγμά του και διά πολλών θαυμάτων38.   Από εκεί «θεία αποκαλύψει» πήγε στην Αλεξάνδρεια, όπου μετάδωσε τον Χριστιανισμό.

Η αρχή του  Χριστιανισμού στην  Αίγυπτο  βρίσκεται κάτω από  το  πέπλο  της αγνοίας39, μέχρι του Επισκόπου Δημητρίου (189-232), ο οποίος στην ιστορία της Αλεξανδρινής Εκκλησίας εμφανίζεται «πρώτος μοναρχικός Επίσκοπος εν αλεξανδρεία και εν όλη τη Αιγύπτω»40.  «Η τοιαύτη του Δημητρίου εμφάνισις δεν υπήρξε τυχαλια, διότι εξεπήγασεν   εξ   αυτών   των   βάσεων   του   διοικητικού   συστήματος   της   Εκκλησίας Αλεξανδρείας, ας έθηκεν ο Ευαγγελιστής Μάρκος»41.   Γιά τη δράση του Ευαγγελιστού και τις αρχαίες παραδόσεις που σχετίζονται μ’ αυτή, μερικοί από τους διαδόχους του διέσωσαν στα έργα των42.   Βέβαιον είναι, ότι ο Μάρκος προ της τελευταίας με τον Απόστολο Παύλο συνεργασίας, ίδρυσε την Εκκλησία της Αλεξανδρείας στην Αίγυπτο43. Λέγεται μάλιστα ότι εκεί είχαν εργασθεί ήδη όχι μόνον ο Βαρνάβας, αλλά και ο Σίμων44.

Μεγάλη διαφορά παρουσιάζεται στη γνώμη των ερευνητών ως προς το χρόνο της ίδρυσης της Εκκλησίας Αλεξανδρείας.  Οι Παπαδόπουλος και Σίσκος θέτουν ως χρόνο το 60 μ.Χ.45    Ο Kyrillos II τοποθετεί το 61 μ.Χ. σαν χρόνο ίδρυσης46  και σημειώνει, “Renan …met en cause la venue de St. Marc en egypt et foundation par lui de l’ Eglise d’ Alexandrie”47.  Στο αναφερόμενο έργο του αναιρεί την εσφαλμένη γνώμη του Renan, ότι ο Μάρκος ουδέποτε ήρθε στην Αίγυπτο48. Ο Ζοgheb θέτει το 42 μ.Χ.49 και ο Sidarous το 43 μ.Χ.50

Από  την Αλεξάνδρεια ο  Μάρκος  μεταβαίνει στη Ρώμη προς τον  Απόστολον
Παύλο, ο οποίος του ανάθεσε κάποια αποστολή προς τις Εκκλησίες της Μικράς Ασίας51, διότι γράφει στην προς Κολασσαείς επιστολή του, «ασπάζεται υμάς Μάρκος, ο ανεψιός Βαρνάβας, περί ου ελάβετε εντολάς, εάν έλθη προς υμάς δέξασθε αυτόν»52.  Γύρω στο 62 μ.Χ. ή στις αρχές του 63 μ.Χ. γύρισε στην Αίγυπτο, διά της Κυρηναϊκής.

Στην Αλεξάνδρεια βρήκε αυξημένους τους Χριστιανούς και επιδόθηκε με δραστηριότητα στο κήρυγμα.    Η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας ως «επαρχία»53 ακολουθούσε το ενοριακό σύστημα ως προς την οργάνωση του αρχαίου πολιτεύματός της54.  Το σύστημα αυτό διαπιστώθηκε ότι υφίστατο στην Αλεξάνδρεια ενωρίτερα από οποιαδήποτε άλλη Εκκλησία55.

Τις πληροφορίες περί του μαρτυρίου του αγίου ενδόξου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Μάρκου διασώθηκαν σποραδικώς μεν στα συγγράμματα των διαφόρων συγγραφέων, συνολικά δε από κάποιον άγνωστο συντάκτη του “Μαρτυρίου”   του56. Κατά τις οργιώδεις γιορτές, τα «Σεραπιακά», την ώρα που τελούσε την θεία Λειτουργία συνελήφθη από το φανατισμένο εθνικό όχλο στις 3ης Απριλίου το 63 μ.Χ, ημέρα του Πάσχα (κατά τους Αιγυπτίους 29 Φαρμουθί) και αφού τον έδεσαν με σχοινί από τον τράχηλό  του  εσύρετο  στους  δρόμους  της  Αλεξάνδρειας57.    Την  επόμενη  ημέρα,  4
Απριλίου 63 μ.Χ., αφού επαναλήφθηκε το ίδιο μαρτύριο, παέδωσε το πνεύμα μέσα στους δρόμους, ευχαριστώντας το Θεό, διότι αξιώθηκε να πάθει υπέρ του ονόματος αυτού58. Απηχήσεις των γεγονότων αυτών βρίσκονται σε μεταγενέστερα έργα, Κοπτικά και Αραβικά, που αναφέρονται στην ιστορία της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας59.

