Ἀναμφίβολα, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος κυριευμένος ἀπὸ τὸν ὑπέρμετρο καταναλωτισμό, θεωρεῖ τὸ θεσμὸ τῆς νηστείας ὡς μεγάλη στέρηση στὴ ζωή του. Στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅμως, λέει ἡ Γραφὴ καὶ ὑποστηρίζει καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, δὲν εἰσερχόμαστε τρώγοντας καὶ πίνοντας. Ἀλλὰ καὶ δὲν ἀποτελεῖ ἡ τροφὴ αὐτὴ καθ᾿ ἑαυτὴν εἰσιτήριο εἰσόδου μας στὸν Παράδεισο, ἐπειδὴ «βρῶμα ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ». Ποὺ σημαίνει, ὅπως λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος, ὅτι ἂν δὲν φᾶμε στερούμεθα κάτι ἀπὸ τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς εἰσάγουν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. (Α´ Κορ. 8,8)
Στὰ λόγια αὐτὰ τῆς Ἁγίας Γραφῆς στηρίζει ἡ Ἐκκλησία μας, ὡς γνωστόν, τὴν θεωρία τῆς περὶ νηστείας. Σὲ καμμία περίπτωση ὅμως δὲν βάζει ἡ Ἐκκλησία τὴ νηστεία ὑπεράνω τῆς πίστεως. Ἁπλὰ ἡ νηστεία ἀποδεικνύει μαζὶ μὲ τὴν ἐλεημοσύνη ἐμπράκτως τὴν πίστη μας στὸ Θεό. Ἀλλά, ὅπως θὰ δοῦμε καὶ μὲ παραδείγματα λαμβανόμενα τόσο ἀπὸ τὴν Γραφή, ὅσο καὶ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρας, ἡ νηστεία εἶναι πολὺ εὐεργετικὴ γιὰ ὅλους μας.
Ἡ νηστεία δὲν εἶναι θεσμὸς τῆς ἐποχῆς μας. Στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία ὅλοι οἱ πατέρες, πλὴν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ἔχουν τὴν γνώμη ὅτι ἡ νηστεία εἶναι θεσμὸς ἐκκλησιαστικός. Ἄλλωστε, τὸ νόμο τῆς νηστείας τὸν τήρησε κι Αὐτὸς ἀκόμα ὁ Κύριος. Ποιοὶ εἴμαστε ἐμεῖς, ἑπομένως νὰ τὸν καταστρατηγοῦμε;
Ὁ ἀρχιμ. Θεολόγος Παρασκευαΐδης, στὴν πραγματεία του περὶ τοῦ θεσμοῦ τῆς νηστείας γράφει σχετικά: «Μὲ τὴ διδασκαλία καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ καθωρίσθηκε ἡ νηστεία καὶ ἔτσι δόθηκε στὸν ἄνθρωπο ὁ νόμος τῆς νηστείας».
Μετὰ τὸ Χριστὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία διετύπωσε ὁρισμένες διατάξεις περὶ νηστείας· καὶ ὅταν τὸν Δ´ αἰώνα ὁ αἱρετικὸς Ἀέριος ἰσχυρίσθηκε ὅτι δὲν εἶναι ἀναγκαία ἡ τήρηση τῆς νηστείας, ἡ Ἐκκλησία κατεδίκασε τὴν ἀντίληψη αὐτή, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος καὶ ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος, ἀλλὰ καὶ ἡ Τοπικὴ Σύνοδος τῆς Γάγγρα.
Τὸν νόμο τῆς νηστείας τὸν διατύπωσε ἡ Ἐκκλησία διατυπώνοντας παράλληλα ὠρισμένες διατάξεις περὶ νηστείας. Ἄλλωστε, πρῶτοι οἱ Ἀποστολικοὶ Κανόνες ὁμιλοῦν γιὰ τὸ ὑποχρεωτικόν της νηστείας. Ὅταν τὸν Δ´ αἰώνα μ.Χ. ὁ αἱρετικὸς Ἀέριος ἰσχυριζόταν ὅτι ἡ νηστεία δὲν εἶναι ἀναγκαία γιὰ τὸ χριστιανὸ ἡ Ἐκκλησία καταδίκασε τὴ γνώμη του, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος καὶ ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος.
Οἱ Τερτυλλιανός, Αὐγουστίνος, Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων, Ἱερώνυμος, Μ. Ἀθανάσιος, Μ. Βασίλειος, Ἱ. Χρυσόστομος καὶ ἄλλοι πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, Ἀσία, Εὐρώπη καὶ Ἀφρική, μέσα ἀπὸ τὰ ἔργα τοὺς ἐπισημαίνουν τὴν ἀναγκαιότητα τῆς νηστείας.
Στὴ συνείδηση τῶν πρώτων χριστιανῶν ἡ νηστεία, ἂν καὶ εἶχε προαιρετικὸ χαρακτήρα, ἐν τούτοις θεωροῦνταν ὑποχρεωτική. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος μαρτυρεῖ καὶ λέει ὅτι στὴν ἐποχή του ἡ νηστεία τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς ἦταν γενική. Ὅλοι οἱ χριστιανοὶ νήστευαν καὶ δὲν ἦσαν ῥᾴθυμοι καὶ χλιαροί. Ο Μ. Ἀθανάσιος λέει ὅτι «ὅστις ἐκμειοῖ τὴν ἀξίαν τῆς Τεσσαρακοστῆς, οὗτος δὲν ἑορτάζει τὸ Πάσχα». Ὁμοίως καὶ οἱ Ἀμβρόσιος, Τερτυλλιανὸς καὶ Αὐγουστίνος.
Ἔτσι οἱ χριστιανοί, καταλάβαιναν τὸ νόημα τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ, νήστευαν κάθε Τετάρτη καὶ Παρασκευή. Δὲν παρέλειπαν δὲ νὰ νηστεύουν πρὸ τῆς μεταλήψεως τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Πλὴν ὅμως τῶν νηστειῶν τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς οἱ χριστιανοὶ νήστευαν καὶ κατὰ τὶς 40 ἡμέρες πρὶν τὰ Χριστούγεννα γιὰ νὰ ἑτοιμαστοῦν γιὰ τὰ Χριστούγεννα.
Ἡ Ἐκκλησία ὅμως, ὡς φιλόστοργος Μήτηρ, προβλέπει ἀκόμα καὶ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν δυνατότητα νὰ νηστεύσουν. Ἂν ὑπάρχουν σοβαροὶ λόγοι ὑγείας ἁπαλλάσεται ὁ πιστὸς ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση τῆς νηστείας. Αὐτὸ ὅμως ἰσχύει μόνο ἂν ὁ χριστιανὸς εἶναι ἀσθενής. Ἀπεναντίας κάθε ἄλλη αἰτία δὲν ἑξαιρεῖ τὸν χριστιανὸ ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση τῆς νηστείας. Οὔτε οἱ στρατιῶτες, οὔτε οἱ ὁδοιπόροι, οὔτε οἱ θαλασσοπόροι, οὔτε οἱ ἔμποροι κ.λ.π. ἑξαιροῦνται, λέγει ὁ Μ. Βασίλειος, ἀλλὰ ὁ κάθε ἕνας ἔχει ὑποχρέωση νὰ νηστεύει «εἰ μὴ δι᾿ ἀσθένειαν σωματικήν».
Σωματικὰ ἀσθενεῖς θεωροῦνται ὅλοι ὅσοι πάσχουν, οἱ γέροντες καὶ ὅσοι ἔχουν ἐξασθενημένο ὀργανισμό, τὰ νήπια καὶ τὰ παιδιὰ μέχρι ὠρισμένης ἡλικίας. Τὰ μεγάλα παιδιὰ δὲν ἑξαιροῦνται ἀπὸ τὴ νηστεία. Μᾶς τὸ λέγουν οἱ ἅγιοι Χρυσόστομος καὶ Γρηγόριος, Ἀμβρόσιος καὶ Λέων Ρώμης. Ὁ δὲ μέγας Βασίλειος λέγει: «Μηδεὶς ἑαυτὸν ἔξω ποιείτω τοῦ καταλόγου τῶν νηστευόντων, ἐν ᾧ πάντα γένη, καὶ πᾶσα ἡλικία, καὶ ἀξιωμάτων διαφοραὶ πᾶσαι καταλέγονται». καὶ ὁ Τιμόθεος Ἀλεξανδρείας ὅταν ρωτήθηκε ἂν ἕνας ἀσθενὴς εἶναι ὑποχρεωμένος τὸ Πάσχα νὰ νηστεύσει, ἀπάντησε ὅτι «ἀπολύεσθαι ὀφείλει μεταλαμβάνειν καὶ τῆς τροφῆς καὶ τοῦ ποτοῦ...» Ὁμοίως καὶ γιὰ τὴν λεχώνα. Πράγμα ποὺ σημαίνει ὅτι ἐπιτρέπεται στὸν ἀσθενῆ νὰ κοινωνᾶ χωρὶς νηστεία.
