Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

Δ. Τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ


Δ. Τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ 

Τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς ἦλθε μετὰ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μετὰ τὴν Ἀνάσταση, τὴν Ἀνάληψη καὶ τὴν ἐπιστροφή Του κατὰ τὴν Πεντηκοστὴ γιὰ νὰ κατοικήση στοὺς πιστούς, εἶναι θεμελιώδης προϋπόθεσις τῆς διδασκαλίας, καὶ τοῦ ἀπ. Παύλου, καὶ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου. Δεδομένης τῆς σχέσεως τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ μὲ τὸν Παῦλο, τὸ γεγονός τῆς Πεντηκοστῆς, ποὺ περιγράφεται ἀπὸ τὸν Λουκᾶ, πιθανώτατα ἔχει Παύλειο ἐκκλησιολογικὸ ὑπόβαθρο. Ἀπὸ μιὰ σπουδαία ἄποψη, πάντως, εἰδικὰ ὅσον ἀφορᾶ στὴν γλωσσολαλιά, ὁ Λουκᾶς ἔχει ὄντως καταστῆ τὸ κλειδὶ τῆς κατανοήσεως τοῦ Παύλου, ἀντὶ νὰ συμβαίνει τὸ ἀντίθετο. Πρέπει νἀ σημειωθῆ, ὅτι οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου ἀπευθύνονται σὲ ἤδη μυημένους στὰ Μυστήρια. Τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο εἶναι μεταβαπτιστικὸ βιβλίο κατηχήσεως, προωρισμένο γιὰ ὅσους ἤδη ἔχουν λάβει τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιο, κατὰ τὸ


῞Αγιο Βάπτισμα. Τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ, ὅμως, ὅπως καὶ τοῦ Μάρκου καὶ τοῦ Ματθαίου, ἀποτελεῖ προβαπτισματικὴ κατήχηση, ἐνῶ οἱ Πράξεις προορίζονται γιὰ ἀκροατήριο ἀμύητο στὴν μυστικὴ ἐν Χριστῷ ζωή. Πάντως, ἐφʼ ὅσον ὁ Λουκᾶς ἦταν μαθητὴς καὶ ἀκόλουθος τοῦ Παύλου, τὰ κείμενά του προϋποθέτουν καὶ ἀντανακλοῦν αὐτὴν τὴν μυστικὴ ἐν Χριστῷ ζωή (τὴν ὁποία περιγράφει ὁ Παῦλος στὶς ἐπιστολὲς του).

Γιὰ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ἡ ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Μαθητές, στὸ μέλλον, ἀποτελεῖ ἐκπλήρωση τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Χριστοῦ, ὅτι θὰ ἑτοιμάση "τόπον", ὅπου, στὴν ἐπιστροφή Του, θὰ συμπεριλάβη τοὺς μαθητές Του, ὥστε νὰ εἶναι καὶ αὐτοὶ ἐκεῖ ὅπου εὑρίσκεται Ἐκεῖνος (Ἰωάν. 14, 2-3). Μὲ τὴν μεσιτεία τοῦ Χριστοῦ, ὁ Πατὴρ θὰ δώση στοὺς μαθητές Του "ἄλλον Παράκλητον", τὸν ὁποῖον ἤδη γνωρίζουν, διότι κατοικεῖ σʼ αὐτοὺς καὶ θὰ παραμένη "ἐν αὐτοῖς" (Ἰωάν. 14, 16-17). Ἐκείνην τὴν ἡμέρα (τῆς ἐλεύσεως τοῦ Πνεύματος), οἱ μαθητὲς θὰ γνωρίσουν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι "ἐν τῷ Πατρὶ" καὶ ὅτι οἱ ἴδιοι εἶναι "ἐν τῷ Χριστῷ" καὶ Αὐτὸς "ἐν αὐτοῖς" (Ἰωάν. 14, 20). Θὰ βλέπουν τὸν Χριστό, ἐπειδὴ Ἐκεῖνος ζῆ καί, γιʼ αὐτό, καὶ αὐτοὶ θὰ ζήσουν (Ἰωάν. 14, 19).

Ὁ Χριστός, εἰς τὸ ἑξῆς, θὰ ἐμφανίζεται σὲ ὅποιον Τὸν ἀγαπᾶ (Ἰωάν. 14, 21). Ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Πατήρ, τότε, θὰ ἔλθουν καὶ θὰ κατοικήσουν "παρʼ αὐτῷ" (Ἰωάν. 14, 23). ῞Οταν τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα ἔλθη στοὺς Μαθητές, θὰ τοὺς διδάξη τὰ πάντα καὶ θὰ τοὺς ὑπενθυμίση κάθε τι ποὺ Αὐτὸς τοὺς εἶπε (Ἰωάν. 14, 26). ῞Οταν τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας ἔλθη σταλμένο, διὰ τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὸν Πατέρα, θὰ δώση μαρτυρία γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ οἱ Μαθητὲς θὰ δίνουν ἐπίσης μαρτυρία, διότι ἦσαν μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ ἐξ ἀρχῆς (Ἰωάν. 15, 26-27).

῞Οταν τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας ἔλθη, θὰ ὁδηγήση τοὺς μαθητὲς "εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν", γιατὶ δὲν θὰ μιλήση "ἀφʼ ἑαυτοῦ, ἀλλʼ ὅσα ἄν ἀκούσῃ λαλήσει καὶ τὰ ἐρχόμενα ἀναγγελεῖ " (Ἰωάν. 16, 13). Θὰ δοξάση τὸν Χριστό, ἐπειδὴ ἀπὸ Αὐτὸν θὰ λάβη ὅσα θὰ ἀναγγείλη στοὺς Μαθητές. Αὐτό, τὸ εἶπε ὁ Χριστός, ἐπειδὴ "πάντα ὅσα ἔχει ὁ Πατήρ" εἶναι δικά Του. Γιʼ αὐτὸν τὸν λόγο, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας θὰ λάβη ἀπὸ Αὐτὸν καὶ θὰ ἀναγγείλη στοὺς Μαθητές.

Κατόπιν, ὁ Χριστὸς ( κατὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο) ἐπαναλαμβάνει, ὅτι σὲ λίγο οἱ Μαθητὲς δὲν θὰ Τὸν βλέπουν πλέον, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο πάλι θὰ Τὸν δοῦν (Ἰωάν. 16, 13-16). Κατόπιν, φθάνει στὸ ἀποκορύφωμα (τῆς Ἀρχιερατικῆς Του προσευχῆς), στὰ Κεφάλαια 14-17, καὶ λέει: " Πάτερ, οὕς δέδωκάς μοι, θέλω, ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετʼ ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσι τὴν δόξαν τὴν ἐμήν, ἥν δέδωκάς μοι, ὅτι ἠγάπησάς με πρὸ καταβολῆς κόσμου" (Ἰωάν. 17, 24).

Γιὰ τὸν Ἰωάννη, ἡ Ἀνάληψη τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρὸς καθέδρα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ ἀπόλυτη προϋπόθεση γιὰ τὴν ἐκ μέρους τοῦ Χριστοῦ ἀποστολὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθὼς εἶναι αὐτὴ προφανής, καὶ γιὰ τὸν Λουκᾶ, καί, κατʼ ἐπέκταση, γιὰ τὸν Παῦλο: "Νῦν δὲ ὑπάγω πρὸς τὸν πέμψαντά με......Συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω. Ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς• ἐὰν δὲ πορευθῶ, πέμψω αὐτὸν πρὸς ὑμᾶς" (Ἰωάν. 16, 5-7).

Τὸ ὅτι ὁ Ἰωάννης δὲν συγχέει τὶς μεταναστάσιμες ἐμφανίσεις τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν ἐπάνοδό Του ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι κατὰ τὴν Πεντηκοστή, εἶναι σαφὲς ἀπὸ τὸ ὅτι ἀναφέρει τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ στὴν Μαρία τὴν Μαγδαληνή: "Μὴ μοῦ ἅπτου, οὔπω γὰρ ἀναβέβηκα πρὸς τὸν Πατέρα μου" (Ἰωάν. 20, 17). (Ἐνῶ, ὅμως, ὁ Χριστὸς δὲν ἐπέτρεψε στὴν Μαρία τὴν Μαγδαληνὴ νὰ τὸν ψηλαφήση), στὶς ἀκολούθως ἀναφερόμενες ἐμφανίσεις Του, ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν ἀπ. Θωμᾶ νὰ βάλη τὸ χέρι του στὴν πλευρά Του. Ὁ Θωμᾶς, ὅμως, πίστεψε, βλέποντας μᾶλλον, παρὰ ψηλαφῶντας: "

῞Οτι ἑώρακάς με πεπίστευκας;" (Ἰωάν. 20, 29).

