ΙΩΑΝΝΗΣ O ΘΕΟΛΟΓΟΣ Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ ΒΡΟΝΤΗΣ
ΣΩΤΟΥ ΧΟΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ
ΚΑΝΩΝ ΠΟΙΗΜΑ Γ. ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
«ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΓΗ ’Αθήνα
Oi κοσμικοί
άνθρωποι θαυμάζουν καί έξυμνούν κοσμικά πρόσωπα: επιστήμονας, οι οποίοι δεν
ηννόσαν ποιος εδωκε νουν και επιστήμην, και οτι το απεχέχσθαι άπό κακών εϊνε έπιστήμη, ή
σπουδαιοτέρα επιστήμη· φιλοσόφους, οί όποιοι ούδέν μεταφυσικόν πρόβλημα
έπέλυσαν, άλλά συνεχώς δημιουργούν καί συσσωρεύουν πλάνας, όπως ίδιος αύτών
προφήτης είπε λογοτέχνας μέ κακότεχνον ψυχήν, οί οποίοι
έξωραΐζουν άσχημίας· ποιητάς, οί όποιοι άγνοοΰν τόν Ποιητήν
τοΰ Σύμπαντος καί γενεσιουργόν τοΰ κάλλους, καί έξυμνοϋν τά κτίσματα παρά
τόν Κτίστην, καί πολλάκις ματαιότητας καί αθλιότητας- κοινωνικούς έπαναστάτας
καί μεταρρυθμιστής, οί όποιοι δέν κατέστειλαν τάς έπαναστάσεις τών παθών
των καί δέν μετερρύθμισαν τούς έαυτούς των, έπαγγέλλονται παραδείσους καί
δημιουργούν κολάσεις πολιτικούς, άνδρας πονηρούς καί γόητας, δημαγωγούς
άδιστάκτους, πλανώντας τούς λαούς, άλλά καί πλανωμένους οίκτρώς· έμπορους
καί πλουσίους, οί όποιοι άγνοοΰν τόν πλοΰτον τής άγάπης καί φιλανθρωπίας
καί καταπατούν τήν δικαιοσύνην ήθοποιούς, οί όποιοι παίζουν θέατρον καί από
σκηνής και έκ τοΰ φυσικού, καί διά των αισχρών των έργων καί παραδειγμάτων
διαφθείρονται καί διαφθείρουν τούς λαούς τραγουδιστός, οί όποιοι
τραγουδούν τήν αμαρτίαν καί αυτόν τόν Σατανάν, καί δαιμονίζονται καί
δαιμονίζουν, ιδίως τήν νεότητα- ποδοσφαιριστάς, οί όποιοι γνωρίζουν νά
λακτίζουν τήν μπάλλαν, καί των οποίων
ό νούς άπό
τήν κεφαλήν κατέβη είς τούς πόδας.....
Οί κοσμικοί
θαυμάζουν καί έξυμνούν κοσμικούς. Οί πνευματικοί θαυμάζουν καί έξυμνούν
πνευματικούς, καί μάλιστα άγιους. Οί άγιοι, αυτοί εϊνε οί όντως θαυμαστοί
καί ύπερθαύμαστοι άνθρωποι, διότι αυτοί μέ τον τιτάνιον πνευματικόν αγώνα των
και με την χαριν, την όποιαν δίδει ό,Θεός είς τούς αγωνιστάς,
κατόρθωσαν νά υψωθούν ύπεράνω των χαμαιζήλων, ύπεράνω των μικρών καί
μηδαμινών πραγμάτων, τά όποια ηλεκτρίζουν καί μαγνητίζουν τούς πολλούς,
κατόρθωσαν προπάντων νά ύπερβοΰν τούς έαυτούς των, καί νά τοποθετηθούν είς τό
νοητόν στερέωμα, όθεν σελαγίζουν καί μαρμαίρουν ώς νοητοί άστέρες.
