Η ψυχή ως αόρατο συστατικό
Είναι η ψυχή μια απρόσωπη δύναμη ζωής;
Μιχάλης Μαυροφοράκης
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του.
Ομιλία Νο 35
1. Ισχυρισμοί θνητοψυχιτών
2. Απόκρυψη εννοιών μιας πολυσήμαντης λέξης
3. Το ζεύγος "ψυχή και πνεύμα"
4. Το ανθρώπινο πνεύμα δεν είναι απρόσωπη δύναμη
5. Η διδασκαλία τής Αγίας Γραφής για τον χωρισμό ψυχής και σώματος
6. Κτητικά επίθετα για μια "απρόσωπη δύναμη";
7. Το σώμα ως προσωρινή ή μόνιμη κατοικία τής ψυχής, ρούχο και "πανωφόρι" της
Ομιλία Νο 35
(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 5-6-1992).
Αγαπητοί ακροατές χαίρετε!
Στη σημερινή εκπομπή θα μας απασχολήσει για μία ακόμα φορά το ζήτημα της ψυχής. Πιο συγκεκριμένα, θα επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας στις μαρτυρίες που περιέχονται στην Αγία Γραφή, σχετικά με το αόρατο συστατικό της ανθρώπινης ύπαρξης, που το λέμε ψυχή.
Ήδη και σε προηγούμενες εκπομπές, έχουμε αναφερθεί σε αυτό το θέμα, σήμερα όμως θα προσπαθήσουμε να αυξήσουμε τον όγκο των βιβλικών αποδείξεων, ότι η ψυχή του ανθρώπου, δεν είναι θνητή. Είναι είναι προσωπική, και όχι απρόσωπη δύναμη. Και βεβαίως, διαφέρει από τη βιολογική ζωή των ζώων.
Η μελέτη μας αυτή, εκτός από το ότι μας βοηθεί στην βαθύτερη κατανόηση των Χριστιανικών διδασκαλιών περί ψυχής, όπως εκφράζεται από τα κείμενα των Αγίων Γραφών, και των πατέρων και διδασκάλων της Εκκλησίας, ελπίζουμε ότι θα συνεισφέρει και στην ενημέρωση όσων έχουν πέσει θύματα αιρετικών διδασκαλιών, περί δήθεν θνητής και απρόσωπης ψυχής, και κατ’ επέκτασιν στην απαλλαγή τους απ’ αυτή την ειδωλολατρική και αντιχριστιανική κακοδοξία.
1. Ισχυρισμοί θνητοψυχιτών
Ας επαναλάβουμε όμως επιγραμματικά και σήμερα, ποια είναι τα θεμέλια «ούτως ειπείν», της κακοδοξίας, ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι όμοια με αυτή των ζώων, και κατά συνέπειαν θνητή και απρόσωπη. Έτσι, αφού τα έχουμε συνεχώς προ οφθαλμών, θα μπορέσουμε να επιφέρουμε στο καθένα καίρια πλήγματα, με τη βοήθεια των αγιογραφικών διδασκαλιών, ώστε τελικά να μη μείνει κανένα για να στηρίξει το οικοδόμημα της πλάνης, αλλά ολόκληρο να καταρριφθεί και να ισοπεδωθεί. Διότι άλλωστε είναι συνηθισμένο, η πλάνη να στηρίζεται στη σύγχυση και στην επιλεκτική φανέρωση ενός τμήματος μόνο της αλήθειας, έτσι ώστε να μπερδεύει τα θύματά της, που πολλές φορές είναι άνθρωποι που εκζητούν τον Θεό και την αλήθεια.
Οι βασικές λοιπόν αρχές, πάνω στις οποίες οι εμπνευστές της, στηρίζουν αυτή την κακοδοξία περί «θνητής ψυχής», είναι οι εξής:
1. Ισχυρίζονται ότι η λέξη: «ψυχή», δεν έχει καθόλου την έννοια του αόρατου συστατικού του ανθρώπου, αλλά απλώς του ατόμου, ή της απρόσωπης βιολογικής ζωής. Σαν μαρτυρία αυτού του ισχυρισμού, ας μας επιτρέψετε να διαβάσουμε από ένα δογματικό εγχειρίδιο των Μαρτύρων του Ιεχωβά, μιας θρησκευτικής οργάνωσης, γνωστής για την προώθηση αυτής, αλλά δυστυχώς και πολλών άλλων κακοδοξιών.
Διαβάζουμε λοιπόν ένα απόσπασμα, κάτω από το λήμμα: «ψυχή», του βιβλιαρίου: «Πώς να συζητάτε λογικά από τις Γραφές», εκδόσεως Μαρτύρων του Ιεχωβά, σελ. 434:
«Ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιείται η λέξη ψυχή στην Αγία Γραφή, δείχνει ότι η ψυχή είναι ένα άτομο, ή ένα ζώο, ή η ζωή την οποία απολαμβάνει ένα άτομο ή ένα ζώο. Για πολλούς όμως, σημαίνει το άυλο ή πνευματικό μέρος μιας ανθρώπινες ύπαρξης, που επιζεί όταν πεθάνει το ανθρώπινο σώμα. Για άλλους είναι η έννοια της ύπαρξης. Οι τελευταίες αυτές απόψεις όμως, δεν είναι διδασκαλίες της Αγίας Γραφής».
Σημειώνουμε, ότι το απόσπασμα που μόλις διαβάσαμε από το βιβλιάριο των Μαρτύρων του Ιεχωβά, είναι κάτω από τον τίτλο: «ορισμός». Είναι δηλαδή ο ορισμός της ψυχής, κατά τους Μάρτυρες του Ιεχωβά.
