Η συλλογή εκδόθηκε σε δύο σειρές. Η πρώτη σειρά περιείχε μόνο τη μετάφραση των ελληνικών κειμένων στα Λατινικά σε 81 τόμους (1856-61), ενώ η δεύτερη σειρά, η οποία εκδόθηκε στη συνέχεια, το ελληνικό κείμενο με λατινική μετάφραση σε 166 τόμους (1857-66). Αυτή η δεύτερη σειρά είναι και η γνωστότερη. Περιλαμβάνει τα έργα που γράφτηκαν στα Ελληνικά, είτε προέρχονται από εκκλησιαστικούς συγγραφείς της Ανατολής είτε της Δύσης, από τον 1ο έως και τον 15ο αιώνα.
Το κείμενο είναι τυπωμένο και αριθμημένο σε στήλες, μία από τις οποίες είναι γραμμένη στα Ελληνικά, ενώ στην άλλη υπάρχει η λατινική της μετάφραση. Η αρίθμηση των τόμων σταματά στο 161, όμως το σύνολό τους είναι 166, καθώς οι τόμοι 16 και 87 έχουν τρία μέρη και ο τόμος 86 δύο. Ένας ακόμη τόμος που ήταν υπό έκδοσιν, δεν εκδόθηκε ποτέ, αφού οι τυπογραφικές μήτρες του καταστράφηκαν από φωτιά στο τυπογραφείο (1868). Το έργο ανατυπώθηκε πολλές φορές στην Ευρώπη, με πρώτες αυτές του εκδοτικού οίκου των Αδελφών Garnier στο Παρίσι (ήδη από το 1880), ενώ στην Ελλάδα ξεκίνησε ν' ανατυπώνεται τη δεκαετία του 1980, από τις "Εκδόσεις Ωφελίμου Βιβλίου".
Η συλλογή στηρίζεται σε ανατυπώσεις προγενέστερων εκδόσεων, οι οποίες συχνά περιέχουν λάθη, ενώ και η ποιότητα της εκτύπωσης είναι από μέτρια έως κακή. Παρ' όλα αυτά, είναι η μοναδική έκδοση η οποία εμπεριέχει τόσο μεγάλο αριθμό έργων, μερικά από τα οποία δεν είναι διαθέσιμα αλλού, και γι' αυτό αποτελεί σημείο αναφοράς, κυρίως για όσους μελετούν τη Μεσαιωνική Γραμματεία.
Στην ελληνική έκδοση δεν υπάρχει, σε αντίθεση με την Patrologia Latina, παράρτημα με συνολικό πίνακα ελληνικών περιεχομένων, έλλειψη που αναπλήρωσε ο πρώην μητροπολίτης Λαρίσσης Δωρόθεος Σχολάριος, ο Θεσσαλός, με τα έργα του Κλεὶς Πατρολογίας καὶ Βυζαντινῶν Συγγραφέων που περιλαμβάνει τα περιεχόμενα κατά τόμο, με αναλυτική αναγραφή όλων των βιβλίων και των περιεχομένων τους (α' έκδοση 1879, β' έκδοση 1980) και Ταμεῖον Πατρολογίας που περιέχει λήμματα, κατ' αλφαβητική σειρά, τα οποία αναπτύσσονται από τους Πατέρες και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, με αντίστοιχες παραπομπές στα έργα τους (εκδόθηκαν μόνον οι τόμοι με τα γράμματα Α-Γ• ολόκληρο το έργο σε χειρόγραφα υπάρχει στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος).
Σημείωση Συντακτικής Ομάδας: Ευρισκόμεθα είς τήν ευχάριστη θέση να πληροφορήσουμε τούς Αναγνώστες τής ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ότι έχουμε πρόσβαση και στήν διάθεση μας όλην τήν ύλη τής συλλογής των συγγραμμάτων Πατέρων τής Ελληνικής Πατρολογίας "«Patrologia Greacae Cursus Completus J.P.Migne» από τό: ΠΑΝΕΠΗΣΤΗΜΙΟΝ ΑΙΓΑΙΟΥ - ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Μεταβάλαμε τήν ατολμία σε τόλμη με επίγνωση του δύσκολου έργου για να ανεβάσουμε όσον το δυνατόν περισσότερα έργα, (το σύνολο εί δυνατόν ) με ομιλίες ,διδαχές των Αγίων Θεοφόρων Θεόπνευστων Πατέρων με θερμή προσευχή , διότι μάς ενισχύει ο λόγος του αγίου Γρηγορίου του θεολόγου : «Πλην και Θεώ φίλον το κατά δύναμιν» (Λόγος 43 Εις τον Μέγα Βασίλειον επιτάφιος 82 PG 36,640D), αλλά και το κατά δύναμη είναι αγαπητό από τον Θεό , Ο Θεός εκτιμά ότι κάνει ο άνθρωπος κατά δύναμη.
Σημείωμα Συντακτικής Ομάδας:
Ό αριθμός που βρίσκεται μέσα σέ παρένθεση (#) δεικνύει τό αριθμό τών αναρτήσεων τής κάθε ετικέτας (label)
ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ (μακαριστός)
1. Ο ΟΡΟΣ ΠΑΤΗΡ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ
Μεγάλος αριθμός εκλεκτών μελών της Εκκλησίας χαρακτηρίζονται πατέρες ή άγιοι πατέρες ή όσιοι πατέρες. Αυτοί είναι όσοι διακρίθηκαν σε αγιότητα, οσιότητα, διαποίμανση των πιστών, αλλά και όσοι απλώς είναι κληρικοί, όσοι δηλαδή πάντοτε -και σήμερα- αναλαμβάνουν την ευθύνη της πνευματικής προκοπής των πιστών. Η Εκκλησία διέκρινε (ξεχώρισε) λίγους από τους πολλούς πατέρες και τουι ωνόμασε τιμητικά Πατέρες και Διδασκάλους.
2. ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΦΟΡΜΕΣ ΤΟΥ
Οι εκκλησιαστικοί γενικά συγγραφείς θεολόγησαν, έγραψαν τα έργα τους, από τις εξής κυρίως αφορμές και ανάγκες: α) Του κηρύγματος. Ασκώντας το έργο τούτο σε ποικίλες μορφές, θεολογούσαν κατ' ανάγκην, αφού εξηγούσαν το λόγο του Θεού, ερμήνευαν το πρόσωπο και το έργο του Χριστού, διαφώτιζαν το αγιαστικό και φωτιστικό έργο του αγίου Πνεύματος και πολλές φορές υπομνημάτιζαν τις Γραφές, ώστε να γνωρίζουν οι πιστοί την αλήθεια και να προκόπτουν πνευματικά.
3. ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝ ΜΕ ΦΩΤΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΓ. ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
Το έργο των Πατέρων και Διδασκάλων συντελέσθηκε στις καίριες και πρωτότυπες στιγμές του με ιδιαίτερη χάρη κι ενέργεια του αγίου Πνεύματος. Γι' αυτό και η Εκκλησία στις καίριες αυτές στιγμές της πατερικής θεολογίας, που έγιναν Παράδοσή της, αποδίδει κύρος και σημασία ίση μ' εκείνη που δίδει στήν αγία Γραφή. Όπως οι Προφήτες και Απόστολοι, έτσι και οι «Ποιμένες (=Πατέρες) και Διδάσκαλοι» «ελάλησαν» διά Πνεύματος αγίου κατά τον Ιωάννη Δαμασκηνό (Εκδ. ορθοδ. πίστεως 90).
Η αλήθεια, που ταυτίζεται με τη θεία πραγματικότητα, δόθηκε και δίδεται στον άνθρωπο με τρόπο αποκαλυπτικό. Η αλήθεια, ο Τριαδικός δηλαδή Θεός και το έργο του για τη σωτηρία του ανθρώπου, φανερώθηκε προοδευτικά: Νόμος, Προφητεία, Ευαγγέλιο, Πεντηκοστή και εξής. Την πρόοδο αυτή ο Γρηγόριος Θεολόγος χαρακτηρίζει «μεταθέσεις βίων» και «σεισμούς».
5. ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, ΓΝΗΣΙΟΤΗΣ ΚΑΙ ΚΥΡΟΣ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
Η Εκκλησία δέχθηκε την παρουσία των Πατέρων στους κόλπους της κι έζησε με τη διδαχή και το φρόνημά τους, το οποίο θεώρησε πάντοτε γνήσιο και ορθόδοξο. Στη συνείδησή της οι Πατέρες και Διδ. ήσαν η συνέχεια και η προέκταση των Αποστόλων. Οι δώδεκα Απόστολοι παρέδωσαν την προσωπική τους διακονία, που ήταν το να διδάσκουν, στους Πατέρες (Eιρηναίου, Έλεγχος Γ3, 1). Το άγιο Πνεύμα, που φώτιζε τους Αποστόλους, φωτίζει και τους Πατέρες:
6. ΔΙΑΔΟΧΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ
Αν πρέπει να δώσωμε για λόγους πρακτικούς κεντρικά σημεία της εσώτατης θεολογικής πορείας του Πατρός και διδασκάλου, τότε θα μπορούσαμε να διακρίνωμε σ' αυτή τρεις κυρίως σταθμούς:
7. ΤΟ ΘΥΡΑΘΕΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ (ΔΟΜΗ, ΜΟΡΦΗ, ΑΛΗΘΕΙΑ)
Οι Πατέρες δεν έζησαν ούτε κι έδρασαν ερήμην του πνευματικού κλίματος της εποχής τους. Το έργο τους αποτελεί ως ένα βαθμό καθρέπτη των συγχρόνων τους φιλοσοφικών ρευμάτων, των θρησκευτικών πεποιθήσεων, των κοσμολογικών αντιλήψεων και των πολιτειακών ή πολιτικών προτιμήσεων.
8. ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ
Συχνά οι ερευνητές και αποτιμητές της πνευματικής προσφοράς των φιλοσόφων και των Πατέρων δημιουργούν παρεξηγήσεις που οδηγούν σε απαράδεκτη υποτίμηση των Πατέρων και του έργου τους. Tο συνηθέστερο πρίσμα, κάτω από το οποίο θεωρείται συγκριτικά το πρόβλημα, είναι το εξής: Οι Πατέρες, υποχρεωμένοι να είναι παραδοσιακοί, γίνονται φορείς και μόνον ερμηνευτές της αληθείας, την οποία μάλιστα δεν απέκτησαν με ζήτηση επίπονη, αλλά έλαβαν από την Εκκλησία ή την αποκάλυψη του Θεού.
9. ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΙΔΙΟΜΟΡΦΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
α. Οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς και μάλιστα οι επιφανέστεροι από αυτούς είχαν πλατειά και βαθειά παιδεία. Από τον Ιγνάτιο, τον Ιουστίνο και τον Ειρηναίο οι Πατέρες εμφανίζονται από άριστοι έως καλοί γνώστες του ιουδαϊσμού, των ποικίλων θρησκειών, του γνωστικισμού και του ελληνισμού, των θρησκευτικών και πολιτιστικών δηλ. μορφών που κυριαρχούσαν κατά τους αιώνες που δημιούργησαν το έργο τους
10. ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΟΔΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Το έργο των Πατέρων και Διδ. της Εκκλησίας ευρίσκεται σε άμεση σχέση προς το έργο των Συνόδων, είτε αυτές είναι Οικουμενικές είτε τοπικές. Η σχέση αυτή παραμένει εν τούτοις αδιασάφητη και αδιόριστη ως ένα σημείο. Οι περισσότερες φερ' ειπείν οικουμενικές Σύνοδοι εργάσθηκαν χωρίς την παρουσία ως μελών κατ' εξοχήν μεγάλων Πατέρων και Διδασκάλων. Αλλά τούτο δε σημαίνει ότι κινήθηκε η θεολογική διεργασία της Συνόδου ερήμην της θεολογικής προσφοράς ενός ή περισσοτέρων μεγάλων Πατέρων.
Η θέση των Πατέρων στην ιστορία του ανθρώπινου πνεύματος και στην καθόλου γραμματεία δεν έχει ακόμη αποτιμηθή και εκτιμηθή όσο πρέπει. Και μολονότι το πρόβλημα τούτο είναι θέμα που φυσικά ξεπερνά τα όρια πατρολογικού εγχειριδίου, θεωρούμε αναγκαίο να υπογραμμίσωμε σχετικά τα εξής:
12. ΤΟ ΠΩΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΕΩΣ ΚΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
Η πραγματικότης του Πατρός και Διδασκάλου της Εκκλησίας αποτελεί γνόφο, χώρο άγιο, προβληματικό και αληθινό, διάσταση θεληματική και υπαρξιακή. Είναι γνόφος διότι συνιστά πνευματικό γεγονός απρόσιτο κι αδιαπέραστο για όποιον δε ζη τη θεία χάρη που το δημιούργησε. Αλλά και για τον πιστό ή θεολόγο δεν παύει ο Πατήρ να είναι γνόφος, εντός του οποίου θά εισέλθη μόνο με πολύ αγώνα και πλούσια θεία χάρη
13. ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ (γιατί σπουδάζομε τους Πατέρες)
Αφήσαμε στο τέλος το πρόβλημα της σημασίας των Πατέρων για το σύγχρονο πιστό και μάλιστα το θεολόγο. Παρ' όλα όσα σημειώσαμε μέχρις εδώ για την αξία και το μεγαλείο των Πατέρων, η σημασία τους για την εποχή μας δεν είναι αυτονόητη για τον εξής λόγο: Υποτίθεται πως η καίρια και γνήσια θεολογική προσφορά όλων των Πατέρων υφίσταται, εμπεριέχεται, στην Παράδοση της Εκκλησίας.