Ὁ "τόπος" τῆς κοινῆς κατοικίας μὲ τὸν Χριστό, ἐκείνου ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Πατέρα, εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Χριστοῦ, ὡς "κατὰ φύσιν" ναοῦ τοῦ Λόγου, καὶ ἡ φυσική Της δόξα, τὴν ὁποία ὁ Χριστός, ὡς Λόγος, ἔλαβε ἀπὸ τὸν Πατέρα, καὶ στὴν ὁποία "κατὰ φύσιν" συμμετέχει καὶ τὸ ῞Αγιον Πνεῦμα. Γινόμενος κανεὶς μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, γίνεται ναὸς τοῦ Θεοῦ, καί, συνάμα, "ἐν τῷ Θεῷ μένει" ὡς "ναῷ αὐτοῦ".

Ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ἡ γέννησις τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Χριστοῦ εἶναι σʼ Αὐτὴν παροῦσα, καὶ "κατὰ Χάριν" ἑνωμένη μὲ κάθε μέλος τοῦ Σώματός Του. Εἶναι δὲ ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Χριστοῦ ἑνωμένη, ὄχι ὡς ἕνα μέρος τοῦ Χριστοῦ στὸν καθένα, ἀλλὰ "κατὰ Χάριν" ὁλόκληρος ὁ Χριστὸς εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸ κάθε μέλος τοῦ Σώματός Του.

Ὁ Χριστὸς ἀνελήφθη, ὥστε νὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπανέλθη ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι μὲ μία καινὴ παρουσία τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς Του, ἡ ὁποία, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ ἄκτιστη δόξα τοῦ Θεοῦ, διαιρεῖται ἀδιαιρέτως στὸ πλῆθος τῶν πιστῶν (κατὰ τὴν Θεία Κοινωνία), ὥστε ὁ Χριστὸς νὰ εἶναι παρὼν στὸν καθένα καὶ ἑνωμένος, ὁλόκληρος, "κατὰ Χάριν" μὲ καθένα ἀπὸ τὰ μέλη τοῦ Σώματός Του. Συγχρόνως, τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ παραμένει ἕνα, ὥστε τὰ μέλη Του νὰ εἶναι ἕνα μεταξὺ τους, μέσα στὴν δόξα καὶ βασιλεία τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Σύμφωνα μὲ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ὁ Χριστὸς εἶπε στοὺς μαθητές Του,πρὸ τῆς Ἀναλήψεώς Του, ὅτι σύντομα θὰ βαπτισθοῦν "ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ" (Πράξ. 1,5• πρβλ. Ματθ. 3, 12). Κατὰ τὴν Πεντηκοστὴ "ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρὸς ἐκάθισέ τε ἐφʼ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν καὶ ἐπλήσθησαν πάντες Πνεύματος Ἁγίου καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις, καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι" (Πράξ. 2, 3).

Ἐν ὄψει τῆς συσχετίσεως, ἐκ μέρους τοῦ Ἰωάννου, τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μὲ τὴν ἐπανεμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στοὺς Μαθητές Του, καθὼς εἴδαμε, καὶ τῶν πραγματικῶν ἐμφανίσεών Του μετὰ τὴν Πεντηκοστή, π.χ. στὸν Στέφανο (Πράξ. 7, 55-56) καὶ στὸν Παῦλο (Πράξ. 9, 33 κ. ἑ., 22, 6 κ.ἑ. καὶ 17 κ. ἑ.), ὑπάρχουν κάποια ἐρείσματα γιὰ νὰ ἐξετάσωμε, ὡς ἐνδεχόμενο, ἤ ἀκόμη καὶ ὡς πολὺ πιθανό, ὅτι τὸ χωρίο τῶν Πράξεων 2, 1 κ.ἑ. ἀποτελεῖ ἐκπλήρωση τοῦ χωρίου τῶν Πράξεων 1, 11. Ἐνῶ ὁ Χριστὸς ἀνελαμβάνετο, δύο ἄνδρες "ἐν ἐσθήσεσι λευκαῖς" ἐμφανίσθηκαν στοὺς Ἀποστόλους λέγοντες, ὅτι ὁ Χριστὸς "οὕτως ἐλεύσεται, ὅν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτὸν πορευόμενον εἰς τὸν οὐρανόν" (Πράξ. 1, 11).

Τώρα, τὸ "λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις" καὶ τὸ "ἀποφθέγγεσθαι" δὲν πρέπει νὰ συγχέωνται. Τὸ "ἀποφθέγγεσθαι", στὸ Πράξεων 2, 4, σημαίνει "προφητεύειν", καὶ αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ ὁλόκληρον τὸν λόγο τοῦ ἀπ. Πέτρου στὸ Πράξεων 2, 14 κ. ἑ.

Πρῶτα λαμβάνει κανεὶς τὸ χάρισμα τῆς γλωσσολαλίας "ἐν τῇ καρδίᾳ", καὶ τότε ἐμπνέεται κατὰ διάνοιαν νὰ κατανοῆ ὅσα ἐλέχθησαν ἀπὸ τοὺς Προφῆτες καὶ τὸν Χριστό, ὥστε νὰ προφητεύη.

Αὐτὲς οἱ διακρίσεις εἶναι σαφεῖς στὸν ἀπ. Παῦλο καὶ θὰ ἦταν ἀφύσικο νὰ μὴν εἶναι καὶ ὁ Λουκᾶς ἐνήμερος γιʼ αὐτές. Μόλις ὁ ἄνθρωπος λάβη αὐτὸ τὸ χάρισμα τῆς γλωσσολαλίας, τὸ Πνεῦμα ἐνδέχεται ἤ ὄχι νὰ δημιουργήση τέτοιες συνθῆκες, ὅπως στὸ χωρίο τῶν Πράξεων 2, 6-13.

Ἐν πάσῃ περιπτώσει, τὸ βάπτισμα "ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ" εἶναι ταυτόσημο μὲ τὴν λήψη τοῦ χαρίσματος τῶν γλωσσῶν, καὶ εἶναι σαφῶς διακεκριμένο ἀπὸ τὸ βάπτισμα "ἐν ὕδατι". Ὁ Παῦλος, ὅμως, πρῶτα δοξάσθηκε, μὲ τὴν θέα τοῦ Χριστοῦ "ἐν δόξῃ", καὶ κατόπιν βαπτίσθηκε (Πράξ. 9, 18 καὶ 22, 16). Πότε ἔλαβε τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν, δὲν ἀναφέρεται, ἀναφέρεται ὅμως ὅτι τὸ εἶχε. Οἱ δώδεκα μαθητὲς τοῦ Ἀπολλῶ, ποὺ εἶχαν δεχθῆ τὸ βάπτισμα μετανοίας τοῦ Ἰωάννου, "ἐβαπτίσθησαν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ Παύλου τὰς χεῖρας ἤλθε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἐπʼ αὐτούς, ἐλάλουν τε γλώσσαις καὶ ἐπροφήτευον" (Πράξ. 19, 5-6).

Στὴν περίπτωση τοῦ ἑκατοντάρχου Κορνηλίου καὶ τῶν ἀκολούθων του, πρῶτα ἐβαπτίσθησαν "ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ", λαμβάνοντας τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν μὲ δοξασμό, καὶ κατόπιν ἐβαπτίσθησαν "ἐν ὕδατι", ὁπότε ὁ Πέτρος δὲν μποροῦσε πλέον νὰ ἔχη τὴν παραμικρὴ ἀντίρρηση: " ῎Ετι λαλοῦντος τοῦ Πέτρου τὰ ρήματα ταῦτα ἐπέπεσε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἐπὶ πάντας τοὺς ἀκούοντας τὸν λόγον• καὶ ἐξέστησαν οἱ ἐκ περιτομῆς πιστοὶ ὅσοι συνῆλθον τῷ Πέτρῳ, ὅτι καὶ ἐπὶ τὰ ἔθνη ἡ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐκκέχυται• ἤκουον γὰρ αὐτῶν λαλούντων γλώσσαις καὶ μεγαλυνόντων τὸν Θεόν. Τότε ἀπεκρίθη Πέτρος• μήτι τὸ ὕδωρ δύναται κωλῦσαι τις, τοῦ μὴ βαπτισθῆναι τούτους, οἵτινες τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἔλαβον ὡς καὶ ἡμεῖς;" (Πράξ. 10,

44-47). Στὴν ἀπολογία του γιʼ αὐτὸ ποὺ ἔπραξε, ὁ Πέτρος ἀνακαλεῖ στὴν μνήμη τῶν "ἐκ περιτομῆς" πιστῶν, τί εἶπε ὁ Χριστός, πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάληψή Του, περὶ τοῦ βαπτίσματος "ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ" (Πράξ. 1, 5), καὶ καταλήγει: "Εἰ οὖν τὴν ἴσην δωρεὰν ἔδωκεν αὐτοῖς ὁ Θεὸς ὡς καὶ ἡμῖν....ἐγώ, τίς ἤμην δυνατὸς κωλῦσαι τὸν Θεόν;" (Πράξ. 11, 17).

