Δε θα ασχοληθούμε εδώ με το θέμα ουρανός ή ουρανοί είτε θρησκειοϊστορικά είτε στη θεολογία της Π.Δ. και της Κ.Δ. Πρόκειται για ενδιαφέρον αλλά πολύ ευρύ θέμα. Βλ. σχετικώς το σχετικό λήμμα (υπό των von Rad και Η. Traub) στο Th. W. N.T., καθώς και στο Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας, εκδ. Άρτος Ζωής, Αθήνα, 1980. Απλώς, σημειούται εδώ πως στον Ιουδαϊσμό οι ουρανοί είναι πολλοί, τρεις συνήθως ή επτά. Στην Κ.Δ. γίνεται λόγος περί ουρανών στα Συνοπτικά ευαγγέλια, στον Παύλο, και με κάποια ιδιαίτερη θεολογική έννοια στην προς Εβραίους. Στην Απκ. έχουμε μόνο ουρανόν. Ως κλασικό μεταξύ των Αποκαλύψεων περί ουρανών έργο θεωρείται η Ελληνική Αποκάλυψη του Βαρούχ.Εδώ εμάς ενδιαφέρει ο «καινός ουρανός». Εννοεί ο Ιωάννης κάτι αντίστοιχο με το «καινή γη», περί της οποίας κάποια ιδέα μας δίνει στο 21, 9-22, 5; Ο καθένας καταλαβαίνει την ανάγκη για μια «καινή γη»" μετά όμως την πτώση του σατανά εκ του ουρανού, γιατί έπρεπε και αυτός να γίνει «καινός»; Είναι ωραίος ο ουρανός που ο Ιωάννης περιγράφει στα κεφ. 4-19" ούτε μειώνει την ομορφιά του το ότι δε φαίνεται να υπάρχει για τον εαυτό του αλλά σε σχέση με αυτά που γίνονται ή θα γίνουν επί της γης. Μέσα στην καινή Ιερουσαλήμ, εντός του επί γης παραδείσου στα κεφ. 21,9-22,5 δεν παίζει κανένα ρόλο ο ουράνιος κόσμος των προηγούμενων κεφαλαίων. Εξ
αυτών άγεται κανείς να πιστέψει ότι ο «καινός ουρανός», κατ' αντιστοιχία προς το «καινή γη», δηλώνει απλώς μια αλλαγή και μεταμόρφωση του ουράνιου στερεώματος. Στην καλούμενη Αποκάλυψη των Εβδομάδων του Α'
Ενώχ κεφ. 91 εξ. γράφεται ότι κατά τη μεγάλη, αιώνια Κρίση, ο Θεός θα κάμει εκδίκηση μεταξύ των αγγέλων. Τότε ο παλαιός ουρανός θα παρέλθει και νέος ουρανός θα αναφανεί «και όλαι αι δυνάμεις των ουρανών θα δώσουν επταπλάσιον φως». Ο Nils Messel (Die Einheitlichkeit der Jüdischen Eschatologie, Töpelmann, Glessen, 1915, σελ. 34) έχει δίκιο, όταν στη μεταμόρφωση του ουρανού βρίσκει έκφραση της επιθυμίας για κατάργηση της ειδωλολατρείας, δηλ. των δαιμόνων, που οπωσδήποτε συνδέονταν με τον κόσμο των αστέρων.
Ο Ιωάννης στο κείμενο αυτό περιγράφει με δικό του τρόπο την πραγματοποίηση της προφητείας του Ησαΐα περί καινού ουρανού και καινής γης (65,17 66,22): «Ιδού οι δουλεύοντές μοι φάγονται... πίονται... ευφρανθήσονται... αγαλλιάσσονται... επιλήσονται την θλίψιν αυτών την πρώτην και ουκ αναβήσεται αυτών επί την καρδίαν. Έσται γαρ ο ουρανός καινός και η γη καινή, και ου μη μνησθώσι των προτέρων» (65,13 εξ.). Είναι φανερό γιατί ο Ιωάννης αρχίζει την περιγραφή του νέου κόσμου με αυτή την προφητεία του Ησαΐα. Η αποκαλυπτική σκέψη, μέχρι κάποιο χρονικό ιστορικό όριο, ήταν ικανοποιημένη με την καινή γη, την ανακαίνιση της γήινης ζωής και της ιστορικής πραγματικότητας. Ακόμα και στο δεύτερο τμήμα του βιβλίου του Ησαΐα (κεφ. 40-55), το προφητικό όραμα ικανοποιείται με την ανακαίνιση της ζωής και της ιστορίας στα κεφάλαια όμως 56-66 η
αποκαλυπτική όραση δείχνει έναν καινούργιο προβληματισμό προς την ιστορία, και γι' αυτό το «καινόν» αναμένεται να έλθει εκ του ουρανού. Έτσι ο Ιωάννης κάνει λόγο και περί καινού ουρανού, από όπου πλέον περιμένει
να έλθει, να κατέβει η καινή και αγία πόλις Ιερουσαλήμ.
Προειδοποιείται ο αναγνώστης πως οι ερμηνευτές, ιδιαίτερα ως προς το παρόν κείμενο, το κατάλαβαν κοι-τάζοντάς το από διαφορετική ο καθένας εκτίμηση ανταπόκρισης της πραγματικότητας στο γράμμα του κειμένου.
Έπειτα όπως συμβαίνει και ως προς άλλες ενότητες του βιβλίου (π.χ. τις 3 σειρές πληγών), το ίδιο, πιθανόν, γίνεται και εδώ: ο Ιωάννης συνθέτει σε μια ενότητα ποικίλες παραδόσεις περί του μέλλοντος κόσμου. Επίσης, να
μη λησμονάμε πως στην περιγραφή του νέου κόσμου, παρόλο το συμβολισμό που χρησιμοποιεί ο Ιωάννης, το υλικό δε χωρίζεται από το πνευματικό, σύμφωνα πάντοτε με τη βιβλική παράδοση, ούτε το σώμα από το πνεύμα του ανθρώπου. Μέσα στον καινό ουρανό και την καινή γη τα υλικά και πνευματικά είναι όπως τα ξέρουμε, μόνο που εδώ λειτουργούν διαφορετικά. Όσο δε κι αν είναι αναπτυγμένη η πνευματικότητα του προφήτη, με την ίδια πλαστικότητα και γραφικότητα
χρησιμοποιεί πολύ παλαιές εικόνες είτε της Βίβλου είτε του πανανθρώπινου μύθου για να παραστήσει τη νέα κατάσταση των ανθρώπων μέσα στην καινή κτίση. Εδώ, επίσης, πρέπει να επιστηθεί η προσοχή του αναγνώστη
στο απλούστατο εσχατολογικό χριστιανικό γεγονός ότι η προσωρινότητα σχετίζεται με τον ουρανό, όχι με τη γη" τελικά, ο ίδιος ο Θεός σκηνώνει μετά των ανθρώπων εντός της νέας Ιερουσαλήμ εις τους αιώνες. Αν και εκ
του ουρανού η προέλευση της πόλης, αυτή δεν είναι κάτι που τελικά ανεβαίνει από τη γη στον ουρανό αλλά, το αντίθετο, κάτι που από τον ουρανό κατεβαίνει στη γη. Η βιβλική αυτή τάση προς τον άνθρωπο και την
ιστορία, και η αντίληψη της σωτηρίας ως μεταμόρφωσης του κόσμου με κέντρο την ανθρωπότητα, παραμένει βασική διδασκαλία του χριστιανισμού, όσο και αν, αργότερα, η χριστιανική θεολογική σκέψη πιέσθηκε από την
ελληνικής προέλευσης θεολογία που επικροτεί ως ανοδική την πορεία εκ των κάτω προς τα άνω, ενώ τη φορά εκ των άνω προς τα κάτω (καταβαίνει εκ του ουρανού) θεωρεί ο ελληνισμός ως πτώση. Είναι εξαιρετικά έντονη η
βιβλική του Ιωάννη τοποθέτηση ως προς το ζήτημα αυτό.
Ως γνήσιος Εβραίος και ως χριστιανός βλέπει ο σ. με αισιοδοξία τη λύση του ανθρώπινου δράματος με τον καινό ουρανό και την καινή γη. Αυτό θα εκτιμήσει κα-
νείς ιδιαίτερα, αν σκεφθεί πως ο σύγχρονος του Ιωάννη ελληνικός και ρωμαϊκός κόσμος πιστεύει ότι ζει μέσα στην περίοδο της παρακμής της ανθρώπινης ιστορίας, στην εποχή του 'σιδήρου' (αρχική εποχή του χρυσού, μετά
του αργύρου, του χαλκού και τέλος του σιδήρου). Ο ρωμαίος ποιητής Λουκρήτιος (99-55 π.Χ.), άνθρωπος απαλλαγμένος ως επικούρειος από οιουσδήποτε φόβους, πιστεύει ακράδαντα πως ζει στην εποχή του σιδήρου και της
ανθρώπινης παρακμής. Ο Ιωάννης, παρά την εικόνα του περί φρικτής θηριωδίας και καταπίεσης των ρωμαίων Καισάρων, με τον καινό ουρανό και την καινή γη σαλπίζει καινούργια ξεκινήματα για την ανθρωπότητα.
Α. II καινή κτίση-Η σκηνή του Θεού μετά των ανθρώπων (21,1-8)
1 Και είδον ούρανόν καινό ν και γη ν καινή ν. ό γάρ πρώτος ούρανός καί ή πρώτη γη απήλθαν και ή θάλασσα ούκ έστιν έτι. 2 και την πόλιν τήν άγίαν 'Ιερουσαλήμ καινήν είδον καταβαίνουσαν εκ τοΰ ούρανοϋ άπό τοϋ θεού
ήτοιμασμένην ώς νύμφη ν κεκοσμημένην τω άνδρί αυτής. 3 και ήκουσα φωνής μεγάλης εκ τοϋ θρόνου λεγούσης' ιδού ή σκηνή τοϋ θεού μετά των ανθρώπων, και σκηνώσει μετ' αύτών, και αύτοί λαοί αύτοϋ έσονται, και
αύτός ό θεός μετ' αύτών έσται αύτών θεός,
4 καί εξαλείψει πάν δάκρυον εκ των οφθαλμών αύτών, καίό θάνατος ούκ έσται έτι οϋτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος ούκ έσται έτι, ότι τά πρώτα απήλθαν.
5 Καί είπεν ό καθήμενος επί τω Ορό ν ω' ιδού καινά ποιώ πάντα καί λέγει' γράψον, ότι ούτοι οί λόγοι πιστοί
καί αληθινοί είσιν. καί είπέν μοϊ γέγοναν. έγώ ειμί τό άλφα καί τό ώ, ή αρχή καί τό τέλος, έγώ τω διψώντι δώσω έκ της πηγής τοϋ ύδατος τής ζωής δωρεάν. 7 ό νικών κ/ηρονομήσει ταύτα καί έσομαι αύτω Θεός και αύτός
έσται μοι υιός. 8 τοις δέ δειλοΐς καί άπίστοις καί έβδελυγμένοις καί φονεϋσιν καί πόρνοις καί φαρμάκοις καί είδωλολάτρως καί πάσιν τοις ψευδέσιν τό μέρος αύτών έν τή λίμνη τή καιομένη πυρ ι καί θείω, ό έστιν ό θάνατος
ό δεύτερος.