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΕΡΟΠΑΓΙΤΗΣ – ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΥΡΑΝΙΑΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΞΑΗΜΕΡΟΝ
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Ο λόγος αυτός γράφτηκε το φθινόπωρο του 379 μ.Χ., όταν ο Άγ. Γρηγόριος επισκέφθηκε την αδελφή του Μακρίνα στον Πόντο, για να παρηγορηθεί για το θάνατο του αδελφού τους Μεγ. Βασιλείου. Η Μακρίνα ήταν άρρωστη, λίγο πριν το τέλος της, αλλά είχε μαζί του έναν ενδιαφέροντα διάλογο που έδωσε αφορμή να γραφτεί ο παρών λόγος. Τα κυριώτερα σημεία του είναι τα εξής:
Ο θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα· όταν το σώμα εγκαταλειφθεί από την ψυχή, τότε αποσυντίθεται στα στοιχεία που πριν το αποτελούσαν. Καθένα στοιχείο του σώματος επιστρέφει στο φυσικό του στοιχείο, έτσι ώστε κανένα επιμέρους στοιχείο δεν καταστρέφεται πλήρως ή δεν επιστρέφει στην ανυπαρξία, και το σώμα παραμένει μέσα στα όρια αυτού του κόσμου (στο νερό, τον αέρα, το χώμα και το πυρ). Αυτό είναι η φθορά, δηλ. αποσύνθεση και όχι καταστροφή ή μετάπτωση σε κατάσταση ανυπαρξίας.
Ἡ Διδαχὴ τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων, Διδαχὴ τῶν Ἀποστόλων, Διδαχαὶ τῶν ἀποστόλων ἢ ἁπλὰ Διδαχή, εἶναι ἕνα πρωτοχριστιανικὸ κείμενο. Ἡ χρονολόγηση τῆς συγγραφῆς του ποικίλλει μεταξὺ μεταξὺ τῶν ἐρευνητῶν ἀπὸ τὸ 70 ἕως καὶ τὸν 3ο αἰώνα.
Προέλευση καὶ τόπος συγγραφῆς
Ὑπάρχει ἡ ἄποψη πὼς τὸ ὄνομα ποὺ δόθηκε στὸ βιβλίο στὴν προσπάθεια νὰ τοῦ ἀποδοθεῖ ἀποστολικὴ προέλευση καὶ συγγραφὴ τὸ καθιστᾶ ψευδεπίγραφο. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, θεωρεῖται πὼς τὸ ὄνομα χρησιμοποιήθηκε ὑπὸ τὴν ἔννοια ὅτι περιλαμβάνει τὶς διδαχὲς καὶ τὴν σύνοψη τῶν διευθετήσεων τῶν δώδεκα ὅπως παρουσιάστηκαν ἀπὸ τῶν τρίτο καὶ τέταρτο κύκλο τῶν ἀποστόλων (Σίλας, Τιμόθεος, Τίτος κ. ἄ.). Τὸ σίγουρο εἶναι ὅτι ἔχαιρε ἰδιαίτερης ἐκτίμησης ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἐκκλησία.
Πιστεύεται ὅτι ἡ συγγραφὴ του ἔγινε στὴν περιοχὴ τῆς Συρίας καὶ τῆς Παλαιστίνης, ἐνῶ πιθανοὶ τόποι θεωροῦνται καὶ ἡ Αἴγυπτος ἀλλὰ καὶ ἡ Μικρὰ Ἀσία. Τὸ κείμενο αὐτὸ μπορεῖ νὰ χαρακτηριστεῖ ὡς ἕνα ἐγχειρίδιο τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας, ἕνας σύντομος πρακτικὸς ὁδηγὸς γιὰ τὴ διαπαιδαγώγηση τῶν πρώτων χριστιανῶν καὶ κυρίως τῶν κατηχουμένων. Συνήθως συμπεριλαμβάνεται στὸ σύνολο τῶν συγγραμμάτων ποὺ συνεγράφησαν ἀπὸ τοὺς ἀποκαλούμενους «Ἀποστολικοὺς Πατέρες».
Τὸ κείμενο τῆς Διδαχῆς ἦταν ἄγνωστο μέχρι τὸ 1873 ὁπότε ἀνακαλύφθηκε ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Νικομηδείας Φιλόθεο Βρυέννιο (1833-1917) στὸν ὑπ' ἀριθμ. 54 Κώδικα τοῦ Μετοχίου τοῦ Παναγίου Τάφου στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ χρονολογεῖται στὸ 1056.
(μικρό απόσπασμα)
∆έσποτα Κύριε, ὁ ἰατρὸς τῶν νοσούντων καὶ θεὸς πάσης παρακλήσεως, ὁ μὴ βουλόμενος εἶναι τὸν ἄνθρωπον νοσερὸν ἢ κατώδυνον, ἀλλ' ἱλαρὸν καὶ ὑγιῆ ὁλοτελῆ, αὐτὸς καὶ τὴν δούλην σου Μαρίαν τὴν σωματικὴν ἀσθένειαν πεσοῦσαν καὶ ἐν ἀθυμίᾳ πάσῃ γεναμένη(ν) ἀνάστησον, οἴκτειρον, μὴ παρίδῃς, σβέσον τὸν πυρετόν, πράϋνον τὸ ἄλγος, ἀπέλασον τὴν ῥαθυμίαν. ὁ τὴν πενθερὰν τοῦ Πέτρου πυρήσουσαν καὶ δεινῶς κατακειμένην καὶ ταύτην τῷ ῥήματί σου ἀναστήσας πρὸς τὸ διακονεῖν σοι, αὐτός, βασιλεῦ, πάρεσο καὶ νῦν ἐπὶ τὴν δούλην σου Μαρίαν καὶ καταπράϋνον τὸ ἄλγος τῆς ψυχῆς καὶ τὴν νόσον τοῦ σώματος
(μικρό απόσπασμα)
(μικρό απόσπασμα)
Τοιοῦτος ἦν ὁ μακάριος Παῦλος· διὰ τοῦτο ἔλεγε· Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις, ἢ στενοχωρία, ἢ διωγμὸς, ἢ λιμὸς, ἢ γυμνότης, ἢ κίνδυνος, ἢ μάχαιρα; καθὼς γέγραπται, ὅτι ἕνεκεν σοῦ θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν, ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς· ἀλλ' ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς. Τοῦτο δὴ καὶ ἐνταῦθα αἰνιττόμενος ἔλεγεν, ὅτι Εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, ἀλλ' ὁ ἔσω ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ· ἀσθενέστερον τὸ σῶμα γίνεται, φησὶν, ἀλλὰ δυνατωτέρα ἡ ψυχὴ καὶ ἰσχυροτέρα, καὶ πτεροῦται μᾶλλον