Μεγάλη διαφορά γνωμών παρατηρείται μεταξύ των διαφόρων ερευνητών και ως προς την ακριβή ημερομηνία του θανάτου του Ευαγγελισοτύ Μάρκου.  Έτσι οι Zogheb και Sidarous τοποθετούν τον θάνατο του Ευαγγελιστού Μάρκου στις 25 Απριλίου του 62 μ.Χ.60   Ο Παπαδόπουλος δέχεται την 4η Απριλίου του 63 μ.Χ.61

Με όποιο τρόπο κι αν δούμε τον ρόλο του Ευαγγελιστή Μάρκου, γεγονός είναι ότι με τη διδασκαλία του κατώρθωσε να ελκύσει πολλούς οπαδούς, κυρίως   από τις τάξεις  των  ελληνομαθών  διανοουμένων62,  στη  Χριστιανική  θρησκεία63.    Στην  αρχή
διεδίδετο μεταξύ του Ελληνικού και Εβραϊκού στοιχείου, αργότερα όμως και μεταξύ του ιθαγενούς64.  “Οι μεν Αιγύπτιοι ευχερέστατα και ταχύτατα, δυσχερέστατα δε και βραδύτατα οι Έλληνες της Αιγύπτου απεδέχθησαν τον Χριστιανισμόν”65.   Μέσα σε λίγο  χρονικό διάστημα εξαπλώθηκε στην ύπαιθρο χώρα της Αιγύπτου μεταξύ των ιθαγενών, ώστε κατά τον 4ο μ.Χ. αιώνα στις περιοχές της Θηβαϊδος, Άνω Αιγύπτου και του Δέλτα, όλοι σχεδόν οι Αιγύπτιοι είναι Χριστιανοί, ενώ ελάχιστοι ήσαν οι Έλληνες προσύλητοι66. Παρ’ όλα αυτά πουσθιάσθησαν και σφοδρές αντιδράσεις εκ μέρους των Αιγυπτίων κατά του Χριστιανισμού67.

Σύμφωνα με τον ιστορικό Ευσέβειο, ο Ευαγγελιστής Μάρκος άφησε διάδοχό του τον Αννιανό  (63-86).  «Νέρωνος δε όγδοον άγοντος της βασιλείας έτος, πρώτος μετά Μάρκον τον απόστολον και ευαγγελιστήν, της εν Αλεξανδρεία παροικίας, Αννιανός την λειτουργίαν διαδέχεται, ανήρ θεοφιλής ων και τα πάντα θαυμάσιος»68. Ήλπιζε, ότι σαν Ιουδαίος, που είχε πιστέψει μετά από κάποιο θαύμα που έκαμε ο Απόστολος πάνω του69, θα μπορούσε να επιδράσει θετικώτερα πάνω στο Ιουδαϊκό πνεύμα. Με τον τρόπο αυτό θα ήλκυε τους συμπατριώτες του στη νέα θρησκεία, την οποία με προθυμία δέχθηκαν οι Πλατωνίζοντες Ιουδαίοι70.

Ο άγιος Μάρκος χειροτόνησε ένα μόνον Επίσκοπο για την Αλεξάνδρεια, έκτοτε επεκράτησε συνήθεια «ενός όντος του κατά πάντων επισκόπου, πρεσβυτέρους ιδία τας Εκκλησίας κατέχειν και τον εν αυταίς λαόν συνάγειν»71.

Οι στενές σχέσεις των   εκχριστιανισθέντων Πλατωνικών Ιουδαίων με τους Έλληνες άνοιξε τον δρόμο του Χριστιανισμού στους εθνικούς κύκλους των Ελλήνων φιλοσόφων της Ελληνικής πόλης του Μεγάλου Αλεξάνδρου72.

