ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ «ΕΝ ΘΕΩ»
ΑΣΚΗΣΕΩΣ
Προσευχή
Η άσκηση, όπως αναφέραμε προηγουμένως, αποβλέπει στην εκπλήρωση
του σκοπού και του νοήματος της χριστιανικής μας ιδιότητας. Το παν στην
πρακτική μορφή της άσκησης έγκειται στην πραγμάτωση συμφωνίας της θέλησης και
της ζωής μας με το θέλημα και τη ζωή του ίδιου του σωτήρα και Θεού μας.
«Μείνατε εν εμοί καγώ εν υμίν» ('Ιω. ιε' 4). Είναι η απόλυτη συμφωνία και
συνάντηση. Ενας από τους πιο σπουδαίους όρους αυτής της συμφωνιας είναι η
προσευχή και γι' αυτό αποτελεί την κορυφή όλων των αγωνιστικών εργασιών. Είναι
μάλλον το κέντρο από το οποίο κάθε άλλη ενέργεια παίρνει τη δυναμή της και επιτυγχάνει
την επικυρωσή της.
Ο Κύριός μας, η αυτοαλήθεια, μας πληροφορεί ότι «χωρίς εμού
ου δύνασθε ποιείν ουδέν» ('Ιω. ιε' 5). Και ο αποτελεσματικός τρόπος επαφής μας
μαζί του είναι η προσευχή. Ο ίδιος μας προκαλεί: «Αιτείτε..., ζητείτε...,
κρούετε και ανοιγήσεται υμίν» (Ματθ. ζ' 7). Κανένας, λοιπόν ας μη εγκαταλείψει
τον άθλο της προσευχής. Κάθε αρετή, που φανερώνει τήρηση των θείων εντολών είναι
επαινετή και ωφέλιμη. Η προσευχή όμως είναι το μέσο που έχει τη μεγαλύτερη
αξία στην επαφή με το δημιουργό μας. Δίκαια οι Θεόσοφοι Πατέρες μας την
κράτησαν και τη σννιστούσαν σε μας ανεπιφύλακτα. Αλλωστε πως ο Παύλος λέγει το
«αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α' Θεσ. ε' 17) αν δεν είχε τόση σημασία;
Το «χωρίς εμου ου δύνασθε ποιείν ουδέν» αποκαλύπτει την
πληρότητα της αδυναμίας μας και άρα βιαζόμαστε να συναντήσουμε το σωτήρα μας.
Και ο πρακτικώτερος τρόπος αυτής της συνάντησης είναι η προσευχή. Και η
αναγκαιότητα της μοναστικής αποταγής, που οι μοναχοί παντοτε επεδίωξαν με
ζήλο, κατανοείται στο σημείο αυτό. Και στην περίοδο της Π.Δ, την περίοδο της
παράδοσης και του Νόμου, όσοι ευαρέστησαν το Θεό δια μέσου της προσευχής
δικαιώθηκαν. Προσευχής που γινόταν, με τόσο πόνο και επιμονή, ώστε να αποτελεί
πλέον κανόνα γι' αυτούς που θέλουν να ανακτήσουν όσα έχασαν.
Η προσευχή μπορεί να έχει πολλές μορφές στην έκταση και την
έκφρασή της. Μορφοποιείται ανάλογα με την περίσταση ή ανάγκη που επικρατεί.
Κάθε άνθρωπος που χρειάζεται αντίληψη και βοήθεια στρέφεται προς το « δυνάμενον
σώζειν Θεόν» και μορφοποιεί την προσευχή του βάσει της ανάγκης που επικρατεί.
Παράκληση, ικεσία, δέηση, έντευξη, εξομολόγηση, ευχαριστία, δοξολογία και ότι
άλλο παρουσιάζει η πιεστική ανάγκη.
Η κορυφαία όμως θέση της προσευχής είναι η συνάντηση με το
σωτήρα Θεό, που γίνεται από αγάπη. Αυτή χαρακτηρίζεται «καθαρά προσευχή» και
αυτό είναι το ζητούμενο από τους ήρωες της αποταγής. Είναι ισόβια και έμπονη,
και οι φλογεροί εραστές τον νοητού Νυμφίου «διώκουσιν ει και καταλάβουσιν εφ'
ω και κατελήφθησαν» (Φιλ. γ' 12).