Πλὴν μάτην ταράσσεται πᾶς ἄνθρωπος ζῶν. Ἄνθρωπος, τὸ τῆς ζωῆς πρόσκαιρον δάνεισμα, τὸ τοῦ θανάτου ἀνυπέρθετον ὄφλημα, τὸ ἐκ προαιρέσεως ἀδάμαστον ζῶον, τὸ αὐτοδίδακτον πονήρευμα, τὸ αὐτομαθὲς ἐπιβούλευμα, τὸ εὔτεχνον εἰς κακουργίαν, τὸ εὐμήχανον εἰς ἀδικίαν, τὸ ἕτοιμον εἰς πλεονεξίαν, τὸ ἀκόρεστον εἰς ἀπληστίαν, τὸ εὐφυὲς εἰς ἀπιστίαν, τὸ ὑπέρογκον πνεῦμα, τὸ μεγαλοῤῥῆμον θράσος, τὸ εὐδιάλυτον φρύαγμα, τὸ εὐκαθαίρετον ὕψωμα, τὸ εὐάλωτον τόλμημα, ὁ πηλὸς ὁ αὐθάδης, ἡ τέφρα ἡ στασιώδης, ἡ κόνις ἡ μεγαλόφρων, ἡ σποδὸς ἡ πεφυσιωμένη, ὁ σπινθὴρ ὁ εὐκατάσβεστος, ἡ φλὸξ ἡ εὐμάραντος, ὁ εὐρίπιστος λύχνος, τὸ ἑτοιμοφθόρον ξύλον, ὁ εὐξήραντος χόρτος, ἡ εὐνέκρωτος χλόη, ἡ εὐδαπάνητος φύσις· ὁ σήμερον ἀπειλῶν, καὶ αὔριον τελευτῶν
Προοίμια τών ψαλμών
Προσέχετε τὴν ὑμῶν ἐλεημοσύνην μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸ θεαθῆναι αὐτοῖς· εἰ δὲ μή γε, μισθὸν οὐκ ἔχετε· αὕτη γὰρ ἡ ἐπίδειξις ἐκείνων ἀφανίζει τὸν μισθόν· ἡ τοιαύτη δόσις ἀποστερεῖ ἐκείνους τῆς μελλούσης ἀγαθωσύνης. Οὐδὲν γὰρ οὕτω πικρὸν πάθος ἐστὶν τῆς ψυχῆς, ὡς τὸ τῆς κενοδοξίας. Ὅταν γὰρ πολλὰ κατορθώσωμεν τῶν ἐπιταγμάτων, τότε τῆς κενοδοξίας παραφύεται νόσημα. Ἀλλὰ πρόῤῥιζον αὐτὸ ἐξέτεμεν ὁ Σωτὴρ ἀφ' ἡμῶν, διδάξας ἡμᾶς ἐν τῷ κρυπτῷ τὰς ἐλεημοσύνας ποιεῖν. Ἀλλὰ πάντως ἐρεῖς· Τί οὖν; οὐ δυνάμεθα ποιῆσαι· οὐ γάρ ἐστι δυνατὸν διδόντα τοῖς πένησιν, ἢ προσφέροντα τοῖς ἱερεῦσιν, ἢ βάλλοντα εἰς τὸ γαζοφυλάκιον, μὴ θεαθῆναι.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡYΣΟΣΤΟΜΟΣ ΛΟΓΟΙ ΚΑΤΑ ΙΟΥΔΑΙΩΝ
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΜΑΝΤΟΣ ΤΗΣ ΞΗΡΟΚΕΡΚΟΥ
ΕΡΓΑ - ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΙ
ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ (Α’)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Λόγος ΛΑ΄.
Λόγος ΛΒ΄.
Λόγος ΛΓ΄.
Λόγος ΛΔ΄.
Λόγος ΛΕ΄.
Λόγος Λστ΄.
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΜΑΝΤΟΣ ΤΗΣ ΞΗΡΟΚΕΡΚΟΥ
ΕΡΓΑ
ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ (Β’)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΒΙΒΛΟΣ ΤΩΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΩΝ
ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΡΩΤΟΣ
Καί κατά τῶν τιθεμένων τό πρῶτον ἐπί τοῦ Πατρός.
ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ
Καί κατά τῶν ἐπιχειρούντων θεολογεῖν ἄνευ Πνεύματος.
ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΤΡΙΤΟΣ
Καί ὅτι, εἴ τι ὁ Πατήρ, τοῦτο καί ὁ Υἱός, καί εἴ τι ὁ Υἱός, τοῦτο καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καί ὅτι ἕν ταῦτα πνεῦμα ὁμότιμον, ὁμοούσιον καί ὁμόθρονον.
ΒΙΒΛΟΣ ΤΩΝ ΗΘΙΚΩΝ
ΛΟΓΟΣ Α΄.
Κεφάλαια τοῦ λόγου.
ΛΟΓΟΣ Β΄.
Τά κεφάλαια τῆς θεωρίας τοῦ λόγου.
ΛΟΓΟΣ Γ΄
Εἰς το ῥητόν τοῦ Ἀποστόλου ἐν ᾧ λέγει· “Καί εἶδον τόν τοιοῦτον εἰς τρίτον οὐρανόν ἁρπαγέντα καί ἀκούσαντα ἄρρητα ῥήματα ἅ οὐκ ἐξόν ἀνθρώπῳ ἀκοῦσαι”. Τί οὖν εἰσιν ἅ ἀκήκοεν ὁ Παῦλος ἄρρητα ῥήματα; Τίνα δέ τά ἀγαθά “ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη”; Τίς δέ ἤ πῶς ἔσται καί ἔστιν εἰς ἡμᾶς ἡ τοῦ Θεοῦ βασιλεία καί τίς ἡ ἐν ἡμῖν ταύτης ἐνέργεια;
ΛΟΓΟΣ Δ΄.
Περί ἀπαθείας καί τῶν ἐν αὐτῇ κατά προκοπήν χαρισμάτων καί δωρεῶν· καί τίς ἡ τελείωσις τῆς κατά Χριστόν πνευματικῆς ἡλικίας.
ΛΟΓΟΣ Ε΄
Περί τῶν οἰομένων ἀγνώστως ἔχειν ἐν ἑαυτοῖς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, μή ἐπαισθανομένων δέ καθόλου τῆς ἐνεργείας αὐτοῦ· καί περί τῶν λεγόντων μή δύνασθαί τινα τῶν ἀνθρώπων κατά τήν παροῦσαν ζωήν ὁρᾶν τήν δόξαν αὐτοῦ, καί ἀπόδειξις διά χρήσεων περί τούτου. Καί ὅτι φθόνος οὐδείς ἐν τοῖς ἁγίοις, ὅταν διά πάσης σπουδῆς ἐναρέτου τούτοις συνεξισώμεθα. Καί ποίῳ τρόπῳ ὁρᾷ τις τόν Θεόν καί ὅτι ὁ εἰς τοιαῦτα μέτρα πεφθακώς, ὥστε ὁρᾷν κατά τό ἐφικτόν τόν Θεόν, ἔνθεν ἤδη μυεῖται καί τήν μέλλουσαν δοθῆναι ἐν τῷ μέλλοντι τοῖς ἁγίοις ἀπόλαυσιν. Καί ὅτι ὅσα ἄν ὁ τοιοῦτος λέγῃ ἤ ποιῇ ἤ γράφῃ, οὐκ αὐτός, ἀλλά τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τό λαλοῦν ἐν αὐτῷ ταῦτα λέγει καί γράφει· καί ὁ τούς λόγους αὐτοῦ ἀθετῶν ἤ παραλογιζόμενος, εἰς τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τό ἐνεργοῦν καί λαλοῦν ἐν αὐτῷ, ἁμαρτάνει καί βλασφημεῖ.
