3. – Η πλήρης συμφωνία της διδασκαλίας της Ορθόδοξης Χριστιανικής Δογματικής περί της εν Χριστώ ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου προς τα πορίσματα της θρησκειολογικής έρευνας
Και κατά την δογματική της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου ήταν η μόνη δυνατή, πλήρης, τέλεια και οριστική λύση του ανθρώπινου δράματος προς λύτρωση του ανθρώπου, ήτοι προς επανασύνδεσή του με τον Θεό, η οποία απ’ Αυτόν προαιωνίως, προγιγνώσκοντα την πτώση του ανθρώπου, από αγάπη προς αυτόν την είχε ο ίδιος ο Θεός προαποφασίσει και θελήσει, στο λεγόμενο ‘’πρωτευαγγέλιο’’.
Στην Αποκάλυψη της Π.Δ. περιγράφονται, ως γνωστόν, τα μετά την δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου, πανάρχαια, προϊστορικά, αφετηριακά γεγονότα και τα πρώτα γεγονότα της ζωής των πρωτοπλάστων. Προς τη βιβλική αυτή περιγραφή συμφωνούν καταπληκτικά, όπως είδαμε ανωτέρω, και οι αναμνήσεις όλων των αρχαίων λαών, που περισώθηκαν στα εθνικά τους έπη και στα ιερά κείμενά τους.
Η συμφωνία αυτή μία μόνο εξήγηση μπορεί να έχει, αυτήν, ότι δηλ. οι περιγραφές αυτές, που ομόφωνα βεβαιώνουν το περιεχόμενο της Βίβλου, απηχούν πραγματικά γεγονότα των πρώτων ημερών της ζωής του ανθρώπου στον πλανήτη. Διότι, κατά την κρατούσα στην
ιστορική επιστήμη αρχή, όπως αυτή διατυπώθηκε από τον Βικέντιο εκ Λυρίνου (+450), αληθώς και κυρίως καθολικό είναι ό,τι πανταχού – ό,τι πάντοτε – ό,τι από όλους έχει πιστευθεί.
Κατά την αποκάλυψη, λοιπόν, στην Π.Δ., και τις προς αυτή σύμφωνες παραδόσεις των λαών, οι πρωτόπλαστοι αμάρτησαν απέναντι στον δημιουργό του Θεό, ήτοι παρέβησαν κάποια απαγορευτική εντολή, την οποία τους έθεσε ο Θεός, για να λάβουν συνείδηση της λειτουργίας της ελευθερίας τους μεταξύ καλού και κακού, η οποία μαζί με τη λογική ικανότητα συναποτελεί τη δυάδα χαρισμάτων, που έχουν δωρηθεί από τον Θεό στον άνθρωπο, λόγω της οποίας αυτός διακρίνεται από τα υπόλοιπα όντα ως πλασμένος ‘’κατ’ εικόνα του Θεού’’.
Λόγω αυτής της παραβάσεως ο άνθρωπος, με τη θέλησή του, απομάκρυνε τον εαυτό του από τον Θεό, έκτοτε δε αυτός και οι γενεές μετά απ’ αυτόν, αφού κληρονόμησαν την ενοχή και τις συνέπειές της, μεταξύ των οποίων λογίζεται και ο θάνατος, παρέμειναν στην κατάσταση της αμαρτίας, χωρισμένοι από τον Θεό, ήτοι υπό το βάρος του λεγόμενου ‘’προπατορικού αμαρτήματος’’.
Αλλά επειδή, σύμφωνα με την καθορισμένη στον κόσμο από αυτόν τον Νομοθέτη Θεό τάξη, κάθε πράξη εμπερικλείει στον εαυτό της τον καρπό της, γι’ αυτό το λόγο και ‘’κάθε παράβαση και παρακοή δέχτηκε την τιμωρία, που της άξιζε’’343, είναι φανερός ο λόγος, για τον οποίο και η παράβαση της εντολής του Θεού, δια της οποίας ο πρώτος άνθρωπος εκουσίως και λόγω κακής χρήσης της ελευθερίας του απομακρύνθηκε από τον Θεό, τον οποίο πρόσβαλε με την έλλειψη εμπιστοσύνης και υπακοής προς Αυτόν, εμπεριέκλειε στον εαυτό της και τη μισθαποδοσία της, ήτοι το αναπόφευκτο της τιμωρίας, που κυρώνει κάθε ενοχή. Ούτε ήταν δυνατό να γίνει διαφορετικά, επειδή, παράλληλα με την αγάπη του Θεού, λειτουργεί και η δικαιοσύνη Του.
