1. Γενική Αναφορά
Στη λατρευτική ζωή της εκκλησίας μας υπάρχουν οι διάφορες ακολουθίες, που βοηθούν τον άνθρωπο να συνομιλήσει με τον πανταχού παρόντα Δημιουργό του, και να τον αντικρύσει ως μόνος προς μόνο, είτε σε κοινή, ομαδική προσευχή, είτε σε κατ’ιδίαν, ατομική προσευχή. Σκοπός της προσευχής δεν είναι η εξασφάλιση προσωπικών συμφερόντων και η εξευμένιση του Θεού, αλλά η ανύψωσή του προς το Θεό, κατ’εικόνα και ομοίωση του οποίου δημιουργήθηκε ο άνθρωπος.
Η λατρεία προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να μπει στον εσωτερικό του κόσμο, να δει μέσα του, να ενωθεί με τον εαυτό του και στη συνέχεια με τη Χάρη των μυστηρίων να ενωθεί με το Θεό. Ο πιστός ζει εμπειρικά το δόγμα και την ιστορία της πίστης του, δέχεται τις δωρεές της θείας Χάρης και μεταμορφώνεται. Η λατρεία λοιπόν, κατεβάζει το Θεό στον άνθρωπο και ανεβάζει τον άνθρωπο στον Θεό , στην αιωνιότητα.
Στη λατρεία της Εκκλησίας μας υπάρχει ο ετήσιος κύκλος, ο εβδομαδιαίος κύκλος και ο κύκλος του νυχθημέρου. Έτσι, λατρεύουμε το Θεό με διάφορες προσευχές που διαβάζουμε και ψάλλουμε σε καθορισμένες ώρες, ημέρα και νύκτα και αποτελούνται από ψαλμούς, δεήσεις, αναγνώσματα, ωδές και ύμνους.
Οι κύριες ακολουθίες του νυχθημέρου είναι ο εσπερινός και ο όρθρος. Εκτός από αυτές η Εκκλησία, ώρισε και άλλους καιρούς προσευχής. Τους δύο αρχικά καιρούς προσευχής και τις τρεις αργότερα ώρες προσφοράς και θυσίας στο Θεό , η χριστιανική λατρεία τις αύξησε σε επτά. Αφορμή για το συγκεκριμένο αριθμό αλλά και τη νυχθήμερο λατρεία έδωσαν ο ψαλμικός στίχος «επτάκις της ημέρας ήνεσα σε επι τα κρίματα της δικαιοσύνης σου» ,και η παραίνεση του ψαλμικού «εν τω νόμω αυτού μελετήσει ημέρας και νυκτός» . Το σύνολο του ημερήσιου κυκλου προσευχής εχει ονομαστεί “επταδική ακολουθία”.
Οι επτά αυτές ακολουθίες του νυχθημέρου, είναι οι εξής: οι τρεις της νύκτας, δηλαδή ο εσπερινός, το μεσονυκτικό, ο όρθρος και οι τέσσερις της ημέρας, δηλαδή η Α' ώρα, η Γ' ώρα, η ΣΤ' ώρα, η Θ' ώρα και ανάμεσά τους τα μεσώρια. Οι ημέρες και οι νύκτες της εβδομάδος περιελάμβαναν τον όρθρο, τον εσπερινό, το μεσονυκτικό και τις ώρες. Ήταν δημόσιες, κοινές προσευχές που γίνονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα με πλούσιο βιβλικό και θεολογικό περιεχόμενο.
«Οι εκκλησιαστικές ή λειτουργικές ακολουθίες, αποτελούν μία αληθινή “λειτουργική Θεολογία”, μια βαθειά εμπειρία αλήθειας και
ζωής, που ανάγεται στο κήρυγμα και τη ζωή των Αποστόλων και εκφράζεται με το τυπικό. Εκεί βρίσκουμε όλα τα σπουδαία γεγονότα της λυτρώσεως και ταυτόχρονα βιώνουμε όλα τα στάδια της Αποκαλύψεως που ανταποκρίνονται σε όλες τις ανάγκες της πνευματικής ζωής». «Στις ακολουθίες αυτές διασώζεται η ορθόδοξη παράδοση σαν κανόνας ζωής και ήθους, η εμπειρία της καθολικής Εκκλησίας, σαν ερμηνεία και καθημερινή παρουσία του γεγονότος της αποκαλύψεως και σωτηρίας εν Χριστώ»
Η ακολουθία του νυχθημέρου, όπως και όλη η λατρεία, «στην ουσία της, στο κύρος της και στο περιεχόμενό της είναι βιβλική». Τα αναγνώσματα των ακολουθιών του νυχθημέρου, προέρχονται από την Παλαιά και την Καινή διαθήκη και έχουν σχέση με το γεγονός ή τον άγιο που η Εκκλησία γιορτάζει. Η χριστιανική λατρεία ακολούθησε μάλλον την ιουδαϊκή πράξη που τελούνταν στο ναό και τις συναγωγές με τη διατήρηση στις ακολουθίες του νυχθημέρου, των κειμένων που προέρχονταν από τους προφήτες και τα άλλα βιβλία της Παλαιάς διαθήκης.
Τα αναγνώσματα από την Παλαιά Διαθήκη, εμπλουτίστηκαν από ψαλμούς, ύμνους και ωδές πνευματικές, ενώ τα αναγνώσματα της Καινής Διαθήκης, εμπλουτίστηκαν από γεγονότα της ζωής του Χριστού (Γέννηση, Βάπτιση, Μεταμόρφωση, Σταύρωση, Ταφή, Ανάσταση, Ανάληψη, Πεντηκοστή), της Παναγίας (Γενέθλιον, Εισόδια, Σύναξη, Ευαγγελισμός, Κοίμηση) και των Αγίων.
Η ιουδαϊκή προσευχή όταν γινόταν στο ναό του Σολομώντα συνδυαζόνταν με θυσία και ψαλμωδία. Όταν η δημόσια προσευχή γινόταν στις συναγωγές κατά τους ίδιους «καιρούς», διαβάζονταν ψαλμοί και αναγνώσματα από τους προφήτες που προέλεγαν την έλευση του Μεσσία.
Η σχετική με την εκκλησιαστική λατρεία έρευνα, κατέδειξε τις ιουδαϊκές επιδράσεις στην χριστιανική λατρεία της πρωτοχριστιανικής ζωής, καθώς τα πρότυπα προέρχονταν απο την ιουδαϊκή λατρεία.
Στην Παλαιά Διαθήκη, υπάρχουν ψαλμοί, όπου όλος ο ισραηλιτικός λαός δοξάζει τον Θεό, αλλά και περιπτώσεις όπου ο κάθε ένας πιστός δοξάζει μόνος του το Θεό. «Οι κρίσιμες στιγμές της ισραηλιτικής ιστορίας συνοδεύονταν πάντοτε από την προσευχή, που είχε όχι μόνον ατομικό αλλά και συλλογικό χαρακτήρα» και «η προσευχή φέρει αγιασμό και ευλογία στη ζωή , όταν απευθύνεται στο Θεό εγκάρδια και με ζέση, όπως στην περίπτωση του Τωβίτ (3,1-6. 13,1 εξ.),της Σάρρας (3,11-15), του Τωβία (0,5-7) και του Ραγουήλ (8,15έξ.)».Η προσευχή στην Παλαιά Διαθήκη, μας παρουσιάζει τρεις καιρούς προσευχής, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο των ψαλμών, τον εσπερινό, το μεσημβρινό και τον πρωινό.
Οι Απόστολοι συνεχίζοντας την εβραϊκή λατρευτική παράδοση, παρευρίσκονταν στην συναγωγή για να λατρέψουν τον Θεό. Οι καινοδιαθηκικές μαρτυρίες δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι ο Κύριος και οι Απόστολοι έπαιρναν μέρος στη λατρεία της συναγωγής59 60. «Ο Χριστός και οι Απόστολοι στη λειτουργική τους ζωή χρησιμοποιούσαν το θρησκευτικό περιβάλλον της εποχής τους, μεταγγίζοντάς του όμως ένα εντελώς καινούριο νόημα»
Όλες λοιπόν οι μαρτυρίες, μας δείχνουν ότι υπήρχε μία οργάνωση στις ακολουθίες αλλά και τελετουργικές πράξεις της πρώτης Εκκλησίας που υποδηλώνει το λειτουργικό κύκλο του νυχθημέρου. Έτσι η Εκκλησία, «καλώς οργανωμένη με ανεπτυγμένη μορφήν και ιεροτελεστίαν» από πολύ νωρίς καθιέρωσε τακτικές ώρες προσευχής.
Στην Καινή Διαθήκη αντίστοιχα υπάρχουν προτροπές για επαγρύπνηση και αδιάκοπη προσευχή. Ο ίδιος ο Κύριος, προέτρεπε τους μαθητές Του να αφοσιώνονται στην προσευχή , στη δέηση και στο κήρυγμα, με όλη την ψυχή τους. Επίσης τους διαβεβαιώνει λέγοντάς τους ότι όπου είναι μαζεμένοι δύο ή τρεις πιστοί, εκεί θα είναι και ο ίδιος ανάμεσά τους, θεμελιώνοντας έτσι, την κοινή προσευχή.
Στο βιβλίο των πρωτοχριστιανικών χρόνων (αρχές του Β' μ.Χ.αι.), Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων, διαβάζουμε : να προσεύχεσθε τρεις φορές την ημέρα, λέγοντας την Κυριακή προσευχή, το «Πάτερ ημών...».
Ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας (150 - 215), αναφέρεται στην παράδοση της προσευχής κατά την τρίτη, την έκτη και την ενάτη και σημειώνει ότι ο πιστός οφείλει να προσεύχεται πάντοτε : « ει δε τινές και ώρας τακτάς απομένουσιν ευχή, ως τρίτη φέρε και έκτην και ενάτην αλλ’ουν γε ο γνωστικός παρόλον εύχεται τον β/ον»Και ακόμη να προσεύχεται, όχι μόνο πρωϊ και νύκτα, αλλά πριν, μετά και κατά τη διάρκεια του γεύματος.
Στην επιστολή του Κλήμεντα Ρώμης προς Κορινθ/ους, ( κείμενο της αρχαίας Εκκλησίας στα τέλη του Α', αρχές του Β'μ.Χ.αι.) διαβάζουμε : Όλα τα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού οφείλουμε να τηρούμε την τάξη της θείας λατρείας, σε τακτικούς καιρούς και ώρες, όπως η εντολή του Θεού ορίζει και όχι με ακαταστασία .
Πριν από τον 4ο αιώνα, η κοινή λατρεία της εκκλησίας περιστρεφόταν κυρίως ή και αποκλειστικά γύρω από την θεία Ευχαριστία και τα άλλα μυστήρια68 και ήδη από τις αρχές του 3ου αιώνα ο όρθρος και ο εσπερινός, στην αρχική τους μορφή, αποτελούσαν μέρος της κοινής λατρείας της Εκκλησίας.