Για  περισσότερο  από  ένα  αιώνα  η  ιστορία  της  Αλεξανδρινής  Εκκλησίας Εκκλησίας βυθίζεται στο βυθό της αγνοίας, ελλείψει γραπτών μαρτυριών73.  Οι διωγμοί των χριστιανών ανακόπτουν την εξάπλωση της νέας θρησκείας74.   Ο εκκλησιαστικός ιστορικός  Ευσέβιος,  αυτόπτης  μάρτυς  των  διωγμών  στην  οξύτερη  περίοδό  τους, αναφέρει στο κατάλογο των μαρτύρων που απαραριθμεί, πολλά ονόματα ελληνικά75.
Μεταξύ των εθνικών Ελλήνων και των Χριστιανών Αιγυπτίων παρουσιάσθηκε ισχυρά θρησκευτική αντίθεση, που προσέλαβε φυλετικό χρωματισμό.   Το μίσος που έτρεφε η μία παράτξη προς την άλλη φανερώθηκε στην περίοδο των διωγμών εναντίον των Χριστιανών.  Η αντίθεση αυτή που εκδηλώθηκε κατά τους διωγμούς άσκησε μεγάλη επίδραση στην άμεση ιστορική πορεία της Αλεξανδρεινής Εκκλησίας.   Στα τέλη του δευτέρου αιώνα, υπήρχε στην Αλεξάνδρεια ισχυρός χριστιανικός πυρήνας, που δεν άργησε να διαβρωθεί από τις δογματικές αντιθέσεις των πιστών76.

Στην Κατηχητική Σχολή Αλεξανδρείας77  γεννήθηκε η πρώτη θεολογική σχολή της νέας θρησκείας με εκλεκτούς διδασκάλους78, όπως τους Πάνταινο79, Κλήμεντα80, Ωριγένη81 και Ηρακλά82.   Μπορούμε να διακρίνουμε δύο περιόδους της Αλεξανδρινής Σχολής, την κατηχητική (από το 41 μ.Χ. – 180 μ.Χ) και την θεολογική – κατηχητική (από το 180 μ.Χ. – 405 μ.Χ.)83.  Αρχαίες παραδόσεις μας πληροφορύν, ότι τις βάσεις της Κατηχητικής  Σχολής  έθεσε  ο  Ευαγγελιστής  Μάρκος84,  αλλά δεν  υπάρχουν  σχετικές λεπτωμέρειες.

Ο ανταγωνισμός μεταξύ των χριστιανών έγινε οξύτερος, όταν εμφανίστηκε η αίρεση του Αρειανισμού85.  Τα δογματικά θέματα παραμέρισαν κάθε άλλη συζήτηση.  Ο ιστορικός της Αλεξανδρινής Εκκλησίας Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, παρατηρεί ότι στην αίρεση «προσήρχοντο πυκναί μάζαι λαού μάλλον εκ των Ελλήνων κατοίκων της χώρας»86.   Ο Αρβανιτάκης παρατηρεί:   «Οι Βυζαντινοί μετεχειρίσθησαν κάκιστα τους λαούς τηςλαούς της Αυτοκρατορίας.   Η διοίκησις ήτο διεφθαρμένη και συχνά το παλάτιον εστία διαφθοράς και αδικίας.   Αι ραδιουργίαι των ευνούχων και των γυναικών, αι αντιζηλίαι των αρχιερέων, η προέλευσις  των ανωτέρων κληρικών από άξεστα λαϊκά στρώματα, το σύστημα των ξένων μισθοφορικών στρατευμάτων, εξ ων απετελούντο αι φρουραί των επαρχιών, αρπακτικαί, βίαιαι και επικίνδυνοι, κατέστησαν τόσον μισητόν το Βυζάντιον εις τους λαούς τούτους, ώστε πάσα διδασκαλία αποκρουομένη εν Βυζαντίω ήτο δι’ αυτό τούτο ασπαστή εις αυτούς»87.

Ο  μονοφυσιτισμός  του  Ευτυχίου,  που  καταδικάστηκε  από  την  Ορθόδοξο Ελληνική Εκκλησία,  κατάκτησε  κυριολεκτικά την  Αιγυπτιακή88.   Ο  μονοφυσιτισμός γίνεται στα χέρια των μοναχών της Αιγύπτου, μέσον πολιτικής αντίδρασης προς την Βυζαντινή Αυτοκρατορία και σύμβολο απελευθερωτικού αγώνα89.  Οι ντόπιοι πολεμούν με κάθε μέσο τους Βυζαντινούς, βλέπουν σ’ αυτούς το θανάσιμο εχθρό τους.