Ἐὰν τώρα ὑπάρχουν περιπτώσεις ἀνθρώπων ποὺ δὲν δύνανται νὰ νηστεύσουν, αὐτοί, λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος ὀφείλουν νὰ πράττουν περισσότερες ἀγαθοεργίες. Τὸ ἴδιο λέγει καὶ ὁ Ρώμης Λέων.
Ἔτσι ἡ νηστεία σὺν τῷ χρόνῳ ἔλαβε τὴν τελική της μορφή. Διακρίθηκε ἀπὸ τὸ Μωσαϊκὸ νόμο καὶ ἔγινε διάθεση ψυχική. Στὸ Χριστιανισμὸ ἡ νηστεία εἶναι συνδυασμὸς ἐγκρατείας καὶ προσευχῆς, φιλανθρωπίας καὶ πίστεως, ὀρθοδοξίας καὶ ὀρθοπραξίας. «Τιμὴ γὰρ νηστείας οὐχὶ σιτίων ἀποχή, ἀλλὰ ἁμαρτημάτων ἀναχώρησις», λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. «Σὺ δὲ ὅταν νηστεύῃς, δεῖξόν μοι τὴν νηστείαν σου ἐκ τῶν ἔργων σου. Ποίων ἔργων, φησίν; Ἐὰν ἴδης πένητα, ἐλέησον. Ἐὰν ἴδης ἐχθρόν, καταλλάγηθι. Ἐὰν ἴδης φίλον εὐδοκιμοῦντα, μὴ βασκάνῃς... Μὴ γὰρ δὴ στόμα νηστευέτω μόνον, ἀλλὰ καὶ ὀφθαλμός, καὶ ἀκοή, καὶ πόδες, καὶ χεῖρες, καὶ πάντα τὰ τοῦ σώματος ἡμῶν μέλη. Νηστευέτωσαν χεῖρες, ἁρπαγῆς καὶ πλεονεξίας καθαρεύουσαι. Νηστευέτωσαν πόδες, δρόμων τῶν ἐπὶ τὰ παράνομα θέατρα ἀφιστάμενοι. Νηστευέτωσαν ὀφθαλμοί, παιδευόμενοι μηδέποτε εὐμόρφοις ἐπιπηδᾶν, μηδὲ ἀλλότρια περιεργαζόμεθα κάλλη...
Νηστευέτω καὶ ἀκοή. Νηστεία δὲ ἀκοῆς, μὴ δέχεσθαι κατηγορίας. Νηστευέτω καὶ στόμα ἀπὸ ρημάτων αἰσχρῶν καὶ λοιδορίας. Τί γὰρ ὄφελος, ὅταν μὲν ὀρνίθων καὶ ἰχθύων ἀπεχώμεθα, τοὺς ἀδελφοὺς δάκνωμεν καὶ κατεσθίωμεν; Ὁ κατηγορῶν ἀδελφικὰ κρέα ἔφαγε, τὴν σάρκα τοῦ πλησίον ἔδακε· διὰ τοῦτο καὶ ὁ Παῦλος ἐφόβησεν εἰπών· «Εἰ δὲ ἀλλήλους δάκνετε καὶ κατεσθίετε, βλέπετε μὴ ὑπ᾿ ἀλλήλων ἀναλωθῆτε» (Γαλ. 5, 15) καὶ ἀλλοῦ πάλι λέγει: «Ἂν ταῦτα κατορθοῦν βούληται (ὁ πιστός), τὴν ἀληθῆ νηστείαν ἐπεδείξατο, καὶ ἣν μάλιστα πάντων ἀπαιτεῖ παρ᾿ ἡμῶν ὁ Δεσπότης. Ἐπεὶ εἰ καὶ ταύτην τὴν ἀποχὴν τῶν βρωμάτων διὰ τοῦτο κελεύει γίνεσθαι, ἵνα χαλινοῦντες τὰ σκιρτήματα τῆς σαρκός, εὐήνιον αὐτὴν ἐργαζώμεθα πρὸς τὴν τῶν ἐντολῶν ἐκπλήρωσιν».
Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἐποχή μας εἶναι λίγο ὡς πολὺ ἀντίθετος μὲ τὶς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας περὶ νηστείας εἶναι κατὰ τὴ γνώμη μου, πρὶν εἰσέλθουμε στὴ μελέτη τοῦ θέματος τῆς νηστείας σὲ σχέση μὲ τὴν Ἐξομολόγηση κατὰ τὴ Γραφὴ καὶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀνάγκη νὰ δοῦμε σὲ γενικὲς γραμμὲς τὸ νόημα τῆς ἀληθινῆς νηστείας. Ἡ νηστεία, ὅπως προείπαμε, εἶναι κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Χρυσόστομο συνισταμένη πολλῶν παραγόντων. Ὁ νηστεύων πρέπει νὰ ἀποδεικνύει τὴ καθαρότητα τῆς νηστείας μὲ καλὰ ἔργα. Γιατί ποιὸ τὸ ὄφελος σὲ ἕνα ἄνθρωπο ὅταν νηστεύει ἀπὸ κρέας καὶ ψάρια καὶ κατηγορεῖ τοὺς συνανθρώπους του; Ἡ νηστεία ἀκόμη ἔχει σχέση μὲ τὴ χαλιναγώγηση τῶν παθῶν.
1. Ἐπιφανίου, αἱρέσ. 75,3. καὶ Κανὼν 19 τῆς ἐν Γάγγρᾳ, Αὐγουστ. Aaeres //, 53 κλπ.
2. Μ. Βασιλείου, Ὁμιλία β´ περὶ νηστείας. Ἀποστ. Κανὼν 61 καὶ 69, τῆς ἐν Γάγγρᾳ 19 κλπ
3. Θ. Παρασκευαΐδου, μνήμ. ἔργ. σελ. 116 καὶ Ράλλη-Ποτλὴ μνήμ. ἔργ. Α´, 140, Δ´, 335-336 καὶ ΣΤ´, 198.
4. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία εἰς ἀνδριάντας, 3η καὶ εἰς τὴν Γένεσιν 10η.
Κι ἐπειδή, πιστεύω, πὼς ὁ χριστιανὸς ἔχει ὡς σκοπὸ τῆς ζωῆς του νὰ κερδίσει μία θέση στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ γνωρίζει ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι φαγοπότια, ἀλλὰ δικαιοσύνη (ποὺ σημαίνει ἐλεημοσύνη, προσευχὴ καὶ νηστεία).
Ἡ νηστεία, ὅμως, ἀπὸ μόνη της εἶναι ἕνας στεῖρος εὐσεβισμός. Ἂν ὅμως συνδυαστεῖ μὲ προσευχὴ καὶ ἐλεημοσύνη ἐπιτυγχάνει τὴν ἐξαύλωση τοῦ σαρκικοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸ ἀνεβάζει σὲ πνευματικότερες καὶ τελειότερες σφαῖρες.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὸν ὄρθρο τῆς Δ´ Κυριακῆς τῶν νηστειῶν, θέλοντας νὰ δείξει στὸν ἄνθρωπο ὅτι ἡ νηστεία καὶ ἡ μετάνοια ὁδηγεῖ στὴν λύτρωση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία λέει:
«Δεῦτε ἐργασώμεθα ἐν τῷ μυστικῷ ἀμπελῶνι,
καρποὺς μετανοίας ἐν τούτῳ ποιούμενοι,
οὐκ ἐν βρώμασι καὶ πόμασι κοπιῶντες,
ἀλλ᾿ ἐν προσευχαῖς καὶ νηστείαις,
τὰς ἀρετὰς κατορθοῦντες.