Επειδή δε ο άνθρωπος υπήρξε ο ένοχος, μαζί δε με αυτόν και η ανθρωπότητα ολόκληρη είναι συνένοχος του προπατορικού αμαρτήματος, είναι προφανές, ότι ένας άνθρωπος έπρεπε να αποκαταστήσει την καθολική ζημία, που έγινε με την παρακοή ενός, ήτοι να ενεργήσει έτσι, ώστε συνολικά όλη η ανθρωπότητα να απαλλαγεί από την ενοχή του προπατορικού αμαρτήματος και να επανασυνδεθεί και επικοινωνήσει με τον Θεό, ανακτώντας την αρχική της παραδείσια κατάσταση της ζωής, της χαράς και της αθανασίας. Η δε αμαρτία και Εκείνος προς τον Οποίον έγινε αυτή και η έκταση και οι συνέπειές της ήταν τέτοιου είδους, ώστε μόνο με θυσία, και μάλιστα με τη βαρύτατη των θυσιών, ήταν δυνατόν να αποκατασταθεί η διαταραχθείσα τάξη και να αρθούν οι συνέπειές της, ήτοι μόνο με τη θυσία της ζωής, την οποία θα προσέφερε ένας άνθρωπος ως εξιλαστήριο θύμα χάρη του συνόλου, και έτσι να αποκατασταθεί η αρχική προπτωτική παραδείσια τάξη και κατάσταση.
Αλλ’ όμως κανένας κοινός άνθρωπος δεν μπορούσε να επιτελέσει τέτοιο έργο πανανθρώπινης ολκής. Κάθε άνθρωπος με την ενοχή της πτώσης, λόγω της ανθρώπινής του φύσης και με το βάρος των συνεπειών της. Αμαρτωλός αυτός, δεν μπορούσε να σώσει από την αμαρτία ούτε τον εαυτό του, πολύ δε περισσότερο όλη την ανθρωπότητα. Ούτε, θνητός αυτός, μπορούσε να άρει και να καταργήσει την κύρια συνέπεια της αμαρτίας τον θάνατο· ένοχος δεν μπορεί να κάμει αθώο. Άρα έπρεπε να υπάρξει, ένας άνθρωπος αναμάρτητος, ο οποίος, όντας απαλλαγμένος αυτός από την ενοχή του προπατορικού αμαρτήματος, ήτοι αθώος αυτός, να αναλάβει από μόνος του το βάρος της πανανθρώπινης ενοχής και να προσφέρει εξιλαστήρια θυσία τον Εαυτό Του αντί και υπέρ του συνόλου των ανθρώπων.
Αλλά βέβαια άνθρωπος αναμάρτητος δεν υπάρχει. Αναμάρτητος είναι μόνο ο Θεός, ο άγιος και πανάγιος. Μόνο άρα ο Θεός, σαρκούμενος σε άνθρωπο, μπορούσε να καταστήσει αναμάρτητη την ανθρώπινη φύση, που θα περιβαλλόταν, λόγω της ενσκήνωσης σ’ αυτήν της θείας φύσεως. Ήτοι μόνο ο Θεάνθρωπος θα μπορούσε να είναι αναμάρτητος και ως τέτοιος να προσφέρει τον εαυτό Του εξιλαστήρια θυσία υπέρ όλης της ανθρωπότητας, απαλλάσσοντας όλους τους ανθρώπους, τον καθένα, δια μεν της θυσίας Του από την αμαρτία και ενοχή, δια δε της εκ νεκρών αναστάσεώς Του από τον θάνατο.
Η μόνη άρα λύση του δράματος της ανθρωπότητας ήταν η ενανθρώπηση του Θεού, η θυσία του ‘’εν τω Θεανθρώπω’’ Ανθρώπου και η εκ νεκρών ανάστασή Του. Απ’ αυτό εξηγείται η παγκόσμια προσδοκία Θεανθρώπου Λυτρωτού.