Εκείνοι, τούς όποιους ό κόσμος ονομάζει άστέρας, ένώ στερούνται τοΰ
φωτός τής πίστεως καί εύσεβείας, κατά τόν άδελφόθεον Απόστολον εϊνε
«άστέρες πλανήται, οίς ό ζόφος τοΰ σκότους είς τόν αιώνα τετήρηται» (Ίουδ. 13),
σκοτεινοί δηλαδή άστέρες μέ παντοτινόν τό ζοφερόν σκότος. ’Όντως άστέρες,
πολύφωτοι καί άκτινοβόλοι, εϊνε οί άγιοι. Ό, τι καί άν έπιτύχη τις, ό,π
καί άν γίνη τις κατά τό βραχύ τούτο διάστημα τής έπιγείου ζωής, όπως
άποδει-κνύουν τά νεκροταφεία, εϊνε μικρόν καί μάταιον. Μόνον τό νά μετάσχη τίς
άγιωσύνης καί αιωνίου δόξης καί ευδαιμονίας εϊνε μέγα καί άληθώς
άξιοζήλευτον καί άξιον παντός άγώνος καί πάσης θυσίας καί αυτοθυσίας.
Ό άείμνηστος
Σώτος Χονδρόπουλος, πνευματικός άνθρωπος, είχε καταλάβει τί είνε μέγα καί τί
μικρόν, τί άξιον καί τί άνάξιον. Καί ώς πνευαμηκός άνθρωπος έθαύμαζε
τά πνευμαπκά καί τούς πνευμανκούς. Καί ώς χριστιανός λογοτέχνης έξύμνει τά
μεγαλεία καί τούς αγίους της Πίστεως μας, οΐ όποιοι
έπραγματοποίησαν τήν πνευματικότητα είς έξαφεηκόν βαθμόν, καί είνε
τά πλέον άξιοθαύμαστα καί άξιοΰμνητα πρόσωπα. 'Άγιος άνθρωπος ό
άείμνηστος λογοτέχνης, χωρίς βεβαίως νά υποπτεύεται την αγιότητα του, — κανείς άγιος δεν υποπτεύεται
τήν άγιότητά του —, ύπερηγάπα τούς άγιους, καί δι’ ώρισμένους έξ
αυτών μέ λογοτεχνικήν χάριν έγραψε βιβλία, διά νά τούς ημήση ώς φίλους
τού Θεού. Ήσθάνετο διά τούς άγιους ό,π ήσθάνετο ό προφητάναξ Δαβίδ, ό
όποιος άπευθυνόμενος πρός τόν Θεόν, των δημιουργόν των άγιων καί άγιον των
άγιων, έλεγεν: «Έμοί δέ λίαν έπμήθησαν οί φίλοι σου, ό Θεός, λίαν
έκραταιώθησαν αί άρχαί αύτων» (Ψαλμ. 138, 17). Έγώ ώ Θεέ, πολύ τιμώ τούς
φίλους σου, πολύ μεγάλας θεωρώ τάς δυνάμεις των. ’Όντως πολύ μεγάλαι
αί δυνάμεις, μέ τάς οποίας ό Θεός ώπλισε τούς άγιους του, άφοΰ οί άγιοι
άναδεικνύονται θαυματουργοί καί έν ζωή καί μετά θάνατον, καί αύ τά
τά σκηνώματα καί τά οστά των έμφανίζουν σημεία, τεκμήρια τής άγιότητός των
καί τής άληθείας τής Πίστεως μας.
Τό παρόν
βιβλίον τού άειμνήστου Σώτου Χονδροπούλου, τό οποίον, είς τρίτην έκδοσιν,
έκδίδει ό εκλεκτός υιός του Χρήστος Χονδρόπουλος, είνε ώραία άφη-γημαηκή
βιογραφία τού άγιου Ίωάννου τού θεολόγου έπί τη βάσει τής Γραφής καί άρχαίων
παραδόσεων.