2. Απόκρυψη εννοιών μιας πολυσήμαντης λέξης
Σε προηγούμενες εκπομπές, κατόπιν εκτενέστατης μελέτης των κειμένων της Αγίας Γραφής, διαπιστώσαμε ότι ο όρος «ψυχή» είναι πολυσήμαντος. Μάλιστα, αναφέραμε πολλά παραδείγματα χωρίων, όπου η λέξη «ψυχή» έχει πολλές έννοιες, και κατονομάσαμε περισσότερες από 10 διαφορετικές, χωρίς βεβαίως να τις έχουμε κατονομάσει όλες. Όμως διαπιστώσαμε τελεσιδίκως, και χωρίς καμία αμφιβολία, ότι η λέξη ψυχή έχει όντως και την έννοια του αόρατου συστατικού του ανθρώπου, το οποίο ζωογονεί το σώμα, και όταν εξέρχεται, ο άνθρωπος πεθαίνει, ενώ όταν επιστρέφει, ο άνθρωπος ξαναζεί. Παρ’ όλα αυτά, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, όπως είδαμε, δεν διστάζουν να επιλέξουν από την πληθώρα των σημασιών της λέξης: «ψυχή», μόνο μία ή δύο, αδιαφορώντας όλες τις υπόλοιπες, που μάλιστα περιέχουν και σημαντικό τμήμα της Χριστιανικής διδασκαλίας. Όμως δεν περιορίζονται μόνο σε αυτό, αλλά όπως διαπιστώσατε, με θράσος και με ύφος αυθεντίας, διδάσκουν τους καλοπροαίρετα ευκολόπιστους οπαδούς τους, ότι η αγία Γραφή, περιορίζεται μόνο σε αυτές τις δύο σημασίες της λέξης «ψυχή», και σε καμία περίπτωση δεν απευθύνεται και σε άλλες, όπως η σημαντικότατη έννοια του αόρατου συστατικού του ανθρώπου.
Δεν θα επεκταθούμε περισσότερο όσον αφορά το σκέλος αυτό στη σημερινή εκπομπή, αν και θα μπορούσαμε να επεκτείνουμε τον ήδη μακρύ κατάλογο των σημασιών της λέξης: «ψυχή», και με άλλες που δεν έχουμε μέχρι τώρα αναφέρει.
Ας έρθουμε τώρα στη δεύτερη αρχή, στην οποία στηρίζεται η πλάνη περί θνητής ανθρώπινης ψυχής:
Ισχυρίζονται (σωστά), ότι η λέξη «πνεύμα», είναι ισοδύναμη με τη λέξη: «πνοή», και έχει πολλές σημασίες, με κοινό χαρακτηριστικό το «αόρατο» και την «κίνηση». Παραδέχονται επίσης, ότι είναι το στοιχείο εκείνο που κρατά στη ζωή τους ζωντανούς οργανισμούς Εν τούτοις, αρνούνται να παραδεχθούν τρεις σαφείς και ξεκάθαρες αλήθειες:
α. Ότι οι λέξεις «πνεύμα» ή «πνοή», χρησιμοποιούνται ισοδύναμα, ή εναλλακτικά με τη λέξη ψυχή, όταν αναφέρονται στο αόρατο στοιχείο που ζωογονεί τους ζωντανούς οργανισμούς, και ιδιαίτερα τον άνθρωπο.
β. Ότι προκειμένου για τους ανθρώπους, η ψυχή τους, ή ισοδύναμα το πνεύμα τους, είναι ο φορέας της προσωπικότητάς τους. Δηλαδή το πνεύμα, δεν είναι απλώς μια αόρατη, απρόσωπη κινητήρια δύναμη, όπως ο αέρας ή ο ηλεκτρισμός αλλά προσωπική και ενσυνείδητη. και
γ. Ότι η ψυχή, ή ισοδύναμα το πνεύμα των ανθρώπων, δεν διαλύεται όπως το σώμα, ή εξαφανίζεται κατά τον θάνατο, αλλά αντίθετα, επιβιώνει του βιολογικού θανάτου, και αναμένει την επανένωσή του με το σώμα, κατά τη γενική ανάσταση των νεκρών, στη Δευτέρα Παρουσία.
Λίγο ή πολύ, ελέγξαμε και αυτό το δεύτερο σκέλος αυτής της κακοδοξίας, προσκομίζοντας αρκετές αγιογραφικές μαρτυρίες, σε προηγούμενες εκπομπές. Και επειδή σαφώς και εκτενέστατα έχει καταδειχθεί ως τώρα, ότι οι λέξεις «πνεύμα» και «πνοή», ή, όπως αλλιώς αναφέρονται στην Αγία Γραφή ως «πνεύμα ζωής» και πνοή ζωής», είναι απολύτως ισοδύναμες και ισόκυρες και εναλλάξιμες με τη λέξη: «ψυχή», όταν προσδιορίζουν το αόρατο συστατικό του ανθρώπου, σήμερα θα ασχοληθούμε περισσότερο με αυτό το αόρατο συστατικό του ανθρώπου, ως προσωπικής ουσίας.
Δεν ήταν λίγα τα χωρία τα οποία έχουμε μέχρι τώρα αναφέρει, και που σαφώς προσδιορίζουν τον άνθρωπο ως σύνθετο, αποτελούμενο από δύο συστατικά: Το πρώτο είναι ορατό, υλικό, κατασκευασμένο από τα στοιχεία της γης, και κατά συνέπειαν σύνθετο. Αυτό δεν είναι άλλο από το ανθρώπινο σώμα. Και ως σύνθετο, όταν πάψει να ζωογονείται από τις δυνάμεις της ψυχής, ή αλλιώς του πνεύματος, όταν επέλθει ο βιολογικός θάνατος, τότε αποσυντίθεται εις τα εξ ων συνετέθη.