Αυτό το μέγιστο κοσμοϊστορικό έργο της πανανθρώπινης λύτρωσης και της επαναφοράς από τον ίδιο τον Θεό του ανθρώπου στην επικοινωνία με Εκείνον, στην εξ ολοκλήρου παραδείσια προπτωτική κατάσταση της ζωής, της χαράς και της αθανασίας, τελεσιουργήθηκε πραγματικά με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου στην Θεανθρώπινη Προσωπικότητα του Ιησού Χριστού, του μόνου ιστορικού πραγματικού Θεανθρώπου, ο Οποίος, ως ο μόνος πραγματικός Θεάνθρωπος, ‘’ίσταται, ως κατ’ εξαίρεση, μοναδική εμφάνιση Θεού στην όλη ιστορία της ανθρωπότητας’’. Το δε γεγονός, ότι ‘’αυτός πράγματι είναι Θεός’’ αποτελεί και το μοναδικό κριτήριο και την αψευδή απόδειξη, ότι όλοι οι άλλοι, εκτός από Εκείνον, που πιστεύθηκαν ως θεοί δεν είναι θεοί, όπως και από θρησκειολογικής πλευράς αποδείχτηκε και τονίστηκε344.
Στον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό ανασυνδέθηκαν εκείνα που πριν ήταν χωρισμένα, ο Θεός και ο άνθρωπος. Το μεν πρώτο με την ασύγχυτη ένωση των δύο φύσεων, της θείας και της ανθρώπινης σε μία θεανδρική Προσωπικότητα, τον ενυπόστατο ένσαρκο Θεό Λόγο, με την θέωση συγχρόνως της ανθρώπινης φύσης. Το δε δεύτερο διότι στον ενανθρωπήσαντα Θεό, στον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό και μόνο σ’ αυτόν, μπορούσε πλέον ο άνθρωπος να βρίσκεται
ενώπιος ενωπίω σε άμεση κοινωνία με τον αληθινό Θεό και δημιουργό του, που από αιώνες τον αναζητούσαν και τον νοσταλγούσαν, ανακτώντας έτσι εν Χριστώ την αρχική παραδείσια κατάσταση της ζωής, της χαράς και της αθανασίας απ’ την οποία είχε εκπέσει. Εάν η αμαρτία υπήρξε και είναι ο χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό, με την οποία μπήκε στον κόσμο η θλίψη και ο θάνατος, η επανασύνδεση ανθρώπου και Θεού, με την οποία επανήλθε στον κόσμο η χαρά και η ζωή, είναι κατάργηση της αμαρτίας και των συνεπειών της, άρα λύτρωση, και εκείνος που την πραγματοποίησε είναι ο πραγματικός λυτρωτής, ο μόνος λυτρωτής του κόσμου.
Λυτρωτής είναι ο θεάνθρωπος Κύριός μας όχι μόνο λόγω αυτού του ίδιου του γεγονότος της ενανθρωπήσεως και της εγκαινιάσεως στους ανθρώπους της εν Χριστώ ζωής, αλλά και λόγω του σταυρικού του θανάτου. Με αυτόν, αθώος Αυτός, αναμάρτητος και χωρίς ενοχή, ανέλαβε από τους ώμους της ανθρωπότητας την ενοχή του προπατορικού αμαρτήματος και, προσφέροντας τον εαυτόν Του εκουσίως εξιλαστήρια θυσία πάνω στον σταυρό, Θύτης συγχρόνως και Θύμα, αποκατέστησε, αυτός αντί του Αδάμ και της συνενόχου του ανθρωπότητας, την προσβεβλημένη θεία δικαιοσύνη. Αίροντας σε αυτός τις αμαρτίες του κόσμου πάνω στον σταυρό και ‘’αφού συγχώρεσε όλα τα παραπτώματα, κατάργησε το χρεόγραφο του προπατορικού χρέους, που ήταν εναντίον μας’’ και ‘’καρφώνοντάς το στον σταυρό’’345 κατέστησε δυνατή την επικοινωνία του αναμάρτητου πλέον ανθρώπου με τον Θεό. Αφού ανέστησε δε εκ νεκρών, κατέστησε αθάνατη την τέως θνητή, συνεπεία της αμαρτίας, ανθρώπινη φύση, ήτοι μαζί με την αμαρτία κατάργησε συγχρόνως και την μέγιστη συνέπειά της, τον θάνατο. Έτσι δε ο άνθρωπος που ζει εν Χριστώ τελεί σε άμεση κοινωνία με τον εν Χριστώ σαρκωμένο Θεό, η οποά είναι κοινωνία ζωής αιωνίου, στην οποία δεν κυριαρχεί θάνατος.
