Ἡ ἄσκηση τῆς ἀρετῆς σάν προϋπόθεση γιά τήν ἀπόκτηση τῆς τελειότητος - ἁγιότητος τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἑνώσεως μέ τόν Θεό («Ἐγώ εἶπα· Θεοί ἐστέ») διήκει σέ ὅλη τήν Ἁγία Γραφή, στήν ὁποία παρουσιάζεται ὁ Θεός νά προτρέπει τόν ἄνθρωπο στήν τελείωση αὐτή, δηλαδή, στήν ὁλοκλήρωση τοῦ ἔργου τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό «κατ' εἰκόνα» στό «καθ' ὁμοίωσιν».
Ἄπειρες εἶναι οἱ περιπτώσεις μέσα στήν Ἁγία Γραφή τέτοιων προτροπῶν. Ὁ περιορισμένος χρόνος τῆς παρούσης εἰσηγήσεως δέν μᾶς ἐπιτρέπει νά τίς ἀναφέρουμε ὅλες.
Δειγματοληπτικά θά περιοριστοῦμε σέ ὁρισμένες, παραπέμποντας συγχρόνως καί στά σχετικά χωρία.
Ἄν κάτω ἀπό τήν ἔννοια τῶν λέξεων «εὑρήσεις Χάριν» στό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν ὑποθέσουμε ὅτι ἡ Χάρις αὐτή εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί δηλαδή ἡ μέ τήν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν («ἐλεημοσύναι καί πίστεις») ἀγάπη πρός τόν Θεό καί οἱ συνεχεῖς εὐεργεσίες πρός τούς ἀνθρώπους, τότε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πρέπει νά εἶναι ἡ ἐπιδιωκόμενη ἀπό τόν ἄνθρωπο ἁγιότητα, ἡ ὁποία προέρχεται ὄχι μόνο ἀπό τίς ἀγαθές πράξεις καί τήν πίστη πρός τόν Θεό, ἀλλά κυρίως κατά παραχώρηση ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό 19.
Ἀνατρέχοντας στίς θεόσδοτες Ἐντολές στό ὄρος Σινᾶ, μεταξύ ἄλλων ὁ Θεός τονίζει τήν ἀπόλαυση τῆς Ἁγιότητος ἀπό τόν Λαό τοῦ Ἰσραήλ, μέ τήν προϋπόθεση τῆς τηρήσεως τῶν Ἐντολῶν καί τῆς ἀσκήσεως τῶν ὑπ' αὐτῶν προερχομένων ἀρετῶν, ἀσφαλῶς ὄχι μόνο στήν ζωή τους σ' αὐτή τή γῆ, ἀλλά καί πέρα ἀπ' αὐτήν, στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Λαός τοῦ Ἰσραήλ, μετά τήν τήρηση τῶν προϋποθέσεων αὐτῶν, θά τύχει ἰδιαίτερης εὐνοίας ἀπό τόν Θεό καί βασιλικῆς τιμῆς καί
ἁγιότητος, ἐξαιρετικά ἀπό ὅλους τούς ἄλλους λαούς. Θά γίνουν συμβασιλεῖς μέ τόν Βασιλέα Θεό καί συνιερεῖς μέ τόν ἀπόλυτο Ἱερέα, τόν Θεό, ὅπως συμβασιλεύουν καί συνιερατεύουν μέ τόν πατέρα τους οἱ υἱοί τῶν βασιλέων καί τῶν ἱερέων: «Ἐάν ἀκοῇ ἀκούσητε τῆς ἐμῆς Φωνῆς καί φυλάξητε τήν Διαθήκην Μου, ἔσεσθέ Μοι λαός περιούσιος (δικός Μου, ἀποκλειστική περιουσία Μου) ἀπό πάντων τῶν ἐθνῶν·...ὑμεῖς δέ ἔσεσθέ Μοι βασίλειον ἱεράτευμα καί ἔθνος ἅγιον...20»
Μέ αὐτήν τήν ἔννοια καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος θά γράψει ἀργότερα, στήν Α´ Καθολική Ἐπιστολή του, ὅτι καί οἱ χριστιανοί, ὡς ὁ νέος Ἰσραήλ, ἔχουν ἀποκτήσει ἐν Χριστῷ τίς παραπάνω ἰδιότητες: «...Ὑμεῖς δέ γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον, λαός εἰς περιποίησιν, ὅπως τάς ἀρετάς ἐξαγγείλητε τοῦ ἐκ σκότους ὑμᾶς Καλέσαντος εἰς στό θαυμαστόν αὐτοῦ Φῶς...»21
Μέ τήν παραπάνω ἔννοια τῆς τηρήσεως τῶν Ἐντολῶν -ἀρετῶν, ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ θά ἀναδειχθεῖ ἅγιος. «Καί ἄνδρες ἅγιοι ἔσεσθέ Μου»22
Καί ὅταν παρῆλθε ἡ σκιά τοῦ Νόμου καί ἐπεφάνη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ στό Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ, «ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις», ὁ ἁγιασμός καί ἡ ἁγιότητα τοῦ νέου Ἰσραήλ ἦταν τό κύριο σημεῖο τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Πολλές φορές παρακάλεσε ὁ Ἰησοῦς τόν Πατέρα Του νά ἁγιάσῃ ἐκ προοιμίου τούς πιστεύσαντες ἤ τούς μέλλοντες νά πιστεύσουν σ' Αὐτόν, ὥστε μέ τό θεῖο αὐτό ἐφόδιο νά προκόψουν στήν ἀρετή καί νά κατακτήσουν τήν ἁγιότητα: «Ἁγίασον αὐτούς ἐν τῇ Ἀληθείᾳ σου»23.
Γι' αὐτό καί ὁ ἴδιος μέ τήν κένωσή Του, τήν Διδασκαλία Του, τήν θαυματουργική Δράση Του καί τόν μαρτυρικό Θάνατό Του, ὡς ἄνθρωπος ἡγίασεν Ἑαυτόν, γιά νά μποροῦν καί αὐτοί νά ἁγιασθοῦν καί μάλιστα ἐνστερνιζόμενοι τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἡ ἀπόλυτη Ἀλήθεια. «Ἵνα καί αὐτοί ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν Ἀληθείᾳ»24.
Ἡ Ἁγιότης μέσα στούς κόλπους τῆς πρώτης χριστιανικῆς Ἐκκλησίας προκόπτει. Οἱ Ἀπόστολοι καί διάδοχοι τοῦ Χριστοῦ βλέπουν τό ἔργο τῆς σωτηρίας νά ἀποδίδει καθημερινά καρπούς καί οἱ πιστοί νά προοδεύουν στόν Ἁγιασμό. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἀφοῦ ἔστειλε καί κάλεσε στήν Μίλητο τούς Πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου, γιά νά τούς χαιρετίσει καί νά τούς δώσει τίς σχετικές συμβουλές καί παραινέσεις κατά τήν ἐπιστροφή του ἀπό τήν Τρῳάδα στά Ἱεροσόλυμα, προκειμένου νά παραστεῖ στήν Ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, θέλησε νά δώσει καί νά πάρει ἀπολογισμό τοῦ ἱεραποστολικοῦ του ἔργου.
Καί ὁ ἀπολογισμός αὐτός ἱκανοποίησε τόν Παῦλο. Φεύγει βέβαιος πώς τό ἔργο του θά συνεχισθεῖ μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, στήν Πρόνοια τοῦ ὁποίου καί τούς ἐμπιστεύεται. Τούς θεωρεῖ βέβαιους κληρονόμους μαζί μέ ὅλους τούς ἄλλους Ἁγίους, πού προόδευσαν στήν ἁγιότητα. «Καί τά νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καί τῷ Λόγῳ τῆς Χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καί δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν»25.
Ὁ ἴδιος πάλι ἀπευθυνόμενος στούς ἐξ Ἑβραίων Χριστιανούς, τούς ὑπενθυμίζει ὅτι τούς συμφέρει νά δέχονται τήν παιδαγωγική τιμωρία τοῦ Θεοῦ Πατέρα, διότι μ' αὐτόν τόν τρόπο θά γίνουν μέτοχοι τῆς ἁγιότητός Του. «...Εἶτα τούς μέν τῆς σαρκός ἡμῶν πατέρας εἴχομεν παιδευτάς καί ἐνετρεπόμεθα· οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑποταγησόμεθα τῷ Πατρί τῶν Πνευμάτων καί ζήσομεν; Οἱ μέν γάρ πρός ὀλίγας ἡμέρας κατά τό δοκοῦν αὐτοῖς ἐπαίδευον, ὁ δέ ἐπί τό συμφέρον, εἰς τό μεταλαβεῖν τῆς Ἁγιότητος Αὐτοῦ.»26
Ὅτι ἡ Ἁγιότης δέν εἶναι μόνο ἀποτέλεσμα τῶν ἀξιομισθιῶν τοῦ ἀνθρώπου ἀλλά κυρίως εἶναι Χορηγία καί Δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τονίζεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή του. Ὁ Θεός εἶχε προϋποσχεθεῖ τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου πρίν ἀπό πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα διά τῶν Προφητῶν του, ὅπως ἀναφέρεται στίς Ἅγιες Γραφές. Ἡ σωτηρία καί ἁγιότης θά παρείχοντο ἀπό τόν Θεάνθρωπο Υἱό Του «ἐν Δυνάμει καί
Πνεύματι Ἁγιωσύνης». Αὐτός ὁ Υἱός Του εἶναι Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος μέ ὑπερφυσική Δύναμη, πού πηγάζει ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, μεταδίδει τήν Ἁγιότητα. 27
Ἀλλά ὅσον ἀφορᾶ τίς ὑποσχέσεις, πού ἔδωσε ὁ Θεός γιά τήν σωτηρία καί τήν ἁγιότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἀναφέρεται ὁ ἴδιος Ἀπόστολος καί στήν Β´ πρός Κορινθίους Ἐπιστολή του:
«Ταύτας οὖν ἔχοντες τάς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτούς ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ»28.
(Ἐφ' ὅσον λοιπόν ἔχομε αὐτές τίς ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία μας, πρέπει νά καθαρίσουμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό κάθε μολυσμό τῆς σαρκός καί τοῦ πνεύματός μας καί νά τελειοποιούμεθα στήν ἁγιωσύνη μέ τό φόβο τοῦ Θεοῦ).
