ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 11
Σοφ. Σειρ. 11,1 Σοφία ταπεινοῦ ἀνυψώσει κεφαλὴν αὐτοῦ, καὶ ἐν μέσῳ μεγιστάνων καθίσει αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 11,1 Η σοφία του ταπεινόφρονος ανθρώπου τον δοξάζει και τον τιμά, εν μέσω δε επισήμων ανθρώπων θα του δώση θέσιν.
Σοφ. Σειρ. 11,2 μὴ αἰνέσῃς ἄνδρα ἐν κάλλει αὐτοῦ καὶ μὴ βδελύξῃ ἄνθρωπον ἐν ὁράσει αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,2 Μη επαινέσης άνθρωπον δια την ωραιότητά του, ούτε και να αποστροφής άλλον άνθρωπον, διότι το πρόσωπόν του δεν είναι ωραίον.
Σοφ. Σειρ. 11,3 μικρὰ ἐν πετεινοῖς μέλισσα, καὶ ἀρχὴ γλυκασμάτων ὁ καρπὸς αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 11,3 Η μέλισσα από απόψεως σωματικής εμφανίσεως και ισχύος είναι μικρά μεταξύ των πτερωτών, αλλά το προϊόν των κόπων της είναι εξαιρετικής γλυκύτητας.
Σοφ. Σειρ. 11,4 ἐν περιβολῇ ἱματίων μὴ καυχήσῃ καὶ ἐν ἡμέρᾳ δόξης μὴ ἐπαίρου· ὅτι θαυμαστὰ τὰ ἔργα Κυρίου, καὶ κρυπτὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν ἀνθρώποις.
Σοφ. Σειρ. 11,4 Μη καυχάσαι δια τα ωραία ενδύματα, που φορείς, ούτε και να αλαζονεύεσαι εις ημέρας δόξης σου. Ιδού, ότι τα έργα του Κυρίου είναι θαυμαστά• και όμως τα πλείστα από τα έργα του μένουν άγνωστα μεταξύ των ανθρώπων.
Σοφ. Σειρ. 11,5 πολλοὶ τύραννοι ἐκάθισαν ἐπὶ ἐδάφους, ὁ δὲ ἀνυπονόητος ἐφόρεσε διάδημα.
Σοφ. Σειρ. 11,5 Πολλοί άρχοντες έχασαν τους θρόνους και την εξουσίαν των και εκάθησαν κάτω στο χώμα. Εκείνος δέ, τον οποίον δια την ασημότητά του κανείς ποτέ δεν εσκέφθη, εφόρεσε βασιλικόν στέμμα εις την κεφαλήν του.
Σοφ. Σειρ. 11,6 πολλοὶ δυνάσται ἠτιμάσθησαν σφόδρα, καὶ ἔνδοξοι παρεδόθησαν εἰς χεῖρας ἑτέρων.
Σοφ. Σειρ. 11,6 Πολλοί βασιλείς και άρχοντες έχασαν το στέμμα και την εξουσίαν των και περιέπεσαν εις ασημότητα, όπως επίσης και πολλοί ένδοξοι παρεδόθησαν εις χείρας άλλων ως δούλοι.
Σοφ. Σειρ. 11,7 πρὶν ἐξετάσῃς, μὴ μέμψῃ· νόησον πρῶτον καὶ τότε ἐπιτίμα.
Σοφ. Σειρ. 11,7 Πριν ακριβώς εξετάσης και πληροφορηθής την αλήθειαν, μη κατηγορήσης. Πρώτα να κατανοήσης καλώς και κατόπιν να απευθύνης παρατηρήσεις και ελέγχους.
Σοφ. Σειρ. 11,8 πρὶν ἢ ἀκοῦσαι, μὴ ἀποκρίνου καὶ ἐν μέσῳ λόγων μὴ παρεμβάλλου.
Σοφ. Σειρ. 11,8 Πριν ακούσης και εννοήσης, μη δίδης απόκρισιν. Και όταν οι άλλοι ομιλούν, μη παρεμβαίνης, δια να τους διακόψης.
Σοφ. Σειρ. 11,9 περὶ πράγματος, οὗ οὐκ ἔστι σοι χρεία, μὴ ἔριζε καὶ ἐν κρίσει ἁμαρτωλῶν μὴ συνέδρευε.
Σοφ. Σειρ. 11,9 Δια ζητήματα, τα οποία δεν σε αφορούν, μη φιλονεικής, εις δε τας αντεγκλήσεις και τας δίκας των αμαρτωλών ανθρώπων μη ανακατεύεσαι.
Σοφ. Σειρ. 11,10 Τέκνον, μὴ περὶ πολλὰ ἔστωσαν αἱ πράξεις σου· ἐὰν πληθυνῇς, οὐκ ἀθωωθήσῃ· καὶ ἐὰν διώκῃς, οὐ μὴ καταλάβῃς, καὶ οὐ μὴ ἐκφύγῃς διαδράς.
Σοφ. Σειρ. 11,10 Παιδί μου, μη εκτείνεσαι εις πολλά έργα και μάλιστα ανώτερα των δυνάμεών σου. Εάν πληθύνης τα έργα σου και τας ασχολίας σου, θα περιπέσης ενδεχομένως εις σφάλματα και δεν θα μείνης χωρίς ενόχην. Και εάν επιδιώκης να επιτύχης πολλά, δεν θα κατορθώσης να αποφύγης τας αποτυχίας.
Σοφ. Σειρ. 11,11 ἔστι κοπιῶν καὶ πονῶν καὶ σπεύδων, καὶ τόσῳ μᾶλλον ὑστερεῖται.
Σοφ. Σειρ. 11,11 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι κοπιάζουν και μοχθούν και σπεύδουν συνεχώς, και όμως τόσον περισσότερον στερούνται.
Σοφ. Σειρ. 11,12 ἔστι νωθρὸς καὶ προσδεόμενος ἀντιλήψεως, ὑστερῶν ἰσχύϊ καὶ πτωχείᾳ περισσεύει· καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπέβλεψαν αὐτῷ εἰς ἀγαθά, καὶ ἀνώρθωσεν αὐτὸν ἐκ ταπεινώσεως αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,12 Υπάρχουν εξ αντιθέτου άνθρωποι αδύνατοι, μειωμένης δραστηριότητος, οι οποίοι έχουν ανάγκην συμπαραστάσεως και βοηθείας των άλλων, υστερούν αυτοί εις δύναμιν και ευρίσκονται εις μεγάλην πτωχείαν. Εν τούτοις προς αυτούς ο Κυριος στρέφει με ευμένειαν τους οφθαλμούς του και τους ανορθώνει από την ταπεινήν και δύσκολον θέσιν των.
Σοφ. Σειρ. 11,13 καὶ ἀνύψωσε κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ ἀπεθαύμασαν ἐπ᾿ αὐτῷ πολλοί.
Σοφ. Σειρ. 11,13 Ανυψώνει την κεφαλήν των τους τιμά και τους εμφανίζει μεταξύ των άλλων, ώστε πολλοί άνθρωποι να καταλαμβάνωνται από θαυμασμόν δι' αυτούς.
Σοφ. Σειρ. 11,14 ἀγαθὰ καὶ κακά, ζωὴ καὶ θάνατος, πτωχεία καὶ πλοῦτος παρὰ Κυρίου ἐστί.
Σοφ. Σειρ. 11,14 Τα καλά και τα δυσάρεστα, η ζωή και ο θάνατος, ο πλούτος και η πτωχεία, δίδονται και κατευθύνονται από τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ. 11,17 δόσις Κυρίου παραμένει εὐσεβέσι, καὶ ἡ εὐδοκία αὐτοῦ εἰς τὸν αἰῶνα εὐοδωθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 11,17 Αι δωρεαί του Θεού δίδονται και παραμένουν εις χείρας των ευσεβών. Η δε ευμενεία του Κυρίου προστατεύει και κατευοδώνει αυτούς στους αιώνας.
Σοφ. Σειρ. 11,18 ἔστι πλουτῶν ἀπὸ προσοχῆς καὶ σφιγγίας αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἡ μερὶς τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,18 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι πλουτούν, διότι έχουν ενδιαφέρον δια το χρήμα και διότι είναι σφιχτοχέρηδες. Ιδού όμως ποία θα είναι η αμοιβή των•
Σοφ. Σειρ. 11,19 ἐν τῷ εἰπεῖν αὐτόν· εὗρον ἀνάπαυσιν καὶ νῦν φάγομαι ἐκ τῶν ἀγαθῶν μου, καὶ οὐκ οἶδε τίς καιρὸς παρελεύσεται καὶ καταλείψει αὐτὰ ἑτέροις καὶ ἀποθανεῖται.
Σοφ. Σειρ. 11,19 Οταν θα είπουν “ευρήκα επιτέλους την ησυχίαν και ανάπαυσίν μου και τώρα θα τρώγω και θα απολαμβάνω τα αγαθά μου”, εν τούτοις δεν γνωρίζει επί πόσον καιρόν θα διαρκέση αυτή η κατάστασις και πότε θα εγκαταλείψη τα αγαθά του στους άλλους, διότι αυτός θα αποθάνη.
Σοφ. Σειρ. 11,20 στῆθι ἐν διαθήκῃ σου καὶ ὁμίλει ἐν αὐτῇ καὶ ἐν τῷ ἔργῳ σου παλαιώθητι.
Σοφ. Σειρ. 11,20 Συ όμως μένε προσηλωμένος στο έντιμον έργον, που έχεις αναλάβει. Αυτό να έχης σύντροφόν σου εις την καρδίαν και την διάνοιάν σου και γήρασε στο έργον σου αυτό.
Σοφ. Σειρ. 11,21 μὴ θαύμαζε ἐν ἔργοις ἁμαρτωλοῦ, πίστευε τῷ Κυρίῳ καὶ ἔμμενε τῷ πόνῳ σου· ὅτι κοῦφον ἐν ὀφθαλμοῖς Κυρίου διὰ τάχους ἐξάπινα πλουτίσαι πένητα.
Σοφ. Σειρ. 11,21 Μη καταπλήττεσαι δια τα έργα του αμαρτωλού. Συ έχε πίστιν και εμπιστοσύνην στον Κυριον και μένε σταθερός στο έργον σου, όσον κουραστικόν και αν είναι. Διότι είναι εύκολον στον Κυριον ταχύτατα και αμέσως να δώση πλούτη στον πτωχόν.
Σοφ. Σειρ. 11,22 εὐλογία Κυρίου ἐν μισθῷ εὐσεβοῦς, καὶ ἐν ὥρᾳ ταχινῇ ἀναθάλλει εὐλογίαν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,22 Η ευλογία του Κυρίου είναι ο μισθός και η ανταμοιβή του ευσεβούς. Και εις στιγμήν χρόνου ημπορεί να κάμη, ώστε να αναθάλη και να καρποφορήση η ευλογία του.
Σοφ. Σειρ. 11,23 μὴ εἴπῃς· τίς ἐστί μου χρεία, καὶ τίνα ἀπὸ τοῦ νῦν ἔσται μου τὰ ἀγαθά;
Σοφ. Σειρ. 11,23 Μη είπης• “τι ανάγκην έχω πλέον, ποιά άλλα αγαθά ημπορώ από έδω και πέρα να έχω;”
Σοφ. Σειρ. 11,24 μὴ εἴπῃς· αὐτάρκη μοί ἐστι, καὶ τί ἀπὸ τοῦ νῦν κακωθήσομαι;
Σοφ. Σειρ. 11,24 Μη είπης• “αρκετά είναι αυτά, που έχω. Και ποίον κακόν η ποίαν δυστυχίαν έχω να φοβηθώ από τώρα και στο εξής;”
Σοφ. Σειρ. 11,25 ἐν ἡμέρᾳ ἀγαθῶν ἀμνησία κακῶν, καὶ ἐν ἡμέρᾳ κακῶν οὐ μνησθήσεται ἀγαθῶν·
Σοφ. Σειρ. 11,25 Εις περίοδον ευτυχίας και μέσα στον πλούτον των αγαθών δεν ενθυμείται κανείς τας θλίψεις και στενοχωρίας. Οπως επίσης και εις περίοδον στενοχωριών και συμφορών δεν ενθυμείται τα αγαθά, που είχεν άλλοτε.
Σοφ. Σειρ. 11,26 ὅτι κοῦφον ἔναντι Κυρίου ἐν ἡμέρᾳ τελευτῆς ἀποδοῦναι ἀνθρώπῳ κατὰ τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,26 Είναι όμως ευκολώτατον στον Κυριον κατά την ώραν του θανάτου να αποδώση στον κάθε άνθρωπον ανάλογα με τον τρόπον της ζωής του και με τα έργα του.
Σοφ. Σειρ. 11,27 κάκωσις ὥρας ἐπιλησμονὴν ποιεῖ τρυφῆς, καὶ ἐν συντελείᾳ ἀνθρώπου ἀποκάλυψις ἔργων αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,27 Μια ώρα στενοχωρίας και θλίψεως κάμνει τον άνθρωπον να λησμονήση τας ημέρας της ευτυχίας του. Κατά δε την ώραν του θανάτου του θα αποκαλυφθούν όλα αυτού τα έργα.
Σοφ. Σειρ. 11,28 πρὸ τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα, καὶ ἐν τέκνοις αὐτοῦ γνωσθήσεται ἀνήρ.
Σοφ. Σειρ. 11,28 Δια τούτο προ του θανάτου μη καλοτυχίζης κανένα. Και εις τα τέκνα του, τα οποία θα τον κληρονομήσουν, θα δειχθή ο άνθρωπος, ποιός πραγματικά είναι.
Σοφ. Σειρ. 11,29 Μὴ πάντα ἄνθρωπον εἴσαγε εἰς τὸν οἶκόν σου, πολλὰ γὰρ τὰ ἔνεδρα τοῦ δολίου.
Σοφ. Σειρ. 11,29 Μη εισάγης κάθε άνθρωπον στο σπίτι σου. Διότι πολλαί είναι αι παγίδες, τας οποίας στήνουν οι δόλιοι άνθρωποι.
Σοφ. Σειρ. 11,30 πέρδιξ θηρευτὴς ἐν καρτάλλῳ, οὕτως καρδία ὑπερηφάνου, καὶ ὡς ὁ κατάσκοπος ἐπιβλέπει πτῶσιν·
Σοφ. Σειρ. 11,30 Οπως η πέρδικα τίθεται στο κλουβί του κυνηγού ως δόλωμα, έτσι είναι η καρδιά, ο νους και η διάθεσις του υπερηφάνου, διότι ως κατάσκοπος αυτός παρακολουθεί και περιμένει την κατάρρευσίν σου.
Σοφ. Σειρ. 11,31 τὰ γὰρ ἀγαθὰ εἰς κακὰ μεταστρέφων ἐνεδρεύει καὶ ἐν τοῖς αἱρετοῖς ἐπιθήσει μῶμον.
Σοφ. Σειρ. 11,31 Αυτός ενεδρεύει και προσπαθεί να μεταβάλη τα καλά εις κακά, εναντίον δε των εκλεκτών και διακεκριμένων προσπαθεί να προσάψη κατηγορίας.
Σοφ. Σειρ. 11,32 ἀπὸ σπινθῆρος πυρὸς πληθύνεται ἀνθρακιά, καὶ ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς εἰς αἷμα ἐνεδρεύει.
Σοφ. Σειρ. 11,32 Από ένα σπινθήρα ανάπτει μεγάλη φωτιά• και ένας αμαρτωλός άνθρωπος στήνει ενέδρας, δια να χύση αίματα.
Σοφ. Σειρ. 11,33 πρόσεχε ἀπὸ κακούργου, πονηρὰ γὰρ τεκταίνει, μήποτε μῶμον εἰς τὸν αἰῶνα δῷ σοι.
Σοφ. Σειρ. 11,33 Πρόσεχε από τον κακοποιόν άνθρωπον, διότι αυτός πάντοτε καταστρώνει και θέτει εις ενέργειαν πονηρά σχέδια. Πρόσεχε, μήπως και εναντίον σου προσάψη κατηγορίαν άδικον, η οποία θα μείνη πάντοτε.
Σοφ. Σειρ. 11,34 ἐνοίκισον ἀλλότριον καὶ διαστρέψει σε ἐν ταραχαῖς, καὶ ἀπαλλοτριώσει σε τῶν ἰδίων σου.
Σοφ. Σειρ. 11,34 Βαλε ένα ξένον στο σπίτι σου και αυτός θα σε αναστατώση με τας ταραχάς, που θα υπεγείρη στον οίκον σου, και θα σε αποξενώση από τους ιδικούς σου ανθρώπους.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 12
Σοφ. Σειρ. 12,1 Ἐὰν εὖ ποιῇς, γνῶθι τίνι ποιεῖς, καὶ ἔσται χάρις τοῖς ἀγαθοῖς σου.
Σοφ. Σειρ. 12,1 Εάν κάμνης ευεργεσίας, πρόσεχε εις ποίον τας κάμνεις, και θα εύρης τότε ευχαρίστησιν δι' αυτάς.
Σοφ. Σειρ. 12,2 εὖ ποίησον εὐσεβεῖ, καὶ εὑρήσεις ἀνταπόδομα καὶ εἰ μὴ παρ᾿ αὐτοῦ, ἀλλὰ παρὰ Ὑψίστου.
Σοφ. Σειρ. 12,2 Ευεργέτησε τον ευσεβή, άνθρωπον δηλαδή που αξίζει να ευεργετηθή, και θα εύρης από αυτόν ευγνώμονα ανταπόδοσιν. Αλλά και αν δεν εύρης από εκείνον, θα εύρης την ανταπόδοσιν του αγαθού από τον Θεόν.
Σοφ. Σειρ. 12,3 οὐκ ἔστιν ἀγαθὰ τῷ ἐνδελεχίζοντι εἰς κακὰ καὶ τῷ ἐλεημοσύνην μὴ χαριζομένῳ.
Σοφ. Σειρ. 12,3 Δεν είναι ορθόν και δίκαιον να ευεργετήται άνθρωπος, ο οποίος ισχυρογνωμόνως επιμένει στο κακόν. Οπως επίσης και εκείνος, ο οποίος, ενώ ημπορεί, δεν κάμνει ποτέ ελεημοσύνην.
Σοφ. Σειρ. 12,4 δὸς τῷ εὐσεβεῖ καὶ μὴ ἀντιλάβῃ τοῦ ἁμαρτωλοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,4 Δώσε την ελεημοσύνην σου στον ευσεβή και μη έρχεσαι εις βοήθειαν του αμετανοήτου αμαρτωλού.
Σοφ. Σειρ. 12,5 εὖ ποίησον τῷ ταπεινῷ καὶ μὴ δῷς ἀσεβεῖ· ἐμπόδισον τοὺς ἄρτους αὐτοῦ καὶ μὴ δῷς αὐτῷ, ἵνα μὴ ἐν αὐτοῖς σε δυναστεύσῃ· διπλάσια γὰρ κακὰ εὑρήσεις ἐν πᾶσιν ἀγαθοῖς, οἷς ἂν ποιήσῃς αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 12,5 Ευεργέτησε τον ταπεινόν άνθρωπον και μη δώσης την ευεργεσίαν σου στον πωρωμένον ασεβή. Κράτησε τους άρτους σου, μη τους δίδης στον ασεβή, δια να μη σε καταδυναστεύση εκείνος με αυτούς. Διότι θα εύρης από αυτόν όχι ευγνωμοσύνην, αλλά διπλάσια κακά από τα αγαθά, τα οποία του έκαμες.
Σοφ. Σειρ. 12,6 ὅτι καὶ ὁ Ὕψιστος ἐμίσησεν ἁμαρτωλοὺς καὶ τοῖς ἀσεβέσιν ἀποδώσει ἐκδίκησιν.
Σοφ. Σειρ. 12,6 Διότι και αυτός ούτος ο Υψιστος μισεί και αποστρέφεται τους αμαρτωλούς. Και θα ανταποδώση στους ασεβείς την δικαίαν τιμωρίαν.
Σοφ. Σειρ. 12,7 δὸς τῷ ἀγαθῷ καὶ μὴ ἀντιλάβου τοῦ ἁμαρτωλοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,7 Πρόσφερε, λοιπόν, την βοήθειαν και ευεργεσίαν σου στον αγαθόν και μη έρχεσαι εις βοήθειαν του αμαρτωλού.
Σοφ. Σειρ. 12,8 Οὐκ ἐκδικηθήσεται ἐν ἀγαθοῖς ὁ φίλος καὶ οὐ κρυβήσεται ἐν κακοῖς ὁ ἐχθρός.
Σοφ. Σειρ. 12,8 Ο φίλος σου δεν θα σε φθονήση ούτε θα προσπαθήση να σε βλάψη, όταν ευτυχής• όπως επίσης και ο εχθρός σου δεν θα κρύψη την χαράν του, εάν περιπέσης εις δυστυχίαν.
Σοφ. Σειρ. 12,9 ἐν ἀγαθοῖς ἀνδρὸς οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ ἐν λύπῃ, καὶ ἐν τοῖς κακοῖς αὐτοῦ καὶ ὁ φίλος διαχωρισθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 12,9 Οταν ένας ευτυχή και απολαμβάνη τα αγαθά του, οι εχθροί του στενοχωρούνται. Οταν όμως περιπέση εις συμφοράς και στενοχωρίας, τότε και αυτός ακόμη ο φίλος του είναι δυνατόν να τον εγκαταλείψη.
Σοφ. Σειρ. 12,10 μὴ πιστεύσῃς τῷ ἐχθρῷ σου εἰς τὸν αἰῶνα· ὡς γὰρ ὁ χαλκὸς ἰοῦται, οὕτως ἡ πονηρία αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,10 Μη δίδης ποτέ εμπιστοσύνην στον εχθρόν σου, διότι, όπως ο χαλκός οξειδώνεται και δεν φαίνεται το εσωτερικόν του, έτσι είναι και η πονηρία του εχθρού.
Σοφ. Σειρ. 12,11 καὶ ἐὰν ταπεινωθῇ καὶ πορεύηται συγκεκυφώς, ἐπίστησον τὴν ψυχήν σου καὶ φύλαξαι ἀπ᾿ αὐτοῦ καὶ ἔσῃ αὐτῷ ὡς ἐκμεμαχὼς ἔσοπτρον, καὶ γνώσῃ ὅτι οὐκ εἰς τέλος κατίωσε.
Σοφ. Σειρ. 12,11 Εάν αυτός ταπεινωθή ενώπιόν σου και βαδίζη με την κεφαλήν προς τα κάτω, πρόσεξε τον εαυτόν σου και φυλάξου από αυτόν. Να φερθής και να πράξης απέναντι αυτού, όπως κάμνεις, όταν έχης καθαρίσει ένα καθρέπτην. Η σκουριά χαι η υποκρισία του εχθρού σου δεν θα μείνη έως τέλος. Θα φανή αυτός που πραγματικά είναι.
Σοφ. Σειρ. 12,12 μὴ στήσῃς αὐτὸν παρὰ σεαυτῷ, μὴ ἀνατρέψας σε στῇ ἐπὶ τὸν τόπον σου· μὴ καθίσῃς αὐτὸν ἐκ δεξιῶν σου, μήποτε ζητήσῃ τὴν καθέδραν σου καὶ ἐπ᾿ ἐσχάτων ἐπιγνώσῃ τοὺς λόγους μου καὶ ἐπὶ τῶν ῥημάτων μου κατανυγήσῃ.
Σοφ. Σειρ. 12,12 Μη τοποθετήσης τον εχθρόν σου πλησίον σου, δια να μη σε ανατρέψη και καθίση εκείνος εις την θέσιν σου. Μη τον βάλης να καθίση εκ δεξιών σου, δια να μη επιζητήση εκείνος να σε εκτοπίση και καθίση στο κάθισμά σου. Ετσι δε πολύ αργά θα κατανοήσης την αξίαν των λόγων μου και θα λυπηθής, διότι δεν ήκουσες τας σύμβουλάς μου.
Σοφ. Σειρ. 12,13 τίς ἐλεήσει ἐπαοιδὸν ὀφιόδηκτον καὶ πάντας τοὺς προσάγοντας θηρίοις;
Σοφ. Σειρ. 12,13 Ποιός θα λυπηθή και θα δείξη οίκτον προς τον μάγον, που γοητεύει τα φίδια με τα άσματα του, όταν τον δαγκώση το φίδι η προς τους θηριοδαμαστάς, οι οποίοι πλησιάζουν τα θηρία;
Σοφ. Σειρ. 12,14 οὕτως τὸν προσπορευόμενον ἀνδρὶ ἁμαρτωλῷ καὶ συμφυρόμενον ἐν ταῖς ἁμαρτίαις αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,14 Ετσι συμβαίνει και με εκείνον, που αναστρέφεται και πορεύεται μαζή με αμαρτωλόν άνθρωπον και συμφύρεται με τας αμαρτίας εκείνου.
Σοφ. Σειρ. 12,15 ὥραν μετὰ σοῦ διαμενεῖ, καὶ ἐὰν ἐκκλίνῃς, οὐ μὴ καρτερήσῃ.
Σοφ. Σειρ. 12,15 Προσωρινώς μένει μαζή σου, όταν σε βλέπη να ίστασαι και έχη συμφέρον από σέ. Εάν όμως κλονισθής, δεν θα σε στηρίξη ούτε θα παραμείνη κοντά σου.
Σοφ. Σειρ. 12,16 καὶ ἐν τοῖς χείλεσιν αὐτοῦ γλυκανεῖ ὁ ἐχθρὸς καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ βουλεύσεται ἀνατρέψαι σε εἰς βόθρον· ἐν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ δακρύσει ὁ ἐχθρός, καὶ ἐὰν εὕρῃ καιρόν, οὐκ ἐμπλησθήσεται ἀφ᾿ αἵματος.
Σοφ. Σειρ. 12,16 Ο εχθρός σου θα έχη πάντοτε γλυκά λόγια εις τα χείλη του• εις την καρδίαν του όμως θα σκέπτεται, να σε ανατρέψη και να σε ρίψη εις βόθρον. Ο εχθρός σου θα έχη υποκριτικά δάκρυα συμπαθείας εις τα μάτια του δια σέ. Εάν όμως εύρη ευκαιρίαν, δεν θα χορταίνη από το αίμα σου.
Σοφ. Σειρ. 12,17 κακὰ ἂν ὑπαντήσῃ σοι, εὑρήσεις αὐτὸν ἐκεῖ πρότερόν σου, καὶ ὡς βοηθῶν ὑποσχάσει πτέρναν σου·
Σοφ. Σειρ. 12,17 Εάν σου συμβή κάτι κακόν, θα εύρης αυτόν εκεί έμπροσθέν σου• και προσποιούμενος ότι σε βοηθεί, θα σε αρπάση από την πτέρναν, δια να σε ρίψη κάτω.
Σοφ. Σειρ. 12,18 κινήσει τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ ἐπικροτήσει ταῖς χερσὶν αὐτοῦ καὶ πολλὰ διαψιθυρίσει καὶ ἀλλοιώσει τὸ πρόσωπον αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,18 Επειτα θα κινή εμπαικτικώς την κεφαλήν του, θα κτυπά με χαιρεκακίαν τας παλάμας του, θα ψιθυρίζη πολλά εις βάρος σου και θα μεταβάλη το πρόσωπόν του, ώστε να φανή μοχθηρόν, όπως εις την πραγματικότητα είναι.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 13
Σοφ. Σειρ. 13,1 Ὁ ἁπτόμενος πίσσης μολυνθήσεται, καὶ ὁ κοινωνῶν ὑπερηφάνῳ ὁμοιωθήσεται αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 13,1 Εκείνος που εγγίζει την πίσσαν, θα πασαλειφθή με την ακαθαρσίαν της, και εκείνος που συναναστρέφεται με άνθρωπον υπερήφανον, θα γίνη όμοιος με αυτόν.
Σοφ. Σειρ. 13,2 βάρος ὑπὲρ σὲ μὴ ἄρῃς, καὶ ἰσχυροτέρῳ σου καὶ πλουσιωτέρῳ μὴ κοινώνει. τί κοινωνήσει χύτρα πρὸς λέβητα; αὕτη προσκρούσει, καὶ αὕτη συντριβήσεται.
Σοφ. Σειρ. 13,2 Μη σηκώνης στους ώμους σου βάρος ανώτερον από τας δυνάμεις σου. Με άνθρωπον, που είναι ισχυρότερος και πλουσιώτερος από σέ, μη έχης πολλήν επικοινωνίαν. Ποίαν σχέσιν ημπορεί να έχη μία πηλίνη χύτρα με τον χάλκινον λέβητα; Εάν προσκρούση εις εκείνον, αυτή θα συντριβή.
Σοφ. Σειρ. 13,3 πλούσιος ἠδίκησε, καὶ αὐτὸς προσενεβριμήσατο· πτωχὸς ἠδίκηται, καὶ αὐτὸς προσδεηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 13,3 Ο πλούσιος αδικεί και έχει το θράσος να μεγαλαυχή και να επιπλήττη. Ο πτωχός αδικείται και όμως ικετεύει και παρακαλεί, ως εάν είναι ένοχος.
Σοφ. Σειρ. 13,4 ἐὰν χρησιμεύσῃς, ἐργᾶται ἐν σοί· καὶ ἐὰν ὑστερήσῃς, καταλείψει σε.
Σοφ. Σειρ. 13,4 Εάν συ ο πτωχός είσαι εις κάτι χρήσιμος προς τον πλούσιον, θα σε εκμεταλλευθή. Εάν όμως ευρεθής εις ανάγκην και στέρησιν, αυτός θα σε εγκαταλείψη.
Σοφ. Σειρ. 13,5 ἐὰν ἔχῃς, συμβιώσεταί σοι καὶ ἀποκενώσει σε, καὶ αὐτὸς οὐ πονέσει.
Σοφ. Σειρ. 13,5 Εάν έχης αγαθά, αυτός υποκριτικώτατα θα σε συναναστρέφεται και θα ζη μαζή σου, μέχρις ότου σου αρπάση τα αγαθά και σε αδειάση εντελώς από αυτά. Δεν θα αισθανθή δε καμμίαν λύπην και στενοχωρίαν δια το κακόν, που σου έκαμε.
Σοφ. Σειρ. 13,6 χρείαν ἔσχηκέ σου, καὶ ἀποπλανήσει σε καὶ προσγελάσεταί σοι καὶ δώσει σοι ἐλπίδα· λαλήσει σοι καλὰ καὶ ἐρεῖ· τίς ἡ χρεία σου;
Σοφ. Σειρ. 13,6 Οταν έχη την ανάγκην σου, θα προσπαθήση να σε παραπλανήση. Θα φανή φιλομειδής και γελαστός απέναντί σου και θα σου δώση ελπίδα. Θα ομιλήση προς σε με καλά λόγια και θα σου πη, “τι ανάγκην έχεις;”
Σοφ. Σειρ. 13,7 καὶ αἰσχυνεῖ σε ἐν τοῖς βρώμασιν αὐτοῦ, ἕως οὗ ἀποκενώσῃ σε δὶς ἢ τρίς, καὶ ἐπ᾿ ἐσχάτων καταμωκήσεταί σου· μετὰ ταῦτα ὄψεταί σε καὶ καταλείψει σε καὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ κινήσει ἐπὶ σοί.
Σοφ. Σειρ. 13,7 Θα σε κάμη να αισθανθής συστολήν απέναντί του με τα συμπόσιά του, μέχρις ότου σε απογυμνώση από τα αγαθά σου δύο και τρεις φορές και τελευταία θα σε ειρωνεύεται και θα σε περιγελά. Επειτα θα ίδη την πτωχείαν, εις την οποίαν σε κατήντησε, θα σε εγκαταλείψη και θα κινή εμπαικτικώς την κεφαλήν του εις βάρος σου.
Σοφ. Σειρ. 13,8 πρόσεχε μὴ ἀποπλανηθῇς καὶ μὴ ταπεινωθῇς ἐν ἀφροσύνῃ σου.
Σοφ. Σειρ. 13,8 Πρόσεχε, μη παραπλανηθής από αυτόν, δια να μη εξευτελισθής με αυτήν σου την απερισκεψίαν.
Σοφ. Σειρ. 13,9 Προσκαλεσαμένου σε δυνάστου, ὑποχωρῶν γίνου, καὶ τόσῳ μᾶλλον προσκαλέσεταί σε.
Σοφ. Σειρ. 13,9 Οταν ένας άρχων σε προσκαλή, δια να σε τιμήση, συ προσπάθησε να αποφύγης την πρόσκλησιν και αυτός τόσον περισσότερον θα σε προσκαλή.
Σοφ. Σειρ. 13,10 μὴ ἔμπιπτε, ἵνα μὴ ἀπωσθῇς, καὶ μὴ μακρὰν ἀφίστω, ἵνα μὴ ἐπιλησθῇς.
Σοφ. Σειρ. 13,10 Παντως μη σπεύδης προς αυτόν, δια να μη σε απωθήση κατόπιν, αλλά και να μη στέκεσαι πολύ μακράν, δια να μη σε λησμονήση.
Σοφ. Σειρ. 13,11 μὴ ἔπεχε ἰσηγορεῖσθαι μετ᾿ αὐτοῦ καὶ μὴ πίστευε τοῖς πλείοσι λόγοις αὐτοῦ· ἐκ πολλῆς γὰρ λαλιᾶς πειράσει σε καὶ ὡς προσγελῶν ἐξετάσει σε.
Σοφ. Σειρ. 13,11 Πρόσεχε, μη ομιλήσης μαζή του ως ίσος προς ίσον, και μη δίδης εμπιστοσύνην εις τα πολλά λόγια του. Διότι αυτός με τα πολλά λόγια του θα θελήση να σε δοκιμάση, και καθ' ον χρόνον γελαστός θα σου ομιλή θα βυθομετρή τα βάθη της καρδίας σου.
Σοφ. Σειρ. 13,12 ἀνελεήμων ὁ μὴ συντηρῶν λόγους καὶ οὐ μὴ φείσηται περὶ κακώσεως καὶ δεσμῶν.
Σοφ. Σειρ. 13,12 Σκληρός θα φανή προς σε αυτός, που εδείχθη πλούσιος εις λόγια και υποσχέσεις. Και δεν θα λυπηθή ούτε θα διστάση, να χρησιμοποιήση εναντίον σου βασανιστήρια και δεσμά φυλακής.
Σοφ. Σειρ. 13,13 συντήρησον καὶ πρόσεχε σφοδρῶς, ὅτι μετὰ τῆς πτώσεώς σου περιπατεῖς.
Σοφ. Σειρ. 13,13 Λαβε τα μέτρα σου, πρόσεχε πάρα πολύ. Διότι συναναστρεφόμενος εκείνον συμπορεύεσαι με βέβαίαν την πτώσιν σου.
Σοφ. Σειρ. 13,14 [ἀκούων αὐτὰ ἐν ὕπνῳ σου γρηγόρησον· πάσῃ ζωῇ σου ἀγάπα τὸν Κύριον, καὶ ἐπικαλοῦ αὐτὸν εἰς σωτηρίαν σου].
Σοφ. Σειρ. 13,14 Ακούων αυτά πρόσεχε και εις αυτόν ακόμη τον ύπνον σου. Εις όλην σου την ζωήν τον Κυριον μόνον να αγαπάς και αυτόν να επικαλήσαι δια την σωτηρίαν σου.
Σοφ. Σειρ. 13,15 Πᾶν ζῷον ἀγαπᾷ τὸ ὅμοιον αὐτῷ καὶ πᾶς ἄνθρωπος τὸν πλησίον αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 13,15 Καθε ζώον αγαπώ το όμοιον προς αυτό. Ετσι και κάθε άνθρωπος αγαπά τον από κοινωνικής θέσεως και μορφώσεως όμοιόν του.
Σοφ. Σειρ. 13,16 πᾶσα σὰρξ κατὰ γένος συνάγεται, καὶ τῷ ὁμοίῳ αὐτοῦ προσκολληθήσεται ἀνήρ.
Σοφ. Σειρ. 13,16 Καθε ζώον εντάσσεται και αποτελεί ομάδα με αλλά ζώα του είδους του. Ετσι και κάθε άνθρωπος επικοινωνεί και προσκολλάται εις άλλους ομοίους του.
Σοφ. Σειρ. 13,17 τί κοινωνήσει λύκος ἀμνῷ; οὕτως ἁμαρτωλὸς πρὸς εὐσεβῆ.
Σοφ. Σειρ. 13,17 Ποία σχέσις και επικοινωνία είναι δυνατόν να υπάρχη μεταξύ λύκου και αρνίου; Ετσι μεταξύ αμαρτωλού και ευσεβούς ανθρώπου.
Σοφ. Σειρ. 13,18 τίς εἰρήνη ὑαίνῃ πρὸς κύνα; καὶ τίς εἰρήνη πλουσίῳ πρὸς πένητα;
Σοφ. Σειρ. 13,18 Ποία ειρηνική σχέσις και επικοινωνία είναι δυνατόν να υπάρχη ανάμεσα εις την ύαιναν και το σκυλί; Καμμία. Ποία κατ' αναλογίαν ειρηνική επικοινωνία και αναστροφή ημπορεί να υπάρχη μεταξύ ενός πλουσίου και ενός πτωχού;
Σοφ. Σειρ. 13,19 κυνήγια λεόντων ὄναγροι ἐν ἐρήμῳ, οὕτως νομαὶ πλουσίων πτωχοί.
Σοφ. Σειρ. 13,19 Οι λέοντες κυνηγούν αγρίους όνους εις ερήμους περιοχάς. Ετσι θήραμα και βοσκή των πλουσίων είναι οι πτωχοί.
Σοφ. Σειρ. 13,20 βδέλυγμα ὑπερηφάνῳ ταπεινότης, οὕτως βδέλυγμα πλουσίῳ πτωχός.
Σοφ. Σειρ. 13,20 Η ταπεινοφροσύνη είναι μισητή και αποκρουστική στον υπερήφανον. Ετσι αποκρουστικός είναι και ο πτωχός στον πλούσιον.
Σοφ. Σειρ. 13,21 πλούσιος σαλευόμενος στηρίζεται ὑπὸ φίλων, ταπεινὸς δὲ πεσὼν προσαπωθεῖται ὑπὸ φίλων.
Σοφ. Σειρ. 13,21 Οταν κάποιος πλούσιος κλονισθή, στηρίζεται από τους φίλους του. Οταν όμως ο πτωχός περιπέση εις δυστυχίαν, σπρώχνεται και από αυτούς τους φίλους του.
Σοφ. Σειρ. 13,22 πλουσίου σφαλέντος πολλοὶ ἀντιλήπτορες, ἐλάλησεν ἀπόῤῥητα καὶ ἐδικαίωσαν αὐτόν. ταπεινὸς ἔσφαλε καὶ προσεπετίμησαν αὐτῷ, ἐφθέγξατο σύνεσιν καὶ οὐκ ἐδόθη αὐτῷ τόπος.
Σοφ. Σειρ. 13,22 Οταν ένας πλούσιος περιπέση εις αποτυχίας, πολλοί θα τρέξουν να τον βοηθήσουν. Λέγει ανοησίες και λόγια, που δια συστολήν και εντροπήν δεν πρέπει να λέγωνται, και σπεύδουν όλοι να τον δικαιολογήσουν. Οταν όμως ο πτωχός υποπέση εις σφάλμα, όλοι τον παρατηρούν και τον ελέγχουν. Δεν ευρίσκει ακόμη θέσιν ούτε και όταν λέγη σοφά και συνετά λόγια.
Σοφ. Σειρ. 13,23 πλούσιος ἐλάλησε καὶ πάντες ἐσίγησαν, καὶ τὸν λόγον αὐτοῦ ἀνύψωσαν ἕως τῶν νεφελῶν. πτωχὸς ἐλάλησε καὶ εἶπαν· τίς οὗτος; κἂν προσκόψῃ, προσανατρέψουσιν αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 13,23 Ομιλεί ο πλούσιος και όλοι σιωπούν• εγκωμιάζουν τα λόγια του και τα ανυψώνουν έως τα σύννεφα του ουρανού. Ομιλεί ο πτωχός και εκείνοι περιφρονητικώς λέγουν αναμεταξύ των• “ποιός είναι αυτός που τολμά να ομιλή;” Εάν ο πτωχός σκοντάψη, θα τον ρίψουν κατά γης και θα τον ποδοπατήσουν.
Σοφ. Σειρ. 13,24 ἀγαθὸς ὁ πλοῦτος, ᾧ μή ἐστιν ἁμαρτία, καὶ πονηρὰ ἡ πτωχεία ἐν στόματι ἀσεβοῦς.
Σοφ. Σειρ. 13,24 Καλός είναι ο πλούτος μόνον εκεί, όπου δεν υπάρχει αμαρτία. Θεωρείται δε κακή και καταφρονητέα η πτωχεία μόνον από την καρδίαν και τα στόματα των ασεβών.
Σοφ. Σειρ. 13,25 Καρδία ἀνθρώπου ἀλλοιοῖ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, ἐάν τε εἰς ἀγαθὰ ἐάν τε εἰς κακά.
Σοφ. Σειρ. 13,25 Η καρδιά του ανθρώπου ανάλογα με το περιεχόμενόν της κάνει το πρόσωπόν του είτε ευχάριστον είτε σκυθρωπόν.
Σοφ. Σειρ. 13,26 ἴχνος καρδίας ἐν ἀγαθοῖς πρόσωπον ἱλαρόν, καὶ εὕρεσις παραβολῶν διαλογισμοὶ μετὰ κόπου.
Σοφ. Σειρ. 13,26 Εκφρασις καρδίας αγαθής είναι το γλυκύ και ευχάριστον πρόσωπον. Η εύρεσις και αποδοχή σοφών γνωμικών είναι ένα έργον, που απαιτεί κόπον.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 14
Σοφ. Σειρ. 14,1 Μακάριος ἀνήρ, ὣς οὐκ ὠλίσθησεν ἐν στόματι αὐτοῦ καὶ οὐ κατενύγη ἐν λύπῃ ἁμαρτίας.
Σοφ. Σειρ. 14,1 Ευτυχής είναι ο άνθρωπος εκείνος, από το στόμα του οποίου δεν εξέφυγαν λόγια αμαρτωλά και ο οποίος, ως εκ τούτου, δεν είχε τύψεις συνειδήσεως και λύπην δι' αμαρτίας στόματός του.
Σοφ. Σειρ. 14,2 μακάριος οὗ οὐ κατέγνω ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ὃς οὐκ ἔπεσεν ἀπὸ τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 14,2 Μακάριος είναι ο άνθρωπος, τον οποίον δεν ελέγχει η συνείδησις και ο οποίος δεν έχει ξεπέσει και δεν έχει χάσει την ελπίδα του στον Θεόν.
Σοφ. Σειρ. 14,3 Ἀνδρὶ μικρολόγῳ οὐ καλὸς ὁ πλοῦτος, καὶ ἀνθρώπῳ βασκάνῳ ἱνατί χρήματα;
Σοφ. Σειρ. 14,3 Εις τον μικροπρεπή άνθρωπον δεν είναι καλός ο πλούτος. Εις άνθρωπον φθονερόν, που λυώνει από τον φθόνον του, τι χρειάζονται τα χρήματα;
Σοφ. Σειρ. 14,4 ὁ συνάγων ἀπὸ τῆς ψυχῆς αὐτοῦ συνάγει ἄλλοις, καὶ ἐν τοῖς ἀγαθοῖς αὐτοῦ τρυφήσουσιν ἕτεροι.
Σοφ. Σειρ. 14,4 Εκείνος που συνάγει χρήματα κάμνων μεγάλας οικονομίας εις βάρος της ζωής του, τα συγκεντρώνει δια τους άλλους. Και άλλοι είναι εκείνοι, οι οποίοι θα χαρούν και θα γλεντοκοπήσουν με τα αγαθά του.
Σοφ. Σειρ. 14,5 ὁ πονηρὸς ἑαυτῷ τίνι ἀγαθὸς ἔσται; καὶ οὐ μὴ εὐφρανθήσεται ἐν τοῖς χρήμασιν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 14,5 Εκείνος που είναι κακός δια τον ίδιον τον εαυτόν του, εις ποίον είναι δυνατόν να φανή καλός; Αυτός δεν θα απολαύση και δεν θα χαρή τα αγαθά του.
Σοφ. Σειρ. 14,6 τοῦ βασκαίνοντος ἑαυτὸν οὐκ ἔστι πονηρότερος, καὶ τοῦτο ἀνταπόδομα τῆς κακίας αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 14,6 Δεν υπάρχει δυστυχέστερος άνθρωπος από τον ζηλόφθονον. Αυτό τούτο το πάθος του αποτελεί την τιμωρίαν της κακίας του.
Σοφ. Σειρ. 14,7 κἂν εὖ ποιῇ, ἐν λήθῃ ποιεῖ, καὶ ἐπ᾿ ἐσχάτων ἐκφαίνει τὴν κακίαν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 14,7 Εάν δε τύχη και κάμη κάποιο καλόν, κατά λάθος το πράττει. Διότι στο τέλος θα φανερώση την κακίαν του.
Σοφ. Σειρ. 14,8 πονηρὸς ὁ βασκαίνων ὀφθαλμῷ, ἀποστρέφων πρόσωπον καὶ ὑπερορῶν ψυχάς.
Σοφ. Σειρ. 14,8 Κακός είναι εκείνος, ο οποίος με τα ίδια του τα μάτια εκδηλώνει τον φθόνον του, γυρίζει το πρόσωπόν του από εκείνους, που έχουν ανάγκην, και τους αντιπαρέρχεται με αδιαφορίαν.
Σοφ. Σειρ. 14,9 πλεονέκτου ὀφθαλμὸς οὐκ ἐμπίπλαται μερίδι, καὶ ἀδικία πονηρὰ ἀναξηραίνει ψυχήν.
Σοφ. Σειρ. 14,9 Το μάτι του πλεονέκτου δεν χορταίνει ποτέ με εκείνα, που έχει. Η δε αχόρταστος πλεονεξία, που τον ωθεί προς αδικίας, ξηραίνει κάθε τι καλόν από την ψυχήν του.
Σοφ. Σειρ. 14,10 ὀφθαλμὸς πονηρὸς φθονερὸς ἐπ᾿ ἄρτῳ καὶ ἐλλιπὴς ἐπὶ τῆς τραπέζης αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 14,10 Ο φθονερός οφθαλμός του φιλαργύρου τσιγκουνεύεται και αυτόν τον άρτον, ώστε ολιγοστός να παρατίθεται πάντοτε εις την τράπεζάν του.
Σοφ. Σειρ. 14,11 Τέκνον, καθὼς ἐὰν ἔχῃς, εὖ ποίει σεαυτὸν καὶ προσφορὰς Κυρίῳ ἀξίως πρόσαγε.
Σοφ. Σειρ. 14,11 Παιδί μου, ανάλογα με εκείνα, τα οποία έχεις, να περιποιήσαι τον εαυτόν σου, κατ' αξίαν δε να προσφέρης προς τον Κυριον θυσίας και δωρεάς.
Σοφ. Σειρ. 14,12 μνήσθητι ὅτι θάνατος οὐ χρονιεῖ καὶ διαθήκη ᾅδου οὐχ ὑπεδείχθη σοι·
Σοφ. Σειρ. 14,12 Εχε πάντοτε υπ' όψιν σου ότι ο θάνατος δεν θα αργήση να έλθη και καμμία συμφωνία με τον άδην δεν σου έχει αποκαλυφθή. Και άρα δεν γνωρίζεις την ώραν της εκδημίας σου.
Σοφ. Σειρ. 14,13 πρίν σε τελευτῆσαι, εὖ ποίει φίλῳ καὶ κατὰ τὴν ἰσχύν σου ἔκτεινον καὶ δῷς αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 14,13 Πριν, λοιπόν, αποθάνης, κάμνε το καλόν στον φίλον σου και ανάλογα με την οικονομικήν σου δυνατότητα άπλωνε το χέρι σου και δίνε εις αυτόν.
Σοφ. Σειρ. 14,14 μὴ ἀφυστερήσῃς ἀπὸ ἀγαθῆς ἡμέρας, καὶ μερὶς ἐπιθυμίας ἀγαθῆς μή σε παρελθάτω.
Σοφ. Σειρ. 14,14 Μη απαρνήσαι την ευτυχίαν της παρούσης καλής ημέρας και μη αφήνης να σου διαφεύγουν αι παρά του Θεού επιτρεπόμενοι απολαύσεις.
Σοφ. Σειρ. 14,15 οὐχὶ ἑτέρῳ καταλείψεις τοὺς πόνους σου καὶ τοὺς κόπους σου εἰς διαίρεσιν κλήρου;
Σοφ. Σειρ. 14,15 Οταν αποθάνης, δεν θα αφήσης τους κόπους σου εις τα χέρια άλλων και όσα με την εργασίαν σου απέκτησες δεν θα τα αφήσης, να τα μοιρασθούν με κλήρον μεταξύ των οι κληρονόμοι;
Σοφ. Σειρ. 14,16 δὸς καὶ λάβε καὶ ἀπάτησον τὴν ψυχήν σου, ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν ᾅδου ζητῆσαι τρυφήν.
Σοφ. Σειρ. 14,16 Δώσε και πάρε. Διδε ευκαιρίαν χαράς και αναψυχής εις την ζωήν σου, διότι στον άδην δεν θα αναζητήσης και δεν θα εύρης απόλαυσιν.
Σοφ. Σειρ. 14,17 πᾶσα σὰρξ ὡς ἱμάτιον παλαιοῦται, ἡ γὰρ διαθήκη ἀπ᾿ αἰῶνος· θανάτῳ ἀποθανῇ.
Σοφ. Σειρ. 14,17 Το σώμα του ανθρώπου γηράσκει, όπως παληώνει το φόρεμα. Ο θάνατος είναι η από αιώνος εντολή του Θεού. Και συ, λοιπόν, οπωσδήποτε θα αποθάνης.
Σοφ. Σειρ. 14,18 ὡς φύλλον θάλλον ἐπὶ δένδρου δασέος, τὰ μὲν καταβάλλει, ἄλλα δὲ φύει, οὕτως γενεὰ σαρκὸς καὶ αἵματος, ἡ μὲν τελευτᾷ, ἑτέρα δὲ γεννᾶται.
Σοφ. Σειρ. 14,18 Από το θαλλερόν φύλλωμα πυκνοφύλλου δένδρου άλλα μεν φύλλα πίπτουν, άλλα δε βλαστάνουν. Ετσι συμβαίνει και μεταξύ των γενεών των ανθρώπων, που έχουν σάρκα και αίμα• άλλη μεν γενεά αποθνήσκει, άλλη δε γεννάται.
Σοφ. Σειρ. 14,19 πᾶν ἔργον σηπόμενον ἐκλείπει, καὶ ὁ ἐργαζόμενος αὐτὸ μετ᾿ αὐτοῦ ἀπελεύσεται.
Σοφ. Σειρ. 14,19 Ωσάν το φύλλον κάθε έργον πονηρού ανθρώπου σαπίζει και εξαφανίζεται• μαζή δέ με αυτό περνάει και εξαφανίζεται και φεύγει και ο άνθρωπος, που το έπραξε.
Σοφ. Σειρ. 14,20 Μακάριος ἀνήρ, ὃς ἐν σοφίᾳ τελευτήσει καὶ ὃς ἐν συνέσει αὐτοῦ διαλεχθήσεται,
Σοφ. Σειρ. 14,20 Ευτυχής ο άνθρωπος, ο οποίος θα τελευτήση μελετών τας αληθείας αυτάς με σοφίαν και ο οποίος συλλογίζεται και σκέπτεταί με σύνεσιν.
Σοφ. Σειρ. 14,21 ὁ διανοούμενος τὰς ὁδοὺς αὐτῆς ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ, καὶ ἐν τοῖς ἀποκρύφοις αὐτῆς νοηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 14,21 Αυτός, που σκέπτεται στο βάθος της καρδίας του τας εντολάς της θείας σοφίας, αυτός και κατανοεί τα απόκρυφα και άρρητα αυτής νοήματα.
Σοφ. Σειρ. 14,22 ἔξελθε ὀπίσω αὐτῆς ὡς ἰχνευτής, καὶ ἐν ταῖς εἰσόδοις αὐτῆς ἐνέδρευε.
Σοφ. Σειρ. 14,22 Εβγα από το σπίτι σου, ωσάν ανιχνευτής, ακολούθησε τους δρόμους της σοφίας πίσω από αυτήν και στήσε ενέδραν εις την είσοδον του οίκου της.
Σοφ. Σειρ. 14,23 ὁ παρακύπτων διὰ τῶν θυρίδων αὐτῆς καὶ ἐπὶ τῶν θυρωμάτων αὐτῆς ἀκροάσεται.
Σοφ. Σειρ. 14,23 Εκείνος, που σκύβει και παρατηρεί από τα παράθυρά της, αυτός και θα ακροασθή σοφά πράγματα από τας θύρας της.
Σοφ. Σειρ. 14,24 ὁ καταλύων σύνεγγυς τοῦ οἴκου αὐτῆς καὶ πήξει πάσσαλον ἐν τοῖς τοίχοις αὐτῆς,
Σοφ. Σειρ. 14,24 Αυτός, που κατοικεί κοντά στον οίκον της και καρφώνει τον πάσσαλον της σκηνής του στον τοίχον της,
Σοφ. Σειρ. 14,25 στήσει τὴν σκηνὴν αὐτοῦ κατὰ χεῖρας αὐτῆς καὶ καταλύσει ἐν καταλύματι ἀγαθῶν·
Σοφ. Σειρ. 14,25 στήνει δε την σκηνήν του εκεί, όπου φθάνουν τα χέρια της, αυτός θα έχη το κατάλυμά του πλήρες από αγαθά.
Σοφ. Σειρ. 14,26 θήσει τὰ τέκνα αὐτοῦ ἐν τῇ σκέπῃ αὐτῆς καὶ ὑπὸ τοὺς κλάδους αὐτῆς αὐλισθήσεται·
Σοφ. Σειρ. 14,26 Θα θέση τα τέκνα του υπό την σκέπην και την προστασίαν της σοφίας, κάτω δε από τους κλάδους του δένδρου της θα καταυλισθή.
Σοφ. Σειρ. 14,27 σκεπασθήσεται ὑπ᾿ αὐτῆς ἀπὸ καύματος καὶ ἐν τῇ δόξῃ αὐτῆς καταλύσει.
Σοφ. Σειρ. 14,27 Θα σκεπασθή από αυτήν και θα προφυλαχθή από το καύμα του ηλίου. Θα μείνη και θα αναπαυθή μέσα εις την δόξαν της.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 15
Σοφ. Σειρ. 15,1 Ὁ φοβούμενος Κύριον ποιήσει αὐτό, καὶ ὁ ἐγκρατὴς τοῦ νόμου καταλήψεται αὐτήν·
Σοφ. Σειρ. 15,1 Εκείνος που φοβείται τον Κυριον, θα κάμη αυτό, το οποίον η σοφία του υποδεικνύει. Αυτός δέ που γνωρίζει και εφαρμόζει τον Νομον του Θεού, θα καταλάβη και θα κάμη κτήμα του την σοφίαν.
Σοφ. Σειρ. 15,2 καὶ ὑπαντήσεται αὐτῷ ὡς μήτηρ καὶ ὡς γυνὴ παρθενίας προσδέξεται αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 15,2 Αυτή θα τον προαπαντήση και θα τον υποδεχθή, όπως υποδέχεται η μητέρα το τέκνον της και όπως υποδέχεται η νεαρά παρθένος σύζυγος τον συζυγόν της.
Σοφ. Σειρ. 15,3 ψωμιεῖ αὐτὸν ἄρτον συνέσεως καὶ ὕδωρ σοφίας ποτίσει αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 15,3 Θα τον χορτάση με άρτον συνέσεως, θα τον ποτίση με το ύδωρ της σοφίας.
Σοφ. Σειρ. 15,4 στηριχθήσεται ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ οὐ μὴ κλιθῇ, καὶ ἐπ᾿ αὐτῆς ἐφέξει καὶ οὐ μὴ καταισχυνθῇ·
Σοφ. Σειρ. 15,4 Αυτός δε θα στηριχθή εις αυτήν και έτσι δεν θα κλονισθή ποτέ. Θα την κρατήση σταθερά και θα προσκολληθή εις αυτήν και έτσι δεν θα ντροπιασθή ποτέ.
Σοφ. Σειρ. 15,5 καὶ ὑψώσει αὐτὸν παρὰ τοὺς πλησίον αὐτοῦ καὶ ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ἀνοίξει στόμα αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 15,5 Θα τον ανυψώση υπεράνω από τους γύρω του ανθρώπους και εν μέσω συνάξεως του λαού θα ανοίξη το στόμα του δια να ομιλήση τα πρέποντα.
Σοφ. Σειρ. 15,6 εὐφροσύνην καὶ στέφανον ἀγαλλιάματος καὶ ὄνομα αἰώνιον κατακληρονομήσει.
Σοφ. Σειρ. 15,6 Η σοφία θα δώση ως κληρονομίαν της εις αυτόν χαράν, στέφανον αγαλλιάσεως και όνομα αιώνιον και ένδοξον.
Σοφ. Σειρ. 15,7 οὐ μὴ καταλήψονται αὐτὴν ἄνθρωποι ἀσύνετοι, καὶ ἄνδρες ἁμαρτωλοὶ οὐ μὴ ἴδωσιν αὐτήν·
Σοφ. Σειρ. 15,7 Οι μωροί και ασεβείς δεν θα απολαύσουν σοφίαν, ούτε οι αμαρτωλοί άνθρωποι θα την αντικρύσουν.
Σοφ. Σειρ. 15,8 μακράν ἐστιν ὑπερηφανίας, καὶ ἄνδρες ψεῦσται οὐ μὴ μνησθήσονται αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 15,8 Διότι η σοφία ευρίσκεται μακράν από την υπερηφάνειαν και οι άνθρωποι του ψεύδους ούτε καν και θα την ενθυμηθούν.
Σοφ. Σειρ. 15,9 Οὐχ ὡραῖος αἶνος ἐν στόματι ἁμαρτωλοῦ, ὅτι οὐ παρὰ Κυρίου ἀπεστάλη·
Σοφ. Σειρ. 15,9 Δεν ταιριάζει και ούτε ενθρονίζεται ωραίος ύμνος στο στόμα του αμαρτωλού. Τέτοιος ύμνος δεν του έχει αποσταλή από τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ. 15,10 ἐν γὰρ σοφίᾳ ῥηθήσεται αἶνος, καὶ ὁ Κύριος εὐοδώσει αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 15,10 Διότι εις την αληθινήν σοφίαν εκφράζεται ο αίνος προς τον Θεόν και ο Κυριος στέλλει και κατευοδώνει αυτόν.
Σοφ. Σειρ. 15,11 μὴ εἴπῃς ὅτι διὰ Κύριον ἀπέστην· ἃ γὰρ ἐμίσησεν, οὐ ποιήσεις.
Σοφ. Σειρ. 15,11 Μη είπης, ότι, εάν εγώ απεμακρύνθην από την σοφίαν και τας θείας εντολάς, το έπραξα δια τον Κυριον. Διότι, εκείνο το οποίον αυτός μισεί, συ ποτέ δεν πρέπει να το πράξης.
Σοφ. Σειρ. 15,12 μὴ εἴπῃς ὅτι αὐτός με ἐπλάνησεν· οὐ γὰρ χρείαν ἔχει ἀνδρὸς ἁμαρτωλοῦ.
Σοφ. Σειρ. 15,12 Μη είπης ποτέ ότι ο Θεός με έσυρε εις την πλάνην και με έκαμεν αμαρτωλόν• διότι ο Θεός δεν έχει ανάγκην από αμαρτωλόν άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ. 15,13 πᾶν βδέλυγμα ἐμίσησε Κύριος, καὶ οὐκ ἔστιν ἀγαπητὸν τοῖς φοβουμένοις αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 15,13 Καθε βδελυρόν και αηδιαστικόν αμάρτημα το μισεί ο Κυριος• όσοι δε τον φοφούνται αποστρέφονται το κακόν.
Σοφ. Σειρ. 15,14 αὐτὸς ἐξ ἀρχῆς ἐποίησεν ἄνθρωπον καὶ ἀφῆκεν αὐτὸν ἐν χειρὶ διαβουλίου αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 15,14 Αυτός απ' αρχής εδημιούργησεν ελεύθερον τον άνθρωπον και τον αφήκεν εις την ελευθέραν αυτού θέλησιν και διάθεσιν.
Σοφ. Σειρ. 15,15 ἐὰν θέλῃς, συντηρήσεις ἐντολὰς καὶ πίστιν ποίησαι εὐδοκίας.
Σοφ. Σειρ. 15,15 Εάν θέλης, θα τηρήσης τας εντολάς του και θα πράξης όσα είναι ευδοκία πίστεως.
Σοφ. Σειρ. 15,16 παρέθηκέ σοι πῦρ καὶ ὕδωρ· οὗ ἐὰν θέλῃς, ἐκτενεῖς τὴν χεῖρά σου.
Σοφ. Σειρ. 15,16 Ενώπιόν σου έθεσε φωτιά και νερό, όπου θέλεις ημπορείς να απλώσης ελευθέρως το χέρι σου.
Σοφ. Σειρ. 15,17 ἔναντι ἀνθρώπων ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος, καὶ ὃ ἐὰν εὐδοκήσῃ, δοθήσεται αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 15,17 Ενώπιον των ανθρώπων υπάρχει η ζωή και ο θάνατος και εκείνο το οποίον κανείς θα θελήση και θα προτιμήση, θα του δοθή.
Σοφ. Σειρ. 15,18 ὅτι πολλὴ σοφία τοῦ Κυρίου· ἰσχυρὸς ἐν δυναστείᾳ καὶ βλέπων τὰ πάντα,
Σοφ. Σειρ. 15,18 Πολλή είναι η σοφία του Κυρίου. Αυτός είναι ισχυρός και παντοδύναμος και επιβλέπει τα πάντα.
Σοφ. Σειρ. 15,19 καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτόν, καὶ αὐτὸς ἐπιγνώσεται πᾶν ἔργον ἀνθρώπου.
Σοφ. Σειρ. 15,19 Οι οφθαλμοί αυτού είναι εστραμμένοι προστατευτικώς εις εκείνους, που τον φοβούνται, και αυτός βλέπει, εξετάζει και γνωρίζει καλά κάθε έργον ανθρώπου.
Σοφ. Σειρ. 15,20 καὶ οὐκ ἐνετείλατο οὐδενὶ ἀσεβεῖν καὶ οὐκ ἔδωκεν ἄνεσιν οὐδενὶ ἁμαρτάνειν.
Σοφ. Σειρ. 15,20 Εις κανένα δεν έδωσε την εντολήν να είναι ασεβής και εις κανένα δεν έδωσε το δικαίωμα να διαπράττη αμαρτίας.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 16
Σοφ. Σειρ. 16,1 Μὴ ἐπιθύμει τέκνων πλῆθος ἀχρήστων, μὴ εὐφραίνου ἐπὶ υἱοῖς ἀσεβέσιν.
Σοφ. Σειρ. 16,1 Μη επιθυμής πλήθος απογόνων, οι οποίοι δεν θα είναι ικανοί εις τίποτε και μη ευφραίνεσαι δια τα παιδιά σου τα ασεβή.
Σοφ. Σειρ. 16,2 ἐὰν πληθύνωσι, μὴ εὐφραίνου ἐπ᾿ αὐτοῖς, εἰ μή ἐστι φόβος Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 16,2 Εάν πληθυνθον, μη ευφρανθής δι' αυτά, έκτος εάν εις τας καρδίας τΩν υπάρχη ο φόβος του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 16,3 μὴ ἐμπιστεύσῃς τῇ ζωῇ αὐτῶν καὶ μὴ ἔπεχε ἐπὶ τὸ πλῆθος αὐτῶν· κρείσσων γὰρ εἷς ἢ χίλιοι, καὶ ἀποθανεῖν ἄτεκνον ἢ ἔχειν τέκνα ἀσεβῆ.
Σοφ. Σειρ. 16,3 Μη ελπίζης μακράν και ευτυχισμένην την ζωήν αυτών, και μη στηρίζεσαι στο πλήθος των. Προτιμότερος είναι ένας ευσεβής παρά χίλιοι ασεβείς. Και είναι προτιμότερον να αποθάνη κανείς άτεκνος, παρά να έχη παιδιά ασεβή και αμαρτωλά.
Σοφ. Σειρ. 16,4 ἀπὸ γὰρ ἑνὸς συνετοῦ συνοικισθήσεται πόλις, φυλὴ δὲ ἀνόμων ἐρημωθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 16,4 Διότι ενας μυαλωμένος και του Θεού άνθρωπος ημπορεί να γεμίση από πλήθος ανθρώπων μίαν πόλιν. Ολόκληρος δε φυλή ανόμων και αμαρτωλών ανθρώπων θα εξολοθρευθή και θα ερημωθή.
Σοφ. Σειρ. 16,5 πολλὰ τοιαῦτα ἑώρακα ἐν ὀφθαλμοῖς μου, καὶ ἰσχυρότερα τούτων ἀκήκοε τὸ οὖς μου.
Σοφ. Σειρ. 16,5 Πολλά τέτοια γεγονότα είδα με τα μάτια μου και ακόμη σπουδαιότερα από αυτά ήκουσαν τα αυτιά μου.
Σοφ. Σειρ. 16,6 ἐν συναγωγῇ ἁμαρτωλῶν ἐκκαυθήσεται πῦρ, καὶ ἐν ἔθνει ἀπειθεῖ ἐξεκαύθη ὀργή.
Σοφ. Σειρ. 16,6 Εις συγκέντρωσιν αμαρτωλών θα ανάψη φωτιά, δια να τους κατακαύση, και εναντίον έθνους, που δεν υπακούει εις τας θείας εντολάς, ωσάν πυρκαϊά θα εκσπάση η οργή του Θεού.
Σοφ. Σειρ. 16,7 οὐκ ἐξιλάσατο περὶ τῶν ἀρχαίων γιγάντων, οἳ ἀπέστησαν τῇ ἰσχύϊ αὐτῶν·
Σοφ. Σειρ. 16,7 Ο Θεός δεν εξιλεώθη και δεν συνεχώρησε τους αρχαίους εκείνους γίγαντας, οι οποίοι, έχοντες πεποίθησιν εις την δύναμίν των, απεμακρύνθησαν από αυτόν.
Σοφ. Σειρ. 16,8 οὐκ ἐφείσατο περὶ τῆς παροικίας Λώτ, οὓς ἐβδελύξατο διὰ τὴν ὑπερηφανίαν αὐτῶν·
Σοφ. Σειρ. 16,8 Δεν ελυπήθη την πόλιν, εις την οποίαν κατοικούσε ο Λωτ. Τους κατοίκους αυτής τους απεστράφη και τους εμίσησε δια την υπερηφάνειάν των.
Σοφ. Σειρ. 16,9 οὐκ ἠλέησεν ἔθνος ἀπωλείας, τοὺς ἐξῃρμένους ἐν ἁμαρτίαις αὐτῶν·
Σοφ. Σειρ. 16,9 Δεν ηλέησεν έθνος, το οποίον εκουσίως εβάδισε τον δρόμον της απωλείας, τους ανθρώπους που αλαζονεύθησαν μέσα εις τας αμαρτίας των.
Σοφ. Σειρ. 16,10 καὶ οὕτως ἑξακοσίας χιλιάδας πεζῶν τοὺς ἐπισυναχθέντας ἐν σκληροκαρδίᾳ αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 16,10 Και έτσι δεν ηλέησεν ο Κυριος αυτούς, αλλά εξωλόθρευσεν εξακοσίας χιλιάδας ανδρών Εβραίων εις την έρημον, οι οποίοι εν τη σκληροκαρδία των είχαν συσσωματωθή απειθούντες προς τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ. 16,11 κἂν ᾖ εἷς σκληροτράχηλος, θαυμαστὸν τοῦτο εἰ ἀθωωθήσεται· ἔλεος γὰρ καὶ ὀργὴ παρ᾿ αὐτῷ, δυνάστης ἐξιλασμῶν καὶ ἐκχέων ὀργήν.
Σοφ. Σειρ. 16,11 Εάν δε έστω και ένας σκληροτράχηλος υπάρξη, θα είναι θαυμαστόν, εάν διαφύγη την τιμωρίαν. Διότι στον Κυριον υπάρχει βεβαίως το έλεος, αλλά και η δικαία οργή. Ο Κυριος είναι ο άρχων και ο χορηγός των οικτιρμών, άλλα και αφήνει να εκσπά η οργή του εναντίον των αμετανοήτων αμαρτωλών.
Σοφ. Σειρ. 16,12 κατὰ τὸ πολὺ ἔλεος αὐτοῦ, οὕτως καὶ πολὺς ὁ ἔλεγχος αὐτοῦ· ἄνδρα κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ κρίνει.
Σοφ. Σειρ. 16,12 Οσον μέγα είναι το έλεός του, τόσον μεγάλη είναι και η δικαία τιμωρία, που στέλλει. Αυτός κρίνει τον καθένα άνθρωπον κατά τα έργα του.
Σοφ. Σειρ. 16,13 οὐκ ἐκφεύξεται ἐν ἁρπάγμασιν ἁμαρτωλός, καὶ οὐ μὴ καθυστερήσῃ ὑπομονὴν εὐσεβοῦς.
Σοφ. Σειρ. 16,13 Ο αμαρτωλός με τας αρπαγάς του δεν θα διαφύγη την δικαίαν παρά Θεού τιμωρίαν και δεν θα καθυστερήση ο Κυριος να βραβεύση την υπομονήν του ευσεβούς.
Σοφ. Σειρ. 16,14 πάσῃ ἐλεημοσύνῃ ποιήσει τόπον, ἕκαστος κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ εὑρήσει.
Σοφ. Σειρ. 16,14 Πρυς πάσαν κατεύθυνσιν θα σκορπίση ο Κυριος το έλεός του, αλλά ο καθένας θα εύρη κατά τα έργα του.
Σοφ. Σειρ. 16,15 [Κύριος ἐσκλήρυνε Φαραὼ μὴ εἰδέναι αὐτόν, ὅπως ἂν γνωσθῇ ἐνεργήματα αὐτοῦ τῇ ὑπ᾿ οὐρανόν.
Σοφ. Σειρ. 16,15 Ο Κυριος αφήκε να σκληρυνθή η καρδία του Φαραώ, ώστε να μη γνωρίση τον αληθινόν Θεόν, δια να γίνουν έτσι φανερά εις όλην την γην τα έργα του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 16,16 πάσῃ τῇ κτίσει τὸ ἔλεος αὐτοῦ φανερόν, καὶ τὸ φῶς αὐτοῦ καὶ τὸ σκότος ἐμέρισε τῷ ἀδάμαντι].
Σοφ. Σειρ. 16,16 Το έλεός του είναι ολοφάνερον εις όλην την δημιουργίαν. Ωσάν δέ με διαμάντι διεχώρισε το φως από το σκότος.
Σοφ. Σειρ. 16,17 μὴ εἴπῃς, ὅτι ἀπὸ Κυρίου κρυβήσομαι, μὴ ἐξ ὕψους τίς μου μνησθήσεται; ἐν λαῷ πλείονι οὐ μὴ γνωσθῶ, τίς γὰρ ἡ ψυχή μου ἐν ἀμετρήτῳ κτίσει;
Σοφ. Σειρ. 16,17 Μη είπης• “εγώ θα κρυφθώ από το βλέμμα του Κυρίου. Μηπως τάχα και από τα ύψη του ουρανού υπάρχει κανείς, που θα ενθυμηθή εμέ τον άνθρωπον της γης; Μέσα δε εις τα πλήθη του λαού κανείς δεν θα με γνωρίση. Και τι είμαι εγώ μέσα εις την απέραντον δημιουργίαν;”
Σοφ. Σειρ. 16,18 ἰδοὺ ὁ οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ, ἄβυσσος καὶ γῆ σαλευθήσονται ἐν τῇ ἐπισκοπῇ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 16,18 Ιδού, ο ουρανός της γης και ο άλλος, ο απέραντος ουρανός του σύμπαντος, ιδού η άβυσσος της θαλάσσης και η γη κλονίζονται, όταν ρίψη το βλέμμα του ο Κυριος επάνω εις αυτά.
Σοφ. Σειρ. 16,19 ἅμα τὰ ὄρη καὶ τὰ θεμέλια τῆς γῆς ἐν τῷ ἐπιβλέψαι εἰς αὐτὰ τρόμῳ συσσείονται,
Σοφ. Σειρ. 16,19 Συγχρόνως τα όρη και τα θεμέλια της γης καταλαμβάνονται από τρόμον και συγκλονίζονται από σεισμόν, όταν ο Κυριος ρίψη προς αυτά άγριον το βλέμμα του.
Σοφ. Σειρ. 16,20 καὶ ἐπ᾿ αὐτοῖς οὐ διανοηθήσεται καρδία· καὶ τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ τίς ἐνθυμηθήσεται;
Σοφ. Σειρ. 16,20 Αλλά όλα αυτά δεν τα σκέπτεται η καρδία του ανθρώπου. Ποιός ενδιαφέρεται και ποιός σκέπτεται τας οδούς του Κυρίου;
Σοφ. Σειρ. 16,21 καὶ καταιγίς, ἣν οὐκ ὄψεται ἄνθρωπος, τὰ δὲ πλείονα τῶν ἔργων αὐτοῦ ἐν ἀποκρύφοις.
Σοφ. Σειρ. 16,21 Και αυτή η ορατή και αισθητή καταιγίς αγνοείται από τον άνθρωπον. Τα πλείστα άλλωστε από τα έργα του Θεού παραμένουν άγνωστα και μυστηριώδη δια τον άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ. 16,22 ἔργα δικαιοσύνης τίς ἀναγγελεῖ ἢ τίς ὑπομενεῖ; μακρὰν γὰρ ἡ διαθήκη.
Σοφ. Σειρ. 16,22 Τα έργα της θείας δικαιοσύνης ποιός τα αναγγέλλει η ποιός τα περιμένει μέχρι τέλους; Διότι ο Νομος και αι υποσχέσστου Κυρίου ευρίσκονται μακράν από τον άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ. 16,23 ἐλαττούμενος καρδίᾳ διανοεῖται ταῦτα, καὶ ἀνὴρ ἄφρων καὶ πλανώμενος διανοεῖται μωρά.
Σοφ. Σειρ. 16,23 Αυτά σκέπτεται ο μικρόμυαλος και στενόκαρδος άνθρωπος. Ασύνετος και πλανώμενος σκέπτεται τοιαύτας μωρίας.
Σοφ. Σειρ. 16,24 Ἄκουσόν μου, τέκνον, καὶ μάθε ἐπιστήμην καὶ ἐπὶ τῶν λόγων μου πρόσεχε τῇ καρδίᾳ σου.
Σοφ. Σειρ. 16,24 Παιδί μου, άκουσέ με• μάθε την αληθινήν γνώσιν και στους λόγους μου ας δώση προσοχήν η καρδία σου.
Σοφ. Σειρ. 16,25 ἐκφανῶ ἐν σταθμῷ παιδείαν καὶ ἐν ἀκριβείᾳ ἀπαγγελῶ ἐπιστήμην.
Σοφ. Σειρ. 16,25 Θα φανερώσω ολοκάθαρα εις σε με ακριβές ζύγι την αληθινήν παιδείαν και μόρφωσιν και με επιμέλειαν και λεπτομέρειαν θα διακηρύξω ενώπιόν σου την επιστήμην.
Σοφ. Σειρ. 16,26 ἐν κρίσει Κυρίου τὰ ἔργα αὐτοῦ ἀπ᾿ ἀρχῆς, καὶ ἀπὸ ποιήσεως αὐτῶν διέστειλε μερίδας αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 16,26 Με την πάνσοφον κρίσιν του Κυρίου έγιναν απ' αρχής όλα τα έργα του. Και απ' αρχής της δημιουργίας καθώρισε δια το καθένα την θέσιν και τον προορισμόν του.
Σοφ. Σειρ. 16,27 ἐκόσμησεν εἰς αἰῶνα τὰ ἔργα αὐτοῦ καὶ τὰς ἀρχὰς αὐτῶν εἰς γενεὰς αὐτῶν· οὔτε ἐπείνασαν οὔτε ἐκοπίασαν καὶ οὐκ ἐξέλιπον ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτῶν·
Σοφ. Σειρ. 16,27 Εστόλισε και ενηρμόνισεν στους αιώνας τα έργα του, από της αρχής της δημιουργίας των και εις τας γενεάς αυτών μέχρι συντελείας. Αυτά ούτε επείνασαν ούτε εκοπίασαν και ποτέ δεν παρεξέκλιναν και δεν παρέλειψαν από τα έργα των.
Σοφ. Σειρ. 16,28 ἕκαστος τὸν πλησίον αὐτοῦ οὐκ ἐξέθλιψε, καὶ ἕως αἰῶνος οὐκ ἀπειθήσουσι τοῦ ῥήματος αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 16,28 Κανένα από αυτά δεν προσέκρουσε και δεν επέπεσεν επί του άλλου και μέχρι συντελείας των αιώνων δεν θα απειθήσουν ποτέ εις την εντολήν του Θεού.
Σοφ. Σειρ. 16,29 καὶ μετὰ ταῦτα Κύριος εἰς τὴν γῆν ἐπέβλεψε καὶ ἐνέπλησεν αὐτὴν τῶν ἀγαθῶν αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 16,29 Επειτα ο Κυριος έρριψε το βλέμμα του εις την γην και την εγέμισεν από τα αγαθά του.
Σοφ. Σειρ. 16,30 ψυχὴν παντὸς ζῴου ἐκάλυψε τὸ πρόσωπον αὐτῆς, καὶ εἰς αὐτὴν ἡ ἀποστροφὴ αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 16,30 Εγέμισε την επιφάνειαν της γης με κάθε ειδός ζώων, και εις την γην αυτά πάλιν θα επιστρέψουν, όταν αποθνήσκουν.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 17
Σοφ. Σειρ. 17,1 Κύριος ἔκτισεν ἐκ γῆς ἄνθρωπον καὶ πάλιν ἀπέστρεψεν αὐτὸν εἰς αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 17,1 Ο Κυριος έπλασε το σώμα του ανθρώπου από την γην, και πάλιν διέταΞε να επιστρέψη αυτό εις την γην.
Σοφ. Σειρ. 17,2 ἡμέρας ἀριθμοῦ καὶ καιρὸν ἔδωκεν αὐτοῖς καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τῶν ἐπ᾿ αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 17,2 Μετρημένας τας ημέρας της ζωής των έδωκεν στους πρωτοπλάστους. Εχορήγησεν επίσης εις αυτούς την εξουσίαν να άρχουν εις όλα τα ζώα της ξηράς και της θαλάσσης.
Σοφ. Σειρ. 17,3 καθ᾿ ἑαυτοὺς ἐνέδυσεν αὐτοὺς ἰσχὺν καὶ κατ᾿ εἰκόνα αὐτοῦ ἐποίησεν αὐτοὺς
Σοφ. Σειρ. 17,3 Περιέβαλε τον καθένα από αυτούς με δύναμιν, τους εδημιούργησε σύμφωνα με την ιδικήν του εικόνα.
Σοφ. Σειρ. 17,4 καὶ ἔθηκε τὸν φόβον αὐτοῦ ἐπὶ πάσης σαρκὸς καὶ κατακυριεύειν θηρίων καὶ πετεινῶν.
Σοφ. Σειρ. 17,4 Εις όλα τα δημιουργήματα ενέπνευσε ψόβον απέναντι του ανθρώπου, δια να κατεξουσιάζη αυτός εις όλα τα θηρία του αγρού και εις τα πετεινά του ουρανού.
Σοφ. Σειρ. 17,5 [ἔλαβον χρῆσιν τῶν πέντε τοῦ Κυρίου ἐνεργημάτων, ἕκτον δὲ νοῦν αὐτοῖς ἐδωρήσατο μερίζων καὶ τὸν ἕβδομον λόγον ἑρμηνέα τῶν ἐνεργημάτων αὐτοῦ].
Σοφ. Σειρ. 17,5 Επήραν οι πρωτόπλαστοι από τον Κυριον την δύναμιν και την χρήσιν των πέντε αισθήσεων, ως έκτον δε δώρον εχορήγησεν εις αυτούς ο Κυριος την διάνοιαν. Εβδομον δε τον προφορικόν λόγον, δια να ημπορούν να εκφράζουν και να ερμηνεύουν τας ενεργείας και τα δημιουργήματα του Θεού.
Σοφ. Σειρ. 17,6 διαβούλιον καὶ γλῶσσαν καὶ ὀφθαλμούς, ὦτα καὶ καρδίαν ἔδωκε διανοεῖσθαι αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 17,6 Ελευθέραν βούλησιν, γλώσσαν, οφθαλμούς, αυτιά και καρδίαν έδωσεν εις αυτούς ο Θεός, δια να σκέπτωνται.
Σοφ. Σειρ. 17,7 ἐπιστήμην συνέσεως ἐνέπλησεν αὐτοὺς καὶ ἀγαθὰ καὶ κακὰ ὑπέδειξεν αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 17,7 Τους εγέμισε με γνώσιν συνέσεως, υπέδειξεν εις αυτούς τα καλά και τα κακά.
Σοφ. Σειρ. 17,8 ἔθηκε τὸν ὀφθαλμὸν αὐτοῦ ἐπὶ τὰς καρδίας αὐτῶν δεῖξαι αὐτοῖς τὸ μεγαλεῖον τῶν ἔργων αὐτοῦ,
Σοφ. Σειρ. 17,8 Εθεσε τον οφθαλμόν του εις τας καρδίας των, τους έδωσε φως νοήσεως, δια να δείξη εις αυτούς, και εκείνοι να ίδουν, το μεγαλείον των έργων του.
Σοφ. Σειρ. 17,9 καὶ ὄνομα ἁγιασμοῦ αἰνέσουσιν,
Σοφ. Σειρ. 17,9 Τους έδωσε την δυνατότητα να υμνολογούν και να αγιάζουν το Ονομα του
Σοφ. Σειρ. 17,10 ἵνα διηγῶνται τὰ μεγαλεῖα τῶν ἔργων αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 17,10 και να διηγούνται τα μεγαλεία των έργων του.
Σοφ. Σειρ. 17,11 προσέθηκεν αὐτοῖς ἐπιστήμην καὶ νόμον ζωῆς ἐκληροδότησεν αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 17,11 Προσέθεσεν εις αυτούς γνώσιν και σοφίαν, τους εκληροδότησε τον νόμον της ζωής,
Σοφ. Σειρ. 17,12 διαθήκην αἰῶνος ἔστησε μετ᾿ αὐτῶν καὶ τὰ κρίματα αὐτοῦ ὑπέδειξεν αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 17,12 συνήψε μαζή των αιωνίαν διαθήκην και υπέδειξεν εις αυτούς τας εντολάς του.
Σοφ. Σειρ. 17,13 μεγαλεῖον δόξης εἶδον οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν, καὶ δόξαν φωνῆς αὐτῶν ἤκουσε τὸ οὖς αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 17,13 Μεγαλείον δόξης είδαν τα μάτια των και την ένδοξον φωνήν του ήκουσαν τα αυτιά των.
Σοφ. Σειρ. 17,14 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· προσέχετε ἀπὸ παντὸς ἀδίκου· καὶ ἐνετείλατο αὐτοῖς ἑκάστῳ περὶ τοῦ πλησίον.
Σοφ. Σειρ. 17,14 Είπε δε προς αυτούς• “προσέχετε από κάθε αδικίαν”. Εδωσεν στον καθένα των εντολάς σχετικώς με την συμπεριφοράν του απέναντι του πλησίον του.
Σοφ. Σειρ. 17,15 αἱ ὁδοὶ αὐτῶν ἐναντίον αὐτοῦ διαπαντός, οὐ κρυβήσονται ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 17,15 Οι δρόμοι και οι τρόποι της ζωής των ευρίσκονται πάντοτε ενώπιόν του. Δεν θα ημπορέσουν να αποκρυβούν από τα μάτια του.
Σοφ. Σειρ. 17,17 ἑκάστῳ ἔθνει κατέστησεν ἡγούμενον, καὶ μερὶς Κυρίου Ἰσραήλ ἐστιν.
Σοφ. Σειρ. 17,17 Εις κάθε άλλο έθνος εγκατέστησεν ο Θεός άρχοντα. Αρχων και κληρονομία όμως του Ισραήλ είναι ο Κυριος.
Σοφ. Σειρ. 17,19 ἅπαντα τὰ ἔργα αὐτῶν ὡς ὁ ἥλιος ἐναντίον αὐτοῦ, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ἐνδελεχεῖς ἐπὶ τὰς ὁδοὺς αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 17,19 Ολα τα έργα αυτών είναι ενώπιόν του φανερά όπως ο ήλιος, και τα μάτια του συνεχώς εις τας πορείας της ζωής των.
Σοφ. Σειρ. 17,20 οὐκ ἐκρύβησαν αἱ ἀδικίαι αὐτῶν ἀπ᾿ αὐτοῦ, καὶ πᾶσαι αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν ἔναντι Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 17,20 Δεν απεκρύβησαν ούτε αποκρύπτονται αι αδικίαι των από αυτόν και όλαι αι αμαρτίαι των ευρίσκονται πάντοτε ενώπιον του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 17,22 ἐλεημοσύνη ἀνδρὸς ὡς σφραγὶς μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ χάριν ἀνθρώπου ὡς κόρην συντηρήσει.
Σοφ. Σειρ. 17,22 Καθε ελεημοσύνη ανθρώπου είναι δι' αυτόν ως μία σφραγίς. Προσέχει δε και διαφυλάττει ελεημοσύνην ανθρώπου ως κόρην οφθαλμού.
Σοφ. Σειρ. 17,23 μετὰ ταῦτα ἐξαναστήσεται καὶ ἀνταποδώσει αὐτοῖς καὶ τὸ ἀνταπόδομα αὐτῶν εἰς κεφαλὴν αὐτῶν ἀποδώσει·
Σοφ. Σειρ. 17,23 Επειτα θα εξεγερθή ο Κυριος και θα αποδώση εις αυτούς, που διαπράττουν αδικίας, το δίκαιον ανταπόδομα. Εις το κεφάλι των θα ανταποδώση τας αδικίας, τας οποίας διέπραξαν.
Σοφ. Σειρ. 17,24 πλὴν μετανοοῦσιν ἔδωκεν ἐπάνοδον καὶ παρεκάλεσεν ἐκλείποντας ὑπομονήν.
Σοφ. Σειρ. 17,24 Αλλά στους μετανοούντας έδωσε το δικαίωμα και την δυνατότητα επιστροφής, τους δε λιποψυχούντας τους παρηγόρησε και τους ενίσχυσε, ώστε να υπομένουν.
Σοφ. Σειρ. 17,25 Ἐπίστρεφε ἐπὶ Κύριον καὶ ἀπόλειπε ἁμαρτίας, δεήθητι κατὰ πρόσωπον καὶ σμίκρυνον πρόσκομμα.
Σοφ. Σειρ. 17,25 Γυρισε λοιπόν, ω αμαρτωλέ, και έλα προς τυν Κυριον. Απαρνήσου και άφησε τας αμαρτίας, παρακάλεσέ τον προσωπικώς και λιγόστεψε τας παραβάσεις σου, αι οποίαι παρεντίθενται πρόσκομμα μεταξύ σου και του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 17,26 ἐπάναγε ἐπὶ Ὕψιστον καὶ ἀπόστρεφε ἀπὸ ἀδικίας, καὶ σφόδρα μίσησον βδέλυγμα.
Σοφ. Σειρ. 17,26 Επάνελθε προς τον υψιστον Θεόν. Απομακρύνσου από κάθε αδικίαν, μίσησέ με όλην σου την καρδία αυτά, που είναι βδελυρά και μισητά δια τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ. 17,27 Ὑψίστῳ τίς αἰνέσει ἐν ᾅδου ἀντὶ ζώντων καὶ ζώντων καὶ διδόντων ἀνθομολόγησιν;
Σοφ. Σειρ. 17,27 Ποιός θα δοξολογήση κάτω στον άδην τον Κυριον αντί εκείνων, που ζουν εις την γην, ζουν και αναπέμπουν δοξολογίαν προς αυτόν;
Σοφ. Σειρ. 17,28 ἀπὸ νεκροῦ ὡς μηδὲ ὄντος ἀπόλλυται ἐξομολόγησις· ζῶν καὶ ὑγιὴς αἰνέσει τὸν Κύριον.
Σοφ. Σειρ. 17,28 Από τον νεκρόν, ως εάν πλέον δεν υπάρχη, χάνεται κάθε δοξολογία προς τον Κυριον. Ο ζων και ο υγιής άνθρωπος θα υμνολογήση τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ. 17,29 ὡς μεγάλη ἡ ἐλεημοσύνη τοῦ Κυρίου καὶ ἐξιλασμὸς τοῖς ἐπιστρέφουσιν ἐπ᾿ αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 17,29 Ποσον μέγα είναι το έλεος του Κυρίου! Η εξιλέωσις και η άφεσις, την οποίαν προσφέρει προς εκείνους, που επιστρέφουν εις αυτόν!
Σοφ. Σειρ. 17,30 οὐ γὰρ δύναται πάντα εἶναι ἐν ἀνθρώποις, ὅτι οὐκ ἀθάνατος υἱὸς ἀνθρώπου.
Σοφ. Σειρ. 17,30 Διότι δεν είναι όλα δυνατά και κατορθωτά εκ μέρους των ανθρώπων. Κανείς άνθρωπος, κανείς γεννητός γυναικών δεν είναι αθάνατος.
Σοφ. Σειρ. 17,31 τί φωτεινότερον ἡλίου; καὶ τοῦτο ἐκλείπει· καὶ πονηρὸς ἐνθυμηθήσεται σάρκα καὶ αἷμα.
Σοφ. Σειρ. 17,31 Ποίον άλλο κτίσμα είναι φωτεινότερον από τον ήλιον; Και όμως και ο ίδιος εξαφανίζεται με την δύσιν του. Ετσι εκλείπει και ο αμαρτωλός, ο οποίος έχει πάντοτε στον νουν και την καρδίαν του αμαρτωλάς καταστάσεις και πράξεις σαρκός και αίματος.
Σοφ. Σειρ. 17,32 δύναμιν ὕψους οὐρανοῦ αὐτὸς ἐπισκέπτεται, καὶ οἱ ἄνθρωποι πάντες γῆ καὶ σποδός.
Σοφ. Σειρ. 17,32 Ο Θεός είναι εκείνος, ο οποίος επιβλέπει τας εν υψηλοίς ουρανίους στρατιάς, όλοι δε οι άνθρωποι δεν είναι παρά χώμα και στάκτη.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 18
Σοφ. Σειρ. 18,1 Ὁ ζῶν εἰς τὸν αἰῶνα ἔκτισε τὰ πάντα κοινῇ·
Σοφ. Σειρ. 18,1 Ο αιώνιος Κυριος εδημιούργησεν όλα ανεξαιρέτως.
Σοφ. Σειρ. 18,2 Κύριος μόνος δικαιωθήσεται. [καὶ οὐκ ἔστιν ἄλλος πλὴν αὐτοῦ
Σοφ. Σειρ. 18,2 Ο Κυριος είναι και θα διακηρύσσεται αιωνίως ο μόνος και απόλυτα δίκαιος. Δεν υπάρχει άλλος πλην αυτού.
Σοφ. Σειρ. 18,3 οἰακίζων τὸν κόσμον ἐν σπιθαμῇ χειρὸς αὐτοῦ, καὶ πάντα ὑπακούει τῷ θελήματι αὐτοῦ, αὐτὸς γὰρ βασιλεὺς πάντων ἐν κράτει αὐτοῦ, διαστέλλων ἐν αὐτοῖς ἅγια ἀπὸ βεβήλων].
Σοφ. Σειρ. 18,3 Αυτός κυβερνά και διευθύνει τα πάντα εις την σπιθαμήν της χειρός του, και τα πάντα υποτάσσονται στο θέλημά του, διότι αυτός με την παντοδυναμίαν του είναι βασιλεύς όλων. Αυτός ξεχωρίζει τα στον κόσμον υπάρχοντα άγια από τα βέβηλα.
Σοφ. Σειρ. 18,4 οὐθενὶ ἐξεποίησεν ἐξαγγεῖλαι τὰ ἔργα αὐτοῦ· καὶ τίς ἐξιχνιάσει τὰ μεγαλεῖα αὐτοῦ;
Σοφ. Σειρ. 18,4 Εις κανένα δεν έδωσε την ικανότητα και την δύναμιν να αναγγέλλη κατ' αξίαν τα έργα του. Ποίος ημπορεί να εξιχνιάση και κατανοήση τα μεγαλεία του;
Σοφ. Σειρ. 18,5 κράτος μεγαλωσύνης αὐτοῦ τίς ἐξαριθμήσεται; καὶ τίς προσθήσει ἐκδιηγήσασθαι τὰ ἐλέη αὐτοῦ;
Σοφ. Σειρ. 18,5 Ποιός ημπορεί να μετρήση την δύναμιν της μεγαλωσύνης του; Ποιός ποτέ θα έχη την τόλμην και την δύναμιν να διηγηθή ακριβώς τα ελέη του;
Σοφ. Σειρ. 18,6 οὐκ ἔστιν ἐλαττῶσαι οὐδὲ προσθεῖναι, καὶ οὐκ ἔστιν ἐξιχνιάσαι τὰ θαυμάσια τοῦ Κυρίου·
Σοφ. Σειρ. 18,6 Κανείς δεν δύναται ούτε να μειώση ούτε να προσθέση στο μεγαλείον του. Και δεν είναι δυνατόν ποτέ, να εξιχνιάση και κατανοήση ακριβώς κανείς τα θαυμάσια του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 18,7 ὅταν συντελέσῃ ἄνθρωπος, τότε ἄρχεται, καὶ ὅταν παύσηται, τότε ἀπορηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 18,7 Και όταν ο άνθρωπος νομίση ότι έφθανεν στο τέρμα των ερευνών και αναζητήσεών του, τότε αντιλαμβάνεται ότι ευρίσκεται εις την αρχήν. Και όταν καταπαύση την προσπάθειάν του εις κατανόησιν των μεγαλείων του Θεού, τότε θα ευρεθή εις αμηχανίαν προ του έργου, που ανέλαβε.
Σοφ. Σειρ. 18,8 τί ἄνθωπος καὶ τί ἡ χρῆσις αὐτοῦ; τί τὸ ἀγαθὸν αὐτοῦ καὶ τί τὸ κακὸν αὐτοῦ;
Σοφ. Σειρ. 18,8 Τι είναι ο άνθρωπος και εις τι αποβλέπουν αι υπηρεσίαι του; Ποίον είναι το καλόν και ευχάριστον αυτού και ποίον είναι το κακόν και δυσάρεστον;
Σοφ. Σειρ. 18,9 ἀριθμὸς ἡμερῶν ἀνθρώπου πολλὰ ἔτη ἑκατόν·
Σοφ. Σειρ. 18,9 Και αν ακόμη τα έτη της ζωής του ανθρώπου φθάσουν τα εκατόν,
Σοφ. Σειρ. 18,10 ὡς σταγὼν ὕδατος ἀπὸ θαλάσσης καὶ ψῆφος ἄμμου, οὕτως ὀλίγα ἔτη ἐν ἡμέρᾳ αἰῶνος.
Σοφ. Σειρ. 18,10 είναι ωσάν μία σταγών ύδατος από την θάλασσαν και ωσάν ένας κόκκος άμμου• τόσον ολίγα είναι τα εκατόν έτη εμπρός εις την αιωνιότητα.
Σοφ. Σειρ. 18,11 διὰ τοῦτο ἐμακροθύμησε Κύριος ἐπ᾿ αὐτοῖς καὶ ἐξέχεεν ἐπ᾿ αὐτοὺς τὸ ἔλεος αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 18,11 Δια την μηδαμινότητα του ανθρώπου και την μικρότητα των ημερών της ζωής του, έδειξε και δεικνύει ο Κυριος εμακροθυμίαν προς τους ανθρώπους και αφήνει να εκχυθούν πλούσια τα ελέη του εις αυτούς.
Σοφ. Σειρ. 18,12 εἶδε καὶ ἐπέγνω τὴν καταστροφὴν αὐτῶν ὅτι πονηρά· διὰ τοῦτο ἐπλήθυνε τὸν ἐξιλασμὸν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 18,12 Είδε και κατενόησε πλήρως, ότι τους αναμένει φοβερά καταστροφή, εάν τους εγκαταλείψη. Δια τούτο έδωσεν εις αυτούς πλούσιον το έλεός του.
Σοφ. Σειρ. 18,13 ἔλεος ἀνθρώπου ἐπὶ τὸν πλησίον αὐτοῦ, ἔλεος δὲ Κυρίου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα· ἐλέγχων καὶ παιδεύων καὶ διδάσκων καὶ ἐπιστρέφων ὡς ποιμὴν τὸ ποίμνιον αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 18,13 Το έλεος του ανθρώπου φθάνει μόνον μέχρι του πλησίον του• το έλεος όμως του Κυρίου εκτείνεται επί όλης της ανθρωπότητος. Ο Κυριος ελέγχει, παιδαγωγεί και μορφώνει, διδάσκει και ως καλός ποιμήν επαναφέρει το πλανηθέν ποίμνιόν του εις την μάνδραν.
Σοφ. Σειρ. 18,14 τοὺς ἐκδεχομένους παιδείαν ἐλεᾷ καὶ τοὺς κατασπεύδοντας ἐπὶ τὰ κρίματα αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 18,14 Εκείνους που επιθυμούν και αποδέχονται παιδείαν, τους ελεεί, όπως επίσης και εκείνους, οι οποίοι μετά σπουδής φροντίζουν δια την εφαρμογην των εντολών του.
Σοφ. Σειρ. 18,15 Τέκνον, ἐν ἀγαθοῖς μὴ δῷς μῶμον καὶ ἐν πάσῃ δόσει λύπην λόγων.
Σοφ. Σειρ. 18,15 Παιδί μου, εις τας ευεργεσίας, που κάμνεις, μη προσθέτης και κατηγορίας εναντίον των ευεργετουμένων. Εις κάθε δωρεάν και ελεημοσύνην σου, μη προσθέτης λυπηρούς λόγους δια τους αποδεχομένους αυτάς.
Σοφ. Σειρ. 18,16 οὐχὶ καύσωνα ἀναπαύσει δρόσος; οὕτως κρείσσων λόγος ἢ δόσις.
Σοφ. Σειρ. 18,16 Ο δροσερός άνεμος δεν είναι εκείνος, ο οποίος μειώνει και καταπαύει τον καύσωνα; Ετσι και ένας καλός λόγος είναι ανώτερος από μίαν υλικήν βοήθειαν.
Σοφ. Σειρ. 18,17 οὐκ ἰδοὺ λόγος ὑπὲρ δόμα ἀγαθόν; καὶ ἀμφότερα παρὰ ἀνδρὶ κεχαριτωμένῳ.
Σοφ. Σειρ. 18,17 Δεν είναι πράγματι ο καλός λόγος ανώτερος και από την πολυσιωτέραν δωρεάν; Εις τον άνθρωπον όμως, που έχει χάριν Θεού, είναι συνδυασμένα και τα δυο, το δώρον και ο καλός λόγος.
Σοφ. Σειρ. 18,18 μωρὸς ἀχαρίστως ὀνειδιεῖ, καὶ δόσις βασκάνου ἐκτήκει ὀφθαλμούς.
Σοφ. Σειρ. 18,18 Ο μωρός δεν δίδει τίποτε και εκτρέπεται εις ύβρεις και κατηγορίας. Το δε δώρον του φθονερού ανθρώπου φλογίζει και λυώνει τα μάτια εκείνου, που το δέχεται.
Σοφ. Σειρ. 18,19 πρὶν ἢ λαλῆσαι μάνθανε, καὶ πρὸ ἀῤῥωστίας θεραπεύου.
Σοφ. Σειρ. 18,19 Πριν ομιλήσης, σκέψου και μάθε καλά τι θα είπης• και πριν ασθενήσης πρόσεχε, να μη αρρωστήσης.
Σοφ. Σειρ. 18,20 πρὸ κρίσεως ἐξέταζε σεαυτόν, καὶ ἐν ὥρᾳ ἐπισκοπῆς εὑρήσεις ἐξιλασμόν.
Σοφ. Σειρ. 18,20 Πριν σε κρίνη ο Κυριος, εξέτασε συ τον εαυτόν σου• και κατά την ώραν της επισκέψεως του Κυρίου, θα εύρης ενώπιόν του έλεος και συγχώρησιν.
Σοφ. Σειρ. 18,21 πρὶν ἀῤῥωστῆσαί σε ταπεινώθητι καὶ ἐν καιρῷ ἁμαρτημάτων δεῖξον ἐπιστροφήν.
Σοφ. Σειρ. 18,21 Πριν πέσης άρρωστος, ταπείνωσε τον εαυτόν σου και όταν αμαρτήσης δείξε αμέσως μετάνοιαν και επιστροφήν προς τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ. 18,22 μὴ ἐμποδισθῇς τοῦ ἀποδοῦναι εὐχὴν εὐκαίρως, καὶ μὴ μείνῃς ἕως θανάτου δικαιωθῆναι.
Σοφ. Σειρ. 18,22 Από τίποτε δεν πρέπει να εμποδισθής δια την έγκαιρον εκπλήρωσιν του τάματος, που έχεις κάμει. Μη περιμένης δε να τακτοποιηθής και δικαιωθής ενώπιον του Κυρίου κατά την ώραν του θανάτου σου.
Σοφ. Σειρ. 18,23 πρὶν εὔξασθαι, ἑτοίμασον σεαυτὸν καὶ μὴ γίνου ὡς ἄνθρωπος πειράζων τὸν Κύριον.
Σοφ. Σειρ. 18,23 Πριν να κάμης το τάμα σου, εξέτασε και ετοίμασε τον εαυτόν σου δια την εκπλήρωσίν του και μη γίνης σαν άνθρωπος, που αρνείται το τάμα του και πειράζει έτσι τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ. 18,24 μνήσθητι θυμοῦ ἐν ἡμέραις τελευτῆς καὶ καιρὸν ἐκδικήσεως ἐν ἀποστροφῇ προσώπου.
Σοφ. Σειρ. 18,24 Να έχης πάντοτε υπ' όψιν σου την οργήν του Κυρίου κατά την ημέραν του θανάτου σου και την ώραν της δικαίας τιμωρίας σου, όταν ο Θεός αποστρέφη από σε το πρόσωπόν του δια τας αμαρτίας σου.
Σοφ. Σειρ. 18,25 μνήσθητι καιρὸν λιμοῦ ἐν καιρῷ πλησμονῆς, πτωχείαν καὶ ἔνδειαν ἐν ἡμέραις πλούτου.
Σοφ. Σειρ. 18,25 Οταν θα έχης πλούσια τα αγαθά, να ενθυμήσαι και τον καιρόν της πείνας• όπως επίσης και κατά τας ημέρας του πλουτισμού σου, να ενθυμήσαι την προτέραν πτωχείαν και στέρησιν.
Σοφ. Σειρ. 18,26 ἀπὸ πρωΐθεν ἕως ἑσπέρας μεταβάλλει καιρός, καὶ πάντα ἐστὶ ταχινὰ ἔναντι Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 18,26 Από το πρωϊ έως το βραδύ μεταβάλλεται ο καιρός• έτσι και όλα ταχύτατα παρέρχονται ενώπιον του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 18,27 ἄνθρωπος σοφὸς ἐν παντὶ εὐλαβηθήσεται καὶ ἐν ἡμέραις ἁμαρτιῶν προσέξει ἀπὸ πλημμελείας.
Σοφ. Σειρ. 18,27 Ο σοφός άνθρωπος είναι εις όλα προσεκτικός και έτοιμος, και εις ημέρας πειρασμού της αμαρτίας θα προσέξη να αποφύγη την πτώσιν.
Σοφ. Σειρ. 18,28 πᾶς συνετὸς ἔγνω σοφίαν καὶ τῷ εὑρόντι αὐτὴν δώσει ἐξομολόγησιν.
Σοφ. Σειρ. 18,28 Καθε συνετός άνθρωπος κατέχει την αληθή γνώσιν και σοφίαν. Θα συγχαρή δε ειλικρινώς εκείνον, που θα αναζητήση και θα εύρη την σοφίαν.
Σοφ. Σειρ. 18,29 συνετοὶ ἐν λόγοις καὶ αὐτοὶ ἐσοφίσαντο καὶ ἀνώμβρησαν παροιμίας ἀκριβεῖς.
Σοφ. Σειρ. 18,29 Ευφυείς άνθρωποι, που προσέχουν τους λόγους των σοφών, θα γίνουν και αυτοί σοφοί και ωσάν ευεργετική βροχή θα πίπτουν τα σοφά γνωμικά των.
ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ ΨΥΧΗΣ
ΑΥΤΟΚΥΡΙΑΡΧΙΑ
Σοφ. Σειρ. 18,30 Ὀπίσω τῶν ἐπιθυμιῶν σου μὴ πορεύου καὶ ἀπὸ τῶν ὀρέξεών σου κωλύου.
Σοφ. Σειρ. 18,30 Μη παρασύρεσαι και μη ακολουθής τας κακάς επιθυμίας σου. Και από τας αμαρτωλάς ορέξεις σου να εμποδίζης τον εαυτόν σου.
Σοφ. Σειρ. 18,31 ἐὰν χορηγήσῃς τῇ ψυχῇ σου εὐδοκίαν ἐπιθυμίας, ποιήσει σε ἐπίχαρμα τῶν ἐχθρῶν σου.
Σοφ. Σειρ. 18,31 Εάν χορηγήσης εις την ψυχήν σου την συγκατάθεσίν σου εις εκπλήρωσιν των ατόπων επιθυμιών, θα γίνης περίγελως των εχθρών σου.
Σοφ. Σειρ. 18,32 μὴ εὐφραίνου ἐπὶ πολλῇ τρυφῇ, μηδὲ προσδεθῇς συμβολῇ αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 18,32 Μη επιδιώκης την τέρψιν και χαράν σου εις την πολλήν και μεγάλην τρυφήν, ούτε να προσδεθής και υποταχθής εις την καλοζωΐαν, την οποίαν αυτή προσφέρει.
Σοφ. Σειρ. 18,33 μὴ γίνου πτωχὸς συμβολοκοπῶν ἐκ δανεισμοῦ, καὶ οὐδέν σοί ἐστιν ἐν μαρσιπείῳ.
Σοφ. Σειρ. 18,33 Εάν είσαι πτωχός μη οργανώνης συμπόσια με δανεικά χρήματα, καθ' ον χρόνον τίποτε δεν έχεις μέσα στο βαλάντιόν σου.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 19
Σοφ. Σειρ. 19,1 Ἐργάτης μέθυσος οὐ πλουτισθήσεται· ὁ ἐξουθενῶν τὰ ὀλίγα κατὰ μικρὸν πεσεῖται.
Σοφ. Σειρ. 19,1 Μέθυσος εργάτης ποτέ δεν θα πλουτήση. Εκείνος δέ, ο οποίος καταφρονε και δεν προσέχει τα ολίγα, θα περιπέση ολίγον κατ' ολίγον εις πτωχείαν.
Σοφ. Σειρ. 19,2 οἶνος καὶ γυναῖκες ἀποστήσουσι συνετούς, καὶ ὁ κολλώμενος πόρναις τολμηρότερος ἔσται·
Σοφ. Σειρ. 19,2 Το κρασί και αι γυναίκες απομακρύνουν από τον Θεόν και αυτούς ακόμη τους φρόνιμους ανθρώπους. Εκείνος που προσκολλάται εις τας πόρνας, γίνεται θρασύς και αναιδής.
Σοφ. Σειρ. 19,3 σῆτες καὶ σκώληκες κληρονομήσουσιν αὐτόν, καὶ ψυχὴ τολμηρὰ ἐξαρθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 19,3 Οι μεν θα γίνουν τροφή εις τα σαράκια και τα σκουλήκια, ο δε θρασύς και αναιδής θα χάση την ψυχήν του.
Σοφ. Σειρ. 19,4 Ὁ ταχὺ ἐμπιστεύων κοῦφος καρδίᾳ, καὶ ὁ ἁμαρτάνων εἰς ψυχὴν αὐτοῦ πλημμελήσει.
Σοφ. Σειρ. 19,4 Εκείνος που δίδει αμέσως εμπιστοσύνην εις όλους και εις όλα είναι ελαφρόμυαλος, και εκείνος που αμαρτάνει, κάμνει κακόν εις την ψυχήν του.
Σοφ. Σειρ. 19,5 ὁ εὐφραινόμενος καρδίᾳ καταγνωσθήσεται,
Σοφ. Σειρ. 19,5 Εκείνος που προσπαθεί να ευφραίνη την καρδίαν του με ασωτίας, θα κατακριθή.
Σοφ. Σειρ. 19,6 καὶ ὁ μισῶν λαλιὰν ἐλαττονοῦται κακίᾳ.
Σοφ. Σειρ. 19,6 Εκείνος που μισεί και αποστρέφεται την φλυαρίαν, θα αποφύγη πολλάς πτώσεις.
Σοφ. Σειρ. 19,7 μηδέποτε δευτερώσῃς λόγον, καὶ οὐθέν σοι οὐ μὴ ἐλαττονωθῇ.
Σοφ. Σειρ. 19,7 Μη περιφέρης εδώ και εκεί λόγον, που έχεις ακούσει, και έτσι δεν θα χάσης τίποτε.
Σοφ. Σειρ. 19,8 ἐν φίλῳ καὶ ἐν ἐχθρῷ μὴ διηγοῦ, καὶ εἰ μή ἔστι σοι ἁμαρτία, μὴ ἀποκάλυπτε·
Σοφ. Σειρ. 19,8 Ούτε στον φίλον ούτε στον εχθρόν σου να επαναλαμβάνης αδιακρίτως όσα ήκουσες. Μη φανερώνης όσα ήκουσες, έκτος εάν η απόκρυψίς των καταλογισθή εις σε ως αμαρτία.
Σοφ. Σειρ. 19,9 ἀκήκοε γάρ σου καὶ ἐφυλάξατό σε, καὶ ἐν καιρῷ μισήσει σε.
Σοφ. Σειρ. 19,9 Διότι ο εχθρός σου ήκουσε λόγιά σου, τα εφύλαξε μέσα του και στον κατάλληλον δι' εκείνον χρόνον θα εκδηλώση εναντίον σου το μίσος του.
Σοφ. Σειρ. 19,10 ἀκήκοας λόγον, συναποθανέτω σοι· θάρσει, οὐ μή σε ῥήξει.
Σοφ. Σειρ. 19,10 Ηκουσες κάποιο μυστικόν, ας αποθάνη μαζή σου. Εχε θάρρος και αν το κρατήσης μέσα σου, δεν θα σε κάμη να σκάσης.
Σοφ. Σειρ. 19,11 ἀπὸ προσώπου λόγου ὠδινήσει μωρὸς ὡς ἀπὸ προσώπου βρέφους ἡ τίκτουσα.
Σοφ. Σειρ. 19,11 Ο μωρός, όταν ακούση έναν λόγον, θέλει να τον εξωτερικεύση ως εάν δσκιμάζη ωδίνας τοκετού, όπως η γυναίκα η οποία πρόκειται να γεννήση βρέφος.
Σοφ. Σειρ. 19,12 βέλος πεπηγὸς ἐν μηρῷ σαρκός, οὕτως λόγος ἐν κοιλίᾳ μωροῦ.
Σοφ. Σειρ. 19,12 Οπως όταν ένα βέλος έχη καρφωθή στον μηρόν του σώματός μας, φέρει πόνον και θέλομεν να το βγάλωμεν, έτσι και ένα μυστικόν, που ήκουσεν ο μωρός και το έχει μέσα του, του φέρει πόνον και θέλει να το εξωτερικεύση.
Σοφ. Σειρ. 19,13 Ἔλεγξον φίλον, μήποτε οὐκ ἐποίησε, καὶ εἴ τι ἐποίησε, μήποτε προσθῇ.
Σοφ. Σειρ. 19,13 Καμε παρατήρησιν στον φίλον σου δια σφάλμα, δια το οποίον κατηγορείται και το οποίον ενδέχεται να μη διέπραξε. Και εάν περιέπεσεν εις κάποιο σφάλμα, πάλιν κάμε του υπόδειξιν, δια να μη το επαναλάβη και προσθέση νέον σφάλμα στο παλαιόν.
Σοφ. Σειρ. 19,14 ἔλεγξον τὸν πλησίον, μήποτε οὐκ εἶπε, καὶ εἰ εἴρηκεν, ἵνα μὴ δευτερώσῃ.
Σοφ. Σειρ. 19,14 Καμε παρατήρησιν στον πλησίον σου δια λόγια, που κατηγορείται ότι τα είπε, διότι ενδεχομένως δεν τα έχει είπει. Και εάν κάτι το εσφαλμένον έχη πει, κάμε του παρατήρησιν, δια να μη το επαναλαβη.
Σοφ. Σειρ. 19,15 ἔλεγξον φίλον, πολλάκις γὰρ γίνεται διαβολή, καὶ μὴ παντὶ λόγῳ πίστευε.
Σοφ. Σειρ. 19,15 Καμε παρατήρησιν, ζήτησε εξήγησιν από τον φίλον σου δια κατηγορίαν εκσφενδονισθείσαν εναντίον του, διότι πολλές φορές υπάρχουν και συκοψαντίαι, και μη δίδης εμπιστοσύνην εις κάθε λόγον κατηγορίας.
Σοφ. Σειρ. 19,16 ἔστιν ὀλισθαίνων καὶ οὐκ ἀπὸ ψυχῆς, καὶ τίς οὐχ ἡμάρτησεν ἐν τῇ γλώσσῃ αὐτοῦ;
Σοφ. Σειρ. 19,16 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι ξεγλυστρούν προς το κακόν, χωρίς να έχουν κακήν πρόθεσιν, αλλά από συναρπαγήν. Και ποιός άνθρωπος ημπορεί να ισχυρισθή, ότι δεν έχει αμαρτήσει με τα λόγια του;
Σοφ. Σειρ. 19,17 ἔλεγξον τὸν πλησίον σου πρὶν ἢ ἀπειλῆσαι, καὶ δὸς τόπον νόμῳ Ὑψίστου. [γινόμενος ἄμηνις.
Σοφ. Σειρ. 19,17 Ελεγξε τον φίλον σου πριν απειλαί και κίνδυνοι τον περιστοιχίσουν και άφησε να ενεργήση εις την καρδίαν του ο Νομος του Υψίστου. Συ όμως πρέπει να παραμείνης αόργητος.
Σοφ. Σειρ. 19,18 φόβος Κυρίου ἀρχὴ προσλήψεως, σοφία δὲ παρ᾿ αὐτοῦ ἀγάπησιν περιποιεῖ.
Σοφ. Σειρ. 19,18 Ο φόβος του Κυρίου είναι η αρχή και η αιτία της συνάψεως ειλικρινούς φιλίας. Η δε σοφία, απορρέουσα από τον Θεόν, εμπνέει αγάπην προς τον φίλον.
Σοφ. Σειρ. 19,19 γνῶσις ἐντολῶν Κυρίου παιδεία ζωῆς, οἱ δὲ ποιοῦντες τὰ ἀρεστὰ αὐτῷ ἀθανασίας δένδρον καρποῦνται].
Σοφ. Σειρ. 19,19 Η γνώσις των εντολών του Κυρίου είναι αληθινή μόρφωσις δια την ζωήν. Οσοι δε πράττουν τα ευάρεστα εις αυτόν, απολαμβάνουν τους καρπούς του δένδρου της αθανασίας.
Σοφ. Σειρ. 19,20 Πᾶσα σοφία φόβος Κυρίου, καὶ ἐν πάσῃ σοφίᾳ ποίησις νόμου· [καὶ γνῶσις τῆς παντοδυναμίας αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 19,20 Καθε πραγματική σοφία χαρακτηρίζεται και διαποτίζεται από την ευλάβειαν προς τον Κυριον. Εις την αληθινήν σοφίαν ακολουθεί και υπάρχει πάντοτε η τήρησις του θείου Νομου και η γνώσις της παντοδυναμίας του Θεού.
Σοφ. Σειρ. 19,21 οἰκέτης λέγων τῷ δεσπότῃ· ὡς ἀρέσκει οὐ ποιήσω, ἐὰν μετὰ ταῦτα ποιήσῃ, παροργίζει τὸν τρέφοντα αὐτόν].
Σοφ. Σειρ. 19,21 Δούλος, ο οποίος λέγει στον δεσπότην του• “δεν θα κάμω αυτό που αρέσει εις σέ”, έστω και εάν κατόπιν μεταμεληθή και εκτελέση την εντολήν, που έλαβε, εξοργίζει οπωσδήποτε τον τροφοδότην κύριόν του.
Σοφ. Σειρ. 19,22 καὶ οὐκ ἔστι σοφία πονηρίας ἐπιστήμη, καὶ οὐκ ἔστιν ὅπου βουλὴ ἁμαρτωλῶν φρόνησις.
Σοφ. Σειρ. 19,22 Η σοφία δεν είναι επιστήμη της κακίας. Η δε συνεσις δεν υπάρχει εις τας σκέψεις και τας συμβουλάς των αμαρτωλών.
Σοφ. Σειρ. 19,23 ἔστι πονηρία καὶ αὕτη βδέλυγμα, καὶ ἔστιν ἄφρων ἐλαττούμενος σοφίᾳ.
Σοφ. Σειρ. 19,23 Υπάρχει γνώσις και πράξις πονηρά• αυτή όμως είναι βδελυρά ενώπιον του Κυρίου. Υπάρχει όμως και άφρων, ανόητος, καθυστερημένος εις νόησιν και γνώσιν.
Σοφ. Σειρ. 19,24 κρείττων ἡττώμενος ἐν συνέσει ἔμφοβος ἢ περισσεύων ἐν φρονήσει καὶ παραβαίνων νόμον.
Σοφ. Σειρ. 19,24 Προτιμότερος είναι εκείνος, που υπολείπεται εις σοφίαν αλλ' έχει φόβον Θεού, από τον άλλον, ο οποίος είναι πλούσιος εις σοφίαν, παραβαίνει όμως τον νόμον του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 19,25 ἔστι πανουργία ἀκριβὴς καὶ αὕτη ἄδικος, καὶ ἔστι διαστρέφων χάριν τοῦ ἐκφᾶναι κρίμα.
Σοφ. Σειρ. 19,25 Υπάρχουν ικανότητες και δραστηριότητες αξιόλογοι, οδηγούν όμως εις την αδικίαν. Υπάρχουν δε και άλλοι, οι οποίοι, δια να υποστηρίξουν και επιτύχουν το ζήτημα των, καταφεύγουν εις την διαστροφήν της αληθείας και την απάτην.
Σοφ. Σειρ. 19,26 ἔστι πονηρευόμενος συγκεκυφὼς μελανίᾳ, καὶ τὰ ἐντὸς αὐτοῦ πλήρης δόλου·
Σοφ. Σειρ. 19,26 Υπάρχουν πονηροί, που βαδίζουν με σκυμμένο το κεφάλι και σκυθρωπόν το πρόσωπον, δήθεν από λύπην, ενώ το εσωτερικόν των είναι γεμάτον δολιότητας.
Σοφ. Σειρ. 19,27 συγκύφων πρόσωπον καὶ ἑτεροκωφῶν, ὅπου οὐκ ἐπεγνώσθη, προφθάσει σε·
Σοφ. Σειρ. 19,27 Αυτός προχωρεί με σκυμμένο το κεφάλι, προσποιείται ότι δεν ακούει τίποτε και εάν δεν αντιληφθής εγκαίρως την υποκρισίαν και δολιότητά του, θα τρέξη ενωρίτερα από σέ, δια να καταπατήση το δίκαιόν σου.
Σοφ. Σειρ. 19,28 καὶ ἐὰν ὑπὸ ἐλαττώματος ἰσχύος κωλυθῇ ἁμαρτεῖν, ἐὰν εὕρῃ καιρόν, κακοποιήσει.
Σοφ. Σειρ. 19,28 Και εάν εξ αιτίας κάποιας αδυναμίας του εμποδισθή να πραγματοποιήση το κακόν, που έχει αποφασίσει, όταν εύρη κατάλληλον καιρόν θα το πραγματοποιήση.
Σοφ. Σειρ. 19,29 ἀπὸ ὁράσεως ἐπιγνωσθήσεται ἀνήρ, καὶ ἀπὸ ἀπαντήσεως προσώπου ἐπιγνωσθήσεται νοήμων.
Σοφ. Σειρ. 19,29 Από την εξωτερικήν του εμφάνισιν είναι δυνατόν να γίνη γνωστός ο κακός άνθρωπος και από την έκφρασιν του προσώπου του είναι δυνατόν να γίνη γνωστός ο καλός και συνετός άνθρωπος.
Σοφ. Σειρ. 19,30 στολισμὸς ἀνδρὸς καὶ γέλως ὀδόντων καὶ βήματα ἀνθρώπου ἀναγγέλλει τὰ περὶ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 19,30 Η ενδυμασία του ανθρώπου, το γέλιο των χειλέων του και το βάδισμά του διαλαλούν, τι άνθρωπος είναι αυτός.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.