Τούτοις ἀρεσκόμενος ὁ Κύριος του ἔργου
Δηνάριον παρέχει, δι᾿ οὗ ψυχὰς λυτροῦται.
Χρέους ἁμαρτίας ὁ μόνος πολυέλεος»
(βλ. ὄρθρος Δ´ Κυρ. τῶν Νηστειῶν)
03. Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΕΙΣΑΓΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
«σαλπίσατε ἐν νουμηνίᾳ σάλπιγγι, ἐν εὐσήμῳ ἡμέρᾳ ἑορτῆς ἡμῶν» (Ψαλμ. 80, 4)
Ὁ Δαυὶδ ζητᾶ ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους νὰ σαλπίζουν κατὰ τὴν πρώτη ἡμέρα τοῦ μήνα μὲ τὴν σάλπιγγα, καθὼς καὶ κατὰ τὴν ἐπίσημη ἡμέρα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τους.
Οἱ προφῆτες, μὲ πρῶτο καὶ καλύτερο τὸν Ἡσαΐα μᾶς ζητοῦν νὰ νηστεύουμε. Γνωρίσαμε, λέγει ὁ Μ. Βασίλειος, τὴν χάρη τῶν νηστειῶν ἀπὸ τὸν Ἡσαΐα, ὁ ὁποῖος ἀπέρριψε μὲν τὸν Ἰουδαϊκὸ τρόπο τῆς νηστείας, δείχνοντάς μας ὅμως τὴν ἀληθινὴ νηστεία. Ὁ προφήτης Ἡσαΐας λέγει ὅταν νηστεύουμε νὰ ἀποφεύγουμε κάθε διαμάχη καὶ ἔριδα καὶ νὰ καταργήσουμε κάθε σύνδεσμο ἀδικίας. (Ἡσ. 63, 6). καὶ ὁ Κύριος, δείχνοντάς μας τὴν ἀληθινὴ νηστεία, μᾶς λέγει: «νὰ μὴ γίνεσθε σκυθρωποί, ὅπως οἱ ὑποκριταί, ἀλλὰ νὰ νίψεις τὸ πρόσωπό σου, καὶ νὰ ἀλείψεις τὸ κεφάλι σου νηστεύων» (Ματθ. 6, 16-17). Νὰ μὴ νηστεύουμε δηλαδὴ σὰν τοὺς φαρισαίους, ποὺ ἡ νηστεία τους γινόταν ἐντελῶς τυπικά, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ καὶ νὰ συνδέεται μὲ τὴν προσευχή. Ἡ νηστεία ἐπακολουθεῖ τῆς προσευχῆς γιατί, ἀκόμα καὶ στοὺς Ἰουδαίους ἡ νηστεία χρησιμοποιοῦνταν ὡς μέσον γιὰ νὰ καταστεῖ ἡ προσευχὴ ἀποτελεσματικότερη. Μπορεῖ ὅμως κανείς, ἴσως, νὰ ἀναρωτηθεῖ γιατί οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου δὲν νήστευαν. Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή. Γιατί ὁ Κύριος γνώριζε ὅτι μετὰ τὸ θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασή Του θὰ νήστευαν.
Πῶς ὅμως πρέπει νὰ γίνεται ἡ νηστεία; Ἡ νηστεία, ἀσφαλῶς, δὲν πρέπει νὰ γίνεται πρὸς ἐπίδειξιν. Ὁ Χριστὸς δὲν κατηγορεῖ τοὺς φαρισαίους ποὺ νηστεύουν δὶς τοῦ Σαββάτου, ἀλλὰ ἐπειδὴ νήστευαν πρὸς ἐπίδειξιν. «Νηστεύοντες μὴ ἐπιτηδεύετε τὴν σκυθρωπότητα, καθάπερ οἱ σπουδάζοντες ὠχριᾶν δι᾿ ἀνθρωπίνην ἀρέσκειαν» λέγει ὁ Ζηγαβηνός. Ἂς συμπεριφερθοῦμε λοιπόν, ὅπως διδαχθήκαμε, νὰ μὴ φαινόμαστε σκυθρωποὶ γιὰ τὶς ἡμέρες ποὺ ἔρχονται, ἀλλὰ νὰ συμπεριφερόμαστε μὲ φαιδρὸ πρόσωπο πρὸς αὐτές, ὅπως πρέπει στοὺς ἁγίους. Κανεὶς ἄκαρδος δὲν στεφανώνεται, κανεὶς κατηφὴς δὲν στήνει τρόπαιο. Ἐὰν φροντίζουμε τὸ σῶμα μας, καὶ καλὰ κάνουμε, -ἀφοῦ κατὰ τὸν Ἀπ. Παῦλο εἶναι ναὸς Θεοῦ-, γιατί νὰ ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς μας; Εἶναι παράλογο νὰ λυπόμαστε μὲ τὴν ἀλλαγὴ τῶν τροφῶν καὶ νὰ φαινόμαστε ὅτι χαριζόμαστε στὴν ἡδονὴ τῆς σάρκας, παρὰ στὴν ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς. Κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο, ὁ μὲν κορεσμὸς σταματᾶ στὴν εὐχαρίστηση τῆς κοιλιᾶς, ἡ δὲ νηστεία ἀνεβάζει τὸ κέρδος στὴ ψυχή. Ἡ νηστεία δίδει στὸν χριστιανὸ τὸ φάρμακο ποὺ σκοτώνει τὴν ἁμαρτία. καὶ ὅπως τὰ φάρμακα σκοτώνουν στὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμὸ τὰ μικρόβια, ἔτσι καὶ ἡ νηστεία λυτρώνει τὴ ψυχὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία εἶναι τὸ δηλητήριο μὲ τὸ ὁποῖο δηλητηριάζεται ἀπὸ τὸ διάβολο ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ εἶπε ὁ διάβολος στοὺς πρωτοπλάστους νὰ φᾶνε τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ τοῦ παραδείσου ἔχασαν τὰ πάντα. Γι᾿ αὐτὸ ἡ νηστεία μας ἀνοίγει τὸ δρόμο πρὸς τὸν παράδεισο.
Ὄχι, ὅμως ὁποιαδήποτε νηστεία. Ἡ νηστεία, δηλαδὴ ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ ὑπερήφανο πνεῦμα καὶ ὑποκρισία εἶναι πράξη ἀνωφελής. «Ἄλειψε τὸ κεφάλι σου καὶ πλύνε τὸ πρόσωπό σου» (Ματθ. 6,17), λέει ὁ Κύριος. Ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Κυρίου μας καλεῖ σὲ μυστήρια. Γιατί αὐτὸς ποὺ ἀλείφθηκε μυρώθηκε καὶ αὐτὸς ποὺ νίφθηκε καθαρίσθηκε. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, καὶ χριστιανοὶ ἀκόμα, ποὺ παίζουν θέατρο στὴ ζωή τους. Ὑποδύονται τὸν καλὸ ἀλλὰ στὴν οὐσία εἶναι ἄνθρωποι ποὺ κρύβουν μέσα τοὺς μεγάλη κακία. Γι᾿ αὐτὸ λέει ὁ Μ. Βασίλειος, ὅποιος εἶσαι τέτοιος καὶ νὰ φαίνεσαι. Νὰ μὴν ὑποκρίνεσαι τὸν σκυθρωπό, ἐπιδιώκοντας τὴν δόξα τῶν ἀνθρώπων ἀλλὰ νὰ εἶσαι ἐγκρατής. Δὲν προέρχεται κανένα ὄφελος ἀπὸ εὐεργεσία ποὺ διατυμπανίζεται καὶ κανένα κέρδος δὲν προέρχεται ἀπὸ νηστεία ποὺ δημοσιεύεται.
Καὶ ἂν μερικοὶ χριστιανοὶ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ νηστεία εἶναι ἀρχαία διάταξη ποὺ ὅμως στὶς μέρες μας δὲν ἔχει καμμία ἰσχὺ τοὺς λέμε ὅτι ἡ νηστεία εἶναι ἀρχαῖο δῶρο ποὺ δὲν παλιώνει καὶ δὲν γηράσκει. Εἶναι ἕνας νόμος ποὺ συνεχῶς ἀνανεώνεται, ἀνθίζει πάντοτε γιὰ νὰ φέρει ὥριμους καρπούς.