1 Τότε είδα έναν καινούριο ουρανό και μια καινούρια γη. Ο πρώτος ουρανός κι η πρώτη γη εξαφανίστηκαν, κι η θάλασσα δεν υπάρχει πια. 2 Κι είδα την άγια Πόλη, τη νέα Ιερουσαλήμ, να κατεβαίνει από τον ουρανό, από
το Θεό, έτοιμη σαν τη νύφη που στολισμένη περιμένει τον άντρα της. 3 Κι άκουσα μια δυνατή φωνή από το θρόνο να λέει: «Να, η κατοικία του Θεού μαζί με τους ανθρώπους. Θα κατοικήσει μαζί τους, κι αυτοί θ' αποτελούν
το λαό του. Ο ίδιος ο Θεός θα είναι μαζί τους, 4 θα διώξει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους, κι ο θάνατος δε θα υπάρχει πια' ούτε πένθος ούτε κλάμα ούτε πόνος θα υπάρχει πια, γιατί τα παλιά πέρασαν».
5 Και είπε αυτός που καθόταν στο θρόνο: «Να, όλα τα κάνω καινούρια». Και μου λέει: «Γράψε, γιατί τα λόγια μου είναι αξιόπιστα κι αληθινά». 6 Και πρόσθεσε: «Εκπληρώθηκαν όλα' εγώ είμαι το Α και το Ω, η αρχή και το
τέλος' εγώ σε όποιον διψάει θα δώσω δωρεάν να πιει από το νερό που δίνει ζωή. 7 Αυτά θα τα κληρονομήσει ο νικητής κι εγώ θα είμαι Θεός του, κι αυτός παιδί μου. 8 Οι δειλοί όμως, οι άπιστοι, οι σιχαμεροί, οι φονιάδες, οι
πόρνοι, οι μάγοι, οι ειδωλολάτρες κι όσοι αντιστρατεύονται την αλήθεια θα 'χουν το μερτικό τους στη λίμνη που καίγεται με φωτιά και θειάφι. Αυτός είναι ο δεύτερος θάνατος».
Στην περικοπή αυτή επικρατεί το επίθ. καινός. Ο σ. περιγράφει όχι μια νέα φυσική κοσμογραφία αλλά ένα νέο πλαίσιο ζωής. Δεν πρόκειται κυριολεκτικά περί νέας Δημιουργίας αλλά περί ουσιαστικής ανανέωσης και
μεταμόρφωσης του παλαιού κόσμου από τη φθορά, το ψεύδος και την αδικία. Το ηθικό και το φυσικό αποτελούν ενότητα για τον Ιωάννη. Ο πρώτος ουρανός και η πρώτη γη απήλθαν με την ίδια έννοια που έφυγαν από του
προσώπου του Θεού στο 20,11. Μέσα στο νέο κόσμο θα λείψει μόνο η θάλασσα, και θάλασσα ουκ εστίν έτι, γιατί το υδάτινο στοιχείο μέσα στη βίβλο έχει αρνητικό απαρχής χαρακτήρα. Βέβαια, ο Δημιουργός κράτησε τη
θάλασσα μέσα στα όριά της, και δεν την άφησε να εισβάλει καταστροφικά επί της γης, ενώ αυτή πάντοτε διατηρούσε τον απειλητικό χαρακτήρα της' τώρα, κατά την αναδημιουργία, η θάλασσα καταργείται ολοτελώς. Το
τελευταίο αυτό στοιχείο έχει μυθολογικό σημιτικό χαρακτήρα.
Η αγία πόλις Ιερουσαλήμ εμφανίζεται εδώ ως κατερχόμενη από τον ουρανό κατ' αντίθεση προς την πόρνη Βαβυλώνα, που όπως ο μέγας μυλικός λίθος του αγγέλου έτσι κι αυτή πνίγηκε μέσα στα νερά (18, 21). Κατεβαίνει
εκ του ουρανού από του Θεού ετοιμασμένη και στολισμένη ως νύμφη για το σύζυγο της. Την προαγγελία γΓ αυτό το γάμο και το μακαρισμό για όσους θα προσκληθούν στο δείπνο του γάμου έχουμε στο 19, 7-10. Οι Εβραίοι
πίστευαν πως όλα τα πολύ σπουδαία πράγματα έρχονται από τον ουρανό: π.χ. ο Νόμος, ο Μεσσίας, η αγία Ιερουσαλήμ. Η άποψη αυτή είναι αρκούντως αναπτυγμένη στην ιουδαϊκή αποκαλυπτική φιλολογία. Ο σ. των
τελικών κεφαλαίων του Ησαΐα έχει γι' αυτό προετοιμάσει το έδαφος (61, 10" βλ. και 21, 9). Οι Διαθήκες (Δάν 5, 10), ο Β' Βαρούχ (32, 2-4) και ο 4 Έσδρας (7, 26'
10, 49) μας δίνουν εικόνες της Νέας Ιερουσαλήμ, ενώ η Κ.Δ. κάνει λόγο για την άνω Ιερουσαλήμ (Γαλ. 4, 26), της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός (Εβρ. 11, 1012,22" 13,14' Φιλιπ. 3,20). Πρόκειται περί της
καινής Ιερουσαλήμ που κατεβαίνει 'εκ του ουρανού από του Θεού μου', όπως γράφει ο Ιωάννης προς την εκκλησία της Φιλαδέλφειας (3, 12). Λεπτομερή περιγραφή της πόλης του Θεού, κατ' αντίθεση πάντοτε προς την
πόρνη Βαβυλώνα, μας δίνει ο σ. σε επόμενη εικόνα (στο 21, 10-21).
Η εικόνα της σχέσης του Γιαχβέ προς τον Ισραήλ ως σχέσης έρωτα και γάμου αρχίζει από τον Ωσηέ (4, 11 εξ.) και φθάνει μέχρι το Άσμα των Ασμάτων. Γάμους του Χριστού προς την εκκλησία υπαινίσσεται ο Παύλος (Β'
Κορ. 11,2), το Δ Ευαγγέλιο (3, 29) και η Απκ. (κεφ. 21 και 22).
Στο στίχ. 3 εξ. η παράδοση περί καινής Ιερουσαλήμ συνδέεται με την άλλη εκείνη περί σκηνής του θεού μετά των ανθρώπων. Με την εμφάνιση της αγίας πόλης-νύμ-φης ακούγεται μεγάλη φωνή εκ του θρόνου -όλα αυτά
δηλωτικά του θεϊκού και επίσημου της προέλευσης της πόλης. Δυο σχόλια κάνει η μεγάλη φωνή περί της νέας πόλεως Ιερουσαλήμ: α) Πρόκειται περί της τελικής και αιώνιας κατασκήνωσης του Θεού μετά των ανθρώπων.
Στο 13, 6 γίνεται λόγος περί σκηνής του Θεού και περί σκηνούντων εν τω ουρανώ. Είτε επί της γης είτε στον ουρανό, η σκηνή του Θεού μετά των ανθρώπων αποτελεί αρχαϊστική νοσταλγία του Εβραίου για τους χρόνους
της απλής ζωής στην έρημο, για τους χρόνους μετά την Έξοδο, κατά την πορεία προς τη γη της επαγγελίας. Εκείνα τα χρόνια οι Προφήτες θεωρούσαν ως την περίοδο της πρώτης αγάπης του Γιαχβέ προς τον Ισραήλ'
όταν, μετά την εγκατάσταση τους, έμπλεξαν στα πλοκάμια της ειδωλολατρίας, η πρώτη εκείνη αγάπη ψυ-χράνθηκε. Εδώ ο Θεός, όπως κάνει ο αρχηγός της φυλής στους Σημίτες νομάδες, στήνει τη σκηνή του μετά των
ανθρώπων (Ζαχ. 2, 14 εξ. «... έρχομαι και κατασκηνώσω εν μέσω σου, λέγει Κύριος, και έθνη πολλά... κατασκη-νώσουσιν εν μέσω σου»' Αευϊτ. 26,2 «και εμπεριπατήσω εν αυτοίς...»· Ιεζ. 37,27 «και έσται η κατασκήνωσίς
μου... και έσομαι αυτοίς Θεός και αυτοί έσονται μοι λαός...». Βλ. και Β' Κορ. 6, 16). Εδώ πρόκειται για σύναξη σε μια κοινότητα όλης της οικογένειας του Θεού. β) Δε θα υπάρξουν πια δάκρυα, πένθος, κραυγή ούτε πόνος,
αφού τα πρώτα, όσα δυσάρεστα είχαν προηγουμένως γνωρίσει, όλα αυτά απήλθαν. Η ίδια περίπου γλώσσα χρησιμοποιείται στο 7, 16-17. Και οι δυο αυτές συγγενείς διατυπώσεις προέρχονται κυρίως από τον Ησαΐα (25, 8'
35, 10' ομοίως 51, 1Γ 65, 16' 19' 2Γ 43, 18: «μη μνημονεύετε τα πρώτα και τα αρχαία μη συλλογίζεσθε»). Τα δυσάρεστα που αναφέρει ο Ησαΐας δεν είναι μόνο γεγονότα της συνήθους ανθρώπινης καθημερινότητας*
προπαντός όλα αυτά συνδέονται με τους πολέμους και τις αιχμαλωσίες. Κορύφωμα αυτών των εμπειριών θεωρεί ο Ιωάννης τις θλίψεις που επέβαλε στην εκκλησία η αντί-θεη ρωμαϊκή αυτοκρατορική λατρεία.
Την παραπάνω εξαγγελία της θείας φωνής ακολουθούν λόγια επιβεβαιωτικά. Απευθείας πλέον, ο ίδιος ο καθήμενος επί του θρόνου επιβεβαιώνει: Ιδού καινά ποιώ πάντα, όπως στο Ησ. 43, 19: «Ιδού εγώ ποιώ καινά α νυν
ανατελεί...». Όπως μάλιστα κατ' εντολή του Θεού γράφεται (γράψον), οι λόγοι αυτοί είναι πιστοί και αληθινοί . Πρβλ. 19,9' 22,6. Δεύτερη φορά μιλά ο Θεός, αλλά εδώ κατ' ευθείαν στον προφήτη (και είπεν μοι): γέγοναν,
που θυμίζει το γεγονεν του 16, 17. Ο παρακείμενος δηλώνει πως έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται* είναι ο προφητικός παρακείμενος. Ούτε ο Θεός λέει κάτι τώρα και ξελέει αύριο, αρχίζει κάτι αλλά δεν το τελειώνει: Εγώ το α
και το ω, η αρχή και το τέλος (ειδικότερα βλ. περί τούτου: Ή Αποκάλυψη του Ιωάννη, Εισηγήσεις Στ' Συνάξεως', Αευκωσία, 1991, σελ. 45-52 καθηγ. Γ. Γαλίτη «Το Άλφα και το Ω»). Βλ. επίσης 1, 8' 22, 13.
Με την παράδοση περί νέας Ιερουσαλήμ συνδέεται το ύδωρ της ζωής «Και εν τη ημέρα εκείνη εξελεύσεται ύδωρ ζων εξ Ιερουσαλήμ...»: (Ζαχ. 14, 8). Βλ. και Απκ. 22,17* επίσης Ιω. 7, 37. Αυτό το νερό έχει την ξεχωριστή
του σημασία, όταν δωρίζεται μετά από δύσκολες περιόδους πολιορκίας και ξηρασίας, περιόδους σαν αυτήν που πέρασαν οι άγιοι υπό το θηρίον. Έτσι στον Ψλ. 41, 2 εξ. «εδίψησέ σε η ψυχή μου προς τον Θεόν τον ζώντα»
και στον Ησ. 55, 1 «Οι διψώντες πορεύεσθε εφ' ύδωρ». Το νερό έρχεται ως αναψυχή από κάποια δυσάρεστη πραγματικότητα. Μερικές φορές η εικόνα του ζώντος ύδατος έχει πολιτική σημασία' η φιλοαιγυπτιακή ή
φιλοασσυ-ριακή πολιτική παρομοιάζεται από τον Ιερ. 2, 18 ως «ποιείν ύδωρ» τη οδώ Αιγυπτίων ή τη οδώ Ασσυρίων' ανοίγουν οι άνθρωποι τέτοια πηγάδιά που δεν μπορούν να συγκρατήσουν το νερό. Ο καθήμενος επί του
θρόνου είναι πηγή ύδατος ζωής (Ψλ. 36, 10 «... Ότι παρά σοι πηγή ζωής, εν τω φωτί σου οψόμεθα φως»). Το νερό αυτό είναι τόσο σημαντικό για τον άνθρωπο (βλ. Ιω. 4, 5-15) που, ό,τι κι αν κάνει ο ίδιος για την απόκτησή
του, τελικά το νοιώθει ως δωρεά του Θεού. Κι ό,τι απαιτείται να κάνει ο πιστός στη συνάφεια του κειμένου μας είναι να νικήσει το θεοποιημένο θηρίο της αυτοκρατορίας. Η έκφραση ο νικών κληρονομήσει πάντα θυμίζει το
refrain των επιστολών προς τις 7 εκκλησίες: «Τω νικώντι δώσω...».