Τήν ἴδια προτροπή περί τελειοποιήσεως στήν ἁγιότητα διά τῆς ἀγάπης πρός ἀλλήλους δέν παραλείπει νά ἀπευθύνει ὁ ἴδιος Ἀπόστολος καί πρός τούς Θεσσαλονικεῖς, ἐνῶ σκόπευε μάλιστα νά τούς ἐπισκεφθεῖ: «Ὑμᾶς δέ Κύριος πλεονάσαι καί περισσεῦσαι τῇ ἀγάπῃ εἰς ἀλλήλους καί εἰς πάντας καθάπερ καί ἡμεῖς πρός ὑμᾶς, εἰς τό στηρίξαι ἡμῶν τάς καρδίας ἀμέμπτους ἐν ἁγιωσύνῃ ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ καί Πατρός ἡμῶν ἐν τῇ Παρουσίᾳ τοῦ Κυρίου ὑμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετά πάντων τῶν Ἁγίων Αὐτοῦ»29.
Γ) Πατερική θεώρηση τῆς ἀρετῆς καί πραγμάτωση τῆς ἁγιότητας ὡς στόχοι τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς ζωῆς.
Στήν πατερική διδασκαλία Πηγή Ἀρετῆς δέν εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός. Ἐφ' ὅσον πηγάζει ἀπό τόν Θεό εἶναι ἄκτιστη. Ἡ φυσική ἀρετή τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχει ὡς ἀπήχημα τῆς ἀρετῆς τοῦ Θεοῦ καί μένει οὐσιαστικά ἀνενέργητη ἤ καί διαστρέφεται σέ κακία, ὅταν ἀποχωρίζεται ἀπ' Αὐτόν.30 Ἡ ἀρετή τοῦ ἀνθρώπου φανερώνει τήν σχέση του μέ τό Ἅγιον καί ἐπειδή τό Ἅγιον, σύμφωνα μέ τήν χριστιανική διδασκαλία, ταυτίζεται μέ τόν Θεό, ἡ ἀρετή φανερώνει τήν σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἡ ἀρετή φανερώνει τήν μετοχή τοῦ ἀνθρώπου στήν Ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ31. Ὅταν δέν ὑπάρχει ἡ μετοχή αὐτή δέν
ὑπάρχει καί ἡ ἀληθινή ἀρετή. Ἡ ἐπιθυμία τοῦ πιστοῦ νά ἐξασκήσει τήν ἀρετή πηγάζει ἀπό τήν ἀγάπη του πρός τόν θυσιασθέντα Θεάνθρωπο Χριστό. Ἡ ἀγάπη αὐτή, ἐνεργοποιουμένη μέ τήν ἀγαπητική πράξη καί τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ἔχει ὡς σκοπό νά ὁδηγήσει τόν πιστό στήν τελείωσή του. Πρόκειται γιά μία " δίψα "κατά τόν Ἅγιο Σιλουανό τόν Ἀθωνίτη.32
Ἄς ἐξετάσουμε τό θέμα τῶν ἀρετῶν κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό. Ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπό ψυχή καί σῶμα ἔχει διπλές τίς αἰσθήσεις καί τίς ἀρετές του. Πέντε τῆς ψυχῆς καί πέντε τοῦ σώματος. Ἀποδέχεται τήν ἀριστοτελική θεωρία. Οἱ πέντε ψυχικές δυνάμεις εἶναι: ὁ νοῦς, ἡ διάνοια, ἡ δόξα, ἡ φαντασία, ἡ αἴσθηση. Οἱ σωματικές αἰσθήσεις εἶναι: ἡ ὅραση, ἡ ὄσφρηση, ἡ ἀκοή, ἡ γεύση, καί ἡ ἀφή. Διπλές οἱ ἀρετές, διπλές καί οἱ κακίες. Ψυχικές ἀρετές ὀνομάζουμε τήν ἀνδρεία, τή φρόνηση, τή σωφροσύνη καί τή δικαιοσύνη καί ἀπ' αὐτές γεννιῶνται οἱ ψυχικές ἀρετές: πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, προσευχή, ταπείνωσις, πραότης, μακροθυμία, ἀνεξικακία, χρηστότης, ἀοργησία, γνῶσις θεία.33
Τίς σωματικές ἀρετές τίς χαρακτηρίζει καί ὡς ἐργαλεῖα ἀρετῶν, πού ὁδηγοῦν στήν προκοπή καί πνευματική κατάκτηση τῆς ταπεινώσεως καί ἀπάθειας · αὐτές εἶναι ἡ ἐγκράτεια, ἡ νηστεία, ἡ δίψα, ἡ ἀγρυπνία, ἡ παννύχιος στάση, κάμψις γονάτων συνεχής, ἀλουσία, μονοχιτωνία, ξηροφαγία, βραδυφαγία, βραχυφαγία, ὑδροποσία, χαμευνία, πτωχεία, ἀκτημοσύνη, τό ἀκαλλώπιστον, τό ἥσυχον, τό ἐργόχειρον, κάθε κακοπάθεια καί σωματική ἄσκηση. Συνεχίζει μέ ἰδιαίτερη διάκριση ὁ μεγάλος αὐτός Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καί λέγει: " Ἐάν ἀσθενήσει κάποιος ἀγωνιστής, δέν εἶναι ἀνάγκη νά ἐκτελέσει αὐτές τίς ἀσκήσεις, παρά μόνον τήν ἁγία ταπείνωση καί τήν νοερά προσευχή, πού ἀναπληρώνει τά πάντα ".
Ὁ ἱερός Δαμασκηνός διατυπώνει ὅλη τήν πρακτική φιλοσοφία-μεθοδολογία γιά τήν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς. Ἡ πορεία πρός τήν ἀρετή, τό Ἅγιον πού εἶναι ὁ Θεός, πραγματοποιεῖται μέσα στήν Ἐκκλησία πού εἶναι Σῶμα Χριστοῦ. Τήν πατερική διάκριση ἀνάμεσα στό " κατ' εἰκόνα "καί " καθ' ὁμοίωσιν " μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἡ ἀρετή ἀντιστοιχεῖ στό " κατ' εἰκόνα " καί ἡ θέωση στό " καθ'ὁμοίωσιν ".
Ἄς δοῦμε καί τίς θέσεις τοῦ μεγάλου Καππαδόκου Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης περί τῆς πνευματικῆς τελειώσεως. Ὁ σκοπός τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τοῦ ἀπολύτου Ἀγαθοῦ. Αὐτό κατορθώνεται μέ μία πνευματική πορεία, ἡ ὁποία ἀρχή ἔχει τήν Ἀρετή, τέλος τήν Θέωση. Τά δύο ὅμως αὐτά ἀγαθά εἶναι ἕνα. " Ἕν ἐστίν ἀμφότερα, ἥ τε τῆς τελείας Ἀρετῆς καί ἡ τῆς Θεότητος κτῆσις "34 .
Τόν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης ἀπησχόλησε σοβαρά τό θέμα τῆς παρθενίας, ἐνῶ νυμφεύθηκε τήν Θεοσέβεια. Ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ παρθενία εἶναι ἐπιθυμητό ἀγαθό, πού ὁδηγεῖ στήν ἀπόλυτη καθαρότητα, ἀποχωρίζει τόν κάτοχο ἀπό τά σαρκικά καί τοῦ χορηγεῖ πτέρυγες γιά νά ἀνυψωθεῖ πρός τά Θεῖα. Στήν συνέχεια ὑπερβαίνει τά ὅρια τῆς σωματικῆς ἁγνότητος καί προχωρεῖ στήν ἁγνότητα τοῦ νοῦ. Γιά νά ἐπιτύχει τήν τελειότητα, διεξάγει ἀγώνα, ὁ ὁποῖος πρέπει νά εἶναι ἀδιάκοπος καί ἀπαιτεῖ πόνους καί ἄφθονους ἱδρῶτες. 35 Εἶναι ἀγώνας ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί ἰδίως τῶν ἀσκητῶν, τῶν ἀληθινῶν φιλοσόφων. Αὐτή ἡ ὑπόθεση δέν εἶναι μόνο ἀνθρώπινη· ἡ προκοπή ξεκινᾶ τήν συνεργασία μεταξύ ψυχῆς καί πνεύματος, τό ὁποῖο δέχεται ὁ πιστός ὡς πολύτιμη δωρεά. Τό Ἅγιο Πνεῦμα γίνεται συνεργός καί σύνοικος σέ ὅσους ἀποδέχονται τήν δωρεά καί οἰκοδομεῖ τό ἀγαθό. 36 Πρό τῆς πορείας πρός τόν Θεό προηγεῖται ἡ πορεία πρός τόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ψυχή πρέπει νά ἐπανέλθει εἰς ἑαυτήν, ἐάν θέλει νά φωτίσει ἑαυτήν καί τήν ἐν αὐτῇ εἰκόνα τοῦ θείου Ἀρχέτυπου.
" Καταλιπών πᾶν τό φαινόμενον, οὐ μόνον ὅσα καταλαμβάνει ἡ αἴσθησις, ἀλλά καί ὅσα ἡ διάνοια δοκεῖ βλέπειν " Ἡ προσωπικότητα τοῦ Μωϋσέως ἀπασχόλησε ἔντονα τόν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, γιατί ἔφθασε σέ τέτοιο βαθμό τελειώσεως, ὥστε νά συναντήσει τόν Θεό καί νά καταστεῖ πρότυπο ἀναβάσεως στόν Θεό. Ὁ πιστός, θά μᾶς πεῖ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ἀφοῦ καθαρισθεῖ ἠθικῶς κατά τό πρότυπο τοῦ Μωϋσέως, προχωρεῖ ἀδιάκοπα τελειούμενος, μέχρις ὅτου
εἰσέλθει στό ἀθέατο καί ἀκατάληπτο, νά ἴδῃ τόν Θεό. Ὅταν οἱ πιστοί βρίσκονται στόν ὕψιστο δυνατό βαθμό τελειώσεως, καθίστανται ἄγγελοι καί μεταμορφώνονται σέ θεούς 38. Γινόμεθα "ἐκεῖνο ὅπερ Ἐκεῖνος ἐστίν "39. Ὅταν ἀνεβαίνει κανείς τήν σκάλα τῶν ἀρετῶν πού ὁδηγεῖ στήν Ἁγιότητα, πρέπει νά ἀνεβαίνει συνεχῶς στήν ὑπερκείμενη βαθμίδα καί νά μή σταματήσει, γιατί ὁ δρόμος πρός τό θεῖο εἶναι ἀτέρμων. 40
Ἀπό τά κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων γίνεται φανερό ὅτι ἡ ἀρχή τῆς πορείας πρός τόν Θεό ἐκφράζεται μέ τήν πρακτική φιλοσοφία, πού περιλαμβάνει τά δύο βασικά μέρη τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα: τήν πάλη γιά ἀπελευθέρωση ἀπό τά πάθη πού καταλήγει στήν κάθαρση καί τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, πού τελειώνει στήν ἀκρότητα τοῦ ἔνθεου πάθους, τήν θέωση. Μέ τόν πόλεμο κατά τῶν παθῶν καί τήν κάθαρση ὁ ἄνθρωπος ἐκπληρώνει μόνο τό πρῶτο σκέλος τῆς προτροπῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου : " ἀποστυγοῦντες τό πονηρόν, κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ " 41. Γιά νά φθάσει ὁ πιστός στό τέρμα αὐτῆς τῆς πορείας, πρέπει νά καλύψει καί τό δεύτερο σκέλος, γιατί χωρίς τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν ὁ ἀγώνας τῆς καθάρσεως ἀπό τά πάθη δέν ὁλοκληρώνεται καί δέν καταξιώνεται ἠθικά.
Ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη, σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, βρίσκει τήν ἀληθινή της διάσταση στόν μυστηριακό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι ἡ κάθαρση δέν τοποθετεῖται στά πλαίσια ἑνός συναισθηματικοῦ βιώματος ἤ ἁπλῶς ἠθικοῦ γεγονότος, ἀλλά εἶναι ὁ οὐσιαστικότερος τρόπος προσωπικῆς ὑπάρξεως καί κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Σύμφωνα μ' αὐτήν τήν ἄποψη, ἡ κάθαρση ποτέ δέν μπορεῖ νά νοηθεῖ σάν μία ἀρνητική κατάσταση περιορισμένη μόνο στήν ἀποφυγή τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά συνδέεται ἄμεσα μέ τήν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν. Οἱ ἀρετές σέ ἀντίθεση μέ τά πάθη, εἶναι οἱ εὐθεῖς δρόμοι τοῦ Κυρίου. Πηγή τῆς ἀρετῆς δέν εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεός.
Ἡ ἀρετή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι καρπός καί μαρτυρία τῆς μετοχῆς του στή ζωή τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτό ὁ ἄνθρωπος πού βρίσκεται μακριά ἀπό τόν Θεό μόνο νά διαπράττει τήν ἁμαρτία εἶναι ἱκανός· ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στό Θεό, καί ὅταν ἀκόμη δέν μπορεῖ νά
ἀνταποκριθεῖ ἀπόλυτα στό θέλημά Του, ταπεινώνεται καί ἐνισχύεται ἀπό τό Θεῖο Ἔλεος.
Ὁ ὑπερβατικός χαρακτήρας τῆς ἀρετῆς καί ἡ νίκη της ἀπέναντι στήν ἁμαρτία τονίζονται ἰδιαίτερα ἀπό τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ. Ἡ ἀρετή, ἀφοῦ πηγάζει ἀπό τόν Θεό, ὑπερβαίνει τόν χρόνο καί εἶναι ἀΐδιος. Ἡ ἠθική ζωή δέν ἀποτελεῖ αὐτόνομο φαινόμενο, ἀλλά καρπό τῆς κοινωνίας μέ τόν Χριστό. Ἡ χριστολογική διάσταση τῆς ἀρετῆς εἶναι καταφανής στήν διδασκαλία τοῦ θείου Ἡσυχαστῆ. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἀγωνιζόταν νά καθαρισθεῖ ἀπό τά πάθη γιά μιά" ἡθική τελείωση " χωρισμένη ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, δέν θά ἀπομακρυνόταν καί πολύ ἀπό τή ζωή τῆς ἁμαρτίας. Ἁγιαζόμενος ὅμως μέσα στήν ὀρθόδοξη ἄσκηση καί τήν προσευχή καί φλεγόμενος ἀπό τό θεῖο ἔρωτα τῆς καθαρῆς ἀγάπης γιά τόν Θεό, μπορεῖ νά κοινωνεῖ μαζί Του καί νά πάσχει τό ἔνθεο πάθος τῆς θεώσεως, πού εἶναι τό ἰδανικό τῶν Ἁγίων, ἡ δόξα τῶν θεωμένων, ἀλλά καί ὁ πόθος ὅλων τῶν πιστῶν.
Ὁ Μέγας Βασίλειος θά μᾶς πεῖ πώς τό μόνο ἀναφαίρετο κτῆμα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀρετή. Ἡ ἄσκηση τῆς ἀρετῆς εἶναι ὡραῖο ἀπόκτημα γι' αὐτόν πού τό ἔχει, ἀλλά καί θέαμα πολύ εὐχάριστο σ' ἐκείνους πού τήν παρακολουθοῦν. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θά μᾶς πεῖ πώς εἶναι σπάνια καί δύσκολη ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἀγαθοῦ ( Ἀρετῆς-Ἁγιότητος ) καί ἄν ἀκόμη προσελκύει καί προκαλεῖ. Ἡ ἀρετή δέν δέχεται ἀμοιβή, γιά νά μείνει ἀρετή πού ἀποβλέπει μονάχα στό καλό. Ὅποιος καλλιεργεῖ τήν ἀρετή δέν εἶναι δυνατόν νά μήν ἔχει πολλούς ἐχθρούς. Αὐτό ὅμως δέν ἔχει σχέση μέ τόν ἐνάρετο, γιατί ἐξαιτίας του θά λάμψει ἀκόμη περισσότερο. Ὅπως τό τέλος τῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ θανάτου, ἔτσι καί τό σταμάτημα τῆς πορείας τῆς ἀρετῆς γίνεται ἀρχή τοῦ δρόμου τῆς κακίας. Δυσκολοεπίτευκτο κατόρθωμα ἡ ἀρετή καί μόλις μέ δυσκολία κατορθώνεται μέ μύριους ἱδρῶτες καί κόπους, μ' ἐπιμέλεια καί ἀγώνα. Ὅπως στήν κιθάρα δέν φτάνει νά παίζει κανείς τό τραγούδι μόνο σέ μία χορδή, ἀλλά πρέπει νά περνᾶ σέ ὅλες μέ τόν πρέποντα ρυθμό, ἔτσι καί μέ τήν ἀρετή τῆς ψυχῆς, δέν εἶναι ἀρκετός γιά τήν σωτηρία μας ἕνας νόμος, ἀλλά πρέπει νά τούς φυλάγουμε ὅλους μέ προσοχή.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἐπισημαίνει μέ τή σειρά του πώς εἶναι ἀδύνατο νά χωρέσουμε τή Θεία Χάρη, ἄν δέν διώξουμε τά πάθη τῆς κακίας πού ἔχουν ἀπό πρίν καταλάβει τίς ψυχές μας· εἰδάλλως ἡ ἀρετή καί ἡ ἁγιότητα δέν θά βροῦν χῶρο ἐνοικήσεως στήν καρδιά μας. Ἀλλά καί ἕνα ἀγγεῖο πού πρῶτα ἦταν κατειλημμένο ἀπό μία δυσωδία, ἄν δέν πλυθεῖ καλά, δέν δέχεται τήν ἐπικράτηση τοῦ μύρου. Εἶναι ἀδύνατο νά πλησιάσουμε τό ἀγαθό, ἄν πρῶτα δέν ἀπομακρυνθοῦμε καί ἀποφύγουμε τό κακό.43
Ὁ ἄνθρωπος πού ἀγωνίζεται νά καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη του, νά κατακτήσει τίς ἀρετές καί νά ἀνεβεῖ τήν κλίμακα τῆς ἁγιότητος, σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτη, ἐπιδέχεται τήν νοητή φωτονυμία τοῦ ἀγαθοῦ· Φῶς νοητό λέγεται ὁ ἀγαθός, διότι γεμίζει κάθε ὑπερουράνιο νοῦ μέ νοητό Φῶς, ἀπομακρύνει κάθε ἄγνοια καί πλάνη ἀπό ὅλες τίς ψυχές, στίς ὁποῖες θά ἔρθει καί μεταδίδει ἱερό Φῶς σέ ὅλες τους, καθαρίζει τούς νοερούς ὀφθαλμούς τους ἀπό τήν ἀχλύ πού τούς σκεπάζει ἡ ἄγνοια, τούς ἀνακινεῖ καί τούς διανοίγει, ὅταν ἔχουν κλεισθεῖ ἀπό τό βάρος τοῦ σκότους καί τούς μεταδίδει πρῶτα μέτρια Αἴγλη, ἔπειτα τούς προσφέρει τόν ἑαυτό του καί τούς ἐπιλάμπει περισσῶς, διότι ἀγάπησαν πολύ καί τούς κατευθύνει πάντοτε πρός τά ἐμπρός κατά τήν ἱκανότητά τους πρός ἄνοδο.44
Ἡ ἀρετή ἀντιστοιχεῖ στήν κατά φύση κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. «Ποιοῦμεν οὖν ἐνταῦθα φύσει ὄντες τάς ἀρετάς, πρός τό ταύταις ποιεῖν ἔχοντες φυσικήν τήν δύναμιν», παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής 45.Ὅπως ὅμως ἡ κατά φύση κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι καί ἡ κατά φύση ζωή του, ἡ ζωή τῆς ἀρετῆς, ἔχει ἐκστατικό χαρακτήρα, δηλαδή ξεπερνᾶ τόν ἄνθρωπο καί τόν ὑπερβάλλει. Αὐτήν ἀκριβῶς τήν ὑπέρβαση σφράγισαν μέ τό ζωντανό τους παράδειγμα οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, πού θυσιάστηκαν στό βωμό τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἁγιότητος· ἔγιναν ὁλοκαύτωμα ἀπό ἀγάπη πρός τό Θεό καί πόθο γιά θέωση. Ἔτσι, οἱ ταπεινοί αὐτοί γίγαντες ζοῦν πάντα μέσα στό ἀνέσπερο Φῶς τῆς Ἀρετῆς τοῦ Θεοῦ.
Σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός εἰσερχόμενος στήν γαστέρα τῆς Παναγίας Παρθένου καί ἀναλαμβάνοντας ἀπ' Αὐτήν σάρκα ἐνανθρώπησε καί ἐγενήθηκε τέλειος ἄνθρωπος καί τέλειος Θεός. Ὁ καθένας ἀπό μᾶς τούς ἀνθρώπους πιστεύουμε σ' Αὐτόν τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Υἱό τῆς Ἀειπαρθένου καί Θεοτόκου Μαρίας· πιστεύουμε καί δεχόμαστε πιστά μέσα στίς καρδιές μας τόν περί Αὐτοῦ λόγο. Αὐτόν Τόν ὁμολογοῦμε μέ τό στόμα, μετανοοῦμε ἀπό ψυχῆς γιά τά προηγούμενα ἀνομήματά μας , καί , ὅπως ἀκριβῶς ὁ Θεός Λόγος τοῦ Πατρός εἰσῆλθε στήν γαστέρα τῆς Παρθένου, ἔτσι καί ὁ λόγος, τόν ὁποῖον δεχόμαστε διδασκόμενοι τήν εὐσέβεια, βρίσκεται μέσα μας σάν σπόρος. Συλλαμβάνουμε λοιπόν αὐτόν ὄχι σωματικῶς, ὅπως τόν συνέλαβε ἡ Παρθένος Θεοτόκος, ἀλλά πνευματικῶς καί οὐσιωδῶς καί ἔχουμε στίς καρδιές μας Αὐτόν πού ἡ ἁγνή Παρθένος συνέλαβε, καθώς λέγει ὁ Θεῖος Παῦλος: " Ὁ Θεός, Αὐτός πού εἶπε νά λάμψει τό φῶς ἀπό τό σκότος, Αὐτός ἔλαμψε στίς καρδιές γιά τόν φωτισμό τῆς γνώσεως τοῦ Υἱοῦ Του " 46. Ἔτσι λοιπόν, πιστεύοντας ὁλόψυχα καί μετανοώντας θερμά συλλαμβάνουμε στίς καρδιές μας τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἡ Παρθένος, μέ τό νά διατηροῦμε τίς ψυχές μας παρθένες καί ἁγνές. Καί ὅπως ἐκείνη, ἐπειδή ἦταν ὑπεράμωμη, δέν τήν ἔφλεξε τό Πῦρ τῆς Θεότητος, ἔτσι οὔτε ἐμᾶς μᾶς καταφλέγει, ὅταν διατηροῦμε ἁγνές καί καθαρές τίς καρδιές μας, ἀλλά γίνεται Δροσιά ἀπό τόν οὐρανό καί Πηγή Ὕδατος καί ἀθάνατης Ζωῆς πού ρέει μέσα μας. 47
Ἡ καλλιέργεια τῆς ἀρετῆς ἔχει ἐκκλησιολογική βάση καί ἐσχατολογική προοπτική, θά μᾶς πεῖ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης:" Πᾶσα γάρ ἐπιμέλεια τῆς ἐναρέτου ζωῆς πρός τόν ἐφεξῆς αἰῶνα βλέπει ". 48 Ἡ μετοχή στή θεία-ἐνάρετη ζωή δέν βγάζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν χῶρο καί τόν χρόνο, ἀλλά τόν ἐπανατοποθετεῖ ἀπέναντί τους μέ κυριαρχική ἐξουσία. Τό τρεπτόν τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως μεταβάλλεται, ὅπως παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, σέ "πτερόν πρός τήν ἐπί
τά μείζω πτῆσιν "Μέ τήν νέα αὐτή τοποθέτηση ὁ πιστός γίνεται πραγματικά ἐλεύθερος καί δημιουργικός Ἐδῶ βρίσκεται καί τό βαθύτερο νόημα τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ ὡς πραγματικότητας πού καταλύει τούς περιοριστικούς δεσμούς τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως καί τούς μετατρέπει σέ μέσα προσωπικῆς τελειώσεως.
Ὁ χῶρος, ὄχι μόνο ὡς περιοχή φανερώσεως, ἀλλά καί ὡς περιοριστικό στάδιο, καί ὁ χρόνος ὄχι μόνο ὡς μετρητής τῆς ζωῆς καί τῆς ἀναπτύξεως, ἀλλά καί ὡς συντελεστής τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου μεταμορφώνονται σέ νέα πλαίσια, πού ὑπηρετοῦν τήν ἐν Χριστῷ τελείωση τοῦ ἀνθρώπου.Ἔτσι, μέ τή φανέρωση καί τόν περιορισμό, μέ τήν ἀνάπτυξη καί τήν φθορά, μέ τήν ζωή καί τόν θάνατο βαδίζει ὁ πιστός στήν ἐκπλήρωση τοῦ σκοποῦ τῆς ὑπάρξεώς του, ὡς μέλος τῆς " κοινωνίας τῆς θεώσεως ". Ἡ ἀρετή τοῦ πιστοῦ δέν ἀποτελεῖ ἀτομικό κατόρθωμα, ἀλλά συνάπτεται ἐν Χριστῷ μέ τήν Ἀρετή τοῦ Θεοῦ, γι' αὐτό εἶναι χριστοειδής ἤ θεοειδής. Τέλος ἡ ἀρετή τοῦ πιστοῦ, ὡς καρπός καί μαρτυρία τῆς μετοχῆς του στήν Ζωή τοῦ Θεοῦ εἶναι ἑνιαία, ἀλλά ποικίλει μέσα στήν καθημερινή ζωή ἑνοποιώντας τόν χῶρο καί τόν χρόνο49.
Ἄν θελήσει ὁ ἄνθρωπος νά ἐφοδιαστεῖ κατάλληλα, γιά νά ἀντιμετωπίσει τήν ζωή του, ἔχει στήν διάθεσή του τήν πίστη, μέ τήν ὁποία μπορεῖ νά ἀξιοποιήσει τό παρελθόν καί τήν ἐλπίδα γιά νά ἀντιμετωπίσει τό μέλλον. Γιά τό παρόν χρειάζεται ἡ βίωση αὐτοῦ πού ὑπάρχει διάχυτο στό παρελθόν καί τό μέλλον. Κι αὐτό εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού ἀποκαλύφθηκε στόν κόσμο καί τήν ἱστορία. Ἔτσι βλέπουμε ὅτι στίς τρεῖς διαστάσεις τοῦ χρόνου ἀντιστοιχοῦν οἱ τρεῖς βασικές χριστιανικές ἀρετές. Στό παρελθόν ἀντιστοιχεῖ ἡ πίστη, στό μέλλον ἡ ἐλπίδα καί στό παρόν ἡ ἀγάπη. Καί ὅπως τό παρόν ἀποτελεῖ σύνθεση καί ὑπέρβαση τοῦ παρελθόντος καί τοῦ μέλλοντος, ἔτσι καί ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ σύνθεση καί ὑπέρβαση τῆς πίστεως καί τῆς ἐλπίδος.
Ἡ ἀγάπη γιά τόν χριστιανό εἶναι ἡ ἀρετή τοῦ παρόντος καί τό μέσο γιά τή θεώρηση καί τήν ἀντιμετώπιση τοῦ μέλλοντος. Ἡ ἀρετή ἀποτελεῖ ἐκδήλωση τῆς ὀντολογικῆς ἀνακαινίσεως, πού ὑφίσταται ὁ ἄνθρωπος ὡς μέτοχος τῆς Ζωῆς τοῦ Θεοῦ καί κοινωνός τῆς Χάριτός Του. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετέχει στήν καινή ἐν Χριστῷ ζωή γίνεται ἐνάρετος. Καί ὅταν εἶναι πραγματικά ἐνάρετος, δέν εἶναι δυνατόν νά μήν μετέχει στήν καινή αὐτή Ζωή. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη ἐκδήλωση, πού ἔχει τά ἐξωτερικά γνωρίσματα τῆς ἀρετῆς, ἀλλά δέν εἶναι καί καρπός τῆς ἐν Χριστῷ ἀνακαινίσεως, δέν εἶναι στήν οὐσία της ἐνάρετη. Ἡ κοινωνία τῆς Ἀρετῆς τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἀνέφικτη μέσα στό χῶρο καί τό χρόνο, προσφέρεται στόν ἄνθρωπο ὡς δωρεά ἐν Χριστῷ.
Ἡ προσφορά αὐτή δέν ἀποβλέπει στήν βελτίωση τοῦ τρόπου ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου μέσα στόν κόσμο, ἀλλά στήν ἔνταξή του στήν Ζωή τοῦ Θεοῦ πού ὑπερβάλλει τόν χῶρο καί τόν χρόνο. Καί πραγματικά ἠ ἔνταξη στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἐλευθερώνει ἀπό τούς περιοριστικούς φραγμούς τοῦ χρόνου καί τοῦ χώρου καί τόν συνδέει μέ τόν αἰώνιο καί ὑπερβατικό Θεό. Μέ τήν ἔνταξή του στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος γίνεται κοινωνός τῆς Ἀρετῆς τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἡ ἀλλαγή τοῦ τρόπου ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου μέσα στόν κόσμο ἔρχεται ὡς συνέπεια τῆς μετοχῆς του στήν Ἀρετή τοῦ Θεοῦ.
Μέ τήν κοινωνία αὐτή συνάπτεται ὁ κτιστός μέ τόν Ἄκτιστο καί ὁ πεπερασμένος μέ τόν Ὑπερβατικό. Ὁ κτιστός καί πεπερασμένος ἄνθρωπος, πού εἰκονίζει τόν Θεό μέσα στόν κόσμο, γίνεται κοινωνός τῆς Ἀρετῆς τοῦ ἄκτιστου καί ὑπερβατικοῦ Δημιουργοῦ του καί καταξιώνει τό σκοπό τῆς ὑπάρξεώς του. Πηγή τῆς Ἀρετῆς εἶναι καί παραμένει πάντοτε ὁ Θεός, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἐνάρετος μετέχοντας στήν Ἀρετή τοῦ Θεοῦ.50
Δ) Ἡ ἀρετή καί ἠ ἁγιότητα σύμφωνα μέ ὀρθόδοξους Λογοτέχνες καί σύγχρονους Πατέρες.
Πλήθυνε τοῦτος ὁ αἰώνας σέ πόνο, δάκρυα, ἀγωνία, στέρηση, ἀφόρητη συναισθηματική συναλλαγή, τραγική ἐκκοσμίκευση καί ἐκκωφαντικά σπαταλημένη ἁγιότητα.
Φαίνεται πώς οἱ ἄνθρωποι χρειαζόμαστε κάποιο ἰσχυρό καί συνάμα γοητευτικό πρόσωπο ἀναφορᾶς, τό ὁποῖο αὐτόματα θά μᾶς σφογγίσει κάθε πόνο καί δάκρυ καί θά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τό ἀβάστακτο βάρος τῆς κατάθεσης καί τῆς βίωσης τῆς ἰδικῆς μας ἀμφιβολίας, ἀμφισβήτησης καί ἀλλοτρίωσης, πού μποροῦν μέσα ἀπό μία ἔμπονη διαδρομή νά μᾶς ὁδηγήσουν στήν λύτρωση καί τήν ἁγιότητα. Λόγος ἀφυπνιστικός καί κραυγή ἐναγώνια εἶναι ἡ παρούσα εἰσήγηση, πού καλεῖ τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν ἀφόρητα ἀέναο πόνο νά βυθιστεῖ στοργικά στό ἄπλετο Φῶς τοῦ ζωοδότη φιλάνθρωπου καί δωρεοδότη Θεοῦ, μορφοποιώντας ἀδιάκοπα σέ πράξη τόν λόγο, πού ἀσταμάτητα ἀπευθύνει στόν καθένα μας: " Ἰδού ἔστηκα ἐπί τήν θύραν καί κρούω! Ἐάν τις Μοῦ ἀνοίξῃ......" Ἐάν τις... " Ναί ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ! ".