ΛΟΓΟΣ στ΄.
Περί ἀπαθείας καί ἐναρέτου ζωῆς. Καί ὅπως χρή τό οἰκεῖον ἐκκόπτειν θέλημα καί εἰς ὕψος ἀνέρχεσθαι τελειότητος. Καί περί συναφείας Θεοῦ πρός ψυχήν καί ψυχῆς πρός σῶμα καί ἑνώσεως τῶν τριῶν παραδόξου. Καί πρός τούτοις περί πνευματικῆς ἰατρείας καί ὅπως χρή θεραπεύειν τούς ψυχικῶς ἀσθενοῦντας.
ΛΟΓΟΣ Ζ΄.
Περί τῶν δουλευόντων Θεῷ, τίνες τε εἶεν και ὁποῖοι καί ποταποί. Καί τίς ἐστιν ὁ μετανοῶν καί ἡ ἐργασία αὐτοῦ, καί τίς ὁ τήν ἀσκητικήν ζωήν μετερχόμενος καί ἡ ἐργασία αὐτοῦ, καί τίς ὁ δουλεύων Θεῷ καί τό ἔργον αὐτοῦ. Καί ὅτι, ἐάν μή τάς ἀρετάς κτησώμεθα, οὐδέν ἡμᾶς ἀπαλλαγή μόνον τῶν παθῶν ὠφελήσει. ΛΟΓΟΣ Η΄.
Περί ἀγάπης Θεοῦ καί πίστεως καί ὅπως τις ἐγκύμων γίνεται τῆς τοῦ Θεοῦ ἀγάπης. Καί περί ἐλλάμψεως καί θεωρίας φωτός καί μυστικῆς ὁμιλίας τοῦ Πνεύματος.
ΛΟΓΟΣ Θ΄.
Περί γνώσεως ἀληθινῆς καί ὅτι ἡ τοῦ Θεοῦ γνῶσις οὐκ ἐκ μαθημάτων, ἀλλ᾿ ἐκ καθαρότητος καί τῆς ἄνωθεν χάριτος ἐπιγίνεται τῷ σπουδαίῳ· καί ὅτι χαλεπόν τό κρίνειν· καί ἔλεγχος τῶν οἰομένων εἰδέναι τά τοῦ Πνεύματος χωρίς Πνεύματος· ἐν ᾧ καί περί τῆς τοῦ Πατρός ἁγιωσύνης· καί οἷον ἀγαθόν ἐστιν ἡ πίστις καί τίς ὁ ταύτης καρπός καί ὅπως αὐξάνεται· καί ὅτι οἱ τόν θησαυρόν ἐν ἑαυτοῖς ἐσχηκότες τοῦ Πνεύματος καί ἐν ἄλλοις ὄντα γνωρίζουσι· καί τίνα τῶν ἁγίων τά σημεῖα καί πῶς καί τίσι γνωρίζονται· καί ὅτι ὁ μή γεννηθείς ἄνωθεν οὐ δύναται ἰδεῖν τόν γεγεννηκότα Θεόν οὐδέ γνωρίσαι τόν εἰς τοῦτο πεφθακότα διά τοῦ Πνεύματος.
ΛΟΓΟΣ Ι ΄.
Περί τῆς φοβερᾶς τοῦ Κυρίου ἡμέρας καί τῆς μελλούσης κρίσεως, ὅτι καί πρό τοῦ θανάτου ἐν ἡμῖν ἔνθεν ἤδη καθαιρομένοις διά δακρύων ἐνεργεῖται ἐν οἷς ἄν ἐγγένηται κατά τήν παροῦσαν ζωήν, κατά τήν μέλλουσαν οὐχ ὑπαντᾶ. Καί τίς ἐστιν ἡ ἡμέρα Κυρίου καί τίσιν αἴφνης ἀποκαλύπτεται. Καί ὅτι ἡ εἰς Χριστόν πίστις οὐ δύναται μόνη σῶσαι ἡμᾶς, εἰ μή καί Πνεύματος Ἁγίου γνωστῶς γενώμεθα μέτοχοι καί ὅτι οὐχί πάντες οἱ βαπτιζόμενοι διά τοῦ βαπτίσματος λαμβάνουσι τόν Χριστόν. Καί πῶς δύναταί τις γνῶναι εἰ περιφέρει ἐν αὐτῷ τόν Χριστόν καί Πνεύματος Ἁγίου γέγονε μέτοχος. Καί ἑρμηνεία ὡς ἐν παραδρομῇ εἰς τό « Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος». Καί μακαρισμός εἰς τούς ἐξ ἀγώνων τήν ἐπιφοίτησιν δεξαμένους τοῦ Πνεύματος.
ΛΟΓΟΣ ΙΑ ‘.
Περί τῆς ζωοποιοῦ νεκρώσεως τοῦ Ἰησοῦ καί Θεοῦ τῆς ἀεί γινομένης εὐαισθήτως ἐν τοῖς τελείοις. Καί ὅτι ἡ κτῆσις τῶν ἀρετῶν αἵματι ἀγοράζεται· καί τίνα τῶν ἀρετῶν τά καταγώγια καί ὅτι ὁ μή διά τῆς πρώτης βαθμίδος κατά τάξιν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἀνερχόμενος οὐδαμῶς εἰσελεύσεται εἰς αὐτήν. Ὅτι ἐν τοῖς τελείοις χαρά καί ἀγαλλίασίς ἐστι, καί οὐ δάκρυον, καί βρύουσι τῆς θεολογίας τά ῥεῖθρα. Καί πρός τό τέλος, ὅτι δεῖ ἐπιπηδᾶν ταῖς ἀρχαῖς ἄνευ τῆς πληροφούσης τάς καρδίας ἡμῶν χάριτος, τῆς ἐπί τό ποιμαίνειν καλούσης τόν λαόν τοῦ Θεοῦ· καί τί τό ἔργον τῶν προϊσταμένων, τίς δέ ἡ περί τά λογικά πρόβατα φροντίς, καί πῶς ὀφείλουσι ταῦτα παρά τῶν ποιμένων ποιμαίνεσθαι.
ΛΟΓΟΣ ΙΒ΄
Εἰς τό ῥητόν τό λέγον τοῦ Ἀποστόλου· «Ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσί». Καί πῶς ἐξαγοράζεταί τις φρονίμως τόν καιρόν τῆς παρούσης ζωῆς.
ΛΟΓΟΣ ΙΓ΄
Εἰς τό ῥητόν τοῦ Ἀποστόλου· «Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἐκ γῆς χοϊκός, ὁ δεύτερον ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ». Καί πῶς τόν χοϊκόν ἀποτιθέμεθα ἄνθρωπον καί τόν Χριστόν ἐνδυόμεθα, συγγενεῖς αὐτοῦ καί ἀδελφοί χρηματίσαντες.
