ΠΡΟΣΔΟΚΩ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΝΕΚΡΩΝ
ἉΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ἹΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ
Γιά τούς Φωτιζόμενους, πού ἔγινε στά ῾Ιεροσόλυμα καί
ἀναφέρεται στό ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως· «Σέ Μία, ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία
καί στήν ἀνάσταση τοῦ σώματος καί στήν αἰώνια ζωή».῾Η ἀνάγνωση εἶναι ἀπό τόν
προφήτη ᾿Ιεζεκιήλ, στό χωρίο πού λέει· «Καί φανερώθηκε σέ μένα τό χέρι τοῦ
Κυρίου καί μέ πῆρε μέ τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου καί μέ ἔβαλε στή μέση τῆς πεδιάδας
καί αὐτή ἦταν γεμάτη μέ ἀνθρώπινα ὀστᾶ» ( ᾿Ιεζ. 37,1) καί ὅσα σχετικά ἀκολουθοῦν.
Α´ . Ρίζα κάθε καλοῦ ἔργου εἶναι ἡ ἐλπίδα τῆς ἀνάστασης,
γιατί ἡ προσδοκία τῆς ἀπολαβῆς δυναμώνει τήν ψυχή1, γιά νά ἐργάζεται τό ἀγαθό. ῾Ο
κάθε ἐργάτης εἶναι ἕτοιμος νά ὑπομείνει κόπους καί μόχθους, ἄν προβλέπει ὅτι θά
πάρει μισθό γιά τούς κόπους του. Οἱ ἐργάτες ὅμως πού κοπιάζουν χωρίς ἀμοιβή,
πρίν ἀκόμα ἀποκάμουν σωματικά, λυγίζουν ψυχικά. ῾Ο στρατιώτης πού ἐλπίζει ὅτι
θά ἀπολαύσει τιμές καί ἐπαίνους, εἶναι ἕτοιμος νά ριχτεῖ στίς μάχες. Κανένας ὅμως
στρατευμένος κάτω ἀπό ἕνα βασιλιά —ὁ ὁποῖος δέν εἶναι σίγουρος γιά τή νίκη καί
δέν μπορεῖ νά προβλέψει τό τέλος τοῦ πολέμου— δέν εἶναι ἕτοιμος νά θυσιάσει τή
ζωή του, ἄν αὐτός ὁ βασιλιάς δέν ἐπιβραβεύει μέ πλούσιες ἀμοιβές τούς ἀγῶνες
του.
῎Ετσι γίνεται καί μέ κάθε ψυχή. ῞Οταν αὐτή πιστεύει
στήν ἀνάσταση, εἶναι φυσικό νά προσέχει τόν ἑαυτό της. ῎Αν ὅμως δέν πιστεύει
στήν ἀνάσταση, παραδίνεται στή φθορά καί τήν καταστροφή. ῞Οποιος πιστεύει ὅτι
τό σῶμα του θά ἀναστηθεῖ, φροντίζει νά τό διατηρεῖ καθάριο καί ἀμόλυντο καί σάν
στολή τῆς ψυχῆς του, δέν τό μολύνει μέ πορνεῖες. ᾿Εκεῖνος ὅμως πού δέν πιστεύει
στήν ἀνάσταση, παραδίνεται στίς πορνεῖες καί τό φθείρει μέ διάφορες
καταχρήσεις, λές καί ἀνήκει σέ κάποιον ἄλλον. Εἶναι λοιπόν πολύ σπουδαῖο
παράγγελμα καί τρισμέγιστη διδασκαλία τῆς ῾Αγίας Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ πίστη
στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Μάλιστα, εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο καί ἀσύγκριτα ἀναγκαῖο
καί, μολονότι πολλοί ἔχουν ἀντιρρήσεις πάνω σ᾿ αὐτό, ἡ ἀλήθεια τό ἐπιβεβαιώνει.
᾿Αντιλέγουν σ᾿ αὐτό οἱ εἰδωλολάτρες ῞Ελληνες. Δέν τό πιστεύουν οἱ Σαμαρεῖτες.
Τό περιγελοῦν οἱ αἱρετικοί. Πολλῶν εἰδῶν ἀντιρρήσεις ἀκούγονται, ἀλλά μιά καί
μοναδική εἶναι ἡ ἀλήθεια.
Β´ . Σαμαρεῖτες
λοιπόν καί ῞Ελληνες εἰδωλολάτρες, μᾶς παρουσιάζουν κάποια ἐπιχειρήματα σάν αὐτά.
