Οι Πατέρες της Εκκλησίας είχαν λάβει την αποκαλυπτική παράδοση, ήταν συνεχιστές των Αποστόλων με την αναστάσιμη εμπειρία και την αποστολή τους από τον Ίδιο τον Χριστό και επομένως κινούνται μέσα στην ίδια προοπτική των Προφητών και των Αποστόλων. Κυρίως, εκείνο που πρέπει να σημειωθή στο σημείο αυτό είναι ότι, οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποίησαν την ίδια μέθοδο γνώσεως και κοινωνίας με τον Θεό.
Επειδή δεν είναι δυνατόν να εκθέσουμε πολλά κείμενα των αγίων Πατέρων, αναγκαστικά θα περιορισθούμε σε μερικά από αυτά, που είναι όντως χαρακτηριστικά και εκφραστικά της όλης πατερικής σκέψεως και ζωής στο θέμα που μας απασχολεί. Κυρίως, θα αναφερθούμε στον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή.
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, με το καταπληκτικό και καθοριστικό για την ορθόδοξη θεολογία και πνευματικότητα βιβλίο του “Εις τον βίον του Μωϋσέως”, εκθέτει την πορεία του ισραηλιτικού λαού αλλά και κάθε Χριστιανού από την γη της δουλείας στην γη της ελευθερίας, κυρίως όμως παρουσιάζει με τρόπο θεολογικό και αυθεντικό, εντεταγμένος μέσα στην παράδοση της Εκκλησίας, τον Μωϋσή ως πρότυπο ακριβούς θεολόγου και αυθεντικού ποιμένος της Εκκλησίας, αλλά και του κάθε πιστού. Στην πραγματικότητα, στο βιβλίο αυτό εκτίθεται όλη η μέθοδος της Εκκλησίας που λέγεται νηπτική - ησυχαστική και συνίσταται στην κάθαρση της καρδιάς, τον φωτισμό του νου και την θέωση του ανθρώπου.
Επανειλημμένως, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, κάνει λόγο για τον αιγυπτιώδη βίο που πρέπει να απαρνηθούμε και να νεκρώσουμε. Η απελευθέρωση αυτή γίνεται με επανειλημμένες καθάρσεις, που επιτυγχάνονται με τους πειρασμούς και τις θαυματουργικές επεμβάσεις του Θεού. Βεβαίως, αναγκαία στην πορεία αυτή είναι η παρουσία του θεόπτου οδηγού, θεολόγου, που θα διακρίνη μεταξύ πλάνης και αληθείας και θα υποδεικνύη τον αληθινό δρόμο προς την γη της ελευθερίας, που είναι η κοινωνία και η ένωση του ανθρώπου με τον Θεό.
Αναλύοντας ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης το μυστήριο της θεοφανείας που γνώρισε ο Μωϋσής στην βάτο, αλλά και την είσοδο του Μωϋσέως στον γνόφο, κάνει λόγο για την κάθαρση του ανθρώπου από όλα εκείνα που φέρνουν οι αισθήσεις και η λογική, για την απαλλαγή του ανθρώπου από τους δερμάτινους χιτώνες, που είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ζώων, και την είσοδο στον γνόφο της αγνωσίας που είναι ο φωτισμός του νου και η θέα του Θεού. Μόνον όταν ο Μωϋσής καθάρισε την ακοή της ψυχής του άκουσε τον ήχο, δηλαδή την γνώση της θείας ενεργείας, που προέρχεται από την θεωρία των όντων και στην συνέχεια εισήλθε στον γνόφο, όπου βρίσκεται ο Θεός.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο μεγάλος αυτός ησυχαστής Πατέρας, που ανέδειξε με ενάργεια την βαθύτερη θεολογία του ησυχασμού, τον οποίο εξασκούσαν μερικοί μοναχοί στην εποχή του, με εκπληκτικό τρόπο στα κείμενά του, παρουσίασε τον τρόπο με τον οποίο θεραπεύεται ο άνθρωπος και αποκτά την γνώση του Θεού. Εντεταγμένος οργανικά μέσα στην Ορθόδοξη Παράδοση σε όλα τα έργα του, ανάλογα με το τι ήθελε κάθε φορά να υπογραμμίση, τόνισε την σημασία που έχει για την σωτηρία του ανθρώπου ο συνδυασμός μεταξύ των μυστηρίων της Εκκλησίας και της ορθοδόξου ασκήσεως. Επειδή στις ημέρες του αμφισβητείτο η ασκητική ησυχαστική μέθοδος, γι' αυτό έδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα στο θέμα αυτό, και φανέρωσε με ενάργεια ότι, η γνώση και η κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό, που επιτυγχάνεται με τα μυστήρια της Εκκλησίας, προϋποθέτουν απαραίτητα την μέθοδο της ησυχαστικής - νηπτικής παραδόσεως.
Είναι χαρακτηριστική μια ομιλία που έκανε στα Εισόδια της Θεοτόκου, στην οποία ομιλία παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο θεραπεύθηκε η Παναγία στα άγια των αγίων, απέκτησε κοινωνία με τον Θεό δια της “καθ' ησυχίαν αγωγής” και έφθασε στο σημείο να γίνη η μητέρα του Λόγου του Θεού.
Στην αρχή της ομιλίας του κάνει λόγο για το τι είναι η ορθόδοξη ησυχία. Ορίζοντας την ησυχία λέγει ότι, αυτή είναι η εγκατάλειψη “παν ό,τι των αισθητών μετά της αισθήσεως”, η υπέρβαση των “λογισμών και συλλογισμών και γνώσεως πάσης και της διανοίας αυτής”, η εν συνεχεία απόκτηση της κατ' αίσθηση νοεράς ενέργειας και κατόπιν η βίωση της άγνοιας, που είναι υπερτέρα της ανθρωπίνης γνώσεως. Αυτή, βέβαια, η άγνοια είναι η θετική γνώση του Θεού, αλλά λέγεται άγνοια, γιατί διαφέρει σαφώς από την ανθρώπινη γνώση.
Έχοντας ο ίδιος αυτήν την υπαρξιακή γνώση, αναλύει διεξοδικώς ότι, στον άνθρωπο που είναι περίληψη όλου του κόσμου ενώθηκε ο νους και η αίσθηση. Μεταξύ δε του νοός και της αισθήσεως υπάρχει η φαντασία, η δόξα και η διάνοια. Όμως η φαντασία, η δόξα και η διάνοια, συνδέονται στενώτατα με την αίσθηση, η οποία δεν μπορεί να φθάση στην γνώση του Θεού. Ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο πρέπει, ό,τι συνδέεται με την αίσθηση, δηλαδή η φαντασία, η δόξα και η διάνοια, να νεκρωθούν προς καιρόν, προκειμένου να ενεργοποιηθή ο νους, που είναι ο μόνος κατάλληλος για την απόκτηση της θεοκοινωνίας. Όταν ο νους ελευθερωθή από την φορά του προς τα κάτω, τότε “γίνεται και της κρείττονος και υψηλοτέρας ενεργείας”.
Αυτήν την μέθοδο θεραπείας για την γνώση του Θεού, όχι μόνον την έζησε η Παναγία, αλλά και όλοι οι άγιοι, και αυτός ο ίδιος ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Μάλιστα, από τον τρόπο που την περιγράφει, δείχνει καθαρά ότι είχε προσωπική γνώση και εμπειρία αυτής της μεθόδου θεραπείας.
Αλλά και ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής στα κείμενά του αναφέρεται διεξοδικά στην μέθοδο αυτή, που συνίσταται, όπως την χαρακτηρίζει, στην πρακτική φιλοσοφία “υπέρβαση ηδονής και οδύνης”, την φυσική θεωρία “υπέρβαση της λήθης και της άγνοιας” και την μυστική θεολογία “αποβολή και αυτής της φαντασίας των αισθητών πραγμάτων”.