Μέσω της μόνης πραγματικής αυτής λύτρωσης από τον μόνον αληθινό λυτρωτή, τον φανερωθέντα με σάρκα Θεό εν Χριστώ και ο οποίος προσπασαλώθηκε πάνω στο σταυρό και αναστήθηκε, καθαρίζεται πλήρως και οριστικά ‘’άπαξ δια παντός’’ το δράμα της πτώσεως. Τερματίζεται για την ανθρωπότητα η περίοδος θλίψης [= χωρισμού του ανθρώπου από τον Θεό = της αμαρτίας και του θανάτου] και εγκαινιάζεται νέα περίοδος σε νέα ζωή παραδείσια, όπως η προπτωτική, και εγκαθίσταται επί της γης η βασιλεία του Θεού.
Υπό το φως αυτών των διαπιστώσεων καταφαίνεται γιατί κανένας άνθρωπος, παρά μόνον ο Θεάνθρωπος μπορούσε να λυτρώσει τον αμαρτάνοντα άνθρωπο, ‘’ούτε λοιπόν αδελφός τον αδελφό του μπορεί να λυτρώσει, ούτε αυτός ο ίδιος τον εαυτό του. Διότι πολύ καλύτερος πρέπει να είναι εκείνος, που λυτρώνει, από τον κρατούμενο και ήδη υπόδουλο. Αλλά και ο άνθρωπος δεν έχει καμμία εξουσία προς τον Θεό να εξιλεώσει τον αμαρτωλό, επειδή και αυτός είναι υπόδικος στην αμαρτία... Μήτε λοιπόν να ζητείς τον αδελφό να σε λυτρώσει, αλλά Εκείνον, που υπερβαίνει τη φύση του. Μήτε απλόν άνθρωπο, αλλά τον άνθρωπο Θεό Ιησού Χριστό, ο Οποίος και μόνος μπορεί να δώσει εξιλασμό στον Θεό για χάρη όλων μας’’, λέει ο Μέγας Βασίλειος346. Και συνεχίζει ‘’... εάν δε άνθρωπος δεν μπορεί να μας λυτρώσει, εκείνος που θα μας λυτρώσει δεν είναι άνθρωπος... Διότι δεν έχει ανάγκη εξιλασμού, αλλά αυτός είναι το εξιλαστήριο’’347.
Η ενανθρώπηση του Θεού για λύτρωση της αμαρτωλής ανθρωπότητας, προς τελεσιουργία δηλ. έργου πανανθρώπινης ολκής και σημασίας, αποτελεί μέγιστη απόδειξη της παντοδυναμίας Του: «Μέγιστη απόδειξη δυνάμεως έχει το να δυνηθεί ο Θεός να παρουσιαστεί με ανθρώπινη φύση. Διότι τίποτε δεν παριστάνει τη δύναμη του Θεού Λόγου, ούτε του ουρανού και της γης η σύσταση και της θάλασσας και του αέρα και των μεγάλων στοιχείων η δημιουργία και ό,τι άλλο υπερκόσμιο θεωρείται ή και καταχθόνιο, όσο η ‘’οικονομία’’ της ενανθρωπήσεως και η συγκατάβαση (του Θεού) προς το ταπεινό και ασθενές της ανθρωπότητας»348.
Ως προς τις συνέπειες για τον άνθρωπο της ενανθρωπήσεως του Θεού εν Χριστώ και την, μέσω αυτής και του σταυρικού Του θανάτου, τελεσιουργηθείσα λύτρωση και εγκαινιασθείσα στους ανθρώπους νέα παραδείσια ζωή, λέει παραστατικότατα ο ιερός Χρυσόστομος: ‘’Διότι πρόκειται όλα να ενωθούν, ο ουρανός και η γη να ‘ρθούν σε ενότητα για να γίνουν τα κάτω άνω, για να υπάρξει ειρήνη και σε ‘κείνους, που είναι μακρά και σε ‘κείνους, που είναι κοντά.... διότι οι άνθρωποι απαλλάχθηκαν της έχθρας τους προς τον Θεό’’349. ‘’Διότι αυτός είναι... Εκείνος, που έκανε τους δύο αντιμαχόμενους ένα και γκρέμισε ό,τι σαν τείχος τους χώριζε...’’350 λέγει ο Απ. Παύλος περί του Θεανθρώπου Λυτρωτού, ο οποίος ‘’ειρηνοποίησε τα άνω με τα κάτω’’351 ‘’διότι εκείνος που πρόκειται να κάμει ειρήνη ήλθε στον κόσμο. Ο ειρηνοποιός έχει έλθει, εκείνος που ενώνει τον ουρανό με τη γη και κατασκευάζει τη γη ουρανό, με την ευαγγελική διδασκαλία, έχει έλθει’’352.