Τα αρχόμενα με το εγώ δυο λόγια θυμίζουν πολύ τα Εγώ ειμί λόγια στο Δ' Ευαγγέλιο. Η κληρονομιά των αγαθών στους στίχ. 3-4 και 6β στηρίζεται στο ότι η νίκη κατά του ψευτοθεού αυτοκράτορα συνεπάγεται την υιοθεσία
μας από το Θεό" γι' αυτό και τον κληρονομούμε, σύμφωνα με την υπόσχεση προς το Δαβίδ (Β'Σαμ. 7, 14: «Εγώ έσομαι αυτώ εις πατέρα, και αυτός έσται μοι εις υιόν...» πρβλ. Ψλ. 89, 27). Η παράθεση του χωρίου «και
έσομαι... υιός» μαρτυρείται επίσης και με τη μορφή: «Έσομαι αυτών θεός και αυτοί έσονται μοι υιοί».
Κατά το προφητικό σύστημα, συνδέει και ο Ιωάννης παραμυθία και απειλές. Πρβλ. και 19, 20-21. Εδώ όμως, όπως και στο 21, 27 και 22, 15 η απειλή έχει πιο άμεσο χαρακτήρα. Ο κατάλογος όσων στο στίχ. 8 αποστέλλονται
στη λίμνη του πυρός και του θείου, στο δεύτερο ή τελικό θάνατο, μας θυμίζει το μακρό παύλειο κατάλογο αυτών που εγκατέλειψεν ο Θεός (Ρωμ. 1, 28-32). Είναι πιθανό ότι πρόκειται περί γενικής λίστας αμαρτωλών που
χρησιμοποιείται από τον Ιωάννη και στην ειδική περίπτωση. Άλλωστε, αφού οι δίκαιοι και οι μάρτυρες έναντι της όποιας αντίθεης δύναμης βρίσκονται μέσα στην παρεμβολή του Θεού, όλοι οι πάσης φύσεως άλλοι
απειλούνται με το δεύτερο θάνατο. Πάντως, οι δειλοί σχετίζονται με τους κινδύνους του διωγμού, είναι αυτοί που οπισθοχωρούν (βλ. Μτ. 13, 21)" οι άπιστοι με τους ολι-γόπιστους που καταντούν συνήθως αποστάτες, ενώ ως
εβδελυγμενους πρέπει να θεωρήσουμε τους acta facientes, αυτούς που με κάποιες λατρευτικές πράξεις προσχώρησαν στην αυτοκρατορική λατρεία. Τα περί ψονέων και πόρνων, αν δεν εκληφθούν με τη γενική ηθική έννοια,
στην ειδική περίπτωση μπορούν να σημαίνουν οι μεν πόρνοι κάποιες σεξουαλικές εκτροπές συνδεδεμένες με τα κοινά γεύματα ειδωλολατρικών θεοτήτων και της αυτοκρατορικής λατρείας, οι δε φονείς ίσως με καταδό-τες χριστιανών στις αρχές. Φαρμάκοι είναι όλοι οι περί τα
μαγικά ασχολούμενοι, και ειδωλολάτρες κάποιοι εκ των χριστιανών που έντονα ερωτοτροπούσαν με την ειδωλολατρεία. Ο γενικός όλων αυτών χαρακτηρισμός ως ψευδών, κάλπικων, δείχνει πως ο σ. αναφέρεται σε
ψευδοχριστιανούς, οι οποίοι ψεύδονταν ως προς τη χριστιανική τους ταυτότητα, αφού η καρδιά τους έκλινε προς αντίθετες στην πίστη ροπές. Ο Ιωάννης σε πολλά σημεία της Απκ., με ιδιαίτερη σαφήνεια στις επιστολές του
προς τις 7 εκκλησίες της Ασίας, ψέγει αυτή τη νοθεία της ανθρώπινης ψυχής, της παράξενης κλίσης της προς το συμβιβασμό και την ανοχή μέσα από τις πιο απίθανες διεξόδους για την αποφυγή της αλήθειας (βλ. 2, 2' 3, 9'
14, 5· 21, 27' 22, 15).
Γενικά, εφιστάται εδώ η προσοχή του αναγνώστη σε κάτι βασικό ως προς τη θεώρηση της Απκ.: Από κείμενα όπως το νυν αναλυόμενο, όπου φαίνεται η μεγάλη εξάρτηση του Ιωάννη από την Π.Δ., οδηγούμεθα να
καταλάβουμε σωστά το όλο βιβλίο, ακόμα και στις περικοπές του εκείνες όπου η εξάρτηση αυτή δεν είναι τόσο οφθαλμοφανής. Παντού ο Ιωάννης στην Απκ. επιχειρεί μια νέα απόδοση της εσχατολογίας της Π.Δ. από τη
χριστιανική σκοπιά περί του Αρνιού.
Β. Η νύμφη του Αρνιού-Η Νέα Ιερουσαλήμ (21, 9-26)
α) Η δόξα της αγίας πόλης-Ο ι πυλώνες και τα Θεμέλιά της (21, 9-14)
9 Και ήλθεν εις έκ τών επτά αγγέλων των εχόντων τάς έπτά φιάλας τών γεμόντων των επτά πληγών τών έσχατων και έλάλησεν μετ' εμού λέγων' δεύρο, δείξω σοι την νύμφην την γυναίκα τοϋ άρνίου. 10 και άπήνεγκέν με έν
πνεύματι επί όρος μέγα και ύψηλόν, και έδειξέν μοι την πόλιν την άγίαν 'Ιερουσαλήμ καταβαίνουσαν έκ τού ουρανού άπό τοϋ θεοϋ 11 έχουσαν την δόξαν τού θεού, ό φωστήρ αυτής όμοιος λίθω τιμιωτάτω ώς λίΟω ίάσπιδι
κρυσταλΜζοντι. 12 έχουσα τείχος μέγα και ύψηλόν, έχουσα πυλώνας δώδεκα και έπί τοις πυλωσιν άγγέλους δώδεκα και ονόματα έπιγεγραμμένα, ά έστιν τά ονόματα τών δώδεκα φυλών υιών Ισραήλ' 13 άπό άνατολής
πυλώνες τρεις και άπό βορρά πυλώνες τρεις και άπό νότου πυλώνες τρεις και άπό δυσμών πυλώνες τρεις. 14 και το τείχος τής πόλεως έχων θεμελίους δώδεκα καίέπ'αύτών δώδεκα ονόματα τών δώδεκα αποστόλων τού
άρνίου.
9 Τότε ήρθε ένας απ' τους εφτά αγγέλους που κρατούσαν τις εφτά φιάλες, που ήταν γεμάτες απ' τις εφτά πληγές τις τελευταίες, και μου είπε: «Έλα να σου δείξω τη νύφη, τη γυναίκα του Αρνίου». 10 Και μ' έφερε, καθώς
ήμουν σε έκσταση, σ' ένα μεγάλο και ψηλό βουνό και μου έδειξε την άγια Πόλη, την Ιερουσαλήμ, να κατεβαίνει από τον ουρανό, από το Θεό. 11 Είχε τη λαμπρότητα του θεού, κι η λάμψη της ήταν όμοια με πολύτιμο
πετράδι, σαν τον ίασπη που κρυσταλλολάμπει. 12 Είχε μεγάλο και ψηλό τείχος με δώδεκα πύλες, και στις πύλες δώδεκα αγγέλους* πάνω στις πύλες ήταν γραμμένα ονόματα, τα ονόματα των δώδεκα φυλών του Ισραήλ: 1 3 τρεις πύλες στην ανατολή, τρεις
πύλες στο βοριά, τρεις πύλες στο νοτιά και τρεις πύλες στη δύση. 14 Και το τείχος της πολιτείας είχε δώδεκα θεμέλια και πάνω τους
δώδεκα ονόματα, των δώδεκα αποστόλων του Αρνίου.
* * *
Ένας εκ των 7 τελετουργικά ενδεδυμενων αγγέλων που έφεραν τις 7 έσχατες πληγές του θυμού του Θεού, ασφαλώς εκείνος του 17,1 εξ. που καλούσε τον προφήτη για να του δείξει το κρίμα της μεγάλης πόρνης της
καθήμενης επί πολλών υδάτων -είναι ο άγγελος του στίχ. 9. Ο ίδιος εδώ μίλησε με τον προφήτη και τον κάλεσε να του δείξει, αυτή τη φορά, τη νύμφη του Αρνίου: δεύρο δείξω σοι την νύμφην την γυναίκα του Αρνίου. Είναι
σαφής η αντιστοιχία: εκεί του έδειξε την πόρνη εδώ του δείχνει τη σύζυγο. Όπως συνέβη στον Ιησού κατά τους Πειρασμούς (Μτ. 4, 8), ο άγγελος ανέβασε τον προφήτη εν πνεύματι, οραματικώς, σε ένα μεγάλο και υψηλό
όρος, και, όπως ο σατανάς έδειξε στον Ιησού «πάσας τας βασιλείας του κόσμου», ο άγγελος δείχνει εδώ στον προφήτη την πόλιν την αγίαν Ιερουσαλήμ καθώς κατέβαινε εξ ουρανού από του Θεού, έχοντας θεία λαμπρότητα.
Πρβλ. Ιεζ. 40, 2* Ησ. 52, 1" 58, 8* 60, Γ 2* 19.
Η περιγραφή της πόλεως, κατά την όραση αυτή, στηρίζεται αφετηριακά από το όραμα του Ιεζεκιήλ περί της μετά την Αιχμαλωσία παλινόρθωσης της πόλης Ιερουσαλήμ και του Ιερού της (κεφ. 40-48). Το κείμενο της Απκ.
