Περί ἐγκρατείας.
Ὁ γηραιός Σωκράτης συνήθιζε τόν ἑαυτό του στό νά μαθαίνει τό ἄλογο μέρος τῆς ψυχῆς νά ὑπακούει στίς ἐντολές τοῦ λογικοῦ. Φρονοῦσε ὅτι ὁ ὕψιστος σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά γνωρίσει τήν ἀρετή καί ἀφιέρωνε ὅλες τίς προσπάθειές του στό ν' ἀναζητήσει τό τί εἶναι ἡ δικαιοσύνη καί τί ἡ ἀνδρεία καί κατ' ἀκολουθία θά ἔπρεπε, γνωρίζοντας κανείς τήν δικαιοσύνη, νά γίνεται ταυτόχρονα καί δίκαιος. Γι' αὐτό ἀναζητοῦσε τήν φύση τῆς ἀρετῆς, χωρίς νά νοιάζεται πῶς αὐτή ἀποκτᾶται καί ἐκ ποίων στοιχείων ἀποτελεῖται καί πῶς ἐφαρμόζεται. Διότι δέν ἐπιθυμοῦσε μόνο νά ξέρουμε τι εἶναι ἡ ἀρετή, ἀλλά ἐπιθυμοῦσε μάλλον νά εἴμαστε ὑγιεῖς, παρά νά ξέρουμε τί εἶναι τό ὑγιαίνειν καί νά ἔχουμε μία καλή κράση, παρά νά ξέρουμε τί εἶναι ἡ καλή καί γερή κράση.8
Τά Ἠθικά Εὐδήμεια καί τά Ἠθικά Νικομάχεια εἶναι δύο σειρές μαθημάτων ἠθικῆς, στίς ὁποῖες ὁ Ἀριστοτέλης ἀναπτύσσει τήν ἠθική πού ἀνταποκρίνεται στή νέα περί ἀνθρώπου ἀντίληψη. Ἡ ἐν λόγῳ ἀντίληψη, ἀφ' ἑνός παραμένει ἰσχυρῶς ἱεραρχική καί διασφαλίζει στήν ψυχή μία ἀναμφισβήτητη ἀνωτερότητα ἐπί τοῦ σώματος-ὀργάνου της, ἀλλά δέν τῆς διασφαλίζει πλέον καμμία ὑπερβατικότητα· ἀφ' ἑτέρου ἄν καί διακηρύσσει τήν συνεργασία τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, δέν ἔχει ἀκόμη ἀνακαλύψει τήν οὐσιακή τους ἑνότητα. Κάθε ἀρετή θά μᾶς πεῖ εἶναι τό μεσαῖο ἀνάμεσα σέ δύο ἐλαττώματα, πού ἀπ' αὐτά ἄλλοτε τό ἕνα καί ἄλλοτε τό ἄλλο ἀπομακρύνεται περισσότερο.
Σ' ὅλα τά πράγματα, τό ἐν σχέσει πρός ἡμᾶς μέσον εἶναι τό καλύτερο ( ἡ μέση ὁδός ), λέει ὁ Ἀριστοτέλης. Καί μπορεῖ κανείς νά πειστεῖ περί τούτου μέ τήν ἐπαγωγή καί τήν θεωρητική ἐξέταση. Ἐπομένως, εἶναι ἀνάγκη ἡ ἠθική ἀρετή νά συνίσταται σέ ὁρισμένα μέσα καί νά εἶναι κάποια μεσότης, ἡ τελεία ἰσορρόπησις ἀντιθέτων παθῶν 9. Ἐπιβάλλεται λοιπόν νά ἐξετάσουμε ποιά μεσότης εἶναι ἡ ἀρετή καί σέ ποιά μέσα ἀναφέρεται. Γιά νά ἔχουμε ὑπ ' ὄψιν παραδείγματα παραθέτουμε τόν ἀκόλουθο πίνακα, στόν ὁποῖο θά μπορέσουμε νά τά μελετήσουμε:
ὀργιλότης-ἀοργησία-πραότης θρασύτης-δειλία-ἀνδρεία ἀναισχυντία-ἀτολμία-μετριοπάθεια ἀκολασία-ἀναισθησία-σωφροσύνη κέρδος-ζημία-δίκαιον φιλαρέσκεια-ἐγωπάθεια-ἀξιοπρέπεια
Ὅλα αὐτά τά πάθη καί παρόμοια ὑπάρχουν στίς ψυχές καί ἄλλα ἀντλοῦνται ἀπό τήν ὑπερβολή καί ἄλλα ἀπό τήν ἔλλειψη πού παρουσιάζουν. Τοιουτοτρόπως ὁ ὀργίλος εἶναι ἐκεῖνος πού ὀργίζεται περισσότερο ἀπό ὅσο πρέπει ἤ γρηγορότερα ἀπό ὅσο πρέπει ἤ σέ περισσότερες ἀπ' ὅσο πρέπει περιπτώσεις. Ἀόργητος εἶναι ἐκεῖνος πού δέν ξέρει ἐναντίον τινός καί πότε καί πῶς πρέπει νά ὀργισθεῖ.
