Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013
ΣΤ. Συνέπειες καὶ συμπεράσματα
Παρασκευή, Μαρτίου 22, 2013
Αναρτήθηκε από
Sophia Drekou
Ετικέτες στοιχεία ορθόδοξου πατερικής θεολογίας και εκκλησιολογίας
Ετικέτες στοιχεία ορθόδοξου πατερικής θεολογίας και εκκλησιολογίας
ΣΤ. Συνέπειες καὶ συμπεράσματα
1. Φαίνεται, ὅτι ἡ
συμμόρφωσις πρὸς
τὴν Παύλεια,
πρώϊμη Χριστιανικὴ
καὶ Πατερικὴ
κατανόηση τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ,
ὡς Ζωῆς τοῦ
Κόσμου, ἀπαιτεῖ νὰ προσεγγίση κανεὶς τὸ θέμα
ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς ἐμπειρικῆς θεολογίας, ἡ
ὁποία ἔχει σχέση μὲ τὶς
θεραπευτικὲς ἐπιστῆμες....... Ἡ ὕπαρξις νοερᾶς ἐνεργείας
τῆς
ψυχῆς στὸν
ἄνθρωπο
καὶ ἡ
λειτουργία, ἤ μὴ
λειτουργία, της δὲν μπορεῖ νὰ ἀφορᾶ μόνο
τοὺς θεολόγους. Ἡ
δυνατότητα ἀποκαταστάσεώς της (δηλ. ἐπαναλειτουργία
της) καθιστᾶ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ποὺ
γνωρίζει πῶς νὰ ἐπιτυγχάνη τὴν ἀποκατάστασή
της, περισσότερο θετικὴ ἐπιστήμη ἀπὸ τὴν Ψυχιατρική, ὅπως ἡ
τελευταία ἐμφανίζεται στὴν
παροῦσα μορφή της.
......Κανονικοὶ
θεραπευτὲς τῆς ψυχῆς εἶναι ὅσοι, ὄχι μόνον ἔχουν τὴν ἀδιάλειπτο προσευχὴ
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος "ἐν τῇ
καρδίᾳ" των, ἀλλά,
ἐπὶ
πλέον, ὅσοι ἔχουν δοκιμάσει τὴν
ἐμπειρία τοῦ δοξασμοῦ σʼ αὐτὴν τὴν ζωή. Οἱ τελευταῖοι,
εἶναι
οἱ
κύριοι φορεῖς
τῆς παραδόσεως αὐτῆς
τῆς θεραπείας τοῦ νοῦ.
2. Αὐτὰ σημαίνουν, πὼς ἡ
παράδοσις τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων
καὶ Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας δὲν
εἶναι πολὺ διαφορετικὴ ἀπὸ
τὴν παράδοση τῶν
σημερινῶν πρακτικῶν τῶν
θετικῶν ἐπιστημῶν. Ἐπιστημονικὲς ὑποθέσεις
καὶ
θεωρίες δὲν
μποροῦν νὰ διαχωρισθοῦν ἀπὸ τὴν παράδοση
τῆς ἐμπειρικῆς ἐπαληθεύσεως. Ἡ Ἰατρική, π.χ., δὲν
μπορεῖ νὰ διαχωρισθῆ ἀπὸ τὴν
διάγνωση καὶ τὴν θεραπεία. Ἡ διάγνωσις καὶ ἡ θεραπεία
δὲν μπορεῖ νὰ ἐκφυλισθῆ σὲ τελετουργικὲς πράξεις,
ποὺ δὲν ἐπιφέρουν
ἀποδείξιμη ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο,
τὰ Μυστήρια καὶ ἡ
Θεία Λειτουργία δὲν μποροῦν νὰ διαχωρισθοῦν ἀπὸ τὴν
κάθαρση καὶ τὸν φωτισμὸ
τοῦ
νοῦ,
οὔτε μπορεῖ ἡ πίστις,
ἡ θεολογία, ἡ προσευχὴ καὶ
τὸ
δόγμα, νὰ διαχωρισθοῦν ἀπὸ τὴν ἐμπειρικὴ ἐπαλήθευση τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
"ἐν
τῇ καρδίᾳ" καὶ ἀπὸ τὸν δοξασμό.