‘’Ήλθα εγώ σε σένα, για να έλθουν όλοι οι άνθρωποι προς εμένα. Κατέβηκα από τους ουρανούς και συγχρόνως όλος είμαι στους κόλπους του Πατέρα, για να συνάψω το δημιούργημα με τον δημιουργό... ήλθα ως άνθρωπος, όπου παρευρισκόμουν ως Θεός, για να κάμω θεούς τους ανθρώπους... βάπτισέ με, εκείνον που πρόκειται τη βαπτισμένη στις αμαρτίες ανθρώπινη φύση να την υψώσει στα ουράνια’’, φέρεται να λέει ο Κύριος προς τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και Βαπτιστή, κατά τον ιερό Χρυσόστομο, ο οποίος αναπτύσσει παραστατικότερα την ουσία και τον σκοπό της ενανθρώπησης του Θεού Λόγου353. ‘’Ήλθα όχι για να μείνεις, αλλά για να σε παραλάβω και ανέβω’’354. ‘’Ο Θεός κατέλυσε τον πόλεμο και προς τη δική του προσοικείωση επανέφερε’’355.
Γι’ αυτό ο Απ. Παύλος λέγει περί του Θεού, ‘’που μας συμφιλίωσε μαζί Του δια του Χριστού... Θεός ήταν αυτός που στο πρόσωπο του Χριστού συμφιλίωσε τον κόσμο μαζί Του’’356. ‘’Ήλθε φέρνοντας πολιτεία αγγελική και μεταβάλλοντας τη γη σε ουρανό... και τους ανθρώπους έκαμε αγγέλους... για να ανεβαίνουν προς αυτές τις αψίδες των ουρανών... και σχεδόν απομακρύνοντας από την ανθρώπινη φύση, έδωσε εντολή προς όλους να καταφύγουν στον ουρανό’’357.
Περί της θυσίας του Αθώου Λυτρωτού αντί του ενόχου Αδάμ, ο Οποίος εξεπλήρωσε αντί εκείνου το χρέος του, και των λυτρωτικών συνεπειών αυτής της θυσίας, λέει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος: ‘’Αμάρτησε ο Αδάμ και απέθανε· αλλά δεν αμάρτησε ο Χριστός και απέθανε. Νέο και παράδοξο αυτό· εκείνος αμάρτησε και απέθανε, Αυτός δεν αμάρτησε και απέθανε· διατί; Για να μπορέσει αυτός που αμάρτησε και απέθανε, δια μέσου Εκείνου που δεν αμάρτησε μεν, πέθανε δε, (να μπορέσει) να αποδυθεί τις λαβές του θανάτου... Ώφειλε ο Αδάμ, κατεχόταν από τον διάβολο, αλλά δεν τον είχε καταλάβει. Ο Χριστός δεν ώφειλε, ούτε κατεχόταν από τον διάβολο, αλλά μπορούσε να καταθέσει το χρέος. Ήλθε, νίκησε τον θάνατο υπέρ εκείνου, που κατεχόταν από τον διάβολο, για να ελευθερώσει εκείνον’’358. ‘’Έγινα δεύτερος Αδάμ, επειδή θέλω να ξεπλύνω τον ρύπο των αμαρτημάτων εκείνου’’359.
Όλα δε αυτά από την άπειρη αγάπη προς τον άνθρωπο: ‘’εάν δεν ήμουν πράος, άλλων που χρωστούσαν να πάθουν, χωρίς εγώ να οφείλω, δεν θα κατέβαλα το χρέος του θανάτου για χάρη εκείνων’’360. ‘’Αυτός, αν και είμαστε δούλοι στην αμαρτία, μας έκανε ελεύθερους, αφού εξάλειψε το χειρόγραφο, που ήταν εναντίον μας... Διότι πηγάζει αίμα και νερό απ’ την πλευρά του Χριστού, για να απαλείψει το εναντίον μας χειρόγραφο της αμαρτίας, και με το αίμα Του να καθαριστούμε και να απολαύσουμε τον παράδεισο’’361.