Εγκράτεια-νηστεία
«Μεταλαβούσα η Εύα
της του φυτού παρηκόου βρώσεως παρεισάγει την φθοράν». Να, η πρώτη πύλη της
εξόδου και της αποστασίας μας από τη ζωή. Και το αντίδοτο; Αμέσως το μεταδίδει
η εγκράτεια, το απαραίτητο χαλινάρι στο αρχικό μας ολίσθημα. Γι' αυτό ο
πάνσοφος διδάσκαλος, ο Παύλος διατάσσει: «Πας δε ο αγωνιζόμενος πάντα
εγκρατεύεται» (Α' Κορ. Θ' 25) και «υποπιάζω μου το σώμα και δουλαγωγώ, μήπως
άλλοις κηρύξας αυτός αδόκιμος γένωμαι» (Α' Κορ. θ' 27). Η μαρτυρία αυτή είναι
η πιο σπουδαία απόδειξη της οφειλόμενης αγωνιστικότητας, που την ενεργεί η
σύντροφος της ζωής μας άσκηση. Θέλοντας να επιτύχουμε τον κύριο στόχο τον
προορισμού μας δεν υποχωρούμε σε κανένα σημείο της άσκησης, που έχουμε
προγραμματίσει. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται»
(Ματθ. ε' 8). «Ούτω τρέχομεν, ίνα καταλάβωμεν» (πρβλ. Α' Κορ. θ' 24). Αυτό να
έχουμε υπόψη μας: «Ει πως καταντήσωμεν εις την εξανάστασιν των νεκρών» (πρβλ.
Φιλ. γ' 11). Οφείλουμε «μηδεμίαν εν μηδενί διδόντες προσκοπήν, ίνα μη μωμηθή η
διακονία» (Β' Κορ. στ' 3).
Γι' αυτό το λόγο και ο διδάσκαλος και σωτήρας μας Ιησούς
έθεσε τα θεμέλια της ασκητικής μας αγωγής όταν αναχωρούσε μετά το βάπτισμα στον
Ιορδάνη ποταμό στην έρημο. Εκεί ως πρώτο βήμα της εξυγίανσής μας έβαλε τη
νηστεία. «Και ήγετο εν τω Πνεύματι εις την έρημον... και ουκ έφαγεν ουδέν εν
ταις ημέραις εκείναις» (Λουκ. δ' 2).
Και στην περίοδο τον μωσαϊκού νόμου η εγκράτεια με τη
νηστεία είχε την πρώτη θέση στην περιεκτική αγωνιστικότητα. Τη νηστεία χρησιμοποιούσαν
στους διάφορους αγώνες όλοι οι δίκαιοι και οι προφήτες και γενικά όσοι είχαν
πρόθεση να γνωρίσουν το θείο θέλημα ή να απαλλαγούν από κινδύνους και
περιπέτειες ή, το σπουδαιότερο, να επιτύχουν άφεση, συγχώρηση των παραπτωμάτων
και να συμφιλιωθουν με το Θεό.
Το κέντρο της πανανθρώπινης χρεοκοπίας και προδοσίας
βρίσκεται στη φιλαυτία. Είναι ένας από τους γίγαντες των παθων, που δια της
φιληδονίας εισάγει και επιβάλλει το σύνολο του παραλόγου και της διαστροφής.
Αλλο σωσίβιο από αυτά τα πάθη δεν υπάρχει από την εγκράτεια και τη νηστεία.
Αυτός είναι ο λόγος, που το μεγαλύτερο μέρος της χριστιανικής αγωνιστικότητας
βρίσκεται σ' αυτές τις δύο αρετές. Κατά τους Πατέρες είναι ο πρώτος σταθμός.
Όσοι θέλουν να απαλλαγούν από την εξουσία τον παλαιού ανθρώπου
και από όλο το σύμπλεγμα της διαστροφής, ας κρατήσουν την εγκράτεια και τη
νηστεία ως τη μόνη λύτρωση και ας επισυνάψουν συγχρόνως και την προσευχή. Είναι
αναρίθμητα τα παραδείγματα των αγωνιστών μέσα στους αιώνες, που με αυτά τα μέσα
πέτυχαν με το παραπάνω το σκοπό που επεδίωκαν.
