Από πουθενά δεν προκύπτει ότι η περίοδος της Κλασσικής Αρχαιότητας, η Περίκλεια Αθήνα συγκεκριμένα, ήταν η «πιο ευτυχισμένη και αρμονική εποχή της ανθρώπινης ιστορίας», όπως ακούστηκε από μια τηλεπαρουσιάστρια τη βραδιά των εγκαινίων στην προσπάθειά να γεμίσει τον τηλεοπτικό της χρόνο με τις γνωστές αστήρικτες αοριστολογίες. Κανείς από τους σκεπτόμενους ανθρώπους που έζησαν τότε και μας άφησαν δείγματα από το στοχασμό τους δεν θα συμφωνούσε μαζί της – και αυτοί, ας σημειωθεί, ανήκαν στο προνομιούχο κοινωνικό στρώμα. Όπως ενδεικτικά είδαμε, οι ίδιοι οι Αθηναίοι διανοούμενοι, στους οποίους η Αθήνα οφείλει τη φήμη της, διαπίστωναν τις σκοτεινές πλευρές της κοινωνίας τους και τις άφρονες αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας.
Βεβαίως αυτή η διαπίστωση δεν αναιρεί το μέγεθος των πολιτιστικών επιτεύξεων - τη λάμψη της τέχνης, το βάθος του φιλοσοφικού στοχασμού. Δεν ακυρώνει το μέγεθος αυτού που πρόσφερε η δημοκρατική Αθήνα «γεννώντας» τον θεατρικό λόγο και τη θεωρητική πολιτική σκέψη. Επιβεβαιώνει απλώς την ύπαρξη αυτής της μεγάλης αντινομίας ανάμεσα στην ανθρώπινη πνευματική δημιουργία και στην ανθρώπινη συμπεριφορά. «Αυτό είναι το κλειδί για την ανθρώπινη ιστορία», γράφει ο C.S.Lewis σε μια από τις πιο γνωστές σελίδες του έργου του[17]. «Τεράστιες ποσότητες ενέργειας αναλώνονται, πολιτισμοί δημιουργούνται, εξαιρετικοί θεσμοί εισάγονται – κι όμως. Κάθε φορά κάτι πάει στραβά. Κάποιο θανάσιμο ελάττωμα φέρνει πάντα εγωϊστές και σκληρούς ανθρώπους στην εξουσία και όλο το σύστημα γλιστρά πάλι πίσω, στην αθλιότητα και την καταστροφή». Κι αυτό, γιατί «ο Θεός δημιούργησε την ανθρώπινη μηχανή έτσι ώστε να κινείται από τον Ίδιο. Ο Ίδιος ο Θεός είναι το καύσιμο που το πνεύμα μας χρειάζεται με βάση τον τρόπο που έχει δημιουργηθεί, ή, αλλιώς, η τροφή που σχεδιάστηκε να καταναλώνει το πνεύμα μας….. Ο Θεός δεν μπορεί να μας προσφέρει την ευτυχία και την ειρήνη ξέχωρα από τον εαυτό Του, επειδή απλούστατα δεν υπάρχουν». Το λάθος των ανθρώπων μέσα στους αιώνες είναι, ότι προσπαθούν να κινήσουν τη μηχανή «με λάθος καύσιμα».
Η ίδια αντινομία σφραγίζει και την κάθε ανθρώπινη προσωπικότητα ξεχωριστά. Πάλι ο Ευριπίδης παρακολουθεί και καταγράφει την εσωτερική πάλη και τον αγώνα της πιο γνωστής ίσως ηρωϊδας του, της Μήδειας, να νικήσει το πάθος που την κατακαίει οδηγώντας την στην απόφαση να σκοτώσει τα ίδια της τα παιδιά: «και μανθάνω μεν οια δραν μέλλω κακά/θυμός δε κρείσσων των εμών βουλευμάτων» («καταλαβαίνω με το νου πόσο κακό είναι αυτό που πάω να κάνω, όμως τα αισθήματά μου είναι πιο δυνατά από τη λογική μου»)[18].
Έχω την αίσθηση πως οι στίχοι αυτοί ηχούσαν στο νου του Παύλου, καθώς περιγράφει στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους την ίδια πάλη : «διότι δεν πράττω το αγαθόν, το οποίον θέλω – αλλά το κακόν το οποίον δεν θέλω τούτο πράττω…..Διότι ηδύνομαι μεν εις τον νόμον του Θεού κατά τον εσωτερικόν άνθρωπον βλέπω όμως εν τοις μέλεσί μου άλλον νόμον αντιμαχόμενον εις τον νόμον του νοός μου και αιχμαλωτίζοντά με εις τον νόμον της αμαρτίας τον όντα εν τοις μέλεσί μου».[19]
Άλλωστε στον λόγο του Αρείου Πάγου ο Παύλος απέδειξε πως είχε μελετήσει και γνώριζε Έλληνες ποιητές: «Διότι εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και υπάρχομεν – καθώς και τινες των ποιητών σας είπον «Διότι και γένος είμεθα τούτου», θυμίζει στους Αθηναίους[20]. Στην πρώτη εικόνα – «ύπαρξη εν τω Θεώ» - αναγνωρίζεται ένας στίχος του ποιητή Επιμενίδη από την Κρήτη (6ος αι.π.Χ.)[21], ενώ η ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι «γένος του Θεού» απαντά και στον περίφημο ύμνο προς τον Δία του Στωϊκού Κλεάνθη (331-232π.Χ.)[22], αλλά και στα Φαινόμενα, έργο του αστρονόμου-ποιητή Άρατου από τους Σόλους της Κιλικίας (315/10-240), μια πόλη που γειτόνευε με την πατρίδα του Παύλου.[23] Μιλώντας στη σκιά του Παρθενώνα ο Παύλος διακηρύττει στους Αθηναίους πως έρχεται να τους αποκαλύψει τον Άγνωστο θεό που ίσως κάποιοι απ’ αυτούς διαισθάνονταν την ύπαρξή του: «εύρον και βωμόν, εις τον οποίον είναι εγγεγραμμένον ΑΓΝΩΣΤΩ ΘΕΩ. Εκείνον λοιπόν τον οποίον αγνοούντες λατρεύετε, τούτον εγώ κηρύττω προς εσάς»[24].Και βέβαια να μην ξεχνούμε, ότι είχαν προηγηθεί συζητήσεις στην Αγορά, όταν «διελέγετο μετά των τυχόντων… και εκήρυττε προς αυτούς τον Ιησούν και την ανάστασιν» [25]. Πρόκειται για μια περιεκτική διατύπωση που μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι ο Παύλος είχε εκθέσει στους Αθηναίους το έργο της Σωτηρίας του Χριστού και ότι παρουσίασε την τελική απόδειξη της Θείας ταυτότητας του Κυρίου, την Ανάσταση. Ευαγγελιζόμενος τους λίγους που τελικά «προσεκολλήθησαν εις αυτόν και επίστευσαν» είναι βέβαιο ότι φώτισε μπροστά τους την τελική λύση της μεγάλης αντινομίας, την νέα εν Χριστώ δημιουργία και ζωή. Δεν είναι δυνατόν να μη συμμερίστηκε μαζί τους το θριαμβευτικό μήνυμα που ο ίδιος ξεδιπλώνει στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους: «Ταλαίπωρος άνθρωπος εγώ – τις θέλει με ελευθερώσει από του σώματος του θανάτου τούτου; Ευχαριστώ τον Θεόν διά Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών»[26].
Πάνω στο λόφο του Αρείου Πάγου ο Παύλος διέγραψε μπροστά στους Αθηναίους έναν Θεό Δημιουργό του Κόσμου και του ανθρώπου. Αν και «άγνωστος» σ’ αυτούς, ο «κρυμμένος Θεός» (deus absconditus) είχε αφήσει «χνάρια» Του στη φύση, αλλά και μέσα στην ίδια τους την ύπαρξη «διά να ζητώσι τον Κύριον, ίσως δυνηθώσι να ψηλαφήσωσιν Αυτόν και να εύρωσιν»[27] . Η Αρχαία Ελληνική Γραμματεία μας έχει διασώσει αρκετές τέτοιες απόπειρες του ανθρώπου να «ψηλαφήσει», μήπως και ανακαλύψει αυτόν τον «κρυμμένο θεό» - ο Ύμνος του Κλεάνθη που αναφέραμε είναι μια τέτοια απόπειρα όπως και πολλοί στίχοι του Αισχύλου.
Εγώ απ’ την πλευρά μου θα ήθελα να κλείσω αυτές τις σκέψεις με ένα από τα συγκλονιστικότερα κομμάτια των «Τρωάδων», με την απελπισμένη δέηση-κραυγή της Εκάβης. Η γριά βασίλισσα έχει χάσει τα πάντα και μέσα στην απέραντη μοναξιά και απελπισία αναζητά «ψηλαφώντας» να βρει στήριγμα και παρηγοριά σ’ αυτή την άγνωστη Παρουσία που αδιόρατα νιώθει να την περιβάλλει. Δεν ξέρει τι όνομα να της δώσει, με ποια μορφή να τη συλλάβει ο νους της, όμως ζητά βοήθεια και, για κάποιο περίεργο λόγο, περιμένει απ’ Αυτήν δικαιοσύνη.«Ω γης όχημα καπί γης έχων έδραν, όστις ποτ’ει συ, δυστόπαστος ειδέναι,/Ζευς, είτ’ ανάγκη φύσεος είτε νους βροτών,/προσηυξάμην σε – πάντα γαρ δι’ αψόφου/βαίνων κελεύθου κατά δίκην τα θνητά άγεις»[28]. («Ω συ, που κινείς τη γη και την εξουσιάζεις, όποιος κι αν είσαι, άγνωστε συ! Δεν μπορώ να σε διακρίνω, δεν ξέρω ποιο είναι το όνομά σου – Ζευς, Νόμος της Φύσης, Νους που κυβερνά τους θνητούς; Σε σένα προσεύχομαι – γιατί μέσα από αθόρυβα μονοπάτια οδηγείς τα ανθρώπινα πράγματα με δικαιοσύνη».
Πέρασαν αιώνες από τότε που ακούστηκε αυτή η κραυγή. Ήρθε όμως η μέρα που ο «δυστόπαστος ειδέναι» Θεός αποκαλύφθηκε και απάντησε. Στο λόφο του Άρειου Πάγου, δίπλα στον Παρθενώνα.
Σημ. Η βιβλιογραφία γύρω από τα θέματα και τα προβλήματα της Αρχαίας Ιστορίας και βεβαίως της Κλασσικής περιόδου, στην οποία αναφερθήκαμε, είναι, με τον επιεικέστερο χαρακτηρισμό, τεράστια. Αναφέρω τελείως ενδεικτικά τη μελέτη του καθηγητή στο University College London (UCL) Simon Hornblower: The Greek World, 479-323, 20023 (ελλ.μτφρ .Εύα Πέππα, Ο Ελληνικός Κόσμος 479-323, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 2005), η οποία δίνει μια πολύ καλή εποπτεία της Κλασσικής περιόδου και περιέχει μια κατατοπιστική επιλογή βιβλιογραφίας. Ο ίδιος μάλιστα συνέγραψε τρίτομο Υπόμνημα (Commentary) στο ιστορικό έργο του Θουκυδίδη, ο τρίτος τόμος του οποίου κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2008 από τις εκδόσεις του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Οι δύο πρώτοι τόμοι (1991 και 1996 αντίστοιχα οι αγγλικές εκδόσεις) μεταφράστηκαν και κυκλοφορούν από τις εκδόσεις University Studio Press (Θεσσαλονίκη) σε επιμέλεια του καθηγητή του Τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ Α.Ρεγκάκου. Κλασσικό παραμένει το εγχειρίδιο του H.Bengtson που αναφέρεται στη σημ.1 Αξίζει επίσης ν’ αναφερθεί, κυρίως για την πολύ καλή παρουσίαση των τάσεων της έρευνας και της πρόσφατης βιβλιογραφίας το εγχειρίδιο του Wolfgang Schuller: Griechische Geschichte, Muenchen 1991 (ελλ.μτφρ.Α.Καμάρα-Χ.Κοκκινιά,επ.Κ.Μπουραζέλης, Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, από την Κρητομυκηναϊκή εποχή ως το τέλος των κλασσικών χρόνων, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1999. (
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο μηνιαίο περιοδικό ΑΣΤΗΡ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ, που είναι το αρχαιότερο ελληνικό περιοδικό. ΄Ετος ιδρύσεως 1858)
[1] Hermann Bengtson, Griechische Geschichte,Muenchen 19694, ελλ.μτφρ.Ανδρ. Γαβρίλης, Ιστορία της αρχαίας Ελλάδος – από τις απαρχές μέχρι τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, εκδ.Μέλισσα, Αθήνα 19912,113.