Ὁλόκληρο τό δραματικό περιεχόμενο τῆς ἐπαναστατημένης ψυχῆς τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, ἡ σύγκρουση τοῦ δαιμονικοῦ καί τοῦ ἀγγελικοῦ στοιχείου, ὁ διαρκής ἀγώνας καί ὁ ἀόρατος πόλεμος γιά τήν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς καί ἁγιότητας, παρουσιάζεται ἀπό τόν Ντοστογιέφσκι μέ καλλιτεχνικά μέσα καί πείθει τόν σύγχρονο ἄνθρωπο γιά τήν ὕπαρξη πνευματικῶν καί ψυχικῶν ἀβύσσων μέσα στόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Ὁ μεγάλος αὐτός Ρῶσος συγγραφεύς εἶναι ἀπό τά ταλέντα ἐκεῖνα πού ἐπιβιώνουν, διότι ἔχουν βαθιές ρίζες στήν ἀλήθεια, στήν ἀρετή, στήν ὀδύνη, στόν κόσμο καί τά προβλήματά του. Τέτοιοι ταλαντοῦχοι δέν δημιουργοῦν τεχνητό θόρυβο οὔτε ἐπιδιώκουν τήν προβολή μέ πυροτεχνήματα καί ὑποστηρίξεις ἰσχυρῶν.
Ἡ πνευματική ἐργασία καί ὁ ἀγώνας γιά τήν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς καί τήν πραγμάτωση τῆς ἁγιότητας ἀπαιτεῖ πειθαρχία, ἄκαμπτη στάση ἔναντι τοῦ κόσμου καί σιωπηλή ἅμα δέ καί δυναμική δημιουργία. Ὁ Ντοστογιέφσκι ἔχει πραγματικά κάτι ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Ἡρακλείτου. Τά πάντα στά ἔργα του εἶναι πύρινα καί δυναμικά· βρίσκονται σέ συνεχῆ κίνηση, σέ ἀντίθεση καί ἀγώνα. Οἱ ἰδέες του περί ἀρετῆς δέν εἶναι στατικές καί ἀπολιθωμένες κατηγορίες, ἀλλά πύρινοι χείμαρροι. Μέσα στήν ἰδέα τῆς ἀρετῆς συγκεντρώνεται καί κρύβεται ἡ ἐνέργεια τῆς ἀναγεννήσεως, τῆς ἀναστάσεως, τῆς θεώσεως. Ὁ κόσμος τῶν ἰδεῶν τοῦ Ντοστογιέφσκι εἶναι πέρα γιά πέρα πρωτότυπος, ὁλότελα ἰδιότυπος καί ἐντελῶς διαφορετικός ἀπό τόν κόσμο τῶν ἰδεῶν τοῦ Πλάτωνα.
Παρ' ὅλα αὐτά ἀναγνώρισε, ὅπως ὁ Πλάτων, τήν προσδιοριστική σημασία τῶν ἰδεῶν. Τό ἔργο του εἶναι ἔνα ἀληθινό συμπόσιο σκέψεως. Καί ἐκεῖνοι πού ἀρνοῦνται νά πάρουν μέρος σ' αὐτό τό συμπόσιο-μιά πού ὁ σκεπτικισμός τους ἀμφισβητεῖ τήν ἀξία κάθε στοχασμοῦ καί κάθε ἰδέας-αὐτοκαταδικάζονται σέ μία θαμπή, φτωχή καί ὑποτονική ὕπαρξη. Μιά τέτοια ψυχική διάθεση, πού δέν ἔχει ὡς τέρμα τή θέωση μέ μέσο τήν ἀρετή, δυσχεραίνει πολύ τήν πρόοδο ἑνός λαοῦ στήν ἱστορική του πορεία, καθυστερεῖ τήν ἀνάπτυξη τῶν πολιτιστικῶν ἀξιῶν καί γενικά ἐμποδίζει τήν ἄσκηση κάθε πειθαρχίας. Ὁ Ντοστογιέφσκι ἐπιμένει στό πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ προσωπικοῦ του ἀγώνα γιά τή θέωση. Τό Μυστήριο τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται μέσα ἀπό τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς.
Ὀ Ντοστογιέφσκι ἔχει μία βαθειά αἴσθηση τοῦ Χριστιανισμοῦ· αἰσθάνεται βαθύτατο αἴσθημα ἀγάπης πρός τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ψυχολογία του δέν περιορίζεται στήν ἐπιφάνεια, στό ψυχικό καί σωματικό μέρος· ἡ ψυχολογία τοῦ διεισδύει στήν πνευματική ζωή, ὄχι στήν ψυχική, ἐμβαθύνει ὥς τά πιό ἀπρόσιτα σημεῖα, γιά νά συναντήσει τόν Θεό καί νά κατακτήσει τήν ἁγιότητα. Ὁ Ντοστογιέφσκι μᾶς ὁδηγεῖ μέσα ἀπό τό σκοτάδι στό Φῶς, μέσα ἀπό τόν ἀγώνα στήν ἀρετή, μέσα ἀπό τήν ἀρετή στήν θέωση. Ὁ Χριστιανισμός τοῦ Ντοστογιέφσκι δέν εἶναι σκοτεινός, ἀλλά ἀστραφτερός καί ἰωάννειος. Δίνει πολλά γιά τόν Χριστιανισμό τοῦ μέλλοντος, γιά τόν θρίαμβο τῆς θρησκείας τοῦ αἰωνίου Εὐαγγελίου, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀγάπης, τῆς ἀρετῆς.
Πολλά στόν Χριστιανισμό πέθαναν. Ἐνσωματώθηκαν σ' αὐτόν νεκρικές μορφές, πού δηλητηριάζουν τίς πνευματικές Πηγές τῆς ζωῆς. Μέ νεκρά χείλη προφέρουμε νεκρές λέξεις, ἀπό τίς ὁποῖες ἀπουσιάζει τό Πνεῦμα. " Τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ ". Ἀλλά δέν πνέει σέ θρησκευτικά ἀπολιθωμένες καί νεκρές ψυχές. Ἔτσι οἱ ψυχές αὐτές πρέπει νά λιώσουν, νά πάρουν ἕνα δεύτερο πύρινο βάπτισμα, νά ὁπλιστοῦν τήν ἀρετή, γιά νά μπορέσει τό Πνεῦμα νά πνεύσει ξανά μέσα τους. Ὀφείλουμε νά ἐργασθοῦμε πνευματικά πάνω στήν κληρονομιά πού μᾶς ἄφησε ὁ Ντοστογιέφσκι. Τήν ἀποκαλυφθεῖσα γνώση ἀπό τό ἔργο του νά τήν κάνουμε δική μας, ἀφοῦ τήν καθάρουμε ἐσωτερικά. Ὁ Ντοστογιέφσκι εἶναι ἐκεῖνος πού ἀποτελεῖ τόν βαθύτατο ἄνθρωπο τῶν ἀξιῶν· μ' αὐτόν ὁ ρωσικός λαός θά δικαιώσει τήν ὕπαρξή του καί αὐτόν θά ἐπικαλεσθεῖ κατά τήν μέλλουσα Κρίση τῶν λαῶν! 51
Ἡ παράδοση τοῦ τόπου μας εἶναι μεταβυζαντινή. Παρ' ὄλο τόν ἐξευρωπαϊσμό καί τήν ἀστικοποίηση, οἱ ἐκδηλώσεις τοῦ λαοῦ μας στόν χῶρο τῆς μουσικῆς, τῆς ζωγραφικῆς, τῆς ἐκκλησιαστικῆς τέχνης καί γενικά τοῦ πολιτισμοῦ μένουν σταθερά προσηλωμένες στήν παράδοση αὐτή. Καμμιά ξενική ἐπίδραση-καί ὑπῆρξαν πολλές στήν περίοδο τῆς βαυαροκρατίας ἕως σήμερα-δέν μπόρεσε νά ἀλλοιώσει τόν χαρακτήρα της αὐτόν, γιατί οἱ ρίζες της ἦταν βαθιά βυθισμένες μέσα στό Βυζάντιο, στήν ἀνεπανάληπτη ἐκείνη ἐποχή ἀκμῆς τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας, ὅταν τό δυναμικό κύτταρο τῆς φυλῆς ἀποτίναξε κάθε ρωμαϊκό στοιχεῖο, ὑπερίσχυσε καί χάρισε στό μεγαλύτερο διάστημα τοῦ Βυζαντίου ἀναμφισβήτητη ἑλληνικότητα. Στά δύσκολα χρόνια σπουδαῖο ρόλο στήν ἐθνική συσπείρωση διαδραμάτισε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. " Ἐκκλησία , Πατριάρχης, Αὐτοκράτωρ " εἶναι τρεῖς λέξεις, τῶν ὁποίων τό περιεχόμενο πληροῖ τήν ἔννοια Βυζάντιο.52
Ἄν ἐπιβίωσε ὁ Ἑλληνισμός στήν Τουρκοκρατία, ἄν διατήρησε τήν γλώσσα του, ἄν κράτησε τόν ἐθνισμό του καί συνέχισε τήν παιδεία του, αὐτό ἀναμφίβολα τό ὀφείλει στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού ἔκανε τούς Ναούς Της κρυφά σχολειά, πού συντήρησε μέ τίς Ἀκολουθίες τήν γλώσσα, πού διαφύλαξε στά Μοναστήρια της τόν πολιτισμό καί τήν τέχνη του.