Ὅσον ἀφορᾶ πάλι τά διάφορα εἴδη ὅλων αὐτῶν τῶν παθῶν, αὐτά ἑλκύουν τό ὄνομά τους ἀπό τίς διαφορές πού παρουσιάζουν τά ἴδια τά πάθη, ἀνάλογα μέ τήν ὑπερβολή ἤ τῆς διάρκειας ἤ τῆς ἐντάσεως τῶν στοιχείων πού συγκροτοῦν τά πάθη.
Ἔτσι, γιά παράδειγμα, ἡ μοιχεία ἡ ἴδια ἀποτελεῖ μία διαφθορά, μιά κακοήθεια, θά μᾶς πεῖ ὁ Ἀριστοτέλης. Καί ἀρκεῖ καί μία μόνο πράξη γιά νά στιγματισθεῖ καί τό πάθος καί ὁ χαρακτῆρας ἐκείνου πού παραδίδεται στό πάθος. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος πού ὑποκύπτει στίς ἐπιθυμίες του βρίσκει σχεδόν πάντα δικαιολογητικά, γιά νά ἀθωώνει τόν ἑαυτό του καί νά τυφλώνει τήν συνείδησή του, ὥστε νά μπορεῖ " ἐλεύθερα " νά ὑποδουλώνεται στά πάθη 10.
Καί ἡ φιλία τῶν παιδιῶν μέ τούς γονεῖς εἶναι, ὅπως καί ἡ φιλία τῶν ἀνθρώπων μέ τούς θεούς, σάν τήν σχέση μέ κάποιο ἰδανικό καί μέ κάτι ἀνώτερο· γιατί αὐτοί τούς ἔχουν κάνει τίς μεγαλύτερες εὐεργεσίες· δηλαδή αὐτοί εἶναι αἴτιοι καί γιά τήν ζωή τους καί γιά τήν ἀνάπτυξή τους καί, ἀφοῦ γεννήθηκαν, καί γιά τήν ἀγωγή τους. Καί ὅπως τά παιδιά προσπαθοῦν νά μιμηθοῦν τούς γονεῖς, γιατί τούς ἔχουν ὡς πρότυπα, ἔτσι καί οἱ ὁλοκληρωμένοι ἄνθρωποι ἀγωνίζονται νά φθάσουν τήν θέωση ( μίμηση τῶν θεῶν ) γιά νά ἐπέλθει ἡ πλήρης ὁλοκλήρωση τοῦ χαρακτῆρος 11.
Φαινομενολογία καί δεοντολογία τῆς ἀγωγῆς συνάπτονται ἀπό τόν Πλάτωνα σέ ἁρμονικό σύνολο μέ θαυμαστή ἑνότητα. Τήν Πολιτεία τήν βλέπει ὁ Πλάτων ὡς τήν περιοχή, ἐντός τῆς ὁποίας τελεῖται τό ὅλο παιδαγωγικό φαινόμενο. Ὅλοι οἱ πολίτες εἶναι φορεῖς τοῦ φαινομένου αὐτοῦ, τοῦ ὁποίου τίς ἐκδηλώσεις τίς διαβλέπει ὀξύτατα τό βλέμμα τοῦ φιλοσόφου. Στήν ὕψιστη βαθμίδα τῆς τελειώσεως τῆς παιδείας, μέ τήν ὁποία ἐπιτυγχάνεται τό " ἰδεῖν τό ἀγαθόν 12" φθάνουν μόνο οἱ φιλοσοφικές φύσεις, οἱ ὁποῖες θά ἐξελιχθοῦν σέ πολιτικούς καί πνευματικούς ἡγέτες. Ἡ πρός τήν τελείωση
ἀνάβαση τῶν ὑπολοίπων τερματίζεται σέ ἐνδιάμεσα σημεῖα τῆς μακρᾶς ἀνόδου, διότι οἱ φυσικές προδιαθέσεις τους δέν ἐξαρκοῦν πρός συνέχισή της.
Τό παιδευτικό τοῦτο φαινόμενο τῆς ἀναγωγῆς ἀπό τήν ἀμάθεια στή μόρφωση, ἀπό τό χάος στόν κόσμο, ἀπό τήν αἴσθηση στή νόηση, ἀπό τήν φαυλότητα στήν ἀρετή, ἀπό τό ἀνθρώπινο στό θεῖο, ἀπό τό γήινο στό οὐράνιο, ἀπό τοῦ "γινομένου ἐπί τό ὄν " παρακολουθεῖ καί ρυθμίζει ἡ Πολιτεία διά τῆς ὅλης παιδαγωγικῆς μέριμνάς της. Ἡ παιδεύουσα πόλις δέν ἐπιδρᾶ παιδευτικά σέ μία μόνη ἡλικία ἤ τάξη, ἀλλά σέ ὅλους τούς πολίτες, καί τῶν δύο φύλων ἀπό τή γέννηση μέχρι τόν θάνατο καί, ἐνῶ ἀπευθύνεται κυρίως στήν ψυχή, δέν ἀμελεῖ τό σῶμα τῶν πολιτῶν. Διδάσκει καί ἐθίζει διά μέσου τοῦ λόγου καί τοῦ παραδείγματος στό σχολεῖο, στό θέατρο, στά γυμναστήρια, στά δικαστήρια, στήν ἐκκλησία, σέ περίοδο πολέμου καί εἰρήνης, στά συμπόσια καί στίς γιορτές, στήν ἰδιωτική καί δημόσια ζωή. Εἴτε μέ τήν ἀγάπη εἴτε μέ τήν βία. Πότε τιμωρεῖ καί πότε ἐπαινεῖ 13.
Ἄν οἱ λληνες πρῶτοι συνέλαβαν τήν ἔννοια τῆς παιδείας, ὁ Πλάτων ὄχι μόνο τήν ἐξέφρασε καί ἑρμήνευσε μέ τό θεῖο κάλλος τοῦ λόγου του, ἀλλά καί προσέδωκε σ' αὐτήν εὐρύτητα καί βάθος, ἐντέλεια καί ἰδεώδη χαρακτῆρα. Ὁ Πλάτων εἶδε τήν ἔννοια τῆς παιδείας ὡς τόν θεμελιώδη λόγο ὑπάρξεως τῆς πολιτείας· τήν ἀνήγαγε σέ μία τῶν ἰδεῶν καί τήν ὕψωσε στόν "ὑπερουράνιο τόπο ".
Β) Ἡ ἀρετή καί ἡ ἁγιότητα κατά τήν Ἁγία Γραφή (Παλαιά καί Καινή Διαθήκη ).
Ἡ ἔννοια τῶν ὅρων ἀ ρ ε τ ή καί ἁ γ ι ό τ η ς στήν Παλαιά Διαθήκη ἔχει διπλῆ θά λέγαμε σημασία, ἀναλόγως τῆς οὐσίας καί τῆς ὑπάρξεως τοῦ ὄντος, τό ὁποῖον κατέχει τίς ἰδιότητες αὐτές.
Τό πρῶτο Ὄν, τό ὁποῖο κατέχει στόν ἀπόλυτο βαθμό τίς δύο αὐτές ἰδιότητες καί μάλιστα ipso jure εἶναι τό Θεῖον, ὁ Τριαδικός Θεός, ὅπως Αὐτός ἐμφανίζεται στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη.
Ὁ Θεός ἔχει ὅλες τίς ἀρετές καί πᾶσαν Ἁγιότητα ἀπό τήν Φύση Του, χωρίς νά χρειάζεται οὔτε κάποιος νά τοῦ τίς παραχωρήσει οὔτε νά ἀγωνιστεῖ γιά νά τίς ἀποκτήσει. Αὐτές ὑπάρχουν μέσα στή θεία Φύση καί Οὐσία Του «ἐξ ὑποκειμένου».
Τό ἕτερον ὄν, τό ὁποῖο δύναται καί πρέπει νά ἀποκτήσει τίς δύο αὐτές ἰδιότητες, τήν ἀρετή καί τήν ἁγιότητα, εἶναι ὁ ἄνθρωπος.
Αὐτός ὁ Θεός σύμφωνα μέ τό γραφικό «ἐποίησε τόν ἄνθρωπον κατ' εἰκόνα αὐτοῦ καί καθ' ὁμοίωσιν», καί προτρέπει διά τοῦ στόματος τῶν προφητῶν· «Γίνεσθε ἅ γ ι ο ι, ὅτι Ἐγώ ἅγιός εἰμι». Ὁ ἄνθρωπος ἔχει «ἐν δυνάμει» τήν δυνατότητα νά ἀποκτήσει σέ κάποιο βαθμό τήν ἀρετή σέ ὅλες της τίς ἐκφάνσεις (πολλές ἀρετές) καί δι' αὐτῆς νά ὁδηγηθεῖ ipso facto, μέ δικές του ἐνέργειες καί πράξεις ἀνάλογες, μέ ἄσκηση καί πνευματικούς ἀγῶνες στήν «ἐν Θεῷ τελειότητα καί ἁγιότητα» καί τήν εἰς τέλος ἐπιδιωκομένη ἕνωση μέ τό Θεό, τήν θέωση.
Ἡ Ἀρετή ἡ ἀναφερομένη στό Θεό οὔτε ποιοτικά οὔτε ποσοτικά δύναται νά συγκριθεῖ μέ τίς ἀρετές τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ ἀρετές τοῦ ἀνθρώπου εἶναι σχετικές, πηγάζουν ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, παραχωροῦνται ὡς χαρίσματα καί δωρεές, τίς ὁποῖες αὐτός καλεῖται καί προσπαθεῖ νά τίς ἀξιοποίησει γιά τό «καθ' ὁμοίωσιν», ἐνῶ ἡ Ἀρετή τοῦ Θεοῦ εἶναι τό σύνολο πασῶν τῶν Ἀρετῶν στόν ἀπόλυτο βαθμό καί εἶναι ταυτόσημη μέ τήν ἀπόλυτη Ἁγιότητά Του, πού κατά τό γραφικό, καλύπτει ὅλο τόν οὐρανό: «Ἐκάλυψεν οὐρανούς ἡ Ἀρετή Αὐτοῦ»14 ὅπως χαρακτηριστικά ψάλλει καί ἡ Ἐκκλησία μας στόν Κανόνα τῆς Ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς: «Ἐκάλυψεν οὐρανούς ἡ Ἀρετή Σου, Χριστέ, τῆς κιβωτοῦ γάρ προελθών τοῦ Ἁγιάσματός Σου» καί τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, «Τό θεῖον καί ἄῤῥητον Κάλλος τῶν Ἀρετῶν Σου, Χριστέ, διηγήσομαι· ἐξ ἀϊδίου γάρ Δόξης συναΐδιον καί ἐνυπόστατον λάμψας Ἀπαύγασμα...», καί πού συναντᾶμε σέ πλεῖστα χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ἡ ἀποκορύφωση τῆς ἀναφορᾶς τῆς ἁγιότητος τοῦ Θεοῦ, σάν ὕμνος καί αἶνος, ἐμφανίζεται κατά τήν τριπλῆ ἐκφορά τοῦ ἐπιθέτου «ἅ γ ι ο ς» στόν Τρισάγιο Ὕμνο, στό ὅραμα τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα. Τά Σεραφείμ, «εἱστήκεισαν κύκλῳ τοῦ ὑψηλοῦ καί ἐπῃρμένου θρόνου τοῦ Θεοῦ... καί ἐκέκραγεν ἕτερος πρός ἕτερον καί ἔλεγον· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ...»15
Περαιτέρω σέ κάποιο ὅραμα τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα παρουσιάζεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός νά λέει: «Ἐγώ ὁ Κύριος ὁ Θεός, τοῦτο Μου ἐστίν Ὄνομα· τήν Δόξαν Μου ἑτέρῳ οὐ δώσω, οὐδέ τάς Ἀρετάς Μου ἐν τοῖς γλυπτοῖς»16. Καί συνεχίζει παρακάτω ὁ ἴδιος ὁ Ἡσαΐας: «Δώσουσι τῷ Θεῷ Δόξαν, τάς Ἀρετάς αὐτοῦ ἐν τοῖς νήσοις ἀναγγελοῦσι»17.
Τό θέμα ὅμως, τό ὁποῖο καλούμεθα νά ἐξετάσουμε καί νά ἀναλύσουμε δέν ἀναφέρεται στήν Ἀρετή καί Ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μᾶς προκαλεῖ νά ἐρευνήσουμε τίς προϋποθέσεις καί τούς τρόπους, μέ τούς ὁποίους ὁ ἄνθρωπος δέχεται τήν Θεία Χάρη πού τόν προικίζει μέ τά σπέρματα τῶν ἐπιμέρους ἀρετῶν, τά ὁποῖα σπέρματα θά καταλήξουν στήν ὡρίμανση καί ὁλοκλήρωσή τους ὡς καρποί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθοσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια»18 καί ὅλοι οἱ ἄλλοι πού προέρχονται ἤ τούς συμπληρώνουν.
Οἱ ἀρετές, τίς ὁποῖες καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά ἀποκτήσει καί νά ἐνστερνισθεῖ ἀπό τήν προαναφερθεῖσα Πηγή, τόν Θεό, καί στήν συνέχεια νά τίς προεκτείνει σάν προσφορά στόν Θεό καί στόν πλησίον, δέν ἐννοοῦνται σάν εὐσεβιστικές ἐκδηλώσεις, οἱ ὁποῖες κατά κάποιον τρόπο ἐπαναφέρουν στήν μνήμη καί ξαναζωντανεύουν τό φαρισαϊκό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά διοχετεύονται σάν ποταμοί πνευματικῶν καί ὑλικῶν παροχῶν μέσα στήν διψασμένη καί πεινασμένη ἀνθρωπότητα μέ ἔργα ἀγαθά, προερχόμενα κυρίως ἀπό τήν «μείζονα καί κορωνίδα τῶν ἀρετῶν, τήν Ἀγάπη», σύμφωνα μέ τίς θεῖες Ἐντολές.
Ὁρισμένοι ἀπό τούς συγγραφεῖς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης χρησιμοποιοῦν τόν ὅρο «ἀρετή» ὄχι μόνο σάν δηλωτικό τῆς θρησκευτικῆς του ἐννοίας, ἀλλά πρός δήλωση τῆς ἀπό τούς ἀρχαίους Ἕλληνες ἐπαινουμένης ἀνδρείας, ἰδίως ὅσον ἀφορᾶ τό θάρρος καί τήν ἀγωνιστικότητα στούς πολέμους.
Ἡ χρήση τοῦ ὅρου αὐτοῦ ὡς ἀνδρείας ἀναφέρεται κυρίως στά βιβλία τῶν Μακκαβαίων.
[Βλέπετε τά πάρα πολλά σχετικά χωρία σέ ὅλα τά βιβλία τῶν Μακκαβαίων στό λῆμμα ἀρετή]
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.