Ἡ π ρ ό ς τ ό ν Θ ε ό ν κ α ί τ ό ν ἄ ν θ ρ ω π ο ν δ ι α κ ο ν ί α.
Οἱ ἄγγελοι ἔχουν διπλοῦν ἔργον. Ἀφ' ἑνός μέν λειτουργικόν ἐνώπιον τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ καί τῶν μεγάλων γεγονότων τῆς θείας οἰκονομίας (πρβλ. Ψαλμ. ρβ´ 20, ργ´ 4, Ἠσ. στ´ 3, Λουκ. β´ 13,4), ἀφ' ἑτέρου δέ τήν μετάδοσιν θείων μηνυμάτων εἰς τούς ἀνθρώπους, τήν προστασίαν καί βοήθειαν τῶν δικαίων (πρβλ. Γέν. ιθ´, Γ´ Βασ. ιθ´ 5 κ. ἑξ., Ψαλμ. λγ´ 8, η´ 11 κ. ἑξ., Δαν. γ´ 25 κ. ἑξ., στ´ 22, Ματθ. α´ 19 κ. ἑξ., Ἰω. ε´ 4, Πράξ. ι´ 3 κ. ἑξ., ιβ´ καί τῶν παιδίων (Ματθ. ιη´ 10), τήν τιμωρία τῶν ἀσεβῶν (Δ´ Βασ. ιθ´ 35, Ἠσ. λζ´ 36, Πράξ. ιβ´ 23 κ.ἄ.), τήν ἀντιμετώπισιν τῶν πονηρῶν πνευμάτων (Ἰουδ. στίχ. 9, Ἀποκ. ιβ´ 7), τήν παιδαγωγείαν τῶν πεπτωκότων (Πρβλ. Σμικρός Λαβύρινθος, ΒΕΠ ΣΤ´ σ. 22,23), ἴσως τήν παραλαβήν τῶν ψυχῶν ἐκ τῶν σωμάτων κατά τόν θάνατον (Λουκ. ιστ´ 22, ιβ´ 20), τήν συναγωγήν τῶν ἐκλεκτῶν καί τῶν ἀνόμων κατά τήν ἡμέραν τῆς κρίσεως (Ματθ. ιγ´ 41, κδ´ 31, Μάρκ. ιγ´ 27, α´ Θεσ. δ´ 15 κ. ἑξ.), τόν χωρισμόν μετά τήν κρίσιν (Ματθ. ιγ´ 49) καί τόν ἐγκλεισμόν τῶν ἀσεβῶν εἰς τήν κόλασιν (Ματθ. ιγ´ 42,50). Ἄγγελοι ἐπίσης φρουροῦν τήν Ἐδέμ μετά τήν ἔξωσιν τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας (Γέν. γ´ 24).
Ἡ κατά τόν Ψευδοδιονύσιον καί τινας ἄλλους μετ' αὐτόν ἀντίληψις, καθ' ἥν δέν στέλλονται γενικῶς ὅλοι οἱ ἄγγελοι εἰς τούς ἀνθρώπους, ἀλλά μόνον οἱ κατώτεροι ἐξ αὐτῶν, δέν ἔχει σοβαρόν γραφικόν ἔρεισμα, καί δή ὡς πρός τήν διάκρισιν μεταξύ ἀνωτέρων καί κατωτέρων ἀγγέλων. Ἀπεναντίας, ἡ ἐκ τῆς ἀποστολῆς των ἐν μέσω τῶν ἀνθρώπων προέλευσις καί τοῦ γενικοῦ των ὀνόματος (ἄγγελος) εἶναι τι τό ἰσχυρῶς ἀντικροῦον τήν διάκρισιν, ἥν ποιεῖται ὁ Ψευδοδιονύσιος, διότι ἄγγελος κατ' ἐξοχήν εἶναι αὐτό τοῦτο τό σαρκωθέν δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό ὡς ὁ Danielou ἀποδεικνύει, οὐ μόνον ἐκ τῆς Γραφῆς, ἀλλά καί τῆς ἰουδαιοχριστιανικῆς γραμματείας ἐντόνως χαρακτηριζόμενον μέ τήν ἰδιότητα ταύτην, ὁ ἄγγελος τοῦ Πατρός (Διαταγ. Ἀποστ. Ε´ ΧΧ 12).
Δέον νά σημειωθῆ ὅτι αἱ ἀγαθαί ἀγγελοφάνειαι προϋποθέτουν πάντοτε ἰδιαιτέρως ὑψηλήν ψυχικήν ποιότητα καί λόγους σοβαρούς. Ἄλλως πρόκειται περί μετασχηματισμοῦ τοῦ πονηροῦ (πρβλ. Ματθ. α´ 20, β´ 13, Πράξ. ι´ 1 κ. ἑξ., Β´ Κορ. ια´ 14). Δέν περιορίζονται δέ εἰς τά χρονικά πλαίσια τῆς Γραφῆς, ἀλλά σημειοῦνται καί κατόπιν, ὡς μαρτυρεῖ ἰδίως ἡ ἀσκητική γραμματεία.
