ΑΓΑΠΑΤΕ ΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΣΑΣ |
Γιά τούς άρχάριους στήν άγάπη
Ό φίλος σου αρπάζει καί έσύ δέν τόν ξεσκεπάζεις; Φοβάσαι τόν θυμό άκόμα καί δταν δίκαια τόν ξεσκεπάζεις; Ξεσκέπασε τον λοιπόν καί έκφρασε τήν άρνηση σου λόγω της αγάπης γιά τόν Χριστό, λόγω της άγάττης γιά εκείνον τόν φίλο σου• σταμάτησέ τον, έάν βαδίζει στήν καταστροφή. Στή φιλοξενία καί στά όμορφα λόγια καί στήν κολακεία δέν βρίσκεται κάποια ιδιαίτερη πράξη άγάπης.
'Ιωάννου Χρυσοστόμου ('Ομιλία στην επιστολή πρός Έφεσίους,9,18)
Τί άξία έχει, άδελφοί μου, έάν μιλώ αιώνια γιά τύν Θεό καί ό Θεός αιώνια σιωπά;
Μπορώ άραγε νά ύπερασπιστώ τό δίκαιο τοϋ Ιησοΰ, έάν ό Θεός δέν τό θέσει ύπό τήν προστασία Του; Μπορώ νά άποδείξω τόν Θεό στούς άθεους, έάν ό Θεός κρύβεται; Μπορώ νά άγαπώ τά παιδιά Του, έάν Αύτός είναι άδιάφορος άπέναντι στά παθήματά τους;
Οχι. Τίποτα άπό όλα αύτά δέν μπορώ. Οί λέξεις μου δέν έχουν φτερά γιά νά μπορούν να ύψώσουν στόν Θεό όλους τούς πεσμένους καί ξεπεσμένους άπό τόν Θεό ούτε έχουν φωτιά γιά νά ζεστάνουν τίς παγωμένες καρδιές τών παιδιών έναντι τοϋ Πατέρα τους. Οί λέξεις μου δέν είναι τίποτα, άν δέν είναι άπήχηση καί έπανάληψη αύτοϋ πού ό Θεός μέ τή δική του δυνατή γλώσσα λέει. Τί είναι ό ψίθυρος στά βότσαλα τής άκτής μπροστά στό φοβερό βουητό τοϋ ώκεανοϋ; Έτσι είναι καί οί λέξεις μου άπέναντι στούς λόγους τοϋ Θεοϋ. Πώς μπορεί νά άκούσει κάποιος τόν ψίθυρο στά βότσαλα, τά σκεπασμένα άπό τόν άφρό τοϋ μανιώδους στοιχείου, όταν είναι κουφός μπροστά στό βουητό τοϋ ώκεανοϋ;
Πώς θά δει τόν Θεό στά λόγια μου εκείνος πού δέν μπορεί νά τόν δει στή φύση καί στή ζωή;
Πώς οί άδύναμες άνθρώπινες λέξεις μπορούν νά πείσουν εκείνον πού ούτε οί κεραυνοί δέν είναι σέ θέση νά πείσουν;
Πώς θά ζεσταθεί μέ μία σπίθα έκεϊνος πού άφησε τή φωτιά πίσω του;
Δέν σιωπά ό Θεός, άδελφοί μου, άλλά μιλά δυνατότερα άπό όλες τίς θύελλες καί τούς κεραυνούς. Δέν έγκαταλείπει ό Θεός τόν δίκαιο, άλλά τόν παρακολουθεί στά παθήματά του καί άπαλά τόν οδηγεί στό θρόνο. Δέν έξαρτάται ό Θεός άπό οποιουδήποτε τήν καλή θέληση, άλλά πράττει τά πάντα εξαρτώμενα άπό τή δική Του καλή θέληση . Θα ήταν κακόμοιρος ό Θεός, έάν έξαρτιόταν άπό τις δικανικές υπερασπίσεις ένός θνητού άνθρώπου Δέν βγαίνω μπροστά σας γιά νά Τόν προτατεύσω, άφού ό ίδιος ζητώ τήν προστασία Του μέρα καί νύχτα. Δέν βγαίνω έγώ, ό πτωχός, νά ζητήσω από έσάς, τούς πτωχούς, ένίσχυση τοϋ εαθτού μας καί τών θείων πραγμάτων. Όχι, άλλά άντίθετα βγαίνω μέ τήν πρόταση, μέ τό αίτημα κυρίως μέ τό αίτημα- νά ζητήσουμε τήν ένίσχυση του εαυτού μας καί τών πραγμάτων μας άπύ τον Θεό καί μόνον άπό τόν Θεό.
Δέν έχει νά κάνει μ χάρη πρός τόν Θεό, άλλά μέ χάρη πρός τόν εαυτό μας. Επαναλαμβάνω: όχι γιά χάρη τοϋ Θεού , άλλά γιά χάρη τοϋ εαυτού μας. Γιατί ό Θεός θά παραμείνει τόΐδιο μέγας, είτε τόν μεγαλόνυυμε εϊτε τόν ύποτιμοϋμε. Ό Θεός θά λάμπει, όσο σκοτάδι καί άν ρίξουμε στό όνομά Του. Ό Θεός θά ύπάρχει, άκόμα καί άν όλη ή γη άπό τά χείλη όλων τών πλασμάτων καί άπό τούς κρατήρες τών ήφαιστείων ούρλιαζε: «Δέν ύπάρχεις Θεέ»! Ό Θεός θά υπάρχει, φωτεινός καί με γάλος όπως καί σήμερα, καί τότε πού οί άκτίνες ς τού ήλιου μάταια θά άναζητοϋν ένα άνθρώπινο πλάσμα στή γη, καί άντί ζωντανών θά ζεσταίνουν μόνον τούς τάφους τών νεκρών.
Ώ Θεέ, αιώνια λαμπερέ καί αιώνια μεγάλε, νά είσαι ή ένίσχυσή μας όπως είσαι ή ένίσχυση τόσων ήλιων στό διάστημα! Καί οί ήλιοι θά έσβηναν, έάν άπέστρεφες τό βλέμμα Σου, καί θά μεταμορφώνονταν τήν ιδια στιγμή σέ βρεγμένες σκοτεινές εστίες - πώς έμεϊς νά λάμπουμε χωρίς Εσένα;
Πώς θά μπορέσουμε, άδελφοί μου, νά αγαπήσουμε τούς έχθρούς μας χωρίς τήν ένίσχυση τού Θεού; Ιδού, δέν κάναμε κάν τό πρώτο βήμα πρός αύτή τήν κατεύθυνση. Δέν μάθαμε άκόμα νά άγαπάμε ούτε κάν τούς φίλους μας. Άκόμα χειρότερα: δέν μάθαμε άκόμα νά άγαπάμε ούτε τούς εαυτούς μας. Πώς θά άγαπήσουμε τούς έχθρούς μας; Οί λύγοι τοϋ Χριστού περί άγάπης γιά τούς έχθρούς μας, περιφέρονται άκόμα στόν κόσμο άπό στόμα σέ στύμα, άλλά άκόμα δέν καταφέρνουν νά βροϋν τό δρόμο άπό τό στόμα στήν καρδιά.
Δέν άγαπάμε τούς έχθρούς μας. Άραγε δέν είναι οφθαλμοφανές,χωρίς άποδείξεις; Άγαπάμε μόνον έκείνους πού μάς άγαποϋν καί δανείζουμε μόνον σέ έκείνους πού μπορούν νά μάς τά έπιστρέψουν, καί κάνουμε καλό μόνο σέ έκείνους πού μπορούν διπλά νά μάς ξεχρεώσουν.
Άγαπάμε τόν έαυτό μας καί τούς φίλους μας. Άγαπάμε τούς κοντινούς μας,τούς πιό κοντινούς μας , μέ τήν κυριολεκτική σημασία. Οί άπόμακροί μας βρίσκονται μακριά άπό τήν άγάπη μας. Ή καρδιά μας προσκολλάται σέ έκεΐνο πού προσκολλώνται καί τά μάτια μας. Τά μάτια μας είναι ο οδηγός καί τής καρδιάς μας.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.