3. Στὴν
σημερινὴ πραγματικότητα, ὅμως, δυστυχῶς, τόσο ἡ
πίστις, ἡ προσευχή, ἡ θεολογία καὶ τὸ δόγμα, ἀφʼ ἑνός,
ὅσο καὶ τὰ Μυστήρια καὶ
ἡ
Θεία Λειτουργία ἀφʼ
ἑτέρου, ἔχουν
διαχωρισθῆ ἀπὸ τὴν διάγνωση καὶ τὴν
θεραπεία τῆς ἀσθενείας
τοῦ νοῦ. Αὐτὸ ἔχει
συμβῆ, ὄχι
μόνο ἔξω ἀπὸ τὴν
Ὀρθόδοξη
Παράδοση, ἀλλὰ
συμβαίνει ἐπίσης
καὶ ἐντός
Της. Πράγματι, σὲ μερικὲς περιπτώσεις, αὐτὸ ἔχει συμβῆ σὲ εὐρεῖα τμήματα Συνοδικῶν
Ἐκκλησιῶν καὶ
γιὰ ἐκτεταμένες
χρονικὲς περιόδους, ὅταν
ὁ Παραδοσιακός, ἤ Πατερικός, Μοναχισμὸς
εἶχε,
γιὰ ἕνα διάστημα, καταπιεσθῆ
ἤ
τεθῆ στὸ περιθώριο.
4. Μπορεῖ
κανεὶς
εὔκολα νὰ διακρίνη, ἀπὸ τὴν σχέση
μεταξὺ
φωτισμοῦ καὶ δοξασμοῦ, ἤ
δόγματος καὶ μυστηρίου, ὅτι
ὑπάρχει
πολλὴ ἄνεσις γιὰ ἀνάπτυξη
ἐννοιολογικῶν
καὶ γλωσσικῶν
μέσων, χρησιμοποιουμένων στὴν προπαρασκευὴ τοῦ
Χριστιανοῦ
γιὰ
τὴν λήψη τοῦ
χαρίσματος τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς
καὶ
τῆς ἐσωτερικῆς πίστεως, ὥστε
νὰ
γίνη ναὸς τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος καὶ μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτὴ ἡ
ἐννοιολογικὴ
καὶ γλωσσικὴ ἀνάπτυξις, ὅμως, δὲν
εἶναι δεῖγμα
βαθυτέρας κατανοήσεως. Ἡ ὑψίστη
κατανόησις τοῦ Μυστηρίου τῆς
σωτηρίας εἶναι ἡ μετοχὴ τοῦ
Χριστιανοῦ στὸν δοξασμό, ὁ ὁποῖος ὑπερβαίνει κάθε κατανόηση.
Ἡ Πεντηκοστὴ ποτὲ
δὲν
ὑπερβαίνεται,
καὶ εἶναι συνεχῶς ἐνεργὸς
στὴν ἔλλαμψη καὶ τὸν
δοξασμό. Οὔτε
ἡ ἔλλαμψις, οὔτε ὁ
δοξασμός, μποροῦν νὰ ἱδρυματοποιηθοῦν.
Ἡ
ταυτότητα αὐτῆς
τῆς ἐμπειρίας,
τῆς ἐλλάμψεως καὶ τοῦ
δοξασμοῦ, μεταξὺ τῶν χαρισματούχων ποὺ
ἔχουν ζήσει αὐτὲς
τὶς καταστάσεις, δὲν ἐπιβάλλει
κατʼ ἀνάγκην
ταυτότητα δογματικῆς ἐκφράσεως, ἰδιαίτερα ὅταν
οἱ χαρισματοῦχοι αὐτοὶ
εἶναι γωγραφικὰ ἀπομακρυσμένοι ἐπὶ
μακρὰ χρονικὰ
διαστήματα. Πάντως, ὅταν συναντῶνται, εὔκολα συμφωνοῦν γιὰ τὴν ὁμοιομορφία τῆς
δογματικῆς διατυπώσεως τῆς ταυτόσημης ἐμπειρίας
των. Μεγάλη ὤθησις πρὸς
ταυτόσημη δογματικὴ ἔκφραση δόθηκε τὴν
ἐποχὴ
ποὺ ἡ Χριστιανοσύνη ἔγινε
ἐπίσημη
θρησκεία τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας.....
Ἡ
Ὀρθόδοξη
πνευματικότητα ἐπιστεύετο ὅτι εἶναι, καὶ πράγματι εἶναι, διαπιστώσιμο
καὶ ἐπαληθεύσιμο φαινόμενο.
5. Ἡ
Βιβλικὴ παράδοσις, ὅπως
διαφυλάχθηκε ἀπὸ τοὺς Πατέρες, δὲν
μπορεῖ νὰ ταυτισθῆ μὲ ἠθικολογίες, ἤ νὰ ἐκφυλισθῆ
σὲ σύστημα
Χριστιανικῆς ἠθικῆς.