Να και η αψευδής, η αληθινή μαρτυρία του μεγάλου ήρωα της
ιερώτατης αυτής πάλης -του προφήτη Δαβίδ- που μας προσκαλεί στο θρίαμβο. «Τα
γόνατά μου ησθένησαν από νηστείας και η σάρξ μου ηλλοιώθη δι' έλαισν» (Ψαλμ.
ρη' 24). Μαζί με τη νηστεία συνιστά και άλλους τρόπους κακοπάθειας ως κατάλληλα
όργανα φιλοπονίας. Με αυτά πλήττεται η φιληδονία που οδηγεί στο θάνατο. «Ο Θεός
θάνατον ουκ εποίησεν ουδέ τέρπεται επ' απωλεία ζώντων» (Σοφ. Σολ. α' 13). Τα
δεινά και το θάνατο γέννησε η φιλαρέσκεια και φιλαυτία που ήταν εκλογή και
προτίμηση τον ανθρώπου μετά τη πτώση. `Η πρακτική κατάργηση αυτών των
στοιχείων και των μέσων της φθοράς και του θανάτου είναι ακριβώς το αντίθετο. η
φιλοπονία. Ονομάζεται και σταυρός αλλά και «στενή και τεθλιμμένη οδός η
απάγουσα προς την ζωήν» (Ματθ. ζ' 14).
Για να αποδείξει ο σωτήρας και λυτρωτής μας το απαραίτητο
της θεραπείας και της κατάργησης των αιτίων της δικής μας φθοράς και του
θανάτου, εφάρμοσε τις εντολές και ο ίδιος, όταν με την κένωσή τον βρισκόταν
μαζί μας, διδάσκοντας την πρακτική μέθοδο της ανάπλασής μας. Πόσο έγινε η
άσκηση κανόνας και δόγμα ζωής ας μη αμφιβάλλει κανένας.
Διπλή είναι η υπόσταση της φύσης μας. Διπλός και ο αγώνας
της άσκησης. Εγκράτεια σωματική και βιολογική. Εγκράτεια ηθική και πνευματική.
Εγκράτεια βιολογική με εγκράτεια και αποχή όσων όρισε η Εκκλησία, αλλά εγκράτεια
και στις υπόλοιπες αισθήσεις που προκαλούν. «Ο εμβλέψας προς το επιθυμήσαι»
(πρβλ. Ματθ. ε' 28) ήδη αμάρτησε. Όπως ο άνθρωπος ισορροπεί με την εγκράτεια,
όταν παραφέρεται με την αίσθηση της γεύσης, έτσι πρέπει να πράττει και στις
υπόλοιπες αισθήσεις για να μη επικρατήσει η ορμή του παραλόγου. Πόσα
παραδείγματα ανθρώπων δέν συναντούμε στην ιστορία, που άφησαν αφύλακτη την
όραση να ορμά και παρασύρθηκαν σε λάθη και πάθη ασύγγνωστα που μέχρι και
πολέμους πολυάριθμους και κοινωνικές αναστατώσεις προκάλεσαν! Αναφερθήκαμε
στην άσκηση από την πλευρά της εμπάθειας του ανθρώπου. Εκεί όπου το σύστημα
του παλαιού ανθρώπου ερεθίζει τους δικούς του και όσοι θέλουν με την ανάλογη
αντίσταση απαλλάσσονται από αυτό.
Η θετική όμως αξία της άσκησης βρίσκεται στην αναμόρφωση του
χαρακτήρα, στην απόκτηση των αρετών, στην κάθαρση της καρδιάς, στην ολοκλήρωση
της ανθρώπινης προσωπικότητας, οπότε στο «κατ΄ είκόνα» προστίθεται το « καθ'
ομοίωσιν» και ολοκληρώνεται ο σκοπός του ανθρώπινου προορισμού.