ΛΟΓΟΣ ΙΔ΄
Περί ἑορτῶν καί ὅπως χρή ἑορτάζειν καί τίνων σύμβολα τά τελούμενα ἐν ταῖς ἑορταῖς καί κατά τῶν ἐναβρυνομένων ἐν αὐταῖς. Καί περί τῶν ἀξίως ἤ ἀναξίως κοινωνούντων καί τίς ἡ ἐν τούτοις διαφορά· καί πρός τό τέλος, πῶς συνάπτεταί τις διά τῆς κοινωνίας Θεῷ καί πῶς οὐ συνάπτεται. 282
ΛΟΓΟΣ ΙΕ΄
Περί ἡσυχίας καί ὁποίας ἐργασίας ὀφείλει ἔχεσθαι ὁ ἐν ταύτῃ ἀνδρείως προσκαρτερῶν.
ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ρ΄.
ΕΤΕΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΝΩΣΤΙΚΑ ΤΕ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ κε’
ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΝ ΝΕΟΝ ΘΕΟΛΟΓΟΝ.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΜΑΝΤΟΣ ΤΗΣ ΞΗΡΟΚΕΡΚΟΥ
ΕΡΓΑ
ΥΜΝΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Α’.
Περί θείας ἐλλάμψεως καί φωτισμοῦ Πνεύματος Ἁγίου˙ καί ὅτι εἷς τόπος ὁ Θεός, ἐν ᾧ μετά πότμον τήν ἀνάπαυσιν πάντες οἱ Ἅγιοι ἔχουσι˙ καί ὅτι ὁ τοῦ Θεοῦ ἐκπίπτων ἐν ἑτέρῳ τόπῳ οὐχ ἕξει τήν ἀνάπαυσιν ἐν τῇ μελλούσῃ ζωῇ.
Β΄
Τίς ἡ ἐπί τῷ πατρί τούτῳ γενομένη ἀλλοίωσις καί πῶς καθαρθείς εἰς ἄκρον ἡνώθη Θεῷ καί οἷος ἐξ οἵου ἐγένετο, οἱ πρός Θεόν ἐρωτικοί αὐτοῦ λόγοι δηλοῦσιν ἐνταῦθα˙ ὅς καί θεολογῶν λέγει πρός τό τέλος περί ἀγγέλων.
Γ’.
Τίς ὁ μοναχός καί καί τίς ἡ αὐτοῦ ἐργασία˙ καί εἰς οἷον ὕψος οὗτος ὁ θεῖος πατήρ θεωρίας ἀνῆλθεν.
Δ’.
Διδασκαλία εἰς μοναχούς ἄρτι ἀποταξαμένους κόσμῳ καί τοῖς ἐν κόσμῳ˙ καί περί τοῦ, ὁποίαν τις ὀφείλει πίστιν ἔχειν πρός τόν ἴδιον πατέρα.
Ε’.
Ἀλφάβητος τοῦ αὐτοῦ κατά στοιχεῖον διπλοῦς προτρέπων καί ὁδηγῶν εἰς τελειότητα βίου ἀναδραμεῖν τόν ἄρτι ἀπό τοῦ κόσμου ἀναχωρήσαντα.
ΣΤ’.
Τετράστιχα τοῦ αὐτοῦ τόν πρός Θεόν αὐτοῦ ἐντεῦθεν δεικνύοντα ἔρωτα.
Ζ’.
Ἔντευξις τοῦ αὐτοῦ εἰς Θεόν˙ καί ὅπως Θεῷ συναπτόμενος καί δόξαν Θεοῦ ὁρῶν ἐν ἑαυτῷ ἐνεργοῦσαν ἐξεπλήττετο.
Η’.
Τίσι Θεός ἐμφανίζεται καί τίνες ἐν ἕξει γίνονται τοῦ καλοῦ διά τῆς τῶν ἐντολῶν ἐργασίας.
Θ’. Ὅτι ὁ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέτοχος γεγονώς ὑπό τοῦ φωτός καί τῆς δυνάμεως αὐτοῦ ἁρπαζόμενος ἐπάνω πάντων φέρεται τῶν παθῶν, μή βλαπτόμενος τῷ πλησιασμῷ ὑπ᾿ αὐτῶν.
Ι’.
Ὅτι ὁ θάνατος τῇ λύπῃ καί τῶν στερροτέρων καθάπτεται.
ΙΑ’
Ὅπως ὡράθη αὐτῷ Θεός ὡς Στεφάνῳ καί Παύλῳ τοῖς ἀποστόλοις, ἐνταῦθα ὁ πατήρ ἐκπληττόμενος διηγεῖται.
ΙΒ’
Περί τοῦ ἑνός κατά πάντα τῆς τρισυποστάτου θεότητος θεολογία˙ καί δι᾿ ὧν τῇ ταπεινώσει χρώμενος λέγει περί ἑαυτοῦ, τῶν δοκούντων εἶναί τι ἐντρέπων τήν οἴησιν.
ΙΔ’.
Εὐχαριστία πρός Θεόν τῶν δωρεῶν ἕνεκα, ὧν παρ᾿ αὐτοῦ ἠξιώθη˙ καί ὅτι φρικτόν καί ἀγγέλοις τό τῆς ἱερωσύνης καί ἡγουμενείας ἀξίωμα.
ΙΕ’. Ὅπως βλέπων τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ ἐνηργεῖτο ὑπό τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καί ὅτι τό Θεῖον ἐντός καί ἐκτός ἐστι τοῦ παντός, ἀλλά καί ληπτόν τε καί ἄληπτον τοῖς ἀξίοις, καί ὅτι οἶκος Δαυίδ ἡμεῖς ἐσμεν, καί ὅτι εἰς πολλά γινόμενος ὁ Χριστός καί Θεός ἡμῶν μέλη εἷς ἐστι καί ὁ αὐτός καί μένων ἀμέριστος.
ΙΣΤ’.
Ὅτι ποθεινόν τε καί ἐπιθυμητόν κατά φύσιν μόνον τό Θεῖον, οὗ ὁ μετέχων πάντων ἐν μετοχῇ γέγονε τῶν καλῶν
ΙΖ’.
Ὅτι ὁ φόβος γεννᾷ τήν ἀγάπην, ἡ δέ ἀγάπη ἐκριζοῖ τόν φόβον ἀπό τῆς ψυχῆς καί μένει μόνη ἐν αὐτῇ, Πνεῦμα Θεῖον οὖσα καί Ἅγιον.
ΙΗ’.
Διδασκαλία σύν θεολογίᾳ περί τῶν ἐνεργειῶν τῆς ἁγίας ἀγάπης, ἤγουν αὐτοῦ τοῦ φωτός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
ΙΘ’.
Διδασκαλία σύν θεολογίᾳ, ἐν ᾗ καί περί ἱερωσύνης ἅμα καί ἀπαθοῦς θεωρίας.
Κ’.
Εὐχαριστία καί ἐξομολόγησις σύν θεολογίᾳ˙ καί περί δωρεᾶς καί μετουσίας Πνεύματος Ἁγίου.
ΚΑ’.
Ἐπιστολή πρός μοναχόν ἐρωτήσαντα˙ Πῶς χωρίζεις τόν Υἱόν ἀπό τοῦ Πατρός, ἐπινοίᾳ ἤ πράγματι; Ἐν ᾗ εὑρήσεις πλοῦτον θεολογίας ἀνατρεπούσης τήν αὐτοῦ βλασφημίαν.
ΚΒ’.
Εὐχαριστία σύν θεολογίᾳ˙ καί περί ὧν ἡ θεία χάρις τοῦ Πνεύματος διά τῶν ἐνεργειῶν ὠνόμασται.
ΚΓ’.
Περί τῆς ἀκαταλήπτου καί ἀπεριγράπτου Θεόητος ἀκριβής θεολογία˙ καί ὅτι ἀπερίγραπτος οὖσα ἡ θεία φύσις οὔτε ἐντός οὔτε ἐκτός ἐστι τοῦ παντός, ἀλλά καί ἐντός καί ἐκτός ὡς τῶν ὅλων αἰτία˙ καί ὅτι μόνον κατά νοῦν τῷ ἀνθρώπῳ ληπτόν ἀλήπτως τό Θεῖον ὡς τοῖς ὀφθαλμοῖς αἱ τοῦ ἡλίου ἀκτῖνες.
ΚΔ’.
Δι᾿ ὧν ἐξομολογούμενος ἐν τῷ παρόντι γράφει λόγῳ, δείκνυσι τό βάθος τῆς ἑαυτοῦ ταπεινώσεως, καί προϊών διδάσκει αὐτήν τόν εἰς μέτρον ἐλάσαντα τελειότητος καί ἀξιωθέντα τοιούτων ἐν θεωρίᾳ ἀποκαλύψεων, Παῦλον τόν θεῖον κἀν τούτῳ μιμούμενος, ἁμαρτωλόν ἑαυτόν ἀποκαλοῦντα καί ἀνάξιον τοῦ καλεῖσθαι ἀπόστολον.
ΚΕ’.
Περί τῆς γενομένης θεωρίας αὐτῷ τοῦ θείου φωτρός, καί ὅπως τό θεῖον φῶς οὐ καταλαμβάνεται ὑπό σκότους˙ ἐν οἷς καί διά τήν ὑπερβολήν τῶν ἀποκαλύψεων ἐκπληττόμενος μέμνηται τῆς ἀνθρωπίνης ἀσθενείας καί ἑαυτόν κατακρίνει.
ΚΣΤ’.
Ὅτι ὁ ἐν ἀγνωσίᾳ Θεοῦ ἔτι ζῶν νεκρός ἐστι μέσον τῶν ζώντων ἐν γνώσει Θεοῦ καί ὅτι τοῖς ἀναξίως τῶν μυστηρίων μεταλαμβάνουσιν ἄληπτον τό θεῖον σῶμα καί αἷμα τοῦ Χριστοῦ γίνεται.
ΚΖ’.
Ὁποῖον δεῖ εἶναι τόν μοναχόν καί τίς ἡ ἐργασία καί τίς ἡ τούτου προκοπή καί ἀνάβασις.
ΚΗ’.
Περί νοητῆς ἀποκαλύψεως τῶν ἐνεργειῶν τοῦ θείου φωτός καί ἐργασίας νοερᾶς τε καί θείας τῆς ἐναρέτου ζωῆς.
ΚΘ’.
Ὅτι μόνοις ἐκείνοις καταφανῆ τά τῶν θείων πραγμάτων, οἷς διά τῆς μετουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅλοις ὅλος ἡνώθη Θεός.
Λ’.
Πρός ἕνα τῶν μαθητῶν, ὅτι ταῖς καθαρθείσαις ψυχαῖς διά δακρύων καί μετανοίας προσψαῦσαν τό θεῖον τοῦ Πνεύματος πῦρ δράσσεται αὐτῶν καί πλεον καθαίρει, φωτίζον τά ὑπό τῆς ἁμαρτίας ἐσκοτισμένα μέρη αὐτῶν καί τά τραύματα ἐξιώμενον εἰς τελεῖαν φέρει συνούλωσιν, ὡς τῷ θείῳ κάλλει ὑπεραστράπτειν αὐτάς.
ΛΑ’.
Περί θεολογίας καί ὅτι ἀνεξερεύνητος ἡ θεία φύσις καί πάντῃ τοῖς ἀνθρώποις ἀκατανόητος.
ΛΒ’.
Ὅτι οἱ ἔνδοξοι τῆς γῆς καί σοβαροί τῷ πλούτῳ περί τήν σκιάν τῶν ὁρωμένων πλανῶνται, οἱ δέ γε τῶν παρόντων καταφρονήσαντες ἐν ἀπλανεῖ μεθέξει τοῦ Θείου γίνονται Πνεύματος.
ΛΓ’.
Περί θεολογίας˙ καί ὅτι οἱ τό κατ᾿ εἰκόνα φυλάξαντες τάς πονηράς δυνάμεις τοῦ ἄρχοντος τοῦ σκότους καταπατοῦσιν, οἱ δ᾿ ἄλλοι, οἷς ἐμπαθής ὁ βίος, ὑπ᾿ αὐτοῦ κρατοῦνται καί βασιλεύονται.
ΛΔ’.
Ὅτι ἡ τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἕνωσις πρός κεκαθαρμένας ψυχάς ἐν αἰσθήσει τρανῇ, ἤγουν ἐν ἐπιγνώσει γίνεται καί, ἐν αἷς ἄν γένηται, φωτοειδεῖς ὁμοίας ἑαυτόῦ καί φῶς αὐτάς ἀπεργάζεται.
ΛΕ’.
Ὅτι πάντες οἱ ἅγιοι ἐλλαμπόμενοι αὐγάζονται καί τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ καθορῶσιν, ὡς θεμιτόν ἀνθρωπίνῃ φύσει Θεόν ὁρᾶν.
ΛΣΤ’.
Εὐχαριστία ὑπέρ τῆς ἐξορίας καί τῶν θλίψεων, ὧν ὑπέστη ἐν τῷ κατ᾿ αὐτόν διωγμῷ.
ΛΖ’.
Δέησις καί προσευχή τοῦ αὐτοῦ πρός Θεόν τῆς ἐκείνου ἕνεκα βοηθείας
ΛΗ’.
Περί θεολογίας˙ καί ὅτι ὁ νοῦς τῆς ὕλης τῶν παθῶν καθαρθείς ἀΰλως τόν ἄϋλον καί ἀόρατον καθορᾷ.
ΛΘ’.
Ὅτι ὁ πόθος καί ἡ πρός Θεόν ἀγάπη ὑπερβαίνει πᾶσαν ἀγάπην καί πάντα πόθον ἀνθρώπινον˙ βαφείς δέ ὁ νοῦς τῶν καθαιρομένων ἐν τῷ φωτί τοῦ Θεοῦ ὅλος θεοῦται καί νοῦς ἐκεῖθεν χρηματίζει Χριστοῦ.
Μ’.
Ὁμολογία τῆς χάριτος τῶν τοῦ Θεοῦ δωρεῶν˙ καί ὅπως ὁ ταῦτα γράφων πατήρ ὑπό τοῦ Ἁγίου ἐνηργεῖτο Πνεύματος˙ καί διδασκαλία ῥηθεῖσα ὑπό Θεοῦ, τοῦ τί δεῖ ποιοῦντα τινά, τῆς τῶν σῳζομένων σωτηρίας τυχεῖν.
ΜΑ’.
Εὐχαριστία πρός Θεόν ὑπέρ τῶν παρ᾿ αὐτοῦ γεγονότων εὐεργεσιῶν καί αἴτησις τοῦ μαθεῖν, τίνος χάριν οἱ τέλειοι γεγονότες ὑπό τῶν δαιμόνων παραχωροῦνται πειράζεσθαι˙ καί περί τῶν ἀποτασσομένων τῷ κόσμῳ διδασκαλία καί ὑποτύπωσις ῥηθεῖσα παρά Θεοῦ.
ΜΒ’.
Ὅτι οἱ τῷ Θεῷ ἀπ᾿ ἐντεῦθεν ἤδη διά τῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετουσίας ἑνωθέντες, ἐκδημοῦντες τοῦ βίου εἰς αἰῶνας αὐτῷ ἐκεῖθεν συνέσονται˙ εἰ δ᾿ οὖν, ἀλλά τό ἀνάπαλιν τοῖς ἄλλως ἔχουσιν ἐνταῦθα τότε γενήσεται.
ΜΓ’.
Ὅτι κρεῖσσον τό καλῶς ποιμαίνεσθαι ἤ τούς μή βουλομένους ποιμαίνειν˙ οὐδέ γάρ ἔσται κέρδος τῷ ἄλλους μέν σπουδάζοντι σῶσαι, ἑαυτόν δέ διά τῆς ἐκείνων ἀπολέσαντι προστασίας.
ΜΔ’.
Τί ἐστι τό κατ᾿ εἰκόνα, καί πῶς εἰκότως νοεῖται ὡς τοῦ πρωτοτύπου εἰκών ὁ ἄνθρωπος˙ καί ὅτι ὁ τούς ἐχθρούς ὡς εὐεργέτας φιλῶν μιμητής ἐστι τοῦ Θεοῦ, Πνεύματος δέ Ἁγίου ἐντεῦθεν μέτοχος γεγονώς θέσει θεός καί χάριτι γίνεται, μόνοις ἐκείνοις γνωριζόμενος, τοῖς ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐνεργουμένοις.
ΜΕ’.
Περί θεολογίας ἀκριβεστάτης˙ καί ὅτι ὁ μή ὁρῶν τό φῶς τῆς τοῦ Θεοῦ δόξης χείρων τυγχάνει τυφλῶν.
ΜΣΤ’.
Ἐξομολόγησις εὐχῇ συνημμένη˙ καί περί συναφείας Πνεύματος Ἁγίου καί ἀπαθείας.
ΜΖ’.
Περί νοητοῦ παραδείσου τηλαυγῆς θεωρία˙ καί περί τοῦ ἐν αὐτῷ ξύλου ζωῆς.
ΜΗ’.
Ὅτι δόξα καί τιμή ἐστι παντί ἀνθρώπῳ ὑβριζομένῳ καί πάσχοντι κακῶς διά Θεοῦ ἐντολήν ἡ ὑπέρ αὐτῆς τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ ἀτιμία˙ καί διάλογος πρός τήν ἰδίαν ψυχήν, διδάσκων τόν ἀκένωτον πλοῦτον τοῦ Πνεύματος.
ΜΘ’.
Ὅτι ἔστιν ὅτε καί διά τῆς εἰς τόν πλησίον ἐπιμελείας καί διορθώσεως συγκατασπᾶσθαι τόν διδάσκαλον εἰς τήν ἑνοῦσαν ἐκείνῳ τοῦ πάθους ἀσθένειαν.
ΝΑ’.
Ὅτι τοῦ Πνεύματος λάμποντος ἐν ἡμῖν τοῦ Ἁγίου πάντα τά τῶν παθῶν φυγαδεύονται ὡς ὑπό τοῦ φωτός τό σκότος˙ συστέλλοντος δέ αὐτοῦ τάς ἀκτῖνας, ὑπό τούτων καί τῶν πονηρῶν βαλλόμεθα λογισμῶν.
ΝΒ’.
Περί θεολογίας˙ καί ὅτι τῷ μή ἀλλοιωθέντι τῇ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετουσίᾳ καί γεγονότι θέσει ἐν γνώσει Θεῷ διδάσκειν τά θεῖα τούς ἀνθρώπους οὐκ ἔξεστι.
ΝΓ’.
Κατά διάλεκτον Θεοῦ καί τοῦ πατρός τῶν λόγων ὁ λόγος˙ καί ὅπως ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐλλαμπόμενος ὁ θεῖος οὗτος πατήρ ὡμίλει Θεῷ καί ὑπ᾿ ἐκείνου ἐμυσταγωγεῖτο τά θεῖά τε καί ἀνθρώπινα.
ΝΔ’.
Ὅτι ἑκάστῳ τῶν ἀνθρώπων δέδωκεν ὁ Θεός προσφυῶς καί πρός τό συμφέρον τό χάρισμα διά Πνεύματος Ἁγίου εἰς τό ἐνεργεῖν, οὐχ ὥσπερ αὐτός θέλει, ἀλλ᾿ ὡς ὑπ᾿ αὐτοῦ προωρίσθη, εἰς τό μή κενόν εἶναι μέσον τῆς ἐκκλησίας αὐτοῦ.
ΝΕ’.
Ὅτι τοῖς τό ἅγιον φυλάξασι βάπτισμα καθαρόν παραμένει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον˙ ἀπό δέ τῶν μολυνάντων αὐτό ἀπανίσταται.
ΝΖ’.
Ὅτι ὁ τόν Θεόν ἐξ ὅλης ποθήσας ψυχῆς μισεῖ τόν κόσμον.
ΝΗ’.
Διδασκαλία κοινήν σύν ἐλέγχῳ πρός πάντας˙ βασιλεῖς, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, μονάζοντας, λαϊκούς, ὑπό στόματος λαληθεῖσα καί λεγομένη Θεοῦ.
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ Α’. Περί ἐξομολογήσεως.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ Β’. Πρός Στέφανον Νικομηδείας
ΕΠΙΣΤΟΛΗ Γ’. Ἑτέρα πρός Στέφανον Νικομηδείας.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ Δ’. Πρός Νικήτα Σταθᾶτον.
Νικήτα μονάζοντος καί πρεσβυτέρου μονῆς τῶν Στουδίου τοῦ Στηθάτου εἰς τήν βίβλον τῶν θείων ὕμνων τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Συμεών.
ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.