Το Πένθος ως έκφραση της θλίψης του θανάτου
Όταν πέθανε ο Russ σε ηλικία 43 ετών απροσδόκητα, σε μια στιγμή, στα χέρια της Carol, στο σπίτι τους, η Carol, που είναι ενεργητική γυναίκα γεμάτη ζωή, και επιστήμονας αυτή η ίδια, αυτοναρκώθηκε για να αποφύγει τον πόνο. Ένας εκπρόσωπος των ανθρωπιστικών επαγγελμάτων την νάρκωσε ακόμη περισσότερο με τη συμβουλή : "Δεν κλαίμε για αυτά τα πράγματα, έτσι δεν είναι;".
και μια φωτογραφία του? το σπίτι ήταν αφιερωμένο στον Russ σαν ένα μαυσωλείο.
Η ΘΛΙΨΗ
Η θλίψη είναι μία ανθρώπινη πραγματικότητα που είναι φυσικό να βιώνεται σε περιπτώσεις απώλειας κοντινού προσώπου. Δεν είναι ένα απλό συναίσθημα, αλλά μια συνολική συναισθηματική κατάσταση, της οποίας θετικό συναίσθημα είναι η λύπη ενώ αρνητικά αυτά της εχθρότητας και της ενοχής.
Σύμφωνα με την πατερική φιλολογία η αρχική πληροφόρηση ενός ατόμου για τον θάνατο ενός προσφιλούς προσώπου τον αφήνει εμβρόντητο και άφωνο. Η αρχική θλίψη προκαλεί ένα μούδιασμα, γίνεται ένα βάρος, ένα άγχος, μια πίκρα και ένας πόνος στα σωθικά. Επακολουθεί σφοδρή επιθυμία για εκείνον που χάθηκε, που εκφράζεται με τα ασυγκράτητα δάκρυα, την εξάντληση και την αδυναμία της θελήσεως.
Ένα άλλο έντονο συναίσθημα που βιώνει ο θλιμμένος είναι αυτό της ενοχής. Η ενοχή στη θλίψη οφείλεται στο ότι όλες οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ατελείς και όλοι οι άνθρωποι στις σχέσεις τους με τους συνανθρώπους τους προβαίνουν κάποτε σε ενέργειες που βλάπτουν τη σχέση. O θάνατος ματαιώνει κάθε δυνατότητα συγγνώμης και συμφιλίωσης. Έτσι, ο άνθρωπος νιώθει ένοχος για την ατέλειά του.
Είναι φυσικό κάθε απώλεια ενός προσώπου αγάπης να δίνει ένα αίσθημα αυτοαπώλειας. O Freud αναφέρθηκε στο ψυχικό άγχος που προκαλεί η θλίψη και στον έκδηλο ψυχικό πόνο με τα οποία αντιδρά το νήπιο όταν χωρίζεται από τη μητέρα του, όταν ακόμη δεν έχει μάθει να διακρίνει μεταξύ προσωρινής απουσίας και μόνιμης απώλειας. Είναι ο φόβος της εγκαταλείψεως, της διακοπής της σχέσης, της μοναξιάς. Η πραγματικότητα του θανάτου ενός δικού μας προσώπου, γίνεται ο φόβος του δικού μας θανάτου που δεν μπορούμε να αποφύγουμε.
Όλοι οι άνθρωποι αισθάνονται τον πόνο της απώλειας. Το ζητούμενο είναι πώς αυτός θα εκφραστεί. Αυτό προκύπτει διότι υπάρχει προσπάθεια επιβολής από το περιβάλλον, απόκρυψης των συναισθημάτων που προκαλεί ο θάνατος. Δεν πρέπει όμως να αποκλείουμε στους θλιμμένους τη δυνατότητα να θρηνήσουν, είναι μια φυσική ανάγκη.
