2. – Ο Χριστοκεντρικός χαρακτήρας της Π.Δ.
α) Η Προσωπικότητα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ρίχνοντας το φως της στην Π.Δ., αποκάλυψε, ότι και αυτή είναι Χριστοκεντρική, ότι δηλ. διερχόταν και δι’ αυτής ο Χριστός, ‘’χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας’’255, από τις πρώτες λέξεις της Γενέσεως μέχρι Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος είναι ο τελευταίος προφήτης και ο πρώτος που είδε τον Χριστό και ευαγγελιστής, ιστάμενος στο ιστορικό έδαφος και της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης.
α. Οι πρώτες λέξεις της Γενέσεως (‘’εν αρχή’’) είναι οι ίδιες προς τις πρώτες λέξεις του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου και αναφέρονται στον Τριαδικό Θεό της προ της δημιουργίας αιωνιότητας.
Ακολουθεί και στα δύο ιερά αυτά κείμενα η δια του Λόγου του Θεού, ασάρκου ακόμη τότε, δημιουργία του σύμπαντος κόσμου και το ευθύς μετά την πτώση ‘’πρωτοευαγγέλιο’’256 της μέλλουσας σάρκωσης του Θεού Λόγου προς λύτρωση της ανθρωπότητας.
Μέσω των ακολουθούντων γεγονότων και αφηγήσεων της Π.Δ. διαπερνούσε ο εν Τριάδι ένας και μόνος αληθινός Θεός από της δημιουργίας του κόσμου δια του ασάρκου Θεού Λόγου εν Αγίω Πνεύματι257 μέχρι της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου258 εν Χριστώ, τον ένσαρκο Λόγο, στον οποίο ‘’κατοικεί σωματικά όλη η Θεότητα’’259. Μετά την ενσώματη ανάληψη από τον πλανήτη μας του Χριστού, ο αυτός Ένας Θεός το εγκαινιασθέν έργο Του επί της γης δια του ενσάρκου Θεού Λόγου, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, συνεχίζει δια του καταπεμφθέντος εις την Εκκλησία Του και σ’ αυτή ενοικούντος αγίου Πνεύματος, σύμφωνα με την υπόσχεση που δόθηκε απ’ αυτόν προ της αναλήψεώς Του260.
‘’Διότι κανένα άγραφο δεν υπάρχει ούτε στην Καινή ούτε στην Παλαιά, αλλά πρόλαβε την Καινή η Παλαιά και ερμήνευσε την Παλαιά η Καινή. Και πολλές φορές ελέχθη, ότι οι δύο Διαθήκες και δύο υπηρέτριες και δύο αδελφές τον έναν Δεσπότη υπηρετούν. Κύριος από τους προφήτες αναγγέλλεται. Χριστός στην Καινή κηρύσσεται. Δεν είναι καινούρια τα καινούρια, διότι πρόλαβε τα παλαιά. Δεν χάθηκαν τα παλαιά, διότι ερμηνεύτηκαν στην Καινή’’261.
Έτσι δια μέσου της παγκόσμιας Ιστορίας, από καταβολής μέχρι συντέλειας τα σύμπαντα, Πατήρ δι’ Υιού εν Αγίω Πνεύματι, ήτοι μαζί και οι τρεις υποστάσεις του Ενός Θεού δρουν, μαζί στην δημιουργία του κόσμου και στην Πρόνοια του Θεού γι’ αυτόν, προεξάρχοντος κατά την μεν προ του Κυρίου (Προκυριακή) περίοδο του Πατρός, που δημιουργούσε και κυβερνούσε τον Κόσμο δια του ασάρκου Λόγου Του εν αγίω Πνεύματι – κατά δε την Κυριακή περίοδο του Υιού, που σαρκώθηκε και ενανθρώπησε εν Χριστώ Ιησού – και κατά την Μετακυριακή περίοδο, του εκ του Πατρός δι’ Υιού επιφοιτήσαντος και ενσκηνώσαντος στην Εκκλησία του Χριστού Αγίου Πνεύματος, που συνεχίζει του έργο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
β. – Ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός αποκαλύπτει τον Χριστοκεντρικό χαρακτήρα της Π.Δ., όταν αναφέρει στον εαυτό Του την προφητεία του Ησαΐα262, όταν τον ναό των Ιεροσολύμων της Ιουδαϊκής λατρείας τον χαρακτηρίζει ως οίκο του πατρός Του263, όταν λέγει, ότι ‘’οι Γραφές’’ (= η Π.Δ.) ‘’είναι εκείνες που μαρτυρούν για μένα’’264.