αρχίζει περίπου όπως το κείμενο του Ιεζ. 40, 1 εξ. για την περιγραφή αυτού που ονομάζεται «ωσεί οικοδομή πόλεως». Ως προς τον Ιωάννη, πρόκειται και εδώ ασφαλώς για εκπλήρωση προφητείας της Π.Δ. Η φωτεινή λαμπρότητα της νέας πόλης του Θεού ανακλά τη δόξα του Θεού (πρβλ. Ιεζ. 43, 2' Ησ. 58,8), ενώ η πηγή του
φωτισμού της, ο ήλιος της, μοιάζει με πολυτιμότατο λίθο που κρυσταλλίζει όπως ο αδάμαντας. Ίασπης, κατά την αρχαιότητα, σήμαινε κάθε αδιαφανή πολύτιμο λίθο. Σ' αυτόν εδώ το στίχο (11 β) η αγία πόλη έχει φωστήρα,
ενώ, παρακάτω, στο στίχ. 23 λέγεται πως η πόλη δεν έχει ήλιο ή σελήνη για να φωτίζουν μέσα σ' αυτήν, γιατί η φωτεινή δόξα του Θεού τη φώτισε και ο λύχνος της, η πηγή του φωτισμού της, είναι το Αρνίο. Το ίδιο περί του
φωστήρα της πόλης επαναλαμβάνεται στο 22, 5. Εξάλλου, στο στίχ. 27 βεβαιούται πως τίποτε από τα θεωρούμενα στην Π.Δ. ως μολυσμένο (βλ. Π ρ. 10,9 εξ.) δε θα εισέλθει στην πόλη ούτε ο ποιών βδέλυγμα, κ.τ.λ.' και
αυτά λέγονται ενώ έχει ήδη συντελεσθεί η Τελική Κρίση στο 20, 15! Κατόπιν στους στίχ. 24-26, όπως και στο 22, 2 και 22, 15 γίνεται λόγος περί «εθνικών» εκτός της ουράνιας Ιερουσαλήμ, μετά την Τελική Κρίση και την
καταστροφή του κακού. Γι' αυτούς τους λόγους κάποιοι ερμηνευτές (π.χ. ο J. Weiss) θεωρούν το 21, 9-22, 5 ως ιουδαϊκό κείμενο, που ο προφήτης Ιωάννης με επεμβάσεις του άλλαξε μόνο εδώ κι εκεί. Όσοι δε δέχονται μια
τέτοια λύση θεωρούν τους «εθνικούς» ως λυτρωμένο λαό, εκτός των 12 φυλών του Ισραήλ (βλ. 7,9). Κατ' άλλους η λύση είναι απλούστερη: ενίοτε διατηρούνται από αρχαίες προφητείες λόγια όχι εντελώς ταιριαστά στου
Ιωάννη το υψηλότερο επίπεδο (Mounce, ό.π. σελ. 384-5), εκτός του ότι, όπως ήδη σημειώθηκε, ο Ιωάννης αναγκαστικά, λόγω των διαστάσεων του θέματος του, αναμιγνύει παρόν και μέλλον.
Πολύ φυσικά, μπορεί ο Ιωάννης να συνθέτει από
ποικίλα στοιχεία μέσα και έξω από την Π.Δ. εικόνες, που δεν είναι καθόλα συνεπείς, αφού από μια άποψη βλέπει ο προφήτης μια πραγματικότητα να κατεβαίνει από τον ουρανό, ενώ από μια άλλη αυτή η πραγματικότητα
αναμένεται να έλθει στο μέλλον, όσο κι αν αυτό είναι προσεχές. Πολλοί ερμηνευτές ομιλούν περί πηγών στις περιπτώσεις αυτές, και μπορεί να έχουν δίκιο.
Με συγγραφείς όμως όπως ο Ιωάννης που διαθέτουν τόση άνεση και ελευθερία ως προς το χρόνο κινητικής αναφοράς των εικόνων τους, νοιώθει κανείς δύσκολα ως προς τη σαφή διάκριση πηγών στα κείμενά τους. Είναι
φανερό ότι η τεχνική του προφήτη στη σύνθεση υλικών της παραδόσεως, στα τελευταία κεφάλαια της Απκ., είναι έντονα παρούσα. Η συμπιλητική μαεστρία του Ιωάννη είναι πιο ψηλαφητή εδώ από όσο σε άλλα τμήματα
του βιβλίου. Η σκέψη του σ. κινείται μεταξύ Ιεζ., Ζαχ., Ησ. αλλά, επίσης, και των δικών του πρωταρχικά χριστιανικών απόψεων για το μέλλον της εκκλησίας. Πέραν όμως όλων αυτών, ο Ιωάννης επιθυμεί παντού να δείξει
προς τους Ιουδαίους, εντός και εκτός της εκκλησίας, πως η χριστιανική ερμηνεία της Π.Δ. αποδίδει ορθώς τα περί των εσχάτων και αποτελεί τη σωστή ερμηνεία τους.
β) Η άφθαστη λαμπρότητα και τα τεράστια μεγέθη της πόλεως Ιερουσαλήμ (21, 15-21)
15 Και ό λαλών μετ' έμοϋ είχεν μέτρον κάλαμο ν χρυσοϋν, ίνα μέτρηση τήν πόλιν και τους πυλώνας αυτής και τό τείχος αυτής. 16 και ή πόλις τετράγωνος κείται και τό μήκος αυτής όσον και τό πλάτος, και έμέτρησεν τήν
πόλιν τώ καλάμω επί σταδίων δώδεκα χιλιάδων, τό μήκος και τό πλάτος και τό ϋψος αυτής ίσα εστίν. 17 και έμέτρησεν τό τείχος αυτής εκατόν τεσσεράκοντα τεσσάρων πηχών μετρον ανθρώπου, ό εστίν αγγέλου. 18 καί ή
ένδώμησις τοϋ τείχους αυτής ίασπις και ή πόλις χρυσίον καθαρόν όμοιον ύάλω καθαρώ. 19 οίθεμέλιοι τοϋ τείχους τής πόλεως π αντί λίθω τιμίω κεκοσμημένοι' ό θεμέλιος ό πρώτος ίασπις, ό δεύτερος σάπφιρος, ό τρίτος
χα) ηδών, ό τέταρτος σμάραγδος, 20 ό πέμπτος σαρδόνυξ, ό έκτος σάρδιον. ό έβδομος χρυσό λίθος, ό όγδοος βήρυλλος, ό ένατος τοπάζιον, ό δέκατος χρυσόπρασος, ό ένδέκατος υάκινθος, ό δωδέκατος άμέθυστος, 21 καί οί
δώδεκα πυλώνες δώδεκα μαργαρΐται, άνά εις έκαστος τών πυλώνων ήν έξ ένός μαργαρίτου. καί ή πλατεία τής πόλεως χρυσίον καθαρόν ώς ύαλος διαυγής.
15 Κι αυτός που μου μιλούσε είχε για μέτρο ένα χρυσό καλάμι, για να μετρήσει την πολιτεία και τις πύλες της και το τείχος της. 16 Η πολιτεία ήταν τετράγωνη' το μήκος της ήταν όσο και το πλάτος της. Και μέτρησε την
πολιτεία με το καλάμι" ήταν δώδεκα χιλιάδες στάδια. Το μήκος, το πλάτος και το ύψος της ήταν τελείως ίσα. 17 Μέτρησε επίσης το τείχος της, που ήταν εκατόν σαράντα τέσσερις πήχες, σύμφωνα με τα ανθρώπινα μέτρα
που χρησιμοποιούσε ο άγγελος. 18 Το τείχος ήταν κατασκευασμένο από ίασπη, κι η μαλαματένια πολιτεία έλαμπε σαν καθαρό γυαλί. 19 Τα θεμέλια του τείχους της πολιτείας ήταν στολισμένα με κάθε λογής πολύτιμο
πετράδι. Ο πρώτος θεμέλιος λίθος ίασπης, ο δεύτερος ζαφείρι, ο τρίτος χαλκηδόνιο, ο τέταρτος σμαράγδι, 20 ο πέμπτος όνυχας, ο έκτος σάρδιο, ο έβδομος χρυ-σόλιθος, ο όγδοος βήρυλλος, ο ένατος τοπάζι, ο δέκατος
χρυσόπρασος, ο ενδέκατος υάκινθος, ο δωδέκατος αμέθυστος. 21 Οι δώδεκα πύλες ήταν δώδεκα μαργαριτάρια, κάθε πύλη καμωμένη από ένα μαργαριτάρι. Κι η πλατεία της πολιτείας ατόφιο χρυσάφι σαν καθαρό γυαλί.
Όπως στον Ιεζ. («Και ιδού περίβολος έξωθεν του οίκου Κυρίου κύκλω» 40, 5), και η αγία πόλις Ιερουσαλήμ στον Ιωάννη έχει τείχος μέγα και υψηλό που δείχνει όχι τόσο την ασφάλειά της (από ποιους;) αλλά το μεγαλείο
της. Με δώδεκα πυλώνες δε φαίνεται να έχει πρόβλημα ασφαλείας, αφού οι πυλώνες είναι ενδεικτικοί της συνεχούς ελευθεροκοινωνίας της πόλεως. Για τους δώδεκα αγγέλους που φυλάνε τα τείχη βλ. Ησ. 62, 6. Οι πυλώνες
φέρουν χαραγμένες στην κορφή ή επί των θυρών τα ονόματα των 12 πατριαρχών του Ισραήλ. Προς κάθε πλευρά του ορίζοντα ανά τρεις πυλώνες. Μάλιστα, ενώ οι πυλώνες φέρουν τα ονόματα των 12 φυλών του Ισραήλ, το
τείχος που περιβάλλει όλη την πόλη στηρίζεται επάνω σε 12 αγκωνάρια που έχουν επάνω τους γραμμένα τα ονόματα όχι τούτου ή εκείνου αλλά των Δώδεκα Αποστόλων του Αρνίου (πρβλ. Εβρ. 11, 10' Εφ. 2, 2), κάτι που
προς χάρη της ενότητας της εκκλησίας τονιζόταν ιδιαίτερα περί το τέλος του 1 μ.Χ. αι. Εδώ ο Ιωάννης θέλει απλώς να σημειώσει όχι μόνο τη σημασία της αποστολικής παράδοσης αλλά και την ενότητα μεταξύ των δυο
Διαθηκών, της Π.Δ. και της Κ.Δ.
Ο άγγελος που μιλούσε με τον προφήτη είχε στο χέρι μέτρο από χρυσό καλάμι. Στο κεφ. 11 μετρήθηκε ο Ναός από τον Ιωάννη κι αυτό ήταν δηλωτικό καταστροφής. Εδώ όμως η μέτρηση τείνει να αναδείξει κάτι άλλο, τα
μεγάλα μεγέθη και την τέλεια συμμετρία της πόλης. Βλ. τον κάλαμο ως μέτρο στον Ιεζ. 40, 3' 5. Εδώ είναι χρυσός όπως ταιριάζει στην πόλη του Θεού (πρβλ. χρυσούς στεφάνους 4, 4' χρυσά θυμιατήρια 5, 8' χρυσό
θυσιαστήριο 9, 13, κ.τ.λ.). Από ανταγωνισμό προς την πολυτέλεια της Ρώμης, ο προφήτης μας απολογητικά ως προς την πόλη του Θεού, τό 'ριξε πολύ στο χρυσαφικό
και στους πολύτιμους λίθους! Το μήκος του καλάμου ήταν 2,5 περίπου μέτρα. Έτσι μετρώνται το εσωτερικό της πόλης, οι πυλώνες (θυμάται κανείς εδώ όχι απλές πύλες αλλά πυλώνες της Βαβυλώνας όπως αυτήν που
σώζεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βερολίνου) και το τείχος. Ας μην περιμένουμε όμως από τις μετρήσεις αυτές κάποια σαφή εικόνα μεγεθών. Το τετράγωνο σχήμα της πόλης (12.000 στάδιαχ 192μ. = 1.400 μίλια προς
κάθε κατεύθυνση!) με το ίδιο μήκος, ύψος, πλάτος, δείχνει την τελειότητα του κύβου, όπως την καταλάβαιναν οι αρχαίοι. Σωστά τονίζει ο Μπρατσιώτης πως όλα αυτά είναι σχηματικά. Δε χρειάζεται να φανταστούμε την
πόλη σε πυραμοειδές σχήμα' το τετράγωνο του κύβου ταιριάζει καλύτερα. Αν μάλιστα εκλάβουμε τους 12.000 σταδίους ως το συνολικό μήκους-ύψους-πλάτους, που ήταν ίσων διαστάσεων, βελτιώνεται κάπως το πράγμα.