Ἡ λέξη τοῦ κειμένου " ἴση" σημαίνει, ὅτι τὸ λαμβανόμενο ἐδῶ χάρισμα δὲν εἶναι μόνον τὸ ἴδιο μὲ ἐκεῖνο τῆς Πεντηκοστῆς, ἀλλὰ καὶ ἴσο πρὸς ἐκεῖνο. Εἶναι, ὅμως, ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ ἰδέα τῆς ἰσότητος ποὺ βρίσκεται στὸ βάθος τῶν προβλημάτων τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου, ὅπου, πολλοί, μὲ μόνο τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν, ἐθεωροῦσαν τοὺς ἑαυτούς των ἴσους μὲ τοὺς ἄλλους χαρισματούχους, χωρὶς νὰ καταλαβαίνουν, ὅτι αὐτὸ ἰσχύει μόνον ὅταν ἡ γλωσσολαλία ἕπεται ἤ ἀκολουθεῖται ἀπὸ δοξασμό, ἀφοῦ, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς θέας τοῦ Θεοῦ, ὅλα τὰ χαρίσματα καταργοῦνται, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀγάπη.

Αὐτὸ τὸ βάπτισμα "ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι", ποὺ καταλήγει στὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν καὶ ποὺ ἀκολουθεῖται συνήθως ἀπὸ τὸ χάρισμα τῆς προφητείας, εἶναι προφανῶς ἡ ἀπαρχὴ τοῦ Χρίσματος, τοῦ Μυστηρίου δηλ. μὲ τὸ ὁποῖο γίνεται κανεὶς μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ ναὸς τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν ἀπ. Παῦλο, τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν φαίνεται νὰ εἶναι ἡ ἐλαχίστη ἀπαίτηση γιὰ νὰ γίνη κανεὶς μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλ. μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Καί, εἶναι τὸ θεμέλιο, ὄχι μόνο τῆς προφητείας, ἀλλὰ ὅλων τῶν χαρισμάτων.

Μετὰ ἀπὸ τοὺς γλωσσολαλοῦντας, ἔρχονται οἱ "ἰδιῶται" καὶ οἱ "ἄπιστοι". Αὐτοί, δὲν εἶναι, οὔτε μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, οὔτε, βέβαια, χαρισματοῦχοι. Οἱ "ἰδιῶται" κατέχουν ἕναν ἰδιαίτερο χῶρο μέσα στὴν σύναξη τῶν πιστῶν καὶ λένε "ἀμὴν" στὶς κατάλληλες στιγμές, κατὰ τὴν διάρκεια τῶν προσευχῶν (Α΄ Κορινθ. 14,
16). Τὸ γεγονὸς ὅτι λένε "ἀμήν", στὶς εὐχαριστιακὲς συνάξεις, σημαίνει, ὅτι ἦσαν πιθανώτατα βαπτισμένοι "ἐν ὕδατι" καὶ ἀνέμεναν τὴν ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος "ἐν τῇ καρδίᾳ", δηλ. τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν, καὶ ἐνδεχομένως συμμετεῖχαν στὴν εὐχαριστιακὴ κοινωνία, ὅπως ἀκριβῶς ἔκαναν καὶ οἱ Ἀπόστολοι πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς. Πρόκειται ἀσφαλῶς γιὰ τοὺς βαπτισμένους λαϊκοὺς τῆς Ἀποστολικῆς κοινότητος. Οἱ "ἀπιστοι" εἶναι ἀσφαλῶς οἱ κατηχούμενοι, εἰδωλολατρικῆς προελεύσεως, ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ τύχουν τῆς μεταχειρίσεως τῶν Ἰουδαίων. Οἱ Ἰουδαῖοι ἐθεωροῦντο ἀκόμη πιστοὶ ἐν ὅσῳ δὲν ἀπέρριπταν ἐντελῶς τὸν σαρκωθέντα Κύριο τῆς δόξης. 

Οἱ χαρισματοῦχοι τῆς Α΄ Κορινθ. 12, 4-10 (συμπεριλαμβανομένων καὶ τῶν "διακονιῶν" καὶ "ἐνεργημάτων" στὰ χαρίσματα ποὺ καταγράφονται ἐκεῖ, καθὼς γίνεται σαφὲς στὸ Α΄ Κορινθ. 12, 28-31) καὶ οἱ χαρισματοῦχοι αὐτῶν τῶν τελευταίων στίχων, εἶναι ὅλοι "κληρικοὶ" καταγεγραμμένοι σύμφωνα μὲ τὰ πνευματικά τους χαρίσματα καὶ ὄχι κατὰ αὐστηρὴ σειρὰ τοῦ λειτουργικοῦ ρόλου καὶ τῆς χειροτονίας των. Εἶναι "κεκλημένοι" κατʼ εὐθεῖαν ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος χορηγεῖ τὸ χάρισμα τῆς προσευχῆς "ἐν γλώσσῃ", μετὰ ἀπὸ κατάλληλη προπαρασκευὴ ἀπὸ ἕναν πνευματικὸ πατέρα.

Ὁ Παῦλος λέει, ὅτι οἱ Κορίνθιοι ἐνδέχεται νὰ ἔχουν "μυρίους παιδαγωγοὺς ἐν Χριστῷ, ἀλλʼ οὐ πολλοὺς πατέρας• ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ Εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα" (Α΄ Κορινθ. 4, 15). Ὁ Παῦλος πάντως εὐχαριστεῖ τὸν Θεὸ ποὺ δὲν ἐβάπτισε κανέναν ἀπὸ τοὺς Κορινθίους, πλὴν ἐλαχίστων (Α΄ Κορινθ. 1, 14-16). Αὐτὸ σημαίνει, πὼς ὁ Παῦλος τοὺς ἐγέννησε στὸ πεδίο τῶν χαρισμάτων, ἀπʼ τὰ ὁποῖα τὸ "λαλεῖν" ἤ "εὔχεσθαι" "ἐν γλώσσαις" εἶναι τὸ θεμελιῶδες. Μὲ ἄλλα λόγια, τὰ χαρίσματα εἶναι προϊόντα τοῦ βαπτίσματος "ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ", καὶ σημεῖο ὅτι ἔχει γίνει κανεὶς μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ: " Καὶ γὰρ ἐν ἑνὶ Πνεύματι ἡμεῖς πάντες εἰς ἕν σῶμα ἐβαπτίσθημεν... καὶ πάντες εἰς ἕν Πνεῦμα ἐποτίσθημεν" (Α΄ Κορινθ. 12,
13). Αὐτὸ εἶναι σαφῶς τὸ βάπτισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀπʼ ὅ,τι ἀκολουθεῖ, τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ περιλαμβάνει μόνον ὅσους ἔχουν ἔτσι βαπτισθῆ. 

῞Οπως στὶς Πράξεις, ἔτσι καὶ στὸν Παῦλο, στὶς ἐπιστολές του, ἡ γλωσσολαλία εἶναι θεμελιῶδες γνώρισμα τοῦ βαπτισμένου "ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ". Ἀλλά, στὸ Α΄ Κορινθ. 12, 10-28 καὶ 12, 28-30, τὰ "γένη γλωσσῶν" φαίνεται νὰ εἶναι ἀποκομμένα ἀπὸ τὰ ὑψηλότερα χαρίσματα, δίνοντας ἔτσι τὴν ἐντύπωση ὅτι ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ κάνη καὶ χωρὶς αὐτά. Πάντως, ἡ ἔκφρασις "μὴ πάντες γλώσσαις λαλοῦσι;" (Α΄ Κορινθ. 12, 30) δὲν ἀναφέρεται στοὺς χαρισματούχους ὑψηλοτέρων χαρισμάτων, ἀλλὰ μᾶλλον στοὺς "ἰδιώτας" καὶ "ἀπίστους", καθὼς φαίνεται στὸ Α΄ Κορινθ. 14, 16 καὶ 14, 23-24. ῞Οταν ὁ Παῦλος ἀπαριθμῆ "οὕς ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ", ἀρχίζει μὲ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τελειώνει μὲ τὰ "γένη γλωσσῶν", στὴν τελευταία θέση (Α΄ Κορινθ. 12, 28). Οἱ "ἰδιῶται" δὲν περιλαμβάνονται, οὔτε ἐδῶ, οὔτε στὸν διακανονισμὸ τῆς συνάξεως (Α΄ Κορινθ. 14, 26 κ.ἑ.). Ὁ λόγος εἶναι ὅτι δὲν ἔχουν ἀκόμη τὸ χάρισμα τοῦ ἀκαταπαύστως εὐχομένου "ἐν αὐτοῖς" Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἑπομένως δὲν "ἐτέθησαν" ἀκόμη ἀπὸ τὸν Θεὸ μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλ.στὴν Ἐκκλησία.