Την επισημότατη και αυθεντικότατη πληροφορία περί της εκπληρώσεως των μεσσιανικών προφητειών της Π.Δ. στο πρόσωπο του Κυρίου έχουμε στην ομολογία αυτού του ίδιου του αδιάψευστου στόματος του Κυρίου προς τη Σαμαρείτιδα. Όταν αυτή του είπε: ‘’Γνωρίζω, ότι θα έρθει ο Μεσσίας, ο λεγόμενος Χριστός...’’
λέγει σ’ αυτήν ο Ιησούς: ‘’Εγώ είμαι, που σου μιλάω αυτή τη στιγμή’’265. Ομοίως, συνομιλώντας με τους πορευόμενους στους Εμμαούς, ‘’αρχίζοντας από τα βιβλία του Μωυσή και όλων των προφητών, τους εξήγησε όσα αναφέρονταν σ’ όλες τις Γραφές για τον εαυτό Του’’266, πράγμα το οποίο έκαναν και ο Πρόδρομος και οι Ευαγγελιστές και οι λοιποί Απόστολοι και όσοι μιλούσαν ή έγραφαν περί Αυτού, επικαλούμενοι πάντα τα χωρία της Π.Δ., που αναφέρονταν σ’ Αυτόν267.
Και προ του Κυρίου ο θεόπεμπτος και θεοδίδακτος268 Πρόδρομος Ιωάννης διακήρυξε τον χριστοκεντρικό χαρακτήρα της Π.Δ., τον Θεό Λόγο (διήκοντα) και από τις δύο Διαθήκες, άσαρκο μεν σε εκείνη, ένσαρκο δε στην Καινή269.
Όμοια και ο Απ. Παύλος λέγει περί του Μωυσέως, ότι προτίμησε ‘’από τους θησαυρούς της Αιγύπτου τον εξευτελισμό, σαν εκείνον που υπέφερε ο Χριστός’’270. Το χωρίο, που μιλεί περί Χριστού προ Χριστού, είναι πολύ αποκαλυπτικό για τον χριστοκεντρικό χαρακτήρα όλης της αγίας Γραφής, των δύο Διαθηκών συνδεδεμένων σε μία δια δύο αδιάσπαστη ενότητα, την οποία φανερώνει ο Απ. Παύλος και με τη δήλωση, ότι οι κατά την περίοδο της Π.Δ. ‘’παρά την καλή μαρτυρία της πίστης τους, δεν πήραν ό,τι τους υποσχέθηκε ο Θεός, ο οποίος είχε προβλέψει κάτι καλύτερο για μας, έτσι ώστε να μην φτάσουν εκείνοι στην τελειότητα χωρίς εμάς’’271.
Την ίδια αλήθεια του ενιαίου των δύο Διαθηκών ανέπτυξε ο Απ. Παύλος, αντικρούοντας μονομερείς ιουδαϊκές αντιλήψεις των ιουδαϊζόντων χριστιανών.
γ. – Στην Π.Δ. ο Θεός αποκαλύπτεται έμμεσα, μόνον ως ‘’όρος που ψηλαφάται, και που κάηκε με φωτιά και καλύφθηκε με ομίχλη, σκοτάδι και θύελλα και στο οποίο ακούστηκε ο ήχος της σάλπιγγας και η τρομερή εκείνη φωνή’’272.