Εἶναι μᾶλλον
θεραπευτικὸς ἀσκητισμός,
ποὺ δὲν ἀποθαρρύνεται ἀπὸ οἱονδήποτε βαθμὸ
νοσηρότητος τῆς καρδίας (ἤ, τῆς
νοερᾶς δυνάμεως), ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πλήρη σκλήρυνσή της. Τὸ
νὰ
πάρη κανεὶς τὸ περίγραμμα αὐτοῦ
τοῦ ἀσκητισμοῦ χωρὶς τὴν καρδία καὶ τὴν
οὐσία του καὶ νὰ τὸ ἐφαρμόση σὲ σύστημα ἠθικολογίας, χάριν προσωπικῆς καὶ κοινωνικῆς ἠθικότητος,
ἰσοδυναμεῖ
μὲ
τὸ
νὰ
δημιουργήση μία ὀργάνωση πουριτανῶν
ὑποκριτῶν,
ποὺ πιστεύουν πὼς ἔχουν ἰδιαίτερο δικαίωμα
στὴν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ,
λόγῳ τῆς ἠθικῆς
των (Προτεσταντισμὸς),
ἤ
τοῦ ἀπόλυτου
προορισμοῦ των
(Παπισμὸς), ἤ καὶ τῶν δύο.
Οἱ
ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ δὲν μποροῦν νὰ
τηρηθοῦν μὲ καμμία
ἁπλῆ ἀπόφαση γιὰ ἐφαρμογή
τους, οὔτε μὲ
καμμία ἐμπιστοσύνη
στὸ ὅτι εἶναι
κάποιος ἐκλεκτὸς τοῦ Θεοῦ. ῞Ενας
ἄνθρωπος
μὲ
σπασμένα τὰ πόδια
δὲν μπορεῖ νὰ τρέξη σὲ ἀγῶνα,
ἄσχετα
μὲ
τὸ
πόσο τὸ θέλει. Μπορεῖ νὰ
τὸ
κάνη μόνον, ὅταν
τὰ πόδια του θεραπευθοῦν
καὶ ἐπανέλθουν
σὲ ἀνταγωνίσιμη κατάσταση
λειτουργίας. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο,
δὲν μπορεῖ
κανεὶς
νὰ τηρήση τὶς ἐντολές τοῦ
Χριστοῦ, ἐκτὸς ἄν ὑποστῆ κάθαρση καὶ φωτισμὸ τῆς νοερᾶς δυνάμεώς του καὶ
φθάση στὸ κατώφλι τοῦ
δοξασμοῦ.
6. Ἡ
Πατερικὴ προσέγγισις στὸ θέμα τῆς Γενικῆς
Συνελεύσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν
στὸ Βανκοῦβερ,
τὸ 1983, ὅπως
διαγράφηκε σʼ αὐτὴν
τὴν εἰσήγηση, πρέπει νὰ
εἶναι
μία σαφὴς ἔνδειξις, ὅτι ἡ προσοχή μας εἰς
τὸ
ἑξῆς
πρέπει νὰ στραφῆ σὲ μία ἐπιμελῆ ἔρευνα
καὶ διαπίστωση τῆς
ταυτότητος τῆς Παλαιᾶς καὶ
τῆς
Καινῆς Διαθήκης, τόσο ὡς πρὸς
τὸν θεραπευτικὸ
ἀσκητισμό
τους, ὅσο καὶ ὡς πρὸς τὴν Χριστοκεντρικότητά τους. Αὐτό,
μπορεῖ νὰ
ἀποδειχθῆ
κλειδὶ γιὰ
τὸν
διάλογο μὲ τὸν Ἰουδαϊσμό.
Ὁ
Χριστός, στὴν Παλαιὰ
Διαθήκη, εἶναι ὁ ῎Αγγελος τοῦ
Κυρίου καὶ τῆς Μεγάλης Βουλῆς, ὁ Κύριος
τῆς δόξης. Δὲν
εἶναι ἕνας Μεσσίας
ποὺ ἀνυψώθηκε
σὲ
Θεότητα ἀπὸ τὸν ἀρχαῖο Χριστιανισμό. Ἀντίθετα,
εἶναι
ὁ
Κύριος τῆς δόξης, ὁ Γιαχβέ, ποὺ ἔγινε
ἄνθρωπος, μὲ τὴν γέννησή
Του ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία, κιʼ ἔτσι ἔγινε
ὁ Μεσσίας.