Οι πραγματικοί εραστές αυτής της τελειότητας δεν θα
χρειαστούν αναζητήσεις και παραδείγματα αν ατενίσουν τη ζωή και το παράδειγμα
του λυτρωτή και σωτήρα μας Ιησού Χριστού. Πέρα από την ακριβέστατη διαγωγή του
πανάρετου βίου του θα κερδίσουν την ευλογία του για την ευγενική προτίμηση της
μίμησης. Και αυτό μας επισημαίνει ο Παύλος ότι το κέρδισε. «Μιμηταί μου γίνεσθε
καθώς καγώ Χριστού» (Α' Κορ. ια' 1). Και πόσοι μετά τον Παύλο αντέγραψαν υπέρ
εκ περισσού τον Κυριό μας!
Θά μας επιτραπεί να σχολιάσουμε εκτενέστερα το είδος αυτό
της άσκησης για να γίνει καταληπτή, ιδιαίτερα σ' αυτούς που απορούν για την
επιμονή και τη σχολαστικότητα αυτών που άσκοννται εν Χριστώ σε αυστηρότερα
επίπεδα.
Το σφάλμα των πρωτοπλάστων επέφερε τη διπλή παράβαση και
ενοχή τους. Ανέτρεψε την ορθή κρίση του δημιουργού -με την αθέτηση της εντολής-
και οδήγησε σε πρακτική χρήση του απαγορευμένου πράγματος. Ο άνθρωπος αχρείωσε
το ψυχικό κάλλος και την ακεραιότητά του με την παρακοή, αφού αθέτησε το θείο
θέλημα και απόφαση και συνέτριψε ταυτόχρονα και το αισθητό μέρος του εαυτού
του με τη γεύση και μετοχή του απαγορευμένου.
Από τότε η ταλαίπωρη φύση μας δέν έχει ελευθερία να
εφαρμόσει τη δική της θέληση αλλά σύρεται βίαια όπου τη συναντήσει το παράλογο.
«Η γαρ αμαρτία
αφορμήν λαβούσα δια της εντολής (μάλλον παρακοής) εξηπάτησέ με και δι' αυτής
απέκτεινεν... ο γαρ κατεργάζομαι ον γινώσκω. ον γαρ ο θέλω τούτο πράσσω, αλλ'
ο μισώ τούτο ποιώ... οίδα γαρ ότι ουκ οικεί εν εμοί, τούτ' έστιν εν τη σαρκί
μου, αγαθόν. το γαρ θέλειν παράκειταί μοι, το δε κατεργάζεσθαι το καλόν ουκ
ευρίσκω. ου γαρ ο θέλω ποιώ αγαθόν, αλλ' ο ου θέλω κακόν τούτο πράσσω...
συνήδομαι γαρ τω νόμω του Θεού κατά τον έσω άνθρωπον, βλέπω δε έτερον νόμων εν
τοις μέλεσί μου αντιστρατευόμενον τω νόμω του νοός μου και αιχμα λωτίζοντά με
εν τω νόμω της αμαρτίας τω όντι εν τοις μέλεσί μου» (Ρωμ. ζ' 11-23). (Γιατί η
αμαρτία εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία που της πρόσφερε η εντολή, με εξαπάτησε και
με θανάτωσε μ' αυτήν...
Ετσι δέν ξέρω ουσιαστικά τι κάνω. δέν κάνω αυτό που θα 'θελα
να κάνω, αλλά αντίθετα, ότι θα 'θελα να αποφύγω... γιατί γνωρίζω ότι δέν κατοικεί
μέσα μου, δηλαδή στο είναι μου, το καλό. Απόδειξη, πως θέλω να κάνω το καλό,
δέν βρίσκω όμως τη δύναμη να το μετατρέψω σε πράξη. Κι' έτσι δέν κάνω το καλό
που θα 'θελα, αλλά υπηρετώ το κακό, που δέν θέλω... Εσωτερικά συμφωνώ και
χαίρομαι με όσα λέει ο νόμος τον Θεού. Διαπιστώνω όμως πως η πράξη μου
ακολουθεί έναν άλλο νόμο, που αντιστρατεύεται στο νόμο με τον οποίο συμφωνεί η
συνείδησή μου. είναι ο νόμος της αμαρτίας που κυριαρχεί στην ύπαρξή μου και με
κάνει αιχμάλωτό της).