Τὸ ὅτι τὰ ὑψηλότερα χαρίσματα περιλαμβάνουν τὰ μικρότερα, ὄχι ὅμως καὶ τὸ ἀντίθετο, εἶναι σαφὲς ἀπʼ ὅ,τι λέει, γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὁ ἀπ. Παῦλος: "Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου πάντων ὑμῶν μᾶλλον γλώσσαις λαλῶν• ἀλλʼ ἐν ἐκκλησίᾳ θέλω πέντε λόγους τῷ νοΐ μου λαλῆσαι, ἵνα καὶ ἄλλους κατηχήσω, ἤ μυρίους λόγους ἐν γλώσσῃ" (Α΄ Κορινθ. 14, 18-19). Αὐτό, δὲν σημαίνει, ὅτι ὁ ἀπ. Παῦλος δὲν προσευχόταν στὴν Ἐκκλησία "ἐν γλώσσῃ", δηλαδὴ "ἐν Πνεύματι", ἀλλʼ ὅτι στὴν Ἐκκλησία ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ προσεύχεται καὶ κατὰ διάνοια (ἐκφώνως) πρὸς οἰκοδομὴν τῶν ἄλλων: "Προσεύξομαι τῷ πνεύματι, προσεύξομαι δὲ καὶ τῷ νοΐ " (Α΄ Κορινθ. 14, 15).

Μὲ τὰ "γένη γλωσσῶν", ὁ ἀπ. Παῦλος ἀσφαλῶς ἐννοεῖ προσευχή, ἀπαγγελία ψαλμῶν, καὶ ψαλμωδία πνευματικῶν ὕμνων καὶ ὠδῶν (Ἐφεσ. 5, 18-20). ῎Ετσι, μερικοὶ ἔχουν "γένη γλωσσῶν" καὶ ἄλλοι ἔχουν ἐπὶ πλέον "ἑρμηνεία γλωσσῶν" (Α΄ Κορινθ. 12,10 και 29). "Ζηλοῦτε δὲ τὰ πνευματικά, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε..... Μείζων δὲ ὁ προφητεύων ἤ ὁ λαλῶν γλώσσαις, ἐκτὸς εἰ μὴ διερμηνεύῃ, ἵνα ἡ ἐκκλησία οἰκοδομὴν λάβῃ" (Α΄ Κορινθ. 14, 1 καὶ 5). ῞Οπως στὶς Πράξεις, ἔτσι καὶ ἐδῶ, ἡ προφητεία ὑπάρχει ἐξ αἰτίας τοῦ χαρίσματος τῶν γλωσσῶν, ἀλλʼ αὐτὸ τὸ τελευταῖο ἐνδέχεται νὰ μὴ καταλήγη πάντοτε σὲ προφητεία. Δὲν ὑπάρχει ἀναφορά, ὅτι ὁ Κορνήλιος καὶ οἱ ἰδικοί του ἐπροφήτευαν, ἄν καὶ "ἐλάλουν γλώσσαις" σὰν ἀποτέλεσμα τοῦ δοξασμοῦ των 6.

῞Οταν ὁ ἀπ. Παῦλος λέη, ὅτι "θέλω δὲ πάντας ὑμᾶς λαλεῖν γλώσσαις, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε• μείζων γὰρ ὁ προφητεύων ἤ ὁ λαλῶν γλώσσαις, ἐκτὸς εἰ μὴ διερμηνεύῃ, ἵνα ἡ ἐκκλησία οἰκοδομὴν λάβῃ" (Α΄ Κορ. 14, 5), ἐννοεῖ, ὅτι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μόνον "λαλεῖ γλώσσαις" πρέπει νὰ μάθη νὰ διερμηνεύη τοὺς ψαλμοὺς καὶ τὶς προσευχὲς "ἐν τῇ καρδίᾳ" του, δηλαδὴ νὰ τὰ μεταφέρη στὴν διάνοιά του (καὶ νὰ τὰ ἀπαγγέλλη γιὰ νὰ εἰσακουσθοῦν ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ὥστε νὰ οἰκοδομηθοῦν). "Διόπερ ὁ λαλῶν γλώσσῃ προσευχέσθω ἵνα διερμηνεύῃ. Ἐὰν γὰρ προσεύχωμαι γλώσσῃ, τὸ πνεῦμά μου προσεύχεται, ὁ δὲ νοῦς μου ἄκαρπός ἐστι• τί οὖν ἐστι; Προσεύξομαι τῷ πνεύματι, προσεύξομαι δὲ καὶ τῷ νοΐ• ψαλῶ τῷ πνεύματι, ψαλῶ δὲ καὶ τῷ νοΐ. Ἐπεὶ ἐὰν εὐλογήσῃς τῷ πνεύματι, ὁ ἀναπληρῶν τὸν τόπον τοῦ ἰδιώτου πῶς ἐρεῖ τὸ ἀμὴν ἐπὶ τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ, ἐπειδὴ τί λέγεις οὐκ οἶδε; Σὺ μὲν γὰρ καλῶς εὐχαριστεῖς, ἀλλʼ ὁ ἕτερος οὐκ οἰκοδομεῖται. Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου πάντων ὑμῶν μᾶλλον γλώσσαις λαλῶν• ἀλλʼ ἐν ἐκκλησίᾳ θέλω πέντε λόγους διὰ τοῦ νοός μου λαλῆσαι, ἵνα καὶ ἄλλους κατηχήσω, ἤ μυρίους λόγους ἐν γλώσσῃ" (Α΄ Κορ. 14, 13-19).

Ὁ Παῦλος οὐδέποτε λέγει, ὅτι κάποιος διερμηνεύει ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ὁ ἄλλος 
"λαλεῖ γλώσσαις". Διερμηνεύει κάποιος ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ὁ ἴδιος "λαλεῖ γλώσσαις" "ἐν τῇ καρδίᾳ" του. Ἑπομένως, τὸ Α΄ Κορ. 14, 27-28, σημαίνει "εἴτε γλώσσῃ τις λαλεῖ, κατὰ δύο ἤ τὸ πλεῖστον τρεῖς, καὶ ἀνὰ μέρος, καὶ εἷς διερμηνευέτω• ἐὰν δὲ μὴ ᾖ διερμηνευτής, σιγάτω ἐν ἐκκλησίᾳ, ἑαυτῷ δὲ λαλείτω καὶ τῷ Θεῷ". Ὁ διερμηνευτὴς εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἔχει τὴν Χάρη νὰ μεταφέρη τὴν προσευχὴ τοῦ Πνεύματος "ἐν τῇ καρδίᾳ" του, ἀπὸ τὴν καρδία του στὴν διάνοιά του, γιὰ νὰ γίνεται ἀκουστὴ ἀπὸ τοὺς ἄλλους πρὸς οἰκοδομήν τους. 

Ὁ ἀπ. Παῦλος ἐλυπήθη ὑπερβολικά, ἐπειδὴ μία ὁμάδα Κορινθίων χαρισματούχων εἶχε προφανῶς πείσει κάποιους ἄλλους νὰ κάνουν ὁμαδικὴ λατρεία τῆς καρδίας χωρὶς νὰ μεταφέρουν, οἱ χαρισματοῦχοι, τὴν προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀπὸ τὶς καρδιὲς τους στὴν διάνοια, ὥστε νὰ τὴν ἐκφράζουν διὰ τοῦ λόγου καὶ νὰ τὴν ἀκούουν καὶ οἱ ἄλλοι. Γιὰ τὸν Παῦλο, αὐτὸ τὸ πρᾶγμα (τὸ νὰ ἀποκαλύπτεται δηλ. ἡ χαρισματικὴ προσευχή διὰ τοῦ λόγου) εἶναι καθʼ ἑαυτὸ σωστό: "Σὺ μὲν γὰρ καλῶς εὐχαριστεῖς, ἀλλʼ ὁ ἕτερος οὐκ οἰκοδομεῖται" (Α΄ Κορ. 14, 17).... "ἐπεὶ ἐὰν εὐλογήσῃς τῷ πνεύματι, ὁ ἀναπληρῶν τὸν τόπον τοῦ ἰδιώτου πῶς ἐρεῖ τὸ
‘ἀμήν’ ἐπὶ τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ, ἐπειδὴ τί λέγεις οὐκ οἶδε;" (Α΄ Κορ. 14, 16). Εἶναι φανερό, ὅτι οἱ ὅροι "προσεύχεσθαι ἐν Πνεύματι" καὶ "προσεύχεσθαι ἐν γλώσσῃ" ἐναλλάσσονται. 