[2] Βλ.K.A.Raaflaub,”Political Thought, Civic Responsibility and the Greek Polis”, στο J.P.Arnason/P.Murphy (εκδ.)Agon, Logos, Polis-The Greek Achievement and its Aftermath, Stuttgart 2001, (ιδ.89-99:Solon and the Discovery of Politics).
[3]Βλ. Ι.Σ.Τουλουμάκος, Η θεωρητική θεμελίωση της Δημοκρατίας στην Κλασσική Ελλάδα, εκδ.Παπαζήση, Αθήνα 1979, 8-38.
[4] Θουκ.Ιστ.1.23.6
[5] Θουκ.Ιστ.2.63
[6] Θουκ.Ιστ.3.82.2
[7] Θουκ.Ιστ.2.35-46
[8] Θουκ.Ιστ.5.89
[9] Θουκ.Ιστ.5.105.1-2
[10] Θουκ.Ιστ.5.116.3-4
[11] Βλ.σημ.10: «οι δε απέκτειναν Μηλίων όσους ηβώντας έλαβον, παίδας δε και γυναίκας ηνδραπόδισαν. Το δε χωρίον αυτοί ώκισαν, αποίκους ύστερον πεντακοσίους πέμψαντες».
[12] Θουκ.Ιστ.6.1
[13] Θουκ.Ιστ.7.87.6
[14] C.S.Lewis,”The Law of Human Nature” στο Mere Christianity.
[15] Εκκλ.4:1
[16] G.Murray, Ο Ευριπίδης και η Εποχή του (μτφρ.Κ.Ν.Παπανικολάου), Αθήνα 1965,64,65.
[17] C.S.Lewis, “The Shocking Alternative” στο Mere Christianity.
[18] Ευρ.Τρωάδ.1078-79
[19] Επ.προς Ρωμ.7:19,22
[20] Πράξ.Απ.17:28
[21] Από το έργο του «Κρητικά».
[22][22] Stoicorum veterum fragmenta (SVF) I 537,4-5: “Γιατί γένος δικό Σου είμαστε – είμαστε εικόνα Σου μόνοι εμείς απ’ όσα θνητά ζουν και κινούνται πάνω στη γ».
[23] Φαινόμενα,στ.5: «Γιατί πράγματι είμαστε γένος του Διός». Ο Άρατος έζησε περίπου τρεις αιώνες πριν τον Απόστολο Παύλο, το έργο του όμως ήταν ευρύτερα γνωστό στον Ελληνορωμαϊκό κόσμο. Τα Φαινόμενα είχαν μεταφρασθεί από τον Κικέρωνα στα Λατινικά.
[24] Πράξ.Απ.ό.π.23
[25] Πράξ.Απ.ό.π.17,18β
[26] Επ.πρ.Ρωμ.ό.π.24,25
[27] Πράξ.Απ.ό.π.27
[28] Ευρ.Τρωάδ.884-888
------------
Γράφει η Βίκυ Κάλφογλου – Καλοτεράκη, Λέκτωρ Αρχαίας Ιστορίας Α.Π.Θ.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.