Ο διάβολος τον θάνατο, ‘’το μεγαλύτερο από τα κακά’’ ‘’εισήγαγε’’, για να καταστρέψει, και, αφού επαναφέρει προς τη γη, να κόψει κάθε ελπίδα σωτηρίας. ‘’Ο δε Χριστός, αφού έλαβε αυτό, μετέστρεψε και στον ουρανό μας ανέβασε πάλι’’362. ‘’Γι’ αυτό έπεσε το σώμα, επειδή αμάρτησε. Λοιπόν, εάν η αρχή της πτώσης η αμαρτία, αρχή της ανάστασης ή απαλλαγή από την αμαρτία’’363, καθώς λέει ο Απ. Παύλος, ‘’γιατί, όπως ο θάνατος ήρθε στον κόσμο από έναν άνθρωπο, έτσι από έναν άνθρωπο ήρθε και η ανάσταση των νεκρών. Όπως πεθαίνουν όλοι εξ αιτίας του Αδάμ, έτσι χάρη στον Χριστό όλοι θα ξαναπάρουν ζωή’’364. ‘’Γιατί αν η παράβαση ενός ανθρώπου είχε ως συνέπεια τον θάνατο όλων, πολύ περισσότερο η χάρη του Θεού και η δωρεά της χάρης, που έφερε στον κόσμο ο ένας άνθρωπος, ο Ιησούς Χριστός, πλημμύρισε όλη την ανθρωπότητα’’365. Όθεν, ‘’παρ’ ότι ήμασταν εχθροί με τον Θεό, μας συμφιλίωσε μαζί Του ο σταυρικός θάνατος του Υιού Του’’366.
Το ανένοχο του Θύματος Ιησού προτυπώθηκε στην Π.Δ. στο ανένοχο του θύματος Ισαάκ: ‘’Εκείνος μονογενής και ο Θεός μονογενής. Εκείνος στους ώμους του τα ξύλα και ο Χριστός στους ώμους Του τον σταυρό. Εκείνος, χωρίς να αμαρτήσει, επρόκειτο να σφαγιαστεί. Και ο Υιός του Θεού, χωρίς να αμαρτήσει, σταυρώθηκε’’367.
Αξιοθαύμαστη και αξιοσημείωτη είναι η αντιστοιχία των περιστατικών της πτώσεως προς τα περιστατικά της λύτρωσης, η οποία αποκαλύπτει το μεγαλείο της θείας πρόνοιας και την παρουσία της στην παγκόσμια Ιστορία.
Ό,τι εκεί, κατά την πτώση, τίθεται, αίρεται κατά την λύτρωση. Και ό,τι εκεί αίρεται, τίθεται, ήτοι επανέρχεται κατά την λύτρωση, όπως ήταν προ της πτώσεως. Εκεί δρα ο διάβολος με τη μορφή φιδιού, εδώ συντρίβεται η κεφαλή του φιδιού, καταργείται ο διάβολος. Εκεί δένδρο, το οποίο στα εβραϊκά ονομάζεται ‘’ξύλο’’ (άϊτς), γίνεται όργανο της δοκιμασίας και της πτώσεως. Εδώ ξύλο σταυρού από δένδρο γίνεται όργανο της λύτρωσης.
Εκεί δια παρθένου γυναικός, της Εύας, της οποίας το όνομα σημαίνει Ζωή, επειδή επρόκειτο να γίνει προμήτωρ της ζωής των ανθρώπων, συντελείται του Αδάμ η πτώση. Εδώ δια παρθένου γυναικός, της Θεομήτορος, της Ζωοδόχου Πηγής, συντελείται του Λυτρωτού η ενανθρώπηση, του Αδάμ η ανόρθωση, του θανάτου η κατάργηση και της αιωνίου Ζωής η Βασιλεία.
Εκεί με την πτώση και τον θάνατο του Αδάμ καθίσταται όλη η ανθρωπότητα συνένοχη της αμαρτίας και συμμέτοχη του θανάτου. Εδώ δια του θανάτου του Χριστού η ανθρωπότητα ελευθερώνεται από την ενοχή και, θαπτόμενη μαζί με Αυτόν, ανίσταται μαζί Του εκ νεκρών και ζωοποιείται μαζί με Αυτόν στην αιώνια ζωή, καταργουμένου του θανάτου.
Εκεί χωρίζεται ο άνθρωπος από τον Θεό, εδώ ανασυνδέεται ο άνθρωπος με τον Θεό εν Χριστώ και δια του Χριστού. Εκεί συντελείται η αμαρτία και ως καρποί της επακολουθούν, κυρίαρχοι έκτοτε της παγκοσμίου Ιστορίας, η θλίψη, το σκοτάδι, η υποδούλωση στο κακό, ο θάνατος. Εδώ αναλαμβάνει την αμαρτία του κόσμου από τους ώμους του πάνω στους δικούς Του ώμους ο Λυτρωτής, σταυρώνεται μαζί του αντί να σταυρώνονται όλοι οι άνθρωποι, αθώος Αυτός αντί των ενόχων, καταργείται έτσι και εξαφανίζεται η αμαρτία εν Χριστώ. Λύτρωση και χαρά διαδέχεται την θλίψη και φως και ελευθερία από το κακό και ανάσταση και ζωή.