Πότε ὅμως ἡ ἐντολὴ τῆς νηστείας δόθηκε στὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό; Ἡ νηστεία εἶναι ἡ πρώτη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν Ἀδάμ. Ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Θεὸς εἶπε στοὺς πρωτοπλάστους τὰ ἀθάνατα λόγια «Ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς γνώσεως καλοῦ καὶ κακοῦ οὗ μὴ φάγητε» (Γεν. 2,17) μπῆκε στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ νηστεία. Αὐτό, «τὸ δὲν θὰ φάγετε» εἶναι νομοθεσία νηστείας καὶ ἐγκρατείας. Ἄρα δὲν εἶναι, ὅπως ἴσως νομίζουν πολλοὶ ἀρχὴ τῆς νηστείας ἡ δεκάτη μέρα τοῦ ἕβδομου μήνα τῶν Ἑβραίων, δὲν εἶναι ἡ ἡμέρα τοῦ ἐξιλασμοῦ. Ἡ ἀρχὴ τῆς νηστείας ἀνάγεται στὸν παράδεισο.
Ἂν ἡ Εὕα εἶχε νηστεύσει καμμία ἀνάγκη δὲν θὰ εἴχαμε ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ νηστεία. «Διότι δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἰατροῦ οἱ ὑγιεῖς, ἀλλὰ οἱ ἄρρωστοι» (Ματθ. 9,12). Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὡς Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων γνωρίζει ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία χωρὶς δυὸ ὅπλα. Τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία. «Τοῦτο τὸ γένος, εἶπε ἄλλοτε ὁ Κύριος, οὐκ ἐκπορεύεται εἰμὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Οἱ φαρισαῖοι κατηγοροῦσαν τὸ Χριστὸ ὅτι συναναστρέφεται τοὺς τελῶνες καὶ τοὺς ἄλλους ἁμαρτωλούς. Γι᾿ αὐτὸ τοὺς λέει ὅτι κανεὶς ἰατρὸς δὲν θεραπεύει ὑγιεῖς, ἀλλὰ τοὺς ἀρρώστους. Ὁ λόγος ἄλλωστε ποὺ ἐνηνθρώπησε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Χριστός, εἶναι γιὰ νὰ λυτρώσει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ σατανᾶ. (Ἰδὲ καὶ Γαλ. 4, 4-5, Φιλιπ. 2, 5-8).
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀσεβεῖ καὶ ἀπειθεῖ στὸ Θεὸ καὶ δὲν θέλει νὰ μετανοήσει, τὸν ἐγκαταλείπει ἡ χάρις τοῦ Κυρίου καὶ τὸν ἀφήνει μόνο του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ Ἰουδαῖοι, ὅπως βλέπουμε στὸν προφήτη Ἡσαΐα, ἱκετεύουν τὸν Κύριο λέγοντας: «Ἐπίστρεψον διὰ τοὺς δούλους σου...». Γύρισε καὶ πάλι κοντά μας, Κύριε. Ἐξακολουθοῦμε νὰ εἴμαστε δοῦλοι Σου καὶ οἱ φυλές μας ἀποτελοῦν τὴν ἰδιαίτερη κληρονομιά Σου. Στρέψε τὸ βλέμμα Σου σ᾿ ἐμᾶς γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσεις. Ἡ ἱκεσία αὐτή μας ὑπενθυμίζει τὴν ὡραιότατη ἐκείνη φράση τῆς Γ´ Εὐχῆς τῆς ἱερᾶς Ἀκολουθίας τῆς Γονυκλισίας, ἡ ὁποία ἀναγινώσκεται στοὺς ἱεροὺς Ναούς μας κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς: «Σοὶ μόνῳ ἁμαρτάνομεν, ἀλλὰ καὶ σοὶ μόνῳ λατρεύομεν. Οὐκ οἴδαμεν προσκυνεῖν Θεῷ ἀλλοτρίω...». Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Δαυὶδ προσευχόμενος στὸ Θεὸ λέει: Ὢ Κύριε, μὴ ἐπιτρέψεις ποτὲ νὰ ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ σένα. Μή μας ἀφήσεις νὰ φύγουμε μακριά σου καὶ νὰ γίνουμε ἀλλότριοι καὶ ξένοι πρὸς ἐσένα. Δὲν ὑπάρχει δυστυχέστερο ἀλλὰ καὶ περισσότερο ἐκφυλισμένο πλάσμα ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνο ποὺ ἐξάλειψε ἀπὸ μέσα τοῦ κάθε ἴχνος ὁμοιότητας καὶ συγγενείας μὲ τὸ Θεό. Κύριε, φύλαξέ μας ἀπὸ τὴν ἄβυσσο αὐτὴ τῆς δυστυχίας καὶ ἀθλιότητος καὶ κράτησέ μας πάντοτε πλησίον σου, ὄχι μόνο κάτω ἀπὸ τὶς πτέρυγες τῆς προστασίας καὶ βοηθείας σου, ἀλλὰ καὶ κάτω ἀπὸ τὸ κράτος καὶ τὴ κυριαρχία τοῦ φόβου σου.
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς θέλοντας, διὰ τῆς Παραβολῆς τοῦ πλουσίου καὶ πτωχοῦ Λαζάρου, νὰ μᾶς διδάξει περὶ τῆς καλῆς διαχείρισης τοῦ πλούτου, λέει ὅτι ὁ μόνος τρόπος εἶναι ἡ νηστεία. Νὰ χρησιμοποιεῖ δηλαδὴ ὁ πλούσιος τὴ νηστεία ὡς μέσον ἐλεημοσύνης, γιὰ νὰ εἰσέλθει στὸν παράδεισο. Ὁ παράδεισος δὲν ἀνοίγει ἀλλιῶς, Ὅσοι ἔχουν πλοῦτο δύνανται νὰ χρησιμοποιοῦν τὰ χρήματα τοὺς ὄχι γιὰ περιττὲς καὶ ἄσκοπες διασκεδάσεις. Νὰ τὰ ξοδεύει γιὰ τὴ συντήρηση τῶν πτωχῶν. Ὁ πλούσιος της παραβολῆς μας ἐξέλεξε τὰ φθαρτὰ ἀγαθὰ ὡς τὰ ἄριστα, μὲ τὰ ὁποῖα ἦταν πλήρως ἱκανοποιημένος καὶ ἦταν γι᾿ αὐτὸν ἡ μόνη φροντίδα τῆς ζωῆς του. Στὰ φαγητὰ καὶ τὰ ποτά, στὰ πλουσιώτατα ἐνδύματα τοποθέτησε τὴν ὅλη εὐτυχία του. Αὐτὰ ὑπῆρξαν ἡ παράκλησίς του καὶ ἡ ἀμοιβή του καὶ ποτέ του δὲν σκέφτηκε ὅτι ὑπάρχουν καὶ ἄλλα καλύτερα ἀγαθά. Τὰ τελευταῖα αὐτά, δηλαδὴ τὰ ἀγαθὰ τῆς αἰωνίου ζωῆς, δὲν εἶχε λόγο ποτέ του νὰ τὰ περιμένει.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἴσως κάποιος ἀναρωτηθεῖ. Καλά, ἂν κάποιος εἶναι ἀσθενὴς πῶς θὰ νηστεύσει; Τί θὰ τοὺς ποῦμε; Κατ᾿ ἀρχὰς πρέπει νὰ δοῦμε ποιοὶ εἶναι οἱ ἀληθινὰ ἄρρωστοι. Γιατί πολλοὶ προφασίζονται ἀρρώστια σωματικὴ καὶ ἀδυναμία προκειμένου νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὴ νηστεία. Γνωρίζουμε ὅτι πολλοὶ ἰατροὶ συστήνουν δίαιτα στοὺς ἀσθενεῖς προκειμένου νὰ θεραπευτοῦν. Ἔ, λοιπόν, αὐτὸ ποὺ προτείνει ἐκ τῶν ὑστέρων ἡ ἐπιστήμη τὸ ἔχει ἤδη προτείνει ἀπὸ καιρὸ ἡ Ἐκκλησία. Τί εἶναι εὐκολότερο γιὰ τὴν κοιλιά, νὰ περάσει τὴ νύκτα μὲ τὴ λιτότητα τῆς δίαιτας, ἢ νὰ κείτεται βαρειὰ μὲ τὴν ἀφθονία τῶν φαγητῶν; *