Ὁ ἀπ. Παῦλος ἐξετάζει τὰ εἴδη τῶν φωνῶν ποὺ ὑπάρχουν στὸν κόσμο, τόσο τῶν ἀψύχων πραγμάτων, ὅπως τῶν αὐλῶν, ἁρπῶν καὶ σαλπίγγων, ὅσο καὶ τῶν ἀνθρωπίνων. Τὸ ὅτι ὁ ἀπ. Παῦλος ὁμιλεῖ περὶ "φωνῶν" ποὺ παράγονται, καὶ ὄχι περὶ συγκεχυμένων καὶ ἀκαταλήπτων ἤχων, γίνεται σαφὲς ἀπὸ τὸν ὅρο "ἄδηλος φωνή" στὸ Α΄ Κορ. 14, 8, ποὺ σημαίνει ἀφανὴς ἤ ἀκατάληπτος ἦχος. Στὸ Α΄ Κορ. 14, 9, ὁ Παῦλος ὁμιλεῖ περὶ ἀδυναμίας καταλήψεως τοῦ λόγου, ἐκτὸς ἄν μεταδίδεται μὲ
λέξεις, σχηματισμένος μὲ τὴν γλῶσσα. Καί συνεχίζει: "Τοσαῦτα, εἰ τύχοι, γένη φωνῶν ἐστὶν ἐν κόσμῳ, καὶ οὐδὲν αὐτῶν ἄφωνον. Ἐὰν οὖν μὴ εἰδῶ τὴν δύναμιν τῆς φωνῆς, ἔσομαι τῷ λαλοῦντι βάρβαρος καὶ ὁ λαλῶν ἐν ἐμοὶ βάρβαρος" (Α΄ Κορ. 14, 10-11). Φαίνεται καθαρά, ὅτι τὸ Κεφ. 14 τῆς Α΄ Κορ. σὲ κανένα σημεῖο δὲν ἀντιφάσκει πρὸς ὅ,τι ἔχει τεθῆ εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς, ὡς ὑπὸ συζήτηση θέμα: " Ὁ γὰρ λαλῶν γλώσσῃ οὐκ ἀνθρώποις λαλεῖ, ἀλλὰ τῷ Θεῷ• οὐδεὶς γὰρ ἀκούει, πνεύματι δὲ λαλεῖ μυστήρια" (Α΄ Κορ. 14, 2). "Ἐὰν ἔλθω πρὸς ὑμᾶς γλώσσαις λαλῶν, τί ὑμᾶς ὠφελήσω, ἐὰν μὴ ὑμῖν λαλήσω..." (Α΄ Κορ. 14, 6). 

Αὐτὸ τοῦτο τὸ γεγονός, ὅτι δηλαδὴ ὡρισμένοι Κορίνθιοι γλωσσολαλοῦσαν, ἀλλʼ οὔτε διερμήνευαν, οὔτε προφήτευαν, πρέπει νὰ θεωρηθῆ καθοριστικὴ ἀπόδειξη ὅτι τὸ "γλωσσολαλεῖν" δὲν εἶναι τὸ "ἀποφθέγγεσθαι" τῶν Πράξεων 2, 1 κ. ἑ. Ὁ Παῦλος, ἐξ ἄλλου, δὲν κάνει τὴν παραμικρὴ νύξη, ὅτι οἱ γλωσσολαλοῦντες εἶχαν ὁποιοδήποτε πρόβλημα ἀλληλοκατανοήσεως. Φαίνεται, ὅτι μόνον οἱ "ἰδιῶται" καὶ οἱ "ἄπιστοι" δὲν μποροῦσαν νὰ μετάσχουν σὲ ὅ,τι συνέβαινε. Πάντως, ὁσάκις ὁλόκληρο τὸ Σῶμα τῶν χαρισματούχων ἐπεδίδετο στὴν προφητεία, τότε καὶ οἱ "ἰδιῶται" καὶ οἱ "ἄπιστοι" συνειδητοποιοῦσαν, ὅτι τὰ "κρυπτὰ τῆς καρδίας" των "φανερὰ γίνεται", "ἐλεγχόμενοι καὶ ἀνακρινόμενοι ὑπὸ πάντων" τῶν χαρισματούχων (Α΄ Κορ. 14, 24-25). Αὐτὴ εἶναι ἡ διάγνωση γιὰ τὴν ὁποία μιλήσαμε στὸ τελευταῖο κεφάλαιο. ῎Ετσι, ἀποκτοῦσαν τὴν πεποίθηση, ὅτι οἱ προφῆτες πραγματικὰ εἶχαν τὸν Θεὸν ἐντὸς των. Τελικά, ἡ ἐμπιστοσύνη καὶ ἡ ὑποταγὴ τῶν "ἰδιωτῶν" καὶ "ἀπίστων" στὴν θεραπευτικὴ ἀγωγὴ αὐτῶν τῶν πνευματικῶν πατέρων, ὡδηγοῦσε στὴν "ἐν Πνεύματι" υἱοθεσία καὶ ἕνωσή τους μὲ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ στὸ νὰ λάβουν καὶ αὐτοὶ τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν.

῎Ετσι, ἡ διάγνωσις τῆς πνευματικῆς ἀσθενείας τῆς καρδίας ἀπὸ θεραπευτὲς μὲ τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως τῶν πνευμάτων (Α΄ Κορ. 12, 10), εἶναι πιὸ θεμελιώδης προϋπόθεση ἀποκτήσεως τῆς θεραπευτικῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος "ἐν τῇ καρδίᾳ", ἡ ὁποία μόνη χορηγεῖ τὴν κατανόηση ὅλων ἐκείνων ποὺ προσιδιάζουν στὸν Χριστὸ καὶ στὸ Σῶμα Του, τὴν Ἐκκλησία. Νά, γιατὶ "αἱ γλῶσσαι εἰς σημεῖόν εἰσιν οὐ τοῖς πιστεύουσιν, ἀλλὰ τοῖς ἀπίστοις• ἡ δὲ προφητεία οὐ τοῖς ἀπίστοις, ἀλλὰ τοῖς πιστεύουσιν" (Α΄ Κορ. 14, 22).

Μὲ ἄλλα λόγια, οἱ γλῶσσες δὲν εἶναι σημεῖο γιὰ ὅσους ἔχουν τὸ χάρισμα τῆς ἐσωτερικῆς πίστεως "ἐν τῇ καρδίᾳ", ἀφοῦ κατέχουν τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν, ἀλλὰ γιὰ ὅσους δὲν ἔχουν αὐτὸ τὸ χάρισμα. Ἡ προφητεία, ὅμως, εἶναι σημεῖο ὄχι γιὰ ὅσους δὲν ἔχουν αὐτὴν τὴν πίστη, ἀφοῦ δὲν ἔχουν τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν, τὸ ὁποῖο καθιστᾶ, καὶ τὴν προφητεία, καὶ τὴν κατανόησή της, ἐφικτές, ἀλλὰ γιὰ ὅσους ἔχουν τὴν πίστη, ἀφοῦ, ἔχοντας αὐτὸ τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν, κατανοοῦν τὴν προφητεία.

῎Ετσι, πρέπει νʼ ἀρχίση κανεὶς μὲ τὴν ἐξωτερικὴ πίστη ἀποδοχῆς τῆς αὐθεντίας ἤ δεξιοτεχνίας τοῦ θεραπευτοῦ. Τὸ νὰ παραμείνη κανεὶς στὴν κατάσταση τῆς προσευχῆς καὶ ἀπαγγελίας τῶν ψαλμῶν "ἐν τῇ καρδίᾳ" χωρὶς νὰ προαχθῆ τουλάχιστον στὴν οἰκοδομοῦσα τοὺς ἄλλους διερμηνεία, εἶναι ἀφροσύνη τῆς πνευματικῆς ἀναπτύξεως καὶ δὲν θὰ ὁδηγήση στὴν ἀγάπη, ἡ ὁποία "οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς". "Διὰ τοῦτο, ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί " (Α΄ Κορ. 11, 30).