Είναι χαρακτηριστικά τα κεφάλαια περί της αγάπης του αγίου Μαξίμου, που δείχνουν αυτήν την κατεύθυνση. Στα κεφάλαια αυτά κάνει λόγο για την αγάπη, που πρέπει να έχη ο άνθρωπος προς τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, αλλά ταυτόχρονα κάνει περισσότερο λόγο για το, πώς ο άνθρωπος θεραπεύεται εσωτερικά για να φθάση από την ιδιοτελή στην ανιδιοτελή αγάπη, από την φιλαυτία στην πραγματική φιλοθεΐα και φιλανθρωπία. Διότι όπου υπάρχει ιδιοτέλεια και φιλαυτία, δεν μπορεί να επικρατήση η πραγματική και ανιδιοτελής αγάπη.
Για παράδειγμα, σ ένα κείμενό του κάνει λόγο για την γνήσια αγάπη προς τον Θεό, που την συνδέει με την απερίσπαστη προσευχή. “Ο γνησίως τον Θεόν αγαπών, ούτος και απερισπάστως προσεύχεται”, πράγμα που σημαίνει ότι εκείνος που δεν προσεύχεται απερίσπαστα, δεν αγαπά γνησίως τον Θεό. Αλλά όμως δεν μπορεί να προσευχηθή κανείς απερίσπαστα, όταν έχη τον νου του προσηλωμένο σε κάτι επίγειο. Φυσικά εδώ δεν κάνει λόγο για την λογική, που είναι αναγκασμένη να σκέπτεται με τα στοιχεία του περιβάλλοντος κόσμου, αλλά για τον νου που είναι ο οφθαλμός της ψυχής. Στην συνέχεια αναφέρει ότι, όταν ο νους εγχρονίζη σε κάποιο αισθητό, τότε αναπτύσσεται το πάθος με αυτό, ήτοι η επιθυμία, η λύπη, η οργή, η μνησικακία. Τα πάθη υποδουλώνουν τον νου και τον κρατούν δέσμιο στα υλικά πράγματα. Στην απελευθέρωση από αυτά έχει μεγάλη σημασία όχι μόνον η πρακτική μέθοδος, αλλά και η θεωρητική εργασία, που είναι η προσευχή και η καθαρότητα του νοός. Δι' αυτής της μεθόδου ο νους ελευθερώνεται από την υποδούλωση στα αισθητά δια των παθών και αγαπά γνησίως τον Θεό και τους ανθρώπους.
Και τα τρία αυτά κείμενα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, ήτοι του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, υποδεικνύουν την μέθοδο θεραπείας όπως διαφυλάσσεται μέσα στην Εκκλησία, δια της οποίας ο άνθρωπος δεν ζη σ' ένα ιδεαλιστικό τόπο και τρόπο, αλλά απαλλάσσεται από την υποδούλωση στα αισθητά, ελευθερώνεται ψυχικά και σωματικά από την επίδραση του περιβάλλοντος, ελευθερώνεται από την δυναστεία των αισθήσεων και των αισθητών, οπότε βλέπει τους λόγους των όντων σε όλη την κτίση, χαίρεται την δημιουργία του Θεού, αγαπά γνήσια τον Θεό, τον άνθρωπο και την κτίση, οπότε είναι ο πιο φυσικός άνθρωπος, όπως δημιουργήθηκε από τον Θεό και όπως αναδημιουργήθηκε από τον ενανθρωπήσαντα Λόγο του Θεού, και κατ' αυτόν τον τρόπο ζη μια εσχατολογική ζωή.
---------------------
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ναυπάκτου & Αγίου Βλασσίου Ιερόθεου Βλάχου
Αναδημοσίευση από: www.parembasis.gr
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.