Ὅπως γιὰ νὰ σώσουμε ἀπὸ τὴ τρικυμία ἕνα γεμάτο ἀπὸ φορτίο πλοῖο ρίχνουμε ἕνα μέγα μέρος αὐτοῦ, ἔτσι καὶ μὲ τὴ νηστεία ἐλαφρώνουμε τὴ ψυχή μας προκειμένου νὰ σκέφτεται τὸ Θεό. «Ο Μ. Βασίλειος, γνώστης μεγάλος της ἰατρικῆς ἐπιστήμης, μᾶς λέει ὅτι τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων ὅταν παραφορτώνονται μὲ τὸν συνεχῆ χορτασμό, εὔκολα ὑποκύπτουν στὶς ἀσθένειες. Ὅταν ὅμως κάνουν χρήση στερεᾶς καὶ ἐλαφρᾶς τροφῆς, καὶ τὸ ἀναμενόμενο ἀπὸ τὴ νόσο κακὸ ξεφεύγουν, ὅπως τὴν κακοκαιρία τὸ πλοῖο καὶ τὸ ἤδη παρὸν ἐνοχλητικὸ τὸ ξεπερνοῦν, σὰν κάποια ἕφοδο δίνης. Ὅμως ἡ ἡσυχία κατὰ τὴ γνώμη τῶν περισσοτέρων εἶναι πιὸ κουραστικὴ ἀπὸ τὸ τρέξιμο καὶ ἡ ἠρεμία ἀπὸ τὴν πάλη, ἐὰν ἰσχυριζόμαστε ὅτι καὶ ἡ τρυφὴ εἶναι καταλληλότερη ἀπὸ τὴν δίαιτα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς».*
*. Μ. Βασιλείου, Λόγος Α´ περὶ νηστείας, Δημ. Ἀθανασοπούλου, ἔκδ. Νεκτ. Παναγοπούλου
06. Ο ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Πολλοὶ χριστιανοὶ τῆς ἐποχῆς μας περιφρονοῦν τὴ νηστεία. Κι αὐτὸ τὸ κάνουν ἐπειδὴ ἔχουν μάθει στὸν ὑλιστικὸ τρόπο ζωῆς. Ἔχουν τὴν αἴσθηση ὅτι ἡ ζωή μας ἔχει περιορισμένο χρονικὸ ὁρίζοντα. Σύνθημα τοὺς εἶναι αὐτὸ τῶν ἀρχαίων Στωϊκῶν φιλοσόφων: «Φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκωμεν». Δὲν πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει παράδεισος καὶ κόλασις. Εἰρωνεύονται κάθε τί τὸ ἐκκλησιαστικό. Εἰρωνεύονται ὅσους πηγαίνουν ἐκκλησία, ὅσους κάνουν τὸ σταυρό τους, ὅσους φέρνουν ἱερέα στὸ σπίτι τους, ἰδίᾳ δὲ κοροϊδεύουν ὅσους νηστεύουν. Ἡ νηστεία λένε εἶναι γιὰ τοὺς ἀφελεῖς. Ὅμως ὁ ἄνθρωπος εἶναι δυσίνθετος. Ἔχει σῶμα καὶ ψυχή. καὶ ὡς πρὸς τὸ σῶμα ἔχει ἀνάγκη γιὰ νὰ ζήσει ὁρισμένων τροφῶν, ὡς πρὸς δὲ τὴν ψυχὴ ἔχει ἀνάγκη τῆς προσευχῆς ποὺ τὸν ἑνώνει μὲ τὸν ἀθάνατο Θεό. Ἡ ψυχὴ εἶναι αἰώνιος, δὲν πεθαίνει. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ γνωρίζουμε ἡ δύναμη ποὺ κυβερνᾶ τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ λιτότητα καὶ ἡ αὐτάρκεια. Ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος ποὺ στηρίζεται στὸν πολυτελῆ τρόπο διαβιώσεως καὶ στὰ πολλὰ φαγητά, δύσκολα ἀντέχει τὶς ἀσθένειες ποὺ τοῦ ἔρχονται.
Στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ ὅλα τὰ θέματα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, κι αὐτὸ ἑπομένως τῆς νηστείας, ὑπάρχει μία ἑνότης. Τὴν νηστεία τὴν πῆραν οἱ προφῆτες, μετεδόθη διὰ τοῦ Χριστοῦ σ᾿ ὅλους τοὺς ἁγίους, καὶ αὐτοὶ μὲ τὴ σειρά τους σὲ ὅλους ἐμᾶς. Ὅπως ὁ πατέρας, λέει ὁ Μ. Βασίλειος, ἀφήνει στὸ παιδί τοθ κληρονομιὰ τὰ κτήματά του, ἔτσι καὶ οἱ προφῆτες ἄφησαν σὲ μᾶς κληρονομιὰ τὸ θεσμὸ τῆς νηστείας.
Ἀκοῦμε πολλοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας ὅτι ἡ νηστεία δὲν προσφέρει τίποτα στὸν ἄνθρωπο. Τί θὰ τοὺς ἀπαντήσουμε; Δὲν θὰ τοὺς ποῦμε δικά μας λόγια. Θὰ τοὺς ἀναφέρουμε λόγια της Γραφῆς καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων γιὰ νὰ τοὺς πείσουμε- ἂν βεβαίως τοῦτο εἶναι δυνατόν- ὅτι ἡ νηστεία εἶναι εὐεργετικὸς θεσμὸς στὸν ἄνθρωπο.
Τί βεβήλωσε, ρωτᾶ ὁ Μέγας Φωστὴρ τῆς Καισαρείας, ἅγιος Βασίλειος, τὸν Ἠσαῦ καὶ τὸν ἔκανε δοῦλο τοῦ ἀδελφοῦ του; Μὰ τί ἄλλο παρὰ ἕνα φαγητὸ ποὺ ἔφαγε ἀπὸ λαιμαργία πουλώντας τὰ πρωτοτόκια; (Γεν. 25, 30-34). Ἡ λαιμαργία κάνει τὸν ἄνθρωπο ἄπληστο κάνοντάς τον νὰ λέει τὸ ρητὸ τῶν Στωϊκῶν φιλοσόφων, «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκωμεν».
Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνο αὐτὸ τὸ παράδειγμα. Αὐτὸ δείχνει τί παθαίνει ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἐγκρατεύεται. Δὲν πρέπει ποτὲ νὰ ξεχνοῦμε τὸ πῶς γεννήθηκε ὁ Προφήτης Σαμουήλ. Ἡ νηστεία τῆς μητέρας του σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴ θερμή της προσευχὴ πρὸς τὸν Κύριο ἔδωσαν στὴν ἀνθρωπότητα αὐτὸν τὸν μεγάλο προφήτη (Α´ Βασιλ. α´, 13-16). Διαβάζοντας πάλι στοὺς Κριτὲς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης βλέπουμε καὶ τὸ ἄλλο θαῦμα. Ὁ Σαμψῶν μὲ τὴ νηστεία γίνεται ἀκαταμάχητος ἀκόμα ἀπὸ τὴ κοιλιὰ τῆς μητέρας του. Ἡ νηστεία, λέει ὁ ἅγιος Βασίλειος, τὸν γέννησε, τὸν θήλασε, τὸν ἔκανε ἄνδρα. Ἡ νηστεία γεννᾶ προφῆτες, δυναμώνει δυνατούς, δίνει φώτιση σοφίας στοὺς νομοθέτες νὰ νομοθετοῦν σωστά, προφυλάσσει τὸν ἄνθρωπο νὰ στέκει μακριὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τὸν προετοιμάζει νὰ εἶναι εὐσεβής, νηφάλιος, σώφρων.