Η ακριβής ανατομική περιγραφή, που μας κάνει ο Παύλος,
αποκαλύπτει την περιεκτική διαστροφή που μας προκάλεσε η πτώση δια της παρακοής.
Όσοι θέλουν να απαλλαγούν από την καταδίκη του θανάτου και να επιστρέψουν στα
αγαθά των θείων επαγγελιών του σωτήρα μας Χριστού, μόνο με την άσκηση και τη
φιλοπονία θα επιτύχουν αυτόν το σκοπό.
Σημειώσαμε το διπλό τρόπο της ήττας και υποταγής στο νόμο
τον παραλόγου. Ο αγώνας τώρα έγινε και έμεινε διπλός. Και κατά το σώμα, τη
σάρκα και κατά την ψυχή. «Οι γάρ κατά σάρκα όντες τα της σαρκός φρονούσιν, οι
δε κατά πνεύμα τα του πνεύματος. Το γάρ φρόνημα τις σαρκός θάνατος, το δε φρόνημα
του πνεύματος ζωή και ειρήνη» (Ρωμ. η' 56).
Και κατά τη δημιουργία το σώμα προηγήθηκε της ψυχής και γι'
αυτό τα έργα της σαρκός τα λεγόμενα «πρακτικά» προηγούνται της «θεωρί ας». Με
βάση αυτήν τη διάκριση όλοι οι μέχρι τώρα αγωνιστές ξεκινούσαν από την πρακτική
μορφή, των έργων του σώματος.
Στη σωματική δραστηριότητα λειτουργούν οι αισθήσεις από τις
οποίες εξαρτάται και συνίσταται η βιολογική μας υπόσταση. Είμαστε απόλυτα
εξαρτημένοι από τις σωματικές μας αισθήσεις και ευκολώτερα υποχωρούμε στους
ερεθισμούς τους, γιατί η ζωή μας συνδέεται με αυτές. Αυτό το γνωρίζει και ο
παμπόνηρος εχθρός μας διάβολος και γι' αυτό επιμένει περισσότερο πιέζοντας στον
τομέα των αισθήσεων. Και γίνεται πιστευτός προφασιζόμενος τους νόμους της
ζωής η της υγείας η και αυτής ακομα της ανάπαυσης χωρίς την τήρηση των οποίων
είναι αδύνατο να ζήσουμε. Έτσι με τις προφάσεις στο θέμα ζωή και υγεία μας πείθει
να υποχωρούμε σε δήθεν οικονομίες. Και το δόλωμα τον εχθρού επιτυγχάνει,
ιδιαίτερα αν η φυση και ο χαρακτήρας είναι αδύνατος.
Είναι γεγονός ότι ο εχθρός μας διάβολος, ο οποίος ανύστακτα
και ακούραστα μας πολεμά δεν μπορεί κατ' ευθεία να μας παρασυρει παρά μόνο με
κάποιο μέσο. Επομένως είναι απαραίτητη η προσοχή μας στα διάφορα μέσα της ζωής
και αναστροφής μας. Σ αυτό το σημείο οι Θεόσοφοι Πατέρες φανέρωσαν όλη την
ευφυΐα και προσοχή τους ώστε να εκμηδενίσουν σχεδόν όλα τα μέσα η τεχνάσματα
του πονηρού. Στην υμνολογία της Εκκλησίας περιγράφεται το πρώτο αίτιο της καταδίκης
μας. «Δια βρώσεως εξήγαγε τον Παραδείσου ο εχθρός τον Αδάμ» (Μακαρισμοί Α'
ήχου). Και στην αναγκαιότητα της τροφής, που συνδέεται με την επιβίωση
επικάθεται το δόλωμα του εχθρού. Ολοι όμως «οι του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν
συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» (Γαλ. ε' 24) και με αθλητική αντίσταση
και επιμονή διέφύγαν τις παγίδες.
Οι γενναίοι μας πρόγονοι έδωσαν την προτεραιότητα της
άσκησής τους στην περιεκτική φιλοπονία, που ντύθηκαν ως θώρακα και στη λιτότητα
της διατροφής. εφάρμοσαν αυστηρότατη νηστεία, ώστε ο εχθρός δεν μπόρεσε να
τους παγιδέψει με καμμιά πρόφαση. Ετσι απέφυγαν τους κινδύνους της ηδυπάθειας,
στην οποία βρίσκεται η λύσσα της φιλαυτίας και φιληδονίας, που αιχμαλωτίζει τα
θύματά της με τις ευλογοφανείς αναγκαιότητες. Επειδή η φύση μας συνδέεται με
ύλες και πράγματα στα οποία εδρεύει η ηδονή, γι' αυτό υπάρχει ο κίνδυνος
ολισθήματος προς τη φιληδονία, που είναι όπως ένας κακός γείτονας.
Οι ήρωες Πατέρες μας έκαναν διαχωρισμό μεταξύ των δύο αρχών
και αιτίων που κυριεύουν τη φύση μας. Βρίσκονται σχεδόν παράλληλες αλλά απέχουν
η μια από την άλλη όσο «αί άνατολαί από δυσμών» . Η μια λέγεται χρεία (ανάγκη) και η άλλη επιθυμία . Εάν δεν τις ξεχωρίσουμε
κυριαρχούν στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Η πρώτη, η χρεία ,
είναι τα απαραίτητα στοιχεία από τα οποία συντηρείται η φύση μας. Μπορεί ο
αγωνιζόμενος να την ελαττώσει τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά αλλά είναι
αδύνατο να την καταργήσει. Όσοι εφάρμοσαν αυτόν τον κανόνα της λιτότητας και
αυτάρκειας εξουδετέρωσαν τον εχθρό που τους πολεμούσε και που εισέβαλλε με την
πρόφαση της επιθυμίας δημιουργώντας τα πάθη, στα οποία βρίσκεται η ήττα και η
προδοσία.
Η δεύτερη αρχή, η επιθυμία
, αν βρει έδαφος, τότε υποτάσσεται η ελευθερία και η θέληση και ολόκληρη η
προσωπικότητα του ανθρώπου. Εισβάλλει το παράλογο και η διαστροφή και όπως λέει
ο λαός, δεν τρώει ο άνθρωπος για να ζει, αλλά ζει για να τρώει η μάλλον να
σπαταλά και να φθείρει.
Όπως στη χρήση της δίαιτας οι αληθινοί αγωνιστές απέρριψαν
εντελώς την παράχρηση της επιθυμίας, ως παράλογη και διακόνησαν τη φύση μόνο με
τη χρεία, έτσι ας γίνεται και για τις υπόλοιπες ανάγκες της ζωής, όπου ως
«πιστοί οικονόμοι» θα χαρακτηριστούμε από τον επιστάτη Κύριό μας και θα
μακαριστούμε, όπως ο ίδιος υπόσχεται. Το νόημα της περιεκτικής ομολογίας, που
οφείλουμε εμείς οι πρώην αρνητές, ολοκληρώνεται στην προσοχή, να αρνούμαστε τη
σπατάλη, που η ακατάσχετη επιθυμία επιβάλλει. Η παράλογη χρήση της επιθυμίας
που οδηγεί στη σπατάλη είναι πάντοτε φανερή. ειδικά σήμερα στις σύγχρονες
κοινωνιες όπου ξεπέρασε κάθε φραγμό και εμπόδιο, ώστε να κινδυνεύει και η ίδια
η υγεία και η ζωή. Διασαλεύεται και αυτή ακόμη η φυσική αρμονια των στοιχείων,
με την οικονομική λεηλασία που γίνεται, ώστε να σείονται διεθνώς τα θεμέλια της
κοινωνικης ζωης.
Μετάνοια
Δυο θρασείς και' αυθάδεις επαναστάσεις έκανε ο άνθρωπος στην
άφρονα ιστορία του. Την πρώτη κατά του δημιουργού Θεού και τη δεύτερη κατά του
εαυτόν του και της φύσης του.
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας παρά μόνο η ειλικρινής
μετάνοια και στις δύο αυτές επαναστάσεις για να ανακτήσει αυτά που έχασε. Τόσο
η επιστροφή στο Θεό και η εξάρτηση απ' αυτόν, όσο και η πειθαρχία στους
φυσικούς νόμους και κανόνες, χρειάζονται άσκηση με αυστηρότητα και με
ακρίβεια. Η απελευθέρωσή μας από την υποταγή στη βία τον παραλόγου, την όοποία
η διεστραμμένη αγωγή μας επέβαλε ως δεύτερη φύση, χωρίς πάλη και αγώνα δεν
κατορθώνεται. Αυτός είναι ο λόγος, που η πατερική γραμμή και γενικά ο αυστηρός
ασκητισμός είναι απαραίτητα.
Μια μορφή της επαναστατημένης φύσης του ανθρώπου
περιγράφεται από τον προφήτη Δαυΐδ. «Ανθρωπος εν τιμή ων ου σννήκε, παρασυνεβλήθη
τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αντοίς» (Ψαλμ. μη' 21). Το πλήρωμα της
διαστροφής σ' όλη την έκτασή τον! Και αν ο άνθρωπος δεν αμυνθεί με όλες του
τις δυνάμεις εναντίον της παράλογης συνήθειας πεθαίνει το διπλό θάνατο. Η αυστηρότητα
της ασκητικής πορείας των Πατέρων εκφράζει την επιτυχία και επανόρθωση από τον
όλεθρο που προκάλεσε στη φύση μας η εκούσια άρνηση τον θείου θελήματος.
Πέραν όμως των φυσικών νόμων του καθήκοντος γεννάται και
άλλη υποχρέωση στη λογική μας φύση. Η απομίμηση και αντιγραφή του πρότυπου
βίου του Κυρίου μας. Όλες οι πτυχές τον πανάρετου βίου τον Κυρίου μας για μας
τελέστηκαν, για να μάθουμε πρακτικά τον τρόπο τον καθήκοντος μας αφού πάθαμε
ολοκληρωτική διαστροφή μετά την πτώση. Και ο νόμος της υγείας επιβάλλει την
επιστροφή και ο φόρος της αγάπης περισσότερο μας προκαλεί.
Αν και η απόλυτη ενοχή και ευθύνη μας, μας υποχρεώνει να
αισθανόμαστε πόσο οφείλουμε, η μακρά πείρα της εν Χριστώ ζωής φανερώνει ότι ο
Θεός και σωτήρας μας συμπεριφέρεται σε μας σαν να είμαστε ίσοι με αυτόν και
απόδειξη είναι ότι δεν μας επιβάλλεται δια της βίας. Ο ίδιος λέγει «όσον ειμί
έγώ και ο διάκονος ο εμός έσται» ('Ιω. ιβ' 26) με την προϋπό0εση ότι ο διάκονος
τον ακολουθεί μέχρι τέλους «αίρων τον σταυρόν αν τού» (πρβλ. Ματθ. ιστ' 24).
Τούτο θα συμβαίνει σε όσους αντιλαμβάνονται τη σωτηρία όχι ως μεταφορά σε
κάποια ευτυχέστερη θέση άλλ' ως θέωση. Αυτή όμως εξαρτάται απόλυτα από τη συμπεριφορά
μας στη ζωή αυτήν, εάν κατά πάντα γίνουμε όμοιοι με αυτόν.
Επανειλημμένα ο Πατέρας, στο ιερό ευαγγέλιο, μαρτυρεί ότι ο
Χριστός είναι ο αγαπητός του Υιός. Και όμως ο Χριστός λέγει ότι όλοι όσοι
εκτελούν το θέλημα τον Πατρός αγαπώνται άπ' αυτόν όσο και ο Υιός του. «Ου περί
τούτων δε (δηλαδή των Αποστόλων) ερωτώ μόνον, αλλά και περί των πιστευσόντων
δια του λόγου αυτών εις εμέ... και εγώ την δόξαν ην δέδωκάς μοι δέδωκα
αυτοίς..., και ίνα γινώσκη ο κόσμος ότι... και ηγάπησας αυτούς καθώς εμέ
ηγάπησας. Πάτερ, ους δέδωκάς μοι θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ' εμού,
ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν... και εγνώρισα αυτοίς το όνομά σου και γνωρίσω,
ίνα η αγάπη ην ηγάπησάς με εν αυτοίς η, καγώ εν αυτοίς» ('Ιω. ιζ' 20-26).
Αυτή η ομολογία που ουδέποτε ακούστηκε από στόμα κτιστό σε
όλη την πανανθρώπινη ιστορία, είναι μόνη της ικανή να πληροφορήσει ότι ο
εκφραστής αυτού του μεγαλείου είναι πράγματι ο μόνος Θεός και είναι περιττή
κάθε άλλη έρευνα και μαρτυρία. Είναι φανερό, ειδικά στους δικούς μας καιρούς,
ότι μειώθηκαν και παραχαράκτηκαν οι αληθινές διαστάσεις της θείας αποκάλυψης
για την ανθρώπινη ύπαρξη και τον τελικό της προορισμό. Η πραγματική άγνοια
κάθε γεγονότος εμποδίζει την κατανόηση της αξίας του και την κατάκτησή του. Για
τον άνθρωπο ειδικά απαιτείται νψηλότερη προσοχή και νήψη, για να επιτύχει το
στόχο του, γιατί μέσω τον ανθρώπου ανακαινίζεται και όλη η κτιστή φύση, που
υποτάχτηκε στη φθορά. «Τι γαρ ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση
την δε ψυχήν αντού ζημιωθή; η τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αντού;»
(Ματθ. ιστ' 26) κατά το λόγο του Κυρίου. Πράγματι «ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ
κείται» (Α΄ Ι ω. ε' 19). Το πονηρό έγκειται στην υποδούλωση τον ανθρώπου στην
αμαρτία. Η αποκατάσταση του ανθρώπου από τη συνολική διαστροφή στην
πρωτόκτιστη φύση και ακόμη περισσότερο στην «περίσσειαν της χάριτος», την όλη
θεία ζωή, τη μεταμόρφωση, τη θέωση, την οποία προκάλεσε η σάρκωση τον Θεου
Λόγου, επιτυγχάνεται με τη συνεργασία και την δύο, του Θεού και του ανθρώπου.
Εδώ θα υπενθυμίσουμε πάλι, στους φιλομαθείς, ότι χωρίς το
βασικό μέσο της άσκησης τίποτε δεν κατορθώνεται. Γιατί, ως προς το Θεό υπάρχει
αμετάβλητα η θετική πραγματικότητα. Ο Θεός θέλει πάντοτε και «πάντας ανθρώπους
σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α' Τιμ. β' 4). Στον ταπεινό
άνθρωπο όμως η πραγματικότητα είναι αρνητική και θεραπεύεται μόνο με την
επίμονη άσκηση. Να γιατί η Εκκλησία μετά τη λήξη των διωγμών επινόησε τη φυγή
και την έρημο. Ο ασθενής και επιρρεπής στην κακία, άνθρωπος, αδυνατούσε
παρόντων την αιτίων να επιτύχει στη διαρκή και συνεχή πάλη και μάχη και ως
λύση προτεινόταν η αποκοπή από τα αίτια.
Η σταθερή υπόμνηση τον Κυρίου μας σ' αυτούς που θέλουν να
αθλήσουν για να στεφανωθούν, η σαφής υπόδειξη του υψιστού αξιώματος στο όποιο
μας οδηγεί η δωρεά του Χριστού, αποκαλύπτεται στην εντολή του « έσεσθε ουν
υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειος εστιν» (Ματθ. ε'
48) και « άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος ειμι» (Α' Πέτρ. α' 16). Ο στόχος είναι η
απαλλαγή και ελευθερία από τα στοιχεία του θανάτου και η κατάκτηση των θείων
επαγγελιών. Οι κατά καιρούς αθλητές και ζηλωτές των υπερφυσικών μυστηρίων
αγάπησαν ολόψυχα την περιεκτική φιλοπονία, στην οποία κρύβεται το νόημα τον
Σταυρού και κέρδισαν την ανάσταση και υιοθεσία, στις όποιες υπάρχει το πλήρωμα
των θείων δωρεών .
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.