Είναι όμως φανερό πως ο Ιωάννης θέλει να τονίσει το συμμετρικό και μέγα μέγεθος της πόλης. Το πολλαπλάσιο του 12 στους διδόμενους αριθμούς έχει σχέση με τους εκλεκτούς μέσα στην πόλη του Θεού. Ας θυμηθούμε,
άλλωστε, πως 12χ 12.000 δίνουν τον αριθμό 144.000 που είναι ο αριθμός των εκλεκτών στη Σιών (14, 1).
Το τείχος μετρά 144 πήχεις* πρόκειται όμως για το πάχος του ή για το ύψος του; Ό,τι κι αν σημαίνει, πρόκειται για αφάνταστα ψηλό ή παχύ τείχος. Η μέτρηση γίνεται από άγγελο με μέτρο ανθρώπου: μέτρον ανθρώπου ο
εστίν αγγέλου. Στους στίχ. 18-21 ο λόγος είναι για τα υλικά της δόμησης και για το διάκοσμο της πόλης του Θεού. Ο σ. θέλει να τονίσει την απερίγραπτη μεγαλοπρέπεια της θείας πόλης, κι αυτό το κάνει με δυο κριτήρια:
(α) Την εκπλήρωση σχετικών προσδοκιών της Π.Δ. που είχαν πάντοτε μέτρο την εβραϊκή φτώχια και τη
χλιδή των αυτοκρατορικών πόλεων, (β) Εξάλλου, ο Ιωάννης δεν μπορεί να ξεφύγει από τον πειρασμό της σύγκρισης της πόλης του Θεού προς την πολυτέλεια της Ρώμης. Ισως να μη του φαινόταν καθόλου ταιριαστό, αν τού
'λεγε κανείς πως το μικρό και απλό είναι το πραγματικά ωραίο. Ο Ιωάννης στο ζήτημα αυτό σκεφτόταν γενικά όπως και η εποχή του. Το εσωτερικό του τείχους είναι επικαλυμμένο με τον πολύτιμο λίθο ίασπι (διαμάντι;).
Βλ. 4, 3 όπου ένας από τους θρόνους φαίνεται ως ίασπις' βλ. επίσης 21,11. Ενόώμ?]σις κατ' άλλους είναι το οικοδομικό υλικό του τείχους. Και η πλατεία της πόλης ήταν επικαλυμμένη παρόμοια με χρυσό, όχι ανάμικτο με
κάτι άλλο αλλά καθαρό που έμοιαζε με γυαλί στιλπνό και καθαρό. Η συνεχής αναφορά στο διαφανές πολλών υλικών τονίζει πως η πόλη ακτινοβολεί τη δόξα του θεού ως φως, χωρίς να εμποδίζεται από τίποτε. Όπως οι
ιερείς στο Ναό της Π.Δ. (Α' Βασ. 6, 30), έτσι και οι εκλεκτοί θα περπατούν στην πόλη του Θεού επάνω στο χρυσάφι.
Οι θεμέλιοι λίθοι, τα αγκωνάρια της πόλης, στις πλευρές που έδειχναν προς τα έξω, είναι στολισμένοι με κάθε είδους πολύτιμο λίθο: ίασπις, σάπφιρος, χαλκη-δών, σμάραγδος, σαρδόνυξ, σάρδιον, χρυσόλιθος, βή-ρυλλος,
τοπάζιον, χρυσόπρασος, υάκινθος, αμέθυστος. Τέτοιους 12 πολύτιμους λίθους έφερε και ο Ιουδαίος αρχιερέας στο ένδυμά του (Έξ. 28, 12-20), κατ' αντιστοιχία προς τις 12 φυλές του Ισραήλ. Βλ. περιγραφή παρόμοια στο Ησ.
54, 11 εξ.: «Ταπεινή και ακατάστατος, συ παρεκλήθης, ιδού εγώ ετοιμάσω άνθρακα τον λίθον σου και τα θεμέλιά σου σάπφειρον, και θήσω...»' παρομοίως και στον Τωβίτ 13, 16-17. Η ποικιλία στους πολύτιμους λίθους δε
σημαίνει διαφορές μεταξύ των Αποστόλων που οι λίθοι αυτοί συμβολίζουν. Αντίθετα, το πολύτιμο όλων
των λίθων δείχνει προς την ισότητα του έργου όλων των Αποστόλων για τη σωστή λειτουργία της εκκλησίας (βλ. Εφ. 2, 10' Εβρ. 11, 10). Όλοι, επίσης, οι ερμηνευτές επισημαίνουν τη δυσκολία να βρούμε στους απαριθμού-
μενους πολύτιμους λίθους (όχι μόνο στην Απκ. αλλά εν γένει κατά την αρχαιότητα) την ακριβή αντιστοιχία με τους σημερινούς. Η ποικιλία των λίθων είναι δυνατόν να παραπέμπει στην ποικιλία των αποστολικών
χαρισμάτων, και στο ότι η ποικιλία αυτή είναι ο θεμέλιος της θείας πόλης. Ο Παν. Μπρατσιώτης δίνει μια κατά προσέγγιση αντιστοιχία των παλαιών λίθων προς τους δικούς μας (ό.π., σελ. 312).
Τον αριθμό 12 στο κείμενο μας (των θεμελίων, των πυλώνων, κ.τ.λ.) σχετίζουν κάποιοι ερμηνευτές με το βαβυλωνιακό ζωδιακό, ιδιαίτερα δε τους 12 αγγέλους υπέρ τους πυλώνες. Περί της θρησκευτικής σημασίας του
Ζωδιακού κατά την εποχή εκείνη o W. Bousset παραπέμπει στο Διόδωρο Σικελιώτη II 30: «Των θεών δε τούτων... κυρίους είναι φασί δώδεκα τον αριθμόν, ων εκάστω μήνα και των δώδεκα λεγομένων ζώων ενπροσ-
νέμουσιν». Τους δώδεκα πυλώνες του ουρανού μνημονεύει και ο Α Ενώχ 72, 2 εξ. και 75, 4 εξ.
Η ραββινική φιλολογία, επίσης, αναφέρεται συχνά στην παλινορθωμένη Ιερουσαλήμ (βλ. Charles, ό.π. II σελ. 114' Swete, ό.π., σελ. 289): Το ύψος του τείχους θα φθάνει το ύψος των πυλών της Δαμασκού και η πόλη θα
καλύπτει το έδαφος όλου του Ισραήλ, ή η έκτασή της θα φθάνει μέχρι την Ιόππη (Σιβυλλ. Χρησμοί 5, 247-51). Ο μαργαρίτης, όπως ξέρουμε από τα Ευαγγέλια, ήταν λίθος μεγάλης αξίας (Μτ. 13, 45-6). Και οι ραββίνοι
μιλούν περί μαργαριτών στους πυλώνες της νέας Ιερουσαλήμ (Baba Bathra 75α). Ήδη ο Δευτεροησαΐας (54, 12) γνω-
ρίζει μια τέτοια παράδοση: «Και θήσω τας επάλξεις σου ίασπιν και τας πύλας σου λίθους κρυστάλλου και τον περίβολόν σου λίθους εκλεκτούς».
(γ) Ο Θεός είναι ο Ναός και ο ήλιος της νέας πόλης (21, 22-27)
22 Και να ο ν ουκ είδον εν αύτη, ό γάρ κύριος ό θεός ό παντοκράτωρ ναός αυτής έστιν και τό άρνίον. 23 και ή πόλις ού χρείαν έχει τού ή Μου ουδέ τής σε)ηνης ίνα φαίνωσιν αύτή, ή γάρ δόξα τού θεού έφώτισεν αύτήν, καίό
λύχνος αύτής τό άρνίον. 24 και περιπατήσουσιν τά έθ\τ] διά τού φωτός αύτής, και οίβασΟχίς τής γής φέρουσιν τήν δόξαν αύτών εις αύτήν, 25 και οί πυλώνες αύτής ού μη κ/χισθώσιν ή μέρας, νύξ γάρ ούκ έστω έκεϊ, 26 και
οίο ουσιν τήν δόξαν και τήν τιμήν των εθνών εις αύτήν. 27 και ού μή είσέλθη εις αύτήν πάν κοινόν και ό ποιών βδέλυγμα και ψεύδος είμ] οί γεγραμμένοι εν τω βιβλίω τής ζωής τού άρνίου.
22 Δεν είδα ναό ο' αυτή την πολιτεία, γιατί ναός της είναι ο Κύριος, ο θεός ο παντοκράτορας, και το Αρνί. 23 Ούτε έχει ανάγκη η πολιτεία από ήλιο ούτε από σελήνη για να τη φωτίζουν, γιατί τη φωτίζει η λαμπρότητα του
θεού, και λυχνάρι της είναι το Αρνί. 24 Και τα έθνη θα περπατούν με το φο>ς της, κι οι βασιλιάδες της γης θα της φέρνουν τα μεγαλεία τους. 25 Οι πύλες της ποτέ δε θα κλείνουν τη μέρα, αφού εκεί δε θα υπάρχει νύχτα. 26
Και θα της φέρουν τα μεγαλεία και τον πλούτο των εθνών. 27 Δε θα μπει όμως σ' αυτήν τίποτα μολυσμένο, μήτε όσοι κάνουν σιχαμερά και ψεύτικα πράγματα, παρά μονάχα όσοι είναι γραμμένοι στο βιβλίο της ζωής του
Αρνίου.
Όλες οι προηγούμενες Ανατολικής και Ιουδαϊκής προέλευσης εικόνες υπερβολικής λαμπρότητας και πολυτέλειας ακολουθούνται από άλλα χαρακτηριστικά της πόλης του Θεού, αναμφισβήτητα χριστιανικότερα: Η νέα πόλη
του Θεού δε θα έχει ναό, αφού ο ίδιος ο Θεός ο παντοκράτωρ θα είναι ο ναός της, μαζί με το Αρνίο. Επίσης, η νέα πόλη του Θεού δε θα έχει ανάγκη από φωστήρες την ημέρα και τη νύχτα, από τον ήλιο και τη σελήνη, αφού
για το φωτισμό της υπεραρκεί η φωτεινή δόξα του παντοκράτορα Θεού. Πρόκειται εδώ για καθαρά λειτουργική έκφραση που θέτει όλες τις προηγούμενες υπό τη δική της οπτική γωνία. Παρόμοιες λειτουργικές εκφράσεις
βλ. επίσης στο 4, 8 ως προς τα 4 ζώα* 11, 7 ως προς τους 24 πρεσβυτέρους' 15,3 ως προς τους μάρτυρες' 16,7 ως προς το θυσιαστήριο' 19,6 ως προς πλήθος μέγα. Εδώ όμως Θεός είναι το κέντρο της τελικής φάσης της
λειτουργίας. Η εξάρτηση του Ιωάννη από τον Ησ. 60, 19 είναι οφθαλμοφανής ως προς τα περί του φωτισμού της πόλεως: «Και ουκ έσται έτι ήλιος εις φως ημέρας, ουδέ ανατολή σελήνης φωτιεί σου την νύκτα αλλ' έσται σοι
κύριος φως αιώνιον, και ο Θεός δόξα σου...».