Ἀναπλήρωσε ἔτσι ἡ Ἐκκλησία τήν ἔλλειψη, ἔμεινε δηλαδή μόνη της στή θέση καί τῶν δύο θεσμῶν καί κάλυψε τό κενό πού δημιουργήθηκε μέ ἀρραγῆ σύζευξη καί πολυκύμαντη σύμπλευση. Νά γιατί ὁ πολιτισμός μας εἶναι μεταβυζαντινός. Αὐτό τό εἶχε κατανοήσει καί συνειδητοποιήσει περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον ἡ μεγάλη ἐκείνη μορφή τῆς νεότερης Ἑλλάδας, ἡ μακαρία μορφή τοῦ Φώτη Κόντογλου ( 1896-1965 ), πού μέ τούς ἀγῶνες μιᾶς ὁλόκληρης ζωῆς, μέ τόν χρωστήρα καί
τόν λόγο, μᾶς ἔφερε κοντά στίς Βυζαντινές μας ρίζες καί μᾶς βοήθησε νά ξαναβροῦμε τόν ἑαυτό μας. Ἀποκατέστησε τήν συνέχεια στήν ἐκκλησιαστική μας τέχνη ἀποδιώχνοντας κάθε δυτική καί ἀναγεννησιακή μίμηση. Ἔδωσε στήν πεζογραφία μας τά φτερά πού τῆς ἔλειπαν γιά πτήσεις σ' ἕνα ὑψηλό καί ρωμαλέο ἐπίπεδο δημιουργίας καί μᾶς ἄνοιξε τά μάτια στούς κινδύνους τοῦ οἰκουμενισμοῦ καί τῶν φιλενωτικῶν κινήσεων.
Ὁ Φώτης Κόντογλου, σύμφωνα μέ τόν Μητροπολίτη Μυτιλήνης Ἰάκωβο, ὑπῆρξε ὁ φλογερός ἀπόστολος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ μέγας ἀπολογητής τῆς Πίστεως, ὁ ὑπέρμαχος προστάτης τῆς Παραδόσεως. Ὁ κάλαμός του ἦτο κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου καί ἠδύνατο μέ τό ὅπλο αὐτό νά ἐπεμβαίνει, νά ἐλέγχει, νά στηλιτεύει κατά τόν πλέον αὐστηρό τρόπο, χρησιμοποιώντας πολλές φορές τό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου: " Οὐκ ἔξεστί σοι ...", καί αὐτούς ἀκόμη τούς Πατριάρχες, τούς Ἀρχιερεῖς καί τούς Θεολόγους ", διά πᾶσαν τυχόν ἐκτροπήν ἀπό τῆς Ὀρθοδόξου γραμμῆς καί παραδόσεως ".53
Μαχητής τῆς ἀρετῆς, μαχητής τοῦ Χριστοῦ ὁ Κόντογλου φανέρωνε πάντοτε μοναδικό σθένος· δέν δίσταζε νά τά βάζει καί μέ τούς πιό ἰσχυρούς. " Ὅ, τι συνεργεῖ εἰς τόν φωτισμόν " λέει χαρακτηριστικά " εἰς τόν φρονηματισμόν καί εἰς τήν οἰκοδομήν τοῦ λαοῦ μας παραθεωρεῖται. Οἱ πνευματικοί ἐργάται, πού πονοῦν τήν Ἑλλάδα καί θέλουν νά δώσουν εἰς τούς Ἕλληνας τροφήν ἁγνήν καί καθαράν, ἡ ὁποία θά δυναμώσῃ τό πνεῦμά των, ὥστε νά εἶναι εἰς θέσιν ν' ἀντιστοῦν εἰς τάς καταστρεπτικάς ἐπιδράσεις τῶν δηλητηρίων τοῦ σημερινοῦ ψυχικοῦ ἐκφυλισμοῦ, ἀγνοοῦνται. Ἀντιθέτως, τήν πρωτεύουσαν θέσιν κατέχουν οἱ ἀνεύθυνοι πνευματικῶς ἄνθρωποι, οἱ μῖμοι, οἱ ξενόπληκτοι, οἱ ἀποκομμένοι ἀπό τήν ἀρετήν, οἱ ἀπεργαζόμενοι τήν ἀποκτήνωσιν τοῦ λαοῦ καί τόν βέβαιον καταποντισμόν του ἀπό κάθετί ἀληθινόν, ἑλληνικόν, ὀρθόδοξον, ἐνάρετον ".54
Εἶχε κάθε δικαίωμα ὁ Κόντογλου νά τά γράφει αὐτά. Τά ἀντλοῦσε ἀπό τούς ἀγῶνες του καί τό ἦθος του. Τό λιοντάρι αὐτό τοῦ λόγου, πού ἡ πέννα του ἔβγαζε φωτιά, ἦταν ἔνας καλοσυνάτος, ἁπλός καί σεμνός ἄνθρωπος. Μία ψυχή ἐνάρετη πού ζοῦσε εὐχαριστιακή ζωή. Νήστευε καί μεταλάμβανε συχνά.55 Ἀγαλλιάσθω ἔρημος καί ἀνθείτω ὡς κρίνον. Εὐλογημένη πέννα! Ψυχική ὀμορφιά! Ἐνάρετη ψυχή! Πόσα ἄλλα χαρίσματα δέν εἶχε ὁ ὡραῖος ἐκεῖνος ἄνθρωπος. Ὁ παλαιός τῶν ἡμερῶν, ὅπως πετυχημένα ἐπισήμανε ὁ Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος.
Δέν προσποιοῦνταν τόν χριστιανό ὁ Κόντογλου. Ἔκανε πράξη τίς διδαχές τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐξήγησε ὑποδειγματικά "διά τούς ἁπλουστέρους " τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον ( 1952
). Καί ἐδῶ μᾶς ἔδειξε τόν σωστό δρόμο. Δέν τό μετέφρασε. Ὁ Θεῖος Λόγος δέν μεταφράζεται. Τό ἐξήγησε. Παρέθετε δηλαδή μιά φράση τοῦ κειμένου καί ἀπό κάτω μᾶς ἔλεγε μέ πολλά λόγια τί ἤθελε νά πεῖ, ἀλλά τό πρωτότυπο δέν διανοήθηκε νά τό ἀντικαταστήσει. Στό βιβλίο αὐτό προτάσσει κι ἕνα θαυμάσιο πρόλογο, δεῖγμα τῆς ἀρετῆς, τοῦ πνευματικοῦ ὕψους καί τῆς ταπεινοφροσύνης, στό ὁποῖο εἶχε ἀνέλθει ὁ μακάριος ἐκεῖνος: "Ἀδελφοί μου, ἔγραφε, σᾶς παρακαλῶ νά γίνετε ἀθῶα πρόβατα τοῦ Χριστοῦ καί θά ξεκουραστεῖτε στ' ἁγιασμένο μαντρί Του. Κι ὅποιος σκύψει καί μπεῖ σ' αὐτήν τήν μάνδρα ἀπό τήν πόρτα τῆς ταπείνωσης, δέν θέλει νά βγεῖ πιά ".56
Ἡ πέννα ὅμως καί ὁ χρωστήρας τοῦ Φώτη Κόντογλου κινοῦνται στήν προοπτική τοῦ Παπαδιαμάντη. Ζεῖ ὁλόκληρη τήν ἀρχαία καί βυζαντινή Παράδοση σέ μιά διαχρονική ἑνότητα καί σύζευξη. Εἶναι ὁ ἀκέραιος ἄνθρωπος καί ἐνάρετος Ὀρθόδοξος Ἕλληνας, πού μέσα στόν Ἑλληνισμό του ὑπάρχει τό Βυζάντιο καί στήν ἀγάπη του γιά τό Βυζάντιο διακρίνεται ὁ ἀρχαῖος Ἑλληνισμός. Στά κείμενά του ἡ ἀρχαία Ἑλλάδα μοιάζει σάν ἀνθός πού λικνίστηκε στόν πόθο γιά τήν ἀλήθεια καί τήν ἀρετή, ἐνῶ ἔδεσε τόν καρπό του στήν θαλπωρή τοῦ Ἡλίου τῆς Δικαιοσύνης. Ζεῖ τήν ἑνότητα πού χαρίζει ἡ λειτουργική ζωή, δηλαδή ἡ γνήσια ἐνάρετη ἐκκλησιαστική ζωή καί τήν πιστοποιεῖ σέ κάθε σελίδα τοῦ ἔργου του. Γι' αὐτό βλέπει τήν λατρεία πρός τόν Χριστό συνδεδεμένη μέ τόν κόσμο καί μέ τά ἤθη τῆς ἑλληνικῆς παραδόσεως, πού ὁδηγοῦν στήν τελειοποίηση καί ἁγιότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Στά τίμια χέρια τοῦ Παπαδιαμάντη ἡ γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας δίνει ὅλο τόν ἀπόηχο μιᾶς ἐπίσημης λαλιᾶς, ἀφοῦ τά δικά της κείμενα ὑπῆρξαν ζωντανά καί ζωντάνευαν τούς ἀνθρώπους, ὄχι μόνο στό παρελθόν, ἀλλά καί στό σήμερα καί τούς ὠθοῦν ἀπό τήν ἀρετή στήν ἁγιότητα.57 Ἐξάλλου καί τά τρία μυθιστορήματά του: " Ἡ Μετανάστις ", " Οἱ ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν ", καί " Ἡ Γυφτοπούλα ", μᾶς βοηθοῦν νά κατανοήσουμε τήν ἀνατροφή του μέσα στόν κόσμο τῆς πνευματικῆς συνέχειας τῆς Παραδόσεως καί νά ἀποκτήσουμε βαθύτερη γνωριμία μέ τό ἔργο του. Βλέπει τήν ἀναγέννηση καί τά πνευματικά της ἀπότοκα νά τέμνουν καί νά χωρίζουν τήν ἑλληνορθόδοξη Παράδοση σέ δύο κομμάτια, τό ἑλληνικό καί τό χριστιανικό. Ξέρει ὅμως πώς, ὅταν ὁ Ἑλληνισμός χωρίζεται ἀπό τόν Χριστιανισμό, εἶναι σάν νά χωρίζεται ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα, ἡ ἀρετή ἀπό τήν ἁγιότητα καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος μερίζεται καί ἡ ζωή χάνει τήν συνέχειά της.
Ὅταν κανείς ἔρχεται σέ ἐπαφή μέ τόν Παπαδιαμάντη, συνειδητοποιεῖ πώς στήν οὐσία ἀντιμετωπίζει τήν ζωντανή πνευματική Παράδοση αὐτοῦ τοῦ τόπου. Βλέπει ὡς Παράδοση τήν ὑπαρκτική ἀλήθεια τοῦ λαοῦ καί ὄχι τήν λαογραφική του ἐπιφάνεια. Τό οὐσιαστικότερο στοιχεῖο αὐτῆς τῆς Παραδόσεως εἶναι ὅτι συνδέεται μέ τήν Ἐκκλησία. Εἶναι Παράδοση ἐκκλησιαστική. Ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ καί λειτουργεῖται, γιατί εἶναι ζωντανή. Στή Λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας τίποτε δέν εἶναι νεκρό. Οὔτε κἄν οἱ νεκροί, ἀφοῦ καί αὐτοί τελοῦν " ἐπ' ἐλπίδι Ἀναστάσεως καί Ζωῆς αἰωνίου ".