Το δεύτερο συστατικό, είναι ένα αόρατο, κτιστό, απλό ή ασύνθετο, προσωπικό και χάριτι Θεού αθάνατο συστατικό, που καλείται από τους ιερούς συγγραφείς της Βίβλου, και τους λοιπούς εκκλησιαστικούς συγγραφείς: «ψυχή», ή «πνεύμα», ή «πνοή ζωής». Όταν επέρχεται βίαιος χωρισμός αυτών των δύο συστατικών που αποτελούν τον άνθρωπο, τότε ο άνθρωπος πεθαίνει τον βιολογικό θάνατο. Και ο χωρισμός αυτός είναι βίαιος και αφύσικος, διότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο για να ζει, και όχι για να πεθαίνει. «Θεός θάνατον ουκ εποίησεν» (Σοφία Σολομώντος 1/α: 13). Εξ αιτίας όμως της πτώσεως προσετέθη, και η ισχύς του είναι τελείως προσωρινή. Έτσι ο βίαιος και αφύσικος χωρισμός της ψυχής, από το οικείο της σώμα, είναι προσωρινός. Και θα πάψει, όταν με την ανάσταση, η ψυχή θα ενωθεί με το ανακαινισμένο πλέον σώμα του ανθρώπου, το οποίο θα είναι πλέον άφθαρτο και αθάνατο.
3. Το ζεύγος "ψυχή και πνεύμα"
Έχουμε διαπιστώσει, ότι η Αγία Γραφή και ιδιαίτερα η Καινή Διαθήκη, στην οποία το φως της Θείας αποκαλύψεως λάμπει πιο πλούσιο, και οι βαθύτερες δογματικές αλήθειες παρουσιάζονται με πιο ξεκάθαρο και ευκρινή τρόπο, περιέχει αρκετά χωρία, στα οποία υπάρχει σαφής αναφορά στα δύο συστατικά του ανθρώπου, και μάλιστα υπό μορφή ζευγών. Έτσι, συνηθέστερα, τα δύο συστατικά του ανθρώπου αναφέρονται ως «ψυχή και σώμα», ή ως «σαρξ και πνεύμα». Ας δούμε λοιπόν μερικά από τα ζεύγη αυτά των δύο συστατικών του ανθρώπου και στη συνέχεια θα εισχωρήσουμε περισσότερο στη σχέση μεταξύ τους, ιδιαίτερα όμως της ψυχής.
Ο Χριστός παρότρυνε τους μαθητές του: «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθετε εις πειρασμόν. Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής» (Ματθαίος 26/κστ: 41 και Μάρκος 14/ιδ: 38). Παρατηρούμε ότι ο άνθρωπος αποτελείται από «πνεύμα και σάρκα», και μάλιστα το πνεύμα, (ή αλλιώς η ψυχή, δηλαδή το αόρατο συστατικό του ανθρώπου, κάθε άλλο παρά απρόσωπη δύναμη χαρακτηρίζεται. Αντίθετα, ο Χριστός το χαρακτηρίζει ως «πρόθυμο», δηλαδή το παρουσιάζει ως την έδρα της βουλητικής ικανότητος του ανθρώπου, ενώ αντίθετα το σώμα το χαρακτηρίζει ως ασθενές, υποδηλώνοντας ότι σε αυτή την πτωτική κατάσταση, είναι ανίσχυρο να παρακολουθήσει και να υπακούσει στις επιταγές του πνεύματος. «Ταύτας ουν έχοντες τας επαγγελίας, αγαπητοί, ας καθαρίσωμεν εαυτούς, από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, επιτελούντες αγιοσύνην εν φόβω Θεού». (Β΄ Κορινθίους 7/ζ: 1). Και εδώ είναι εμφανές το ζεύγος των συστατικών του ανθρώπου, δηλαδή «η σαρξ και το πνεύμα». Είναι επίσης φανερό, ότι το πνεύμα, δεν μπορεί να είναι απρόσωπη δύναμη όπως ο ηλεκτρισμός, διότι τότε ούτε θα μολυνόταν ηθικά, ούτε θα καθαγιαζόταν.
Ο απόστολος Παύλος, έλεγε στους Κολοσσαείς: «Ει γαρ και τη σαρκί άπειμι, αλλά τω πνεύματι συν υμίν ημί, χαίρων και βλέπων ημών την τάξιν, και το στερέωμα της εις Χριστόν πίστεως υμών» (Κολοσσαείς 2/β: 5). Δηλαδή τους λέει ότι: «αν και με τη σάρκα είμαι απών, με το πνεύμα είμαι μαζί σας, και σας βλέπω και χαίρομαι».
Παρατηρούμε, ότι και πάλι εδώ, είναι σαφή τα δύο συστατικά του ανθρώπου. Το πνεύμα που είναι όρατο, και ευκίνητο, και δεν περιορίζεται σε έναν τόπο, και το σώμα, που είναι υλικό και ορατό, και βρίσκεται πάντοτε σε συγκεκριμένο τόπο. Μάλιστα, το πνεύμα και εδώ, έχει προσωπικές ιδιότητες. Γιατί ο απόστολος λέει ότι με το πνεύμα του, αφ’ ενός τους έβλεπε, καθότι αυτό ήταν ενωμένο με το Άγιο Πνεύμα, και έτσι ήταν προικισμένο με το διορατικό χάρισμα, και αφ’ ετέρου το πνεύμα του έχαιρε, κάτι που ποτέ δεν λέγεται για απρόσωπη δύναμη όπως ο ηλεκτρισμός. Χαίρει, μόνο όποιος έχει προσωπική αυτοσυνειδησία.