Καὶ τὸ ὅτι οἱ προφῆτες μετὰ ἀπὸ αὐστηρὰ νηστεία ἔκαναν μεγάλα θαύματα, ὅπως γιὰ παράδειγμα ὁ ἅγιος Προφήτης Ἠλίας ποὺ ἔκλεισε τοὺς οὐρανοὺς γιὰ τριάμισυ χρόνια καὶ δὲν ἔβρεξε, ἀποδεικνύει ὅτι ἡ νηστεία συνδέεται ἄρρηκτα μὲ τὴν προσευχή. Ὁ προσευχόμενος πρέπει νὰ εἶναι καὶ νηστευτής. Ἀλλὰ καὶ ὁ νηστευτὴς γιὰ νὰ ἔχει εὐεργετικὴ ἐπίδραση πάνω του ἡ νηστεία, ὅπως ἄλλωστε εἴπαμε, δὲν πρέπει νὰ μὴν εἶναι ὑποκριτής, φιλάργυρος καὶ ἄνθρωπος μίσους ἀλλὰ ἀγάπης. καὶ στὸ πρόσωπο τοῦ προφήτη Ἠλία φαίνεται ἡ ἀγάπη τοῦ νηστευτῆ προφήτη ποὺ παρακάλεσε μετὰ ἀπὸ νηστεία τὸ Κύριο νὰ βρέξει γιὰ νὰ πάψει ἡ ξηρασία στὴ γῆ. Ἀλλὰ καὶ οἱ τρεῖς Παῖδες ποὺ ρίχτηκαν ἀπὸ τὸν Ναβουχοδονόσορα στὴν κάμινο τοῦ πυρὸς καὶ δὲν κάηκε οὔτε τρίχα ἀπὸ τὸ δέρμα τους ποῦ νομίζετε ὅτι ὀφείλεται τὸ θαῦμα αὐτό; Μὰ ποῦ ἀλλοῦ· στὴ νηστεία τους. Στὸ παλάτι ὁ βασιλιὰς τοὺς ἔδιδε τὰ πάντα ἀλλὰ αὐτοὶ τηρώντας τὴν ἐντολὴ τῆς νηστείας ἐνήστευαν. Ἔτσι ὁ Θεὸς τοὺς κράτησε ἀβλαβεῖς μέσα στὸ καμίνι.
Καὶ ἂν ἡ νηστεία εἶναι τόσο ὠφέλιμος στὴ Παλαιὰ Διαθήκη, τί νὰ πεῖ κανεὶς γιὰ τὴ νηστεία ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ μετά, τὴ νηστεία τῆς Καινῆς Διαθήκης. Πρῶτος νήστευσε ὁ Χριστὸς στὴν ἔρημο γιὰ νὰ διδάξει καὶ μᾶς ὅλους, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, ὅτι ἡ νηστεία χρειάζεται στὴ ζωή μας γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἐλεοῦμε καὶ νὰ τηροῦμε τὴν σύσταση τοῦ Ἀπ. Παύλου «ἔχοντες διατροφὰς καὶ σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α´ Τιμ. 6,8) τὴ σύσταση τῆς λιτότητας.
Ἡ νηστεία ἀνεβάζει τὴν προσευχή μας στὸν οὐρανό. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἱερέας ποὺ τελεῖ τὴν ἀναίμακτη Λατρεία ἐμπρὸς στὸ Ἱερὸ Θυσιαστήριο, πρὶν τὴν τελέσει, πρέπει νὰ ἔχει νηστεύσει. Ἕνα σπίτι, λέει ὁ ἅγιος Βασίλειος, εἶναι πιὸ ἀσφαλὲς μὲ τὴ νηστεία, διότι οἱ σύζυγοι κρατοῦν διὰ τῆς νηστείας καλὰ τὰ χαλινάρια τῆς οἰκονομίας τοῦ οἴκου. Μὲ ἕνα λόγο τὰ αἰτήματά μας φτάνουν καλύτερα στὸ Θρόνο τοῦ Θεοῦ ἂν νηστεύουμε καὶ ἀγαθοεργοῦμε.
«Παρηγορεῖτε, ἱερεῖς τὸν λαό, λέγει ὁ Ἡσαΐας, ὁμιλήσατε στὰ αὐτιὰ τῆς Ἱερουσαλήμ» (Ἡσ. 40, 1-2). Ἂν δοῦμε, λέει ὁ Μ. Βασίλειος, πότε ἕνας στρατιώτης φέρνει καλύτερα ἀποτελέσματα στὶς μάχες εἶναι ὅταν δέχεται ἀπὸ τοὺς στρατηγοὺς τὶς προτροπὲς ποὺ τοῦ ἀπευθύνουν. Οἱ γυμναστές, ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, λέει ὁ ἅγιος, ὁδηγώντας τοὺς ἀθλητὰς στοὺς ἀγῶνες τῶν σταδίων, κάνουν πολλὲς προτροπὲς περὶ τοῦ πῶς πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦν, προκειμένουν νὰ λάβουν τὰ στεφάνια τῆς νίκης. Γι᾿ αὐτὸ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, μηδενὸς ἑξαιρουμένου, θέλοντας νὰ μᾶς ἑτοιμάσουν γιὰ τὶς μεγάλες μάχες μας ἐναντίον τοῦ διαβόλου, μᾶς δίνουν μία μεγάλη συμβουλή. Νὰ νηστεύουμε. Οἱ ἐχθροί μας εἶναι ἀόρατοι. Ἔχουμε νὰ παλαίψουμε, «ὄχι μὲ αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ μὲ τὶς ἀρχές, μὲ τὶς ἐξουσίες, μὲ τοὺς κοσμοκράτορες τοῦ σκότους τούτου, μὲ τὰ πνευματικά της πονηρίας», ὅπως λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος. (Ἐφ. 6,12) Γι᾿ αὐτὸ χρειαζόμαστε τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια. καὶ ἂν παλαιότερα οἱ ἀθλητές, ἰδιαίτερά της πάλης, ἔτρωγαν γιὰ νὰ εἶναι πιὸ παχεῖς καὶ δυνατοί, οἱ Χριστιανοὶ ἀγωνιστὲς τοῦ πνεύματος πρέπει νὰ νηστεύουν γιὰ νὰ εἶναι πιὸ ἰσχυροὶ στὸ τομέα τῆς εὐσεβείας. Ἔτσι, ἐπανερχόμαστε στὸ αὐτὸ ἐρώτημα τοῦ κόσμου: «Γιατὶ νὰ νηστεύω;», στὸ ὁποῖο ἀπαντᾶ ὁ Μ. Βασίλειος, λέγοντας ὅτι ὅσο ἀφαιρεῖς ἀπὸ τὴ σάρκα σου, τόσο θὰ κάνεις νὰ ἀπαστράπτει ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ λαμπρότητα. Διότι ὄχι μὲ σωματικὲς δυνάμεις, ἀλλὰ μὲ τὴν καρτερία τῆς ψυχῆς καὶ τὴν ὑπομονὴ στὶς θλίψεις ἐπιτυγχάνεται ἡ κυριαρχία πρὸς τὶς ἀόρατες δυνάμεις. Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ ἤθελα νὰ κάνουμε ὁρισμένες ἐπισημάνσεις πάνω στὸ λόγο τοῦτο τοῦ ἁγίου. Κατ᾿ ἀρχὰς λίγοι δίνουμε σημασία στὴν ὡραιότητα τῆς ψυχῆς. Λίγοι παλεύουμε νὰ κόψουμε τὰ πάθη μας. Λίγοι ἀγωνιζόμαστε νὰ κάνουμε τὴ ψυχή μας ἕνα πνευματικὸ περιβόλι καὶ ἕναν ὡραῖο κῆπο μὲ πολύχρωμα ἄνθη ἀρετῶν. Ἡ ἐποχή μας ἄλλωστε δὲν ἐνδείκνυται γιὰ κάτι τέτοιο. Εἶναι ἐποχὴ τεχνολογίας, φιλοπλουτισμοῦ καὶ μόδας. Καὶ δεύτερον λίγοι ὑπομένουμε στὶς θλίψεις, λίγοι περιμένουμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ γιατί, δυστυχῶς, καὶ λίγοι ἔχουμε σταθερὴ πίστη καὶ ἐλπίδα στὸ Θεό. Γι᾿ αὐτὸ ἡ νηστεία, ἰδιαίτερα τώρα ποὺ ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, εἶναι ἕνα μεγάλο ὅπλο ἐναντίον τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν ποὺ μᾶς περιβάλουν στὴ ζωή μας.
