ΠΕΡΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΝΕΚΡΩΝ |
Γιά τούς φοβισμένους άπύ τό θάνατο καί άπαράκλητους άπό τή ζωή
Δέν θά σέ δοξάζουν οί νεκροί. Κύριε, ούτε δλοι όσοι κατεβαίνουν στόν 'Άδη.
Άλλά έμεϊς οί ζώντες θά ευλογούμε τόν Κύριο άπό τώρα καί έως τούς αιώνες.
Ψαλμός 113,25-26
Εφόσον ή πεποίθηση στην αθανασία είναι τόσο απαραίτητη γιά τήν ύπαρξη τού άνθρωπου, τότε οπωσδήποτε αύτη είναι καί ή φυσική κατάσταση τής άνθρωπότητας, καί έάν είναι έτσι, τότε καί ή 'ίδια ή αθανασία της ψυχής τού άνθρώπου ύπάρχει άναμφισβήτη-τα. Μέ μία λέξη, ή 'ιδέα περί άθανασίας είναι ή ϊδια ή ζωή, ή ζωντανή ζωή, ή τελική της μορφή καί ή κύρια πηγή τής άλήθειας καί τής όρθής γνώσης γιά τήν άνθρωπότητα. Ή ότγάττη πρός τήν άνθρωπότητα είναι τελείως αδιανόητη καί τελείως αδύνατη χωρίς τήν πίστη στήν αθανασία τής ψυχής τού άνθρώπου.
Ντοστογιέβσκι
Όλα τα βλέμματαα σας στρέφονται σέ μένα, αγαπητά άδέλφια, έκφράζοντας σήμερα μόνο μία μοναδική έρώτηση: Υπάρχει άνάσταση νεκρών; Αύτή τήν έρώτηση ύποβάλατε πολλές φορές στήν έπιστήμη, στή φιλοσοφία, στήν τέχνη, στήν Ιστορία, στόν πνευματισμό καί στή χειρομαντεία. Μέ τήν ψυχή γεμάτη άπό διάφορες άβέβαι-ες άπαντήσεις άμφιταλαντεύεστε καί άπευθύνε-στε σήμερα στήν Έκκλησία μέ τήν ϊδια έρώτηση: Υπάρχει άνάσταση τών νεκρών;
Βιάζεστε γιά τήν άπάντηση, γιατί ό θάνατος βιάζεται νά σάς συναντήσει• κάθε μέρα περιπλανιέται σ' αύτή τήν πόλη καί παίρνει μαζί του άνε-πιστρεπτί έναν άρκετά μεγάλο άριθμό μικρών καί μεγάλων. Είστε όλοι τοποθετημένοι σάν σέ κλήρωση σ' αύτή τή ζωή• ό θάνατος κάνει βόλτα στά διαμερίσματά σας καί μαζεύει τά κέρδη πού τού κληρώθηκαν. Τά κέρδη του είναι οί γονείς σας,τά παιδιά σας, οί φίλοι σας καί έσείς οί ίδιοι. Τούς πιό άγαπημένους σας, αύτούς πού είναι γεμάτοι ζεστασιά καί σημασία,γεμάτοι γλυκιά τρυφερά -δα, έλξη καί χρώμα, ό θάνατος τούς μετατρέπει μπροστά στά μάτια σας σέ σκληρές κέρινες φιγούρες. Βαριέστε τήν σημερινή μέρα καί είστε άνυπόμονοι νά τήν άλλάξετε μέ τήν αύριανή, ξεχνώντας ότι κάθε μέρα ό τροχός τής τύχης τού θανάτου είναι όλο καί πιό κοντά στόν άριθμό σας. Θά βγει τελικά καί ό δικός σας άριθμός, καί ό θάνατος θά τόν κοιτάξει μέ άδιάφορα μάτια,χορτασμένα μέ άνθρώπους, θά τόν κοιτάξει καί θά τόν πάρει. Καί έσύ, φίλε μου, θά κείτεσαι μπροστά άπό τούς φίλους σου σάν κέρινη φιγούρα. Καί οί φίλοι σου θά σού βάλουν στά κρύα χέρια κερί καί θά στέκουν σέ κύκλο γύρω άπό τό κεφάλι σου. Θά στέκουν καί θά θλίβονται:
« Κοίτα τόν φίλο μας, πού ήταν τόσο εύκίνητος, φωτεινός, ζεστός καί άγαπητός! Κοίτα πώς κείτεται τώρα μπροστά μας σάν μιά μάζα άπό κύτταρα, άκίνητος καί σιωπηλός! Ή άλλοτε φωτεινή ι ου ψυχή έχει λιγότερο φώς κι άπ' αύτό τό λεπτό κερί στά χέρια του• ή άλλοτε ζεστή του καρδιά t χει λιγότερη ζεστασιά κι άπ' αύτή τή μικρή ταλα-ντευόμενη φλογίτσα τοϋ κεριού.
βλέποντας τόν νεκρό έσείς όλοι, άδέλφια, άνα-ρωτιέστε: Υπάρχει όντως άνάσταση νεκρών; Ακόμα καί όταν άπομακρυνθείτε άπό τόν νεκρό καί όταν ό κρύος ιδρώτας έχει στεγνώσει στό με τωπο καί τά δάκρυα στά μάτια, όταν έχετε φύγει άκολουθώντας τίς καθημερινές σας δουλει-t1, καί φροντίδες,όταν υφαίνετε ή ράβετε ή διαβάζετε ή γράφετε ή χτίζετε ή διοικείτε τή χώρα, συχνά ανάμεσα στίς συνήθεις σκέψεις εισχωρεί καί ή σκέψη περί θανάτου καί άνάστασης τών νεκρών.
Μία μητέρα μέ ρώτησε πρόσφατα: 'Υπάρχει ανάσταση τών νεκρών; Ό γιός της μαχόταν νότια ι σο Μπίτολ καί σκοτώθηκε. Εκείνη περπατούσε στό πεδίο τής μάχης καί ξέθαβε τόν ένα τάφο μετά τόν άλλο,γιά νά βρει τόν γιό της. 01 νεκροί κείτονταν ήδη πολύ καιρό κάτω άπό τό χώμα καί ήταν όλοιϊδιοι μεταξύ τους καίϊδιοι μέ τό χώμα. Ή μητέρα γνώρισε τόν γιό της άπό ένα περιλαί-μιο στό στήθος. Δέν μπορούσε πιά νά τόν γνωρίσει άπό τό πρόσωπο. Άκόμα καί τό ρούχο φαινόταν πιό άθάνατο άπό τόν άνθρωπο πού τό φορούσε. Ή μητέρα δέν μπορούσε νά κλάψει: ή καταστροφική φρίκη τού θανάτου έκανε γυαλί τά μάτια της καί πάγωσε τήν ψυχή της. Μπροστά της ύπήρχε ένα άνατριχιαστικό μυστήριο. Μία ζωή ειχε γίνει κάρβουνο καί πηλός. Άπό άνθρώ-πινο πλάσμα, πού κάποτε ήταν σύνθετο μέρος τοϋ σώματος της καί τής ψυχής της, άπό τόν άνθρωπο πού τήν άποκαλοϋσε μάνα,πού κουβαλούσε τύ όπλο καί μαχόταν στίς μάχες, φάνηκε μπροστά στά μάτια της μιά χοϊκή, άμορφη μάζα, πού ανακατευόταν μέ τό χώμα- μιά άνενεργή χωμάτινη μάζα, πού δέν αισθανόταν πιά συγγένεια μέ κανέναν εκτός άπό τό χώμα. Μύλις πού τύλμησε ή μητέρα νά πιάσει τόν γιό μέ τά χέρια. 'Ήθελε τουλάχιστον νά χαϊδέψει αύτή τή σκληρή άνάμνηση τοϋ όμορφου γιοϋ της. Όμως τραβήχτηκε σάν άπό άσχημο όνειρο: τά δάχτυλα δέν μπορούσαν νά κρατηθούν στήν έπιφάνεια, άλλά άμέσως βυθίστηκαν βαθιά στό σαπισμένο σώμα όπως σέ σάπια κολοκύθα. Φόβος περιέλαβε τή μητέρα. Αισθάνθηκε έναν άξεπέραστο γκρεμό άνάμεσα σ' έκείνη καί τόν γιό της. Τίποτα δικό της καί τίποτα άγαπητό δέν μπορούσε νά δει σ' αύτό τόν άνοιχτό τάφο, σ' αύτύ τό σκοτεινό, ύπόγειο χημικό έργαστήριο. Ήρθε άποκαμωμένη, καί όταν μοϋ διηγήθηκε τό φοβερό θέαμα, μέ ρώτησε : «Υπάρχει άνάσταση τών νεκρών;».
Μοϋ έθεσε ή θλιμμένη μητέρα τήν ϊδια έρώτη-ση, πού μοϋ βάζετε έσεϊς, άδέλφια, σήμερα μέ τά βλέμματά σας.
Πώς νά σάς άπαντήσω;
Έάν σάς μιλούσα μέ τή γλώσσα τών άπαισιό-δοξων καί άπελπισμένων, θά σάς άπαντοϋσα: Όχι,δέν υπάρχει άνάσταση τών νεκρών.
Έάν σάς μιλούσα μέ τή γλώσσα αύτών πού καταλαβαίνουν μόνο ό ,τι είναι κοντά στά χέρια τους, θά σάς άπαντοϋσα: Ή άνάσταση είναι ένα άλλόκοτο παραμύθι τών παλιών καί τών νέων καιρών.
Μέ τή γλώσσα τών σκλάβων καί τών άθλιων, τών βασανισμένων καί τών κυνηγημένων, χωρίς δικαιώματα σ' αύτή τή ζωή, θά σάς έλεγα: Ή άνάσταση τών νεκρών είναι άπαραίτητη άνάγκη έπειδή πρέπει νά άποκατασταθεί ή δικαιοσύνη.
Μέ τή γλώσσα τοϋ Σωκράτη καί τοϋ Πλάτωνα, τών σοφότερων άνθρώπων τής άρχαίας εποχής, θά σάς άπαντοϋσα: Ναι,ή ψυχή είναι άθάνατη,ό θάνατος είναι ξύπνημα άπό τό όνειρο καί πέρασμα στόν ιδεώδη κόσμο.
Μέ τή γλώσσα τοϋ Δάντη, τοϋ μεγαλύτερου ποιητή στούς τριάντα περασμένους αιώνες, θά σάς άπαντοϋσα: Έγώ ολόκληρη τή ζωή μου έβλεπα καί υμνούσα αύτόν τόν άλλο, μέ τό θάνατο μεταμορφωμένο καί μέ τό Θεό άναστημένο στόν κόσμο τών νεκρών.
Μέ τή γλώσσα τοϋ Μιχαήλ 'Αγγέλου καί τοϋ Ραφαήλ θά σάς άπαντοϋσα: Ό μεγαλύτερος γλύπτης καί ό μεγαλύτερος ζωγράφος άφιέρωσαν όλη τήν εύφύί'α τους καί τή ζωή τους στήν ύπηρεσία τής Εκκλησίας,δηλαδή ένός οργανισμού πού βασιζόταν όλος έπάνω στό δόγμα περί άναστάσεως.
Μέ τή γλώσσα τοϋ Κάντ, τού μεγαλύτερου φιλοσόφου τών νέων χρόνων, θά σάς έλεγα: Ή ζωή μετά τό θάνατο είναι άναπόφευκτη, μιά άνα-γκαιύτητα βασισμένη έπάνω στόν οργανικό καί ήθικό νόμο. Έάν ή ζωή διακόπτονταν μέ τό θάνατο , θά διακόπτονταν καί ή ήδη ξεκινημένη έξέλιξη σ' αύτό τόν κόσμο, έάν ή ζωή καταστρεφόταν μέ τό θάνατο καί ό πιό κατηγορηματικός νόμος, ό νόμος τής συνείδησης καί τοϋ ήθους, θά είχε καταστραφεί.
Μέ τή γλώσσα τοϋ τωρινού προέδρου τής Ακαδημίας τών Επιστημών τοϋ Λονδίνου, τοϋ Όλιβερ Λυτζ, ό όποιος πρόσφατα έκανε μιά ομιλία περί της άθανασίας τής άνθρώπινης ψυχής, μέ τή γλώσσα αύτοϋ τοϋ γνωστού φυσικού, θά σάς έλεγα: Πάνω άπύ τύ φυσικό κόσμο ύπάρχει ένας πνευματικός κόσμος,τοϋ όποιου έμεϊςγινόμαστε σονειδητά μέλη μετά τό θάνατο.
Μέ τή γλώσσα τοϋ Λομπρόζο,τοϋ δοξασμένου άνθρωπολύγου καί ψυχιάτρου, θά σάς άπαντοϋσα: Ό πνευματισμός είναι άληθινός, ύπάρχει πνευματικός κόσμος, ό όποιος άνακατεύεται μ' αύτό τό φυσικό κόσμο καί συμμετέχει στή ζωή του.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.