Εκεί δια του θανάτου γεμίζει ο Άδης· εδώ, με την κατάργηση του θανάτου δια του αναστημένου Χριστού, σκυλεύεται και ερημώνεται ο Άδης. ‘’Κατάπιε τον ακρογωνιαίο λίθο και δεν μπόρεσε να τον χωνέψει· αδυνάτησε σ’ αυτόν κάθε δύναμή του· γι’ αυτό μαζί μ’ Αυτόν και την υπόλοιπη, όση είχε, συναπόβαλε τροφή, αφού εξέμεσε μαζί και την ανθρώπινη φύση’’368.
Εκεί η πτώση τερματίζει την παραδείσια κατάσταση, εδώ την πτώση διαδέχεται η παραδείσια κατάσταση με όλα τα χαρμόσυνα και ζωοποιά για τον άνθρωπο γνωρίσματά της.
Εκεί μεταξύ Θεού και ανθρώπων υψώνεται μεσότοιχος και φραγμός· εδώ το μεσότοιχο του φραγμού γκρεμίζεται, καταργείται, και εγκαινιάζεται πάλι η επικοινωνία μεταξύ εκείνων, που προηγουμένως ήταν απομακρυσμένοι, Θεού δηλ. και ανθρώπου.
Εκεί ανοίγει ένας μεγάλος χρεωστικός λογαριασμός, το χειρόγραφο του χρέους του ανθρώπου, που αμάρτησε προς τον Θεό· εδώ ο Λυτρωτής με το αίμα Του υπογράφει την εξόφληση του χρεωστικού λογαριασμού και σχίζει το εναντίον μας χειρόγραφο.
Τη θαυμαστή αυτή αντιστοιχία των γεγονότων της πτώσεως και της λύτρωσης, τα οποία φανερώνουν τη θέση και τη λύση του δράματος από την πνοή της αγάπης του Θεού, που διακυβερνά τα σύμπαντα, ως εξής διεζωγράφησε ο ιερός Χρυσόστομος,
‘’Με εκείνα τα μέσα που ενίκησε ο διάβολος, με αυτά τα ίδια επεκράτησε ο Χριστός· και αφού έλαβε τα ίδια όπλα εκείνου, με αυτά τον καταπολέμησε· και πως, άκουσε: Παρθένα και ξύλο και θάνατος, ήταν τα σύμβολα της ήττας μας. Παρθένος ήταν η Εύα· διότι δεν είχε γνωρίσει ακόμη άνδρα. Ξύλο ήταν το δένδρο, και θάνατος ήταν το επιτίμιο του Αδάμ. Αλλά να, πάλι παρθένος και ξύλο και θάνατος, αυτά τα σύμβολα της ήττας, έγιναν και της νίκης σύμβολα. Διότι αντί της Εύας η Μαρία· αντί του ξύλου της γνώσεως του καλού και του πονηρού, το ξύλο του σταυρού· αντί του θανάτου του Αδάμ ο θάνατος του Χριστού. Είδες δια ποίων ενίκησε, με αυτά τον ίδιο τον νικημένο; Γύρω από το δένδρο καταπολέμησε ο διάβολος τον Αδάμ· γύρω απ’ τον σταυρό πάλεψε δυναμικά ο Χριστός τον διάβολον· και ξύλο, το μεν έστελνε στον άδη, το δε, αν και είχαν απέλθει από εκεί, τους ανακαλούσε’’369.
‘’Βλέπε την προτύπωση του ξύλου στον παράδεισο και του ξύλου στον σταυρό. Διότι όπως ακριβώς το ξύλο εκείνο, αν και ήταν χλωρό, γέννησε τον θάνατο, το δε ξύλο του σταυρού, αν και ήταν ξερό, γέννησε τη ζωή...’’370 ‘’όπως μέσω του ξύλου η παράβαση, έτσι πάλι μέσω του ξύλου η σωτηρία... Επειδή από το ξύλο έγινε η παράβαση... γι’ αυτό θέλησε σε ξύλο να σταυρώσει αυτή την απαρχή, ώστε όπως δια ξύλου έγινε η παράβαση, έτσι δια ξύλου και η σωτηρία’’371 ‘’κρεμάστηκε σε ξύλο... για να ανακαλέσει την αμαρτία που έγινε δια ξύλου στον παράδεισο’’372.