10. ΝΗΣΤΕΙΑ ΧΩΡΙΣ ΟΙΝΟΠΟΣΙΑ, ΧΩΡΙΣ ΜΕΘΗ
Πολλοὶ ἄνθρωποι, καὶ χριστιανοὶ δυστυχῶς, λένε: Ἀφοῦ ἀπὸ αὔριο ἀρχίζει αὐστηρὰ νηστεία, σήμερα ἂς μεθύσω. Τοῦτο ὅμως, λέει ὁ ἅγιος Βασίλειος, δὲν εἶναι ὀρθό. Γιατί δὲν μπορεῖ νὰ μπεῖ ἡ νηστεία καὶ ἡ προσευχὴ σὲ μία ψυχὴ ποὺ λερώθηκε πρὶν ἀπὸ τὴ μέθη. Ὁ Θεὸς δὲν ὑποδέχεται στὶς ἱερὲς αὐλὲς τοῦ Παραδείσου τοὺς μέθυσους ἀλλὰ τοὺς ἐγκρατεῖς καὶ νηστευτάς. Πράγματι! Πῶς μπορεῖ νὰ λογιστεῖ νηστεία σ᾿ ἕναν χριστιανὸ ποὺ μυρίζει κρασὶ ἀπὸ τὴν προηγούμενη μέρα κατὰ τὴν ὁποία ἔπινε; Ἄλλωστε, ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ἡ μέθη εἶναι πάθος ποὺ δύσκολα θεραπεύεται. Ἑπομένως καὶ στὶς ἡμέρες τῆς νηστείας ἐνδέχεται νὰ μεθύσεις. Ὁ Ἀπ. Παῦλος, ὅμως, λέει ὅτι «μέθυσοι δὲν θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. 6,10). Ἔτσι, σημειώνει ὁ Μ. Βασίλειος, ἂν ἔρχεσαι μεθυσμένος στὴ νηστεία ποιὸ τὸ ὄφελος; Πράγματι! Ὁ ἄνθρωπος πολλὲς φορὲς δὲν γνωρίζει τί ζητᾶ. Θέλει καὶ μὲ τὸ Χριστὸ νὰ εἶναι καὶ τὰ παιχνίδια τοῦ διαβόλου νὰ παίζει. Θέλει δηλαδὴ καὶ νὰ ζεῖ κοσμικά, ἀλλὰ παραλλήλως νὰ νηστεύει, ὅσο μπορεῖ-ὅπως λέει-, νὰ ἐκκλησιάζεται, νὰ κοινωνᾶ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Τοῦτο ὅμως εἶναι ἀδιανόητο γιατί δὲν μποροῦμε νὰ δουλεύουμε δυὸ κυρίους. Συμμαχία μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο μὲ τὸν ἐχθρό μας διάβολο δὲν κάνουμε. Γι᾿ αὐτὸ ἡ νηστεία μας πρέπει νὰ εἶναι καθαρά, ἀποβάλλοντας ἀπὸ πάνω μας τὸ πάθος τῆς μέθης.
11. ΑΛΗΘΙΝΗ ΝΗΣΤΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΞΕΝΩΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΚΑ
Ἂς μὴ νομίζουμε ὅτι ἡ νηστεία περιορίζεται μόνο στὴν ἀποχή μας ἀπὸ ὁρισμένες τροφές. Κι αὐτὸ εἶναι καλό, βέβαια, ἀλλὰ τὸ καλύτερο εἶναι κοντὰ σ᾿ αὐτὸ νὰ προσθέσουμε καὶ τὴν ἀποξένωσή μας ἀπὸ κάθε τί ποὺ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του. Μὲ ἕνα λόγο νὰ ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε νὰ ἀγαθοεργοῦμε στὴ ζωή μας. Ὁ Μ. Βασίλειος ἦταν δεινὸς ρήτωρ στὴν πατρίδα του τὴν Καισάρεια, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν τὸν εὐχαριστοῦσε. Ἐκεῖνο ποὺ τοῦ γέμισε τὴν καρδιὰ ἦταν ὅταν νήστευε καὶ παραλλήλως ἔκανε ἐλεημοσύνες γιὰ νὰ γλυκάνει τὸν πόνο τῶν δυστυχισμένων ὑπάρξεων τῆς ἐπαρχίας του. καὶ αὐτὲς εἶναι πάρα πολλές. Πλῆθος ἱδρυμάτων βγῆκαν ἀπὸ τὰ ἅγια χέρια του. Τὸ νὰ μιλήσουμε ὅμως, τώρα, στὴ δεδομένη στιγμή, γιὰ τὸν ἅγιο Βασίλειο ὡς ἅγιο τῆς ἀγάπης, δὲν γίνεται. Κάποια ἄλλη στιγμὴ ἴσως γίνει δυνατό. «Νὰ λύσεις τὰ δεσμὰ τῆς ἀδικίας» (Ἡσ. 63,6) λέει ὁ προφήτης, συγχωρώντας τὸν πλησίον σου γιὰ τὴ λύπη ποὺ τυχόν σου προξένησε. «Νὰ μὴ νηστεύετε χάριν διαμάχης καὶ φιλονικίας» (Ἡσ. 63,4) λέει ὁ αὐτὸς προφήτης. Γιατί ἔτσι, λέει ὁ Μ. Βασίλειος, μπορεῖ νὰ μὴν τρῶς κρέατα, τρῶς ὅμως τὸν ἀδελφό σου μὲ τὰ λόγια σου καὶ μὲ τὴν ὅλη συμπεριφορὰ τῆς ζωῆς σου. Μπορεῖ νὰ μὴν πίνεις κρασί, δὲν εἶσαι ὅμως καὶ ἐγκρατὴς στὶς ὕβρεις. Περιμένεις νὰ νυχτώσει γιὰ νὰ φᾶς, ἀλλὰ ξοδεύεις ὅλη τὴν ἡμέρα στὰ δικαστήρια. Πράγματι! Στὴν ἐποχή μας, πολλοὶ εἶναι οἱ νηστεύοντες χριστιανοί. Πόσοι ὅμως ἐξ αὐτῶν νηστεύουν ὅπως θέλει ὁ Χριστός, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ ἡ χορεία ὅλων τῶν ἁγίων Πατέρων; Πόσοι νηστεύουν καὶ ἔχουν μέσα στὴ καρδιὰ τοὺς ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον; Λίγοι. Εὔχομαι νὰ ἀκούσουν τὴν ἔκκληση τοῦ ἁγίου πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας Μ. Βασιλείου καὶ νὰ νηστεύουν ἀληθινά. Γιατί, ὅπως θὰ δοῦμε καὶ στὴ συνέχεια, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ὁ Χριστός, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι κ.ἄ. νήστευαν. Ἀλλὰ πῶς; Ἐφαρμόζοντας ὅλο τὸ νόμο τοῦ Χριστοῦ χωρὶς νὰ κάνουν περικοπές.
12. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
Ἂν θέλαμε νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ παραδείγματα ἀνθρώπων, τόσο τῆς Παλαιᾶς, ὅσο καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, οἱ ὁποῖοι νήστευαν, θὰ ἔπρεπε νὰ ξοδέψουμε τόνους μελάνης καὶ χάρτου καὶ δὲν θὰ ἔφτανε. Ἀναφέραμε σὲ προηγούμενο ἄρθρο μας σχετικὰ μὲ τὴν νηστεία τοῦ προφήτη Ἠλία. Δὲν εἶναι ὅμως μόνον αὐτοῦ τοῦ προφήτη ἡ νηστεία ποὺ τὸν κατέταξε, ἄλλωστε, ἀνάμεσα στοὺς ἁγίους της Ἐκκλησίας καὶ τὸν ἀξίωσε νὰ μὴν δοκιμάσει –γιὰ τὴν ὥρα πάντα- τὸ πικρὸ ποτήρι τοῦ θανάτου, ἀλλὰ ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν περιμένοντας τὴν Κρίση τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι προφῆτες τοῦ Ἰσραήλ.
Ὁ Χριστὸς ὅμως εἶναι τὸ καλύτερο παράδειγμα νηστευτοῦ ἀνθρώπου· διότι διδάσκει τὴ νηστεία, ὄχι μόνο μὲ τὸ δικό του παράδειγμα, ἀλλὰ καὶ δείχνοντας μὲ παραβολὲς τὸ πόσο κακὸ κάνει στὸν ἄνθρωπο τὸ φαγοπότι. Τί ἀνέπαυσε τὸν Λάζαρο, ρωτᾶ ὁ ἅγιος Βασίλειος, στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ; Τί ἄλλο, ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος, ἀπὸ τὴ νηστεία; Ἂν ὁ πλούσιος της παραβολῆς τοῦ πλουσίου καὶ πτωχοῦ Λαζάρου δὲν ἔδινε ἔμφαση στὴ σπατάλη τῶν βιωτικῶν τοῦ ἀγαθῶν καὶ νήστευε ἐλεώντας τὸν πτωχὸ Λάζαρο θὰ κέρδιζε μία θέση στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ὅμως ποὺ ἦταν δοῦλος τῆς σαρκός του δὲν σκεπτόταν τὸ θάνατο καὶ στὸν ᾍδη λυπόταν ἐνῷ ὁ πτωχὸς εὐφραινόταν στὸν Παράδεισο.