Ἡ στάση τοῦ Παπαδιαμάντη ἀπέναντι στήν Παράδοση εἶναι ἡ ἴδια μέ τή στάση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπέναντί της. Διακρατεῖ τήν συνέχειά της, ὄχι μέ κάποια συντηρητική διασύνδεση μέ τό παρελθόν, ἀλλά ζωντανεύοντάς την στό ἑκάστοτε παρόν. Γι'αὐτό κατορθώνει νά τήν παρουσιάζει ἔτσι, ὅπως εἶναι στήν αὐθεντική της κατάσταση, δηλαδή ὡς βίωμα καί ὄχι ὡς νεκρό τόπο.
Διαβάζοντας κανείς τά παπαδιαμαντικά κείμενα βλέπει τό λαό τοῦ Θεοῦ, πού πορεύεται μέσα στόν κόσμο, γιά νά κάνει τόν κόσμο Ἐκκλησία, γιά νά θεώσει τόν ἄνθρωπο. Καταγράφει "τά πάθια καί τούς καημούς", πού δέν ἔχουν τελειωμό· καί συγκλονίζεται ἀπ' αὐτά, γιατί γίνονται καί δικά του παθήματα, ἀφοῦ ζεῖ βιωματικά τό γεγονός τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι ἔχουν τήν θέση τους καί ὅλοι ὅταν ἀγωνίζονται νά ἀποκτήσουν τήν ἀρετή καταξιώνονται , γιατί ὡς παιδιά τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά ὑπάρχουν καί νά γίνονται Ἐκκλησία. Τό μεγάλο Μυστήριο πού ἱερουργεῖται στά κείμενα τοῦ Παπαδιαμάντη εἶναι ἡ Μεταμόρφωση τῶν " ἐκ τοῦ κόσμου ἀνθρώπων " καί τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας σέ εὐχαριστιακή Σύναξη καί θεανθρώπινη Κοινότητα.
Ἴσως μονάχα τό ταλέντο καί ἡ ζωή τοῦ κύρ Ἀλέξανδρου θά μποροῦσαν νά καταγράψουν καί νά φανερώσουν αὐτήν τήν μεγάλη δυνατότητα τῆς ἁγιότητας: τό πῶς ἕνας κόσμος πεπερασμένος μπορεῖ νά γίνεται αἰώνιος καί μία κοινωνία πόνου καί δακρύων νά μεταβάλλεται σέ εὐχαριστιακή Κοινότητα Ἁγιοσύνης.
Στήν ἀντιπνευματική ἐποχή μας, γιά νά ἐπιτύχουμε τήν σωτήρια στροφή πρός τό Φῶς τῆς Ζωῆς, ἡ φιλάνθρωπη διάθεση τοῦ Θεοῦ παρενέβη καί ἐνήργησε ἐξισορροπητικά, θεραπευτικά, παιδαγωγικά καί παρακλητικά μέσῳ τῶν μορφῶν τῶν συγχρόνων Ἁγίων. Ἡ παρουσία τῶν Ἁγίων στόν σημερινό κόσμο ἐκφράζει τήν Θεία Οἰκονομία καί χαρίζει σέ μᾶς τούς πολυπαθεῖς τήν ἐλπίδα τῆς Λύτρωσης, τῆς Ἀνάστασης καί τῆς πνευματικῆς ὑγείας. Οἱ Ἅγιοι-οἱ παλαιότεροι, ἀλλά καί οἱ σύγχρονοι-εἶναι οἱ θεοφόροι πνευματικοί Πατέρες, εἶναι καί αὐτοί τό Φῶς τοῦ κόσμου, πού φωτίζει καί ἁγιάζει τόν κόσμο.58 Τό βασικό στοιχεῖο πού λείπει ἀπό τή ζωή τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου, τό ὁποῖο ἐπιζητεῖ αὐτός, εἶναι ἡ ἁγιότητα. Γιά νά ἐπιβιώσει ὀ ἄνθρωπος στίς μέρες μας βιολογικά καί κυρίως κοινωνικά καί πνευματικά, χρειάζεται τήν ἁγιότητα. Τήν ἁγιότητα ἐνσαρκώνουν καί ἀκτινοβολοῦν οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι, πού ἐκπέμπουν ἕνα μήνυμα παραμυθίας γιά μᾶς. Πρέπει νά κατανοήσουμε πώς ἡ ἁγιότητα δέν εἶναι μία ἀπόμακρη καί ἀνέφικτη ἰδιότητα· εἶναι ἐφικτή. Ἡ ἁγιότητα, ὅπως διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἐκφράζοντας τό πνεῦμα τοῦ σιναϊτικοῦ Μοναχισμοῦ, εἶναι μία ἀνάβαση στήν κλίμακα τῆς πνευματικῆς Ζωῆς. Αὐτήν τήν ἀνάβαση στίς βαθμίδες τῆς ἐνάρετης καί ἁγίας Ζωῆς ἐπιτυγχάνει ὁ ἄνθρωπος ὕστερα ἀπό ἰσόβιο πνευματικό ἀγῶνα, μέ ἄσκηση, συνεχῆ παιδεία, προσευχή, ταπείνωση καί διάκριση.
Ὁ μακαριστός Γέροντας Πορφύριος, ὅπως καί οἱ ἄλλοι γνωστοί Γέροντες τῶν ἡμερῶν μας, ἀλλά καί τόσες ἄλλες ἄγνωστες καί ἀφανεῖς κατά κόσμον ὁσιακές μορφές, πιστοποιοῦν μέ τήν ἁγία βιοτή τους, πώς ἡ ἁγιότητα ὑπάρχει ἀκόμη στήν ἐποχή μας. Θά πρέπει ὅμως ἐμεῖς νά ὑπερβοῦμε τά ὅρια τῆς ἀνθρώπινης ἀντιληπτικότητας, γιά νά μπορέσουμε ἔτσι νά κατανοήσουμε τό μεγαλεῖο τῆς συνύπαρξης τῆς ἁγιότητας μέ τήν ἁμαρτωλότητα μέσα στόν ἴδιο κόσμο, στήν ἴδια κοινωνία.
Ὁ πατήρ Πορφύριος ( 1906-1991) ἀποτελεῖ μία ἀπό τίς σημαντικότερες πνευματικές παρουσίες τοῦ αἰώνα μας. Ἡ περιοχή, τήν ὁποία ἐβίωσε καί ἐξέφρασε, εἶναι ἐκείνη τοῦ Θαύματος, τῆς ἀσκήσεως καί τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Εἶναι ἕνας πνευματικός χῶρος ὑπερβατικός , σχεδόν ἀπροσπέλαστος ἀντιληπτικά καί λογικά.Ἡ ἄκρα ταπείνωση ἦταν ἡ κύρια ἀρετή πού κοσμοῦσε τήν προσωπικότητα τοῦ Γέροντος Πορφυρίου.
Ἡ συνεχής ἄσκηση, ἡ ταπείνωση καί ἡ ὑπακοή διάνοιγαν τόν δρόμο πρός τήν ὀρθή αὐτογνωσία, τήν αὐτοεκτίμηση καί τήν ὀρθή αὐτοαντίληψη.Ἔτσι μποροῦσε, ὅπως ὅλοι ἄλλωστε οἱ Ἅγιοι, νά μεταμορφώνει τό ἐγώ του μέ ταπείνωση καί ἀγάπη, χρησιμοποιώντας τήν παιδαγωγική μέθοδο τῆς αὐτομεμψίας καί ἐπιδιώκοντας τήν ἀκενοδοξία.
Πληροῖ τήν κτίσιν Ἰησοῦς, ὥσπερ ψυχή τό σῶμα καί θάλπει καί παρηγορεῖ,ὥσπερ αὐτή τό σκῆνος. ( Ἅγιος Μελέτιος )Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Γέρων Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης (1924-1994), μιά ἄλλη ὁσιακή φυσιογνωμία τῶν ἡμερῶν μας, στό περισπούδαστου βιβλίο του μέ τίτλο: " Ἁγιορεῖται Πατέρες καί Ἁγιορείτικα ", οἱ Πατέρες τῆς παλαιότερης ἐποχῆς εἶχαν πολλή πίστη καί ἁπλότητα καί οἱ περισσότεροι ἦταν μέ λίγα μέν γράμματα, ἀλλά, ἐπειδή εἶχαν ταπείνωση καί ἀγωνιστικό πνεῦμα δέχονταν συνέχεια τόν θεῖο Φωτισμό. Ὁ Θεός, σάν καλός καί δίκαιος πού εἶναι, ἔδωσε σέ ὅλους μας καί ἀνάλογα Χαρίσματα, γιά νά ἀγωνιζόμαστε καί νά ἀνεβαίνουμε τήν πνευματική Κλίμακα μέ τήν βοήθεια τῆς Θείας Χάριτος καί νά πλησιάζουμε ὅλο καί περισσότερο σ' Ἐκεῖνον, πού εἶναι ὁ Δημιουργός μας, πού εἶναι παντοδύναμος καί θά δώσει τή θεϊκή του Δύναμη νά συντρίψουμε τά κέρατα τοῦ πονηροῦ. Μᾶς παρακολουθεῖ συνέχεια ἀοράτως καί θά μᾶς ἐνισχύει, ὅταν ἐμεῖς ἔχουμε τήν ἀγαθή προαίρεση καί κάνουμε τόν μικρό κατά δύναμη ἀγώνα μας.59
Μέ τά ἴδια λόγια ἔρχεται νά μᾶς διαφωτίσει καί ὁ Mακαριστός Γέροντας τῆς Πάτμου Ἀμφιλόχιος Μακρῆς (1889-1970 ), συμβουλεύοντάς μας ν' ἀγαπήσουμε τόν Ἕνα γιά νά μᾶς ἀγαπήσουν ὅλοι. Θά μᾶς ἀγαποῦν ὄχι μόνο οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά καί αὐτά τά ἄλογα ζῶα, διότι ἐξερχομένη ἡ Θεία Χάρις ἔξωθεν ἠλεκτρίζει καί μαγνητίζει ὅ,τι βρεῖ μπροστά Της. Ἀλλά ὄχι μόνο θά μᾶς ἀγαποῦν, θά μᾶς σέβονται κιόλας, διότι στό πρόσωπο τό δικό μας θά εἰκονίζεται τό ἁγνό παρθενικό Πρόσωπο Ἐκείνου, πού θά ἀγαπᾶμε καί θά λατρεύουμε. Μᾶς προτρέπει νά ἔχουμε πάντοτε τήν ἀδελφική ἀγάπη, τήν θερμή προσευχή, τήν ἁγία ὑπακοή καί αὐαπάρνηση, πού εἶναι ἡ πραγματική καί ἁγία ζωή τῶν Μαρτύρων. Ὅταν ὁ Θεός μᾶς ἀξιώση καί στολισθῶμεν μέ αὐτές τής ἀρετές, ἔχομεν ἐλευθέραν τήν εἴσοδον εἰς τήν ἐπουράνιον Βασιλείαν τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νά χαιρόμαστε, γιατί ὁ Ἰησοῦς κρατᾶ καλλιτεχνική σμίλη στά χέρια Του καί θέλει νά ἑτοιμάσει-ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους- ἀγάλματα τοῦ οὐρανίου Παλατίου. Εἴμαστε βασιλικά πρόσωπα καί προοριζόμαστε γιά τόν οὐράνιο Νυμφώνα. Μᾶς προτρέπει νά γίνουμε ἄνθρωποι ἄξιοι τῆς ἄνω Ἰερουσαλήμ. Γιατί ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἁπλοποιεῖται, θεοποιεῖται. Γίνεται ἄκακος, ταπεινός, πράος, ἐλεύθερος, γίνεται, γίνεται.........