Στην Κ.Δ. ο Θεός αποκαλύπτεται άμεσα με τον ενανθρωπήσαντα Θεό Λόγο και για πρώτη φορά γίνεται θεατός και σε αγγέλους και σε ανθρώπους, ‘’ομιλώντας καλύτερα’’ απ’ ό,τι ομιλούσε εκεί, στην Π.Δ., ώστε να γράφει με μεγάλη έμφαση ο ευαγγελιστής Ιωάννης: ‘’Και ο Λόγος έγινε άνθρωπος κι έστησε τη σκηνή Του ανάμεσά μας, και είδαμε τη θεϊκή Του δόξα’’273. Και στην πρώτη των Καθολικών του επιστολών: ‘’Σας γράφουμε για τον ζωοποιό Λόγο, που υπήρχε εξ αρχής. Τον ακούσαμε και τον είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια. Μάλιστα τον είδαμε από κοντά και τα χέρια μας τον ψηλάφισαν... και τον είδαμε με τα μάτια μας. Καταθέτουμε τη μαρτυρία μας... Αυτό που είδαμε και ακούσαμε το αναγγέλουμε και σε σας’’274.
δ. – Ο Χριστός είναι εκείνος ‘’που ανακηρύχθηκε από τον Θεό αρχιερέας, όπως ο Μελχισεδέκ’’275. Η
‘’δυσερμήνευτη’’ αυτή ανακήρυξη ανάγεται στην ‘’αρχή του Χριστού’’, ήτοι στην προαιώνια και συναΐδια με τον Θεό Πατέρα ύπαρξη του Θεού Λόγου, καθόσον ο Μελχισεδέκ θεωρείται ως ‘’βασιλεύς Σαλήμ, δηλ. βασιλεύς ειρήνης, που κανείς δεν ξέρει τον πατέρα ή τη μητέρα του ή το γενεαλογικό του δέντρο, ούτε πότε γεννήθηκε ή πότε πέθανε. Παραμένει, λοιπόν, ο Μελχισεδέκ παντοτινά ιερέας, μοιάζοντας έτσι με τον Υιό του Θεού276 προς τον οποίο και ταυτίζεται.
ε. – Την σημασία των όρων στις δύο Διαθήκες και την μεταξύ τους σχέση την προσδιορίζει η αποκάλυψη της Κ.Δ., σύμφωνα με την οποία, Διαθήκη μεν λέγεται και η πρώτη, η Παλαιά, και η δεύτερη, η Καινή, διότι και στις δύο τελεσιουργείται άφεση με έκχυση αίματος και θάνατο· ‘’γιατί η διαθήκη υπάρχει, όταν έχει πιστοποιηθεί ο θάνατος του διαθέτη’’277 – εκεί μεν με τις συχνές θυσίες ζώων, στην Καινή δε αυτός ‘’ο διαθέτης ‘’ προσέφερε τον εαυτό του
‘’μία’’278 θυσία για πάντα ‘’μία μόνο προσφορά’’279, ‘’εφ άπαξ’’280, ‘’μια για πάντα στο τέλος των αιώνων’’281, ‘’για απολύτρωση από τις παραβάσεις, που είχαν γίνει την εποχή της πρώτης διαθήκης’’282, αναλαμβάνοντας και
σηκώνοντας ‘’στο σώμα του πάνω στο ξύλο’’ τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων. ‘’Δίκαιος για χάρη των αδίκων’’283, για να απαλλάξει, σύμφωνα με την υπόσχεσή του, από τις αμαρτίες όλους όσους πιστεύουν άπαξ δια παντός και τους εισαγάγει στην αιώνια ζωή, ολοκληρώνοντας έτσι το έργο του ‘’γιατί με μία μόνο προσφορά οδήγησε στην τελειότητα
για πάντα αυτούς, που αγιάστηκαν με το αίμα του’’284. Απ’ αυτό υπογραμμίζεται, ότι οι κατ’ αυτόν τον τρόπο
‘’αγιαζόμενοι’’ με την εφ’ άπαξ θυσία του Ιησού, εάν υποπέσουν πάλι σε αμαρτίες, δεν μπορούν πλέον να σωθούν με την μετάνοια, αλλά θα κριθούν πλέον και θα τιμωρηθούν για την εκούσια αυτή υποτροπή.