Δὲν ἦταν μόνο ὁ Χριστὸς ποὺ νήστευε. Εἶναι καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Ἡ ζωὴ τοῦ Ἰωάννου ὑπῆρξε μία συνεχὴς νηστεία. Ὁ Ἰωάννης, λέει ὁ Μ. Βασίλειος, δὲν διέθετε κρεββάτι, οὔτε τραπέζι, ἀλλὰ οὔτε καὶ καλλιεργήσιμη γῆ γιὰ νὰ βγάζει τὰ πρὸς τὸ ζῆν. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος εἶπε ὅτι «οὐκ ἐγήγερται ἐκ γεννητοῖς γυναικῖν μείζων Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ» (Ματθ. 11,11). Ὁ Ἰωάννης εἶναι πράγματι ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους ἀσκητὰς τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος ποὺ δὲν πέρασε μόνο πολλοὺς διωγμοὺς καὶ διώξεις, ἐπειδὴ δίδασκε τὸ Εὐαγγέλιο ἀλλὰ καὶ κράτησε αὐστηρὰ νηστεία ἀνέβηκε ἕως τρίτου οὐρανοῦ (Β´ Κορ. 11,27, 12,2). Ὁ Χριστὸς μὲ τὴ νηστεία δέχθηκε τὶς προσβολὲς τοῦ διαβόλου καὶ δὲν πειράχθηκε. καὶ ὁ Χριστὸς μὲν νήστεψε, ἐμεῖς ὅμως τί κάνουμε; Δυστυχῶς ἐμεῖς τρώγοντας καὶ πίνοντας παραπαχαίνουμε τὴ σάρκα καὶ γινόμαστε μαλθακοί. Ἐξασθενίζοντας δὲ τὸ νοῦ μὲ ἀτροφία, λέει ὁ Μ. Βασίλειος, γιὰ τὰ σωτήρια καὶ ζωοποιὰ διδάγματα μπορεῖς νὰ μιλήσεις; Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι, ὅπως σὲ πολεμικὴ παράταξη, ἡ συμμαχία μὲ τὸν ἐχθρὸ φέρνει τὴν ἥττα μας, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ συμμαχεῖ μὲ τὴ σάρκα, ἀνταγωνίζεται τὸ πνεῦμα καὶ αὐτὸς ποὺ πηγαίνει μὲ τὴ παράταξη τοῦ πνεύματος ὑποδουλώνει τὴ σάρκα. «Διότι αὐτὰ μεταξύ τους, (δηλ. σάρκα καὶ πνεῦμα) εἶναι ἀντίθετα», λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος (Γαλ. 5,17). Ἔτσι ἂν θέλουμε νὰ ἰσχυροποιήσουμε τὸ νοῦ μας νὰ δαμάσουμε τὴ σάρκα μὲ τὴ νηστεία. Κι αὐτὸ γιατί, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «ὅσο ὁ ἐξωτερικὸς ἄνθρωπος φθείρεται, τόσο ὁ ἐσωτερικὸς ἀνακαινίζεται» (Β´ Κορ. 4,16). Ἀλλὰ καὶ τὸ ἄλλο, «ὅταν ἀσθενῶ, τότε εἶμαι δυνατός» (Β´ Κορ. 12,10). Τί θὰ προτιμήσουμε, χριστιανοί μου, τὰ ἀγαθά της γῆς ποὺ ἔρχονται καὶ παρέρχονται ἢ τὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι αἰώνια; Ἂν θέλουμε νὰ γευόμαστε αἰωνίως τὰ ἀγαθὰ ποὺ χαρίζει ὁ Κύριος στοὺς πιστοὺς ποὺ ζοῦν λιτὰ καὶ ταπεινὰ στὴ ζωὴ αὐτὴ ἕνα νὰ κάνουμε. Νὰ νηστεύουμε. Δὲν ξέρεις, λέει ὁ Μ. Βασίλειος, ὅτι μὲ τὴν ἀμετρία τοῦ χορτασμοῦ ἑτοιμάζεις γιὰ τὸν ἑαυτό σου παχὺ τὸν βασανιστὴ σκώληκα; Γιατί ποιὸς ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν μὲ πλούσια τροφὴ καὶ διαρκῆ τρυφὴ δέχθηκε κάποια κοινωνία πνευματικοῦ χαρίσματος; Πρὶν ἀνεβεῖ ὁ Μωϋσῆς στὸ ὄρος Σινᾶ γιὰ νὰ παραλάβει τὸ Δεκάλογο ἀπὸ τὸ Θεὸ χρειάσθηκε νὰ νηστεύσει ἐπὶ 40 ἡμέρες. Οἱ Νινευίτες γιὰ νὰ δείξουν τὴ μετάνοιά τους καὶ νὰ γλυτώσουν ἀπὸ τὴ καταστροφὴ ποὺ περίμενε τὴ πόλη τους ἀπὸ τὸ Θεὸ λόγω τῶν ἁμαρτιῶν τους, νήστευσαν. Κι ὄχι μόνο οἱ ἄνθρωποι ἀλλὰ καὶ τὰ ζῷα τους. (Ἰωνᾶ 3, 4-10). Κατὰ τὴν ἔξοδο δὲ τῶν Ἑβραίων ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο πρὸς τὴ γῆ τῆς Ἐπαγγελίας συνέβη νὰ μὴν γυρίσουν ζωντανοὶ αὐτοὶ ποὺ ἐπιζητοῦσαν τὴ κρεοφαγία (Ἀριθμ. 11,33) ἀλλὰ ὅσοι νήστευαν. Ἐκεῖνοι ποὺ ἀρκέσθηκαν στὸ μάννα ποὺ ἔριξε ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ στὸ νερὸ ποὺ ἀνέβλυσε ἐκ θαύματος ἀπὸ τὴ πέτρα ποὺ χτύπησε μὲ τὸ ραβδί του ὁ Μωϋσῆς, νικοῦσαν τοὺς Αἰγυπτίους καὶ περπάτησαν μέσα ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα. «Δὲν ὑπῆρχε στὶς φυλές τους κανένας ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ περπατήσει» (Ψαλμ. 104, 37) λέει ὁ Δαυίδ. Ὅσοι νοστάλγησαν τὰ κρέατα ποὺ ἔτρωγαν στὴν Αἴγυπτο (Ἐξοδ. 16,3) καὶ ἐπιθυμοῦσαν τὴ σκλαβιὰ τῆς Αἰγύπτου μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ τρῶνε καὶ νὰ πίνουν, δὲν ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν τὴ γῆ τῆς Ἐπαγγελίας.
Ἐμεῖς οἱ ἐκμοντερνισμένοι χριστιανοὶ νομίζουμε ὅτι ἡ νηστεία εἶναι μόνο γιὰ τοὺς μοναχοὺς καὶ τοὺς ἀσκητάς. Δὲν εἶναι ὅμως μόνο γι᾿ αὐτούς. Ἀλλοίμονο ἂν ὁ Χριστὸς διδάσκει τὴ νηστεία μόνο στοὺς ἀσκητάς. Ἀλλοίμονο ἂν εἶναι ἡ νηστεία μόνο γιὰ τὸν Μ. Ἀντώνιο καὶ τοὺς λοιποὺς ἀσκητὰς τῆς ἐρήμου. Ἡ νηστεία εἶναι ὅπλο ἐναντίον τοῦ διαβόλου καὶ ὁ διάβολος πολεμᾶ ὅλους, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς. Προσοχή, λοιπόν! Ἄλλωστε ἡ πολυφαγία, ὅπως λένε καὶ οἱ γιατροὶ δὲν κάνει καλὸ οὔτε καὶ γιὰ τὸ σῶμα μας. Ἂν δὲν θέλουμε νὰ ἀκούσουμε τὴν Ἐκκλησία ἂς ἀκούσουμε τὴν ἐπιστήμη· καὶ ἂς νηστεύουμε γιὰ τὸ καλὸ τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς μας.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.