Ο ιστορικός Σωκράτης, σύμφωνα με όσα διαβάζουμε στην Εκκλησιαστική Ιστορία, αναφέρει ότι στα τέλη του Δ' αιώνα η εσπερινή προσευχή, αποτελούσε καθημερινή πράξη σε όλη την Ανατολή, την Παλαιστίνη, τη Μ.Ασία, Κύπρο, Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλία και Αχαΐα και ότι συχνά τα Σάββατα και τις Κυριακές, ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος κήρυτταν ή εξηγούσαν την Αγία Γ ραφή.
Από το κείμενο των Αποστολικών Διαταγών, έχουμε πολλές πληροφορίες για την εξέλιξη και πορεία της λειτουργικής κοινής ή και ατομικής προσευχής, συγκεκριμένα στο Β', και στο Η' βιβλίο. Στο Β' βιβλίο, γνωρίζουμε την εσπερινή και την ορθρινή ακολουθία, στο Η', τις έξι ώρες της καθημερινής προσευχής, λειτουργικά στοιχεία του εσπερινού και του όρθρου, καθώς και διάγραμμα της θείας Λειτουργίας.
Αν ανατρέξουμε, λοιπόν στις ιστορικές πηγές της λατρείας, όπως την Αγία Γραφή, τα συγγράματα των Αποστολικών Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων, θα κατανοήσουμε τη διαμόρφωση και την εξέλιξή της, ιδιαίτερα στους πρώτους τέσσερις αιώνες.Οι συγκεκριμένες ώρες προσευχής κατά την ημέρα και τη νύκτα, δημιουργούν την φυσική συνέχεια της σημερινής λατρευτικής παράδοσης.
Παρόντες στις ακολουθίες της λατρείας, ήταν: α) ο τελετουργός και β) ο λαός.
Οι Αποστολικές Διαταγές, αναφέρονται συνεχώς, σε ένα πρόσωπο που προΐσταται της λειτουργικής σύναξης, στον λειτουργό, αλλά και στο πλήρωμα της εκκλησίας, που είναι ο κλήρος και ο λαός. Ο λειτουργός είναι ο αρμόδιος για την τήρηση του τυπικού της λατρευτικής παράδοσης αλλά συγχρόνως και ο εγγυητής της. Ο ιερέας, συνιστά έκφραση της προσπάθειας του ανθρώπου να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στο υπερβατικό και το εγκόσμιο, όπως υπογραμμίζεται στην προς Εβραίους επιστολή
Είναι γνωστό ότι χωρίς τη συμμετοχή του λαού στη λατρεία, είναι αδύνατη η τέλεση οποιασδήποτε ακολουθίας. Οι άνθρωποι, συγκεντρώνονται στο ναό για να λατρέψουν το Θεό με σκοπό, «τη φανέρωση και παρουσία του νέου αιώνος, της Βασιλείας του Θεού» Η Εκκλησία έτσι, «εκπληρώνει τον εαυτό της ως το Σώμα του Χριστού και ως καινή κτίση»
Στις πράξεις των Αποστόλων, φαίνεται η κοινή προσευχή του εκκλησιαστικού σώματος, με μοναδικό «λειτουργό» τον Ιησού Χριστό και τον άνθρωπο να «λειτουργεί» το Ευαγγέλιο, ως κήρυκάς του. Επομένως οι προσευχές αυτές δεν ήταν ιδιωτικές αλλά λειτουργικές πράξεις που τελούνταν από κοινού στο ναό. Ήταν σαφέστατα ακολουθίες με λειτουργικό χαρακτήρα, δομημένες πάνω σε πρότυπα της λατρείας της συναγωγής
Σε κάθε ακολουθία, υπάρχει εναλλαγή ψαλμών, ύμνων, αναγνωσμάτων, ευχών, ευλογιών, ασπασμών, προτροπών για πιο εντατική προσευχή, αλλά και προσφορά θυμιάματος.
Θυμίαμα προσφερόταν στον ιουδαϊκό ναό κατά την ώρα της εσπερινής προσευχής .Σαφής μαρτυρία για το θυμίαμα και μάλιστα το συγκεκριμένο σκεύος προσφοράς του, το θυμιατήριο, υπάρχει στις Αποστολικές Διαταγές. Κατά την τέλεση των ακολουθιών, γινόταν χρήση θυμιάματος, που συμβολίζει την εσπερινή θυσία. Και όπως το θυμίαμα ανέβαινε κατά την ώρα της προσευχής στον θρόνο του Θεού, έτσι και η προσευχή των ανθρώπων κατευθύνεται εκεί, με θερμότητα ψυχής, ζητώντας το έλεος του Θεού για την σωτηρία και τη λύτρωση από τη φθορά και την αμαρτία .
Σχετικά με την ύπαρξη του κύκλου του νυχθημέρου, στην πρώιμη Εκκλησία, κανένας από τους ιστορικούς «δεν αρνείται την ύπαρξη προσευχών που συνδέονταν με ορισμένες ώρες της ημέρας, σαν μία προδρομική μορφή του κύκλου του νυχθημέρου, κατά την πρώτη περίοδο του χριστιανισμού». Ο ^υ9Π0^θ, παρατηρεί: «οι καθημερινές ακολουθίες, έχοντας ως πρότυπο το τελετουργικό της συναγωγής, ήταν συνηθισμένες σε ανατολή και δύση». Ένας άλλος ιστορικός, υποστήριξε ότι η ομαδική πράξη προσευχής της Εκκλησίας σταδιακά αποδυναμώθηκε και κατά τον 4ο αιώνα, εξαλείφθηκε80. Όμως ο ιστορικός Τ3ίί, στηριζόμενος στο κείμενο των Αποστολικών Διαταγών, ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει βάση για διάκριση μεταξύ της Λειτουργίας ως ομαδικής πράξης της Εκκλησίας και των ευλαβών ακολουθιών του 4ου αιώνα .
Σύμφωνα λοιπόν με τις ιστορικές πηγές, έχουμε τακτικές ώρες προσευχής, κυρίως σε κοινές συνάξεις, με προτεραιότητα σ’ αυτές, του εσπερινού και του όρθρου. «Από τον τρίτο αιώνα και κυρίως τον τέταρτο, τονίζεται ξεκάθαρα ο δημόσιος χαρακτήρας των συνάξεων, αφού σ’αυτές συμμετέχει ο κλήρος και ο λαός με συγκεκριμένους ύμνους, αντιφωνική ψαλμωδία και ευχές»
Οι περισσότεροι από τους ύμνους που συγκροτούν την εσπερινή ακολουθία είναι βιβλικοί και σωτηριολογικοί. Αυτοτελή κομμάτια ή κείμενα από τη βίβλο, είναι τοποθετημένα στις διάφορες ακολουθίες και προβάλλουν τα γεγονότα της σωτηρίας. Δηλαδή τη δημιουργία, την πτώση, την προπαίδευση με βάση την Παλαιά Διαθήκη και τις προφητικές τυπολογίες, τη σάρκωση , την παρουσία του Χριστού και την Πεντηκοστή.
Στις ακολουθίες δεν υπάρχουν μόνο προσευχές, αλλά και τα αιτήματα της κοινότητας, ενώ η έμφαση πέφτει στις παντοδύναμες ενέργειες του Θεού. Σε κάθε αίτημα για το οποίο ο διάκονος εύχεται κατά τη διάρκεια της σύναξης, ο λαός απαντά με το «Κύριε ελέησον»
Στη διαδικασία που χαρακτηρίζει την τάξη της λατρείας συμβάλλουν πολύ τα αναγνώσματα από τη Βίβλο που ενσωματώνονται στις ιεροτελεστίες, όπως το ψαλτήρι που απαγγέλεται σε όλες τις τελετές και η Καινή Διαθήκη που καταλαμβάνει μεγαλύτερο χώρο στις ορθρινές ακολουθίες, ενώ η Παλαιά Διαθήκη, στις εσπερινές ακολουθίες. Η ανάγνωση αυτή μοιάζει με ένα είδος κηρύγματος από τη Βίβλο. Στο ίδιο κείμενο, διαβάζουμε τους ψαλμούς του Δαβίδ, τους θρήνους του Ιερεμία, τα βιβλία του Μωυσή, του Ιησού του Ναυή, των Κριτών, των Βασιλειών και των Παραλειπομένων αλλά και των Πράξεων των Αποστόλων, των Επιστολών τους και των Ευαγγελίων.
Ο Χριστός, ήρθε και ίδρυσε μια κοινωνία, την Εκκλησία Του, ως « οδό» σωτηρίας , ως καινή κτίση για την αναδημιουργία όλου του ανθρωπίνου γένους και όχι μία κοινωνία για την τήρηση της λατρείας, μια απλή «κοινωνία λατρείας». Όμως όπως παρατηρεί ο πατήρ Σμέμαν, « αυτό δεν σημαίνει, ότι η λατρεία έχει δευτερεύουσα θέση μέσα στην Εκκλησία. Αντίθετα δεν χωρίζεται από την Εκκλησία και χωρίς αυτήν δεν υπάρχει. Όμως αυτό συμβαίνει, διότι σκοπός της είναι να εκφράζει, να μορφοποιεί και να πραγματώνει την Εκκλησία- να είναι η πηγή αυτής της χάρης, που κάνει πάντοτε την Εκκλησία, λαό του Θεού, σώμα του Χριστού, γένος εκλεκτόν,βασίλειον ιεράτευμα».
Μέσα στη λειτουργική κοινότητα, ο άνθρωπος επικοινωνεί με το Θεό σε πανηγυρικό χαρακτήρα. Ο άνθρωπος καταφεύγει στο Θεό, γιατί γνωρίζει τι επιδιώκει και τι επιζητεί. Η ακολουθία συνδέει το φυσικό και το υπερφυσικό, σμικρύνει την απόσταση μέσα στα πλαίσια του χρόνου και δημιουργεί τις προυποθέσεις της εκμηδένισης του χώρου.
Τα διδάγματα που απορρέουν από τα κείμενα όλων των ακολουθιών είναι αναντίρρητα πολλά και πλούσια και συμβάλλουν στην πνευματική καλλιέργεια των πιστών. Τα μηνύματα διαδέχονται το ένα το άλλο, οικοδομώντας τα μέλη της Εκκλησίας στην ενότητα και στην πληρότητα του Χριστού. Με τις ακολουθίες ο άνθρωπος γίνεται δημιουργός• οι ενέργειές του δεν είναι πια ατομική υπόθεση, αλλά κοινοτική πράξη09.
Στη συνέχεια της εργασίας μας θα αναφερθούμε πιο συγκεκριμένα στις πληροφορίες που μας δίδει το κείμενο των Αποστολικών Διαταγών για τις ακολουθίες του νυχθημέρου.
2. Η Λειτουργική προσευχή ως έκφραση της πνευματικής ζωής
Κάθε προσευχή είναι διάλογος και επικοινωνία με το Θεό, ο οποίος δημιούργησε τους ανθρώπους από αγάπη, θυσιάστηκε γι’ αυτούς και θέλει κι αυτοί να μένουν πιστοί στο θέλημά Του και να ενώνονται μαζί Του διά της προσευχής. Στην επικοινωνία του αυτή, ο άνθρωπος προσεύχεται για να ζητήσει από τον Πατέρα του, ό,τι έχει ανάγκη, προσεύχεται για να ευχαριστήσει για όσα αγαθά απολαμβάνει, προσεύχεται για να αναπέμψει δοξολογία για τα μεγαλεία της δημιουργίας του σύμπαντος κόσμου. Προσευχόμενος, αναπτύσσει σχέση με το Θεό, εξωτερικεύοντας με λόγια και πράξεις αυτό που αισθάνεται και δείχνοντας την αγάπη, τον πόθο, τον σεβασμό του προς τον Θεό, που τον λατρεύει, είτε ατομικά είτε ομαδικά, μέσα σε μια θρησκευτική κοινότητα.
Ο Απόστολος Παύλος καλεί τους πιστούς, «πρώτον πάντων ποιήσθαι δεήσεις, προσευχάς, εντεύξεις, ευχαριστίας υπέρ πάντων ανθρώπων» και προτρέπει «αδιαλείπτως προσεύχεσθε , εν παντί ευχαριστείτε» , που σημαίνει συνεχή προσευχή και ακατάπαυστη δοξολογία του Θεού με διάφορους τρόπους. Και προσθέτει: «Εις γαρ Θεός, εις και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Ιησούς Χριστός»
Στις Αποστολικές Διαταγές είναι διάχυτη η ανάγκη της συχνής προσευχής, που καθοδηγεί , ενισχύει , χαριτώνει τον άνθρωπο «διά του Υιού και του αγίου Πνεύματος » : «χρη δε συνεχώς προσεύχεσθε υμάς αδελφοί» , για να φθάσει η πιστή ψυχή στον Θεό και να ενωθεί μαζί Του» . Και «τα του Χριστού λόγια αναμιμνησκόμενος διηνεκώς μελέτα» όπως ο προφήτης Δαυίδ, γράφει: «ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω». «Νήφετε ουν και προσεύχεσθε μη υπνώσαι εις θάνατον» , «και κατά παν κλίμα της οικουμένης το διά προσευχής και λόγων αναπέμπεταί σοι θυμίαμα» .
Σύμφωνα με τις παραπάνω προτροπές, τα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού θα πρέπει να προσεύχονται αδιαλείπτως, δηλαδή να σκέπτονται διαρκώς το Θεό για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους , να δοξολογήσουν και να ευχαριστήσουν το Δημιουργό και πλάστη , «μεταβάλλοντας ολόκληρη τη ζωή τους σε καιρό προσευχής». Στο 2ο βιβλίο η προσευχή χαρακτηρίζεται ως «δώρον» και «ευχαριστία» : «ως Κυριακή παρακελεύσεται σοι, Δέσποτα, την υπέρ πάντων ευχαριστίαν προσφέρειν» ,
« Ευχαριστούμεν σοι περί πάντων,ότι ουκ εγκατέλιπες τα ελέη σου και τους οικτιρμούς σου αφ’ υμών» , «ποίος τοιγαρούν αυτάρκης βίος αιώνων δε μήκος πόσον διαρκέσει ανθρώποις προς ευχαριστίαν ; η το μεν προς αξίαν αδύνατον, το δε κατά δύναμιν ευαγές» , «όπως γένη υιός του Πατρός σου του εν ουρανοίς και προσευχόμενος υπακούη ως φίλος Θεού».
Η προσευχή είναι δώρο που προσφέρουμε στο Θεό και είναι ευχαριστία από μέρους μας, και ευγνωμοσύνη . Η ευχαριστία είναι αναγκαία και αυτονόητη καθώς είμαστε οφειλέτες απέναντι του Θεού . Ολόκληρη ζωή δε φθάνει για να ξεπληρώσει ο άνθρωπος το χρέος του απέναντι στις δωρεές και ευεργεσίες του Θεού.
Ο Χριστός κατά τον επίγειο βίο του, εμπράκτως υπέδειξε στους μαθητές του , την ανάγκη της προσευχής, γιατί είναι διάλογος και κοινωνία μαζί του και ανάγκη όχι μόνο της ψυχής αλλά και ολόκληρης της ύπαρξης. Ο ίδιος ο Χριστός, προσευχήθηκε στον Πατέρα του, όπως αναφέρεται και στις Αποστολικές Διαταγές: «....βγήκε στο όρος των ελαιών.....και προσευχόταν λέγοντας: Πατέρα..... Και λίγο πριν το Πάθος, στον κήπο της Γεσθημανή και
στο όρος των ελαιών «έπεσεν επί πρόσωπον αυτού προσευχόμενος..... Και
πάλιν...... εκ δευτέρου απελθών προσηύξατο. Και πάλιν..... προσηύξατο εκ
τρίτου».
"Οταν οι μαθητές Του ζήτησαν να τους διδάξει την προσευχή: «δίδαξον ημάς προσεύχεσθαι», ο Χριστός τους χάρισε το «Πάτερ ημών», μία βαθειά και ανεκτίμητης αξίας προσευχή. Ο Ιησούς Χριστός, μας άφησε μόνο μια προσευχή, που γι’ αυτόν το λόγο συνήθως ονομάζεται Κυριακή προσευχή και λέγεται αδιάκοπα επι δύο χιλιάδες χρόνια . Την απλή αλλά τόσο περιεκτική αυτή προσευχή που συνέστησε ο Κύριος, συναντούμε στο 3ο και στο 7 βιβλίο των Αποστολικων Διαταγών. Που λίγο πιο κάτω αναφέρουν ότι ο Θεός είναι ο Πατέρας μας και ο άνθρωπος πρέπει να προσεύχεται σαν παιδί προς τον Πατέρα του• : «ο Πατήρ των οικτιρμών και Θεός πάσης παρακλήσεως». Ο άνθρωπος σαν παιδί του Θεού έχει το δικαίωμα να φωνάζει και να αισθάνεται το Θεό πατέρα και να τον επικαλείται κάθε ώρα και στιγμή της ζωής του.
Ανάμεσα στον Θεό και στον άνθρωπο υπάρχει μια αγαπητική, προσωπική σχέση, μια σχέση δυνατής αγάπης, ενδιαφέροντος, στοργής, τρυφερότητος χωρίς ιδιοτέλεια και συμφέρον. Ο Θεός, με καρτερία, υπομονή και χαρά περιμένει στην εξώθυρα του σπιτιού τον άσωτο υιό, «ότι δούλοι αχρείοι εσμέν» έχοντας ανοικτή την αγκαλιά για να τον κρατήσει και πάλι σφικτά κοντά του. Θέλει να του φορέσει τη στολή την πρώτη, την άφθαρτη, θέλει να τον βάλει δίπλα του, να του χαρίσει τον παράδεισο, να τον δει ευτυχισμένο. Και περιμένει, γιατί ζητά τη συγκατάθεση του πλάσματός του, την αγωνιώδη κραυγή και την ικεσία του, για να επέμβει.
Οι Αποστολικές Διαταγές, τονίζουν όχι μόνο την ανάγκη της συχνής προσευχής αλλά και την ανάγκη της καθαρής καρδιάς για να εισακουσθούν από τον Θεό . «Καρδιαν καθαράν», επεζήτει «και πνεύμα συντετριμμένον». Ο Δαυίδ στο 50ον ψαλμό 12 , παρακαλεί: «καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου...», θεωρώντας απαραίτητη προϋπόθεση της προσευχής αλλά και της απόκτησης του Αγίου Πνεύματος, την καθαρή, άδολη καρδιά. « Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».
Η καρδιά , είναι το μυστικό κέντρο της ύπαρξής μας, όπου μπορεί με τη βοήθεια της πίστης να χωρέσει και να περπατήσει ο Χριστός, αρκεί να είναι ευρύχωρη και ανοικτή από πάθη, αδυναμίες, ελλείψεις, ελαττώματα. Είναι ο ιδιαίτερος χώρος που φιλοξενεί κάθε καλό ή κακό του ανθρώπου αλλά και ο τόπος συνάντησης και ένωσης του ανθρώπου με το Θεό. Ο Θεός αποκαλύπτεται στην καθαρή και πιστεύουσα καρδιά που τον αναζητεί και τον ποθεί και τον λατρεύει. Αν το κέντρο της ανθρώπινης ύπαρξης, δηλαδή η καρδιά , δεχθεί την αγιαστική Χάρη, τότε αυτή ανακαινίζει ολόκληρο τον άνθρωπο, τον μεταμορφώνει και του χαρίζει την « καθαράν καρδίαν».
«Ο Θεός ο Παντοκράτωρ,......δος μοι σώμα άσπιλον, “καρδίαν
καθαράν"........Πνεύματος αγίου επιφοίτησιν προς κτήσιν και πληροφορίαν της αλήθειας δια του Χριστού σου......» Ανάμεσα στη σχέση Θεού και ανθρώπου, παρεμβαίνει και ένας άλλος παράγοντας, η παρουσία του αγίου Πνεύματος. Ο άνθρωπος ζητά σώμα άσπιλο και καρδιά καθαρή, νου άγρυπνο, γνώση σταθερή και φωτισμό του αγίου Πνεύματος, για να γίνει γνώστης της αλήθειας μέσω του Χριστού. Και αυτό το πετυχαίνει με την «επιφοίτησιν» του Αγίου Πνεύματος, που τον βοηθά να κατακτήσει την αλήθεια και τον οδηγεί στη λύτρωση.
Το πνεύμα βοηθά τον αδύναμο άνθρωπο, φωτίζει την καρδιά σαν προβολέας και ανοίγει τη διάθεση για προσευχή . Ενώνεται ο άνθρωπος με το Πνεύμα του Θεού, που σκηνώνει στην καθαρή καρδιά του και κράζει «αββά ο πατήρ». Ο Απόστολος Παύλος λέει : «Όσοι Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισίν υιοί Θεού» και «Αυτό το πνεύμα συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού». Έτσι ο άνθρωπος εμπνέεται και αναγεννάται από τη δυναμική παρουσία του αγίου Πνεύματος και οδηγείται προς την τελική σωτηρία124 . Γίνεται η ζωή του μία λειτουργία, μία προσευχή, μία δοξολογία, δηλαδή «ένα μυστήριο διαρκούς θείας κοινωνίας» .
