(Κ. Διαθήκη). Τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, ὁ περί ἀγγέλων λόγος εἶναι λίαν πυκνότερος εἰς τήν Καινήν ἀπό ὅ,τι εἰς τήν Π. Διαθήκην. Ἡ σάρκωσις τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος καί ἡ δι' αὐτοῦ δοθεῖσα εἰς τούς ἀνθρώπους χάρις καί ἀλήθεια (Ἰω. α´ 14,17), ἐπανασυνέδεσαν τελείως τό ἀνθρώπινον γένος καί τήν ὁρατήν κτίσιν μέ τόν πνευματικόν κόσμον. Οἱ πολῖται τοῦ κόσμου τούτου, τά ἄϋλα πνεύματα, ἦτο ἄρα ἑπόμενον, διά τοῦ Χριστοῦ, νά ἔλθουν εἰς συχνότερον καί εὐρύτερον συγχρωτισμόν μέ τούς ἀνθρώπους καί ἡ περί τῶν πνευμάτων τούτων διδασκαλία τοῦ Νόμου καί τῶν Προφητῶν νά διασαφηνισθῆ. Ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἔχει οὕτω μίαν παράλληλον συμπλησίασιν τῶν ἀγγέλων πρός τόν ὁρατόν κόσμον, τόσον εἰς γεγονότα, ὅσον καί εἰς ἀποκαλυπτικότητα.
Αὐτός ὁ Κύριος διακηρύσσει τήν ὕπαρξιν τῶν ἀγγέλων (Μάρκ. η´ 38, Λουκ. ιε´ 10, ιστ´ 22 κ.ἄ.), κατά δέ τά κορυφαῖα σημεῖα τοῦ βίου του ἐμφανίζονται οὗτοι ὡς λειτουργοί, ὑπηρέται καί συμπαραστάται τῆς θεανδρικῆς του φύσεως, αἰνοῦντες αὐτόν μαρτυροῦντες περί αὐτοῦ, διακονοῦντες αὐτῷ, ἐνισχύοντες τήν ἀνθρωπίνην φύσιν αὐτοῦ καί παρεμβαίνοντες ὡς δευτεραγωνισταί. Οὕτως, ὁ Γαβριήλ εὐαγγελίζεται τήν ἔλευσίν του (Λουκ. α´ 26 κ. ἑξ.), ὁ "ἄγγελος Κυρίου" ἐμφανίζεται εἰς τόν Ἰωσήφ (Ματθ. α´ 20 κ. ἑξ., β´ 13,19,20) καί εἰς τούς ποιμένας (Λουκ. β´ 8 κ. ἑξ.), στρατιά ὁλόκληρος δοξολογεῖ τόν Ὕψιστον ἐπί τῇ γεννήσει τοῦ Σωτῆρος (Λουκ. β´ 13,15), ἄλλοι διακονοῦν αὐτῷ εἰς τήν ἔρημον μετά τό πέρας τῶν πειρασμῶν (Ματθ. δ´ 11), ἕτερος ἐνισχύει αὐτόν εἰς τό ὅρος τῶν Ἐλαιῶν, πρό τοῦ πάθους (Λουκ. κβ´ 43), ἐνῶ λεγεῶνες των θά παρίσταντο πρός ὑπεράσπισίν του κατά τήν σύλληψιν, ἄν τό ἐζήτει ἀπό τόν πατέρα του (Ματθ. κστ´ 53), δύο ἐξ αὐτῶν βεβαιοῦν τήν ἀνάστασίν του, τοῦ ἑνός ἤ ἑτέρου τρίτου ἀποκυλίσαντος τόν λίθον ἐκ τοῦ μνημείου (Ματθ. κη´ 2 κ. ἑξ., Μάρκ. ιστ´ 5 κ. ἑξ., Λουκ. κδ´ 44 κ. ἑξ. 23, Ἰω. κ´ 12,13), δύο δέ ἐπίσης ὁμιλοῦν εἰς τούς μαθητάς περί τῆς δευτέρας παρουσίας κατά τήν Ἀνάληψιν (Πράξ. α´ 10,11).
Ἡ ἀγγελική συμπαράστασις ἐπεκτείνεται καί εἰς τήν πρώτην Ἐκκλησίαν, ὅπου, ἰδιαιτέρως ὁ "ἄγγελος Κυρίου" τῆς Π. Διαθήκης εἶναι ὁ κατ' ἐξοχήν προστάτης, ὡς ἦτο καί διά τόν ἀρχαῖον Ἰσραήλ (Πράξ. ε´ 19,20, η´ 26, ι´ 3 κ. ἑξ., ιβ´ 7 κ. ἑξ., 23, κζ´ 23).
Ἡ περί τῆς φύσεως καί τοῦ ἔργου τῶν ἀγγέλων διδασκαλία τῆς Κ. Διαθήκης περιλαμβάνει τάς ἑξῆς κυρίας ἀληθείας: Οὗτοι εἶναι κατώτεροι τοῦ Χριστοῦ (Κολασ. Β´ 14 κ. ἑξ., Ἑβρ. α´ 14 κ. ἑξ.). Διακρίνονται εἰς τάξεις, ἐκ τῶν ὁποίων κατονομάζονται αἱ ἀρχαί, αἱ ἐξουσίαι, αἱ δυνάμεις, αἱ κυριότητες, οἱ θρόνοι, οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἀρχάγγελοι (Ἐφεσ. α´ 21, γ´ 10, στ´ 12, Κολασ. α´ 16, Α´ Θεσ. δ´ 16, Ἰούδα στίχ. 9 κ. ἀλ.). Εἶναι πνεύματα (Ἑβρ. α´ 14), ἀθάνατοι (Λουκ. κ´ 36), δέν διακρίνονται εἰς φῦλα (Ματθ. κβ´ 30) καί ὁ ἀριθμός των εἶναι μέγας (Ματθ. κε´ 31, κστ´ 53, Λουκ. β´ 13, Ἰούδα στίχ. 14, Ἀποκ. ε´ 11). Τό ἔργον των ἔγκειται εἰς τό νά δοξάζουν τόν Θεόν λειτουργικῶς (Λουκ. β´ 13) καί νά διαδραματίζουν βοηθητικόν μέρος εἰς τήν θείαν περί τό ἀνθρώπινον γένος οἰκονομίαν (Ἑβρ. α´ 14), ἤτοι νά προστατεύουν τούς δικαίους, νά "ἀποφέρουν" εἰς τόν οὐρανόν τάς ψυχάς των (Λουκ. ιστ´ 22) καί νά συνάξουν καί χωρίσουν τούς δικαίους καί τούς ἀδίκους κατά τήν ἡμέραν τῆς κρίσεως (Ματθ. ιγ´ 41,42,49,50, κδ´ 31, Μάρκ. ιγ´ 27, Α´ Θεσ. δ´ 15 κ. ἑξ.).
Σχετικάς πρός τούς ἀγγέλους κακοδοξίας ἡ Καινή Διαθήκη ἀναφέρει τήν τῶν Σαδδουκαίων, οἵτινες ἠρνοῦντο τήν ὕπαρξιν αὐτῶν καί γενικῶς τῶν πνευμάτων (Πράξ. κγ´ 8), ὡς καί τήν χαρακτηριζομένην ὡς "θρησκείαν τῶν ἀγγέλων", ἤτοι τήν ἰουδαιογνωστικῆς προελεύσεως λατρευτικήν προσκύνησιν αὐτῶν (Κολασ. Β´ 18).
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.