Παλαιά δε ονομάζεται η πρώτη των διαθηκών όχι μόνο χρονολογικώς, επειδή προηγείται της Καινής, αλλά και αξιολογικώς, ως κατώτερη από αυτή, την ‘’ανώτερη διαθήκη’’285 την ‘’καινήν’’286, τη νέα, - της οποίας εγγυητής287 και μεσίτης288 ο Ιησούς – ως ‘’σκιά των μελλοντικών αγαθών289, ‘’ως ‘’προσφορά μιας καλύτερης ελπίδας, με την οποία μπορούμε να πλησιάσουμε τον Θεό’’290, έναντι της Καινής, η οποία είναι απαλλαγμένη, λόγω της νηπιακής ηλικίας των ανθρώπων και της απιστίας τους, των κενών και των σκιών της Παλαιάς, ένεκα των οποίων, ενώ διαρκούσε ήδη αυτή, ο Θεός προϋποσχέθηκε ‘’καινή διαθήκη’’291. ‘’Διότι αν η πρώτη εκείνη ήταν τέλεια, δεν θα υπήρχε ανάγκη για δεύτερη’’292· ‘’το να μιλάει για ‘’καινούργια διαθήκη’’, σημαίνει πως έκανε παλαιά την πρώτη, ό,τι δε παλιώνει και γερνάει, κοντεύει να εξαφανιστεί’’293.
ς. – Οι αιματηρές θυσίες της Π.Δ., προσφερόμενες ‘’για την καθαρότητα της σάρκας’’294 ‘’δεν μπορούν να οδηγήσουν στην εσωτερική τελειότητα εκείνον που πραγματοποιεί τη λατρεία’’295. Διότι ‘’ουδέποτε μπορούν να εξαλείψουν αμαρτίες’’296, ‘’επειδή το αίμα των ταύρων και των τράγων δεν έχει τη δύναμη να αφαιρεί αμαρτίες’’297. Αυτές ήσαν πρόσκαιρες μέχρις ότου ήλθε ο Χριστός, ο οποίος ‘’προσέφερε τον εαυτό του αψεγάδιαστο στον Θεό’’, ‘’εξασφαλίζοντας έτσι την αιώνια λύτρωση’’ ‘’με το δικό του αίμα’’, το οποίο ‘’θα καθαρίσει την συνείδησή μας από τα νεκρά έργα, ώστε να μπορούμε να λατρεύουμε τον αληθινό Θεό’’298.
β) Αλλά ο Ισραήλ υπό τα σύμβολα και τους τύπους της Π.Δ. δεν συνέλαβε την ουσία, τον άσαρκο Θεό Λόγο, που δρούσε προχριστιανικά.
Οι προφήτες αποκαλυπτικά προείπαν την ενανθρώπησή Του και τα περιστατικά του επίγειου βίου και έργου Του, τα οποία πραγματοποιήθηκαν τόσο φανερά στον Ιησού Χριστό, ώστε η πρώτη χριστιανική Παράδοση να ομολογεί: ‘’Εμείς δε αφού αναπτύξαμε τα ιερά βιβλία, τα οποία είχαμε των προφητών, τα οποία κατονόμαζαν άλλα μεν παραβολικά, άλλα δε αινιγματικά, άλλα δε αυθεντικά κα κατά λέξη τον Ιησού Χριστό, βρήκαμε και την παρουσία του και τον θάνατο και τον σταυρό και όλες τις υπόλοιπες τιμωρίες, όσες έπραξαν σ’ αυτόν οι Ιουδαίοι. Και την ανάσταση και την στους ουρανούς ανάληψη, προτού κτιστούν τα Ιεροσόλυμα, καθώς έχουν γραφεί όλα αυτά, τα οποία έπρεπε να πάθει αυτός και μετά από αυτόν όσα θα συμβούν. Αυτά λοιπόν αφού αντιληφθήκαμε, πιστεύσαμε στον Θεό μέσω όσων έχουν γραφεί γι’ αυτόν’’299. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και έδειξε τον προφητευθέντα Χριστό στον τυφλωμένο λαό, και όλα όσα προφητεύθηκαν στην Π.Δ. εκπληρώθηκαν, έγιναν ιστορικές πραγματικότητες.