Ἡ γλωσσολαλιὰ δὲν εἶναι ἰδιότυπο φαινόμενο τῆς Χριστιανικῆς Κορίνθου. Ὁ ἀπ. Παῦλος ὁμιλεῖ στοὺς Ρωμαίους περὶ "λογικῆς λατρείας" καὶ μεταβολῆς των διʼ ἀνανεώσεως τοῦ "νοός" (Ρωμ. 12, 1-2). Αὐτὸ γίνεται ἐφικτὸ μὲ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ νοῦ ἀπὸ τὸν ἐγκατοικοῦντα στὰ μέλη τοῦ ἀνθρώπου νόμο, ποὺ πολεμεῖ κατὰ τοῦ νόμου ποὺ ἔχει ἀποδεχθῆ ὁ νοῦς, καὶ κρατεῖ τὸν ἄνθρωπο αἰχμάλωτο στὸν νόμο τῆς ἁμαρτίας (Ρωμ. 7, 23). "...Αὐτὸς ἐγὼ τῷ μὲν νοΐ δουλεύω νόμῳ Θεοῦ, τῇ δὲ σαρκὶ νόμῳ ἁμαρτίας. Οὐδὲν ἄρα νῦν κατάκριμα τοῖς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μὴ κατὰ σάρκα
περιπατοῦσιν, ἀλλὰ κατὰ πνεῦμα. Ὁ γὰρ νόμος τοῦ πνεύματος τῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἠλευθέρωσέ με ἀπὸ τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου" (Ρωμ. 7, 25 καὶ 8, 1-2). "Εἰ δὲ Χριστὸς ἐν ὑμῖν, τὸ μὲν σῶμα νεκρὸν διὰ τὴν ἁμαρτίαν τὸ δὲ πνεῦμα ζωὴ διὰ δικαιοσύνην" (Ρωμ. 8, 10). " ῞Οσοι γὰρ Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται, οὗτοί εἰσιν υἱοὶ Θεοῦ. Οὐ γὰρ ἐλάβατε πνεῦμα δουλείας πάλιν εἰς φόβον, ἀλλὰ ἐλάβετε πνεῦμα υἱοθεσίας, ἐν ᾧ κράζομεν• ἀββᾶ ὁ πατήρ. Αὐτὸ τὸ Πνεῦμα συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἡμῶν ὅτι ἐσμὲν τέκνα Θεοῦ" (Ρωμ. 8, 14-16). Μὲ ἄλλα λόγια, γνωρίζει κανεὶς τὴν δικαίωση καὶ τὴν υἱοθεσία του "ἐν Χριστῷ" ἀπὸ τὸ Πνεῦμα, ὅταν 'ἀκούη' ἀκατάπαυστα τὴν προσευχὴ τοῦ Πνεύματος στὴν καρδιά του. 

῞Οτι αὐτὸς "ὁ νόμος τοῦ Πνεύματος τῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ" εἶναι τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν τῆς Α΄ Κορ. καὶ τῶν Πράξεων, γίνεται σαφὲς ἀπὸ τὸ ἀποκορύφωμα τῶν ὅσων ἐκθέτει ὁ Παῦλος: " Τὸ γὰρ τί προσευξώμεθα καθὸ δεῖ οὐκ οἴδαμεν, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ Πνεῦμα ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις• ὁ δὲ ἐρευνῶν τὰς καρδίας οἶδε τί τὸ φρόνημα τοῦ Πνεύματος, ὅτι κατὰ Θεὸν ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἁγίων" (Ρωμ. 8, 26-27). Μὲ ἄλλα λόγια, τὸ νὰ εἶσαι μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ νὰ ἔχης αὐτὸ τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν. "Εἰ δέ τις Πνεῦμα Χριστοῦ οὐκ ἔχει, οὗτος οὐκ ἔστιν αὐτοῦ" (Ρωμ. 8, 9). ῎Ετσι, μπορεῖ νὰ καταλάβη κανεὶς γιατὶ ὁ Ἰωάννης ὀνομάζει τὸ ῞Αγιον Πνεῦμα "ἄλλον Παράκλητον", ποὺ κατὰ λέξιν σημαίνει συνήγορο, ἤ ἐκεῖνον ποὺ πρεσβεύει ὑπὲρ ἄλλου.

῎Ισως, ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἐντυπωσιακὰ χωρία ἐπάνω στὰ "γένη γλωσσῶν" εἶναι τὸ Ἐφεσ. 5, 18-20: "...Ἀλλά πληροῦσθε ἐν Πνεύματι, λαλοῦντες ἑαυτοῖς (πρβλ. τὸ "ἑαυτῷ δὲ λαλείτω καὶ τῷ Θεῷ" τῆς Α΄ Κορ. 14, 28) ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ᾄδοντες καὶ ψάλλοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ Κυρίῳ, εὐχαριστοῦντες πάντοτε ὑπὲρ πάντων ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τῷ Θεῷ καὶ πατρί". Πρόκειται, βέβαια, γιὰ ἀνεπτυγμένη μορφὴ τοῦ "ψαλῶ τῷ πνεύματι" τῆς Α΄ Κορ. 14, 15, ποὺ πρέπει νὰ διακριθῆ ἀπὸ τὸ "ψαλῶ δὲ καὶ τῷ νοΐ". Εἶναι ἐπίσης καθαρὴ ἀντανάκλαση τῶν ὅσων μᾶς εἶπε ὁ Παῦλος γιὰ τὸν ἑαυτό του στὸ Α΄ Κορ.
14, 18, καθὼς καὶ τεκμήριο τῆς ἀκαταπαύστου ἐκδηλώσεως ποὺ παρουσιάζουν τὰ "γένη γλωσσῶν". 

Ὑπὸ τὸ φῶς αὐτῶν τῶν δεδομένων, μπορεῖ κανεὶς νὰ στραφῆ στὸ Α΄ Θεσ. 5, 16-21: "Πάντοτε χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε• τοῦτο γὰρ θέλημα Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς ὑμᾶς. Τὸ Πνεῦμα μἠ σβέννυτε, προφητείας μὴ ἐξουθενεῖτε. Πάντα δὲ δοκιμάζετε, τὸ καλὸν κατέχετε• ἀπὸ παντὸς εἴδους πονηροῦ ἀπέχεσθε". Αὐτὸ ἀποτελεῖ περίληψη ὅλων ὅσων ἐξετάσαμε μέχρις ἐδῶ.

Ὁ "νόμος τοῦ Πνεύματος τῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ" δὲν ἔρχεται ἑπομένως σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν κτιστὴ Τορὰ (τὴν Πεντάτευχο), ἀλλʼ εἶναι αὐτὸς ποὺ καθιστᾶ δυνατὴ τὴν ἐκπλήρωσή της. ῎Ετσι, μπορεῖ νὰ καταλάβη κανείς, γιατί οἱ Πατέρες δὲν ἐκλαμβάνουν τὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἁπλῶς σὰν Νόμο, οὔτε τὴν Καινὴ ἁπλῶς σὰν Χάρη. Γιὰ τὸν Παῦλο, ἡ πίστις δὲν εἶναι ἁπλῶς μία ἀποδοχὴ δογμάτων, ἀλλὰ τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν "ἐν τῇ καρδίᾳ". Οἱ ἴδιες θεολογικὲς κατηγορίες περιέχονται στὴν ἐπιστολὴ τοῦ Παύλου πρὸς Γαλάτας:" ...Ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν• ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν" (Γαλ. 3, 24). Ὁ Παῦλος, δὲν δημιουργεῖ μία ἱστορικὴ ἀντίθεση, μεταξὺ Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης, μὲ τὸν Νόμο ποὺ ὑποτίθεται ὅτι καταργεῖται ἀπὸ τὴν Χάρη μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ. Μιλάει γιὰ τὴν διάκριση, μεταξὺ τῶν κατηχουμένων ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ Νόμου καὶ τῶν βαπτισμένων ἐν Πνεύματι, κατὰ τὴν ἐποχή του. Οἱ Γαλάτες ἦσαν, ἐνόσῳ παρέμεναν νήπιοι, ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τῆς Τορά, ἀλλά, τώρα, ἔχοντες λάβει τὸ "ἐν Πνεύματι βάπτισμα", δὲν εἶναι πλέον "ἰδιῶται" ἤ "ἄπιστοι", ἐπειδὴ ἔχουν τὸν ἄκτιστο νόμο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ Χριστοῦ "ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν".

Ἡ πίστις, ἐδῶ, δὲν εἶναι ἁπλῶς πεποίθηση ἤ ἐμπιστοσύνη στὸν Χριστό, ἀλλὰ ἐσωτερικὴ κατάσταση, ποὺ ἔρχεται σὰν χάρισμα τῶν γλωσσῶν: "Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστὲ διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ• ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε.... ῞Οτι δέ ἐστε υἱοί, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, κράζον• ἀββᾶ ὁ πατήρ. ῞Ωστε οὐκέτι εἶ δοῦλος, ἀλλʼ υἱός• εἰ δὲ υἱός, καὶ κληρονόμος Θεοῦ διὰ Χριστοῦ" (Γαλ. 3, 26-27 καὶ 4, 6-7). Δικαίωση διὰ τῆς πίστεως, χάρισμα γλωσσῶν, βάπτισμα εἰς Χριστὸν, καταλλαγὴ καὶ υἱοθεσία, εἶναι μία ταυτόσημη πραγματικότητα. Εἶναι μέσα στὸ πεδίο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς τὸ ὅτι δὲν ὑπάρχουν, οὔτε Ἰουδαῖοι, οὔτε ῞Ελληνες, οὔτε δοῦλοι, οὔτε ἐλεύθεροι, οὔτε ἄρρενες, οὔτε θήλεις, ἀλλὰ "πάντες ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ" (Γαλ. 3, 28). Στὸ ἐπίπεδο τῆς "ἐν γλώσσαις" προσευχῆς καὶ προφητείας, ὅλοι εἶναι "εἷς ἐν Χριστῷ".