Στις Αποστολικές Διαταγές αναφέρεται και η οδυνηρή παρουσία του πειρασμού στη ζωή του ανθρώπου, που καταπολεμείται με τη δύναμη της προσευχής : Δει γαρ «προσεύχεσθαι» μεν ημάς, «ίνα μη εισέλθωμεν εις πειρασμόν». Και παρακάτω : «προσεύχεσθε μη εμπεσείν εις πειρασμόν• το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής». Ο Κύριος δοκιμάσθηκε από τις επιθέσεις του πονηρού, αλλά εσωτερικά ελεύθερος καθώς ήταν, πειθάρχησε στις ανθρώπινες ανάγκες του και είπε : «ύπαγε οπίσω μου, σατανά....Τότε αφίησιν αυτόν ο διάβολος».
Ο άνθρωπος ως ψυχοσωματική οντότης ως ον αποτελούμενο από ψυχή και σώμα, θα πρέπει να βιάσει τον εαυτό του, για να νικήσει την βαρύτητα και την νωχέλεια της ψυχής αλλά και την οκνηρία του σώματος.Θα πρέπει να αγωνισθεί και να παλέψει και με τον κακό εαυτό του και με εξωτερικές εχθρικές και δυσμενείς περιστάσεις. Η άσκηση του σώματος, με τη νηστεία, τις μετάνοιες, την αγρυπνία, την σκληραγωγία, μπορεί να καλλιεργήσει την ψυχή και να συγκεντρώσει το πνεύμα του. Γνωρίζοντας ο άνθρωπος τις αδυναμίες του καταφεύγει στο Θεό, για να βρει προστασία από τον πειρασμό που καιροφυλακτεί και προσπαθεί να τον κυριέψει. «Ο αντίδικος ημών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» . Με τη Χάρη του αγίου Πνεύματος ο πιστός άνθρωπος, ξεπερνά τις τυχόν δυσκολίες που παρουσιάζονται στην προσευχή του. «Στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν και ολίγοι εισιν οι ευρισκοντες αυτήν» .
Κάθε προσπάθεια προσευχής ακολουθείται συνήθως από επιθέσεις του πειρασμού, που κάνουν την πορεία δύσκολη, κοπιαστική και προκαλούν αδυναμία, αποθάρρυνση, πτώση, στέρηση της ελευθερίας. Η πείρα ενός ερημίτου μας το επιβεβαιώνει: «Λογίζομαι ότι ουκ έστιν έτερος κάματος, ως το εύξασθαι τω Θεώ' πάντοτε γαρ ότε θέλη ο άνθρωπος προσεύξασθαι,βούλονται οι εχθροί εκκόψαι αυτόν.....το εύξασθαι, έως εσχάτης αναπνοής
αγώνος χρήζει»]3° Ο μισόκαλλος διάβολος, πλουτίζοντας από τα δικά μας λάθη και αμαρτήματα, στα οποία ο ίδιος μας έσπρωξε για να μας οδηγήσει στην απώλεια, δυσφορεί για τις σωτήριες προσευχές μας. Προσπαθεί έτσι με κάθε τρόπο να τις εμποδίσει, να τις διακόψει και να τις σταματήσει, γιατί ζημιώνεται υπερβολικά. Η συνεχής όμως και άγρυπνη προσευχή τον αποδυναμώνει, τον κατατροπώνει, τον συνθλίβει. Η παρουσία του Θεού στη ζωή του πιστού, ακόμη και αν επιτρέψει τον πειρασμό : «ουκ εάσει με πειρασθήναι με υπέρ ο δύναμαι, αλλά δώσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν» .
Οι Αποστολικές Διαταγές επισημαίνουν, ότι, αν κάποιος έχει έχθρα με ένα συνάνθρωπό του ή το αντίθετο, πάλι οι προσευχές του δεν εισακούονται, ούτε και οι δοξολογίες του γίνονται δεκτές εξ αιτίας του μίσους Γι’ αυτό, Επίσκοποι, όταν συγκεντρωθείτε για προσευχή, ο διάκονος να ζητάει να συνδιαλλαγούν οι πιστοί και να μονοιάσουν , κανένας να μην υποκρίνεται,κανένας να μην έχει κάτι εναντίον κάποιου
Ο Κύριος λέει στον άνθρωπο : «Εάν ουν προσφέρης το δώρον σου επί το θυσιαστήριον κακεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου, άφες εκεί το δώρον σου, έμπροσθεν του θυσιαστηρίου και ύπαγε, πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου και τότε ελθών πρόσφερε το δώρον σου». Δεν είναι δυνατόν, όταν υπάρχει έχθρα και μίσος, να γίνει καμία λατρευτική πράξη,
γιατί ο Θεός δεν θα είναι παρών για να την ευλογήσει και να την αγιάσει. Εξ άλλου τα διακονικά παραγγέλματα : «Πρόσχωμεν», «Ασπάσασθε αλλήλους», «ειρήνη πάσι» , υπογραμμίζουν την ανάγκη της αγάπης, της συγχωρητικότητας και της ειρήνης, για την τέλεση της ευχαριστιακής σύναξης.
Η προσευχή του πιστού είναι έργο προσωπικό, αλλά έχει σχέση και με τους άλλους καθώς σχετίζεται με την κοινωνική πλευρά της ύπαρξής του. Μέσω της προσευχής, που είναι γεγονός κοινωνίας και αγαπητικής ενώσεως, ο άνθρωπος επικοινωνεί με το Θεό και στη συνέχεια με όλους τους άλλους. Αν η σχέση του με τους άλλους δεν είναι γνήσια, ούτε η σχέση και η επικοινωνία του με το Θεό είναι αληθινή και αυτό το «έχει τι» του αδελφού πρέπει να ερευνηθεί. Να ενδιαφερθεί να βρει πού είναι το σφάλμα, ποιό είναι το λάθος, ποιά είναι η ευθύνη που διαταράσσει και πληγώνει τη σχέση. Πρόκειται για τον ηθικό αυτοέλεγχο που θα τον οδηγήσει στις σωστές και αρμονικές σχέσεις με τους συνανθρώπους του και σε προσευχή ήρεμη με καθαρή συνείδηση.
Η προσευχή, ως έκφραση ζωής , δείχνει την αγάπη μας για το Θεό και προσελκύει τη θεία Χάρη, χαρίζοντας γλυκύτητα, ηρεμία, χαρά, αγαλλίαση. Οι καρποί της προσευχής είναι πολλοί, ανάλογα με την επιμέλεια, τον κόπο, και την καθαρότητα κάθε ψυχής. Η θεία Χάρη προσελκύεται με την προσευχή και όταν εισέλθει μέσα στον άνθρωπο ενεργεί ποικιλοτρόπως. «Το Πνεύμα όπου θέλει πνει, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ’ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει».
3. Ο Εσπερινός
α) Δομή και τάξη
Ο εσπερινός, αντίθετα με την κοσμική εμπειρία του χρόνου, είναι η πρώτη ακολουθία του νυχθημέρου. Η λειτουργική μέρα αρχίζει με τον εσπερινό και τούτο σημαίνει : αρχίζει το βράδυ. Αυτό φυσικά είναι ανάμνηση του βιβλικού: ότι έγινε εσπέρα, έγινε πρωί, ημέρα πρώτη Και « Εσπέρας και πρωί και μεσημβρίας διηγήσομαι και απαγγελώ και εισακούσεται (ο Θεός) της φωνής μου ». Από το εσπέρας, δηλαδή αρχίζουν οι προσευχές του νυχθημέρου.
Τον Δ' μ.Χ.αιώνα ο εσπερινός, ως αυτοτελής ακολουθία, γινόταν ανεξάρτητα από τις Αγάπες και το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Ο συγγραφέας των Αποστολικών Διαταγών, περιγράφει την εσπερινή λατρεία αλλά χωρίς να μας δίδει την λεπτομερή τυπική της διάταξη. Άλλωστε δεν ήταν αυτός ο σκοπός του. Ίσως ήθελε να τονίσει τις εσπερινές ευχές για τους πιστούς, οι οποίες ήταν διαφορετικές από τις ευχές της θείας Ευχαριστίας. Οι ευχές αυτές σήμαιναν τη χρονική στιγμή για την αποχώρηση από τη σύναξη των κατηχουμένων
Έτσι λοιπόν, στο Η' βιβλίο, παρουσιάζεται η τελετουργική διάταξη του εσπερινού, και έχει ως εξής : Ο Επίσκοπος συγκεντρώνει το εκκλησίασμά του, και αφού ειπωθεί ο επιλύχνιος ψαλμός ( 140ος) που έχει θέμα κατάλληλο για την εσπερινή σύναξη , θα εκφωνήσει ο διάκονος δέηση για τις ιδιαίτερες τάξεις των πιστών. Αυτοί ήταν οι κατηχούμενοι, οι χειμαζόμενοι, οι φωτιζόμενοι, και οι μετανοούντες. Ο Ωριγένης, στο έργο του «Περί ευχής », κάνοντας λόγο για την εσπερινή προσευχή, αναφέρεται στον 140ο ψαλμό, και « η αναφορά αυτή αποτελεί μνεία του συγκεκριμένου ψαλμού σε σχέση με την εσπερινή προσευχή»
Μετά την απόλυση των κατηχουμένων , ο διάκονος λέγει : ας προσευχηθούμε στον Κύριο, και ακολουθούν αιτήσεις του ελέους και της ευσπλαχνίας του Θεού , για τον άγγελο της ειρήνης, για τα καλά και συμφέροντα, για χριστιανικά τέλη, για ειρηνική και αναμάρτητη εσπέρα και νύκτα.
Μετά τις διακονικές αιτήσεις, ακολουθούν οι δύο ευχές του επισκόπου που είναι : α) «Ο άναρχος Θεός και ατελεύτητος......». Η συγκεκριμένη ευχή των Αποστολικών Διαταγών συνιστά μια θεολογική ανάπτυξη της αντίστοιχης στην αποστολική παράδοση του Ιππολύτου Ρώμης, και φαίνεται ότι αποτελεί πηγή κάποιων μεταγενέστερων εσπερινών ευχών.
β) « Θεέ πατέρων και Κύριε του ελέους.....». Είναι η ευχή της χειροθεσίας και συμπληρώνει την προηγούμενη. Αυτή η ευχή, αντίθετα με την πρώτη δεν εμφανίζει κοινά στοιχεία με την σημερινή ευχή της κεφαλοκλισίας, η οποία θεωρείται ως αντίστοιχη στη σύγχρονη λειτουργική πράξη.
Ακολουθεί η κεφαλοκλισία των πιστών, που είναι η ευλογία του λαού και αφορά τους παρισταμένους πιστούς. Η συγκεκριμένη ευχή, ζητά-κατά γενικό τρόπο- τη βοήθεια του Θεού στον πνευματικό αγώνα των πιστών Ακολουθεί, η χειροθεσία και τέλος η απόλυση, εκ μέρους του διακόνου που λέει: « Προέλθετε εν ειρήνη»
Έτσι τελειώνει η ακολουθία του εσπερινού, που αποτελείται από τις αιτήσεις του διακόνου και από δύο ευχές, τις οποίες απαγγέλει ο επίσκοπος. Όταν απαγγέλεται η δεύτερη ευχή, η ευχή της κεφαλοκλισίας, όλοι οι πιστοί έχουν το κεφάλι τους σκυμμένο.
β) Συμβολισμοί και περιεχόμενο
Ο εσπερινός πήρε το όνομά του από την ώρα κατά την οποία τελείται «περί την ηλίου δύσιν » και έχει ως θέματά του, την δημιουργία του κόσμου και την έλευση του Χριστού ως αληθινού φωτός, που διαλύει το σκοτάδι της πλάνης και του θανάτου.
Η εσπερινή προσευχή, ονομαζόταν και «λυχνικόν», επειδή παλαιότερα συνέπιπτε με το άναμμα των λυχναριών ή των φώτων στο χώρο της λατρείας και συνιστά την έναρξη της λειτουργικής ημέρας.
Με αναφορά στο χρόνο η θεματολογία του εσπερινού εκφράζει:
α)την πτώση και την αμαρτία (Κύριε εκέκραξα.....).
β)την σωτηρία και παρουσία του Υιού του Θεού (Φως ιλαρόν....). γ)την εσχατολογική προσδοκία (Νυν απολύεις.....)
Οι Αποστολικές Διαταγές προτρέπουν τους πιστούς, να προσεύχονται στον πανάγαθο Θεό και το βράδυ, καθώς η μέρα τελειώνει. Να ευχαριστούν για όλα τα αγαθά και να τον δοξάζουν . Γι’ αυτό, ο άνθρωπος αναπέμπει δοξολογία για την παρέλευση της ημέρας, τον ευχαριστεί γιατί είναι ζωντανός παρά τις αδυναμίες της ύπαρξής του, τον ευγνωμονεί για όλα τα ευεργετήματά του. Δέεται για την εσπέρα και την νύκτα, γιατί απ’ Αυτόν έχει την ύπαρξη του και από Αυτόν περιμένει την προστασία , την βοήθεια και την σωτηρία. Δική Του είναι η ημέρα και η νύκτα .
Σκοπός της σύναξης είναι η δοξολογία του Θεού και αυτό γίνεται θαυμάσια με τον εξομολογητικό ύμνο, « Κύριε εκέκραξα προς σε.... ». Είναι η ικετευτική κραυγή αγωνίας του ανθρώπου προς τον Θεό για να δεχθεί την προσευχή του, «ως θυμίαμα» και «ως εσπερινή θυσία», καθώς η αμαρτία και η πτώση του είναι παρούσα . Ζητάει, να τον προφυλάξει από κάθε παράπτωμα της γλώσσας, « Θου Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου και θύραν περιοχής περί τα χείλη μου ». Να του δώσει χάρισμα ειλικρίνειας και ευθύτητας, ώστε να μην προφασίζεται «προφάσεις εν αμαρτίαις». Εκλιπαρεί για έλεος και βοήθεια, κραυγάζοντας, « φύλαξόν με από παγίδος, ης συνεστήσαντό μοι », ώστε ελεύθερη η ψυχή του να λατρεύει το Άγιο όνομα Του.
Ο 140ος ψαλμός, είναι γεμάτος συντριβή και κατάνυξη, πασίγνωστος για την συχνή του χρήση στην Εκκλησία και δεν είναι λίγοι εκείνοι που τον γνωρίζουν από μνήμης. Ο ιερός Χρυσόστομος, αναφέρει για τον ψαλμό αυτό τα εξής: « Τούτου του ψαλμού τα μεν ρήματα άπαντες, ως ειπείν, ίσασι και δια πάσης ηλικίας διατελούσι ψάλλοντες, την δε διάνοιαν των ειρημένων αγνοούσι και γαρ εστιν ασαφής » . Επειδή το κείμενο είναι δυσκολονοητο, λίγοι είναι εκείνοι που μπορούν να το κατανοήσουν.
Ο άνθρωπος, γνωρίζοντας την αδυναμία της φύσεώς του και την ροπή του προς την αμαρτία, θλίβεται και αναζητά τρόπους εξιλέωσης. Αισθάνεται την ανάγκη της θείας βοήθειας στην πάλη του με το κακό, μετανοεί, ζητάει συγχώρεση, επιδιώκει τη λύτρωση και τη σωτηρία, δέεται και ελπίζει στο έλεος του Θεού. Και ο Θεός που αγαπά τον άνθρωπο, δείχνει το έλεός Του και την αλήθειά Του σ’ ολο τον κόσμο, παλαιό και νέο Ισραήλ. Έρχεται στον κόσμο και με το φως Του φωτίζει, ανακαινίζει, μεταμορφώνει και ζωοποιεί τα πάντα.
Ο άνθρωπος υποδέχεται τη χάρη του εσπερινού φωτός μέσα στην σύναξη με δοξολογική χαρά και ψάλλει την « Επιλύχνιο Ευχαριστία» . Κατανοεί την αλήθεια της φθαρτής του ύπαρξης και προσβλέπει με αισιοδοξία στο « Ιλαρό » φως που είναι το φως της δόξας της Αγίας Τριάδος. Γιατί λαμπρύνει ουσιαστικά τη ζωή του και της δίνει περιεχόμενο με προοπτική αιωνιότητας. Αυτό το φως ας υμνεί ο άνθρωπος πάντα αλλά και την ώρα του δειλινού, τότε που το φως της ημέρας λιγοστεύει και προβάλλει η εσωτερική έλξη του ανθρώπου για το αληθινό φως. Από τον Πατέρα της Εκκλησίας μας, τον Μέγα Βασίλειο, γνωρίζουμε ότι οι χριστιανοί του 4ου αιώνα, έψαλλαν τον ύμνο αυτό και τον θεωρούσαν ως « αρχαίαν φωνήν »
Στις διακονικές δεήσεις, των Αποστολικών Διαταγών, οι παρευρισκόμενοι καλούνται να συνεχίσουν την εσπερινή σύναξη, ζητώντας από το Θεό, Άγγελο φύλακα και οδηγό. Συγχώρεση αμαρτιών, μετάνοια για να περάσουν τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής τους και σύνεση για χριστιανικά και ανώδυνα τέλη, για να έχουν καλή απολογία, « ενώπιον του φοβερού βήματος» του Κυρίου .
Στην εσπερινή σύναξη υπάρχουν πολλές υποθέσεις για την ύπαρξη της ωδής, του γέροντα Συμεών, που είναι αρχαίος εσπερινός ύμνος με εσχατολογικό περιεχόμενο. Εξυμνεί τη δύναμη του Θεού κατά την έσχατη μέρα και την ακλόνητη εμπιστοσύνη του πιστού στον Θεό. Συμβολίζει το τέλος της μέρας ή της ανθρώπινης ζωής και την έναρξη της νέας . Μας προετοιμάζει για το τέλος, για τα έσχατα, για το μέλλοντα αιώνα, προς τον οποίο όλοι πορευόμαστε.
Ο Συμεών περίμενε τον Χριστό και μετά ήταν έτοιμος για την έξοδό του από τον φθαρτό κόσμο. Έτσι και κάθε ένας από μας, δεχόμενος το Χριστό, γεμίζει τη ζωή του και την κάνει ζωή σωτηρίας, μέσα στην αιωνιότητα. Ο φυσικός θάνατος είναι η αρχή της καινούργιας μέρας, που ο πιστός ετοιμάζεται να ζήσει, με την είσοδό του στην Εκκλησία του Χριστού. Και, αφού εξαγιάσει την ύπαρξή του με τη μυστηριακή ζωή και τον εν Χριστώ αγώνα , ομολογεί την πίστη του και είναι έτοιμος για την αιωνιότητα.
Με το τέλος της ημέρας και τον εσπερινό η Εκκλησία μας υπενθυμίζει ότι όλα όσα συμβαίνουν δεν είναι μάταιος κόπος και πόνος, αλλά μέρος της ιστορίας της θείας Οικονομίας, όπου ο άνθρωπος συνεργάζεται με το Θεό για τη σωτηρία αυτού του κόσμου. Στο τέλος κάθε μέρας, ο Θεός βλέπει τη δημιουργία του και τη χαρίζει στον άνθρωπο. Γι’ αυτό η Εκκλησία με τον Εσπερινό, πραγματοποιεί « τη λειτουργία του καθαγιασμού του καιρού». Η ακολουθία αυτή δεν είναι ο επίλογος της μέρας, αλλά η αρχή, όπου ο άνθρωπος ανακαλύπτει μέσα από τη λατρεία πως ο κόσμος είναι δημιούργημα του Θεού και πως το βράδυ γίνεται η απαρχή της ζωής .
4. Το Μεσονυκτικό
α) Δομή και τάξη
Το μεσονυκτικό είναι μια παλιά παράδοση ιδιωτικής προσευχής των χριστιανών κατά τα μεσάνυχτα. Οι άνθρωποι, ξεκούραστοι και ειρηνικοί μέσα στη νύχτα, απαλλαγμένοι από το βουητό και τις μέριμνες της μέρας, θέλησαν να δοξάσουν το Δημιουργό τους. Αργά τη νύχτα και πριν τα χαράματα είναι ελεύθεροι να προσευχηθούν, να προσφέρουν ύμνους δοξολογίας και να λατρέψουν στην απέραντη ησυχία μαζί με όλη την κτίση, τον Θεό τους.
Ανάμεσα στον εσπερινό και στον όρθρο, παρεμβάλλεται η ακολουθία του μεσονυκτικού, που τελούνταν τα μεσάνυκτα κατά τη διάρκεια της νύχτας και συμβόλιζε τη μυστική έλευση του Κυρίου. « Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός και μακάριος ο δούλος ον ευρήσειγρηγορούντα.....» .
Οι λόγοι που γέννησαν την προσευχή του μεσονυκτίου, δεν ήταν μόνο φυσικοί, γι’ αυτό θα ανατρέξουμε στην ιστορία των Ισραηλιτών, όπου υπήρχε ένα συνταρακτικό γεγονός που έμεινε αξέχαστο: τη νύχτα της εξόδου από την Αίγυπτο, « ο άγγελος επάταξε τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων ». ΟΘεός, εκανε δυναμικά την επέμβασή Του, «μεσούσης της νυχτος». « Σε ανάμνηση αυτού του γεγονότος, κατά τη νύκτα του Εβραϊκού Πάσχα, οι Εβραίοι της εποχής του Χριστού περίμεναν και πάλι τον ελευθερωτή που θα συνέτριβε τους εχθρούς του λαού του Θεού. Ο τύπος όμως έγινε πραγματικότητα στο νέο Ισραήλ, δηλαδή σε μας τους χριστιανούς, ο Λυτρωτής μας αναστήθηκε κατά τη νύκτα του Πάσχα, αργά τη νύκτα του Σαββάτου . Και η χριστιανική παράδοση εντόπιζε χρονικά το γεγονός αυτό στομεσονυκτικό» .
Ο ιερός ψαλμωδός Δαβίδ, δίνει χαρακτηριστικό παράδειγμα της μεσονύκτιας έγερσης και δοξολογίας, καθώς ένοιωθε την ανάγκη να προσεύχεται και μέσα στη νύκτα και διαβεβαιώνει ότι, « μεσονύκτιον εξεγειρόμην του εξομολογείσθαι σοι » .
Η Δευτέρα παρουσία του Κυρίου, συνδέθηκε με τα μεσάνυχτα, καθώς ο Κύριος συμβούλευε τους μαθητές του να γρηγορούν, να αγρυπνούν και να προσεύχονται, γιατί δεν γνωρίζουν την ώρα που θα έλθει και πάλι. Ο ίδιος ο Κύριος, έδωσε παράδειγμα νυκτερινής προσευχής, καθώς « ην διανυκτερεύων εν τη προσευχή του Θεού ». Και ο Κύριος, συνιστά πάλι εγρήγορση και προσευχή στους μαθητές του, καθώς γυρνώντας από την προσευχή του στη Γεσθημανή, τους βρίσκει να κοιμούνται .
Οι Απόστολοι κηρύττουν ότι ο Κύριος θα έλθει απρόσμενα « ως κλέπτης εν νυκτι » , προσεύχονται μέσα στη νύχτα, όπως φαίνεται στην περίπτωση των Αποστόλων Παύλου και Σίλα, που αν και ήταν στη φυλακή των Φιλίππων, υμνούσαν και δόξαζαν το Θεό .
Ο Απόστολος Παύλος, στην Α'προς Θεσσαλονικείς επιστολή του, συνιστά να είμαστε άγρυπνοι και να ζούμε με εγκράτεια Ο Απόστολος Πέτρος, λέει, θα έρθει η ημέρα του Κυρίου, κατά την οποία θα κρίνει τον κόσμο και θα έρθει ξαφνικά σαν τον κλέφτη, μέσα στη νύκτα.
Στο κείμενο των Αποστολικών Διαταγών, συναντούμε την ίδια προτροπή για νυχτερινή προσευχή : «Επιφωσκούσης μιάς Σαββάτων, ήτις εστί Κυριακή, από εσπέρας έως αλεκτοροφωνίας αγρυπνούντες.....», δηλαδή τα ξημερώματα της Κυριακής, από το ηλιοβασίλεμα μέχρι να ξημερώσει, να συγκεντρώνεστε όλοι μαζί στην εκκλησία, να κάνετε αγρυπνία, να προσεύχεσθε και να παρακαλείτε το Θεό, διαβάζοντας όλη τη νύχτα, το Νόμο, τους Προφήτες και τους Ψαλμούς .
Στο όγδοο βιβλίο οι πιστοί προτρέπονται να προσεύχονται : « Ευχάς επιτελείτε.....και αλεκτοροφωνία.... ».
β) Συμβολισμοί και περιεχόμενο
Σχετικά με την ακολουθία του μεσονυκτικού, οι Αποστολικές Διαταγές κρατούν την προηγούμενη παράδοση, αλλά δεν έχουν υπόψη τους μεταγενέστερα στοιχεία. Τα θέματα που δεσπόζουν στην ακολουθία του μεσονυκτικού, είναι η ανάσταση του Κυρίου, που της έδωσε ιδιαίτερο νόημα και η δοξολογία του Τριαδικού Θεού. Είναι η πιο πλούσια σε συμβολισμούς ακολουθία, που έχει θέμα της την έγερση από τον ύπνο, τη Δευτέρα παρουσία, την κρίση, την παραβολή των δέκα παρθένων.
Στη συγκεκριμένη ακολουθία τονίζεται η ανάγκη εγρήγορσης με το τροπάριο « Ιδού ο νυμφίος έρχεται ». Η παραβολή των Δέκα Παρθένων , επέτεινε τη συναίσθηση της αναγκαιότητας για εγρήγορση και νήψη κατά τη νύκτα, καθώς το χρονικό διάστημα της νύκτας ήταν γεμάτο συμβολισμούς. Αυτό το διάστημα παραμονεύουν τα πονηρά πνεύματα που εκμεταλλεύονται την ανάπαυση του ύπνου των πιστών. Ο θάνατος, συμβολίζει τον ύπνο, η πλάνη, το σκοτάδι, η αλήθεια, το φως και η ηρεμία της φύσης κατά τη νύχτα προσφέρεται για την προσευχή και την ανάπτυξη της μεσονύκτιας ακολουθίας.
Ο άνθρωπος που αγαπά τον Θεό, αγαπά την αγρυπνία και καλείται «να αγρυπνεί και να διανυκτερεύει εν τη προσευχή του Θεού». Αισθάνεται την ανάγκη να σηκώνεται συνεχώς, «το μεσονύκτιο» και «εν αωρία», δηλαδή πάρα πολύ πρωί να δοξολογεί για τις άπειρες δωρεές και ευεργεσίες Του. « Εμνήσθην του ονόματός Σου εν νυκτί». Γι’ αυτό το λόγο θυμάται το όνομα του Θεού τη νύχτα και επιδιώκει νικώντας τον ύπνο, να συνομιλήσει και να συναναστραφεί με το Θεό. Γι’ αυτό φροντίζει να είναι άγρυπνοι και ανοιχτοί, « οι οφθαλμοί» του « προς όρθρον του μελετάν τα λόγια του Κυρ/ου».
Στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο διαβάζουμε: προσέξτε καλά, να μη παραδοθείτε στις βιοτικές ανάγκες και αιφνιδιαστείτε κάποια μέρα. Να αγρυπνείτε και να προσεύχεσθε αδιάκοπα, για να παρουσιαστείτε έτοιμοι μπροστά στον Υιό του ανθρώπου Και οι Απόστολοι στηριζόμενοι στη θεϊκή εντολή, παραγγέλουν ότι η σωτηρία πλησιάζει, η νύχτα φεύγει και η μέρα έρχεται, γι’ αυτό ήρθε η ώρα να ξυπνήσουμε από τον ύπνο .
Για τους πιστούς ανθρώπους η νύχτα και κάθε νύχτα είναι η παρούσα ζωή. Γι’ αυτό προσδοκά με αγωνία και αδημονία τον ερχομό της μέρας και ακούει προσεκτικά τα λόγια του Κυρίου: είναι ώρα να ξυπνήσετε γατί η σωτηρία είναι κοντά, η νύχτα πέρασε, η μέρα έφτασε Και την προσδοκία του, την κάνει αδιάκοπη προσευχή και θερμή αγρυπνία για τον ερχομό του Νυμφίου. Η ορθόδοξη πνευματικότητα όχι μόνο εκτίμησε την κατά Θεόν αγρυπνία, αλλά και την εγκολπώθηκε και την έκανε καθημερινή πράξη και την ανήγαγε σε περιωπή, θεωρώντας την ανεκτίμητο μέσο του πνευματικού αγώνα και των θείων και ιερών ανατάσεων .
5. Ο Όρθρος
α) Δομή και τάξη
Ο κύκλος του νυχθημέρου, συνεχίζεται με την ακολουθία του όρθρου, που είναι πανηγυρική και χαρμόσυνη. Στην πιο σημαντική στιγμή της μέρας, η σύναξη του όρθρου, καλεί τον πιστό να συμμετέχει στο πανηγύρι της Ανάστασης, αφήνοντας πίσω του το σκοτάδι της αμαρτίας, για να εξαγνιστεί.
Οι Αποστολικές Διαταγές, αναφέρουν: « Πας πιστός ή πιστή, έωθεν αναστάντες εξ ύπνου προ του έργον επιτελέσαι νιψάμενοι προσευχέσθωσαν». Και « από ύπνου δε ανιστάμενον απαρχήν δοτέον Θεώ την ευχήν», αναφέρει ο Ωριγένης . Λίγο αργότερα ο Μ.Βασίλειος, συμβουλεύει τους πιστούς, αμέσως μετά την πρωϊνή έγερση, να προσεύχονται απαραιτήτως, ώστε « τα πρώτα κινήματα της ψυχής και του νου, αναθήματα είναι Θεού και μηδέν έτερον, αναλαμβάνειν εις φροντίδα, πριν ή τη παρά Θεού εννοία ενευφρανθήναι »
Η Εκκλησία το πρωί ξεκινά τη λατρεία της με την ακολουθία του όρθρου, που είναι από τις αρχαιότερες στο χώρο της. Είναι επίσης η πιο πλούσια και η πιο εκτενής ακολουθία. Η αρχή της βρίσκεται στην πράξη του Ιουδαϊκού ναού και στην ιδιωτική προσευχή των Εβραίων . Στα Ευαγγέλια βλέπουμε τον Κύριο να ακολουθεί το έθιμο της πρωινής προσευχής, που τηρούνταν από τους ευσεβείς Ιουδαίους, και πολύ νωρίς το πρωί, να σηκώνεται και να προσεύχεται , για να επικοινωνήσει με τον επουράνιο Πατέρα Του.
«Από ιουδαϊκές μαρτυρίες μας είναι γνωστό στις γενικές γραμμές το λειτουργικό περιεχόμενο της ακολουθίας, που εγίνετο κάθε πρωί στον ναό των Ιεροσολύμων. Περιελάμβανε θυσία αμνού, προσευχές και ψαλμούς, πολλοί από τους οποίους έχουν μεταφερθεί και στην χριστιανική ακολουθία του όρθρου» Η τελετουργία της θυσίας συνοδευόταν από την ψαλμωδία πρωινών ψαλμών και αίνων .
Από τα παραπάνω, φαίνεται ότι τον Δ’ αιώνα η ακολουθία του Όρθρου ήταν πια αρκετά διαμορφωμένη . Σύμφωνα δε με το κείμενο των Αποστολικών Διαταγών μετά τις διακονικές αιτήσεις αναπέμπεται η πρώτη ευχή του επισκόπου . Στην ευχή αυτή έχουμε αναφορές στο Θεό ως δημιουργό του « ηλίου », « της σελήνης » και των « αστέρων » και την αποστροφή της ευχής, « ου διαπετάσαμεν τας χείρας ημών προς Θεόν αλλότριον », που παραπέμπουν σε Παλαιοδιαθηκικά στοιχεία, επομένως υποδηλώνουν την αρχαιότητα της ευχής Μετά απο σχετική διακονική προτροπή, ακολουθεί η δεύτερη εωθινή ευχή, με την οποία ο Επίσκοπος χειροθετεί το λαό.
Στο δεύτερο βιβλίο των Α.Δ, αναφέρεται: να συγκεντρώνεστε κάθε μέρα, πρωί και βράδυ, να προσεύχεσθε στο Θεό και να ψάλετε τα χαράματα τον 62ο ψαλμό (εωθινός). Να τον δοξάζετε με αίνους, γιατί έστειλε τον Υιό Του τον μονογενή που πέθανε για χάρη σας και αναστήθηκε από τους νεκρούς, χαρίζοντάς σας τη ζωή Στις Αποστολικές Διαταγές, βλέπουμε η ακολουθία αυτή να περιλαμβάνει τον εωθινό ψαλμό , διακονικές δεήσεις, απόλυση κατηχουμένων, των χειμαζομένων, των βαπτιζομένων και των εν μετανοία, αιτήσεις υπέρ των πιστών, «ευχαριστίαν ορθρινήν», κεφαλοκλισίαν, ευχή «χειροθεσίας ορθρινής» και απόλυση.
Ο επίσκοπος, όπως και στην ακολουθία του εσπερινού, προτρέπει το λαό να συχνάζει στην Εκκλησία, πρωί και βράδυ. Συμβουλεύει να μην απουσιάζει κανείς, γιατί το σώμα της Εκκλησίας ακρωτηριάζεται με την έλλειψη κάθε πιστού.
Στο έβδομο βιβλίο έχουμε δύο στοιχεία για τον όρθρο: τον ύμνο, «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη.....», ο ύμνος που οι Άγγελοι έψαλλαν τη νύκτα της γέννησης του Χριστού και σήμανε την ανατολή του ήλιου της δικαιοσύνης. Και την ευχή, «Κύριε ο Θεός και πατήρ του Κυρίου, του αμώμου ' αμνού....» .
Στο όγδοο βιβλίο, αναφέρεται: να προσεύχεσθε τα χαράματα......ευχαριστώντας τον Κύριο που σας φώτισε φέρνοντας την καινούργια μέρα. Και την ώρα που ξημερώνει, να αρχίζετε πρόθυμα τα έργατου φωτός
Στον όρθρο, ο διάκονος, αφού διαβαστεί ο ορθρινός ψαλμός, θα κάνει την απόλυση των ιδιαιτέρων τάξεων των πιστών και θα πει : Ας ζητήσουμε την ευσπλαχνία του Θεού και το έλεός του κατά τη διάρκεια του όρθρου, για να μας δώσει μέρα ειρήνης και αναμαρτησίας . Και ο επίσκοπος λέει : Πατέρα μας, δέξου τις πρωινές μας ευχαριστίες και ελέησέ μας . Ακολουθεί η κεφαλοκλισία των πιστών, η χειροθεσία ως ευλογία από τον επίσκοπο και η επίκληση του ελέους του Θεού προς το λαό Του με τα εξής λόγια: Θεέ μου, φύλαξέ τους ως κόρην οφθαλμού Και τέλος, γίνεται η απόλυση από το διάκονο . Έτσι το διάγραμμα της ακολουθίας του όρθρου, έχει ως εξής: Ευλογία και απόλυση των κατηχουμένων, δύο ευχές με διακονικά αιτήματα και την απόλυση «Προέλθετε εν ειρήνη».
β) Συμβολισμοί και περιεχόμενο
Ο όρθρος είναι πρωινή, δοξολογική προσευχή που αρχίζει πανηγυρικά με την ανατολή του ήλιου. Η ονομασία οφείλεται στη λέξη «όρθρος» που δηλώνει τον χρόνο πριν από την αυγή και αναγγέλει την καινούργια μέρα. Είναι μεγάλη και πλούσια σε περιεχόμενο ακολουθία, που χαίρεται γιατί φεύγει το σκοτάδι. Το φώς της ημέρας έρχεται και καταργείται ο θάνατος, με την ανάσταση του Χριστού.
Το περιεχόμενο της ορθρινής ακολουθίας, αρχικά ήταν δοξολογία και ευχαριστία προς τον Δημιουργό, που αξίωσε τα πλάσματά Του να περάσουν τη νύκτα και να δουν το φως της ημέρας. Συγχρόνως ήταν δέηση και ικεσία προς την Αγία Τριάδα, προς τον Πατέρα, τον Υιόν και το Πνεύμα το Άγιον, για να ευλογήσει « τα έργα τωνχειρών » των πιστών.
Έτσι, στον 62ο ψαλμό, που συναντούμε στο κείμενο των Αποστολικών Διαταγών, ο ποιητής, αγαπά και διψά τον Θεό, γι’ αυτό με παρρησία, λέει: «Ο Θεός, ο Θεός μου προς σε ορθρίζω' εδίψησε η ψυχή μου». Δέεται για την κατευόδωση των έργων και των πράξεων του, μέσα στη μέρα που αρχίζει. Γεμάτος πίστη για τη βοήθεια του Θεού, έχει αισιοδοξία και χαρά και ως εκ τούτου δύναμη να αντιμετωπίσει τα δεινά της ζωής του. Χαίρεται για την επικοινωνία του με το Θεό και το θεωρεί ως το πολυτιμότερο δώρο και αγαθό, γιατί τον μεταφέρει στον πνευματικό και ηθικό κόσμο. Αυτόν τον κόσμο, ενσαρκώνει ο Θεός και κοντά του ο άνθρωπος βρίσκει, όπως και ο ποιητής την ηρεμία, την μακαριότητα, την πνευματική και ηθική ισορροπία. Αυτά άλλωστε είναι και τα θέματα της ακολουθίας του όρθρου :
1) η ευχαριστία για το καθημερινό ξύπνημα από τον νυκτερινό ύπνο,
2) ο χαιρετισμός του αισθητού φωτός και
3) η αίτηση της θείας ευλογίας για το έργο που αρχίζει κάθε άνθρωπος με τον ερχομό του φωτός .
Μετά όμως από το σκοτάδι της νύχτας έρχεται το φως, που τον παρηγορεί και τον γαληνεύει. Βλέποντας οι άνθρωποι το φυσικό φως του ήλιου, βλέπουν τον «Ήλιο της δικαιοσύνης», γιατί ο Χριστός είναι το Φως του κόσμου . Είναι ο λυτρωτής και ο αρχηγός της ζωής τους, αυτός που περιμένουν καρτερικά να εμφανιστεί και να τους οδηγήσει στην Βασιλεία του.
Ο όρθρος σχετίζει το πρωινό με τη χριστιανική εμπειρία της Εκκλησίας ως «πρωινού» και ως απαρχής. Αυτές οι δύο διαστάσεις του καιρού χαρίζουν σχήμα στην καιρική ζωή μας και, δίνοντας στο χρόνο καινούργιο νόημα, τον μεταμορφώνουν σε χριστιανικό χρόνο. Η εμπειρία αυτή του χρόνου μας, τον γεμίζει με χαρά, γιατί έχει την αναφορά του στην αιωνιότητα. Ο χρόνος μας αποκτάει νόημα και σκοπό και μαζί του κάθε εργασία μας, κάθε ενέργειά μας.
Έτσι αποδεχόμενοι τον Θεό ως δημιουργό της ζωής μας, ζητούμε την ευλογία Του για όλα τα έργα μας που αρχίζουν με την έναρξη της καινούργιας μέρας. Ο άνθρωπος γνωρίζει ότι χωρίς την επέμβαση του Θεού στη ζωή του, άδικα κοπιάζει. Γι’ αυτό από τα βαθειά χαράματα, μέσα στη σύναξη του όρθρου παρακαλεί και ικετεύει τον Πατέρα του, στον οποίο οφείλει την ύπαρξή του, να δώσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και να ευλογήσει τα έργα του.
Οι ευχές που αναπέμπονται από τον επίσκοπο κατά την εωθινή σύναξη, αν και το περιεχόμενό τους είναι γενικού χαρακτήρα, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον . Στα αιτήματά τους, παρουσιάζεται η ανάγκη του ανθρώπου για προστασία και βοήθεια από το Θεό, στον καθημερινό του αγώνα. Κάποια από αυτά, έχουν εσχατολογικό περιεχόμενο, όπως το «καταξίωσον αυτούς της αιωνίου ζωής», που αντανακλά την έντονη πίστη της πρώιμης χριστιανικής εποχής, για την αναμονή της Δευτέρας Παρουσίας• επομένως παρουσιάζουν παλαιοχριστιανικά στοιχεία.
Η ευλογία της αυγής, στο άπλετο φως της μέρας, σημαίνει ότι ό άνθρωπος κάθε πρωί αποδίδει σε κάθε ον και σε κάθε πράγμα το βιβλικό τους νόημα: να είναι πλάσματα του Θεού, προορισμένα να τον δοξάζουν ,λέει ο Απόστολος Πέτρος. Και στο κείμενο των Αποστολικών Διαταγών, διαβάζουμε : «εν τη ημέρα του Σαββάτου και εν τη του Κυρίου αναστασίμω τη Κυριακή......αίνον αναπέμποντες τω Θεώ....».
Οι ψαλμοί : 148ος, 149ος και ο 150ος, ονομάζονται «αίνοι» και οι περισσότεροι από αυτούς αρχίζουν με την προτροπή: «Αινείτε».
Ονομάστηκαν αίνοι, γιατί καλούν όλη την πλάση να δοξάσει το όνομα του Θεού. Οι Άγγελοι, ο ήλιος, η σελήνη, τα άστρα, το φως, οι ουρανοί, η γη, τα βουνά, τα δέντρα, τα θηρία, οι βασιλιάδες και οι λαοί της γης, όλοι και όλα αινούν τον πλάστη. Όπως και όλα τα μουσικά όργανα, η σάλπιγγα, η κιθάρα, το τύμπανο, τα κύμβαλα, καλούνται να ηχήσουν και να ανυμνήσουν τον μεγαλοδύναμο. Οι τρεις αυτοί ψαλμοί ψάλλονταν και στον ιουδαϊκό ναό κατά την πρωϊνή προσευχή, γι’ αυτό και τις συναντούμε σε όλες τις ακολουθίες του όρθρου όλων των χριστιανικών Εκκλησιών .
6. Οι Ώρες
α) Δομή και τάξη
Μετά τον όρθρο, σύμφωνα με στοιχεία πολλών αρχαίων κειμένων, όπως της επιστολής του Κλήμεντος Ρώμης προς Κορινθίους217, της Διδαχής των Αποστόλων, του Τερτυλλιανού , των Αποστολικών Διαταγών, ακολουθούν οι τρείς « ώρες» προσευχής : τρίτη, έκτη και ενάτη. Ο Επίσκοπος Καρχηδόνας, Κυπριανός, μαθητής του Τερτυλλιανού, επιβεβαιώνει, για τους καιρούς της προσευχής, ότι είναι τρεις κατά τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας και τονίζει ότι οι χριστιανοί : «πρέπει να προσευχόμαστε ενωρίς το πρωί, διότι με τον τρόπο αυτό ενθυμούμαστε την ανάσταση του Κυρίου' και με τη δύση του ηλίου και το βράδυ πρέπει να προσευχόμαστε πάλι.....». Σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες αυτές, φαίνεται
ότι η πρώτη Εκκλησία είχε υιοθετήσει την παράδοση της προσευχής, τρείς φορές την ημέρα.
Οι ακολουθίες των ωρών, είναι σύντομες και απλές και δεν διαφέρουν σχεδόν καθόλου από μέρα σε μέρα. Κάθε ώρα, έχει και το δικό της θέμα και σχετίζεται με ένα γεγονός της ζωής του Χριστού, που αποβλέπει στη σωτηρία του ανθρώπου. Έχουν προορισμό να ψάλλονται σε συγκεκριμένες ώρες , σύμφωνα με τον παλαιό τρόπο αριθμήσεως των ωρών της ημέρας και της νύκτας . Πρώτη δηλαδή ώρα είναι η από της ανατολής του ηλίου, δευτέρα η δευτέρα και ούτω καθ’εξής . Πρώτη πάλι ώρα της νύκτας είναι η από την δύση του ηλίου, δεύτερα η δευτέρα κ.ό.κ. Έτσι έκτη ώρα της ημέρας , είναι η μεσημβρία και έκτη της νύκτας, το μεσονύκτιο . Αυτόν τον τρόπο αριθμήσεως των ωρών , τον βρίσκουμε και στα Ευαγγέλια. Εξακολουθεί δε και μέχρι σήμερα να τηρείται στο Άγιον Όρος («βυζαντινή ώρα»).
Στην Παλαιά Διαθήκη, υπάρχει η προτροπή για τρείς ώρες προσευχής, είτε ατομικές, είτε ομαδικές στο ναό ή την συναγωγή, όπως μαρτυρεί ο ψαλμωδός• « Εσπέρας και πρωί και μεσημβρίας διηγήσομαι και απαγγελώ και εισακούσεται της φωνής μου » Κατά τη λαϊκή παράδοση οι τρεις αυτές ώρες προήλθαν και καθιερώθηκαν από τους τρεις Πατριάρχες• η πρώτη θεσπίστηκε από τον Αβραάμ (Γέν. 19, 27), η δεύτερη από τον Ισαάκ (Γεν. 24, 63) και η Τρίτη από τον Ιακώβ (Γεν. 28, 11).
Στην ιδιωτική προσευχή των Ιουδαίων, υπήρχαν καθορισμένες ώρες για προσευχή και τις τηρούσαν τόσο οι Απόστολοι όσο και οι υπόλοιποι χριστιανοί. Η μαρτυρία του τέλους του κατά Λουκάν, ότι « οι μαθητές ήσαν δια παντός εν τω ιερώ ευλογούντες τον Θεόν», αποκαλύπτει ότι ο αρχικός πυρήνας της Εκκλησίας σεβόταν τις ώρες προσευχής της εβραϊκής λειτουργικής παραδόσεως . Άλλωστε ο ίδιος ο Κύριος, όπως διαβάζουμε στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, προσευχήθηκε στον Πατέρα, γύρω στις τρεις, (και περί την ενάτην ώραν αναβοήσας είπε τω Πατρί, «Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τίμε εγκατέλιπες;»).
Στις Πράξεις των Αποστόλων , ο Πέτρος και Ιωάννης , ανεβαίνουν στο ναό του Σολομώντα για να προσευχηθούν, «επί την ώραν της προσευχής την ενάτην». Ο Πέτρος, προσεύχεται στο δώμα της οικίας του Σίμωνα του βυρσέως στην Ιόππη «περί ώραν έκτην» . Και προσεύχονταν σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας, δηλαδή την τρίτη που ήταν το πρωί ,την έκτη που ήταν το μεσημέρι και την ενάτη που ήταν το «εσπέρας», όπως μας μαρτυρεί το βιβλίο των Πράξεων Ο Πέτρος ανέβηκε στο υπερώο για να προσευχηθεί κατά το μεσημέρι, και ο Πέτρος με τον Ιωάννη ανέβαιναν μαζί στο ναό, στις τρεις το απόγευμα για να προσευχηθούν.
Τον Δ'αιώνα, οι Αποστολικές Διαταγές, μιλούν για την μέχρι τότε παράδοση των τριών ωρών προσευχής: 1) την πρωινή, 2) την βραδυνή και 3) την μεσημβρινή που στοχεύουν στην αναγέννηση του ανθρώπου. Συγκεκριμένα, στο όγδοο βιβλίο των Αποστολικών Διαταγών, βρίσκουμε την προτροπή στους πιστούς για τον αγιασμό τους όπως : «Ευχάς επιτελείτε όρθρου και τρίτη ώρα και έκτη και ενάτη και εσπέρα.....»
Οι συγκεκριμένες ώρες προσευχής, σύμφωνα με τη μαρτυρία των Αποστολικών Διαταγών, αφορούσαν την κοινή αλλά και την κατ’ιδίαν προσευχή των πιστών. Αυτό φαίνεται, από διάφορα σημεία του κειμένου, όπου μνημονεύονται « ικανά λειτουργικά στοιχεία » τουλάχιστον για τον όρθρο και τον εσπερινό. Όμως, δεν παραθέτουν λειτουργικές προσευχές περί των Ωρών, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι προηγούμενες μαρτυρίες αφορούν και στην συλλογική προσευχή. Επομένως, « οι προτεινόμενες ώρες της προσευχής αφορούν τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό πλαίσιο». Άλλωστε και ο τρόπος διατύπωσης των προτροπών στις Αποστολικές Διαταγές είναι τέτοιος, ώστε μάλλον στην κατ’ιδίαν προσευχή να δίνεται το μεγαλύτερο βάρος.
β) Συμβολισμοί και περιεχόμενο
Οι ακολουθίες των ωρών είναι συνδεδεμένες με το χρόνο και έχουν χαρακτήρα εκκλησιολογικό και εσχατολογικό. Η Εκκλησία αγιάζει όλο το χρόνο της ζωής του ανθρώπου και τον μετατρέπει σε ευχαριστία και δοξολογία . Ο άνθρωπος ζώντας μέσα στη δημιουργία και απολαμβάνοντας τα αγαθά και τα ευεργετήματα του Θεού, προσκυνεί και λατρεύει, ευχαριστεί και δοξάζει το Πανάγιο όνομά Του, με όλο του το είναι και μπορεί να πει, όπως και ο ψαλμωδός: « ψαλλώ τω Θεώ μου, έως υπάρχω »
Στον ημερήσιο κύκλο, περιλαμβάνονται οι ώρες που αγιάζουν όλη την ημέρα και θυμίζουν τα γεγονότα του πάθους του Κυρίου. Η «τρίτη», αφιερώνεται στην καταδικαστική απόφαση που έλαβε ο Πιλάτος για τον Κύριο η «έκτη» στη σταύρωση και η «ενάτη» στο θάνατο Του Οι αναφορές αυτές που καταγράφονται στις Αποστολικές Διαταγές, έχουν άμεση σχέση με τα γεγονότα της Βίβλου και αφορούν τη ζωή του Χριστού.
Η τρίτη ώρα υπενθυμίζει στους πιστούς την ώρα που καταδικάστηκε ο Ιησούς Χριστός σε θάνατο. Αυτός που είναι το αληθινό φως των ανθρώπων και διαλύει το σκοτάδι της πλάνης και του θανάτου, καταδικάζεται από τον Πιλάτο και παραδίδεται για να σταυρωθεί. Ο μεγάλος ευεργέτης των ανθρώπων που μόνο αγαθά και ευλογίες μοίρασε, οδηγείται στο σταυρό για να προσφέρει την ευλογία της σωτηρίας και της λύτρωσης.
Η έκτη ώρα είναι αφιερωμένη στο πάθος και τη σταύρωση του Χριστού για την σωτηρία του ανθρώπου. Ο Χριστός που είναι αγάπη, μας το διαβεβαιώνει η Αγία Γραφή, ότι « ο Θεός αγάπη εστί», θυσιάζεται από υπερβολική αγάπη για το πλάσμα του και ατιμάζεται, εξευτελίζεται, καταδιώκεται. Με τον τρόπο αυτό ανοίγει δρόμους και δίνει απαντήσεις στον άνθρωπο για τη ζωή και το θάνατο, για το μυστήριο της ύπαρξης, για ζωή απαλλαγμένη και ελεύθερη από το χρόνο και τη φθορά, για μετοχή στη θεία ζωή και στην αθανασία.
Η ενάτη ώρα239 είναι η ώρα του θανάτου του Χριστού, που πεθαίνει
με τον μαρτυρικό θάνατο του σταυρού. « Περί δε την ενάτην ώραν......ο Ιησούς κράξας φωνή μεγάλη αφήκεν το πνεύμα ».Ο Θεός ο άχρονος, ο παντοδύναμος και απεριόριστος, σαρκώνεται για χάρη του ανθρώπου. Και παρεμβαίνει στη ζωή του «εν σαρκί», στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, που γίνεται «ο αποθανών τε και αναστάς» και γεύεται το θάνατο. Ο Χριστός με το να μας δώσει τον εαυτό του, μας έδωσε τα πάντα και τη δυνατότητα να βλέπουμε την αλήθεια των πραγμάτων, όπως τον χαρισματικό χαρακτήρα του θανάτου : «είτε ζωή, είτε θάνατος, είτε ενεστώτα, είτε μέλλοντα......, ημείς δεΧριστού....», το φοβερό μυστήριο που βασανίζει τον άνθρωπο και γίνεται ο εχθρός της ζωής του. Αλλά με το θάνατο του Χριστού νεκρώνεται ο θάνατος, καταλύεται η παντοδυναμία του και ο κάθε πιστός, ζει μια καινούρια ζωή « συν τω Χριστώ,εν τω Θεώ ». Με το σταυρό και την ανάσταση του Χριστού καταργήθηκε η απόγνωση και το αδιέξοδο του θανάτου.
Έτσι από την πρωτοχριστιανική λατρεία, οι άνθρωποι καλούνταν σε τακτές ώρες, είτε ατομικά είτε ομαδικά να θυμηθούν τον Θεό και αφού επιστρέψουν σ’ αυτόν προσευχόμενοι να τον δοξάσουν. Κάθε ώρα της ημέρας με την προσευχή αποκτούσε και αποκτά πνευματικό νόημα, περιεχόμενο και αξία. Και τότε αλλά και σήμερα, καλούνται οι πιστοί « με νήψη και εγρήγορση, με προσευχή και λαχτάρα, να αναμένουν την ένδοξη επιφάνεια του Κυρίου. Γιατί με αυτήν θα ολοκληρωθεί η ανάσταση και η οριστική θέωσή τους, θα γευτούν το πλήρωμα της ελευθερίας και της χάρης των τέκνων του Θεού και των όλων κτιστών όντων ».
ΠΗΓΗ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.