Παρά την εν Χριστώ πραγματοποίηση των όσων προφητεύθηκαν και υποσχέθηκαν περί Χριστού και της
Κ.Δ., ο Ισραήλ, απιστώντας, γίνεται σταυρωτής.
Από την στιγμή αυτή έχει συντελεστεί διπλό γεγονός, ο Ισραήλ έχει από μόνος του αποξενωθεί από τη Βίβλο, την Π.Δ., και ο Χριστιανισμός, ο νέος Ισραήλ, όχι ο κατά σάρκα, αλλ’ ο του Θεού, έχει κάμει αυτήν δική του Βίβλο, η οποία μαζί με την Καινή συναποτελούν τον ενιαίο λόγο του Θεού, τη μία Αγία Γραφή, απ’ άκρου εις άκρον της οποίας διαχέεται ο Ένας Θεός ο αληθινός, ο εν Τριάδι, ο Οποίος δια του Λόγου Του δρα ασάρκως σε εκείνη, ενσάρκως σ’ αυτήν.
Ότι ‘’ο ίδιος Θεός είναι χορηγός και των δύο Διαθηκών’’300, αυτό είχε γίνει συνείδηση της χριστιανικής Εκκλησίας από τις πρώτες ημέρες της χριστιανικής παράδοσης. ‘’Κανόνας δε εκκλησιαστικός είναι η ομοφωνία και η συμφωνία και του Νόμου και των Προφητών με την κατά την παρουσία του Κυρίου παραδομένη διαθήκη’’301.
Ο παλαιός Ισραήλ κρατεί το γράμμα της Βίβλου του και καρατρίβεται ακόμη μ’ αυτό και τους τύπους, παραμένοντας μικρολόγος και αλύτρωτος άχρι καιρού.
Ο νεός Ισραήλ της ‘’χάριτος’’ κατέχει την ουσία της Βίβλου, η κατοχή δε της ουσίας είναι και πραγματική
κατοχή και κυριότητα. Τύποις Ιουδαϊκή η Π.Δ., είναι στην ουσία Χριστιανική, και συναποτελεί με την Κ.Δ. ενιαία πηγή της Χριστιανικής θρησκείας. Παλαιά και Καινή τελούν σε οργανική συνέχεια και συνάρτηση μεταξύ τους. Μέσω της Παλαιάς παιδαγωγείται η ανθρωπότητα στον Χριστό, τον Σωτήρα, που φανερώθηκε στην Καινή, ο οποίος τελεσιουργεί τη λύτρωση που είχε προϋποσχεθεί στην Παλαιά. Ο ένας και αυτός Θεός διέρχεται από την πρώτη λέξη του πρώτου βιβλίου της Π.Δ., της Γενέσεως, μέχρι της τελευταίας λέξης του τελευταίου βιβλίου της Κ.Δ., της Αποκαλύψεως του Ιωάννου· μία Θεία Πρόνοια, Ένας Θεός Λόγος. Ό,τι εκεί καταβάλλεται, εδώ ολοκληρώνεται· ό,τι εκεί προφητεύεται, εδώ γίνεται ιστορία. Η Χριστιανική άρα Ιστορία διέρχεται αναδρομικά και μέσω όλης της Π.Δ., από καταβολής κόσμου μέχρι την συντέλειά του· ένας κόσμος, Ένας Θεός, Ένας Λυτρωτής, ένα νόημα, μία ουσία, μία Αποκάλυψη,’’ ‘’...