῎Ετσι, ἔχομε τὸ φαινόμενο νὰ εἶναι "πᾶς ἀνὴρ προσευχόμενος ἤ προφητεύων" καὶ "πᾶσα γυνὴ προσευχομένη ἤ προφητεύουσα" στὴν Α΄ Κορ. 11, 4-5. Πάντως, οἱ ἄνδρες πρέπει νὰ ἐνεργοῦν ἔτσι μὲ τὸ κεφάλι τους ἀκάλυπτο, ἐνῶ οἱ γυναῖκες μὲ τὸ κεφάλι καλυμμένο, ἐπειδὴ "παντὸς ἀνδρὸς ἡ κεφαλὴ ὁ Χριστός ἐστιν, κεφαλὴ δὲ γυναικὸς ὁ ἀνήρ, κεφαλὴ δὲ τοῦ Χριστοῦ ὁ Θεός" (Α΄ Κορ. 11, 3). Ἀφοῦ, λοιπόν, προφητεύει κανεὶς πρὸς οἰκοδομὴν τῶν ἄλλων (Α΄ Κορ. 14, 2) καὶ τῆς Ἐκκλησίας (Α΄ Κορ. 14, 4), θὰ περίμενε κανεὶς ὅτι καὶ οἱ γυναῖκες θὰ προφητεύουν 7 στὴν ἐκκλησία: "Δύνασθε γὰρ καθʼ ἕνα πάντες προφητεύειν, ἵνα πάντες μανθάνωσι καὶ πάντες παρακαλῶνται" (Α΄ Κορ. 14, 31). Ὁ Παῦλος, ὅμως, ἀπαγορεύει στὶς γυναῖκες νὰ ὁμιλοῦν στὴν ἐκκλησία (Α΄ Κορ. 14, 34-36). ῎Αλλωστε, ἡ ἐντολὴ τοῦ Παύλου, ὅτι οἱ γυναῖκες πρέπει νὰ προφητεύουν μὲ καλυμμένο τὸ κεφάλι, φαίνεται νὰ ἔχη σχέση μὲ τὴν ἐνδυμασία τους στὶς ἐκκλησιαστικὲς συναθροίσεις. Τὸ ὅτι οἱ γυναῖκες προφητεύουν, παράλληλα μὲ τοὺς ἄνδρες, εἶναι ἀκριβῶς ἡ πρώτη ἐκπλήρωση τῆς Παλαιοδιαθηκικῆς προφητείας ποὺ ἀναφέρθηκε ἀπὸ τὸν Πέτρο στὸν κατὰ τὴν Πεντηκοστὴ λόγο του.

Οἱ προφῆτες ποὺ μνημονεύονται στὸ Ἐφεσ. 2, 20, εἶναι προφανῶς ὄχι ἐκεῖνοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλὰ τῆς Ἐκκλησίας, καθὼς φαίνεται καὶ στὸ Ἐφεσ. 3, 5: Ὁ Χριστὸς "ἑτέραις γενεαῖς οὐκ ἐγνωρίσθη τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων ὡς νῦν ἀπεκαλύφθη αὐτοῦ ἀποστόλοις καὶ προφήταις ἐν Πνεύματι". Αὐτὸ φαίνεται νὰ εἶναι σαφὴς ἀναφορὰ στὸ γεγονὸς ὅτι αὐτοὶ ποὺ κατέχουν τὴν δεύτερη θέση στὴν Ἐκκλησία, μετὰ τοὺς ἀποστόλους (Α΄ Κορ. 12, 28), τὴν ὀφείλουν στὸ ὅτι ὁ Χριστὸς τοὺς ἀπεκάλυψε τὸν ἑαυτό Του "ἐν δόξῃ", καθὼς ἔκανε στοὺς ἀποστόλους. Μὲ ἄλλα λόγια, δὲν προφήτευαν μόνον ἐξ αἰτίας τοῦ χαρίσματος τῶν γλωσσῶν, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶχαν ἐπίσης δοξασθῆ "ἐν Χριστῷ", διὰ τοῦ Πνεύματος. Ἰσχυριζόμενος πὼς ὅλα τὰ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἴδια, ὁ Παῦλος καταλήγει, λέγοντας: "...Εἴτε δοξάζεται ἕν μέλος, συγχαίρει πάντα τὰ μέλη. Ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους. Καὶ οὕς μὲν ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους ...." (Α΄ Κορ. 12, 26-28). Ὑπὸ τὸ φῶς, λοιπόν, τῆς Ἐφεσ. 3, 5, αὐτὸ σημαίνει, ὅτι οἱ προφῆτες εἶχαν κληθῆ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ὅπως οἱ Ἀπόστολοι. Ἀσφαλῶς, μὲ μία τέτοια προοπτικὴ πρέπει νὰ κατανοηθῆ τὸ Ἐφεσ. 2, 19, κ.ἑ.: " ῎Αρα οὖν οὐκέτι ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολίται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, ἐποικοδομηθέντες ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καὶ προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ...."

῞Ο,τι, λοιπόν, ἔχομε ἐνώπιόν μας, εἶναι μία κλίμακα τελειώσεως, ποὺ κορυφώνεται στὴν ἀγάπη, ἡ ὁποία "οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς" (Α΄ Κορ. 13, 5) καὶ ἡ ὁποία
ἀπὸ μόνη της "οὐδέποτε ἐκπίπτει" (Α΄ Κορ. 13, 10-12). Αἱ γλῶσσαι καὶ προφητεῖαι καταργοῦνται μὲ τὴν ἔλευση τῆς τελειότητος, δηλ. τοῦ δοξασμοῦ, ἤ τῆς θέας τοῦ Θεοῦ, στὴν "πρόσωπον πρὸς πρόσωπον" συνάντηση μἐ τὸν Χριστὸ "ἐν δόξῃ" (Α΄ Κορ. 13, 10-12). ῞Ομως, μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν συνάντηση, ἡ ἀγάπη παραμένει, παράλληλα μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα καὶ τὰ συνακόλουθα χαρίσματα. 

῞Ο,τι ἔχει γίνει γνωστὸ σὲ μᾶς σὰν "Εὐχαριστιακὴ Ἐκκλησιολογία", εἶναι ἕνα περιεκτικὸ φαινόμενο, τοῦ ὁποίου πρωταρχικὸ περιεχόμενο ὑπῆρξε ἡ Παύλεια πραγματικότητα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Συνισταμένη τῆς δομῆς του ὑπῆρξε ἡ διάγνωση τῆς νόσου τῆς καρδίας καὶ ἡ θεραπεία της μὲ τὰ χαρίσματα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἡ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος "ἐν τῇ καρδίᾳ" ἀποτελοῦσε τὸ sine qua non (ἀπαραίτητο στοιχεῖο), καὶ ὁ δοξασμὸς τὸ θεμέλιο.

῞Οταν ἡ τοπικὴ κοινότητα ἀποτελοῦσε τὸ Παύλειο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία ἦταν ἡ ὁμαλὴ ἤ φυσικὴ ἔκφρασή Του. Πάντως, μὲ τὰ διάφορα στάδια ἐξασθενήσεως αὐτῆς τῆς συνισταμένης τῆς τοπικῆς συνάξεως, ἡ δομὴ τῆς Ἐκκλησίας ὑπέστη μίαν ἀλλοίωση, ποὺ ἦταν ἀποτέλεσμα ἐκλείψεως, ὅσων παρέδιδαν τὴν παρακαταθήκη τῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος "ἐν τῇ καρδίᾳ", ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά, ἀφοῦ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ἡ συνισταμένη τῆς Ἀποστολικῆς παραδόσεως καὶ διαδοχῆς.

Ὁ κλῆρος, ὑποτίθεται, ὅτι ἐκλέγεται ἀπὸ τοὺς πιστούς, δηλαδὴ ἀπὸ ὅσους ἤδη

εὑρίσκονται στὰ στάδια, ἤ τοῦ δοξασμοῦ, ἤ τῆς ἐλλάμψεως. Ἡ ἐκλογὴ αὐτὴ ἦταν ἡ ἀναγνώριση τῆς αὐθεντικῆς πνευματικότητος, στὴν ὁποία ὁ ἐκλεγόμενος εἶχε φθάσει. Οἱ ἱστορικὲς ἐξελίξεις, ποὺ ὡδήγησαν ὡρισμένους πατριάρχες καὶ μητροπολίτες νὰ χειροτονοῦν ἐπισκόπους, ποὺ δὲν εἶχαν φθάσει στὴν πνευματικὴ ἐμπειρία στὴν ὁποία τὰ δόγματα κατατείνουν, τὸ μυστήριο ὅμως τῆς ὁποίας δὲν κατορθώνουν νὰ ἐκφράσουν, περιγράφονται ἀπʼ τὸν ἅγιο Συμεὼν τὸν Νέο Θεολόγο († 1042), ἀνεγνωρισμένον σὰν ἕναν ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ σημαίνει, πὼς ἡ ἱστορική του ἀνάλυση εἶναι ἀναπόσπαστο τμῆμα τῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

῎Ετσι, σʼ ἕνα ἔργο του περὶ Ἐξομολογήσεως (ἄλλοτε ἀποδιδόμενο στὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνό), ὁ ἅγιος Συμεὼν ἐξηγεῖ πὼς, ὅσοι στὴν πρώϊμη περίοδο θὰ ἐχαρακτηρίζοντο ὡς λαϊκοί, δηλ. "ἀναπληροῦντες τὸν τόπον τοῦ ἰδιώτου" (Α΄ Κορ.14, 16) μέσα στὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη, ἄρχισαν, ἀπὸ κάποια στιγμὴ καὶ μετά, νὰ χειροτονοῦνται ἐπίσκοποι, προσποιούμενοι ὅτι εἶχαν φθάσει στὸ στάδιο τῆς ἐλλάμψεως, μολονότι δὲν εἶχαν. Ἀπὸ αὐτούς, τοὺς μὴ ἐλλαμφθέντες, ἐμφανίσθηκαν οἱ αἱρέσεις μέσα στὴν Ἐκκλησία.