Ωστόσο, υπάρχει διαφορά στην ερμηνεία του πένθους, ως έκφρασης πολιτιστικής διαφοράς. Στη Δύση είναι εσωτερική και παθολογική ενώ στη χώρα μας επεκτείνεται και στα εξωτερικά μέσα με τα οποία αυτή η διεργασία εξωτερικεύεται. Το σημαντικό όμως είναι πως το πένθος αποτελεί τον τρόπο έκφρασης της θλίψης που προκαλεί ο θάνατος.
Στην προσπάθεια μελέτης του πένθους είναι απαραίτητο να δούμε τα στάδια στην διαδικασία με την οποία αυτό εκφράζεται. Αυτά είναι τρία κυρίως : του συγκλονισμού, της οδύνης και της αναρρώσεως.
O συγκλονισμός είναι το στάδιο που αρχίζει με την αναγγελία του θανάτου. Τότε παρατηρείται συχνά ψυχολογική κατάρρευση και ο θλιμμένος φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται τι γίνεται γύρω του και να μην είναι σε θέση να έχει ξεκάθαρες ιδέες και σκέψεις. Υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ της λογικής και των συναισθημάτων. Η ανάγκη του συγκλονισμού στην πρώιμη θλίψη μπορεί να συγκριθεί με τη λιποθυμία που συμβαίνει σε κάποιον που δοκιμάζει έντονο σωματικό πόνο. Είναι ο τρόπος με τον οποίο η φύση προστατεύει από τον αφόρητο πόνο.
Το στάδιο της οδύνης είναι το δυσκολότερο και διάφοροι άνθρωποι αντιδρούν διαφορετικά. Πολλοί συναισθάνονται τον πόνο τους αλλά δεν έχουν την δυνατότητα να τον εκφράσουν. Άλλοι νομίζουν ότι μόνο αν συγκρατήσουν τα συναισθήματά τους θα μπορέσουν να ζήσουν υποφερτά, ενώ άλλοι χάνουν τη λογική τους και καταλαμβάνονται από απελπισία. O ευκολότερος πάντως δρόμος προς την ανάρρωση είναι αναμφίβολα η έκφραση των συναισθημάτων, αρκεί να μην κατακρίνονται από το κοινωνικό περιβάλλον.
Η ανάρρωση είναι η παρατεταμένη, αργή προσαρμογή που πρέπει να κάνει ο θλιμμένος στη ζωή χωρίς κάποιον που αγαπά. Σε αυτό το στάδιο έχουμε την πλήρη συναίσθηση της θλίψης και την προσπάθεια επανασύνδεσης με τους φυσιολογικούς ρυθμούς ζωής.
Ποτέ δεν ελευθερώνεται ο θλιμμένος ολοκληρωτικά από τη θύμιση του νεκρού. Το πένθος δεν εξαλείφεται ποτέ ολότελα, αλλά μειώνεται με την πάροδο του χρόνου. Εκείνος που πέθανε εξακολουθεί να ζει μέσα μας. Είναι ένα μέρος του εαυτού μας που ούτε ο θάνατος ούτε ο χρόνος μπορούν να μας το πάρουν. H αληθινή αγάπη ουδέποτε νεκρούται. O θάνατος δεν μπορεί να νεκρώσει την αγάπη, δεν μπορεί να διασπάσει το δεσμό που συνδέει τα μέλη του σώματος του Xριστού.
H πεποίθηση πολλών Πατέρων της Εκκλησίας είναι ότι η θλίψη που προκαλεί ο θάνατος ενός αγαπητού προσώπου είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης μεταπτωτικής ατέλειας και αμαρτωλότητας. O άνθρωπος πρέπει να έχει ειλικρινή εμπιστοσύνη στο Θεό και να εξαρτάται περισσότερο από Εκείνον παρά από τους ανθρώπους.