7. Ποτὲ στὴν ἱστορία Της ἡ
Ὀρθόδοξη
Παράδοσις δὲν
θεώρησε τοὺς πιστοὺς σὰν
μία κοινότητα μυημένων ποὺ δὲν ἐνδιαφέρονται
γιὰ τὴν
ὑπόλοιπη
κοινωνία, ἐν γένει. Ἀντίθετα, ἡ
Ὀρθόδοξη
Χριστιανοσύνη διείσδυσε, ἀπὸ κάθε
ἄποψη, μέσα στὴν κοινωνία, ἰδιαίτερα
μέσῳ τοῦ θεραπευτικοῦ
ἀσκητισμοῦ
Της, τὸν ὁποῖο ἀσπάσθηκαν
αὐτοκράτορες, πολιτικοί,
στρατιωτικοί, διανοούμενοι, ἔμποροι,
ἀγρότες, ἐργάτες,
νέοι καὶ γέροι, ἐξ ἴσου, καὶ οἱ
ὁποῖοι
θεωροῦσαν τὰ Μοναστήρια σὰν
τὰ
ἐκπαιδευτικὰ
κέντρα τῶν θεραπευτῶν
τους.
8. Τὸ ἐνδιαφέρον τῆς
Ὀρθοδόξου
Παραδόσεως γιὰ ὅλες
τὶς ὄψεις τῆς κοινωνίας, τὸν
πολιτισμὸ καὶ
τὴν
παιδεία, ἀπορρέει ἀπὸ
τὴν
συνειδητοποίηση τοῦ ὅτι ὅλοι
οἱ ἄνθρωποι, ὄχι μόνον ἔχουν νοερὰ ἐνέργεια,
ἀλλʼ ἐπίσης
ἔχουν τὴν ἄκτιστη δόξα, ἤ
Χάρη, ἤ Βασιλεία,
ἐντός των, μολονότι
σὲ ἐλάχιστα ἐνεργό,
ἤ σχεδὸν
ἀνενεργὸ
μορφή, οἱ περισσότεροι, ἐξ αἰτίας
τῆς νοσηρότητος τοῦ νοῦ
των καὶ τῆς ὑποδουλώσεώς του στὴν
διάνοια, στὰ
πάθη καὶ στὶς ἐπιδράσεις τοῦ περιβάλλοντος. Ἀποτέλεσμα αὐτῶν
εἶναι ἡ κυριαρχία
τοῦ
φόβου, τοῦ ἄγχους,
καὶ ὡρισμένων
δοξασιῶν ἀποκομμένων ἀπὸ
τὴν
πραγματικότητα.
Οἱ Ὀρθόδοξοι, ἐπίσης, δροῦν
μὲ τὴν ἀντίληψη, πρῶτον, ὅτι
ὁ ἴδιος ὁ
Θεὸς ἐνεργεῖ ἄμεσα
σὲ
κάθε ἀνθρώπινο ὄν, ἀσχέτως τῶν ἐσφαλμένων
πεποιθήσεών του καὶ τοῦ ἐπιπέδου ἀποθεραπείας του,
δεύτερον, ὅτι ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ
ὅλα
τὰ
πλάσματά Του μὲ τὴν ἴδια ἀγάπη
(δηλ. καὶ τοὺς
"καλοὺς", καὶ τοὺς "κακοὺς"), καί,
τρίτον, ὅτι ὅλοι
θὰ δοῦν
τὴν ἄκτιστη δόξα
τοῦ
Χριστοῦ,
μερικοὶ σὰν Φῶς,
καὶ ἄλλοι σὰν
Πῦρ καὶ
Σκότος ἐξώτερο, ἀνάλογα μὲ τὸ κατὰ
πόσον οἱ καρδιές τους
ἦταν φωτισμένες ἤ ἐσκληρυμένες (πωρωμένες), κατὰ τὴν στιγμὴ τῆς
ἐξόδου
τῆς
ψυχῆς των.
9. Δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἑνότητα
ἐν
Χριστῷ ἀπὸ αὐτὴν
ποὺ πραγματώνεται μὲ
τὴν
κάθαρση, τὴν ἔλλαμψη
καὶ τὸν δοξασμό, στὴν
παροῦσα ζωή. (Ἡ
ἐπίγεια Ἐκκλησία εἶναι, ἀπὸ
τὴν
φύση Της, ἄκτιστη,
διότι λαμβάνει τὴν ὑπόστασή Της ἀπὸ
τὶς
ἐνέργειες
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος). Ἡ ὁρατὴ δομὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἔκφρασις αὐτῆς τῆς ἑνότητος ἐν Χριστῷ, καὶ ἡ ἐγγύησις, πώς, ὅσοι
ἐπιθυμοῦν,
μποροῦν νὰ ἐπιτύχουν τὴν θεραπεία τῆς
ψυχῆς των ποὺ
προσφέρεται ἀπὸ τὸν Χριστὸ διὰ
τῶν
Ἁγίων
Του.