Ο μονοφυσιτισμός των Κοπτών ταυτίζεται με τα πατριωτικά ιδεώδη τους.   Ο Ιουστινιανός πέτυχε με την πολιτική του να παύσουν οι αιματηρές συγκρούσεις στους δρόμους της Αλεξάνδρειας.   Μόνο  στα χρόνια του Ηράκλειου, ο  Πατριάρχης άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων κατόρθωσε να κερδίσει τη συμπάθεια των Αιγυπτίων, ποτέ όμως δεν του αναγνώρισαν το αξίωμα90.

Οι θεολογικές διαφορές, με το διαβρωτικό τους χαρακτήρα, είχαν και μία άλλη συνέπεια.   Η Αίγυπτος δεν μπόρεσε ν’ αντισταθεί στην προέλαση των Περσών91.   Κι όταν την κατάκτησαν, οι εισβολείς δεν έκαμαν διάκριση μεταξύ Ελλήνων και Κοπτών, Ορθοδόξων και Μονοφυσιτών.

Οι Έλληνες χριστιανοί από τον 5ο μ.Χ. αιώνα διαχωρίζουν τη θέση τους από τους Αιγυπτίους. Το διαχωρισμό ενίσχυσε η αίρεση    του Μονοφυσιτισμού, που καταδικάζεται από την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο (451 μ.Χ.), και ο μαρτυρικός θάνατος του Ορθοδόξου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Προτερίου (457 μ.Χ.), ο οποίος φονεύεται μέσα στα δημόσια λουτρά από το  φανατισμένο όχλο των Κοπτών.   Η Αλεξανδρινή Εκκλησία, που ξεκίνησε ενωμένη, διχάζεται τελικά, με βάση εθνικά κριτήρια92.

Οι Κόπτες θεωρούν την ελληνική γλώσσα αλληλένδετη με το παλαιό θρήσκευμα. Όμως  η επίδραση  του  Ελληνισμού,  παραμένει πανίσχυρη93.    Το  κοπτικό  αλφάβητο αποτελείται από το ελληνικό, συμπληρωμένο με μερικά γράμματα των παπύρων94.  Στις κοπτικές   εκκλησίες,   μέχρι   σήμερα,   ψάλλουν   πολλά   τροπάρια   στην   ελληνική, διανθισμένα μ’ ευχές στην ίδια γλώσσα95.

Ο Αυτοκράτωρ Ηράκλειτος, όταν απελευθέρωσε την Αίγυπτο, θέλησε να βρεί κάποιο  τρόπο  συμβιβασμού  με  τους  Κόπτες.     Η  συμφωνία  ήταν  παοσική  και  η αναταραχή δεν άργησε να χωρίσει και πάλι τους χριστιανούς σε δύο στρατόπεδα.  Στο μεταξύ οι Άραβες πλησίαζαν.  Οι Κόπτες στο μίσος τους, δεν δίστασαν, να βοηθήσουν τους  εισβολείς  να  καταλάβουν  την  Αίγυπτο.    Ο  Γιαλουράκης  σημειώνει:  «Με  την αραβική κατοχή, το χάσμα ολοκληρώνεται.  Κι είναι θαυμαστή σελίδα του Ελληνισμού, το πώς κατό ρθωσε  τελικά να περισωθεί  η  Εκκλησία το υ,  και  μαζί  μ’  αυτήν η  ελληνική παρουσία»96.