H ANTIMETΩΠIΣH
Η αντιμετώπιση της καταστάσεως του πένθους δεν μπορεί να γίνει με τη χρήση επικίνδυνων cliches του τύπου «στωική αντιμετώπιση», «αξιοπρεπής αντιμετώπιση» και άλλων παρόμοιων από διαφόρους ειδήμονες. Αυτό αποτελεί δείγμα εμφανούς άγνοιας. Oι θλιμμένοι πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι να εκφράσουν τα συναισθήματά τους.
'Ενας πολύ αποτελεσματικός τρόπος εκφράσεως της θλίψης είναι το κλάμα, γιατί έχει καθαρτικό αποτέλεσμα. Ποτέ δεν πρέπει να εμποδίσουμε τον θλιμμένο να κλάψει ή να επιχειρήσουμε να καθορίσουμε πόσο θα πρέπει να κλάψει.«Τίποτα στον κόσμο δεν μπορεί να απομακρύνει την παγωμένη θλίψη, την έρημο της απελπισίας, όπως τα δάκρυα. Ποτέ μην ντραπείς να χύσεις δάκρυα και πάνω από όλα θυμήσου ότι τα δάκρυα που χύνονται για τους άλλους είναι τόσο πολύτιμα στα μάτια του Θεού, όσο τα σμύρνα και ο λίβανος» (Marjory Crosby).
Η δική μας συμπαράσταση μπορεί να γίνει με την απλή παρουσία. Πρέπει να αποφεύγονται τα κενά συνθήματα με τα οποία συχνά προσπαθούμε να καλύψουμε τη βαθιά μας αγωνία. Δεν χρειάζεται να βρούμε κάποια εξήγηση ή δικαιολογία για τον θάνατο. Πολλές φορές η σιωπή παρηγορεί περισσότερο από κάθε λόγο. O θλιμμένος έχει την ανάγκη να εκφράσει τον πόνο σε κάποιον, να νιώσει πως δεν είναι μόνος, πως ανήκει κάπου.
Πολύ σημαντικό είναι να μην κρίνουμε τους τρόπους με τους οποίους εκφράζει τη θλίψη του ο κάθε άνθρωπος. Ακόμα και σε περίπτωση οργής κατά της Εκκλησίας και του Θεού, θα πρέπει να παραμείνουμε ήρεμοι.
Με βάση τα παραπάνω, γίνεται κατανοητή η χρησιμότητα του πένθους σαν μέσο εκφράσεως της θλίψης. Είναι αναφαίρετο δικαίωμα καθενός ανθρώπου, που τον βοηθάει να αναγνωρίσει και να δεχθεί το αναπότρεπτο του προσωπικού του θανάτου. Η αποδοχή αυτής της ιδέας βαθαίνει την ζωή του, οξύνει την αντίληψή του και τελικά τον οδηγεί σε μια πολύτιμη επαναξιολόγηση της ζωής. Tο θάνατο μπορούμε είτε να προσπαθήσουμε να τον αγνοήσουμε είτε να τον κατανοήσουμε.
Μόνο όταν ο άνθρωπος δεχτεί το πεπερασμένο της υπάρξεώς του μπορεί να βρει το κουράγιο που χρειάζεται να απορρίψει τους εξωτερικούς ρόλους και προσδοκίες και να αφιερώσει κάθε ημέρα της ζωής του στην κατά το δυνατόν πλήρη ανάπτυξή του.
Oι νηπτικοί Πατέρες υποστηρίζουν ότι απαραίτητη είναι η αντίδραση της θλίψης πρωτίστως στον χωρισμό από τον Θεό, που είναι ο απόλυτος, ο πραγματικός θάνατος. Τότε ο άνθρωπος δεν θα παραλύει στη θέα του φυσικού θανάτου και δεν θα τον ανησυχεί τόσο πολύ ο θάνατος του κορμιού του, αλλά θα προσπαθεί να σωθεί από τον πνευματικό θάνατο, που είναι η ζωή πίσω από μια μάσκα σχεδιασμένη με εξωτερικούς ορισμούς.
ΠΗΓΗ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.