Τό νεκρό ἄνθρωπο τόν ρίχνουν στό χῶμα καί ἐκεῖ σαπίζει καί τόν τρῶνε τά
σκουλήκια, πού καί αὐτά μετά ψοφοῦν. Σέ τέτοια σαπίλα καί διάλυση καταλήγει τό
σῶμα. Πῶς λοιπόν θ᾿ ἀναστηθεῖ; Ψάρια καταβρόχθισαν ὅσους ναυάγησαν στίς
θάλασσες. Κι αὐτά τά ψάρια μετά τά ἔφαγαν ἄλλα μεγαλύτερα. ῞Οσοι πάλι πάλεψαν
μέ θηρία τούς ἔφαγαν ἀρκοῦδες καί λιοντάρια, μέχρι καί τό μικρότερο κοκκαλάκι
τους. Γύπες καί κοράκια ἔφαγαν τίς σάρκες τῶν ἄταφων νεκρῶν καί μετά αὐτά
πέταξαν σέ διάφορες κατευθύνσεις καί ταξίδεψαν σ᾿ ὅλο τόν κόσμο. Ποῦ λοιπόν θά
βρεθοῦν ὅλα τά κομμάτια καί πῶς θά συγκροτηθεῖ πάλι τό σῶμα; ᾿Ενδέχεται ἀπό τά ὄρνια
πού ἔφαγαν αὐτά τά σώματα, ἄλλο νά ψοφήσει στήν ᾿Ινδία, ἄλλο στήν Περσία καί ἄλλο
στή Γοτθία. ῎Αλλα μπορεῖ νά τά κάψει ἡ φωτιά καί ὁ ἄνεμος καί ἡ βροχή νά
σκορπίσει ἀκόμα καί τή στάχτη τοῦ σώματός τους. ᾿Από ποῦ καί πῶς θά
συναρμολογηθοῦν τά στοιχεῖα καί θά ἀνασυγκροτηθοῦν αὐτά τά σώματα πού ἔφαγαν ἐκεῖνα
τά ὄρνια;
Γ´ . Γιά σένα, πού σάν ἄνθρωπος εἶσαι τόσο μικρός
καί ἀδύναμος, ἀπέχει πολύ ἡ χώρα τῶν Γότθων ἀπό τίς ᾿Ινδίες καί ἡ ῾Ισπανία ἀπό
τήν Περσία. Γιά τόν Θεό ὅμως πού κρατάει στή χούφτα Του ὁλόκληρη τή γῆ, ὅλα εἶναι
κοντινά2.
Δέν πρέπει λοιπόν νά ἀποδίδεις στόν Θεό ἀδυναμίες ὅμοιες
μέ τίς δικές σου. Δῶσε καλύτερα τήν προσοχή σου στή δύναμη ᾿Εκείνου. ῎Επειτα, ὁ
ἥλιος, πού εἶναι ἕνα ἐλάχιστο ἔργο τοῦ Θεοῦ, μέ τίς ἀκτῖνες του θερμαίνει ὁλόκληρο
τόν κόσμο3. Καί ἀκόμα ὁ ἀέρας, πού κι αὐτόν τόν ἔφτιαξε ὁ Θεός, περιβάλλει ὅ,τι
βρίσκεται σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο. Καί ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός καί τοῦ ἥλιου καί τοῦ ἀέρα,
ἄραγε στέκει μακριά ἀπό τόν κόσμο; Φαντάσου πώς ἔχουν ἀναμιχθεῖ διάφοροι σπόροι
—διότι ἀφοῦ φαίνεσαι ἀσθενικός στήν πίστη ἀναγκάζομαι νά σοῦ φέρω παραδείγματα
πού ἀναφέρονται σέ μικροπράγματα— καί ὅτι αὐτοί οἱ διάφοροι σπόροι περιέχονται
μέσα στή μία παλάμη σου4. Εἶναι δύσκολο σέ σένα τόν ἄνθρωπο ἤ πολύ εὔκολο, νά ἐντοπίσεις
καί νά ξεχωρίσεις κάθε σπόρο ἀπ᾿ αὐτούς πού βρίσκονται στή χούφτα σου, σύμφωνα
μέ τήν ἰδιαιτερότητά του καί τό εἶδος του, ὥστε νά τούς βάλεις μαζί ὅμοιους μέ ὅμοιους,
νά τούς ταξινομήσεις κατά γένος καί εἶδος; ῎Επειτα, ἐσύ μπορεῖς νά διακρίνεις ὅ,τι
βρίσκεται μέσα στή χούφτα σου, ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά διακρίνει καί νά ἀποκαταστήσει
ὅσα βρίσκονται στήν δική Του παλάμη; Βάλε καλά στό νοῦ σου αὐτό πού σοῦ λέω, ἐάν
βέβαια ἡ δυσκολία σου νά τό πιστέψεις δέν προέρχεται ἀπό λογική ἀδυναμία, ἀλλά ἀπό
κακή γνώμη γιά τόν Θεό καί ἀπό ἀνευλαβή προδιάθεση ἐναντίον Του.