Πάντως, αὐτὸ δὲν σημαίνει, πὼς εἶναι κανεὶς Ὀρθόδοξος, ὅταν δὲν εἰσάγη καινὰ δόγματα, ἀλλʼ εἶναι Ὀρθόδοξος, ὅταν εὑρίσκεται στὸ στάδιο τῆς ἐλλάμψεως. Ἀντὶ ἐλλάμψεως, ὅμως, αὐτοὶ "τοῦτο μόνον ἀπαιτοῦντες, τὸ ἐγγράφως ἐκθέσθαι τὸ τῆς πίστεως σύμβολον, καὶ τοῦτο μόνον ἀποδεχόμενοι, τὸ μήτε ὑπὲρ τοῦ ἀγαθοῦ ζηλωτὸν εἶναι, μήτε διὰ τὸ κακόν τινι ἀντιμάχεσθαι, εἰρήνην ἐνταῦθα τῇ Ἐκκλησίᾳ περιποιούμενοι, ὅ χεῖρον πάσης ἔχθρας ἐστί, καὶ μεγάλης ἀκαταστασίας" (Migne, P. G.. 95, 300ΑΒ).

Στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Συμεὼν μπορεῖ κανεὶς νὰ διακρίνη καθαρὰ τὴν αἰωνόβια σύγκρουση μεταξὺ τῆς Ἀποστολικῆς παραδόσεως τῆς διαγνώσεως- θεραπείας, καὶ ὅσων ἐκφυλίζουν τὴν σωτηρία σὲ πίστη καὶ ἐμπιστοσύνη σὲ δόγματα καὶ στὶς ἀξιομισθίες τῶν καλῶν ἔργων καὶ τῆς ἠθικῆς.

Ὁποιοιδήποτε καὶ ἄν ὑπῆρξαν, στὴν πραγματικότητα, οἱ λόγοι γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ Μοναχισμοῦ, ἡ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος "ἐν τῇ καρδίᾳ" ἔγινε ἡ συνισταμένη καὶ ἡ ψυχή του. Ἀπʼ τὴν ἀρχὴ ἀκόμη τοῦ βίου τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος μᾶς πληροφορεῖ ὅτι "προσηύχετο δὲ συνεχῶς, μαθών, ὅτι δεῖ κατʼ

ἰδίαν προσεύχεσθαι ἀδιαλείπτως" (Κεφ. 3). Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κασσιανὸς μᾶς πληροφορεῖ, ὅτι ἡ ἀκατάπαυστη προσευχὴ εἶναι τὸ ἔργο "κάθε μοναχοῦ στὴν πρόοδό του πρὸς διαρκῆ μνήμη Θεοῦ" (Collationes Χ, 10 ).

Αὐτὴ ἡ παράδοση, ἦταν πάρα πολὺ ζωντανὴ στὰ Μεροβίγκεια βασίλεια τῶν Φράγκων. Ἐν τούτοις, τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα μετασχηματίσθηκε σὲ διοικητικὸ ἐργαλεῖο τῶν Φράγκων βασιλέων. ῎Ετσι, ἄν καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ἐπίσκοπος Τουρώνης, ἦταν μεγάλος θαυμαστὴς τοῦ Κασσιανοῦ, τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ τῶν πνευματικῶν ἀπογόνων των, στὴν Gaul (Γαλλία), δὲν καταλάβαινε τί πράγματι ἔκαναν, ποιὰ ἦταν δηλαδὴ ἡ πνευματικὴ ἐργασία τους, ὡς μοναχῶν.

Στὴν περιγραφή του τοῦ βίου τοῦ Πατρόκλου τοῦ Ἐγκλείστου, ὁ Γρηγόριος γράφει ὅτι "ἡ τροφή του ἦταν ψωμὶ μουσκεμένο στὸ νερὸ καὶ ἁλατισμένο. Τὰ μάτια του δὲν ἔκλεισαν ποτὲ γιὰ ὕπνο. Προσευχόταν ἀκατάπαυστα, ἤ, ἄν σταματοῦσε νὰ προσεύχεται γιὰ μία στιγμή, ἐκάλυπτε αὐτὸ τὸ διάστημα διαβάζοντας ἤ γράφοντας" (Ἱστορία τῶν Φράγκων V, 10). Ὁ Γρηγόριος νόμιζε, ὅτι γιὰ νὰ προσεύχεται κανεὶς ἀκατάπαυστα, θἄπρεπε νὰ παραμένη, κατὰ κάποιο τρόπο, ἄϋπνος ἀδιάκοπα. Ἐπίσης, ἀφοῦ ὁ Πάτροκλος ἦταν γνωστὸ πὼς κατανάλισκε τὀν χρόνο του στὸ διάβασμα καὶ στὸ γράψιμο, αὐτὸ σήμαινε, γιὰ τὸν Γρηγόριο, ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ σταματᾶ νὰ προσεύχεται, ὥστε νὰ μπορῆ νὰ γράψη καὶ νὰ διαβάση. Ὁ ἰσχυρισμός του, ὅτι "τοῦ Πατρόκλου τὰ μάτια δὲν ἔκλεισαν ποτὲ γιὰ ὕπνο" εἶναι ἐξαιρετικὰ ἀπίθανος. Στὴν πραγματικότητα, μόνον ὅταν ὁ Πάτροκλος ἦταν σὲ κατάσταση δοξασμοῦ, δὲν ἐκοιμᾶτο. Ἀλλὰ τότε, οὔτε ψωμὶ ἔτρωγε, οὔτε νερὸ ἔπινε, καί, τὸ ἀκόμη σπουδαιότερο, κατὰ τὴν διάρκεια αὐτῆς τῆς καταστάσεως, σταματοῦσε καὶ νὰ προσεύχεται ("γλῶσσαι παύσονται" Α΄ Κορ. 13, 8). ῞Οταν, ὅμως, δὲν βρισκόταν σʼ αὐτὴν τὴν κατάσταση τῆς δόξης, προσευχόταν ἀδιάλειπτα, καὶ ξύπνιος, καὶ κοιμώμενος, καὶ ὅταν διάβαζε καὶ ἔγραφε.

Παραμπομπές

6 Βλέπε σελ. 330 εἰς τό βιβλίο τῆς Δεσποίνης Κοντοστεργίου: 'Αἱ Οἰκουμενικαί Σύνοδοι', ἐκδόσεις Πουρναρᾶ, Θεσ/κη, 1997.

7 Στήν Γραφή, ἡ ἔννοια τοῦ 'προφητεύειν' δέν εἶναι ὅτι μιλᾶ κανείς γιά τό μέλλον, ἀλλ᾽ ὅτι ἀποκαλύπτει σέ κάποιον τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.



Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
!-

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

 

FACEBOOK

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ


Histats

ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΩΝ

extreme

eXTReMe Tracker

pateriki


web stats by Statsie

ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΤΟ FACEBOOK

 PATERIKI


CoolSocial

CoolSocial.net paterikiorthodoxia.com CoolSocial.net Badge

Τελευταία Σχόλια

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ TRANSLATE

+grab this

ON LINE

WEBTREND

Κατάλογος ελληνικών σελίδων
greek-sites.gr - Κατάλογος Ελληνικών Ιστοσελίδων

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

MYBLOGS

myblogs.gr

ΓΙΝΕΤΕ ΜΕΛΟΣ - JOIN US

Καταθέστε τα σχόλια σας με ευπρέπεια ,ανώνυμα, παραπλανητικά,σχόλια δεν γίνονται δεκτά:
Η συμμετοχή σας προυποθέτει τούς Όρους Χρήσης

Please place your comments with propriety, anonymous, misleading, derogatory comments are not acceptable:
Your participation implies in the Terms of Use


| ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ © 2012. All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos | Γιά Εμάς About | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |