4ος τύπος: Ασκητική ευσέβεια
Ο ασκητικός τύπος θρησκευτικής ζωής δεν είναι αποκλειστικότητα του Χριστιανισμού. Έχει υπάρξει ανέκαθεν, και στην ιστορία απολύτως κάθε θρησκείας. Αυτό από μόνο του δείχνει πως πρόκειται για την έκφραση ορισμένων ουσιαστικών χαρακτηριστικών της ανθρώπινης ψυχής. Έτσι, ο Χριστιανισμός δεν είναι μόνος του, όταν χαρακτηρίζεται από την παρουσία του ασκητισμού. Ο ασκητισμός είναι κοινό γνώρισμα του Ινδουισμού και του Ισλάμ, και είναι επίσης παρών στον αρχαίο παγανισμό. Πέραν αυτού, ο ασκητισμός ήταν ένα τυπικό γνώρισμα του μη-θρησκευτικού περιβάλλοντος, που τόσο χαρακτήριζε τα επαναστατικά κινήματα του 19ου αιώνα. Μάλιστα θα μπορούσε κανείς να πει ότι εκείνες οι περίοδοι της ζωής της Εκκλησίας που δεν ήταν εμποτισμένες από τον ασκητισμό, ήσαν περίοδοι πτώσης και διάβρωσης, στασιμότητας και όχι ξεχωριστές. Μπορεί επίσης να ειπωθεί πως ακόμη και οι περίοδοι κοσμικής ιστορίας που δεν έφεραν το αποτύπωμα του ασκητισμού έχουν δώσει ενδείξεις στειρότητας και έλλειψης δημιουργικού ταλέντου. Δεδομένου ότι η θρησκευτική ζωή απαιτεί από τον άνθρωπο να κάνει θυσίες εν ονόματι ανώτερων πνευματικών αξιών, θα είναι πάντα ασκητική. Συγχρόνως όμως, στα κατάβαθά της, η δημιουργική ζωή είναι εξ ίσου ένας τρόπος ασκητισμού, επειδή και αυτή απαιτεί απόλυτη θυσία εν ονόματι ανώτερων δημιουργικών αξιών. Μπορεί να ειπωθεί πως ο ασκητισμός ποτέ δεν έσβησε μέσα στην Εκκλησία. Έχουν υπάρξει περίοδοι που έμενε εν υπνώσει - όταν ήταν το επίτευγμα αποκλειστικά των μοναχικών ψυχών - ενώ ο πιο κοινός και πιο χαρακτηριστικός τρόπος θρησκευτικής ζωής ήταν στην πραγματικότητα αντι-ασκητικός.
Έχοντας αυτό κατά νου, φαίνεται λογικό να υποθέσουμε πως είναι σχεδόν αδύνατο να μιλήσουμε για τον ασκητικό τύπο ευσέβειας επί της ίδιας βάσης με τους άλλους τύπους, οι οποίοι είναι λιγότερο ή περισσότερο προαιρετικοί, ενώ ο ασκητισμός αγγίζει τα αιώνια βάθη της θρησκευτικής ζωής. Όμως, πέραν αυτού του γνήσιου και αιώνιου ασκητισμού, υπάρχει ένα άλλο ασυνήθιστο φαινόμενο για το οποίο πρέπει να μιλήσουμε, και που πρέπει να απομονώσουμε και να διακρίνουμε χωριστά από την εν γένει ασκητική τάση.
Αυτός ο ειδικός ασκητικός τύπος έχει τις ρίζες του όχι στον Χριστιανισμό, αλλά μάλλον στις Ανατολίτικες θρησκείες, και έχει διεισδύσει στον Χριστιανισμό σαν ένα είδος ειδικής επιρροής αυτών των θρησκειών, προσαρμόζοντας έτσι την αρχική έννοια του ασκητισμού. Η διαφορά δεν βρίσκεται στις μεθόδους εφαρμογής του ασκητικού ιδανικού μέσα στη ζωή. Αυτές μπορεί να είναι ποικίλες. Όμως όλες οι παραλλαγές ισχύουν παντού, και δεν καταδεικνύουν μια βασική διαφορά στον εσωτερικό σκοπό τους. Οι βασικές διαφορές βρίσκονται μόνο σε αυτό που παρακινεί το άτομο να εισέλθει στο δρόμο του ασκητισμού. Ο αριθμός των παρακινήσεων μπορεί να είναι μεγάλος, εκ των οποίων πολλοί είναι - σε ποικίλες διαβαθμίσεις - ασύμβατοι με τον Χριστιανισμό. Υπάρχουν μάλιστα παρακινήσεις που βρίσκονται σε ριζική αντίφαση με τον Χριστιανισμό. Θα αρχίσουμε με αυτές.
Πρόκειται για αυτές που είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικές του Ινδουισμού, και επί των βάσεων αυτών ήρθαν στην ύπαρξη οι γιόγκι. Σήμερα ακούγονται σαν να είναι οι θεμελιώδεις αρχές λογής-λογής αποκρυφιστικών διδαχών, της θεοσοφίας και την ανθρωποσοφίας. Στόχος τους είναι η απόκτηση πνευματικής δύναμης. Ο ασκητισμός είναι ένα γνώριμο σύστημα ψυχο-σωμαιτκών ασκήσεων που ελέγχουν και τροποποιούν την κανονική συμπεριφορά του ατόμου, και στρέφονται προς την απόκτηση ειδικών γνωρισμάτων δύναμης επί της ψυχής και επί της φύσης. Είναι δυνατό, μέσω αποφασιστικών και επαναληπτικών προσπαθειών, να υποταγεί το σώμα στο θέλημα. Μπορεί κανείς να πετύχει τεράστιες ψυχικές αλλαγές μέσα στον εαυτό του, και κυριαρχία επί της ύλης και του πνεύματος. Όπως ένας γυμναστής οφείλει να ασκείται για να πετύχει την επιδεξιότητα, όπως ένας παλαιστής οφείλει να ακολουθεί συγκεκριμένη δίαιτα για να αναπτύξει μυϊκή δύναμη, όπως ένας τραγουδιστής οφείλει να εξασκείται στις μουσικές κλίμακες για να τελειοποιήσει την φωνή του, έτσι και ο ασκητής οφείλει να ακολουθεί συγκεκριμένες οδηγίες, οφείλει να ασκείται, οφείλει να επαναλαμβάνει την ίδια ρουτίνα ξανά και ξανά, οφείλει να ακολουθεί ειδική διατροφή, να προγραμματίζει τον χρόνο του με σύνεση, να αποκόψει τις συνήθειές του, να βάλει τάξη στη ζωή του - και όλα αυτά για να αναπτύξει στο μέγιστο βαθμό εκείνες τις δυνάμεις με τις οποίες τον έχει προικίσει η φύση.
Το έργο ενός τέτοιου ασκητισμού καθορίζεται από την αρχή της συγκέντρωσης των φυσικών ταλέντων του ατόμου, ώστε να τα αναπτύξει και να έχει την δυνατότητα να τα αξιοποιεί. Δεν επιζητεί κανένα είδος υπέρβασης, ούτε περιμένει την έμπνευση οποιασδήποτε υπερφυσικής δύναμης. Αυτό, ούτε το λαμβάνει υπ' όψιν, ούτε το πιστεύει. Πάνω του, σε ορισμένο ύψος, εκτείνεται ένα καλοτεντωμένο κουρτινοειδές στερέωμα, και δεν υπάρχει τρόπος να διαπεραστεί. Όμως αυτό που γνωρίζει είναι πως μέσα σ' αυτόν τον οριοθετημένο κόσμο της φύσης δεν αξιοποιούνται πλήρως τα πάντα, πως υπάρχει τρομερό δυναμικό, πως είναι δυνατόν μέσα στα όριά του να αποκτηθεί η δύναμη πάνω σε όλα τα ζωντανά και υπάρχοντα πράγματα (αλλά με μία μοναδική, περιορισμένη εξαίρεση) - δηλαδή, μια δύναμη πάνω σε όλα όσα βρίσκονται κάτω από εκείνο το καλοτεντωμένο, αδιαπέραστο στερέωμα του ουρανού. Οι δυνάμεις της φύσης είναι τεράστιες, όμως και αυτές έχουν τα όριά τους. Για ένα αποκρυφιστικό ασκητισμό αυτού του είδους δεν υπάρχει απεριόριστη ή ανεξάντλητη πηγή δύναμης, οπότε, το έργο του είναι να συγκεντρώνει, να συγχωνεύει, να διατηρεί, να επεκτείνει και να αξιοποιεί όλες τις φυσικές δυνατότητες. Και σε αυτό το μονοπάτι, υπάρχουν δυνατότητες για τρομερά επιτεύγματα.
Ποια απάντηση μπορεί να δοθεί σε αυτή την ιδιαίτερη μορφή πνευματικού νατουραλισμού; Το μόνο πράγμα στον κόσμο που είναι πιο ισχυρό από αυτό είναι η διδασκαλία της Εκκλησίας περί πνευματικής φτώχειας, περί της δαπάνης, της σπατάλης των πνευματικών μας δυνάμεων, περί της υπέρτατης πτώχευσης του πνεύματος. Ο μόνος ορισμός του εαυτού που είναι πιο ισχυρός από αυτό είναι τα λόγια "Ιδού, η δούλη του Κυρίου". Αν και τα λόγια αυτά είναι ο ορισμός της ουσίας της Χριστιανικής ψυχής αλλά και ολόκληρη η Χριστιανική ανταπόκριση στις φυσικές δυνάμεις του ανθρώπινου όντος, δεν υπάρχει αμφιβολία πως έχει εισαχθεί στην ευσέβειά μας ένας αποκρυφιστικός συσχετισμός με τον ασκητισμό ο οποίος είναι ενάντια στον Χριστιανισμό, διαμέσου των αρχαίων Ανατολίτικων επιρροών, μέσω της Συρίας και του δικού της ειδικού τύπου θρησκευτικότητας. Δε υπάρχει ανάγκη να υπερτιμήσουμε αυτήν την επιρροή στον Χριστιανισμό, πάντως παρά ταύτα, υπάρχει.
Υπάρχει και μια άλλη άποψη όπου ο ασκητισμός μπορεί να πάψει να είναι μέθοδος απόκτησης υψηλότερες πνευματικές αξίες, και να γίνεται αυτοσκοπός. Ένα άτομο μπορεί να ασκεί την οποιαδήποτε μορφή ασκητικής πρακτικής, όχι επειδή τον ελευθερώνει από κάτι ή επειδή του προσφέρει κάτι, αλλά απλώς επειδή είναι μια πρόκληση και απαιτεί προσπάθεια. Δε του παρέχει τίποτε στον έξω κόσμο, ούτε προσφέρει το παραμικρό στο περιεχόμενο της πνευματικής του εμπειρίας, και ούτε τον προχωρεί στο εσωτερικό του μονοπάτι. Του είναι δυσάρεστο να περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη σφαίρα - οπότε, πρέπει να το κάνει, εν ονόματι αυτής της δυσαρέσκειας. Το ξεπέρασμα μιας δυσαρέσκειας, ως μοναδικός στόχος του, και η άσκηση για χάρη της άσκησης, είναι στην καλλίτερη των περιπτώσεων μια απλή υποταγή σε προκλήσεις πειθαρχίας και - φυσικά - είναι μια διαστρέβλωση του ασκητικού μονοπατιού.
Όλα τα προαναφερόμενα είναι εντελώς ασήμαντα πράγματα, όταν συγκριθούν με την θεμελιώδη διαφωνία περί κοσμοθεωρίας που σήμερα χαρακτηρίζει τον Χριστιανισμό. Η διαφωνία αυτή αφορά την πιο ουσιώδη, την πιο θεμελιώδη κατανόηση του στόχου της Χριστιανικής ζωής και κατά κάποιον τρόπο διαιρεί τον Χριστιανικό κόσμο σε δύο βασικές απόψεις. Αναφέρομαι εδώ στην σωτηρία της ψυχής.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η σωτηρία της ψυχής είναι ο ώριμος καρπός μιας αληθινής και αυθεντικής Χριστιανικής ζωής. Η Εκκλησία στέφει τους αγίους και τους μάρτυρές Της, τους υπομένοντας τα πάθη και τους ομολογητές Της, με το αμάραντο στεφάνι της αιώνιας ζωής. Υπόσχεται τον Παράδεισο, την βασιλεία των ουρανών και αιώνια μακαριότητα. Η Εκκλησία μας διδάσκει πως η βασιλεία του ουρανού βιάζεται - κατακτάται με την βία. Αυτό ομολογείται από Χριστιανούς όλων των πεποιθήσεων και πίστεων. Και ως αποτέλεσμα, το ζήτημα της σωτηρίας της ψυχής αποδεικνύεται πως είναι σπαθί που διαπερνά ολόκληρο τον πνευματικό κόσμο του Χριστιανισμού. Εδώ βρίσκουμε δύο εντελώς διαφορετικές αντιλήψεις που οδηγούν σε διαφορετικούς ηθικούς νόμους, διαφορετικά μέτρα συμπεριφοράς, κλπ. Είναι δύσκολο να αρνηθούμε πως και οι δύο αντιλήψεις έχουν αξιοσημείωτους και ιερούς υπέρμαχους, και πως αμφότερες οι απόψεις απολαμβάνουν αναμφισβήτητο κύρος μέσα στην εμπειρία της Εκκλησίας.
Έχουν υπάρξει ολόκληρες περίοδοι όταν ο Χριστιανικός ασκητισμός είχε χρωματιστεί από την μία η την άλλη απόχρωση κατανόησής του. Και οι δύο σχολές έχουν τα συστήματά τους, τις αρχές τους, και τους πρακτικούς κανονισμούς τους. Ανοίξτε τους ογκώδεις τόμους της Φιλοκαλίας, διαβάστε το Πατερικόν, ακούστε - ακόμα και σήμερα - τα κηρύγματα για τον Χριστιανικό ασκητισμό. Αμέσως θα προσέξετε πως εκεί μέσα υπάρχει μια σοβαρή σχολή ασκητισμού, με ένα τεράστιο βάρος παράδοσης. Δεν έχετε παρά να αποδεχθείτε τις διατάξεις του και να ακολουθήσετε το μονοπάτι του. Όμως, πως ακριβώς είναι; Ποιές είναι οι διδαχές του;
Κάποιος που φέρει μέσα του ολόκληρο το στίγμα των συνεπειών της αμαρτίας του Αδάμ, και που καλείται στην σωτηρία μέσω του Αίματος του Χριστού, έχει ενώπιόν του ένα μοναδικό στόχο: την σωτηρία της ψυχής του. Ο στόχος αυτός και μόνο, του καθορίζει τα πάντα. Του καθορίζει την εχθρότητά του προς οτιδήποτε του στέκεται εμπόδιο στην σωτηρία του. Προσδιορίζει όλα τα μέσα που χρειάζεται για να την αποκτήσει. Ένα ανθρώπινο ον εδώ στη γη έχει τοποθετηθεί - σαν να λέμε - στην αρχή ενός ατέρμονου μονοπατιού προς τον Θεό. Και όλα είναι είτε ένα εμπόδιο είτε ένα βοήθημα κατά μήκος αυτού του μονοπατιού. Στην ουσία, υπάρχουν δύο πολικές οντότητες: ο αιώνιος Δημιουργός του κόσμου, ο Λυτρωτής της ψυχής μου, και αυτή η θλιβερή ψυχή μου, η οποία πρέπει να αγωνίζεται προς την δική Του κατεύθυνση. Ποια μέσα χρειάζεται η πρόοδος πάνω στο μονοπάτι αυτό; Το πρώτο βήμα είναι η ασκητική νέκρωση της σάρκας. Είναι η προσευχή και η νηστεία. Είναι η απόρριψη των αξιών του κόσμου αυτού, και κάθε προσκόλληση σε αυτές. Είναι η υπακοή, η οποία νεκρώνει την αμαρτωλή επιθυμία, όπως ακριβώς η νηστεία νεκρώνει την αμαρτωλή, εμπαθή σάρκα.
Από την σκοπιά της υπακοής, πρέπει να μελετηθούν όλες οι κινήσεις της ψυχής και ολόκληρο το σύμπλεγμα των εξωτερικών δραστηριοτήτων που είναι η ευθύνη εκείνου του ατόμου. Δεν μπορεί να αρνηθεί να τις κάνει, διότι είναι υποχρεωμένος να τις εκτελεί ευσυνείδητα, αν του δοθούν ως υπακοή. Όμως δεν πρέπει να βυθίσει την ψυχή του εντελώς σε αυτές, εφ' όσον η ψυχή πρέπει να είναι γεμάτη από ένα μόνο πράγμα: τον αγώνα για την σωτηρία της. Ολόκληρος ο κόσμος, οι καημοί του, οι κόποι του σε όλα τα επίπεδα (πρόκειται για ένα είδος τεράστιου εργαστηρίου, ένα είδος αρένας πειραμάτων, όπου μπορώ να εξασκούμαι στην υπακοή και να ταπεινώνω το θέλημά μου. Αν η υπακοή απαιτεί να καθαρίζω σταύλους, να σκάβω για πατάτες, να περιποιούμαι λεπρούς, να κάνω εράνους για την Εκκλησία, ή να κηρύττω τις διδαχές του Χριστού), πρέπει όλα αυτά τα πράγματα να τα κάνω με την ίδια ευσυνείδητη και προσεκτική προσπάθεια, με την ίδια ταπείνωση και την ίδια απάθεια, επειδή όλα αυτά τα πράγματα είναι αγωνίσματα και ασκήσεις για την ετοιμότητά μου να χαλιναγωγήσω το θέλημά μου - ένας δύσκολος και δύσβατος δρόμος για την ψυχή που ζητά την σωτηρία. Πρέπει συνεχώς να εφαρμόζω αρετές, άρα να κάνω πράξεις Χριστιανικής αγάπης. Όμως εκείνη η αγάπη από μόνη της είναι μια πράξη υπακοής, αφού καλούμαστε και εντελλόμαστε να αγαπούμε - και πρέπει να αγαπούμε.
Το ότι η αγάπη εκείνη πρέπει να χρησιμοποιείται ως μέτρο είναι προφανές: είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων. Αλλά ενόσω αγαπώ, πρέπει να θυμάμαι ανά πάσα στιγμή πως ο θεμελιώδης στόχος της ανθρώπινης ψυχής είναι να σωθεί: στον βαθμό που η αγάπη με βοηθάει στην σωτηρία μου, στον βαθμό εκείνο μου είναι ωφέλιμη. Όμως πρέπει να χαλιναγωγείται και να περικόπτεται, αν δεν εμπλουτίζει τον πνευματικό μου κόσμο αλλά μου τον στερεί. Η αγάπη είναι το ίδιο είδος ευλαβούς άσκησης, το ίδιο είδος δραστηριότητας, όπως κάθε άλλη εξωτερική πράξη. Ένα μονάχα πράγμα είναι σημαντικό: να στέκομαι υπάκουα ενώπιον του Θεού, η σχέση μου με τον Θεό, η στροφή μου προς την μελέτη της αιώνιας αγαθότητάς Του. Ο κόσμος μπορεί να παραμένει στην αμαρτία, μπορεί να διαμελίζει τον εαυτό του με τις δικές του αρρώστιες, όμως όλα αυτά τα πράγματα είναι εντελώς ασήμαντα όταν συγκρίνονται με το ακίνητο φως της Θεϊκής Τελειότητας - ενόσω όλος αυτός ο κόσμος είναι απλώς ένα πεδίο δοκιμών, ένα ακονιστήρι τρόπον τινά, όπου μπορώ να ακονίζω τις δικές μου αρετές. Πώς θα μπορούσα καν να σκεφτώ ότι εγώ θα είχα κάτι να δώσω στον κόσμο; Εγώ, που είμαι ένα τίποτε, τραυματισμένος από το προπατορικό αμάρτημα, γεμάτος πληγές εξ αιτίας των δικών μου προσωπικών διαστροφών και αμαρτημάτων; Το βλέμμα μου είναι στραμμένο εσωτερικά, εντός μου. Βλέπω μόνο την αποκρουστικότητά μου, τις δικές μου ουλές και τραύματα. Σε αυτά πρέπει κανείς να εστιάζει, διότι για αυτά πρέπει να μετανοούμε και να θρηνούμε. Πρέπει να αποκλείουμε όλα όσα στέκουν εμπόδιο στον δρόμο της σωτηρίας. Στ' αλήθεια δεν υπάρχει χώρος για να αγωνιούμε για τις δυστυχίες των άλλων - εκτός μέσω εξάσκησης των αρετών.
Έτσι έχουν τα πράγματα. Στην πράξη, δεν θα συμπεράνεις αμέσως πως έτσι κατανοεί την διδαχή του Χριστού περί αγάπης ένα τέτοιο άτομο. Είναι ελεήμων, επισκέπτεται τους αρρώστους, προσέχει την ανθρώπινη δυστυχία, μάλιστα προσφέρει την αγάπη του στους ανθρώπους. Και μόνο αν παρατηρείς προσεκτικά, θα αντιληφθείς πως δεν το κάνει λόγω ανιδιοτελούς και θυσιαστικής αγάπης, καταθέτοντας την ζωή του για τους φίλους, αλλά το κάνει σαν ασκητική άσκηση, διότι έτσι θα τρέφει, θα σώσει την δική του ψυχή. Γνωρίζει πως - όπως είπε και ο Απόστολος - η αγάπη είναι το πιο σπουδαίο απ' όλα τα πράγματα, και πως για την σωτηρία της ψυχής, επιπρόσθετα στις όποιες άλλες αρετές, πρέπει να υπάρχει και η αγάπη. Και θα εκπαιδεύσει τον εαυτό του σε αυτήν, μαζί με τις άλλες αρετές. Θα διδάξει τον εαυτό του, θα αναγκάσει τον εαυτό του - φτάνει αυτό να μην τον καταστρέψει, φτάνει να μην είναι επικίνδυνο. Μια παράξενη και φοβερή ιερότητα - ή ομοιότητα ιερότητας - ξετυλίγεται σε αυτό το μονοπάτι. Θα παρατηρηθεί μια γνήσια και καθαρή γραμμή ανόδου, εκλεπτυσμού, εξέλιξης. Όμως ταυτόχρονα, γίνεται αισθητή μια κάποια ψυχρότητα, μια ασυνήθιστη πνευματική τσιγκουνιά, ένα είδος μιζέριας. Ο άλλος άνθρωπος, η ψυχή του άλλου ανθρώπου - του ξένου, φυσικά - γίνεται, όχι το αντικείμενο της αγάπης, αλλά το μέσον για την ωφέλεια της δικής μου ψυχής. Μια τέτοια κατανόηση του Χριστιανισμού ως επί το πλείστον ανήκει στις δυνατές και αντρίκιες ψυχές. Μπορεί να αποτελέσει πειρασμός για τις πιο άξιες, τις πιο θυσιαστικές ψυχές, για εκείνους που είναι πιο κοντά στην βασιλεία των ουρανών. Ο πειρασμός βρίσκεται μέσα στην ασυνήθιστή καθαρότητα, στην ένταση, στον απατηλό αλλά ελκυστικό τύπο ιερότητάς του. Τι μπορεί να πει κανείς; Πώς μπορεί κανείς να συγκρίνει την προσωπική του, χλιαρή κατάσταση, την προσωπική του έλλειψη ηρωικής πράξης με αυτό το αχανές και ζωηρό πνεύμα, που δρασκελίζει προς τα εμπρός με γιγαντιαία βήματα; Πώς είναι δυνατόν να αποφύγει κανείς τον πειρασμό;
Μόνο ένα πράγμα μπορεί να σε προστατεύσει από ένα τέτοιο πειρασμό: "1ΕΑΝ ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών η κύμβαλον αλαλάζον. 2 και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμι. 3 και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου, και εάν παραδώ το σώμά μου ίνα καυθήσωμαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι." (Α' Κορ.13:1-3)
Αν κρίνεις την αληθινή ουσία των πραγμάτων με αυτό το κριτήριο, θα αρχίσεις να αντιλαμβάνεσαι πως τέτοιου είδους ασκητική απάρνηση του κόσμου είναι μια ακραία μορφή εγωισμού, μια ανάρμοστη και ανεπίτρεπτη πράξη αυτοσυντήρησης. Μετά, θα υπάρξουν και κάποιες περίεργες συγκρίσεις, κάποιες εκπληκτικές συμπτώσεις. Διότι μια τέτοια διαμετρική αντίθεση του "εγώ" προς ολόκληρο τον κόσμο μπορεί να γίνει και για άλλους, μη-ασκητικούς -ακόμα και μη θρησκευτικούς- λόγους. Μήπως οι αληθινοί αντιπρόσωποι του "κόσμου τούτου" δεν είναι αποκομμένοι από τον κόσμο, με ένα αδιαπέραστο τοίχο απούσας αγάπης; Όποιο και αν είναι το ενδιαφέρον της ζωής τους, πάντοτε υπάρχει εκείνο το αδιαπέραστο χάσμα ανάμεσα στο "εγώ" τους και τον κόσμο. Όσο πιο εγωιστές - όσο πιο "εκκοσμικευμένοι" - είναι αυτοί οι άνθρωποι, τόσο πιο μακρυά βρίσκονται από την γνήσια ζωή του κόσμου, και τόσο περισσότερο θα τους είναι ο κόσμος ένα είδος άψυχης άνεσης ή άψυχου βασάνου, απέναντι στα οποία τοποθετούν τα έμψυχα "εγώ" τους. Υπό αυτή την έννοια βλέπουμε πως τα αντίθετα όντως συμπίπτουν. Βλέπουμε εδώ και στα δύο άκρα την βεβαίωση του μοναδικού "εγώ" μας - την βεβαίωση μιας αρπακτικής, άπληστης και μίζερης αγάπης για την ατομική ιδιοκτησία - είτε πρόκειται για ιδιοκτησία που αποκτήθηκε μέσω πνευματικής εμπειρίας της ασκητικής οδού, ή μέσω των εξωτερικών και υλικών ευεργετημάτων της κοσμικής επιτυχίας. Αυτό που είναι σημαντικό εδώ είναι η κτητική και μίζερη σχέση προς την ιδιοκτησία αυτή.
Τι μπορεί να ειπωθεί λοιπόν για τον ρόλο ενός τέτοιου ασκητισμού στην ζωή της Εκκλησίας; Ίσως αυτό το ερώτημα χρειάζεται να προσεγγισθεί από την αντίθετη κατεύθυνση.
Όσο πιο φοβερός και αμαρτωλός είναι ο κόσμος, τόσο πιο παθιασμένη είναι η επιθυμία να φύγουμε από αυτόν, τόσο πιο δύσκολο είναι να αγαπήσουμε την εικόνα του, την παραμορφωμένη από το μίσος και την δυστυχία, και γενικά, τόσο πιο μεγάλη είναι η απόρριψη της αγάπης. Όσο πιο δύσκολο είναι το μονοπάτι μέσα στην διαστρεβλωμένη ζωή αυτού του κόσμου, τόσο πιο μεγάλη είναι η νοσταλγία για τα ύψη. Σήμερα ο κόσμος είναι εξαιρετικά ανθυγιεινός ακόμα και επικίνδυνος για τον ασκητή που επιζητά την σωτηρία. Έτσι, η σύνεση ξεκάθαρα απαιτεί να αποφεύγεται η επαφή μαζί του, για να μην εκτεθεί στον κίνδυνο. Η διακαής ένταση όμως του ασκητικού πνεύματος, που ήταν ανέκαθεν παρούσα στην ανθρώπινη ψυχή σε όλες τις περιόδους της ιστορίας, πάντοτε άρπαζε μεμονωμένες ψυχές προς εκείνα τα ύψη όπου μπορούν να τινάξουν τον κουρνιαχτό του κόσμου από τα πόδια τους, κατορθώνοντας το ένα έργο που είναι αντάξιο της ανθρωπότητας: την προσωπική σωτηρία της ψυχής τους.