το ίδιο Πνεύμα και στην Παλαιά και στην Καινή. Διότι και αυτά τα ονόματα υποδεικνύουν σε μας τη μεγάλη συμφωνία των Διαθηκών. Διότι και η Καινή έχει λεχθεί για την Παλαιά και η Παλαιά για την Καινή. Εάν δε ήταν του ιδίου Δεσπότη, ούτε αυτή η Καινή, ούτε εκείνη Παλαιά θα μπορούσε να λέγεται. Ώστε αυτή η διαφορά στα ονόματα φανερώνει τη συγγένεια της μιας με την άλλη, και η διαφορά αυτή δεν είναι στην ουσία, αλλά στην εναλλαγή των χρόνων. Διότι το καινούργιο με το παλαιό σ’ αυτό αντιδιαστέλλεται· η δε εναλλαγή των χρόνων ούτε διαφορά κυριότητας, ούτε μείωση εισάγει... Με γαλακτοτροφία παρομοιάζεται η παιδαγωγία της Παλαιάς Διαθήκης, με στερεά δε τροφή η φιλοσοφία της Καινής Διαθήκης302’’. Ένας ο Θεός που ‘’οικονομεί σωστά όσα μας αφορούν, τότε μεν με τον Νόμο, τώρα δε με τη Χάρη, και όχι προσφάτως ούτε μόλις τώρα, αλλά άνωθεν και από την πρώτη μέρα έχει αναλάβει την πρόνοιά μας... ώστε εκείνος που έδωσε σ’ αυτούς την Καινή, αυτός είναι ο Θεός, που έδωσε και την Παλαιά... Καινής και Παλαιάς ένας είναι ο νομοθέτης... Όσα έγιναν στην Π.Δ. ήσαν τύποι αυτών που
γίνονται με την Χάρη... δύο Διαθήκες ενός νομοθέτη’’303. ‘’Είναι ο ίδιος Θεός, ο οποίος οικονόμησε τα πρώτα και τα τωρινά, και όσα έγιναν στην Παλαιά και όσα έγιναν στην Χάρη’’304.
Και στον πολύτιμο θησαυρό της Ορθόδοξης Χριστιανικής Ελληνικής Υμνολογίας, του οποίου όμοιος ή
ανάλογος δεν υπάρχει σε όλη τη χριστιανική Γραμματεία, υπογραμμίζεται με πολλούς τρόπους η ενότητα των δύο Διαθηκών και του Ενός και μόνου Αληθινού Θεού, που την διαπερνά, ο οποίος διακυβερνά τα σύμπαντα και κατευθύνει στη σωτηρία και λύτρωση εν Χριστώ την παγκόσμια Ιστορία. Ιδιαίτερα δε στην υμνολογία της παρουσίας του Κυρίου κατά τις εορτές της γεννήσεως του Χριστού, των Θεοφανείων και της Υπαπαντής του Κυρίου.
Έτσι λ.χ. στο ζ’ στιχηρό της Λιτής, στην εορτή της Υπαπαντής (2 Φεβρουαρίου) υμνείται ο πρεσβύτης Συμεών, επειδή δέχτηκε στις αγκάλες του Βρέφος ‘’τον Νομοδότη Μωυσέως’’, σε άλλους δε ύμνους το θείο Βρέφος ως ‘’ο παλαιός των ημερών, που κατά σάρκα έγινε νήπιο’’ (εις το ‘’Και νυν...’’ της ίδιας Λιτής – πρβλ. και το πρώτο κάθισμα μετά τον Πολυέλεον στον Όρθρο της ίδιας εορτής) και ‘’ως αρχηγός και της Παλαιάς και της Καινής’’.
Αξιοσημείωτες είναι οι παρατηρήσεις για το ενιαίο των δύο Διαθηκών και σε ένα νεώτερο έργο, που αναφέρεται σ’ αυτό το θέμα305.
Η Βίβλος μαρτυρεί εγκυρότατα, με την βεβαιότητα του Αγίου Πνεύματος, ότι ο Ιησούς από την Ναζαρέτ είναι ο Χριστός. Γι’ αυτό είναι αυτή η ίδια η Αγία Γραφή της Χριστιανικής Εκκλησίας. Διότι η Χριστιανική Εκκλησία είναι
η Κοινότητα όλων των ανθρώπων οι οποίοι, επί τη βάσει της βιβλικής μαρτυρίας, αναγνωρίζουν και πιστεύουν, ότι ο
Ιησούς είναι ο Χριστός, τ.έ. ο Μεσσίας του Ισραήλ, ο Υιός του ζώντος Θεού, ο Σωτήρας του κόσμου.