Το Αρνίο χαρακτηρίζεται ως λύχνος -χριστολογική ίσως προσθήκη του Ιωάννη στην ησαιεια παράδοση, με την έννοια του κατ' ιδίαν φωτισμού. Πρόκειται, πράγματι, για απλή προσθήκη του Ιωάννη στην πηγή του; Είναι
δύσκολο να πει κανείς. Το Δ' Ευαγγέλιο θεωρεί τον Ιησού τον κατ' ιδίαν φωτισμό, «ως το φως το αληθινόν το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον» (1, 9)' με έννοια πνευματική και παγκόσμια ο Ιησούς είναι
το φως του κόσμου (3,19' 8,12' 12,35). Η μη ύπαρξη ναού στη νέα πόλη εκπλήσσει περισσότερο, αν ληφθεί υπόψη πως ο Ιεζεκιήλ διέθεσε ολόκληρα κεφάλαια (40-48) για
την περιγραφή του νέου ιουδαϊκού Ναού της Ιερουσαλήμ. Το παράξενο, μάλιστα, είναι ότι στην Απκ. 3, 12 έχουμε υπόσχεση για την ύπαρξη ενός τέτοιου Ναού, ενώ πλειστάκις (7, 15' 11, Γ 2' 19', 14, 15' 17' 15, 5' 6' 8' 16, Γ
17) μνημονεύεται ναός του Θεού εν τω ουρανώ. Πρέπει να σημειωθεί σχετικώς ότι ως εσχατολογική λχιτουργία η Απκ. είναι αδιανόητη χωρίς ναό στον ουρανό, αφού μάλιστα ο επί της γης Ναός είχε καταστραφεί υπό των
Ρωμαίων. Άλλο πράγμα είναι η απουσία Ναού εντός της νέας κτίσης του Θεού. Η άποψη αυτή αναπτύσσεται προς τη Σαμαρείτιδα από τον Ιησού (Ιω. 4, 21, και υποδηλούται στο Μκ. 13, 2. Βλ. σχετικώς I. Καρα-
βιδόπουλου, Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, εκδ. Πουρνα-ρά, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 405). Ο Παύλος κάνει λόγο περί άνω Ιερουσαλήμ (Γαλ. 4, 26, βλ. και Εβρ. 12, 22). Μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, οι Ραββίνοι
γενικά περίμεναν μια νέα Ιερουσαλήμ με το Ναό' για το λόγο αυτό μάλιστα οι εθνικοί θά 'πρεπε μέσα στο νέο κόσμο είτε να έχουν γίνει Ιουδαίοι είτε να έχουν αφανισθεί.
Είναι φανερό από τα παραπάνω περί Ναού και περί φωτισμού της πόλης του Θεού πως υπάρχει θέμα πηγών, περί αυτού όμως θα σημειωθούν τα δέοντα στο τέλος της όλης περικοπής.
Οι στίχ. 24-27 είναι ως προς την ερμηνεία ακόμη δυσκολότεροι μέσα στη συνάφεια. Εντός μιας τόσο θεϊκής πόλης δεν περιμένει κανείς την όποια διάκριση μεταξύ Ιουδαίων και εξ εθνών χριστιανών' αλλ' η περικοπή μας
προϋποθέτει μια τέτοια διάκριση. Εξακολουθούν, δηλ. να υπάρχουν εθνικοί, για τους οποίους οι πυλώνες της πόλης δε θα κλείνονται ημέρα και νύχτα, και έτσι τα έθνη περιπατήσουσιν διά του φωτός της πόλης του Θεού,
όπως επικοινωνεί κανείς μέσα σε οικείο τόπο.
Εξάλλου, κατά το κείμενο μας, υπάρχουν βασιλείς της γης που φέρουν ως προσφορά στην πόλη του Θεού ό,τι καλό έχουν, φέρουν την δόξαν αυτών εις αυτήν, σύμφωνα πάλι με την πρόρρηση του Ησαΐα: «Και
ανοιχθήσονται αι πύλαι σου διά παντός, ημέρας και νυκτός ου κλείσονται, εισα-γαγείν προς σε δύναμιν εθνών και βασιλείς αυτών αγομένους (σαν σε λιτανεία). Τα γαρ έθνη και οι βασιλείς οίτινες ου δουλεύσουσί σε
απολούνται και τα έθνη ερημιά ερημωθήσεται» (61, 11-13). Είτε όμως ο Ιωάννης είτε η πηγή του συνέδεε, φαίνεται, την προφητεία αυτή με επεξηγηματικές της Π.Δ. προρρήσεις σχετικώς με το ποιος επιτρέπεται να μπει
μέσα στη νέα Ιερουσαλήμ: «Ουκέτι προστεθήσεται διελθείν διά σου απερίτμητος και ακάθαρτος»' επίσης: «εκεί έσται οδός καθαρά και οδός αγία κληθήσεται και ου μη παρέλθει εκεί ακάθαρτος, ουδέ έσται εκεί οδός
ακάθαρτος» (35, 8). Έτσι στο στίχ. 27 πρέπει με θρησκευτική έννοια να δεχθούμε το κοινόν, τον ποιούντα βδέλυγμα και ψεύδος. Με την έννοια της ειδωλολατρείας παρέθετε η πηγή του Ιωάννη τα στοιχεία αυτά, και
δεχόταν πως μόνον οι λάτρεις του αληθινού Θεού Εθνικοί θα επικοινωνούν ελευθέρως με την πόλη του Θεού. Λυτοί πρέπει να είναι οι εγγεγραμμένοι εν τω βιβλίω της ζωής του Αρνιού, ένα είδος «λείμ-ματος» του Ησαΐα,
αυτών δηλ. που ο Θεός θα αφήσει, κατά το Ησ. 4, 3, να επιζήσουν της Κρίσεως: «Και το κατα)χιφθέν εν Ιερουσαλήμ άγιοι κληθήσονται, πάντες οι γραφέντες εις ζωήν εν Ιερουσαλήμ». Ο Ιωάννης δίνει στην υποτιθέμενη
πηγή του ένα σαφή προσδιορισμό που σχετίζεται με την κεντρική έννοια του βιβλίου της Απκ. Ποιοι είναι οι εγγεγραμμένοι εν τω βιβλίω της ζωής του Αρνίου, ή «του ουρανού» (κατά το Σιναϊτικό κώδικα); Όπως και αν έχει
η παραλλαγή, ο Ιωάννης καθορίζει εγγύτερα τις τρεις απαγορεύσεις, τους δίνει δηλ. την έννοια που έχουν σε όλη τη συνάφεια του βιβλίου: την αποφυγή της ειδωλολατρείας, ιδιαίτερα με τη μορφή της αυτοκρατορικής λατρείας. Για το κοινόν βδέλυγμα και
ψεύδος βλ. και 17,4' 5' 14, 5' 22,15.0 Ιερεμίας σημειώνει ότι «εν ταις ημέραις εκείναις και εν τω καιρώ εκείνω καλέσουσι την Ιερουσαλήμ θρόνον Κυρίου και συνα-χθήσονται πάντα τα έθνη εις αυτήν και ου πορεύσονται έτι
οπίσω των ενθυμημάτων της καρδίας αυτών της πο-νηράς» (3,17). Διακρίνει κανείς στις πηγές του προφήτη πιο ευρείες και πιο στενές απόψεις επί του θέματος των εθνικών μέσα στον κόσμο του μέλλοντος.
δ) Η ζωή μέσα στην πόλη του Θεού (22, 1-5)
1 Και έδειξέν μοι ποταμόν ύδατος ζωής λαμπρόν ώς κρύσταλλον, έκπορευόμενον έκ τού θρόνου τού θεού και τού αρνίου. 2 εν μέσω της πλατείας αύτής και τού ποταμού έντεύΟεν καίέκεϊΟεν ξύλο ν ζωής ποιούν καρπούς
δώδεκα, κατά μήνα έκαστον άποδιδούν τον καρπόν αύτού, και τά φύλλα τού ξύλου εις Οεραπείαν των εθνών. 3 και πάν κα-τάΟεμα ούκ έσται έτι. καίό θρόνος τού θεού και τού άρνίου έν αύτή έσται, και οι δούλοι αύτού
λατρεύσουσιν αύτω 4 καίόψονται τό πρόσωπον αύτού, και τό όνομα αύτού έπί των μετώπου αυτών. 5 και ννξ ούκ έσται έτι και ούκ έχουσινχρείαν φωτός λύχνου και φωτός ήλιου, ότι κύριος ό θεός φωτίσει έπ' αύτούς, και
βασι/χύσουσιν εις τούς αιώνας των αιώνων.
1 Ύστερα ο άγγελος μου έδειξε το ποτάμι με το ζωογόνο νερό, λαμπερό σαν κρύσταλλο, να αναβλύζει από το θρόνοιου θεού και του Αρνιού. 2 Στη μέση της πλατείας κι εδώθε κι εκείθε απ' το ποτάμι ήταν το δέντρο της ζωής, που καρποφορεί δώδεκα φορές, μια κάθε μήνα, και που τα φύλλα του χρησιμεύουν για τη θεραπεία των εθνών. 3
Καμιά αφορμή για κατάρα δε θα υπάρχει πια εκεί. Ο θρόνος του θεού και του Αρνιού θα βρίσκονται σ' αυτήν, κι οι δούλοι του θα τον λατρεύουν. 4 θα τον βλέπουν κατά πρόσωπο και θα 'χουν το όνομά του στα μέτωπά τους.
5 Νύχτα δε θα υπάρχει πια, και δε θα χρειάζεται το φως του λυχναριού ή του ήλιου, γιατί ο Κύριος θα φέγγει πάνω τους, και θα βασιλέψουν αιώνια.
* * *
Ο ίδιος άγγελος του 21, 9 δείχνει στον Ιωάννη, ως προς την πόλη του Θεού, άλλη μια εκπλήρωση των υποσχέσεων της Π.Δ.: ποταμόν ύδατος ζωής... εκπορευόμενον εκ του Θρόνου του Θεού και του αρνιού. Η εικόνα θυμίζει
αμέσως το ιωάννειο «ύδωρ το ζων» (Ιω. 4, 10 εξ.). Πρόκειται για εκπλήρωση του Ιεζ. 47, 1 «Και ιδού ύδωρ εξε-πορεύετο υποκάτωθεν του αίθριου κατ' ανατολάς», και του Ζαχ. 14,8 «Και εν τη ημέρα εκείνη εξελεύσεται ύδωρ
ζων εξ Ιερουσαλήμ». Το νερό περιγράφεται ως κρυστάλλινο και καθαρό, νερό δηλ. που συμβολίζει την ηθική καθαρότητα. Στο 7, 15 και 12, 5 γίνεται λόγος για θρόνο του Θεού όπου κάθεται μόνος. Μετά όμως την
ολοκλήρωση του πολέμου του Μεσσία Ιησού κατά του κακού, αυτός και ο Θεός κάθονται επί του αυτού θρόνου μέσα στη νέα πόλη. Το εν μέσω της πλατείας αυτής αναφέρεται στην τοποθεσία του θρόνου, αν και εν γένει το
κείμενο εδώ δεν είναι σαφές. Αυτό που φαίνεται βέβαιο είναι ότι, εκτός του ύδατος ζωής που σαν ποτάμι εκπορεύεται εκ του θρόνου, εκατέρωθεν της κοίτης του ποταμού, σύμφωνα με την προσδοκία της Π.Δ., εντεύθεν και
εκείθεν βλαστάνει ξύλο ν ζωής που φυσικά μας θυμίζει αμέσως το δένδρο της ζωής στον παράδεισο της Εδέμ (Γεν. 2, 9). Πολύ συχνά το δέντρο αυτό απαντάται στις Ιουδαϊκές Αποκαλύψεις (Β'Έσδρ. 8, 52' Β' Ενώχ 8, 3-4). Στη Σοφ.
Σολ. 14, 3 εξ. οι δίκαιοι και όσιοι παρουσιάζονται «ως ο παράδεισος του κυρίου, τα ξύλα της ζωής, η φυτεία αυτών ερριζωμένη εις τον αιώνα...»
Το θέμα περί του παραδείσου και των δένδρων του επιτρέπει να αναπτυχθεί αχαλίνωτη η φαντασία των Αποκαλυπτικών. Στο ίδιο το βιβλίο του Α Ενώχ π.χ. παρατίθεται ποικιλία κήπων και παραδείσων: Ένας είναι «ο
παράδεισος της δικαιοσύνης» με ένα δένδρο της φρόνησης στο κέντρο, εκ του οποίου «εσθίουσιν άγιοι (άγγελοι) του καρπού αυτού και επίστανται φρόνησιν μεγά-λην»' για να φθάσει ο Ενώχ στον παράδεισο αυτό περνά
πάνω από όρη, ερήμους, ποταμούς, πεδιάδες με αρωματικά δένδρα, πάνω από την Ερυθρά Θάλασσα και τον Ζουεί, εις τα πέρατα της γης. Πρόκειται για λείψανα της ευδαίμονος αρχικής ιστορίας του ανθρώπου, χωρίς
εμφανή σημασία για τα έσχατα της ανθρωπότητος (κεφ. 32 και 33). Ο παράδεισος και ο κήπος του κεφ. 25 αντιπαρατίθεται, κατά κάποιο τρόπο, στον παράδεισο του δένδρου της φρόνησης. Πρόκειται εδώ για τον τόπο
επίσκεψης του Κυρίου επί της γης με αγαθότητα, και το αειθαλές και ευώδες δένδρο στο κέντρο αυτού του παραδείσου μοιάζει με καρπό φοινικόδενδρου: «Τότε δικαίοις και οσίοις δοθήσεται ο καρπός αυτού τοις εκλεκτοίς
εις ζωήν εις βοράν, και μεταφυτευθήσεται εν τόπω αγίω παρά τον οίκον του Θεού βασιλέως του αιώνος (Ιεροσόλυμα). Τότε ευφρανθήσονται και χαρήσονται... και ζωήν πλείονα ζήσονται επί της γης, και... βάσανοι... ουχ
άψονται αυτών» (25, 5-6).
Η εκτεταμένη παράθεση έγινε για δυο λόγους: α) να δείξει πόσο ελεύθερη ήταν ακόμη την εποχή του Ιωάννη η ανάπτυξη του θέματος περί παραδείσου, και β) να φανερώσει την επιλεκτικότητα της περιγραφής του Ιωάννη.
Κάθε δένδρο στον παράδεισο του Ιωάννη δίνει καρπό κάθε μήνα, ανελλιπώς -κάτι που σημαίνει όχι μόνο πως ο άνθρωπος γίνεται στον παράδεισο φυτοφάγος, όπως ήταν αρχικά, κατά τη Γένεση, αλλά και ότι το είδος αυτό
τροφής είναι μυθολογικά συμβολικό της δω-ρούμενης από το Θεό στους ανθρώπους αθανασίας. Δώδεκα καρπούς κάθε χρονιά, το κάθε δέντρο. Πόσο θαυμαστός πρέπει να είναι αυτός ο αριθμός δώδεκα! Εδώ, όπως
σημειώσαμε, πρόκειται περί καρπού αθανασίας, περί του οποίου γνωρίζουμε από τη μυθολογία όλης της Εγγύς Ανατολής (βλ. μελέτη μας Μύθος-Ιστορία-Θε-ολογία, Αθήνα 1993, σελ. 186 εξ.' 196 εξ.). Η εγγύτερη εδώ
βιβλική αναφορά είναι στο Ιεζ. 47, 12 «Και επί του ποταμού αναβήσεται, επί του χείλους αυτού ένθεν και ένθεν παν ξύλον βρώσιμον, ου μη παλαιωθή επ' αυτόν ουδέ μη εκλείψη ο καρπός αυτού... και έσται ο καρπός αυτών
εις βρώσιν και η ανάβασις αυτών [τα φύλλα των, κατά το εβρ. κείμενο] εις υγείαν». Από εδώ, φαίνεται, ξεκινά η παράδοση πως τα φύλλα του ξύλου είναι εις 0ε-ραπείαν των εθνών. Κατά κάποιες ιουδαϊκές απόψεις (που
δέχεται και ο Ιωάννης;), θα υπάρχει, μέσα στην πόλη του Θεού, ανάγκη θεραπείας κάποιων, ας πούμε αποτοξίνωσης από την ειδωλολατρεία, και πνευματικής ενίσχυσης. Στον Ιωάννη -πρέπει να σημειώσουμε- δεν ταιριάζει
αυτή η γραμμή σκέψης, αφού η ηθική του είναι αυστηρή, ασυμβίβαστη και μονοδιάστατη, όπως την ξέρουμε από όλη την Απκ., ιδίως από τις επιστολές προς τις 7 εκκλησίες. Ο λόγος που εκφράζεται εδώ θεραπευτικά ό,τι
αλλού συνήθως τοποθετείται αμείλικτα είναι ίσως ο εξής: Υπάρχει στις πηγές του το στοιχείο αυτό και το μνημονεύει σχολαστικά για να δείξει τη μέχρι κεραίας εκπλήρωση όλων των υποσχέσεων της Π.Δ.* ή δεν ξεχνά το
δικό του σκληρό παρόν, μιλώντας περί του κατά πάντα ικανοποιητικού μέλλοντος μέσα στη νέα πόλη του Θεού. Για κάποιο λόγο που σχετίζεται με το πρόσωπο ή με τους αναγνώστες του προφήτη, επιμένει στην εκπλήρωση
όλων των σχετικών με τη νέα πόλη προσδοκιών της Π.Δ. ωσάν να έχει μπροστά του κείμενο με Testimonia επί κάθε εσχατολογικού θέματος (ανάλογο με αυτό που έχουμε και στο Qumran), και δεν εννοεί να αφήσει απέξω
ανεκπλήρωτη ούτε μια από τις σχετικές προρρή-σεις! Ο Ζαχ. 14, 1 εξ. π.χ. μιλά για την ημέρα του Κυρίου σε σχέση με το Όρος των Ελαιών και την Ιερουσαλήμ, και προσθέτει «και ανάθεμα ουκ έσται έτι και κατοικήσει
Ιερουσαλήμ πεποιθότως», δηλ. δε θα υπάρξει πια κατάρα για εξορία και καταστροφή' η Ιερουσαλήμ θα κατοικείται με ασφάλεια. Ο Ιωάννης παραθέτει και αυτής της προφητείας την εκπλήρωση, μιας προφητείας πολύ
στενά σχετιζόμενης με την ιουδαϊκή ιστορική εμπειρία.
Σε ποιο είδος αναγνωστών απευθύνεται ο προφήτης, κάνοντας τέτοιες γραμματικές αβαρίες προς παραδοσιακά ιουδαϊκά σενάρια ή οδηγώντας σε εκπλήρωση όλες τις βιβλικές προρρήσεις περί του μέλλοντος; Δύσκολο είναι
να απαντηθεί το ερώτημα αυτό. Μπορούμε να κάνουμε μόνο υποθέσεις: Μετά την καταστροφή του 70 μ.Χ. αναταραχή μεγάλη επικρατούσε μέσα στον Ιουδαϊσμό που οδηγούσε είτε προς μια νέα επανάσταση είτε προς
ειρηνιστικές ή ησυχαστικές τοποθετήσεις. Η ατμόσφαιρα αυτή επηρέαζε τους Ιουδαιοχριστιανούς που ζούσαν στην Παλαιστίνη, αλλά και εβραϊκές μά-
ζες, ιουδαϊκές ή χριστιανικές στο θρήσκευμα, που ζούσαν στη Διασπορά είτε από παλιά είτε εξόριστοι και πρόσφυγες μετά την επανάσταση του 70 μ.Χ. Μέσα στο κλίμα αυτό ο Ιωάννης κρίνει, φαίνεται, σκόπιμο να τονίσει
πως ο Χριστός και το εσχατολογικό σχέδιο του Θεού έχουν φροντίσει για ό,τι χρειάζεται. Από τους δικαίους απαιτείται πίστη στο σχέδιο του Θεού και ετοιμότητα για το μαρτύριο. Όλες, κυριολεκτικά όλες, οι υποσχέσεις του
Θεού στο λαό της Π.Δ. θα εκπληρωθούν μέχρι κεραίας υπό του Χριστού ως εκτελεστή του σχεδίου, μέσα στην καινή Ιερουσαλήμ, τη νέα πόλη του Θεού. Δεν πρόκειται για απλό φιλοϊουδαϊσμό στον Ιωάννη" υπάρχει ένα
ιεραποστολικό και θεολογικό ελατήριο που τον οδηγεί σε μια τόσο γραμματική και δουλική χρήση των αρχαίων κειμένων.
Στη ζωή μέσα στην πόλη του Θεού δεν ανήκει μόνο το ποτό, η τροφή και η ασφάλεια των μακάρων αγίων, αλλά και η λατρεία του Θεού. Στο στίχ. 3 είτε ξαναθυμά-ται την πλατεία, στη μέση της οποίας βρίσκεται ο θρόνος
του Θεού και του Αρνιού του προηγούμενου στίχου, είτε παραθέτει από παράλληλη πηγή, ουσιαστικά κάνει λόγο για την πραγματοποίηση της εικόνας των μαρτύρων που έρχονται από τη μεγάλη θλίψη: «διά τούτο εισιν
ενώπιον του θρόνου του Θεού, και λατρεύουσιν αυτώ ημέρας και νυκτός εν τω ναώ αυτού. Και ο καθήμενος επί του θρόνου σκηνώσει επ' αυτούς... ότι το αρνίον το ανα-μέσον του θρόνου... επί ζωής πηγής ύδατος...» (7, 15-
17). Εδώ όμως οι λάτρεις του Θεού είναι κάτι ευρύτερο, οι δούλοι αυτού, στους οποίους κατά το στίχ. 2 περιλαμβάνονται και τα έθνη. Όψονται το πρόσωπον αυτού, κατά το «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία...» (Μτ. 5, 8).
Στον Ψλ. 17 ο υμνωδός παρακαλεί το Θεό να τον σώσει από τους εχθρούς του και υπόσχεται να ανέβει στο Ιερό: «Εγώ δε εν δικαιοσύνη οφθήσομαι τω προσώπω σου, χορτασθή-σομαι εν τω οφθήναι μοι την δόξαν σου». Βλ. και ΑΊω. 3, 2. Κι όπως οι προσκυνητές του θηρίου είχαν επί των
μετώπων τους γραμμένο το όνομά του (13,16), έτσι κι εδώ οι δούλοι του Θεού, οι υπήκοοι του, έχουν το όνομα του Θεού γραμμένο επί των μετώπων -δείγμα ιδιοκτησίας ενός δούλου από ένα Θεό κάποιου Ιερού, κατά την
εποχή του Ιωάννη (βλ. και 3, 12), και δείγμα ομοιότητας με το Θεό.
Ο αναγνώστης θα κατάλαβε ήδη από παρατηρήσεις μας στους στίχ. 22, 1-4 πως ο Ιωάννης έχει υπόψη του κάποιες πηγές ή βιβλικά Testimonia περί των εσχάτων καιρών που, σύμφωνα με τις δικές του χριστιανικές
αντιλήψεις, προσαρμόζει στη συνάφεια αναλόγως, χωρίς να νοίαζεται κυρίως και πρωτίστως για πλήρη συνέπεια και συμφωνία ως προς παρόμοια θέματα που εθίγησαν προηγουμένως. Στο στίχ. 5, χωρίς ιδιαίτερο λόγο,
επαναλαμβάνει κάτι που επαρκώς αναπτύχθηκε στο 21, 23-25, αλλά με κάποια παράξενη παραλλαγή: Οι δούλοι του Θεού βλέπουν το πρόσωπο Του συνεχώς, επομένως ημέρα και νύχτα, κάτι που απαιτεί συνεχή φωτισμό.