10. Τὰ
κριτήρια γιὰ τὴν ἐπανένωση τῶν διηρημένων
Χριστιανῶν δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι
διαφορετικὰ ἀπʼ
ὅσα ἰσχύουν γιὰ τὴν ἕνωση
τῶν ἐπαγγελματικῶν
Συλλόγων τῶν
διαφόρων κλάδων τῶν
θετικῶν ἐπιστημῶν. Οἱ ἀστρονόμοι,
π.χ., θὰ ἐσυγκλονίζοντο στὴν
ἰδέα, ὅτι θἄπρεπε
νὰ ἑνωθοῦν μὲ
τοὺς
ἀστρολόγους. Οἱ
τελευταῖοι θἄπρεπε, προηγουμένως, νὰ γίνουν
ἀστρονόμοι, ὥστε
νὰ μπορέσουν νὰ
γίνουν δεκτοί στὸν
Σύλλογο τῶν ἀστρονόμων. Τὰ μέλη ἑνὸς συγχρόνου ἰατρικοῦ
Συλλόγου θὰ ἐσυγκλονίζοντο, ἐξ ἴσου,
μὲ τὴν προτροπὴ νὰ γίνουν
ἕνα μὲ τοὺς κομπογιαννίτες καὶ
σφετεριστὲς τοῦ ἰατρικοῦ ἐπαγγέλματος.
Μὲ
τὸν
ἴδιο
τρόπο, οἱ Πατέρες θὰ
κατεπλήσσοντο μὲ τὴν ἰδέα μιᾶς ἑνώσεως τῆς Παραδόσεώς των μὲ
"Ἐκκλησίες" ποὺ ἔχουν
ἐλάχιστη ἤ
καμμία κατανόηση τῆς
ὁδοῦ
τῆς καθάρσεως, τῆς ἐλλάμψεως καὶ τοῦ
δοξασμοῦ, καὶ ἔχουν παράσχει ἱδρυματικὴ
αὐθεντία
στὰ χέρια ψευδοθεραπευτῶν.
Τὸ θέμα τῆς ἐπανενώσεως τῶν "Ἐκκλησιῶν" ἁπλοποιεῖται
καὶ ὁμαλοποιεῖται,
ἐφʼ ὅσον
ἐπιτύχουν οἱ
"Ἐκκλησίες" νὰ παράγουν τὰ ἀποτελέσματα, γιὰ τὰ ὁποῖα
ὑποτίθεται
ὅτι
ὑπάρχουν,
καὶ τὰ ὁποῖα
συνοψίζονται στὸ: "Μακάριοι οἱ
καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν
Θεὸν
ὄψονται". ῎Αν δὲν
τὰ ἐπιτύχουν,
ἡ ἐπανένωσις εἶναι ἀδύνατος».
Βιβλιογραφία
1. Πρωτ. Ἰωάννου Ρωμανίδου: "Τὸ
Προπατορικὸν Ἁμάρτημα", ἐκδόσεις
Δόμος,
Ἀθήνα, 1992.
2. Πρωτ.
Ἰωάννου
Ρωμανίδου: "Δογματικὴ καὶ
Συμβολικὴ
Θεολογία τῆς
Ὀρθοδόξου
Καθολικῆς Ἐκκλησίας", Τόμος
Α΄, ἐκδόσεις Π.
Πουρναρᾶ, Θεσ/κη, 1999.
3. Πρωτ. Ἰωάννου Ρωμανίδου: "Ρωμαῖοι ἤ Ρωμηοὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας", Γρηγορίου Παλαμᾶ
῎Εργα,
"Ὑπὲρ
τῶν Ἱερῶς Ἡσυχαζόντων", Τριὰς Α΄, Τόμος
Α΄, ἐκδόσεις Π. Πουρναρᾶ,
Θεσ/κη, 1984.
4. Πρωτ. Ἰωάννου
Ρωμανίδου: "Ρωμῃοσύνη", ἐκδόσεις
Π.Πουρναρᾶ,
Θεσ/κη, 1982.
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.