‘’Δια παρθένου λοιπόν απέκτεινε ο διάβολος αρχικά τον Αδάμ, δια παρθένου αργότερα καταπολέμησε ο Χριστός τον διάβολο, και το ξίφος, το οποίο ήταν ακονισμένο απ’ αυτόν για εμάς, αυτό έκοψε την κεφαλή του δράκοντος... δια γυναικός ενίκησε, δια γυναικός είχε νικηθεί’’373 ‘’και εκείνο που καταδίκασε την Εύα, την θυγατέρα της βιάζεται τόσο πολύ να την δοξάσει... Διότι όπου εκτύπησε το πρώτο, εκεί ο ιατρός επιθέτει το έμπλαστρο· από όπου ο θάνατος είχε την αρχή της εξόδου, από εκεί η ζωή την είσοδο της ζωής δημιούργησε. Από γυναίκα προήλθαν τα άσχημα, από γυναίκα πήγασαν τα πολύ καλύτερα’’374· ‘’γεννήθηκε από γυναίκα, για να απαλείψει την αμαρτία, που προήλθε στους ανθρώπους από γυναίκα’’375.
Και για να συνοψίσουμε μαζί με τον Μ. Βασίλειο,
‘’την οικοδομή αυτή (τον άνθρωπο) ταρακούνησε ο εχθρός· τα ρήγματα που έγιναν σ’ αυτή τα ανασκεύασε ο δημιουργός. Έτσι αναγκαία μεν η πτώση για την αμαρτία, μεγάλη δε η ανάσταση για την αθανασία’’376.
‘’Η φροντίδα του Θεού και Σωτήρος για τον άνθρωπο είναι η ανάκληση από την έκπτωση και η επάνοδος στην προσοικείωση του Θεού από την αλλοτρίωση, που δημιουργήθηκε λόγω της παρακοής’’377.
Και ας επαναλάβουμε, απευθυνόμενοι μετά του ιερού Χρυσοστόμου, προς τον άνθρωπο όλων των αιώνων,
‘’και όλα αυτά τα υφίσταται ο Χριστός για σένα και για την προστασία σου, για να αναιρεθεί η τυραννία της αμαρτίας, για να καθαιρεθεί η κυριαρχία του διαβόλου, για να κοπούν τα νεύρα του θανάτου, για να ανοίξουν σε μας οι πύλες του ουρανού, για να αφανιστεί η κατάρα, για να λυθεί η προηγούμενη καταδίκη...’’378. ‘’Ονομάστηκε άνθρωπος, για να σε ονομάσει Θεό’’379 ‘’Οι αμαρτωλοί τρέξτε προς Εκείνον, που σηκώνει την αμαρτία του κόσμου’’380.
Και για να συμπεράνουμε μαζί με τον πατέρα της Θρησκειολογικής Επιστήμης, ‘’μόνο η Θρησκειολογία μπορεί να αποδώσει στον Χριστιανισμό την ορθή του θέση μεταξύ των θρησκευμάτων της ανθρωπότητας.
Αυτή μόνη μπορεί να καταδείξει με ποια έννοια ήλθε το πλήρωμα του χρόνου προς λύτρωση από τον Νόμο και προς αποδοχή της υιοθεσίας του Θεού. Μόνη αυτή (η Θρησκειολογία) θα αποδώσει στην όλη ιστορία της ανθρωπότητας, στη μη συνειδητή πορεία της προς τον Χριστιανισμό, τον αληθινό και αληθώς ιερό χαρακτήρα της’’381.
‘’Η αληθινή ιστορία της ανθρωπότητας είναι η θρησκειακή ιστορία, οι θαυμαστοί δρόμοι, πάνω στους οποίους οι διάφορες οικογένειες του ανθρώπινου γένους κατέτειναν προς τον σκοπό, να γνωρίσουν αληθινότερα τον Θεό και, δια της γνώσεως και αγάπης, να Τον πλησιάσουν. Αυτό είναι η βάση, πάνω στην οποία στηρίζεται η ιστορία όλου του κόσμου· αυτό είναι το φως, το πνεύμα, η κυρίως ζωή της ιστορίας, χωρίς δε αυτό κάθε άλλη ιστορία θα ήταν στην πραγματικότητα βέβηλη’’382.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.