Σ ύ γ κ ρ ι σ ι ς π ρ ό ς τ ο ύ ς ἀ ν θ ρ ώ π ο υ ς.
Οἱ ἄγγελοι εἶναι ὑποστάσεις ἀπείρως κατώτεραι τῶν τῆς Ἁγίας Τριάδος, "σύνδουλοι" ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων (Ἀποκ. ιθ´ 10, κβ´ 8,9). Πιθανώτατα κατά τήν ἀρχικῶς δημιουργηθεῖσαν φύσιν των καί τήν καθορισθεῖσαν θέσιν των, ὁπωσδήποτε δέ μετά τήν δοκιμασίαν των, εἶναι κτίσματα ἀνώτερα ἡμῶν ("βραχύ τι παρ' αὐτούς ἠλαττωμένων", Ἑβρ. β´ 7). Ἡ ὑπεροχή των ὅμως αὕτη δέν εἶναι ἀπόλυτος, διότι καί ὁ ἄνθρωπος, θεούμενος διά τῆς εἰς Χριστόν πίστεως, εἶναι δυνατόν νά φθάση εἰς τήν μακαριότητα αὐτῶν, ἔτι δέ καί νά ὑπερβῆ αὐτούς. Οἱ δίκαιοι, ἐν τῷ οὐρανῷ, ὡς ἐβεβαίωσεν ὁ Σωτήρ, θά διαβιοῦν ὡς οἱ ἄγγελοι καί θά εἶναι ὅμοιοι πρός αὐτούς. Ἤδη δέ ἡ Ἐκκλησία ἔχει τήν πεποίθησιν, ὅτι μία τουλάχιστον ἀνθρωπίνη ὑπόστασις ἀπό τοῦδε ὑπέρκειται ὅλων τῶν Ἀσωμάτων Δυνάμεων, ἡ Θεοτόκος, χαρακτηριζομένη ὡς "τιμιωτέρα τῶν χερουβίμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν σεραφείμ", ὡς καί "ἀνωτέρα πάντων τῶν ποιημάτων τοῦ Ὑψίστου". Ὁμοίως, ὁ ἱερός Χρυσόστομος, εἰς ἕνα τῶν θαυμασίων ἐγκωμιαστικῶν λόγων του πρός τόν Παῦλον, δέν διστάζει νά ἐξάρη αὐτόν ὑπέρ τούς ἀγγέλους. Ἐσχατολογικῶς, λοιπόν, αἱ μεγάλαι διαφοραί μεταξύ τῶν δύο τούτων εἰδῶν τῆς λογικῆς κτίσεως παύουν ὑφιστάμεναι. Εἰς τόν μέλλοντα αἰῶνα θά ὑπάρχουν διαφοραί οὐχί μεταξύ ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, ἀλλά μεταξύ πλέον καί ἔλασσον δεδοξασμένων θεοεικέλλων λογικῶν ὄντων, χωρίς νά ἔχουν σημασίαν αἱ ἐπί μέρους ὀντολογικαί διακρίσεις μεταξύ τῶν δύο κόσμων, τοῦ ἀγγελικοῦ καί τοῦ ἀνθρωπίνου.
Ἡ ἐσχατολογική αὕτη προοπτική, μαρτυρουμένη τρανότατα εἰς τήν Γραφήν καί τήν Παράδοσιν, συνηγορεῖ ὑπέρ τῆς παραδοχῆς, ὅτι τό κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν, οὐ μετέχουν ἄγγελοι καί ἄνθρωποι, ἐξικνεῖται καί εἰς τάς σωματικάς ἀναλογίας. Δεδομένου, ὅτι εἰς τόν μέλλοντα αἰῶνα τό ἀνθρώπινον εἶδος θά εἰσέλθη ἐνσώματον, ἡ ὁμοιότης του πρός τό ἀγγελικόν δέν ἀποκλείεται νά ἐκτείνεται καί εἰς τούς σωματικούς χαρακτῆρας, χωρίς βεβαίως νά ἐλλείπουν διαφοραί, οὖσαι ὅμως ἄνευ ἰδιαιτέρας σημασίας. Ἄν οὕτω θά συμβαίνη, τότε δέον νά παραδεχθῶμεν, ὅτι αἱ ἐπί γῆς ἀγγελοφάνειαι δέν ἔχουν τό νόημα ἀνθρωποπαθοῦς συμβολισμοῦ, ἀλλά ἀντιστοιχοῦν εἰς μίαν πραγματικότητα. Ἡ μορφή καί τό σχῆμα τῶν ἐμφανιζομένων ἀγγέλων εἶναι περίπου τά πραγματικά. Τά ζωόμορφα εἴδη ἐξ αὐτῶν (χερουβίμ καί σεραφείμ), ὡς παραδέχεται ἡ νεωτέρα ἑρμηνευτική, εἶναι ἁπλῶς ἐπίδρασις ἀσσυροβαβυλωνιακῶν προτύπων εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.