4. Το ανθρώπινο πνεύμα δεν είναι απρόσωπη δύναμη
Ακριβώς με παρόμοιο τρόπο εκφράζεται και στο Α΄ Κορινθίους 5/ε: 3-5, το οποίο είναι πολύ σημαντικό χωρίο. Αν και το αναλύσαμε σε προηγούμενη εκπομπή, εδώ απλώς το παραθέτουμε, ενώ θα επανέλθουμε στο μέλλον και πάλι, για να δούμε και άλλες πτυχές και προεκτάσεις του.
«Εγώ μεν γαρ, απών τω σώματι, παρών δε το πνεύματι», (δηλαδή απών με το σώμα μου, παρών όμως με το πνεύμα μου), «ήδη κέκρικα ως παρών τον ούτως τούτω κατεργασάμενον. Εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού, συναχθέντων υμών και του εμού πνεύματος, συν τη δυνάμει του Κυρίου Ιησού, παραδούναι τον τοιούτον τω Σατανά, εις όλεθρον της σαρκός, ίνα το πνεύμα σωθεί εν τη ημέρα του Κυρίου». Πάλι εμφανίζεται ο απόστολος αλλά και ο αμαρτήσας, ως σύνθετοι, συνιστάμενοι από «πνεύμα και σώμα», ή ισοδύναμα από «πνεύμα και σάρκα». Μάλιστα η σάρκα, στην κατάσταση αυτή της πτώσεως, παιδεύεται, ή ασκείται, ούτως ώστε το πνεύμα να σωθεί, και να μην πεθάνει τον δεύτερο θάνατο, δηλαδή τον μόνιμο και αιώνιο χωρισμό από τον Θεό, την πηγή της ζωής. Πιο αναλυτικά όμως πάνω σε αυτό, θα κάνουμε λόγο σε άλλη εκπομπή, αν ο Κύριος επιτρέψει.
Αξίζει να παρατηρήσουμε στο χωρίο αυτό, πριν προχωρήσουμε, ότι το πνεύμα του αποστόλου αποφασίζει δια της δυνάμεως του Χριστού, να παραδώσει τον βαρέως αμαρτήσαντα, να τον παιδεύσει ο Σατανάς. Επομένως το πνεύμα του Παύλου εκδηλώνει και κρίση, και μάλιστα επιτελεί και μία από τις μέγιστες εξουσίες που παραχώρησε ο Χριστός στους αποστόλους, λέγοντας: «Αμήν λέω ημίν: Όσα εάν δήσητε επί της γης, έσται δεδεμένα εν ουρανώ. Και όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα εν ουρανώ» (Ματθαίος 18/ιη: 18).
Είναι λοιπόν φανερό, ότι το πνεύμα του ανθρώπου, κάθε άλλο παρά απρόσωπη δύναμη είναι. Ο ίδιος απόστολος, κάπου αλλού λέει: «Ο σπείρων εις την σάρκα αυτού, εκ της σαρκός θερίσει φθοράν. Ο δε σπείρων εις το πνεύμα, εκ του πνεύματος θερίσει ζωήν αιώνιον» (Γαλάτας 6/στ: 8). Πώς μπορεί κανείς να σπείρει, δηλαδή να εργάζεται και να καλλιεργεί, ή αλλιώς να βελτιώνει το πνεύμα του, αν αυτό είναι απρόσωπο, και χάνεται με τον βιολογικό θάνατο; Τι βελτίωση μπορεί να επιφέρει στον ηλεκτρισμό επί παραδείγματι; Όταν όμως αυτό είναι προσωπικό και ενσυνείδητο, και επιβιώνει του θανάτου, έχει κάθε λόγο να το καλλιεργεί και να ενδιαφέρεται γι’ αυτό.
Πάλι για το ζεύγος των συστατικών που αποτελούν τον άνθρωπο, διαβάζουμε στην Α΄ Κορινθίους 7/ζ: 34: «Η γυνή η άγαμος και η παρθένος, μεριμνά τα του Κυρίου, ίνα ή αγία, και τω σώματι και τω πνεύματι». Είναι φανερό και εδώ, ότι μια απρόσωπη δύναμη δεν έχει ηθική ώστε να επιτελεί αγιοσύνη. Ταυτόχρονα ας προσέξουμε για μία ακόμα φορά, το ζεύγος «σώμα και πνεύμα».
Άλλη μια μαρτυρία της Αγίας Γραφής για το ζεύγος συστατικών του ανθρώπου, είναι και το χωρίο: Ιακώβου 2/β: 26: «Ώσπερ γαρ το σώμα χωρίς πνεύματος νεκρόν εστίν, ούτως και η πίστις χωρίς έργων νεκρά εστί». Πάλι και εδώ, είναι φανερό ότι σώμα και πνεύμα μαζί, αποτελούν τον άνθρωπο, και μάλιστα το πνεύμα ζωογονεί το σώμα.
5. Η διδασκαλία τής Αγίας Γραφής για τον χωρισμό ψυχής και σώματος
Ας δούμε όμως αυτά τα δύο συστατικά του ανθρώπου, πώς αναφέρονται στην περίπτωση του Χριστού, όταν πέθανε στον σταυρό και ετάφη. Όταν χωρίσθηκαν μεταξύ τους, τι απέγιναν;
Διαβάζουμε από τις Πράξεις 2/β: 26,27 και 31, όπου ο απόστολος Πέτρος, κατ’ αρχήν παραθέτοντας από τον Ψαλμό 15/ιε: 8-11, εφάρμοσε στη συνέχεια τα προφητικά λόγια του Ψαλμού στον Χριστό. Διαβάζουμε: «Δια τούτο, ηυφράνθη η καρδία μου, και αγαλιάσατο η γλώσσα μου, έτι δε και η σαρξ μου κατασκηνώσει επ’ ελπίδι, ότι ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις Άδην, ουδέ δώσεις τον όσιόν σου να ιδείν διαφθοράν. Προϊδών ελάλησεν ο πατριάρχης Δαυίδ, περί της αναστάσεως του Χριστού, ότι ούτε εγκατελήφθη εις Άδην, ούτε η σαρξ αυτού είδε διαφθοράν». Στο χωρίο αυτό, και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις αντιστοιχίσεις που κάνει ο απόστολος Πέτρος, ανάμεσα στην προφητεία και στην εφαρμογή της στον Ιησού Χριστό, έχουμε να κάνουμε τις εξής σημαντικές παρατηρήσεις:
1ον: Σημειώνουμε και εδώ το ζεύγος «σαρξ και ψυχή», σαν τα συστατικά της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού.
2ον: Η σαρξ του Χριστού, κατασκήνωσε «επ’ ελπίδι». Πού; Φυσικά μέσα στον τάφο. Γιατί κατασκηνώνει κάποιος ΜΕΣΑ σε κάτι. Με ποια ελπίδα κατασκήνωσε στον τάφο; Προφανώς με την ελπίδα της αναστάσεως.
3ον: Δεν ακολούθησε η σαρξ του Χριστού την κοινή για όλους τους απογόνους του Αδάμ πορεία της αποσύνθεσής της, και της διάλυσής της στον τάφο, αλλά «δεν είδε διαφθορά».
4ον: Όταν χωρίσθηκε η ψυχή του από το σώμα του, ως ανθρώπου, δεν εξαφανίσθηκε, ούτε εκμηδενίσθηκε, αλλά πήγε στον Άδη. Μάλιστα μας λέει ότι δεν εγκαταλείφθηκε για πολύ εκεί, αλλά μετά από τρεις μέρες, ξαναενώθηκε με το αδιάφθορο σώμα, που βρισκόταν στον τάφο, κι έτσι το σώμα αναστήθηκε.
Εάν μας δοθεί η δυνατότης, θα μιλήσουμε σε προσεχή εκπομπή περί Άδου, άλλης μιας παρεξηγημένης και κακοερμηνευμένης λέξης της Αγίας Γραφής.
6. Κτητικά επίθετα για μια "απρόσωπη δύναμη";
Συμπερασματικά λοιπόν αναφέρουμε, ότι ο άνθρωπος αποτελείται από δύο συστατικά, την ψυχή και το σώμα. Το μεν σώμα, όταν αποχωρισθεί από αυτό η ψυχή, αποσυντίθεται, διαλύεται, (με μοναδική εξαίρεση το σώμα του Χριστού), η δε ψυχή, δεν εξαφανίζεται, ούτε εκμηδενίζεται, αλλά περιμένει να ξαναενωθεί με το σώμα. Και εάν μεν ήταν απρόσωπη δύναμη, όπως ο ηλεκτρισμός, τότε δεν έχει ταυτότητα, και επομένως χάνεται και διαλύεται. Διότι, αν η ψυχή ζωοποιεί το σώμα, όπως ο ηλεκτρισμός κάνει τη λάμπα να φωτίζει, ο θάνατος μπορεί να παραβληθεί με το κλείσιμο του διακόπτη, οπότε παύει να διαρρέει την λάμπα ηλεκτρική ενέργεια. Όταν ανοίξουμε τον διακόπτη, η λάμπα ξανα-ανάβει, αλλά αυτή τη φορά η ηλεκτρική ενέργεια δεν είναι η ίδια με αυτή που τη διέρρεε και που την έκανε να ανάβει προηγουμένως. Αντίθετα, η Αγία Γραφή είναι σαφής και κατηγορηματική, ότι η ψυχή είναι προσωπική, τοποθετώντας πάντοτε κτητική αντωνυμία δίπλα της. Έτσι, λέγει περί αναστάσεων, ότι «η ψυχή αυτού επέστρεψε εις αυτόν», ή «το πνεύμα αυτής επανήλθεν» (Α΄ Βασιλέων 17/ιζ: 17, 21, Πράξεις 20/κ: 10, Λουκάς 8/η: 45, κλπ).
Και στην περίπτωση του Χριστού, που μόλις διαβάσαμε, λέει: «ουκ εγκαταλείψεις την ψυχή ΜΟΥ εις Άδην», δηλαδή τη συγκεκριμένη ψυχή. Σίγουρα, δεν θα αναφερόταν κατ’ αυτόν τον τρόπο, αν η ψυχή έμοιαζε με τον ηλεκτρισμό, ή ακόμα και με τον αέρα που αναπνέουμε. Διότι ο αέρας που αναπνέουμε, μας κρατά στη ζωή. Κανείς όμως δεν θα έλεγε σε περίπτωση αναστάσεως, (ούτε βεβαίως και η Αγία Γραφή λέγει), ότι ο αέρας ΤΟΥ, επανήλθε, και επέστρεψε σ’ αυτόν. Θα ήταν μεγάλος παραλογισμός, και λεκτικό σφάλμα.
Ας προσκομίσουμε όμως και άλλες μαρτυρίες από την Αγία Γραφή, έτσι ώστε να βοηθηθούν, να πεισθούν, ακόμα και εκείνοι στους οποίους οι διδασκαλίες της πλάνης έχουν δημιουργήσει ισχυρή προκατάληψη εναντίον της αλήθειας, ότι η ψυχή, ή ισοδύναμα το πνεύμα, ως αόρατο στοιχείο του ανθρώπου, είναι προσωπικό και ενσυνείδητο, και όχι απρόσωπο. Μια ωραιοτάτη εκκλησιαστική ευχή, που αποτελεί και χαιρετισμό, είναι η εξής: «Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μετά του Πνεύματος υμών». Με αυτή την ευχή του αποστόλου Παύλου, κλείνουν και οι επιστολές προς Γαλάτας και προς Φιλήμονα. (Γαλάτας 6/στ: 18 και Φιλήμονα 25). Και εδώ, το πνεύμα, συνοδεύεται από το «ημών». Δηλαδή όχι γενικά και αόριστα, «το πνεύμα», αλλά «το πνεύμα ΣΑΣ». Άλλωστε, τι νόημα θα είχε αυτή η ευχή, «η χάρις του Κυρίου να ήταν μαζί με τους πνεύμα τους», αν το πνεύμα ήταν απρόσωπο, και κοινό για όλους τους ανθρώπους, αλλά και για τα ζώα; Κανένα απολύτως!
Ο Πρωτομάρτυς Στέφανος, όταν ξεψυχούσε, ύστερα από λιθοβολισμό, παρακαλούσε τον Χριστό: «Κύριε Ιησού, δέξαι το πνεύμα μου». Τι νόημα είχε, να ζητάει ο Στέφανος, να δεχθεί ο Κύριος το πνεύμα του, το συγκεκριμένο πνεύμα, αν αυτή ήταν μια απρόσωπη, και κοινή σε όλους και σε όλα δύναμη, όπως ο ηλεκτρισμός και ο αέρας; Μόνο παραλογισμός θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί.
Ο απόστολος Παύλος, λέει στην προς Ρωμαίους 8/η: 16: «Αυτό το Πνεύμα, (δηλαδή το Άγιο Πνεύμα), συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών, ότι εσμέν τέκνα Θεού». Εδώ αναφέρονται δύο πνεύματα: Το άγιο Πνεύμα, και το πνεύμα του κάθε Χριστιανού. Και μάλιστα το καθένα πνεύμα, μαρτυρεί ότι οι Χριστιανοί είναι τέκνα Θεού. Είναι ποτέ δυνατόν, να δίνει μαρτυρία απρόσωπη δύναμη; Ποτέ! Μόνο φύση με προσωπικότητα και αυτοσυνειδησία μπορεί να μαρτυρεί για κάτι.
Όσο για την αυτοσυνειδησία του πνεύματος του ανθρώπου, τη διδάσκει καθαρά η Αγία Γραφή, στην Α΄ Κορινθίους 2/β: 11: «τις γαρ οίδεν ανθρώπων, (διότι ποιος από τους ανθρώπους γνωρίζει), τα του ανθρώπου, ει μη το πνεύμα του ανθρώπου το εν αυτώ;» Το πνεύμα λοιπόν του ανθρώπου, που είναι το αόρατο συστατικό του, και βρίσκεται μέσα του, αυτό γνωρίζει τους κρυφούς λογισμούς, και τις σκέψεις, και τα μυστήρια που ο άνθρωπος έχει στην καρδιά του, και κανείς άλλος άνθρωπος. Μα αυτό δεν αποδεικνύει, ότι όχι μόνον έχει αυτοσυνειδησία, αλλά είναι και το κέντρο και ο φορέας της προσωπικότητας του ανθρώπου; Πώς λοιπόν είναι απρόσωπη δύναμη, και κοινή σε όλους; Ο ηλεκτρισμός, γνωρίζει τίποτα από το σώμα που βρίσκεται, αν για παράδειγμα, είναι λάμπα ή ραδιόφωνο; Ή ο αέρας, γνωρίζει αν ευρίσκεται μέσα σε άνθρωπο, ζώο ή φυτό; Πολλώ μάλλον, δε μπορεί να γνωρίζει τις κρυφές σκέψεις του ανθρώπου.
Αυτού του είδους λοιπόν οι κακοδοξίες περί ψυχής, δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ειδωλολατρικές φιλοσοφίες, και κενές απάτες, όπως τις χαρακτηρίζει ο απόστολος Παύλος, δια των οποίων μπορούν να καταδουλωθούν οι πιστοί στην πλάνη (Κολοσσαείς 2/β: 8).
7. Το σώμα ως προσωρινή ή μόνιμη κατοικία τής ψυχής, ρούχο και "πανωφόρι" της
Ας εξετάσουμε στο χρόνο που μας απομένει, μια άλλη όψη αυτού του θέματος, και μια διαφορετική κατηγορία αποδείξεων, ότι το αόρατο συστατικό του ανθρώπου, υπάρχει και είναι προσωπικό. Μάλιστα δε, επιβιώνει του προσωπικού θανάτου, και δεν εξαφανίζεται ούτε φθείρεται όπως το σώμα.
Στο βιβλίο του Ιώβ στοίχο 14/ιδ: 22, (κατά το Μασοριτικό κείμενο), λέγει το εξής: «Μόνον η σαρξ αυτού επ’ αυτού θέλει πονεί, και η ψυχή αυτού εν αυτώ, θέλει πενθεί». Κατ’ αρχήν, παρατηρούμε και εδώ τα δύο συστατικά του ανθρώπου: Αφ’ ενός μεν τη σάρκα του, και αφ’ ετέρου την ψυχή του.
Ας προσέξουμε όμως λίγο περισσότερο τη σύνταξη. Ο άνθρωπος αναφέρεται ως «αυτός», και τα δύο συστατικά του αναφέρονται ως «η σαρξ αυτού επ’ αυτού», και «η ψυχή αυτού εν αυτώ». Χρησιμοποιεί δηλαδή την πρόθεση «επί» για την σάρκα, και την πρόθεση «εν», για την ψυχή. Με απλούστερα λόγια, λέγει: «Η σάρκα του πάνω του, και η ψυχή του μέσα του» Πώς η σάρκα αναφέρεται ότι είναι «πάνω» στον άνθρωπο, και η ψυχή «μέσα του»; φανερά δε, τίποτα από τα δύο δεν είναι ο όλος άνθρωπος, αλλά και τα δύο μαζί. Τα άραγε να εννοεί αυτό το καταπληκτικό χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης;
Είναι γνωστό ότι στη γριφώδη και συνεσκιασμένη γλώσσα της Παλαιάς Διαθήκης, έριξε άπλετο φως η Καινή Διαθήκη. Διότι το κάλυμμα της Παλαιάς Διαθήκης, εν Χριστώ καταργείται. (Β΄ Κορινθίους 3/γ: 14). Πράγματι, υπάρχουν αρκετά παρόμοια χωρία στην Καινή Διαθήκη, που φωτίζουν τον γρίφο.
Εμείς όμως, ας αρχίσουμε με το Β΄ Κορινθίους 5/ε: 1-10: «Οίδαμεν γαρ, (γνωρίζουμε), ότι εάν η επίγειος ημών οικία του σκήνους καταλυθή, οικοδομήν εκ Θεού έχομεν, οικίαν αχειροποίητον αιώνιον εν τοις ουρανοίς. 2 και γαρ εν τούτω στενάζομεν, το οικητήριον ημών το εξ ουρανού επενδύσασθαι επιποθούντες, 3 ει γε και ενδυσάμενοι ου γυμνοί ευρεθησόμεθα. 4 και γαρ οι όντες εν τω σκήνει στενάζομεν, βαρούμενοι εφ' ω ου θέλομεν εκδύσασθαι, αλλ’ επενδύσασθαι, ίνα καταποθή το θνητόν υπό της ζωής. 5 ο δε κατεργασάμενος ημάς εις αυτό τούτο Θεός, ο και δούς ημίν τον αρραβώνα του Πνεύματος. 6 Θαρρούντες ουν πάντοτε και ειδότες ότι ενδημούντες εν τω σώματι εκδημούμεν από του Κυρίου· 7 δια πίστεως γαρ περιπατούμεν, ου δια είδους· (και όχι δηλαδή με τη σωματική όραση) 8 θαρρούμεν δε και ευδοκούμεν μάλλον εκδημήσαι εκ του σώματος και ενδημήσαι προς τον Κύριον. 9 διο και φιλοτιμούμεθα, είτε ενδημούντες (εννοείται στο σώμα αυτό), είτε εκδημούντες, ευάρεστοι αυτώ είναι. (Να είμαστε ευάρεστοι στον Κύριο). 10 τους γαρ πάντας ημάς φανερωθήναι δει (πρέπει να φανερωθούμε όλοι), έμπροσθεν του (δικαστικού) βήματος του Χριστού, ίνα κομίσηται έκαστος τα δια του σώματος προς α έπραξεν, είτε αγαθόν είτε κακόν».
Πράγματι, αυτό το χωρίο είναι καταλυτικό, και αποκαλυπτικότατο για τη μελέτη μας περί της ψυχής του ανθρώπου. Χονδρικά, μας λέγει ο απόστολος, ότι ο άνθρωπος, αποτελείται από δύο συστατικά: Το πρώτο είναι το σώμα, που το ονομάζει απλώς «οικία», ή «σκήνος», ή «επένδυμα», δηλαδή «επανωφόρι».
Το δεύτερο συστατικό του ανθρώπου, είναι κατά τον απόστολο και το ουσιαστικότερο. Γιατί σ’ αυτό τοποθετεί την έδρα του «εγώ» και της συνειδητότητας. Αυτό άλλωστε είναι εκείνο που φεύγει, που αναχωρεί, που εκδημεί προς τον Κύριο, κατά τη στιγμή του βιολογικού θανάτου.
Είναι σαφής λοιπόν ο απόστολος, όσον αφορά τη σχέση των δύο αυτών συστατικών.
Το πρώτο, δηλαδή το σώμα, αποτελεί το κατοικητήριο, το «σκήνος», ή αλλιώς «τη σκηνή», το σπίτι, του δευτέρου, που αλλού όπως είδαμε στην Αγία Γραφή, ονομάζεται «πνεύμα» ή «ψυχή». Παράλληλα, είναι και το όργανο, δια του οποίου εκφράζει τις ενέργειές της η ψυχή. Τα αγαθά ή τα φαύλα, πράττονται δια του σώματος, ως μέσου, ή οργάνου, κατά τον απόστολο.
Έτσι λοιπόν, καταλαβαίνουμε ότι η ψυχή, ή ισοδύναμα το πνεύμα, όχι μόνο δεν είναι απρόσωπη και θνητή, αλλά είναι το κυρίως συστατικό του ανθρώπου, με προσωπικότητα και συνειδητότητα. Και μάλιστα, όταν απεκδύεται το σώμα, δεν πεθαίνει μαζί μ’ αυτό, αλλά αντίθετα επιβιώνει και αναχωρεί προς τον Κύριο. Μάλιστα, αυτό είναι και η ευδοκία της, δηλαδή να «εκδημήσει» από το σώμα, και να εκδημήσει προς τον Κύριο.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, εξετάζοντας το χωρίο αυτό, στίχο προς στίχο:
Λέει λοιπόν ο απόστολος, ότι «εάν η επίγειος ημών οικία του σκήνους καταλυθή, οικοδομήν εκ Θεού έχομεν, οικίαν αχειροποίητον αιώνιον εν τοις ουρανοίς. Δηλαδή, αναφερόμενος στο σώμα, το ονομάζει «οικία», και «σκήνος», και «οικοδομή». Ο κυρίως λοιπόν άνθρωπος, δεν είναι το σώμα του, αλλά αντίθετα, «κατοικεί» μέσα στο σώμα του. Γιατί κάποιος, απλώς κατοικεί μέσα στο σπίτι του, και δεν είναι ο ίδιος το σπίτι. Επιπρόσθετα, το παρόν φθαρτό σώμα, το ονομάζει «επίγειο οικία», και σ’ αυτό αντιπαραθέτει το νέο, ένδοξο και άφθαρτο σώμα, που είναι εκ Θεού, αχειροποίητο και ουράνιο. Δηλαδή ο κυρίως άνθρωπος, ή αλλιώς η ψυχή του ανθρώπου, αποθέτει με τον θάνατο αυτή την φθαρτή κατοικία, και αναμένει μια νέα, άφθαρτη και αιώνια. Η ψυχή λοιπόν δεν φθείρεται, όπως το παρόν σώμα μέσα στο οποίο κατοικεί, ούτε αλλάζει, όπως το σώμα. Διότι απλούστατα δεν πεθαίνει κατά τον βιολογικό θάνατο. Η ίδια, δηλαδή ο ίδιος κάτοικος, φεύγει από το ένα φθαρτό σπίτι, και εγκαθίσταται σε ένα καινούργιο, ωραιότερο και καλύτερο.
Και συνεχίζει ο απόστολος: «και γαρ εν τούτω στενάζομεν, το οικητήριον ημών το εξ ουρανού επενδύσασθαι επιποθούντες». Λέγει λοιπόν, ότι γι’ αυτό στενάζουμε, όσο φοράμε αυτό το επίγειο και φθαρτό σκήνωμα, επειδή έχουμε σφοδρά επιθυμία, να ντυθούμε, να επενδυθούμε, δηλαδή να φορέσουμε από πάνω, το οικητήριο το εξ ουρανού, τουτέστιν το ουράνιο, άφθαρτο σώμα. Ας προσέξουμε εδώ, όπως τονίζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ότι τούτο το φθαρτό σώμα, το ονομάζει «σκήνος», δηλαδή σκηνή. Ενώ το άφθαρτο δεν το αποκαλεί έτσι, αλλά οικοδομή και οικητήριο, που δεν καταλύεται εύκολα. «Η μεν γαρ σκηνή, καταλύεται ραδίως, (δηλαδή εύκολα), εκείνο δε, (δηλαδή το οικητήριον), μένει διηνεκώς».
Ταυτόχρονα ο απόστολος τους λέγει, ότι αν βέβαια ντυθούν το άφθαρτο σώμα, δεν θα ευρεθούν γυμνοί. Και στη συνέχεια τους λέγει: «και γαρ οι όντες εν τω σκήνει στενάζομεν, βαρούμενοι εφ' ω ου θέλομεν εκδύσασθαι, αλλ’ επενδύσασθαι, ίνα καταποθή το θνητόν υπό της ζωής». Με άλλα λόγια, τους λέγει ότι, εμείς, όσοι είμαστε στο σώμα αυτό το φθαρτό, που μοιάζει με σκηνή, στενάζουμε από το βάρος, όχι γιατί θέλουμε να εκδυθούμε αυτό το σώμα, αλλά διότι θέλουμε να ενδυθούμε πάνω μας, το ουράνιο και άφθαρτο σώμα, και έτσι να καταποθεί η θνητότης του παρόντος σώματος, από τη ζωή και την αφθαρσία του άλλου.
Συνεχώς, όπως παρατηρούμε, ο λόγος του αποστόλου περιστρέφεται γύρω από το σώμα. Το φθαρτό τούτο, ή το άφθαρτο το εξ’ ουρανού. Πάντοτε όμως, όποιο σώμα και να είναι, αναφέρεται σαν σκηνή και κατοικητήριο, ή επένδυμα, δηλαδή πανωφόρι, το οποίο φοράει, ή αποθέτει, ο κυρίως άνθρωπος, δηλαδή το συστατικό του ανθρώπου, που είναι η έδρα του «εγώ», της βουλήσεως, της συνειδητότητος, και γενικά της όλης προσωπικότητος. Και αυτό το συστατικό, αλλού στην Αγία Γραφή, ονομάζεται «πνεύμα», ή «ψυχή».
Η ψυχή λοιπόν ντύνεται και γδύνεται το σώμα, το οποίο, αν είναι φθαρτό, διαλύεται και εξαφανίζεται. Η ίδια όμως, όχι μόνο δεν διαλύεται ή εξαφανίζεται, αλλά αντίθετα, προκειμένου για Χριστιανούς, ενδημεί προς τον Κύριο, και περιμένει το καινούργιο της, άφθαρτο και ένδοξο σώμα, ως νέο, έντιμο και πολύτιμο επένδυμα.
Το θέμα αυτό, θα το συνεχίσουμε στην επόμενη εκπομπή. Χαίρετε και ο Θεός μαζί μας.
Απομαγνητοφώνηση: Ν. Μ.
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΟΜΑΔΑ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.