Ό
βιογραφούμενος άγιος ’Ιωάννης εϊνε έκ των μεγίστων φωστήρων τής Εκκλησίας τού
Χριστού. Έχει τούς περισσοτέρους τίτλους έξ όλων των άγιων. ’.Απόστολος,
καί μάλιστα έκ τού στενοτάτου κύκλου των τριών άποστόλων τού Χριστού. Ευαγγελιστής,
καί μάλιστα ό συγγραφεύς τού πνευματικώτερου έκ των τεσσάρων εύαγγελίων,
τού άνωτέρου έξ όλων των βιβλίων τής Γραφής, τού κορυφαίου όλων των
βιβλίων τής άν-θρωπότητος. Θεολόγος, διότι γεγωνυία τή φωνή διεκήρυξε
τήν θεότητα τού Λόγου. «Έν άρχή ήν ό Λόγος, καί ό Λόγος ήν πρός τόν Θεόν,
καί Θεός ήν ό Λόγος» (Ίωάν. 1,1). Μαθητής τής άγάηπης.Αύτός είς τό
Εύαγγέλιόν του έγραψε τήν καινήν τού Κυρίου έντολήν «’Αγαπάτε άλλήλους» (13,
34) καί είς τήν Λ' καθολικήν ’Επιστολήν του έγραψεν «Ό Θεός άγάπη έστί»
(4, 16). Ήγαπημένος μαθητής. Ήτο ό μαθητής έκεΐνος, τόν όποιον
ήγάπα ό ’Ιησούς ιδιαιτέρως, περισσότερον, όπως ό ’Ιακώβ ήγάπα περισσότερον τόν
’Ιωσήφ. ’Επιστήθιος. Αύτός κατά τόν Μυστικόν Δεϊπνον άνέπεσεν εις
τό στήθος τού ’Ιησού καί ήκουσε τούς παλμούς τής καρδίας τού Θεανθρώπου,
τής καρδίας ή οποία περικλείει τόν ώκεανόν ή μάλλον τόν ούρανόν τής
αγάπης. Παρθένος. Ήτο ό άγνότερος των άποστόλων, εύώδες άνθος
παρθενικής άγνότητος καί ζωής. Διό καί συνέλαβε καί έβίωσε καί έξέφρασε τά
υψηλότερα καί μυστικώτερα νοήματα τής νέας Πίστεως. ’Επάνω άπό
τόν σταυρόν ό Κύριος ένεπιστεύθη παρθένον μητέρα είς τόν παρθένον
μαθητήν. Βοανεργές, υιός βροντής. Ούτως ώνομάσθη άπό τόν Κύριον ό
’Ιωάννης, καθώς καί ό αδελφός του ’Ιάκωβος, διότι μέ τήν δύναμιν φλογέρας
και εκρηκτικής ψυχής του και του λογου του,
έβρόντησε τά
δόγματα της Πίστεως. Ό λόγος καί τό κήρυγμα του ήσαν ώς βροντή. Πλήρης άγάπης,
άλλά και πληρης αγίας αυστηροτητος, ορμής και δυναμεως.
Έκθύμως
συνιστώμεν τό βιβλίον τού αειμνήστου χρισηανοΰ λογοτέχνου Σώτου Χονδροπούλου
«’Ιωάννης ό Θεολόγος, ό υιός τής βροντής». Είναι κατάπτωσις νά θαυμάζη
κανείς μικρά καί άνάξια πρόσωπα τοΰ διεφθαρμένου καί άσεβοΰς κόσμου, άκόμη καί
καθάρματα, καί νά μή θαυμάζη άγιους καί θαυματουργούς, καί μάλιστα τόσον
μεγάλους, όσον ό άπόστολος Ιωάννης. Επίσης εινε καταπτωσις να τρέφεται
κανείς με αχυρα καί κόπρια κοσμικής καί αισχρός φιλολογίας, λογοτεχνίας
καί τηλεοράσεως, καί νά περιφρονή τήν προσφοράν τοΰ 'Αγίου Πνεύματος διά τής
καρδίας καί τής γραφίδος ευσεβών λογοτεχνών. Επί τέλους πρέπει
νά μάθωμεν ήμεϊς οί Έλληνες ’Ορθόδοξοι Χριστιανοί τί νά έκτιμώμεν τί
νά θαυμάζωμεν καί τί νά διαβάζωμεν, διά νά μή καταρρακωνώμεθα καί
καταπίπτωμεν, άλλά ν’ άνορθωνώμεθα καί νά ύψωνώμεθα. Έπλάσθημεν διά
τά ύψη!