Στο χριστιανικό σύμβολο της πίστεως στα δύο ονόματα ‘’Ιησούς Χριστός’’ για τον Ένα Κύριό μας, ανταποκρίνονται τα δύο μέρη της Αγίας Γραφής, η Νέα και η Παλαιά Διαθήκη. Η Π.Δ. λέγει τι είναι ο Χριστός, η δε Καινή ποιος είναι αυτός. Και μάλιστα έτσι ώστε γίνεται σαφές τούτο: ότι, τον Ιησού γνωρίζει μόνο, όποιος αναγνωρίζει αυτόν ως Χριστό, και τι είναι ο Χριστός γνωρίζει μόνο όποιος αναγνωρίζει, ότι αυτός είναι ο Ιησούς. Έτσι οι δύο Διαθήκες διαπνέονται από το Ένα Άγιο Πνεύμα, αναφέρονται αμοιβαία η μία στην άλλη και καμμία λέξη δεν υπάρχει στην Κ.Δ., η οποία πίσω από αυτή να μην βλέπει στην Π.Δ., στην οποία προγενέστερα είχε προαναγγελθεί. Επίσης, και της Π.Δ. όλες οι λέξεις αναφέρονται πέραν από αυτές και στην Καινή στον Ένα, στον Οποίο μόνον και επαληθεύονται...
Το πλέον ανήκουστο στην επί του Όρους ομιλία του Ιησού είναι, ότι η παρουσία του αποτελεί την ολοκλήρωση της Αγίας Γραφής. Στην Ναζαρέτ, αφού διάβασε στην συναγωγή την περικοπή του Ησαΐα, που
αναφερόταν στον Εαυτό Του, δήλωσε ο Ιησούς, ότι ‘’σήμερα βρίσκει την εκπλήρωσή της η ομιλία αυτή στα αυτιά σας’’306.
Το βασικό χαρακτηριστικό του ευαγγελικού κηρύγματος είναι η πραγματοποίηση των όσων έχουν γραφεί στην Π.Δ.... Τα προαναγγελθέντα στην Π.Δ. και προϋποσχεθέντα πραγματοποιήθηκαν, όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, στον Ιησού, ‘’γιατί ο Χριστός είναι το τέλος του Νόμου’’307, Αυτός είναι ο σκοπός και το τέλος της Π.Δ....
Για τους ανθρώπους της περιόδου της Π.Δ. ο Χριστός είναι ο Προσδοκώμενος και ο Ερχόμενος, για τους ανθρώπους της Καινής είναι ο Ελθών και πάλιν Ερχόμενος μετά δόξης για την τελική κρίση... Εάν παρομοιάσουμε τις
δύο Διαθήκες ως δύο συνεχόμενα ημισφαίρια μιας και της αυτής σφαίρας, κέντρο της είναι ο Εμμανουήλ, ‘’ο Θεός μαζί με εμάς’’, ο μεσίτης μεταξύ Θεού και Ανθρώπου, ο βίος του Οποίου είναι το γεγονός της παγκόσμιας Ιστορίας, δια του οποίου ως δι’ Ενός σημείου διέρχονται όλες οι γραμμές, που συνδέουν τον Θεό με τους οποιουσδήποτε
ανθρώπους, οποιουδήποτε τόπου και οποιουδήποτε χρόνου.
‘’Αυτόν που προανάγγειλε ο Μωυσής στο νόμο και οι Προφήτες, τον βρήκαμε· τον Ιησού, τον υιό του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ’’308, αναγγέλλει χαρούμενος ο Φίλιππος στον Ναθαναήλ. Το επίκεντρο του αποστολικού κηρύγματος υπήρξε, ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός της Π.Δ.... Στους Ιουδαίους είπε ο Ιησούς: ‘’διότι, εάν αληθινά πιστεύατε όσα έγραψε ο Μωυσής, θα πιστεύατε και σε μένα, αφού εκείνος έγραψε για μένα. Αν όμως δεν πιστεύετε σ’ ό,τι έγραψε εκείνος πως θα πιστέψετε στα δικά μου λόγια’’309.