Δ´ . Κάνε μου
τή χάρη νά προσέξεις στό θέμα τῆς δικαιοσύνης καί μάλιστα σκέψου καλά τί
συμβαίνει σέ σένα τόν ἴδιο σχετικά μ᾿ αὐτό τό ζήτημα. ῎Ας ὑποθέσουμε ὅτι ἔχεις ὑπηρέτες.
Κι ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτούς εἶναι καλοί, ἄλλοι ὅμως κακοί. Εἶναι ἑπόμενο νά τιμᾶς τούς
καλούς καί νά τιμωρεῖς τούς κακούς. Καί στήν περίπτωση πού εἶσαι δικαστής ἐπαινεῖς
τούς ἀγαθούς καί τιμωρεῖς τούς παράνομους. ᾿Εσύ λοιπόν πού εἶσαι ἄνθρωπος
θνητός κρατᾶς τή δικαιοσύνη καί ὁ Θεός, πού εἶναι αἰώνιος καί Μόνος Βασιλιάς ὁλόκληρου
τοῦ κόσμου, δέν θά κρίνει δίκαια καί δέν θά ἀνταποδώσει, κατά τά ἔργα τοῦ
καθενός, μέ δικαιοσύνη; ῎Αν αὐτό ὅμως τό ἀρνηθεῖς, θά πέσεις σέ ἀσέβεια. Γι᾿ αὐτό,
πρόσεξε πολύ σ᾿ αὐτά πού σοῦ λέω. Πολλοί φονιάδες πέθαναν ἀπό φυσικό θάνατο στό
κρεβάτι τους, χωρίς νά τιμωρηθοῦν γιά τά ἐγκλήματά τους. Ποῦ λοιπόν βρίσκεται ἐδῶ
ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ; Πολλές φορές μάλιστα, κάποιος πού φόνευσε πενήντα ἀνθρώπους,
ἀποκεφαλίζεται μιά φορά. Ποῦ λοιπόν θά λάβει τήν τιμωρία, γιά τούς ἄλλους
σαράντα ἐννέα φόνους;5 ῎Αν λοιπόν πεῖς δέν ὑπάρχει στήν ἄλλη ζωή κρίση καί ἀνταπόδοση,
κατηγορεῖς γιά ἄδικο τόν Θεό. Μή σοῦ κάνει ὅμως ἐντύπωση τό ὅτι ἡ κρίση ἀφήνεται
γιά τήν ἄλλη ζωή. Καθένας πού ἀγωνίζεται, μετά τό τέλος τῶν ἀγώνων ἤ
στεφανώνεται ἤ καταντροπιάζεται. Σέ καμιά περίπτωση ὁ ἀγωνοθέτης δέν στεφανώνει
τούς ἀγωνιστές, ἐνόσω ἀκόμα διαρκοῦν οἱ ἀγῶνες. ᾿Αλλά περιμένει νά τερματίσουν
τόν ἀγώνα ὅλοι οἱ ἀγωνιστές καί μετά τούς ξεχωρίζει καί δίνει στούς νικητές τά
βραβεῖα καί τούς στεφάνους. ῎Ετσι καί ὁ Θεός. ᾿Ενῶ ἀκόμα διαρκεῖ ὁ ἀγώνας αὐτῆς
ἐδῶ τῆς ζωῆς, βοηθάει λίγο τούς δίκαιους, ἀλλά ὅ,τι τούς ἀξίζει σάν μισθός καί
βραβεῖο γιά τούς ἀγῶνες τους, τούς τό ἀποδίδει μετά, στή μέλλουσα ζωή, τέλειο
καί ὁλοκληρωμένο.