--------

1 Πράξεις, 12:12, 25’ 13:5, 13’ 15:37.
2 Πράξεις, 12:12.
3 Πράξεις, 2:5.
4 ένθ’ ανωτέρω, β:10. Στην Ιερουσαλήμ υπήρχαν αντιπρόωποι των Συναγωγών Αλεξανδρείας και Κυρήνης
(Πράξ. 6:9).   Επίσης ανάμεσα στους πρώτους Ευαγγελιστές στην Αντιόχεια ήσαν και Κυρηναίοι, των
οποίων προεξήρχεν ο Λούκιος (Πράξ. 11:20. 13:1). Πρβλ. Παπαδοπούλου, «Μάρκος», Εκκλ. Φάρος, σελ.
197.
5 ένθ’ ανωτέρω, β: 1-6.
6 Δήμιτσα, Αλεξάνδρεια, σελ. 695
7 αυτόθι.
8 αυτόθι.
9 «Marcus evangelista, Petri ενterpres, Alexκαιrian veniens Christum ibi praedicabat annis XXII», Migne, P.G.  τόμ.  XIX,  στήλ.  648.  Ο  Παπίας  έγραψε:  «Μάρκος  μεν  ερμηνευτής  Πέτρου  γενόμενος,  όσα εμνημόνευσεν, ακριβώς έγραψεν», Migne, P.G., τόμ. ΧΧ, στήλ. 300.
10   Ο Ευσέβιος σημειώνει, «Πέτρος ο κυρυφαίος, πρώτην εν Αντιοχεία θεμελιώσας Εκκλησίαν, εις Ρώμην άπεισι κηρύττων το Ευαγγέλιον’ ο δ’ αυτός μετά της εν Αντιοχεία εκκλησίας και της εν Ρώμη πρώτος
προέστη έως τελειώσεως αυτού», Migne, ΣΕΛ.G, τόμ. ΧΙΧ, 559, στήλ. 648. Πρβλ.   Migne, P.G., τόμ.
CXXXIX, στήλ. 248 D.  Δημιτσά, Αλεξάνδρεια, σελ. 642. Δεν ευσταθεί η γνώμη ότι ο Πέτρος καλούσε τον  Μάρκο  «υιόν»  με  τη  φυσική  έννοια  της  λέξης  Νικηφόρου  Καλλίστου,  Εκκλ.  Ιστορία,  11,  43. Προκοπίου. Migne, τόμ. 100, στήλ. 1189, 1142.
11 Κολ. δ: 10.

12 Ο Ευσέβιος σημειώνει, «Τούτον δε Μάρκον πρώτον φασιν επί της Αιγύπτου στειλάμενον, το Ευαγγέλιον ο δη και συνεγράψατο, κηρύξαι, εκκλησίαις τε πρώτον επ’ αυτής Αλεξανδρείας συστήσασθαι», Migne, P.G., τόμ. ΧΧ, στήλ. 173. πρβλ. P.G., τόμ. ΧΙΧ, στήλ. 539-540.
13 Ο Ιωήλ στην Χρονογραφία του γράφει: «Μετά Γάϊον εβασίλευσε Κλαύδιος έτη ιγ΄, εφ’ ου και Μάρκος ο ευαγγελιστής εν Αιγύπτω πρώτος Εκκλησίαν πηξάμενος», Migne, P.G., τόμ. CXXXIX, στήλ. 248 C.  πρβλ. Δήμιτσα, ένθ’ ανωτέρω, σελ. 642.
14 Migne, ΣΕΛ.G, τόμ. ΧΙΧ, στήλ. 543. πρβλ. P.G., τόμ. ΧΧ, στήλ. 173. πρβλ. Δημιτσά, Αλεξάνδρεια, σελ.
695.  Μαζαράκη, Συμβολή, σελ. ε΄.  Γιαλουράκη, Αίγυπτος, σελ. 24.
15 Δήμιτσα, Αλεξάνδρεια, σελ. 489.
16 «Ην γαρ το γένος εκ της αυτής χώρας της Κυρήνης ορμώμενος», Migne, P.G., τόμ. 115, στήλ. 164. πρβλ. Sidarous, Patriarcats, σελ. 60.   Zogheb, Etude, σελ. 209.   Macaire,   Histoire,   σελ. 23.   Kyrill II, “Le voyage”, σελ. 384.  Κατά παράδοσιν (Acta, Jun. II, σελ. 421) την μητέρα του Μάρκου Μαρία εβάπτισε ο Βαρνάβας, τον δε  ο Απόστολος Πέτρος (Felten, Marcus, σελ. 672).
17 Solleri, De sancti Marci, στο Acta Sanctorum, Junii V, σελ. 1 και εξής. Lipsius, Die apocryphen, τόμ. ΙΙΙ, σελ. 390 και εξής. Bolotow, “Ημέρα και έτος”, Χριστιανικόν Ανάγνωσμα, τεύχ. LXXIII, σελ. 426 και εξής.
.Παπαδοπούλου, Ιστορία, σελ. 47.
18 Πράξεις 12: 12.
19 Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 71. πρβλ. Παπαδοπούλου, «Μάρκος», σελ. 194.
20 Πράξεις 12: 25.
21 Tillemont, Memoires, σελ 99. πρβλ. Παπαδοπούλου, «Μάρκος», σελ. 194.
22 Πρβλ. Henschen, Acta Sanctorum, April III, σελ. 344.  Septem. VII, σελ. 379. J. Felten, Marcus. Βλέπε λέξη στο Kirchenlexikon, τόμ. VIII, σελ. 671.
23 Migne, P.G., τόμ. 60, στήλ. 198.
24 Μάρκ. 14:51.
25 Μάρκ. 14:12-25.
26 Παπαδοπούλου, «Μάρκος», σελ. 194.