Εντελώς αποκαλυπτική του χριστοκεντρικού χαρακτήρα της Π.Δ. είναι και η περικοπή Α’ Κορ. 10, 1-4, όπου ο Απ. Παύλος λέει για τους Ιουδαίους, που έζησαν προ Χριστού, ότι ‘’οι προπάτορές μας... όλοι έφαγαν την ίδια θεόσταλτη τροφή και όλοι τους ήπιαν το ίδιο θεόσταλτο ποτό, γιατί έπιναν από τον θεϊκό βράχο, που τους ακολουθούσε, κι αυτός ο βράχος ήταν ο Χριστός’’. Υπό τον οποίον προφανώς νοείται ο προ της ενανθρωπήσεώς Του ασάρκως προϋπάρχων και μέσω όλης της Π.Δ. – το οποίο σημαίνει μέσω όλης της προχριστιανικής ιστορίας της ανθρωπότητας – δρων Θεός Λόγος, ως πνευματική τροφή και ποτό του προχριστιανικού Ιουδαϊσμού.
3. – Η σύγκλιση των προσδοκιών προς την Παλαιστίνη
Εκείνο το οποίο είναι εξ ίσου θαυμαστό, είναι ότι οι μεν λαοί της Δύσης και του μεσογειακού χώρου ανέμεναν την παρουσία του Θεανθρώπου Λυτρωτού εξ ανατολών, οι δε λαοί της άπω Ανατολής εκ δυσμών, ούτως ώστε τα μάτια και οι προσδοκίες όλων συνέκλιναν εκεί κάπου προς την Παλαιστίνη, απ’ όπου αναμενόταν το φως της λύτρωσης, η κατά σάρκα γέννηση του Προσδοκώμενου Θεανθρώπου: ‘’Ο Λυτρωτής αυτός, ο Βασιλεύς, ο κατακτητής Θεός, πρόκειται να φανεί προς όλους τους λαούς της Ευρώπης και Αμερικής στην Ανατολή, προς όλους δε τους λαούς της Ινδικής και της Σινικής στην Δύση, τουτέστι αναγκαστικά στο μέρος εκείνο της υδρογείου σφαίρας, το οποίο κατείχε ο Ιουδαϊκός λαός και μπορούσε να ονομαστεί η πόλη της προσδοκίας όλων των εθνών’’310.
Ο Τάκιτος έλεγε: ‘’υπήρχε σε πολλούς η πεποίθηση, ότι στα αρχαία Κείμενα των ιερέων περιλαμβανόταν, ότι κατ’ εκείνο τον χρόνο επρόκειτο να υπερισχύσει η Ανατολή και να κυριαρχήσουν στα πράγματα οι εξ Ιουδαίας ορμώμενοι’’311, δηλ. ‘’όλοι εν γένει ήταν πεπεισμένοι, στην πίστη των αρχαίων προφητειών, ότι η Ανατολή επρόκειτο να υπερισχύσει και ότι, όχι μετά από πολύ, επρόκειτο να δουν να εξέρχονται από την Ιουδαία εκείνοι, που έμελλε να κυβερνήσουν την οικουμένη’’312. Και σχεδόν αυτολεξεί ο Σουετώνιος υποστήριζε:
‘’ήταν θρύλος σ’ όλη την Ανατολή παλαιά και σταθερή γνώμη, ότι από τον θεό ήταν πεπρωμένο, να κυριαρχήσουν στα πράγματα, κατ’ εκείνο τον καιρό εκείνοι, που προέρχονταν από την Ιουδαία’’.
Το βιβλίο του Καθηγητού Λεωνίδα Ι. Φιλιππίδη " Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΥ ΛΥΤΡΩΤΗ " αναρτήθηκε σε 16 Ενότητες
Η Συντακτική ομάδα κατέβαλλε κάθε προσπάθεια για την μετατροπή κειμένου απο pdf ,μορφοποίηση σε word , και απόδοση του , όπως ακριβώς συνετάχθη
Απαγορεύται αυστηρώς η εμπορική εκμετάλευση και αξιοποίηση τού έργου
Όλα τα Πνευματικά δικαιώματα ανήκουνε στον Συγγραφέα Του
Διαβάστε εδώ και τούς Όρους Χρήσης του Ιστολογίου
ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση σε Φιλικά Ιστολόγια με την αποδοχή των πιο πάνων όρων, και αναφορά πηγής προέλευσης την :
ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.