Ε) Κοινωνικά ὀφέλη καί προσωπικοί καρποί τῆς ἀρετῆς καί ἁγιότητος στήν παιδαγωγική ἐπιστήμη, στήν ψυχολογία, στήν πρόληψη τοῦ ἐγκλήματος, στήν ἐκκλησιαστική ζωή, στήν τέχνη καί στόν πολιτισμό.
Ἡ πνευματική παράδοση τοῦ τόπου μας, ὅπως ἔχουμε πεῖ, εἶναι ζωντανή. Λέγοντας ζωντανή τήν ἀντιδιαστέλλουμε μέ τήν μουσειακή καί τήν βιβλιακή, ἀφοῦ ἀποτελεῖ τόν τρόπο ζωῆς ἑνός λαοῦ καί τήν ὀργανική συνάρθρωση τῶν στοιχείων πού συνθέτουν τήν παρουσία του μέσα στόν κόσμο. Εἶναι ἀκόμα ἡ ἀγωγή καί ἡ παιδεία του, ὁ φωτισμός τῶν στοιχείων τοῦ πολιτισμοῦ του, ἀλλά καί ἡ νοηματοδότηση ὅλων τῶν γεγονότων τῆς ζωῆς καί τῆς πορείας του στήν ἱστορία. Δυστυχῶς σήμερα μεγάλο μέρος τοῦ σύγχρονου κόσμου ταλαιπωρεῖται ἀπό προσωπικά ἀδιέξοδα, λόγῳ ἀτοπημάτων, διχασμῶν καί ἑνός ξενότροπου βίου.
Τήν δύσκολη αὐτή κατάσταση μποροῦμε, ἄν θελήσουμε, νά ἀποτινάξουμε μέ τήν βοήθεια τῆς ἐνάρετης καί ἁγίας ζωῆς τῶν σοφῶν Γερόντων τῆς ἡσυχίου ἐρήμου, πού προβάλλει ὡς παράδειγμα στήν ζωή τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου. Παλαιοί καί νεότεροι Ἅγιοι, διακριτικοί καί χαριτωμένοι, προτείνουν τήν ἀπαλλαγή ἀπό τά πολλά περιττά καί τήν ἀνακάλυψη τοῦ βάθους μας μέ τήν θεοφώτιστη αὐτογνωσία. Οἱ Ἅγιοι δέν εἶναι οἱ ἄκαμπτοι ἰατροί, πού ἀποφθέγγονται πρός τούς ἀσθενεῖς καί αἰχμαλώτους τῶν παθῶν, ἀλλά οἱ ταπεινοί, στοργικοί καί τρυφεροί φίλοι τῶν πάντων. Σάν τόν εὐαγγελικό Λόγο, τά ρήματά τους ἀπευθύνονται ὄχι στή μάζα ἀλλά στό πρόσωπο, ὄχι στό παρελθόν ἀλλά στό παρόν, στήν ἀνόρθωση ἀπό τήν πτώση καί τόν σκληρό ἐγωισμό, στήν νηφάλια ταπείνωση, στήν ἀναγωγή ἀπό τό σφαλερό " ἐγώ " στό " ἐμεῖς ". Ἔτσι γίνεται συντομότερη καί εὐκολότερη ἡ ὁδός πρός τήν τελείωση.
Ἀλλά ἡ παρουσία στόν κόσμο μας τῶν Ἁγίων δεν ἀποτελεῖ μόνον μία ζωντανή προβολή προτύπων ἁγιότητας βίου· εἶναι καί ἕνα ἰδιαίτερο στήριγμα, μία παραμυθητική αἴσθηση. Εἶναι φῶς, παρηγοριά καί παράκληση ζωῆς γιά μία κατηγορία ἀνθρώπων: γιά τούς μοναχικούς, γιά τούς ἀπόμαχους τῆς ζωῆς, γιά τούς ἀσθενεῖς μέ ἀνίατες ἀσθένειες, γιά τούς παραλυτικούς καί τούς κατάκοιτους, γιά τούς γονεῖς καί κυρίως γιά τίς μητέρες πού σηκώνουν ἀγόγγυστα τό σταυρό τῆς ἀναπηρίας ἤ τῆς χρόνιας ἀσθένειας τῶν παιδιῶν τους, γιά τούς νέους καί τίς οἰκογένειές τους πού ἀργοπεθαίνουν στά ἀδιέξοδα τῶν ἐξαρτησιογόνων οὐσιῶν. Γιά ὅλους αὐτούς τούς ἀνθρώπους τῆς ὀδύνης καί ὅλους τούς ὑπόλοιπους, πού στίς ἀτέλειωτες ὧρες τῆς νυχτερινῆς μοναξιᾶς βιώνουν πιό ἔντονα τήν προϊοῦσα κυριαρχία τῆς φθορᾶς, τοῦ πόνου καί τοῦ θανάτου στό βιολογικό καί τό ψυχικό τους εἶναι, οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἦσαν καί εἶναι πάντοτε ἡ ζῶσα ἐλπίδα.
Ἡ ζωή τοῦ κάθε ἀνθρώπου μοιάζει μέ ἕνα ταξίδι. Ἕνα ἐπιλεκτικό ταξίδι μέ χιλιάδες ὁδούς καί μονοπάτια, πού καλούμαστε νά περπατήσουμε κάνοντας χρήση τοῦ πιό σπουδαίου, ἀλλά καί βαρύτιμου δώρου, πού μᾶς χάρισε ὁ Δημιουργός, τῆς ἐλευθερίας. Στό διάβα του λοιπόν ὁ καθένας ἐλεύθερα κάνει μικρές ἤ μεγάλες στάσεις γιά νά διδαχθεῖ, νά γνωρίσει, νά πράξει. Καί τέλος, μέ περιουσία ὅλες αὐτές τίς ἀναμνήσεις, πράξεις, ἐμπειρίες θά φθάσει στόν προορισμό του, πού ὅμως θά σημάνει καί τήν ἀφετηρία γιά ἕνα ἄλλο ταξίδι- ἀτέρμονο αὐτή τή φορά-τό ταξίδι τῆς ψυχῆς στήν αἰωνιότητα.61
Μ' ἕνα τέτοιο ταξίδι μοιάζει καί ἡ εἰσήγηση πού κρατοῦμε στά χέρια μας. Ἕνα ταξίδι πρός τίς ὁδούς καί τό ὅραμα τῆς Ἁγιότητος. Ἕνα λησμονημένο ἴσως ὅραμα-βίωμα πού πολλοί ὅμως τό ἀναζητοῦν καί ἐπιθυμοῦν νά τό γνωρίσουν καί νά τό κατακτήσουν. Ταξιδεύοντας λοιπόν στίς σελίδες κάναμε στάσεις, γιά νά μάθουμε, νά γνωρίσουμε, νά προβληματιστοῦμε, νά ἀναθεωρήσουμε καί τέλος νά καταλήξουμε σέ συμπεράσματα προσωπικά ὁ καθένας.
Στίς στάσεις πού κάναμε, μικρές ἤ μεγάλες, γνωρίσαμε τήν σκέψη ἀρχαίων καί συγχρόνων μας ἀνθρώπων, πού μέ τελείως ξεχωριστό τρόπο ἀνέπτυξαν ἕναν προβληματισμό γιά διαφορετικές πτυχές τοῦ θέματός μας, πού εἶναι καί σημεῖο προορισμοῦ τοῦ ταξιδιοῦ μας, τοῦ ταξιδιοῦ μας πρός τήν ἀναζήτηση τῆς Ἁγιότητας.
Ὁ σύγχρονος αὐτός προβληματισμός φέρνει αὐτομάτως τήν ἁγιότητα ἀντιμέτωπη μέ κοινωνικές, φιλοσοφικές καί ἐπιστημονικές τάσεις τῆς ἐποχῆς μας, ἐπιδιώκοντας ἔτσι μιάν ἀλήθεια ἀλληλλένδετη μέ τήν σημερινή πραγματικότητα καί τίς προκλήσεις της. Πῶς θά μπορούσαμε νά μιλήσουμε γιά Ἁγιότητα, ἄν δέν τήν ἐξετάσουμε σέ σχέση μέ τά παιδιά καί τούς νέους πού ζοῦν ἀναμεσά μας καί καλοῦνται ν'ἀναρριχηθοῦν στή δύσβατη ὁδό τῆς τρίτης ἀπό Χριστοῦ
χιλιετηρίδος ; Ποιά Ἁγιότητα θά γνωρίζαμε μακριά ἀπό τήν Ἐκκλησία, τή λατρεία, τήν τέχνη, τή δημιουργία καί τήν ἱστορική πραγματικότητα ;
Ἀναζητώντας λοιπόν τήν Ἁγιότητα, ἀναζητοῦμε τήν Ἀλήθεια, τόν ἀληθινό τρόπο ζωῆς καί ὕπαρξης, πού δέν προσβάλλει τό " κατ' εἰκόνα " καί ἐπιτυγχάνει τό πολυπόθητο " καθ' ὁμοίωσιν ".
Ἡ Ἀλήθεια εἶναι Φῶς. Ἕνα ταξίδι στό Ἀπαύγασμα τοῦ Φωτός εἶναι κι αὐτό πού μαζί διανύουμε: ἕνα ὅραμα, πού προσπαθοῦμε νά τό ἀνασύρουμε ἀπό τό νέφος τῆς λήθης στό Φῶς τῆς Ἀλήθειας, ὑπακούοντας στόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη, πού προτρέπει τούς χριστιανούς νά γίνουν " συνεργοί τῇ ἀληθείᾳ "62
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.