27  Μigne,  P.G.,  τόμ.  41,  στήλ.  695.  Πρβλ.  Ιππολύτου  (Θηβαίου),  Μigne,  P.G.,  τόμ.  10,  στήλ.  953. Δωροθέου, Τύρου, Μigne, P.G., τόμ. 92, στήλ. 530.   Προκοπίου, Μigne, P.G., τόμ. 100, στήλ. 1189. Tillemont, Memoires, σελ. 546.
28 Πράξεις 15: 38.  Sidarous, Patriarcats, σελ. 61.
29  Migne,  P.G.,  τόμ.  60,  στήλ.  247.    Την  περί  μικροψυχίας  γνώμη  επαναλαμβάνει  και  το  Κοπτικό
Συναξάρη, βλέπε: Kyrillos II, “Le voyage”, σελ. 385.
30 Πράξεις 15: 38.
31 Migne, P.G., τόμ. 60, στήλ. 247.
32  Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 72.   Migne, P.G., τόμ. ΧΧ, στήλ. 300. Μερικές ειδήσεις βρίσκονται στο απόκρυφο έργο «Περίοδοι και μαρτύριον του αγίου Βαρνάβα του Αποστόλου», του οποίου συγγραφεύς φέρεται  ο  Μάρκος.     Πρβλ.  Tischendorf,  Apocrypha,  σελ.  64-74.  Acta,  Junii  II,  σελ.  431-436. Παπαδοπούλου, «Μάρκος», Εκκλ. Φάρος, τόμ. 4ος, σελ. 173-174, 201.
33 Παπαδοπούλου, Ιστορία, σελ. 54.
34 Sidarous, Patriarcats, σελ. 63.
35 Ο Ιωήλ σημειώνει: «Μάρκος ο ευαγγελιστής … το Ευαγγέλιον συνεγράψατο, και επ’ αυτής Αλεξανδρείας
Εκκλησίαν πρώτον συνεστήσατο», Migne, P.G., τόμ. 139, στήλ. 248. Πρβλ. Δήμιτσα, Αλεξάνδρεια, σελ.695.


36 Migne, P.G., τόμ. ΧΧ, στήλ. 172.
37 Βλέπε σημ. 15 αυτής της εργασίας.
38 Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 73.  Πρβλ. Παπαδοπούλου, «Μαρκος», Εκκλ. Φάρος, σελ. 203.
39 Duchesne, Histoire,  σελ. 330.
40 Harnack, Mission, σελ. 450.
41 Παπαδοπούλου, «Μάρκος», Εκκλ. Φάρος, σελ. 175-176.
42 Migne, P.G., τόμ. 111, στήλ. 889 και εξής.
43 Παπαδοπούλου, «Μάρκος», Εκκλ. Φάρος, σελ. 201-202, 204.
44 Acta,τεύχ. Jun. 11, σελ. 421.  Oct. XII, σελ. 424.
45 Παπαδοπούλου, Ιστορία, σελ. 54, 58. Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 72.
46 Kyrillos II, “Le voyage”, σελ. 382
47 Kyrillos II, “Le voyage”, σελ. 382.
48 Kyrillos II, “Le voyage”, σελ. 382.
49 Zogheb, Etude, σελ. 210.
50 Sidarous, Patriarcats, σελ. 61.
51 Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 73.


52 Κολασ. 4: 10.
53 Harnack, Mission, σελ. 450.
54 Παπαδοπούλου, «Μάρκος», Εκκλ. Φάρος, σελ. 208.
55 Αυτόθι.
56 Το πρώτο κείμενο του Μαρτυρίου υπάρχει στο Παρισινό κώδικα και που εσφαλμένως αποδόθηκε στον Συμεών τον Μεταφραστή ( Migne, P.G.,  τόμ. 115, στήλ. 164) .  Δεύτερο κείμενο προερχόμενο από τον κώδικα του Βατικανού εδημοσιεύθη από τον Godfried Henschen  στο Acta Sanctorum, April III, Apend. XVI-XVII, ο οποίος βρήκε και λατινική μετάφραση (Acta Sanctorum, April III, 347-349)..
57 Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 73. Πρβλ. Acta, σελ. 347-349.
58 Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 73. πρβλ. Δήμιτσα, Αλεξάνδρεια, σελ. 695.  Κ. Διαθήκη, σελ. 132.
59 Sollerii, “De sancti”, Acta, τεύχ. Junii V, σελ. 1 και εξής. Lipsius, Die apokryphen, τόμ. ΙΙΙ, σελ. 329. Bolotow, «Ημέρα », τεύχ. LXXIII, σελ. 426-430. Πρβλ. Και την μικρά πραγματεία, αλλά με εσφαλμένα χρονολιγικά συμπεράσματα, του Kyrillos II, “Le voyage”, Bulletεν, No 7, σελ. 381-406.
60 Zogheb, Etude, σελ. 21. Sidarous, Patriarcats, σελ. 63.
61 Παπαδοπούλου, Ιστορία, σελ. 61.  Γιά το μαρτύριο του Ευαγγελιστού Μάρκου βλέπε: Παπαδοπού-λου, ένθ’ ανωτέρω, σελ. 62 και 63. Του αυτού, «Μάρκος», Εκκλ. Φάρος, σελ. 175.  Macaire, Histoire, σελ. 24. Ζogheb, Etude, σελ. 210. Kyrillos II, “Le voyage”, σελ. 385 και 401.   Palladius, Lausaica, κεφ. 113. Sidarous, Patriarcats, σελ. 63.
62 Γιαλουράκη, ένθ’ ανωτέρω, σελ. 24. πρβλ. Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 75.


63 Migne, P.G., τόμ. 19, στήλ. 647.  πρβλ. Δημιτσά, Αλεξάνδρεια, σελ. 695.
64 Παπαδοπούλου, Ιστορία, σελ. 159. πρβλ. Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 73.
65 Παπαδοπούλου, ένθ’ ανωτέρω, σελ. 23.
66 Crum, “Koptische”, RE, τόμ. XII, σελ. 801 και εξής.
67 Φιριππίδου, Ιστορικόν σημείωμα, σελ. 84-86.
68 Migne, P.G., τόμ. 20, στήλ. 205.  «Της Αλεξανδρείας Εκκλησίας μετά Μάρκον τον ευαγγελιστήν πρώτος επίσκοπος εχειροτονήθη Ανιανός, ος προέστη έτη κβ΄», Migne, P.G., τόμ. 19, στήλ. 543.   Πρβλ. Migne, P.G., τόμ. 19, στήλ. 647. Migne, P.G., τόμ. 115, στήλ. 167. Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 73.  Dictionary, τόμ. Α-D, σελ. 118.  Οι Κόπτες και Άραβες χρονογράφοι τον ονομάζουν «Ανανία».
69 Dictionary,τόμ. Ι, σελ. 118.
70 Δήμιτσα, Αλεξάνδρεια, σελ. 696.
71 Migne, P.G.,τόμ. 42, στήλ. 201-205.
72 Migne, P.G.,τόμ. 42, στήλ. 201-205.
73 Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 75.
74 Γιαλουράκη, Αίγυπτος, σελ. 25.
75 Migne, P.G., τόμ. 20, στήλ. 605-612. Πρβλ. Γιαλουράκη, Αίγυπτος, σελ. 25.

76 Γιαλουράκη, ένθ’ ανωτέρω, σελ. 25.
77 Η Κατηχητική Σχολή της Αλεξάνδρειας κατά διαστήματα έφερε διάφορα ονόματα, όπως 1) «διατριβή των  πιστών»  Ευσεβ.  Ιστορ.  5,10,  2)  Διδασκαλείον  των  ιερών  λόγων  και  το  κατ’  Αλεξάνδρειαν διδασκαλείον (στ. 3), 3) το της κατηχήσεως διδασκαλείον, η του κατηχείν διατριβή (στ. 6), 4) ecclesiastica Schola (Jeronym. Catalog. Caσελ. 38), 5) SΚολ.a Κατηχήσεων (Rufενus hist. Eccl. 11. 7), 6) Magisterium catechexκαιi (VI, 3 αυτόθι), 7) Αuditorium κατηχήσεως (VI, 22), 8) Ιερόν διδασκαλείον των μαθημάτων (Σωζομεν. Εκκλ. Ιστ. 3, 15), 9) Εκκλησιαστικόν διδασκαλείον (Φωτ. Κωδ. 118, σ. 297), 10) το κατ’ Αλεξάνδρειαν παιδευτήριον (ο αυτός Κωδ. 119, σ. 300), 11) Θεία διατριβή, ιερόν διδασκαλείον και ιερά διατριβή (Νικ. Καλλιστ. Εκκλ. Ιστ. (5, 32), 12) η των κατηχήσεων διατριβή (5,18), 13) η εν Αλεξανδρεία
διατριβή των ιερών μαθημάτων (7, 17).  Δημιτσά, Αλεξάνδρεια, σελ. 489. Σίσκου, Οργάνωσις, σελ. 75.
78  Αθηναγόρας  (160-181  μ.Χ.),  Πάνταινος  (180-190  μ.Χ.),  Πάνταινος  και  Κλήμης  (190-203  μ.Χ.), Ωριγένης (203-206 μ.Χ.), Πάνταινος, Κλήμης και Ωριγένης (206-211 μ.Χ.), Κλήμης και Ωριγένης (211-
213 μ.Χ.), Ωριγένης και Ηρακλάς (213-232 μ.Χ.), Ηρακλάς και Διονύσιος (232-265 μ.Χ.), Πιέριος (265-
280 μ.Χ.), Πιέριος και Αχιλλάς (280-282 μ.Χ.), Θεόγνωστος και Αχιλλάς (282-290 μ.Χ.), Σεραπίων (290-
295 μ.Χ.), Πέτρος, μάρτυς (295-312 μ.Χ.), Άρειος (313-330 μ.Χ.), Μακάριος (330-340 μ.Χ.), Δίδυμος
(340-390 μ.Χ.), Δίδυμος και Ρόδων (390-395 μ.Χ.), Ρόδων (395-405 μ.Χ.).
79 Migne, P.G., τόμ. 20, στήλ. 453-456.
80 Migne, P.G., τόμ. 20, στήλ. 535.
81 Migne, P.G., τόμ. 20, στήλ. 536.
82 Migne, P.G., τόμ. 20, στήλ. 553.
83 Δήμιτσα, Αλεξάνδρεια, σελ. 490.
84 Καλογερά, Σχολής. Guerike, De Shola. Harnack, “Alexκαιrενische”.  Dimitriewsky, Αλεξ. Σχολή.
85  Dictionary,  τόμ. Ι, A-D, σελ. 155-158.   Για τις πηγές του Αρειανισμού βλέπε:  Ρουφίνο, Σωκράτη, Σωζομενό, Θεοδώρητο και τους περισσοτέρους Πατέρες του 4ου μ.Χ. αιώνα.   Πρβλ. Dictionary, όπου εκτίθεται εκτενέστερη βιβλιογραφία, σελ. 158-159.
86 Παπαδοπούλου, Ιστορία, ;


87 Αρβανιτάκη, Ελληνισμός, σελ.
88 Γιαλουράκη, Αίγυπτος, σελ. 27.
89 Αυτόθι.
90 Ένθ’ ανωτέρω, σελ. 29.
91 Αυτόθι
92 Γιαλουράκη, ένθ’ ανωτέρω, σελ. 25.
93 Αυτόθι.
94 Αυτόθι.
95 Αυτόθι.
96 Ένθ’ ανωτέρω, σελ. 29.




Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
!-

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

 

FACEBOOK

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ


Histats

ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΩΝ

extreme

eXTReMe Tracker

pateriki


web stats by Statsie

ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΤΟ FACEBOOK

 PATERIKI


CoolSocial

CoolSocial.net paterikiorthodoxia.com CoolSocial.net Badge

Τελευταία Σχόλια

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ TRANSLATE

+grab this

ON LINE

WEBTREND

Κατάλογος ελληνικών σελίδων
greek-sites.gr - Κατάλογος Ελληνικών Ιστοσελίδων

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

MYBLOGS

myblogs.gr

ΓΙΝΕΤΕ ΜΕΛΟΣ - JOIN US

Καταθέστε τα σχόλια σας με ευπρέπεια ,ανώνυμα, παραπλανητικά,σχόλια δεν γίνονται δεκτά:
Η συμμετοχή σας προυποθέτει τούς Όρους Χρήσης

Please place your comments with propriety, anonymous, misleading, derogatory comments are not acceptable:
Your participation implies in the Terms of Use


| ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ © 2012. All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos | Γιά Εμάς About | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |