Η προσκυνηματική αυτή επίσκεψη, για να μη γίνει απλή περιήγηση, πρέπει οι
διοργανωτές (Μητροπόλεις, Ενορίες, Σύλλογοι, Ταξιδιωτικά Γραφεία κ.α.) να
βοηθήσουμε τους «προσκυνητές» να συνειδητοποιήσουν την ιερότητα του χώρου, που
θέλουν να επισκεφθούν, είτε αυτός είναι Ναός, είτε ερειπωμένο χριστιανικό
μνημείο ή ακόμη μουσείο. Δεν πρέπει να επισκέπτονται την Πόλη μόνο για να
θαυμάσουν τα ξακουστά αρχιτεκτονικά ή αγιογραφικά αριστουργήματα, αλλά για να
αφουγκραστούν τη μυστική φωνή της ιστορίας. Γι’ αυτό δεν πρέπει να κάνουν
φευγαλέες επισκέψεις στα προσκυνήματα, προκειμένου να επισκεφθούν την περιώνυμη
Κλειστή Αγορά (Kapalı Çarşı) ή κάποια ψαροταβέρνα του Βοσπόρου ή ακόμη και
κάποια καταστήματα της εμπορικής αγοράς της Πόλης. Αυτός είναι ο λόγος που με οδήγησε να γράψω τις παρακάτω γραμμές:
1.- Ο Ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας. (Aya Sofya
Müzesi).
Το πρώτο
κτήριο του Ναού θεμελιώθηκε το 325 από τον Μ. Κωνσταντίνο, εγκαινιάστηκε από
τον Κωνστάντιο το 360 και κάηκε το 404. Ανοικοδομήθηκε ο Ναός το 415 από τον
Θεοδόσιο Β΄ και πυρπολήθηκε στη Στάση του Νίκα το 532. Τότε ο Ιουστινιανός
ανάθεσε την ανοικοδόμηση του Ναού, που σώζεται μέχρι σήμερα, στους αρχιτέκτονες
Ανθέμιο και Ισίδωρο. Τα εγκαίνιά του έγιναν το 537. Ο πρώτος τρούλος του Ναού,
χαμηλότερος από τον σημερινό, κατέρρευσε το 557 και ανοικοδομήθηκε το 562. Ο
Ναός έχει μήκος 77 μ., πλάτος 71,70 μ., (εμβαδόν 5.521 τ.μ.), η διάμετρος του
τρούλου 32 μ. και το ύψος 56 μ.
Το
αρχιτεκτονικό σχέδιο του ναού της του Θεού Σοφίας είναι μία τρουλαία βασιλική,
όπου η δρομική διάταξη είναι
φανερή, επειδή το κεντρικό τετράγωνο που καλύπτει ο τρούλος επιμηκύνεται,
ανατολικά και δυτικά, με δύο ημιτρούλια για να σχηματιστεί κλίτος, με τον κατά
μήκος άξονα σαφώς καθορισμένο. Αν μάλιστα προχωρίσει κανείς ως το κέντρο του
ναού, αντιλαμβάνεται και την ύπαρξη του εγκάρσιου άξονα που απαιτεί η περίκεντρη διάταξη. Ο άξονας αυτός
όμως δεν είναι αμέσως φανερός γιαυτό και η ανακάλυψή του κεντρίζει τη φαντασία.
Ο πελώριος τρούλος, που αιωρείται 56 μ. πάνω από το κεφάλι μας, αγγίζει τις
κορυφές τεσσάρων άϋλων τόξων με δύο μεγάλα ημιτρούλλια υποταγμένα σ’ αυτόν και
φαντάζει στα μάτια μας χωρίς βάρος γιατί έχει διατρηθεί η βάση του με τα 40
παράθυρα και δεσπόζει σαν ουρανός σ' όλο τον εσωτερικό χώρο. Ο διάκοσμος του
Ναού αποτελείται από στιλπνές μαρμάρινες πλάκες σε διάφορους χρωματισμούς και
με φλέβες που σχηματίζουν φανταστικά αχειροποίητα σχέδια και από απαστράπτοντα
χρυσά ψηφιδωτά, που καλύπτουν τις καμπύλες επιφάνειες.
«Για να
έχουμε πλήρη εντύπωση της επίδρασης του ναού στην ψυχή του επισκέπτη, έγραψε ο
αείμνηστος Καθηγητής της Χριστιανικής Τέχνης και Αισθητικής της Θεολογικής
Σχολής της Χάλκης Αριστείδης Πασαδαίος,
(«Η Πόλη του Βοσπόρου». Έκδοση Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών, Αθήναι 1981),
πρέπει να μπούμε από τον πολύ στενό εξωνάρθηκα και να περάσουμε στον πλατύτερο
και υψηλότερο εσωνάρθηκα που φωτίζεται από μια σειρά παράθυρα, που είναι πάνω
από τη στέγη του εξωνάρθηκα, κινούμενοι κατά τον μικρό άξονά τους και μετά δια
της κεντρικής βασιλικής πύλης, που βρίσκεται στο μέσο άλλων οκτώ πυλών, να
εισέλθουμε στο κεντρικό κλίτος περπατώντας σιγά-σιγά τον κατά μήκος άξονα του
Ναού. Το βλέμμα του πιστού, ελκόμενο από τον κατά μήκος άξονα του τεράστιου
χώρου του κεντρικού κλίτους οδηγείται προς μια πελώρια αγκαλιά, τη μεγάλη
κόγχη, που δημιουργεί το ανατολικό ημιτρούλιο με την Πλατυτέρα των ουρανών».
2.-Το Καθολικό και το νεκρικό παρεκκλήσι της
Μονής του Χριστού της Χώρας. ( Kariye Camii Müzesi ).
Η
ίδρυση της Μονής ανάγεται στην εποχή του Ιουστινιανού. Επιδιόρθωσαν τον Ναό τον
7ο αιώνα ο Ηράκλειος και ο Στρατηγός Κρίσπος ή Πρίσκος, που εγκλείστηκε ως
μοναχός στη Μονή και ίσως τον 11ο αιώνα η Μαρία σύζυγος του Ανδρόνικου Δούκα,
το δε παρεκκλήσιο μεταξύ των ετών 1303-1326 ο Μ.Λογοθέτης Θεόδωρος ο Μετοχίτης.
Η αισθητική
σημασία του Ναού έγκειται πρωτίστως στα περίφημα μωσαϊκά του και στις
νωπογραφίες του παρεκκλησίου. Τα έργα ανήκουν στην εποχή της Αναγέννησης των
Παλαιολόγων. Η σύνθεση ελεύθερη και ποικίλη. Οι στάσεις και οι τύποι, η
αναζήτηση των κινήσεων, της φυσικότητας, της συγκίνησης, η οξεία παρατήρηση της
ζωής είναι τα χαρακτηριστικά των έργων. Επίσης στα έργα παρατηρείται λαμπρός
χρωματισμός πλήρης αρμονίας. Η μεγάλη σύνθεση της Δέησης (λείπει ο Αγ.
Ιωάννης), που βρίσκεται στο Νάρθηκα, φαίνεται να ανήκει στον 11ο αιώνα, ενώ
όλες οι άλλες εικόνες ανήκουν μάλλον στην εποχή των Παλαιολόγων (1261-1453). Το
παρεκκλήσι έχει την περίφημη νωπογραφία "της εις άδου καθόδου του
αναστάντος Κυρίου".
3.- Ο Ναός της Αγίας του Θεού Ειρήνης. ( Αya
Irini Müzesi ).
Ο Ναός, πριν
από το Μ. Κωνσταντίνο, ήταν επισκοπικός Ναός του Βυζαντίου. Μετά την ίδρυση της
Νέας Ρώμης έγινε Πατριαρχικός Ναός μαζί με τον Ναό της του Θεού Σοφίας. Οι δύο
Ναοί μαζί ,σε κοινό περίβολο, αποτελούσαν την "Μεγάλη Εκκλησία". Ο
Ναός ανακαινίστηκε τον 4ο αιώνα από τον Μ.Κωνσταντίνο, τον 6ο αιώνα από τον
Ιουστινιανό και τον 8ο αιώνα από τον Κωνσταντίνο τον Ε΄. Είναι ρυθμού
βασιλικής, αλλά πολύ ασυνήθιστου τύπου. Το σχήμα του ναού είναι ορθογώνιο, με
42,2 μ. μήκος και 36,7 μ., πλάτος. Διασώζονται στο τετρατοσφαίριο της αψίδας
μαύρος ψηφιδωτός σταυρός σε φόντο χρυσό, το σύνθρονο με πέντε σειρές στασιδιών
και ίχνη γραπτού διακόσμου σε διάφορα μέρη του Ναού. Στο πίσω μέρος του Ναού
υπάρχει το περιστύλιο, όπου κείτονταν οι σοροί των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου
σε πορφυρές σαρκοφάγους. Ο ναός δεν έγινε τέμενος, αλλά χρησιμοποιήθηκε ως
οπλαποθήκη. Σήμερα, λόγω εξαιρετικής ακουστικής, χρησιμοποιείται ως χώρος
συναυλιών στο Φεστιβάλ Μουσικής της Κωνσταντινούπολης.
4.- Τα τείχη.
Το αρχαίο
Βυζάντιο με το τείχος του Σεπτιμίου Σεβήρου είχε εμβαδό δύο περίπου
τετραγωνικών χιλιομέτρων. Όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος έχτισε το νέο του τείχος η
Δευτέρα Ρώμη ή η Νέα Ρώμη τριπλασιάστηκε, ενώ η Κωνσταντινούπολη με το
θεοδοσιανό τείχος εξαπλασιάστηκε. Απ’ αυτά τα τελευταία τείχη αρκετά
υπολείμματά τους σώζονται μέχρι σήμερα.
Τα προς τη θάλασσα τείχη αποτελούνται από α) το τείχος του Κερατίου, που αποτελείται από μία μόνη
σειρά τειχών με 110 πύργους με 14 πύλες και β) το τείχος της Προποντίδας, της
ίδιας κατασκευής που έχει 118 πύργους με 13 πύλες. Τα χερσαία τείχη χτίστηκαν από τον Θεοδόσιο τον Β. και έχουν 10
πύλες, η πρώτη από τις οποίες άρχιζε από την Προποντίδα, ήταν η επίσημη και
ονομάζονταν Χρυσέα Πύλη. Τα Θεοδοσιανά τείχη, που ήταν απόρθητο αμυντικό
σύστημα ως την εφεύρεση της πυρίτιδας, αποτελούνταν από τριπλή αμυντική γραμμή
και τελείωναν στο Παλάτι του Πορφυρογέννητου (Τεκφούρ Σαράι), και είχαν α) Μια
πλατιά τάφρο, β) Ένα εξωτερικό περίβολο (εξωπαρατείχιο) για τα στρατεύματα που
υπεράσπιζαν την τάφρο, γ) Το εξωτερικό τείχος ή προτείχισμα με 92 πύργους
μισοστρόγγυλους και πολυγωνικούς, δ) Ένα εσωτερικό περίβολο και τέλος ε) Το
εσωτερικό τείχος με 96 πύργους τετραγωνικούς και πολυγωνικούς. Επίσης υπήρχαν
τα τείχη των Βλαχερνών, που αποτελούνται από 3 τμήματα. Το πρώτο ανήκει στο
Μανουήλ Κομνηνό και διαθέτει 9 πυκνοτοποθετημένους πύργους μισοστρόγγυλους,
πολυγωνικούς και τετραγωνικούς και μια δημόσια πύλη των Καλιγαρίων. Το δεύτερο
τμήμα παρουσιάζει τοιχοδομία που υπολείπεται σε επιμέλεια κατασκευής και έχει 4
πύργους τετραγωνικούς. Το τελευταίο τμήμα, που συνδέεται με τα τείχη του
Κερατίου είναι διπλό και σχηματίζει είδος κάστρου Το μέσα τείχος κτίστηκε από
τον Ηράκλειο και διαθέτει 3 πύργους με μία μόνη πύλη των Βλαχερνών ενώ το
εξωτερικό, που κτίστηκε από τον Λέοντα διαθέτει 4 μικρούς πύργους χωρίς να
διασώζεται η πύλη του.
5.- Ο Ιππόδρομος. ( At meydanı ).
Χτισμένος
από τον Σεπτίμιο Σεβήρο και συμπληρωμένος από τον Μ. Κωνσταντίνο εγκαινιάστηκε
μαζί με την Πόλη το 330. Είχε μήκος 480 μ., πλάτος 117,5 μ. και χωρητικότητα
100.000 περίπου θεατών. Στη μέση και πάνω σε μία βάση του 4ου αιώνα μ.Χ.
υπάρχει ο αιγυπτιακός γρανίτινος
μονολιθικός Οβελίσκος, πού έφερε ο Θεοδόσιος Α΄ ο Μέγας από το Λούξορ
της Αιγύπτου το 390 μ.Χ. και χρονολογείται από το 1500 π.Χ. περίπου. Νότια του
οβελίσκου υπάρχει η παράξενη Στήλη των
Όφεων, που είχαν αφιερώσει οι ελληνικές πόλεις στο Μαντείο των Δελφών
μετά τη νίκη της μάχης των Πλαταιών, που ήταν κάποτε πολύ ψηλότερη και είχε
στην κορυφή της τρεις κεφαλές ερπετών. Μία εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο.
Τη μετέφερε ο Μ. Κωνσταντίνος στη νέα πρωτεύουσα από το ναό του Απόλλωνα στους
Δελφούς το 330 μ.Χ.. Κανείς δε φαίνεται να γνωρίζει με βεβαιότητα ποιος έφτιαξε
το μεγάλο πέτρινο ή κτιστό Οοβελίσκο
που λέγεται και Κολοσσός ή Χάλκινη
Στήλη, ύψους 32 μ., στο νοτιοδυτικό άκρο του Ιπποδρόμου. Αυτό που
γνωρίζουμε είναι ότι επισκευάστηκε επί Κωνσταντίνου Ζ΄ του Πορφυρογέννητου
(913-959) και ότι οι χάλκινες πλάκες που τον κάλυπταν λεηλατήθηκαν όπως και τα
τέσσερα χάλκινα άλογα κατά την Τέταρτη Σταυροφορία. Στο τέρμα του Ιπποδρόμου
στρίψτε αριστερά και ύστερα δεξιά, στο Aksakal sokak. Γρήγορα θα δείτε στα
δεξιά σας τις αψίδες της Σφενδόνης,
που υποστήριζαν τη νότια πλευρά του Ιπποδρόμου, ένα λαμπρό δείγμα βυζαντινής
μηχανικής. Στον Ιππόδρομο το 532 μ.Χ. με τη σφαγή 30 χιλιάδων ανθρώπων από το
Στρατηγό Βελισάριο κατεστάλη η εξέγερση αντίπαλων ομάδων αρματοδρόμων, που
εξελίχθηκε ως Στάση του Νίκα.
6.- Κινστέρνες.
Υπήρχαν στην Πόλη πολλές κλειστές κινστέρνες ή στέρνες ( S a r n ı ç ) για την προμήθεια νερού στις πολιορκίες, που συχνά συνέβαιναν αλλά και 3 μεγάλες ανοιχτές σκαμμένες σε κορυφές λόφων, όπως ήταν του Αετίου, του Άσπαρος και του Μωκίου με σκοπό την καθίζηση κάθε ξένου σώματος που περιείχε το νερό που έρχονταν από τις πηγές πριν διοχετευτεί στις κλειστές κινστέρνες. Από τις σπουδαιότερες ήταν η Βασιλική, που έχει μήκος 139 μ. και
πλάτος 64,6 μ. με 336 κολόνες σε 12 σειρές των 28, σε απόσταση 4 μέτρων και
σήμερα σώζεται με τη ρομαντική επωνυμία το
βυθισμένο στη γη ανάκτορο ( Yere batan sarayı ) που χωρούσε 80.000 κυβικά
νερού και που κατασκευάσθηκε με διαταγή του Ιουστινιανού με την εκσκαφή των χωμάτων της μεγάλης αυλής της
“χρυσώροφου βασιλικής”, του “Πανεπιστημίου” όπου διδάσκονταν η επιστήμη του
Δικαίου και η του συγκλητικού Φιλόξενου ( Binbirdirek = χίλιες και μία στήλες
), που έπαυσε να χρησιμοποιείται πριν από την Άλωση.
7.- Ο Ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου των Βλαχερνών.
( Η λέξη
Βλαχέρναι ίσως προέρχεται από παραφθορά της λέξης λ α κ έ ρ ν α ι = πα-λαμύδες,
ή από τη λέξη τα β λ ά χ ν α = φτέρες ).
Ο χώρος των
Βλαχερνών χωρίζεται σε δύο μεγάλα τμήματα. Στον άνω και κάτω χώρο. Ο άνω χώρος
είναι ισοϋψής με τα τείχη, που είναι ύψους 12-17 μ. Στον κάτω χώρο, που είναι
ισοϋψής με την επιφάνεια της θάλασσας και έχει εμβαδόν 25.000 τ.μ. κατά το
πρώτο ήμισυ του 5ου μ.Χ. αιώνος κτίζονται έξω από τα τείχη δύο Ναοί. Από τον
Μάγιστρο Παυλίνο ο Ναός των Αγίων Αναργύρων και από τη Βασίλισσα Αγία Πουλχερία
ο Ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου (435) (ένας από τους 123 Ναούς της Πόλης, που
ήταν αφιερωμένος στην Παναγία). Δίπλα στο Ναό της Παναγίας έκτισε ο βασιλέας
Λέων ο Μακέλλης (457-474) τον μικρό σφαιροειδή Ναό της Αγίας Σορού, μέσα στον
οποίο φυλάσσονταν το Μαφόριο δηλαδή το πέπλο της Θεοτόκου και τέλος το
συγκρότημα του Αγιάσματος ή Λούμα ή λούσμα ή λοετρόν. Μετά τη νίκη κατά των
Αβάρων (7.8.626) ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος διέταξε να κατασκευαστεί νέο τείχος
και να συμπεριληφθεί ο Ναός της Υπερμάχου Στρατηγού Παναγίας μέσα στην Πόλη.
Επί
Ηρακλείου στο Ναό υπηρετούσαν 74 πρόσωπα : 12 Πρεσβύτεροι, 18 Διάκονοι, 6
Διακόνισσες, 8 Υποδιάκονοι, 20 Αναγνώστες, 4 Ψάλτες και 6 Πυλωροί. Ο Ναός
πανηγύριζε στις 2 Φεβρουαρίου, 2 Ιουλίου, 31 Ιουλίου και 15 Αυγούστου.
Καταστράφηκε δε από φωτιά τρεις φορές. Η τελευταία πυρπόληση του Ναού έγινε το
1434. Μετά την Άλωση ο Ναός έμεινε ερειπωμένος και το μόνο που διασώθηκε ήταν η
βυζαντινή υπόγεια στοά με το Αγίασμα, που υπάρχει μέχρι σήμερα.
8.- Η Μονή της Ζωοδόχου Πηγής.
Το Βαλουκλή.( Balık ή
Baluk = ψάρι + σύνδεσμος ile = με = Baluk lı = Balıklı = Με ψάρι ή με ψάρια ).
Βρίσκεται
έξω από τα τείχη της Πόλεως κοντά στο Επταπύργιο και απέναντι στη λεγόμενη
Χρυσή Πύλη, ή Πύλη της Σηλυβρίας, ή του Ρηγίου, ή της Πηγής. Είναι ένα από τα
παλαιότερα χριστιανικά καθιδρύματα. Κατά τον ιστορικό Προκόπιο η Μονή κτίστηκε
από τον Ιουστινιανό. Τον 8ο αιώνα ερειπώθηκε από σεισμούς και ξανακτίστηκε από
την αυτοκράτειρα Ειρήνη την Αθηναία για να πληγεί και πάλι από το μεγάλο σεισμό
του 869 και να ξανακτιστεί από τον Βασίλειο τον Α. τον Μακεδόνα, πού έκτισε
κοντά στη Μονή και θερινά ανάκτορα. Το 924 η Μονή εκάει από τον Βούλγαρο τσάρο
Συμεών. Μετά την Φραγκοκρατία άρχισε η παρακμή της Μονής και καταστράφηκε κατά
την Άλωση. Μόλις το 1727 κτίστηκε πάνω στα ερείπια ένας μικρός ναός, που
καταστράφηκε και αυτός από τάγματα γενίτσαρων στις 24 Μαρτίου του 1821. Ο
σημερινός Ναός κτίστηκε το 1833 με δαπάνες των ρωμηών της Πόλης, για δε την
αγιογράφηση του συνεισέφερε 30 χρυσές λίρες και ο Σουλτάνος Μαχμούτ ο Β.
9.- Ο Πατριαρχικός Ναός.
Ως
επισκοπικός και αργότερα πατριαρχικός Ναός χρησιμοποιήθηκαν στη μακραίωνη
ιστορία του Οικουμενικού Πατριαρχείου ή της σκηνίτιδος Εκκλησίας, οι ναοί: 1)
των Αγίων Αποστόλων στην Αργυρούπολη (Fındıklı) (38-144), 2) των Αγίων Επτά
παίδων και του Αγίου Ελεαζάρου στον Ελαιώνα (Salıpazar) (148-166), 3) από 166
μέχρι 272 στις Συκές (Γαλατάς), 4) της του Θεού Ειρήνης “το παλαιόν
Πατριαρχείον” (169-307), 5) της Αγίας Ευφημίας στο Πέτριο (307-552), 6) της του
Θεού Σοφίας ΚΠόλεως (552-1205), 7) της του Θεού Σοφίας στη Νίκαια της Βιθυνίας
κατά τη Φραγκοκρατία (1204-1261), 8) της του Θεού Σοφίας ΚΠόλεως (1261-1453),
9) των Αγίων Αποστόλων (1453-1456), 10) της Παναγίας Παμμακάριστου (1456-1587),
11) της Θεοτόκου η Παραμυθία στο Βλάχ-Σαραγί, (1587-1597) 12) του Αγίου
Δημητρίου Κανάβη στην Ξυλόπορτα (1597-1599) και 13) του Αγίου Γεωργίου στο
Φανάρι (1601 μέχρι σήμερα). Ο Ναός αυτός μέχρι το 1599 ήταν ένας μικρός Ναός
Γυναικείου Μοναστηρίου.
10.- Ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Ο Επίσκοπος
ΚΠόλεως ονομάζεται Αρχιεπίσκοπος
Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης από το δεύτερο
ήμισυ του 5ου αιώνος.
Σήμερα
Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως είναι ο από Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος 327ος Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
(Αρχοντώνης), που φέρει επισήμως τον τίτλο : ελέω Θεού Αρχιεπίσκοπος ΚΠόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης.
Είναι ο πρώτος μεταξύ ίσων (primum
inter pares) ανάμεσα στους αρχηγούς των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
(Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων, Ρωσίας, Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας,
Ιβηρίας, Κύπρου, Ελλάδος, Πολωνίας, Αλβανίας, Τσεχίας-Σλοβακίας, Φιλλανδίας και
Εσθονίας.). Προσφωνείται δε ως Π α ν α γ ι ώ τ α τ ο ς και απευθύνεται κανείς
γραπτώς προς Αυτόν ως εξής : Προς την
Αυτού Θειοτάτην Παναγιότητα τον Οικουμενικόν Πατριάρχην κ.κ. Βαρθολομαίον, Εις
Φανάριον. (Ταχ.Διεύθυνση : R u m P a
t r i k h a n e s i, 34 220, F e n e r – H a l i ç İ s t a n b u l - T ü r k i
y e. Tel.: 0090 212 531 96 70-6. Fax: 0090 212 534 90 37.).
Στην Τουρκία
υπάρχουν σήμερα η Αρχιεπισκοπή ΚΠόλεως
με 37 Κοινότητες με 46 Κοινοτικούς και 4 Κοιμητηριακούς Ναούς, 28 Εφημέριους, 3
Διακόνους, 11 Μονές, 4 Μετόχια (3 του Παναγίου Τάφου και 1 της Ι.Μ. του Σινά), 6
Προσκυνήματα, 8 Φιλόπτωχες Αδελφότητες, 4 Γυμνάσια-Λύκεια και 12 Δημοτικά
Σχολεία, 10 Συσσίτια και 14 Σύνδεσμοι-Σύλλογοι και οι Μητροπόλεις α) Χαλκηδόνος
με 11 Κοινότητες με 11 Κοινοτικούς και 1 Κοιμητηριακό Ναό, 6 'Εφημέριους, 2
Διάκονοι, 6 Προσκυνήματα, 1 Δημοτικό Σχολείο, 1 Φιλόπτωχο Αδελφότητα και 1
Σύνδεσμο, β) Δέρκων με 5
Κοινότητες με 5 Κοινοτικούς και 3 Κοιμητηριακούς Ναούς, 3 Εφημέριους, 1
Διάκονο, 8 Προσκυνήματα και 2 Δημοτικά Σχολεία, γ) Ίμβρου και Τενέδου με 12 Κοινότητες, 15 Κοινοτικούς και 5
Κοιμητηριακούς Ναούς, 5 Εφημέριους, 3 Προσκυνήματα και 68 Παρεκκλήσια και δ) Πριγκηποννήσων με 4 Κοινότητες με 5
Κοινοτικούς και 4 Κοιμητηριακούς Ναούς, 2 Εφημέριους, 1 Διάκονο, 5
Προσκυνήματα, 1 Δημοτικό Σχολείο και 1 Φιλόπτωχο Αδελφότητα.
11.- Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης.
Η Σχολή
ιδρύθηκε και λειτούργησε το 1844, επί της πατριαρχίας Γερμανού του Δ΄, μέσα
στις εγκαταστάσεις της Μονής της Αγίας Τριάδος της νήσου Χάλκης, που είναι ένα
από τα 9 νησιά των Πριγκηποννήσων. Η Μονή, κατά την παράδοση, έχει ως ιδρυτή
της τον Ιερό Φώτιο (800/820-891/898).Το σημερινό κτήριο της Σχολής, εγκαινιάστηκε
στις 6 Οκτωβρίου του 1896, ύστερα από το σεισμό του 1894, που κατάστρεψε τα
πρώτα κτήρια της Μονής. Η Μονή διαθέτει μέχρι σήμερα πλούσια και σημαντική
βιβλιοθήκη, που ήταν στη διάθεση της Σχολής.
Οι μαθητές
που φοιτούσαν στη Σχολή προέρχονταν απ' όλες τις ηπείρους του κόσμου και όχι
μόνο από Επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Έτσι φοίτησαν στη Σχολή
μαθητές από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων,
Σερβίας, Βουλγαρίας, Κύπρου, Ελλάδος, Αλβανίας και Φινλανδίας. Επίσης φοίτησαν
στη Σχολή μαθητές πού προέρχονταν και από τις ετερόδοξους χριστιανούς της
Αιθιοπίας, Συρίας, Ευρώπης και Αμερικής.
Σήμερα η
Σχολή διέρχεται την περίοδο της σιωπής της, επειδή τον Ιούλιο του 1971
εξαναγκάστηκε να αναστείλει τη λειτουργία της.
12.- Το τέμενος Σουλεϊμανιγιέ. ( Süleymaniye
Camii ).
Το πιο
σημαντικό τέμενος της Πόλης. Χτίστηκε μεταξύ των ετών 1550-1557. Είναι το
δεύτερο μεγαλύτερο αυτοκρατορικό συγκρότημα τεμένους της πόλης, μετά το κιουλιέ
του τεμένους Φατίχ, το οποίο μπορεί να το ξεπερνά σε μέγεθος, αλλά όχι και σε
μεγαλείο. Το ύψος του τρούλου είναι ακριβώς διπλάσιο της διαμέτρου του. Στο
εσωτερικό του είναι εντυπωσιακά μεγάλο και ευχάριστα λιτό. Έχει λίγα
διακοσμητικά στοιχεία, μεταξύ των οποίων πλακάκια από τη Νίκαια στο «μιχράπ»
(σημείο προς το οποίο επιβάλλεται να στραφεί ο πιστός όταν προσεύχεται) και
τέσσερις επιβλητικές κολώνες, μία από την αρχαία Ηλιούπολη, μία από την
Αλεξάνδρεια και δύο από βυζαντινά μέγαρα της Κωνσταντινούπολης. Επίσης έχει το
μαυσωλείο του Σουλεϊμάν Α΄ του Μεγαλοπρεπούς και τον τάφο της συζύγου του
Ρωξελάνης. Στο τέμενος υπήρχαν σχολές γενικής και θεολογικής εκπαίδευσης
(medrese), βιβλιοθήκη με 110.000 χειρόγραφα, κουζίνες (darrűziyafe), νοσοκομείο
(darrűşifa), λουτρά και «καραβάνσαραϊ», που παρείχε στέγη και φαγητό στους
ταξιδιώτες και τα ζώα τους. Το συγκρότημα δεν ήταν απλώς τόπος λατρείας αλλά
και φιλανθρωπικό ίδρυμα που φρόντιζε για τη σίτιση χιλίων και πλέον απόρων της
πόλης-μουσουλμάνων, χριστιανών και εβραίων. Είναι έργο του μεγάλου αρχιτέκτονα Σινάν (1491-1588), που κατάγεται από προικισμένους χριστιανούς της
Μικράς Ασίας και τον έφεραν στην Πόλη με το ετήσιο παιδομάζωμα. Εκπαιδεύτηκε σ'
ένα από τα σχολεία του παλατιού και έγινε μηχανικός του στρατού και το 1538
ορίστηκε αυτοκρατορικός αρχιτέκτονας από τον Σουλεϊμάν Α΄ τον Μεγαλοπρεπή.
Έχτισε 131 τεμένη και 200 άλλα δημόσια κτήρια.
13.- Το παλάτι του Τοπ-καπού. ( Top kapı Sarayı
).
Μεταξύ των
ετών 1459 και 1465 ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής, έκτισε ως κύρια κατοικία του στην
Πύλη της Αγίας Βαρβάρας το παλάτι του, που για τέσσερις περίπου αιώνες, μέχρι
το 1856, ήταν η κατοικία των Σουλτάνων. Αποτελείται από μια σειρά από πτέρυγες,
κουζίνες, αίθουσες ακρόασης, περίπτερα και από 4 μεγάλες αυλές. Η πρώτη ήταν
ανοιχτή σε όλους, η δεύτερη μόνο σ’ όποιους είχαν σχέση με ζητήματα της
Αυτοκρατορίας, η τρίτη αυλή ήταν ανοιχτή μόνο στην αυτοκρατορική οικογένεια,
τις πολύ σημαντικές προσωπικότητες και το προσωπικό του ανακτόρου και η τέταρτη
ήταν μόνο για τα οικογενειακά διαμερίσματα. Επίσης μέσα στο παλάτι συνεδρίαζε η
κυβέρνηση και υπήρχε σχολή, που εκπαιδεύονταν οι στρατιωτικοί και οι δημόσιοι
υπάλληλοι. Τον 16ο αιώνα η κυβέρνηση μεταφέρθηκε σε άλλο κτήριο, που λέγονταν
Υψηλή Πύλη και που υπήρχαν τα γραφεία και το παλάτι του Μεγάλου Βεζίρη. Το 1856
ο Αμπτούλ Μετζίτ Α΄ έφυγε από το παλάτι του Τοπ-καπού και εγκαταστάθηκε στο νέο
ανάκτορο του Ντολμά-μπαχτσέ. Το 1924 το παλάτι του Τοπ-καπού άνοιξε για το
κοινό ως μουσείο. Παρουσιάζονται κεραμικά, γυαλικά και ασημικά, όπλα και
πανοπλίες, αυτοκρατορικές φορεσιές, μινιατούρες και χειρόγραφα, ρολόγια και
κειμήλια του Ισλάμ. Πάνω απ' όλα αξίζει να δούμε το Χαρέμι και το
Θησαυροφυλάκιο.
14.- Το παλάτι του Ντολμά-μπαχτσέ.( Dolma bahçe
Sarayı ).
Το παλάτι
αυτό το έχτισε ο Σουλτάνος Αβντούλ Μετζίτ Α΄ το 1856 σε μια περίοδο παρακμής
της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είχε 285 δωμάτια, 43 μεγάλα σαλόνια και 6 χαμάμ.
Το διαμέρισμα της βαλιντέ σουλτάν βρίσκεται σε χωριστή πτέρυγα, που επικοινωνεί
με το χαρέμι του σουλτάνου μέσα από το διαμέρισμα του διαδόχου. Το χαρέμι
καταλαμβάνει τα δύο τρίτα του παλατιού. Η πρόσοψή του παλατιού από τη μεριά της
θάλασσας είναι από λευκό μάρμαρο και φτάνει τα 248 μ., ενώ οι κήποι του και τα
βοηθητικά κτίσματα εκτείνονται σε μια προκυμαία μήκους 600 περίπου μέτρων.
Αξίζει να δούμε το Σελαμλίκ,
δηλαδή το αντρικό τμήμα του παλατιού, που περιλαμβάνει τις αίθουσες
συνεδριάσεων και την τεράστια αίθουσα τελετών καθώς και το χαρέμι μαζί με τα
διαμερίσματα του σουλτάνου και της συνοδείας του. Επίσης αξίζει να δούμε το
μαβί σαλόνι, το πεμπέ σαλόνι, την αίθουσα του σχολείου και το διαμέρισμα του
Αμπντούλ Αζίζ, Μετά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το παλάτι
χρησίμευε ως προεδρική κατοικία του Ατατούρκ.
15.- Το αρχαιολογικό μουσείο. ( Arkeoloji Müzesi
).
Το Μουσείο,
άρχισε να κατασκευάζεται το 1881, άνοιξε στο κοινό το 1891 και απέκτησε τη
σημερινή του μορφή το 1908. Θεωρείται από τα πλέον σημαντικά αρχαιολογικά
μουσεία του κόσμου και φιλοξενεί πάνω από 1.000.000 αντικείμενα, που ανήκουν σε
διαφόρους πολιτισμούς, από την Ελλάδα και τη Μικρά Ασία μέχρι την Αφρική, τη
Μεσοποταμία, την Αραβική Χερσόνησο και το Αφγανιστάν. Το συγκρότημα αποτελείται
από δύο ανεξάρτητα κτήρια. Το κυρίως κτίριο στεγάζει μία εξαιρετική συλλογή
αρχαίων ελληνικών και ρωμαϊκών αγαλμάτων, καθώς και τις θαυμάσιες σαρκοφάγους
από τη βασιλική νεκρόπολη της Σιδώνας της Φοινίκης του Λιβάνου, απ’ όπου και η
Σαρκοφάγος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που αξίζει να τη δούμε.
16.- Επίσης αξίζει να επισκεφθούμε:
α) Το καθολικό της Μονής Θεοτόκου Παναγιωτίσσης των Μογγόλων ή της
Παναγίας της Μουχλιώτισσας, του Φαναρίου, που κτίστηκε γύρω στο 1282 από την πριγκίπισσα Μαρία
Παλαιολογίνα, εξώγαμη κόρη του Μιχαήλ Η΄ και δεν έπαυσε να ιερουργείται μέχρι
σήμερα,
β) Τη βουλγαρική Εκκλησία του Αγίου Στεφάνου, που βρίσκεται μεταξύ
Φαναρίου και Βαλατά ( Balat ). Πρόκειται για ένα από τα πιο ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά αξιοπερίεργα της
Πόλης. Είναι φτιαγμένη από χυτοσίδερο και κατασκευάστηκε στη Βιέννη, μεταφέρθηκε
δε μέσω του Δούναβη και συναρμολογήθηκε στην Πόλη το 1871,
γ) Το καθολικό και το παρεκκλήσι της Μονής Θεοτόκου της Παμμακάριστου,
που στέγαζε το Πατριαρχείο κατά την περίοδο 1456-1587 ( Από το 1591 Fethiye
camii ),
δ) Το καθολικό, το βόρειο και το νότιο Ναό και το μεσαίο νεκρικό
παρεκκλήσι της Μονής του Παντοκράτορος Σωτήρος (12ος αιώνας) ( Mola Zeyrek
camii ),
ε) Το καθολικό της Μονής του Μυρελαίου (10ος αιώνας) ( Bodrum camii ),
ς) Το βόρειο Ναό της Πανάχραντου Θεοτόκου και το νότιο Ναό Ιωάννου του
Προδρόμου της Μονής Κωνσταντίνου του Λιβός (10ος αιώνας) ( Από 1496 Fenarî İsa
camii ),
ζ) Το καθολικό της Μονής των Αγίων Σεργίου και Βάκχου ( Aπό το 1510 Kűçűk
Ayasofya camii ),
η) Το καθολικό της Μονής της Κυριώτισσας Θεοτόκου (τέλη 11ου αιώνα) (
Kalenderhane camii ),
θ) Το καθολικό της Μονής του Προδρόμου "εν τοις Στουδίου" ( Από
τον 16ο αιώνα İmrahor ή Mirahor camii ),
ι) Το καθολικό της Μονής Παντεπόπτου Σωτήρος Χριστού (11ος αιώνας) ( Eski
İmaret camii ),
ια) Το καθολικό της Μονής Αγίου Ανδρέου του εν τη Κρίσει ( Από 1489 Koca
Mustafa Paşa camii ή Sunbul Efendi camii ),
ιβ) Το καθολικό της Μονής Αγ. Θεοδοσίας, που κτίστηκε από τον Βασίλειο Α΄
(12ος αιώνας) ( Gül camii ),
ιγ) Το καθολικό της Μονής του Μανουήλ ( Από το 1629 Kefeli mesçidi ),
ιδ) Το καθολικό της Μονής κυρά Μάρθας ( Mustafa ή Çavus mesçidi ),
ιε) Το καθολικό της Μονής Τιμίου Προδρόμου εν Τρούλλω ( Από το 1590 Ahmet
Paşa camii ),
ις) Το Ναό του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος ( Vefa Kilise camii ή Molla
Gürani Camii ),
ιζ) Κάποια ίχνη της Μονής της Θεοτόκου Περιβλέπτου ( Sulu Manastır ) το χώρο της σήμερα καταλαμβάνει ο
αρμενικός Ναός του Αγ.Γεωργίου,
ιη) Το καθολικό αδιαγνώστου Μονής ( Kasim ağa camii ),
ιθ) Τη Μονή των Γαστρίων ( Sancaktar camii ),
κ) Τη Μονή Αγίου Γεωργίου Συκεώτου ( Mihramah camii ),
κα) Το Ναό της Θεοτόκου των Χαλκοπρατείων (Από το 1484 Asem ağa mesçidi
),
κβ) Τη Στήλη του Μ. Κωνσταντίνου ( Çemberli taş ), δέσποζε στο κέντρο του
Φόρουμ, ύψους 34,8 μ., πάνω στο οποίο στεκόταν το άγαλμα του Κωνσταντίνου ως
Απόλλωνα
κγ) Τη Στήλη των Γότθων ( Saray burnu Sütünü ), (Fortunae reduci ob
devictos Gothos = Η τύχη μας ξαναγύρισε χάρη στη νίκη επί των Γότθων.
Γρανιτένιος μονόλιθος ύψους 15 μ., που στην κορυφή του έχει ένα κορινθιακού
ρυθμού κιονόκρανο.
κδ) Τη Στήλη των όφεων ( Burnalı sütün ),
κε) Τον Οβελίσκο του Θεοδοσίου ( Dikili taş ),
κς) Τον Οβελίσκο Κολοσσό ( Őrme direk ),
κζ) Το Παλάτι του Πορφυρογέννητου ( Tekfur Sarayı ) (ερείπια),
κη) Το Παλάτι των Βλαχερνών ( Anemas Zındanları ) (ερείπια),
κθ) Το Ανάκτορο του Βουκολέοντος ( Bukoleon Sarayı ) (ερείπια),
λ) Τον «Μέγα Αγωγό» ή το Υδραγωγείο του Ουάλεντος ( Bozdoğan kemeri ),
που κατασκευάστηκε από τον αυτοκράτορα Ουάλη γύρω στο 375,
λα) Το Μίλιον (Miliarium Aureum) το Χρυσό Σταδιόμετρο-πύλη του Μ.
Κωνσταντίνου ως συμβολική αφετηρία και τέρμα όλων των δρόμων που οδηγούν στην
Κωνσταντινούπολη (ερείπια),
λβ) Τη Στήλη του Μαρκιανού (ερείπια) ( Kız taşı ),
λγ) Τα
διασωθέντα ορθόδοξα χριστιανικά προσκυνήματα και τους ορθόδοξους ναούς, που
έχουν σχέση με την Ιστορία της Ρωμηοσύνης και του Γένους μας καθώς και τα
Κοιμητήρια, που φυλάσσονται τα οστά των προγόνων του Γένους μας και
λδ) Τον 32
χλμ. μήκους Βόσπορο, που αξίζει να τον απολαύσουμε με κάποιο καραβάκι της
γραμμής.
Χρήστος Κ. Τσούβαλης *
Ἄρχων Οστιάριος του Οικουμενικού
Πατριαρχείου
* ( Το παρόν
επιμελήθηκε ο καταγόμενος από την Κοινότητα των Ταταούλων (Κουρτουλούς) της
Πόλης, Ἄρχων Οστιάριος του Οικουμενικού
Πατριαρχείου κ. Χρήστος Κ. Τσούβαλης και χρησιμοποίησε για το σκοπό αυτό
: α) το βιβλίο του Αριστείδη Πασαδαίου, «Η
Πόλη του Βοσπόρου». Έκδοση
Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών, Αθήναι 1981, β) το βιβλίο του John
Freely, Istanbul, The Imperial City,
1996, γ) το Ημερολόγιο του
Οικουμενικού Πατριαρχείου έτους 2010 και δ) τους ταξιδιωτικούς οδηγούς
των εφημερίδων «Η Καθημερινή»
και «Έθνος» )
ΠΗΓΗ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.