Αυτός ο φωτισμός για τη θέα του προσώπου του Θεού δεν έχει ανάγκη του φωτός του ήλιου ή του λύχνου, γιατί κύριος ο Θεός φωτίσει επ' αυτούς (δε γίνεται καθόλου λόγος περί σελήνης), η φωτεινή δόξα του Θεού θα τους
φωτίζει για να τον βλέπουν. Εδώ ο Ιωάννης προσθέτει κάτι που του διέφυγε, σαν να το θυμήθηκε την τελευταία στιγμή. Και βασχύσουσιν εις τους αιώνας των αιώνων. Εδώ κάνει λόγο περί των πιστών ως βασιλέων'
μήπως τα προηγούμενα περί λατρείας του Θεού αναφέρονταν στους πιστούς (ος ιερείς; Βέβαια, η βασιλεία των μαρτύρων στο 20, 1-10 είναι μια ειδική βασιλεία-δώρο, διάρκειας χιλίων ετών. Στο 5, 9β-10 οι αγορασμένοι με το αίμα του Αρνίου είναι εκ πάσης φυλής και γλώσσης και λαού και έθνους, και σ' αυτούς χαρίζεται η βασιλεία και η ιεροσύνη, και βασΟχύσουσιν επί της γης - αναφορά σαφής στην περίοδο πριν τον ερχομό του καινού ουρανού και της καινής γης ενώ στο 22, 5 τονίζεται πως θα βασιλεύσουν εις τους αιώνας των αιώνων, όσο δηλ. διαρκεί και
η βασιλεία των αγίων στο Δαν. 7, 18' 27. Βέβαια, η καινή κτίση και η εκ του ουρανού καταβαίνουσα Ιερουσαλήμ υπαινίσσονται εμμέσως την αιωνιότητα των οικιστών τους. Η όλη όμως συνάφεια απαιτεί από τον Ιωάννη
να τονίσει ότι η περί ης εδώ βασιλεία δεν είναι κάποια ενδιάμεση, για κάποια ειδική κατηγορία ανθρώπων, πρόσκαιρη όμως κατάσταση κυριαρχίας μετά του Χριστού, όπως η χιλιετής βασιλεία των μαρτύρων, αλλά αιώνια
κατάσταση, εις το διηνεκές.
Τέλος, όπως το υποσχεθήκαμε, χρειάζεται να γίνει κάποια προσθήκη σε όσα εγράφησαν περί της πιθανότητας χρήσεως διαφόρων πηγών από τον Ιωάννη στην περιγραφή της καινής κτίσης που έχουμε στο 21,9-22, 5. Έχει
κανείς την εντύπωση από την όλη περικοπή πως πρόκειται για δυο όχι για μια Ιερουσαλήμ. Η αντίληψη περί νέας Ιερουσαλήμ είναι ριζωμένη στον Ιουδαϊσμό, στην Αποκαλυπτική φιλολογία και στον αρχικό χριστιανισμό.
Δεν επρόκειτο όμως για ένα θέμα δογματικό και θεολογικά καθορισμένο" ήταν ένα θέμα συζητούμενο. Μετά, μάλιστα, την καταστροφή της παλαιάς Ιερουσαλήμ υπό των Ρωμαίων το 70 μ.Χ., η συζήτηση περί της νέας
πρέπει να εντάθηκε. Ο Ιωάννης βλέπει τον εσχατολογικό ερχομό της νέας πόλης του Θεού ως έργο του ουρανού, όχι πρωταρχικώς ως έργο της ιστορίας (για
τους Μάρτυρες, επίσης, η χιλιετής βασιλεία είναι ένα bonus, μια θεία δωρεά), κατεβαίνει εκ του ουρανού από του Θεού και δεν είναι καρπός κάποιας φυσικής εξέλιξης ή εξέγερσης, όπως είχε π.χ. υποστηρίξει το ιουδαϊκό
επαναστατικό κόμμα των Ζηλωτών κατά την επανάσταση του 70 μ.Χ. που κατέληξε σε τρομερή καταστροφή. Από όσα όμως στην προκειμένη περικοπή παρατηρήσαμε περί της νέας πόλης του Θεού και περί της ζωής εντός
αυτής είδαμε ότι το υλικό και φυσικό στοιχείο είναι πολύ έντονο στην περιγραφή, που έχουμε περί αυτής, αφού γίνεται λόγος περί κοινών πραγμάτων, περί βδε-λυγμάτων και περί ψεύδους που δεν πρέπει να εισέλθουν στην
πόλη. Έπειτα, περί των γάμων του Αρνίου έχουμε στο 19, 7 απλή αναφορά, ενώ στο 21, 2 εξ. πιθανώς παράθεση κάποιας πηγής. Επίσης, έχουμε διπλές αναφορές στα 21,23 και 22,5β' 21,25 και 22,5α' 21,27 και 22,3 για όμοια
πράγματα. Όλα αυτά ωθούν πολλούς ερευνητές στη θεώρηση του κειμένου αυτού ως μιας (;) ιουδαϊκής πηγής, με λεπτή από μέρους του Ιωάννη εδώ και εκεί επεξεργασία. Μπορούμε να εξηγήσουμε αυτές τις παράξενες
επαναλήψεις-παραλλαγές μόνο από την ψυχολογία του συγγραφέα; Ο Ιωάννης περιγράφει, βέβαια, μια νέα μελλοντική πραγματικότητα' μπορεί όμως να ξεχάσει εντελώς τις αντιθέσεις και ατέλειες που συνυπάρχουν με
τους αγίους και τους μάρτυρες μέσα στο δικό του εκκλησιαστικό παρόν; Εξάλλου όμως διερωτώμεθα: Μπορούσε να του διαφύγει πως έτσι δεν περιέγραφε καθαρά ούτε το μέλλον ούτε το παρόν; Γι' αυτό και εμείς κλίνουμε
προς την περί διαφόρων πηγών άποψη.
Τα περί ουρανίας προέλευσης της νέας πόλης Ιερουσαλήμ, κατά τον Ιωάννη, αντιλαμβανόμαστε τι σημαίνουν θεολογικώς και ιστορικώς" πρέπει να σχετίζο-
νται προς την πικρή εκ της ιστορίας πείρα που αποκόμισε ο λαός του Θεού από τον Πόλεμο στην Ιουδαία. Δεν έχουν την έννοια κάποιας υπερφυσικιστικής υφής της βασιλείας του Θεού, αφού ο Θεός δεν καταστρέφει τον
κόσμο και την ιστορία αλλά τους μεταμορφώνει και ριζικά, πνευματικώς και ηθικώς, τους μεταβάλλει. Ήταν άλλη πριν η σχέση πνεύματος και ύλης, και άλλη μέσα στην καινή κτίση. Δεν έχει ο Ιωάννης πρόβλημα να
κατεβάζει τη νέα πόλη από τον ουρανό καινήν, ενώ στη συνέχεια η περιγραφή γίνεται με βιβλικές υλοπνευματικές εικόνες. Οι συγγραφείς της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης δεν είχαν τα προβλήματα της ελληνικής
διαρχίας ύλης και πνεύματος που έχουν και πολλοί σύγχρονοι θεολόγοι.
Σε περίπτωση όμως που ο Ιωάννης χρησιμοποιεί ιουδαϊκή πηγή, τι από το προ ημών κείμενο θά 'πρεπε να αποδοθεί στον ίδιο; Εκτός, βέβαια, των εισαγωγικών στίχων 9-10, ό,τι γράφεται περί του Αρνίου (21, 9' 14' 22' 23' 27'
22, Γ 3) όπως και τα περί των Αποστόλων του Αρνίου (στίχ. 14). Έπειτα η έλλειψη ναού και τα περί του Χριστού ως λύχνου φωτισμού των κατοίκων της πόλεως είναι προφητικές ιδιαιτερότητες του Ιωάννη. Όπως πολλοί
ερμηνευτές έτσι και ο \Υ. Βοι^βΙ (ό.π., σελ. 453-55) την υποτιθέμενη εδώ ιουδαϊκή πηγή σχετίζει με ιουδαϊκό κείμενο που αναφερόταν, επίσης, στην καταστροφή της Βαβυλώνας - Ρώμης από τον επανελθόντα (Ιίεώνΐνικ) με
τους Πάρθους Νέρωνα, όπως έχουμε το θέμα αυτό στο V βιβλίο των Σιβυλλικών Χρησμών. Η υπόθεση αυτή δέχεται την αρχική συνάφεια του υλικού των οραμάτων στα κεφ. 17' 18' 21. Τα οράματα στο 17, 1 εξ. έως 21,9
συνδέονται, εκτός των άλλων, και με τον ένα εκ των 7 αγγέλων των 7 εσχάτων πληγών, ενώ στο 18, Γ20, 1 (όπως και στο 10, 1-11, 13) είναι άλλος ο άγγελος που συνδέει τις παραδόσεις αυτές. Κατά πρόταση του Bousset, από την υποθετική αυτή ιουδαϊκή πηγή είναι ειλημμένη και η προσκύνηση του αγγέλου στο 19, 9-10 και στο 22, 6-9.
Όλα αυτά είναι, πράγματι, ενδιαφέροντα, δεν παύουν όμως να είναι υποθέσεις, όσο κι αν βοηθάνε να δούμε μερικά πράγματα πιο καθαρά. Άριστα μπορούσε ο Ιωάννης να έχει εμπρός του κάποια Testimonia με αναφορά σε
εσχατολογικά θέματα, και αυτά να αποτελούν το βασικό καμβά για τις περιγραφές του, όπου ειδική έδειξε φροντίδα να μην αφήσει ει δυνατό, τίποτε απέξω. Έτσι μπορούσε να καταλήξει σε διάφορες συνθέσεις: κάποιες,
όπου τα διάφορα χωρία, κυρίως των Προφητών, προσέγγιζαν τα μεν προς τα δε' μπορούσε όμως να συνδέσει χωρία που είχαν κάποιο είδος σχέσης μεταξύ τους, όπου όμως η συμφωνία αφηνόταν να εξαχθεί από τη χαλαρή
συγγένεια μεταξύ των πληροφοριών της παράδοσης περισσότερο, και λιγότερο από το συνεπή συντονισμό των επιμέρους στοιχείων. Αλλωστε, είναι γεγονός πως ο Ιωάννης ενδιαφέρεται για τα θέματα που αναπτύσσει ως
θέματα, όχι για τις ιδιαιτερότητες κάποιας εσχατολογικής σχολής. Έχει συνείδηση πως η διαπραγμάτευση τέτοιων θεολογούμενων ζητημάτων δίνει κάποια άνεση, και κάνει χρήση της άνεσης αυτής. Ως προς αυτό είναι άσχετη η αυστηρή προειδοποίησή του προς τους αναγνώστες του για τη μη αλλοίωση των γραφομένων στο βιβλίο. Η πεποίθησή του για τη θεία έμπνευση και το θείο κύρος που συνοδεύει το έργο του δεν έχει, βέβαια, σχέση με ζητήματα φιλολογικά ή θεολογούμενα αλλά με το κύριο μήνυμα του βιβλίου. Αυτό είναι μάλλον που φαίνεται να κινδυνεύει από τις όποιες προσθήκες ή απαλείψεις (22, 18-19). Αυτή την προειδοποίηση μπορούμε να εκλάβουμε ως τυπική, παραδοσιακή, του συγγραφέα αποτροπή κάθε μεταβολής από αντιγραφείς του βιβλίου στο βιβλίο του' αν όμως αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο αλλοίωσης, σημαίνει τούτο πως ο Ιωάννης, λόγω του θεολογούμενου χαρακτήρα πολλών εσχατολογικών θεμάτων που αναπτύσσει, φοβάται πραγματικά την επέμβαση στο βιβλίο του διαφωνούντων προς αυτόν εσχατολογικών προφητικών συγγραφέων της εκκλησίας; Δυστυχώς, δεν είναι δυνατό να λεχθεί τίποτε επί του ερωτήματος αυτού.
Σελίδες 496 - 477
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.