Θα ήθελα εδώ να διακόψω, και να θίξω κάποια από τα μοναδικά χαρακτηριστικά του σημερινού κόσμου που τον κάνουν ακόμη πιο αφόρητο για εκείνους που διψούν για ασκητική απάθεια και podvig (ασκητικό αγώνα) για την σωτηρία της ψυχής τους.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για την εσωτερική και εξωτερική θλίψη και μιζέρια του κόσμου σήμερα. Υπάρχει η απειλή ενός επικείμενου πολέμου, η σταδιακή εξασθένηση του πνεύματος της ελευθερίας, οι επαναστάσεις και οι δικτατορίες που διαρρηγνύουν τον λαό, υπάρχει το ταξικό μίσος και μια πτώση στις ηθικές αρχές. Θα έλεγε κανείς πως δεν υπάρχουν κοινωνικά κακά που να μην έχουν επηρεάσει την σύγχρονη ζωή. Και όμως, ταυτόχρονα είμαστε περιστοιχισμένοι από πλήθη ανθρώπων που αγνοούν παντελώς την τραγωδία των καιρών μας. Ταυτόχρονα είμαστε περιστοιχισμένοι από μια απεριόριστη ικανοποίηση του εαυτού, μια απόλυτη απουσία αμφιβολίας λόγω σαρκικού και πνευματικού κορεσμού, λόγω μιας σχεδόν υπερβολικής δόσης από όλα τα πράγματα. Όμως αυτό δεν είναι κανένα "συμπόσιο μέσα στο λοιμό"[5]. Το να τρώει κανείς πλούσια κατά την διάρκεια λοιμού κουβαλάει μαζί του την δική του τεράστια τραγωδία. Είναι μόλις σε απόσταση ενός βήματος, όσο το πάχος μιας τρίχας μακρυά από θρησκευτική συντριβή και φωτισμό. Μέσα του υπάρχει κάτι από το κουράγιο της απελπισίας. Και αν κάποιος τύχει να βρεθεί εκεί, που να θέλει να δώσει την αγάπη του στον κόσμο, δεν θα δυσκολευτεί να βρει λόγια αποκήρυξης, λόγια πρόσκλησης και αγάπης.
Σήμερα, σε καιρούς λοιμού, κανονικά μετράει κανείς τις εισπράξεις της ημέρας και το βράδυ πηγαίνει στον κινηματογράφο. Δεν γίνεται κουβέντα για το κουράγιο της απελπισίας, διότι δεν υπάρχει απελπισία. Υπάρχει μόνο η απόλυτη ευχαρίστηση και πνευματική απραξία. Η τραγική φύση της ψυχολογίας του σύγχρονου ανθρώπου είναι οφθαλμοφανής. Και κάθε φλογερός προφήτης, κάθε κήρυκας θα βρεθεί σε δίλημμα: σε ποια πλευρά του τραπεζιού του καφενείου να καθίσει; Πώς θα μπορέσει να ρίξει φως πάνω στη φύση των σημερινών κερδών του Χρηματιστηρίου; Πώς θα μπορέσει να διαπεράσει, να ποδοπατήσει και να καταστρέψει αυτή την κολλώδη, αηδιαστική μάζα που περιβάλλει την ψυχή του σημερινού βαρβάρου; Πώς μπορεί να φλέξει τις καρδιές τους με τα λόγια του; [6] Το πρόβλημα είναι πως αυτές είναι καλυμμένες με ένα παχύ, αδιαπέραστο πυρίμαχο υλικό που δεν μπορείς να διαπεράσεις με φωτιά. Θα μπορέσει να τους δώσει απαντήσεις στις αμφιβολίες τους; Μα αυτοί δεν έχουν αμφιβολίες για τίποτε. Θα τους αποκηρύξει; Μα αφού είναι ικανοποιημένοι με τις μετριοπαθείς πράξεις αγάπης. Στο κάτω-κάτω, δεν αισθάνονται χειρότερα από κάποιους άλλους. Θα έπρεπε εκείνος να τους περιγράψει την επερχόμενη Κρίση και την αιώνια μακαριότητα των δικαίων; Μα, αφού δεν πιστεύουν σε τίποτε απ' όλα αυτά - άλλωστε είναι απόλυτα ικανοποιημένοι με τις ευλογίες αυτής της εποχής. Όμως αυτή η στασιμότητα, αυτή η αδράνεια, αυτή η αυτο-ευχαρίστηση και η αίσθηση της ευεξίας που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο άνθρωπο είναι κάτι πολύ δύσκολο να βάλει κανείς μέσα στην καρδιά του και να το αγαπήσει, καθ' ότι προκαλεί σύγχυση παρά συμπόνια. Και αυτό παράγει ακόμη περισσότερους λόγους για να θέλει κανείς να τινάξει τον κουρνιαχτό από τα πόδια του, αφού είναι προφανές πως καμία συμμετοχή σε μια τέτοια μικρόψυχη ζωή μπορεί να της αλλάξει το παραμικρό.
Στο σημείο αυτό αναπτύσσεται ένας ειδικά εξυψωμένος τύπος πνευματικού εγωισμού. Και μαζί του εμφανίζονται και όλοι οι άλλοι τύποι του εγωκεντρικού ατόμου. Συνθλίβεται κανείς από την δική του ανικανότητα: φτάνει στο σημείο να γνωρίζει καθαρά και προσεκτικά όλες του τις αμαρτίες, όλα του τα ελαττώματα και τις αποτυχίες. Βλέπει την μηδαμινότητα της ψυχής του και συνεχώς ξεσκεπάζει τα φίδια και τους σκορπιούς που έχουν φωλιάσει εκεί. Ένα τέτοιο άτομο μετανοεί για τις αμαρτίες του, αλλά η μετάνοιά του δεν τον ελευθερώνει από τις σκέψεις της μηδαμινότητάς του. Δεν μεταμορφώνεται εξ αιτίας αυτού, και πάλι και ξανά επιστρέφει στο ένα εκείνο πράγμα που τον ενδιαφέρει - το θέαμα της μηδαμινότητάς του, της αμαρτωλότητάς του. Όχι μόνο ο κόσμος ως σύνολο και όλη η ανθρώπινη ιστορία, αλλά ακόμα και η μοίρα ενός μεμονωμένου ατόμου - τα βάσανά του, οι αποτυχίες του, οι χαρές του και τα όνειρά του - όλα αυτά ξεθωριάζουν και χάνονται, μέσα στο φως της δικής μου πτώσης, της δικής μου αμαρτίας. Ολόκληρος ο κόσμος παίρνει χρώμα από την λάμψη της δικής μου καιγόμενης ψυχής. Ακόμα περισσότερο: ολόκληρος ο κόσμος κάπως χάνεται, μέσα στο ολοκαύτωμα της δικής μου ψυχής. Αυτή η συγκεκριμένη αντίληψη περί Χριστιανισμού, την δεδομένη εκείνη στιγμή, απαιτεί μια βαθύτατη ανάλυση του εαυτού, έναν αγώνα εναντίον των παθών, μια προσευχή για την ατομική σωτηρία. Μονάχα ένας τύπος προσευχής στον Δημιουργό της υφηλίου, στον Παντοκράτορα, στον Λυτρωτή όλης της ανθρωπότητας είναι εφικτός για ένα τέτοιο άτομο - μια προσευχή για τον εαυτό του, για την ατομική του σωτηρία, μια προσευχή να ελεηθεί ο εαυτός του. Μερικές φορές, αυτή είναι προσευχή για πραγματικά φοβερά και τρομερά δώρα, και μερικές φορές ζητώ από τον Δημιουργό της υφηλίου να εκπληρώσει όσα Του ζητώ μέσω προσευχής, τα οποία δεν είναι και πολύ σπουδαία - Του ζητώ μονάχα "ύπνον ελαφρόν και ατάραχον".
Το πνευματικά εγωκεντρικό άτομο αντικαθιστά τον στόχο του αληθινού ασκητισμού. Αποκόπτει το άτομο αυτό από την υφήλιο και τον μετατρέπει σε πνευματικό τσιγκούνη - και μετά αυτή η μιζέρια γρήγορα αναπτύσσεται και μεγαλώνει, επειδή αρχίζει να παρατηρεί πως όσα περισσότερα αποκτά, τόσο περισσότερο αδειάζει η ψυχή του. Αυτό συμβαίνει εξ αιτίας ενός παράξενου νόμου της πνευματικής ζωής, δια του οποίου, όσα δεν ταράσσονται, όλα όσα διαφυλάσσονται, όλα όσα δεν χαρίζονται με αγάπη, κάπως εκφυλίζονται, διαβρώνονται, καταναλώνονται μέσα σε φλόγες. Το ταλέντο αφαιρείται από εκείνον που το θάβει, και δίνεται σε εκείνον που θα το δανείσει έντοκα. Περαιτέρω συσσώρευση καθιστά το άτομο όλο και περισσότερο κενό. Οδηγεί σε ξηρασία, σε πνευματικό μούδιασμα, στον πλήρη εκφυλισμό και καταστροφή της πνευματικής μας ουσίας. Μια μοναδική διαδικασία αυτο-δηλητηριασμού μέσω των πνευματικών αξιών λαμβάνει χώρα. Κάθε τύπος εγωκεντρικού ατόμου πάντοτε οδηγεί στον αυτο-δηλητηριασμό και κάποιο είδος κορεσμού, σε βαθμό που να αδυνατεί να κατανοεί πραγματικά. Μπορεί να δηλωθεί ευθαρσώς πως ο πνευματικά εγωκεντρικός τύπος υπόκειται ολοκληρωτικά στον νόμο αυτό. Και αυτός ο αυτο-δηλητηριασμός μπορεί καμιά φορά να οδηγήσει και στον απόλυτο και ολοκληρωτικό πνευματικό θάνατο.
Αυτό είναι κατά πάσα πιθανότητα το πιο τρομακτικό φαινόμενο που θα μπορούσε να συμβεί σε οποιονδήποτε. Και είναι ιδιαίτερα τρομακτικό επειδή είναι τόσο δυσδιάκριτο, επειδή αντικαθιστά εντελώς ανεπαίσθητα τις πραγματικές πνευματικές αξίες με ψεύτικες, επειδή ορισμένες φορές απαιτεί να ξεσηκωθεί κανείς εναντίον των βαθύτατων, εξυψωμένων αλλά λανθασμένα κατανοημένων Χριστιανικών αξιών, χωρίς τις οποίες είναι αδύνατον να γίνει ο ξεσηκωμός, αφού απαιτείται ξεσηκωμός εναντίον του ασκητισμού.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.