Ε´ . ῎Αν
λοιπόν, σύμφωνα μ᾿ αὐτά πού ἐσύ λές, δέν ὑπάρχει ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, γιατί
καταδικάζεις αὐτούς πού ἀνοίγουν καί κλέβουν τούς τάφους; ῎Αν τό σῶμα χάθηκε
μιά γιά πάντα καί δέν ὑπάρχει ἐλπίδα ἀνάστασης, γιατί τιμωρεῖται ὁ κλέφτης τῶν
τάφων;6 Βλέπεις λοιπόν ὅτι παρόλο πού μέ τά χείλη ἀρνεῖσαι τήν ἀνάσταση, ἡ
καρδιά σου ὅμως πιστεύει ἀκράδαντα σ᾿ αὐτήν;
Ϛ´ . Θά μπορούσαμε ἐξάλλου νά σκεφθοῦμε καί κάπως ἔτσι:
῞Οταν ἕνα δέντρο κόβεται —ἀκόμα καί σύγκορμα— βγάζει νέους βλαστούς, φύλλα καί ἄνθη.
Καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου ἡ ζωή ἀνακόπτεται μέ τό θάνατο δέν μπορεῖ νά
ξαναζήσει; Κι ἀκόμα, τά σπαρτά ὅταν θερίζονται μένουν στ᾿ ἁλώνι. Καί ὁ ἄνθρωπος
πού θερίστηκε ἀπ᾿ αὐτή τή ζωή, δέν θά μείνει στ᾿ ἁλώνι; Οἱ ἀμπελόβεργες καί ἄλλων
ἀκόμα δέντρων τά κλαδιά, ὅταν κοποῦν ἐντελῶς ἀπό τόν κορμό τοῦ δέντρου καί
μεταφυτευθοῦν παίρνουν ζωή, μεγαλώνουν καί κάνουν καρπούς. Καί ὁ ἄνθρωπος, γιά
τόν ὁποῖο ὅλα αὐτά δημιουργήθηκαν, ἄν θαφτεῖ στή γῆ, δέν θά ἀναστηθεῖ; ᾿Από
πλευρᾶς κόπου καί δουλειᾶς, τί εἶναι δυσχερέστερο; Νά φτιάξει κανείς ἕναν ἀνδριάντα
ἐξαρχῆς ἤ νά ξαναχύσει καί νά ἀναπλάσει στό ἴδιο σχῆμα κάποιον πού ἔπεσε; ῾Ο
Θεός πού μᾶς δημιούργησε ἀπό τό μηδέν, δέν μπορεῖ ἄραγε νά ἀναπλάσει αὐτούς πού
κάποτε ὑπῆρξαν στή ζωή καί ἔπεσαν στή φθορά τοῦ θανάτου; ᾿Επειδή ὅμως εἶσαι εἰδωλολάτρης,
δέν πιστεύεις σ᾿ ὅ,τι εἶναι γραμμένο γιά τήν ἀνάσταση. Κύτταξε τά πράγματα καί
μελετώντας τή φύση τους ἐννόησε τά λόγια μου, ἀπ᾿ ὅσα μέχρι σήμερα παρατηρεῖς.
Σπέρνεται γιά παράδειγμα σιτάρι ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο σπορικό. Καί μετά τή σπορά
σαπίζει, σάν νά πεθαίνει, καί δέν μπορεῖ πλέον νά χρησιμεύσει ὡς τροφή. ᾿Εκεῖνος
ὅμως ὁ σάπιος σπόρος φυτρώνει καταπράσινος. Καί ἐνῶ ὅταν σπάρθηκε ἦταν μικρός,
τώρα πού φύτρωσε εἶναι βλαστάρι ὁλόδροσο. Τό σιτάρι δημιουργήθηκε γιά μᾶς.
Γιατί, γιά τή δική μας χρήση δημιούργησε ὁ Θεός καί τό σιτάρι καί κάθε παρόμοιο
καρπό καί δέν τά ἔκανε μόνο καί μόνο γιά νά ὑπάρχουν χάρη τοῦ ἑαυτοῦ τους. ῎Αν
λοιπόν, ὅσα δημιουργήθηκαν γιά μᾶς, μετά τό σάπισμά τους παίρνουν πάλι ζωή, ἐμεῖς,
γιά τούς ὁποίους ἐκεῖνα δημιουργήθηκαν, ἄν πεθάνουμε, δέν θά ἀναστηθοῦμε;
Ζ´ . ῞Οπως
βλέπεις, εἶναι χειμωνιάτικος ὁ καιρός.