«Δεν θέλω, αδελφοί μου, να αγνοείτε όσα έχουν σχέση με εκείνους που έχουν κοιμηθεί, για να μη λυπάσθε, όπως όλοι οι άλλοι που δεν έχουν ελπίδα. Γιατί, αν πιστεύουμε ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι και ο Θεός, εκείνους που έχουν κοιμηθεί, όντας ενωμένοι μαζί του με την πίστη στον Ιησού, θα τους πάρει κοντά Του» (Α' Θεσ. 4, 13).
1. Ας δούμε λοιπόν, πρώτα απ' όλα αυτό: Γιατί δηλαδή, όταν μιλάει ο Απόστολος για τον Χριστό, χρησιμοποιεί τη λέξη «θάνατο», ενώ όταν μιλάει για το τέλος του ανθρώπου, ονομάζει το θάνατο «κοίμηση», και όχι θάνατο. Μιλάει για όσους έχουν «κοιμηθεί» και όχι για όσους έχουν «πεθάνει». Γιατί λέει: «Αυτούς που έχουν κοιμηθεί με πίστη στον Ιησού, θα τους πάρει Εκείνος κοντά Του».
Και στη συνέχεια λέει: «Εμείς οι ζωντανοί, που θα μείνουμε πίσω και θα είμαστε στη ζωή, όταν έρθει ο Κύριος, δεν θα προφθάσουμε όσους θα έχουν κοιμηθεί» (Α' Θεσ. 4, 16)
Ούτε εδώ βέβαια είπε «αυτούς που θα έχουν πεθάνει», αλλά, μολονότι μιλάει τρίτη φορά για το ίδιο θέμα, πάλι ονόμασε το θάνατο «κοίμηση». Οταν όμως μιλάει για τον Χριστό, λέει: «Αν πιστεύουμε ότι ο Χριστός πέθανε». Δεν λέει «κοιμήθηκε», αλλά «πέθανε».
Γιατί λοιπόν, για το θάνατο του Χριστού, χρησιμοποίησε τη λέξη «θάνατο», ενώ το θάνατο του ανθρώπου τον ονόμασε «κοίμηση»; Δεν χρησιμοποίησε, ασφαλώς, ο Απόστολος άσκοπα και επιπόλαια αυτές τις λέξεις, αλλά θέλησε, με αυτή τη διάκριση, να διδάξει κάτι πολύ σπουδαίο και μεγάλο.
Για την περίπτωση του Χριστού, χρησιμοποίησε τη λέξη «θάνατο», για να βεβαιώσει το πάθος Του. Για μας τους ανθρώπους όμως χρησιμοποίησε τη λέξη «κοίμηση», για να παρηγορήσει τον πόνο μας.
Ο Χριστός αναστήθηκε. Γι’ αυτό και ο Απόστολος χρησιμοποιεί με άνεση τη λέξη «θάνατος». Για την περίπτωση όμως του ανθρώπου, ο οποίος στηρίζεται στην ελπίδα της ανάστασής του, χρησιμοποιεί ο Απόστολος τη λέξη «κοίμηση». Προσπαθεί έτσι, να παρηγορήσει τους συγγενείς για την στέρηση του ανθρώπου που έφυγε και, ταυτόχρονα, να ενισχύσει το ηθικό τους, με την ελπίδα της ανάστασης του νεκρού. Γιατί, όποιος έχει κοιμηθεί, σίγουρα θα αναστηθεί. Εφόσον ο θάνατος δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ύπνος βαθύς και παρατεταμένος.
Μπορείς βέβαια να πεις ότι αυτός που πέθανε δεν αισθάνεται, ούτε ακούει, ούτε βλέπει τίποτα. Κι εγώ σου απαντώ: Και σ' αυτόν που κοιμάται συμβαίνει το ίδιο. Θα μπορούσαμε μάλιστα να σημειώσουμε εδώ κάτι πολύ αξιοθαύμαστο. Η ψυχή δηλαδή εκείνου που κοιμάται συμμετέχει, κατά κάποιο τρόπο, στον ύπνο του σώματος. Η ψυχή όμως εκείνου που έχει πλέον πεθάνει, παραμένει στη ζωή και σε συνεχή εγρήγορση.
Θα μπορούσε ίσως κάποιος να πει: Ναι, καλά όλα αυτά, αλλά εκείνος που πεθαίνει, σε λίγο σαπίζει, διαλύεται και γίνεται σκόνη και στάχτη. Τί σημασία έχει όμως αυτό, αγαπητέ μου; Αυτό είναι ακριβώς, εκείνο για το οποίο πρέπει να χαίρεσαι. Γιατί αυτό κάνει και ο άνθρωπος, όταν θέλει να ξαναφτιάξει ένα σπίτι που έχει παλιώσει. Βγάζει δηλαδή πρώτα έξω τους ενοίκους του και μετά, αφού γκρεμίσει το παλιό σπίτι, κτίζει άλλο, καινούργιο και ομορφότερο. Φυσικά, καθόλου δεν λυπούνται οι ένοικοι που βγήκαν για λίγο από το παλιό σπίτι, αλλά, αντίθετα, χαίρονται πάρα πολύ. Γιατί δεν τους απασχολεί η κατεδάφιση, αλλά χαίρονται προκαταβολικά για τη νέα οικοδομή που θα ξαναχτιστεί.
Το ίδιο ακριβώς κάνει και ο Θεός. Επειδή θέλει να μας ανακαινίσει, διαλύει το σώμα μας, αφού πρώτα βγάλει έξω από αυτό την ψυχή μας. Θα ανακαινίσει το σώμα και μετά θα εγκαταστήσει πάλι μέσα την ψυχή, και μάλιστα, με περισσότερη λαμπρότητα και δόξα.
-----------------
Για να μην λυπάσθε
Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος
(Από το βιβλίο «Προσδοκώ Ανάσταση Νεκρών. Η ανάσταση των νεκρών κατά τους Πατέρες», Σειρά Ψηφίδες Φωτόμορφες 5, Εκδόσεις «Ετοιμασία», Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα, 2007)
Πηγή : http://www.alopsis.gr/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.