Ν. I.
Σωτηρόπουλος Θεολόγος- Φιλόλογος
ΣΗΜΕΡΑ όπου
καί έπιχειροΰμε νά σκιαγραφήσουμε μιά τρισμέγιστη προσωπικότητα της Ιστορίας -
ταπεινή σάν ένα σπυρί σιτάρι - ζοϋμε σε έποχή «φαρμακείας καί δηλητηριάσεως».
Ό μϋθος τοϋ βασιλιά όπου ζήτησε άπό τόν μάγο νά τόν γεμίσει κτήματα,
χρυσαφικά, τρόφιμα, ροϋχα, κοντολογής τοϋ πουλιοΰ τό γάλα, δίχως νά
σκεφθεί οτι για ενα ανώτερο δημιούργημα αυτα ολα αποτελούν έλάχιστο
ποσοστό ευτυχίας (άφοϋ άκόμη καί τό ζώο μπουχτίζει), έφαρμόζεται στις
ημέρες μας, μέ τήν οδυνηρή συνέπεια ενός άνίατου άγχους. Μιας μανίας αύτοκαταστροφης
άνευ προηγουμένου. Ενός αιτήματος ύποδουλώσεως σέ δικτάτορες δολοφόνους,
άνήθικους, άδίστακτους θεοποιημένους τυράννους.
Πώς καί
γιατί μέσα σέ είκοσι αίώνες παραμερίστηκε, πώς λησμονήθηκε ή τραγική Θυσία της
ένανθρωπήσεως τοϋ προαιώνιου Λόγου καί τής άναρτήσεώς του στό έξαγοραστικό
ξύλο; Είναι λοιπόν ή άθεΐα τρέλλα; Κατάντησε ό κόσμος άπέραντο
τρελλοκομεΐο; Ναί, έτσι κατάντησε, άφοϋ ό Δημιουργός τοϋ σύμπαντος έδώ
καί δυό χιλιάδες χρόνια έδωσε άποστομωτική άπάντηση
στό πνεϋμα
ιοϋ κακού, ταυτόχρονα καί στους σοφούς τού κόσμου. Όπως αναφέρει ό σοφός
σύγχρονός μας Ρώσος Φλωρόφσκυ τό κακό ένώ τρέφεται, στηρίζοντας τήν
ύπαρξή του, άπό τό χώμα τής γλάστρας τού δημιουργού Θεού, τού μόνου δημιουργού,
ύφαρπάζει τό δημιούργημά του, τό λουλούδι του, καί τό ρίχνει
σέ τρομερή πτώση καί αύτοκαταστροφή. Σέ άνέκφραστη γελοιοποίηση. Τό
φανερό ωστόσο πιά τούτο μυστικό έπεκτείνεται. Έχει τήν έξαίρεσή του. Ό
ταπεινός όλων τών έποχών όπου ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό
τό θέλημα τού Θεού, ό «έγκαταλελειμμένος» στήν άκρη τών στεναγμών, κατέχει
δίπλα του τήν παντοδυναμία. Γεμίζει τήν καρδιά τού Δυνατού μέ τέτοια συμπόνοια
ώστε τόν άναγκάζει νά τού προσφέρει άρρητα καί ύπερφυσικά. Νά έκτελεϊ κάθε
είδους αίτημά του - εκτός βέβαια τών ψυχοφθόρων. Γιά όποιον ξέρει νά θάβει
τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τού Θεού δέν ύπάρχει άπογοήτευση.
Ποτέ. Μπορεί λόγου χάρη ένα βασανισμένο σήμερα παιδάκι νά ψελλίσει τού άπειρου
Θεού: «άνοιξέ μου αυτό τόν βράχο» καί ευθύς άμέσως νά τού έκτελεσθεΐ
ή επιθυμία. Όπως καί μιά βασανισμένη γεροντική ψυχή ή όποια υπομένει «έν
όσιότητι», μπορεί μέ αίτημα γονάτων νά γιατρέψει τόν καρκίνο.